Τρίτη 2 Αυγούστου 2016

Τα 13 πρόσωπα του Κουφοντίνα - Μέρος β'

Πιάνουμε το νήμα από εκεί που το είχαμε αφήσει στο πρώτο μέρος, για να δούμε ορισμένες ακόμα χαρακτηριστικές κατηγορίες. Μία κατηγορία μόνος του πχ είναι ο δημοσιογράφος Τάσος Παππάς, το εναλλακτικό πασοκοπαπαγαλάκι, με το ύφος χιλίων μπαρουτοκαπνισμένων οπλαρχηγών και το φοβερό βάθος της πολιτικής του ανάλυσης. Ας δούμε μερικά χαρακτηριστικά σημεία.

Ο μπαρουτοκαπνισμένος Παππάς

Έχουν γραφτεί και ειπωθεί πολλά. Τα περισσότερα όταν η 17 Νοέμβρη ήταν εν ενεργεία. Μύθοι για την προέλευσή της, φληναφήματα για το ρόλο της, στερεότυπα για τη δράση της: Από τις γνωστές αμήχανες θεωρίες της παραδοσιακής Αριστεράς ότι ήταν δημιούργημα των μυστικών υπηρεσιών των δυτικών χωρών, μέχρι τις βιτριολικές κατασκευές της Δεξιάς και των ελληνικών διωκτικών αρχών, που έγιναν βεβαιότητα για τους Αμερικανούς, ότι είχε βάλει το χεράκι του το ΠΑΣΟΚ. Όσοι έλεγαν ότι η 17 Νοέμβρη ήταν αυτό που δήλωνε, δηλαδή μια οργάνωση της Άκρας Αριστεράς που επέλεξε το δρόμο της ένοπλης ανυπακοής, όπως και πολλές οργανώσεις το ίδιο διάστημα στην Ευρώπη, χαρακτηρίζονταν ύποπτοι ή στην καλύτερη περίπτωση, αφελείς.

Η θεωρία των άκρων για αρχάριους. Και το ΠαΣοΚ της καρδιάς του να βγαίνει πάλι στον αφρό, με κάποιο μαγικό τρόπο. Το είχαν στο στόχαστρό τους κι οι αμερικάνοι. Οι οποίοι κακοπερνούσαν γενικά στα χρόνια της Αλλαγής, τους είχαν διώξει και τις βάσεις, θυμάμαι. Όχι;

Σε μια συνεδρίαση, όπως αναφέρεις στο βιβλίο, ένας σύντροφός σου ρώτησε: "πολεμάμε πέντε χρόνια, ως πότε ακόμη;". Εσύ του απάντησες: "πέντε και δέκα χρόνια, όσο χρειαστεί".
Μου θυμίζει τη γνωστή ιστορία με τον κομμουνιστή πολιτικό κρατούμενο την εποχή της παρανομίας του ΚΚΕ. Αφού άκουσε την εισήγηση της καθοδήγησης με όλα τα αισιόδοξα επιχειρήματα για το επερχόμενο τέλος του καπιταλισμού και την αναπόφευκτη νίκη του προλεταριάτου, αναρωτήθηκε: "Δεν καταλαβαίνω ρε σύντροφοι. Οι αντικειμενικές προϋποθέσεις είναι καλές, οι υποκειμενικές αμόμη καλύτερες, και ο Μήτσος πάντα στην Ακροναυπλία".
Αγώνας, αγώνας, αγώνας, θυσίες, θυσίες, θυσίες, υπομονή, υπομονή, υπομονή, αλλά φως στο βάθος του τούνελ δε φαίνεται.
Και λίγο παρακάτω, έρχεται το καλύτερο.

Αντί για το βασίλειο της ελευθερίας είχαμε αυταρχικά και ανελεύθερα καθεστώτα που δυσφήμησαν το ιδεώδες του σοσιαλισμού. Αντί για σοβιέτ είχαμε γκουλάγκ. Τελικώς μου φαίνεται ότι είχαν δίκιο ο "αποστάτης Κάουτσκι" και ο "πάπας του ρεφορμισμού" Μπέρνσταϊν και όχι ο Λένιν και ο Τρότσκι.

Όλα μαζί σε ένα τσουβάλι, μαζί με μια αλαφιασμένη γάτα, κι όποιον πάρουν τα νύχια της.
Κι όχι πως καλλιεργεί τη λογική πως "τίποτα δε γίνεται", επομένως όλοι Σύριζα. Αλλά το κάνει, όσο να πεις...
Δεν είναι όμως κάτι ευκαιριακό, όπως δεν είναι και το μίσος του απέναντι στο σοσιαλισμό που γνωρίσαμε.

Υποστηρίζεις ότι η λαϊκή δημοκρατία (δικτατορία του προλεταριάτου) υπερέχει της αστικής δημοκρατίας. Στην πράξη πάντως αυτό που συνέβη ήταν πολύ διαφορετικό. Τα καθεστώτα που υποστήριζαν ότι ήταν εργατικά (χρησιμοποιώ τον όρο για τη συνεννόηση γιατί δεν πιστεύω ότι ήταν) αμαύρωσαν κάθε έννοια ελευθερίας και δημοκρατίας. Τα πολιτικά συστήματα της αστικής τάξης επιτρέπουν στους αντιπάλους τους να υπάρχουν, να λειτουργούν και να διεκδικούν την κυβερνητική εξουσία, υπό την προϋπόθεση βεβαίως ότι σέβονται τους νόμους και το Σύνταγμα. Δεν εξοντώνουν (δεν αφαιρούν τη ζωή αφού έχει καταργηθεί η ποινή του θανάτου) ούτε και αυτούς που αμφισβητούν με τα όπλα το σύστημα. Τους τιμωρούν αυστηρά, αλλά κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις τους απελευθερώνουν.
Να σου υπενθυμίζω την τύχη που είχαν όλα τα μέλη της πρώτης ηγετικής ομάδας των μπολσεβίκων, αλλά και πώς φέρθηκαν οι μπολσεβίκοι, με το Λένιν εν ενεργεία, στα υπόλοιπα κόμματα. Δεν έθεσαν εκτός νόμου μόνο τα αστικά και μοναρχικά κόμματα, αλλά και τους σοσιαλεπαναστάτες, τους μενσεβίκους, τους αναρχικούς, δηλαδή αυτούς που πήραν μέρος μαζί τους στην επανάσταση. Το επιχείρημα ότι η χώρα ήταν περικυκλωμένη από εχθρούς και ο εμφύλιος μαινόταν είναι κατά τη γνώμη μου μαχητό γιατί όταν οι συνθήκες άλλαξαν και το καθεστώς σταθεροποιήθηκε δεν επετράπη σε κανένα άλλο κόμμα να υπάρξει. Απ' όλα αυτά και από πολλά άλλα, καταλήγω στην άποψη ότι η προλεταριακή δημοκρατία, όπως τη γνωρίσαμε, όχι μόνο δεν ήταν ένα ιδανικό μοντέλο, αλλά συνιστά παράδειγμα προς αποφυγή. Και πριν από το 20ό συνέδριο και μετά.
Αυτός τουλάχιστον είναι ειλικρινής. Όχι Στάλιν, Θερμιδώρ και ιστορίες. Από το Λένιν ακόμα, το και το.

Και μας έχει το καλύτερο για το τέλος. Να μαθαίνετε τι δεν είναι επαναστατικό (η σοβιετία πχ) αλλά και τι είναι: πχ η αραβική άνοιξη. Άλλο που ηττήθηκε...

Τα αυθόρμητα κινήματα που αναπτύχθηκαν τα τελευταία χρόνια λόγω της κρίσης, είτε φυλλορρόησαν είτε ενσωματώθηκαν σε μια λογική διαχείρισης είτε συνετρίβησαν -η περίπτωση της Αραβικής Άνοιξης.

Τουλάχιστον αναφέρει και κάτι ενδιαφέρον, από το Ρενάτο Κούρτσιο, που δίνει τροφή για σκέψη:

Η αξία των αποτυχημένων επαναστάσεων έγκειται στο ότι δεν παρουσιάζουν τα μειονεκτήματα των αντίστοιχων νικηφόρων: σε κάποιο βαθμό όλες οι νικηφόρες επαναστάσεις πρόδωσαν τις υποσχέσεις τους, ενώ οι αποτυχημένες μονάχα τις αρχικές αναλύσεις που τις έθεσαν σε κίνηση μπορούν να προδώσουν. Ένα σφάλμα λιγότερο σοβαρό, συγκρίνοντάς τα.

Ενώ στη διαλεκτική σκοπού-μέσου, καθαρίζει με Καμί:
Ο Καμί στο θέμα αυτό δίνει μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα απάντηση: Ο σκοπός αγιάζει τα μέσα; Πολύ πιθανό. Ποιος όμως θα αγιάσει το σκοπό; Σε τούτη την ερώτηση που η ιστορική σκέψη την αφήνει μετέωρη, η εξέγερση απαντά: τα μέσα.

Ο λογοτέχνης Κουφοντίνας

Μπορώ να καταλάβω την ανάγκη ενός κρατούμενου να εκφραστεί με διαφορετικό τρόπο, να ξεφύγει από τη ρουτίνα της φυλακής, κοκ. Αλλά η αλήθεια είναι πως σε κάποια σημεία ξεχνάς σε τι ακριβώς απαντάει ο Κουφοντίνας, ποια ήταν η αρχική ερώτηση. Και επίσης, λογοτεχνικά κρίνοντας, νομίζω πως ούτε καν τους φιλικά προσκείμενους προς αυτόν δεν καταφέρνει να συγκινήσει ο... ποιητής (το οποίο το αναφέρει πλαγίως και ο προλογίζων). Ας δούμε δύο τέτοια χαρακτηριστικά σημεία, όπου το ωραίο της υπόθεσης είναι πως ακολουθούν αμέσως μετά την ερώτηση (που δεν έχει καμία σχέση).

"Γέμισε η νύχτα το κελί απ' το μικρό φεγγίτη", ούτε που το κατάλαβα ότι έπεσε το σκοτάδι, μόνο όταν κοίταξα θολό το χαρτί και θαμπά τα γράμματα. Είπα "έπεσε το σκοτάδι", συνήθεια της γλώσσας, στη φυλακή ποτέ δεν πέφτει το σκοτάδι, πάντα γκρίζο είναι, πάντα νοθευμένο από λάμπα ή προβολέα. Ποτέ δεν πέφτει, αλλά και ποτέ δεν "χιμάει" το σκοτάδι, ποτέ δεν ένιωσα την απειλή αυτής της έκφρασης από παλιά, φίλος ήταν πάντα το σκοτάδι, οι παιδικές νύχτες ήταν υπόσχεση των άστρων ή παιχνίδισμα του φεγγαριού με τα σύννεφα. Σαν φίλος ερχόταν, απαλά στην αυλή, κύματα μέσα από τα καπνοχώραφα στον κάμπο, ή στο βουνό μέσα από τα δέντρα και τους θάμνους, πίσω από τα βράχια, όπως ανάσαιναν τα φυτά και άρχιζε το πανηγύρι των γρύλων, άρχιζαν να σαλεύουν τα ζούδια και τα χαμοδράκια. Και αργότερα οι παράνομοι.
Και λίγο παρακάτω.
Πήρε να σουρουπώνει. Σήμερα, μια στιγμή γραφειοκρατικής αδράνειας ή αβελτηρίας, καθυστέρησε λίγο το άναμμα του μεγάλου προβολέα στο προαύλιο, μας έκανε δώρο ανεκτίμητο μια στιγμή σούρουπου και άνοιξης. Τέτοιες στιγμές σταματά το νευρικό περπάτημα στο προαύλιο, γυρνά ψηλά το κεφάλι, στο τετράγωνο του ουρανού που αυλακώνουν οι μακριές κουλούρες της ατσάλινης σερπαντίνας, χάνεται το βλέμμα στο αχνό κόκκινο που εξατμίζεται στα αραιά σύννεφα. Τέτοιες στιγμές ανοίγουν χώρους στη νοσταλγία, στη μελαγχολία -οι άνθρωποι από σίδερο υπάρχουν μόνο στις παλιές ταινίες μας- ωστόσο γρήγορα κλείνουμε τις ρωγμές πριν πλημμυρίσει το κελί απλωμένο κάμπους με το πανηγύρι της παπαρούνας, κυανές φωνές, άγγιχτα χέρια αγαπημένα, γιατί θα χαθούμε ξανά μέσα στο ίδιο όνειρο που έρχεται κι επανέρχεται, για το "κόκκινο σπίτι σε αυλή με πηγάδι, και μια δράνα γεμάτη με τσαμπιά κεχριμπάρι". Εμείς άλλο όνειρο διαλέξαμε, να 'χουν όλοι πραγματικό αυτό το όνειρο, κι αυτό που διαλέξαμε το ακολουθούμε μέχρι το τέλος.

Ο αυτοκριτικός Κουφοντίνας

Δεν μπορώ να πω πως είναι πολλά ή ουσιαστικά αυτά τα σημεία. Αλλά είναι μάλλον από τα πιο ενδιαφέροντα στο βιβλίο.

Οι γραμμές αυτές επιχειρούν μια συμβολή στη συζήτηση που διεξάγεται στα άπειρα μέρη όπου οι επαναστάτες βάζουν το ίδιο παλιό ερώτημα: πώς η δράση μπορεί, όσο γίνεται περισσότερο, να δημιουργήσει συνείδηση, πώς θα συντελέσουν οι ίδιοι στην ωρίμανση των υποκειμενικών συνθηκών. Μπορεί αυτές οι γραμμές που μιλούν για τους παλιούς κύκλους και λαχταρούν τους καινούριους, να βρουν λίγο χώρο, να πάρουν λίγο χρόνο σε αυτές τις συζητήσεις. γιατί όσα έγιναν στο παρελθόν βαραίνουν στο παρόν και επηρεάζουν το μέλλον, γιατί τίποτα δεν ξεκινά πρώτη φορά με εμάς, αυτά που γίνονται μπορεί να έχουν ξαναγίνει.
Μιλώντας για τους παλιούς κύκλους, θέλω να καταθέσω εμπειρία για τα λάθη, που μας παραμόνεψαν και τα κωδικοποιήσαμε ως αριστερισμό-μιλιταρισμό, λάθη που δεν απέφυγε λίγο-πολύ το παγκόσμιο κίνημα του αντάρτικου που ξεκίνησε μετά τη δεκαετία του 1960, ύστερα από την έκρηξη της κουβανικής επανάστασης το 1959.

Ας δούμε πώς αναλύονται και πώς ορίζονται αυτά τα λάθη

Πώς γίνεται όμως αυτά να είναι τα σημεία αφετηρίας και αναφοράς μας και η πράξη να είναι διαφορετική από τις διακηρύξεις; Πώς γίνεται το κίνημα του αντάρτικου πόλης να αντιλαμβάνεται τον κίνδυνο της φοκιστικής εκτροπής, της μονόπλευρης (στρατιωτικής) ανάπτυξης και τελικά να μην τον αποφεύγει; Πώς γίνεται και οι ίδιοι οι σύντροφοι που συμμετείχαν στη σύνταξη των ιδρυτικών κειμένων να πράττουν τελικά εντελώς διαφορετικά; Πώς γίνεται και εγώ ο ίδιος να λειτουργώ διαφορετικά με όσα πίστεψα, διδάχτηκα και βίωσα;
Δεν είναι ελληνική μόνο αυτή η εξέλιξη, συμβαίνει και στις καλύτερες επαναστατικές οργανώσεις. Σε όλο εκείνο το κίνημα των αντάρτικων που αναδύθηκαν σε όλο τον κόσμο, από τη δεκαετία του 1960. Οι Τουπαμάρος έγκαιρα είχαν κωδικοποιήσει τους κινδύνους εκτροπής που διατρέχουν οι ένοπλες οργανώσεις, με το όνομα "μιλιταρισμός| και "αριστερισμός" -ακριβώς δηλ τις εκτροπές τις οποίες κι οι ίδιοι τελικά δεν απέφυγαν.
Μιλιταρισμό ορίζουμε την υπεροχή, μέσα στην πολιτικοστρατιωτική οργάνωση, που αποκτά το στρατιωτικό πάνω στο πολιτικό. Εκδηλώνεται ως "απαρατισμός" (από το aparato = μηχανισμός), ως υπέρμετρη φροντίδα για την ανάπτυξη του στρατιωτικού μηχανισμού, που συνοδεύεται από την υποβάθμιση του πολιτικού, έτσι που τελικά να μπαίνουμε εμείς στην υπηρεσία του μηχανισμού και όχι το αντίστροφο.
Ο αριστερισμός περιγράφει την πεποίθηση ότι το άπαν, το ύψιστο στη δράση μιας οργάνωσης, είναι οι μεγάλες και εντυπωσιακές ενέργειες. Είναι η τάση να σχεδιάζονται οποιαδήποτε στιγμή, σε αναλογία μόνο με τις υλικές δυνατότητες της οργάνωσης και ανεξάρτητα από τις εκάστοτε συνθήκες και από την ιδιαίτερη κάθε φορά συγκυρία, οι ανώτερες δυνατές και πιο εντυπωσιακές ενέργειες, υποβαθμίζοντας τις επιπτώσεις πουη μπορεί να έχουν αυτές οι ενέργειες, ιδιαίτερα πάνω στο μαζικό κίνημα.
Ο συνδυασμός αυτών των δύο μορφών εκτροπής μπορεί να οδηγήσει στην υποτίμηση κάθε μορφής αγώνα που δεν είναι ένοπλη, αλλά και κάθε άλλης ένοπλης ομάδας που δεν πραγματοποιεί την ανώτερη δυνατή ενέργεια.
Και συνεχίζει σε άλλο σημείο
Ο Τσε Γκεβάρα θεωρητικοποίησε αυτό το εξεγερτικό σχήμα, διατυπώνοντας σαφέστατα ότι δεν περιμένουμε να έχουν συγκεντρωθεί όλες οι συνθήκες, ότι η επαναστατική εστία μπορεί να τις δημιουργήσει. Υπογραμμίζω το "όλες", που σημαίνει ότι απαιτείται να υπάρχουν κάποιες ευνοϊκές συνθήκες για τον ανταρτοπόλεμο.
Τα μετέπειτα αντάρτικα, όμως, υποβαθμίζουν αυτό το "όλες" και κωδικοποιούν την τακτική τους στη φράση-κλειδί "Η ένοπλη δράση γεννά συνείδηση και οργάνωση". Με τον τρόπο αυτόν αποδίδαμε ιδιαίτερη μεγάλη σημασία στην ένοπλη δράση ως δημιουργό συνείδησης, περισσότερη ίσως από όση της αντιστοιχούσε και με την αντίληψη αυτή δημιουργείται ο κίνδυνος να μπούμε στον πειρασμό να συμπεράνουμε ότι "περισσότερη" ένοπλη δράση μπορεί να δημιουργήσει "περισσότερη" συνείδηση. Όταν υπάρχει αυτή η "ανυπομονησία" χωρίς να σταθμίζεται με τις ανάγκες και το επίπεδο ανάπτυξης του κινήματος, όπως και με τις ιδιαίτερες συνθήκες, τις επαναστατικές παραδόσεις, τη λαϊκή κουλτούρα κ.ά., παραμονεύει πάντα ο κίνδυνος των εκτροπών που προανέφερα.
Η ένοπλη οργάνωση δεν είναι ο πρωταγωνιστής και η δράση της, αν δε συμπληρώνεται από τη λαϊκή πάλη, μπορεί να λειτουργήσει ακόμα κι ανασταλτικά στην αποδόμηση της συνείδησης που οικοδομεί η καθεστωτική προπαγάνδα. Αν δεν υπάρχει λαϊκή οπισθοφυλακή, τότε τίνος πράγματος εμπροσθοφυλακή θα είναι η ένοπλη οργάνωση; Αυτές οι σκέψεις είναι ο καρπός της εμπειρίας μας, όπως προκύπτουν από τον αναστοχασμό παλιών γκεβαρικών και αυτές κατατίθενται στη σημερινή συζήτηση.

Αλλά αυτή η αρνητική εξέλιξη και τα λάθη δεν είναι αναπόφευκτα.
Όμως, αν ο κίνδυνος της στρατιωτικοποίησης "ενυπάρχει", είναι "εγγεγραμμένος" στην πρωταρχική στρατηγική μας σύλληψη, αυτό σημαίνει ότι είναι αναπόφευκτος ο απαρατισμός, η στροφή προς τα μέσα, η υπερίσχυση των αναγκών της οργάνωσης απέναντι στις λαϊκές ανάγκες και τις ανάγκες του κινήματος; Επομένως, δεν υπάρχει οδός διαφυγής και η στρατιωτικοποίηση θα μας επιβληθεί με τη σιδερένια ισχύ ενός νόμου ανάπτυξης της ένοπλης οργάνωσης;
Όχι, κατηγορηματικά όχι. Δεν είναι αυτή μια αναπόφευκτη μοίρα.
Να και το κλασικό σταλινικό φραστικό σχήμα, του αρνητικού ρητορικού ερωτήματος: Μήπως σφοι..; Όχι σφοι, δεν μπορούμε να το πούμε αυτό.

Ο Κουφοντίνας σημειώνει επίσης τις δυσκολίες που παρουσιάζει μια αυτοκριτική στάση και τοποθέτηση.

Ξέρω τη δυσκολία να θίγεις τόσο ευαίσθητα θέματα, θυμάμαι τη σχετική "πρωταρχική εμπειρία", τραυματική για μένα, τη θύελλα που σήκωσε ο Κοσμάς, εκεί γύρω στα 1978, όταν είχα μιλήσει τότε για τον κίνδυνο να επικρατήσει το στρατιωτικό πάνω στο πολιτικό μέσα την οργάνωση. Πώς είχε αγριέψει το μάτι του, σαρωτικός σα μπουλντόζα είχε πάρει σβάρνα ό,τι επιχείρημα πήγαινα να υψώσω: "Είμαστε τρομοκρατες ρε, έχουμε όπλα και βαράμε, τι μου τσαμπουνάς για μιλιταρισμούς, όχι θα πάμε με το σας και με το σεις...". Άντε να μιλήσεις ψύχραιμα για αυτό το θέμα, όταν έχεις απέναντι όλο σχεδόν το φάσμα της αριστεράς και μεγάλο κομμάτι της αντιεξουσίας να σου κοπανάνε διαρκώς για "μιλιταρισμούς" και "φετιχισμούς των όπλων" και να ξέρεις ότι συνήθως εκτοξεύουν άκοπα και άδικα αυτήν την καραμέλα, όχι για να αναζητήσουν τουης σωστούς τρόπους δυναμικής πράξης αλλά ζητώντας να δικαιολογήσουν την απραξία τους στο πεδίο της δυναμικής δράσης, συνήθως μόνο ως πρόφαση για να μην κάνουν τίποτα σοβαρό, όχι μόνο "ένοπλο" αλλά και "άοπλο", δυναμικό και μαζικό.

Παρόλα όσα όμως, καταλήγει ότι "η λαϊκή δημοκρατία είτε θα είναι ένοπλη είτε δε θα υπάρχει" και θεωρεί τις συλλήψεις αλάνθαστο κριτήριο για τον επαναστατικό ή το ρεφορμιστικό χαρακτήρα ενός χώρου.

Ακόμα και μετά τη μεταπολίτευση, όταν η επίσημη Αριστερά έπαψε να "παράγει" πολιτικούς κρατούμενους -αυτό το αλάνθαστο κριτήριο επαναστατικότητας ενός πολιτικού χώρου- (...)
Οι διώξεις του αστικού κράτους προς δεκάδες κομμουνιστές ή απλούς συνδικαλιστές προφανώς δεν μπαίνει στο ζύγι, γιατί δε βολεύει στο τελικό συμπέρασμα, που έχει παρθεί εξ αρχής.

Κλείνουμε με δύο ακόμα αποσπάσματα. Το πρώτο, όπου διηγείται την κατάντια ενός από τα μέλη της οργάνωσης που έσπασαν (τα οποία είναι και η πλειοψηφία, αν έχω καταλάβει καλά) και τη χτυπητή αντίθεση με έναν από αυτούς που κράτησαν.

Θυμάμαι το 2002, το πρώτο πρωινό στη φυλακή. Μικρό το κελί νο 16, η υγρασία του υπόγειου είχε πετύχει ήδη την πρώτη νίκη της απέναντι στο βιαστικό βάψιμο, το καγκελόφραχτο παράθυρο έδινε μια μερική άποψη του περίκλειστου προαύλιου, που ήταν σκοτεινό από το πυκνό δίχτυ ψηλά, στα δέκα μέτρα ύψος που έφταναν οι σιδερένιοι τοίχοι. Έβγαλαν τον πρώτο κρατούμενο να περπατήσει. Μία ώρα, και μετά ξανά τις υπόλοιπες 23 κλείδωμα στο κελί. Ήταν από τους λίγους που δε μίλησαν. Μου χαμογέλασε λοξά, συνωμότης από τη φύση του, κουρασμένο το ανέκφραστο πρόσωπο, το βάδισμα όμως κρατούσε τη σταθερότητα της περηφάνιας.
Ύστερα έβγαλαν έναν από αυτούς που είχε μιλήσει πολύ, είχε σηκώσει το δάχτυλο, έδειξε συντρόφους, καταδίκασε την οργάνωση, απαρνήθηκε 1013 τον παλιό εαυτό του, ζήτησε επιείκεια "επειδή συνεργάστηκε". Στο δεύτερο κύκλο που έκανε, με πολλή αστάθεια στο βήμα, με είδε πίσω από τα κάγκελα, σαν να κεραυνοβολήθηκε, γονάτισε, έπιασε τα κάγκελα του παραθύρου, γοερά τα κλάματα, μέσα στα αναφιλητά μόνο "Συγνώμη Μήτσο, συγνώμη Μήτσο", είδε κι έπαθε να τον ξεκολλήσει ο φύλακας, απαγορευόταν να μιλάμε μεταξύ μας, αφοπλιστική τόση συντριβή, είπα να σωθεί ό,τι γινόταν ακόμα να σωθεί. Χώθηκε γρήγορα στο κελί του, ξαναβγήκε, μου πέταξε ένα χιλιοδιπλωμένο χαρτάκι, μια σελίδα όλη κι όλη, έφριξα, πώς χωρούσε τόση αθλιότητα σε τόσο λίγες αράδες, τι "μετανοώ ειλικρινά", τι "καταδικάζω την εγκληματική οργάνωση", τι "αυτιστικοί δολοφόνοι", στο πνεύμα βέβαια της εφιαλτικής ομολογίας του, πασπαλισμένο όμως με τις διανοουμενίστικες φιοριτούρες των δικηγόρων του. Που θα το έδιναν την άλλη μέρα κιόλας στη δημοσιότητα. Έσκισα το χαρτάκι, του είπα τι να κάνει με τους δικηγόρους του, να βρει άλλους, προκόψαμε -αργότερα- και από εκεί, του έφτιαξα στα γρήγορα καινούρια υπερασπιστική γραμμή.

Και ένα ακόμα, που θα μπορούσε να χωρέσει ίσως και στη μετωπική λογική της ΔιΕΕξόδου.

Από την άλλη, όσο αφορά το ελάχιστο πρόγραμμα κοινωνικής σωτηρίας, χρειάζεται να επισημάνουμε ότι η κατάσταση σήμερα είναι τόσο οριακή, ώστε ακόμα και ο αγώνας για μερικά ψίχουλα και οριακές βελτιώσεις -για να μη μιλήσουμε για τα αυτονόητα ουσιαστικά δικαιώματα, τη στήριξη του λαϊκού εισοδήματος και την ενίσχυση της εγχώριας παραγωγής- αυτές οι ελάχιστες διεκδικήσεις αναπόφευκτα οδηγούν σε σύγκρουση με το εγχώριο και το ξένο κεφάλαιο.
Έτσι, εκ των πραγμάτων, δύο είναι οι επιλογές μας: είτε θα υποταχθούμε στη μοίρα που μας ετοίμασαν, περιμένοντας την αναπότρεπτη τότε εθνική και κοινωνική καταστροφή. Είτε θα βγούμε από τα μνημόνια με άμεση έξοδο από την Ευρωζώνη και τη γερμανική Ευρώπη. Τρίτος δρόμος δε χωρεί. Ενα μέτωπο ενιαίας πολύμορφης πάλης, που δε θα συναρτά άμεσα το ζήτημα της ανεξαρτησίας, της ενδογενούς ανάπτυξης και του γεωπολιτικού ανασχεδιασμού, με τη διαγραφή του παράνομου και απεχθούς χρέους και την έξοδο από τη φυλακή της γερμανικής Ευρώπης, θα είναι εξ αρχής υπονομευμένο και υπονομευτικό ως προς τη διαδικασία δημιουργίας (ωρίμανσης) των υποκειμενικών συνθηκών και ιδιαίτερα της ανάπτυξης της λαϊκής συνειδητότητας.

Δε χρειάζεται νομίζω κάποιος επίλογος με τελικά συμπεράσματα. Θα μπορούσε να προβληματιστεί πάντως κανείς κατά πόσο η πολιτική σκέψη που φλερτάρει (και σε πολλά σημεία ερωτοτροπεί ανοιχτά) με το ΠαΣοΚ έρχεται σε αντίφαση με την τρομοκρατική, ένοπλη δράση και τα αντίστοιχα μικροαστικά ξεσπάσματα ή αποτελεί αναγκαίο συμπλήρωμά της.

13 σχόλια:

zoot horn rollo είπε...

Μαζί με το ΠΑΣΟΚ, βάλε και λίγο ΛΑΕ/Ζωή μια πρέζα ΕΠΑΜ κτλ, αλλά θα μου πεις, μακριά είναι αυτά μεταξύ τους;

Μεγάλη η "προσφορά" της 17Ν, πολυεπίπεδη.

Ανώνυμος είπε...

@ Μπρεζνιεφικό Απολίθωμα

από το* Ρενάτο Κούρτσιο

*τον

Αν και η σχολική «Νεοελληνική Γραμματική» το δέχεται όπως το γράφεις (πρβ. § 48), καλύτερα να διατηρηθεί το τελικό ν, γιατί ακολουθεί ξένο όνομα και χρειάζεται ν’ αποφεύγεται η σύγχυση μεταξύ της αιτιατικής ενικού του αρσενικού και του ουδέτερου, ακόμα και σε περιπτώσεις που το γραμματικό γένος του ονόματος είναι λίγο-πολύ φανερό.

Παρατηρητικός

Αναυδος είπε...

ο κουφοντινας ηταν οργανομενο μελος του ΠΑΣΟΚ μετα τη μεταπολιτευση.

http://sfyrodrepano.blogspot.gr/2014/03/17.html

απο εκει και περα καθε πρακτοριστικη οργανωση δεν αποτελειται αποκλειστικα απο πρακτορες η πλειοψηφεια ειναι αφελεις και χρησιμοι ηλιθιοι

Νίκος Σαραντάκος είπε...

Τη δεκαετία του 1980 η Σύγχρονη Εποχή στις εκδόσεις της διατηρούσε το τελικό ν στο αρσενικό άρθρο όχι μόνο όποτε ακολουθούσε ξένο όνομα αλλά και όποτε ακολουθούσε επίθετο και ουσιαστικό διότι και πάλι υπάρχει περιθώριο σύγχυσης ιδίως αν το ουσιαστικό πέσει στην αποκάτω αράδα ή και πάντοτε (π.χ. το μεγάλο κόλπο)

Ωστόσο, η σημερινή σχολική γραμματική του Γυμνασίου (Χατζησαββίδης & Χατζησαββίδου, 2012) διατηρεί πάντοτε το τελικό ν στο αρσενικό άρθρο.

Ανώνυμος είπε...

Λοιπόν, με την άδεια σου, Μπρεζνιεφικό Απολίθωμα, θα κάνω μιαν ακόμα γραμματική παρέκβαση αναφορικά με το τελικό ν της ενικής αιτιατικής του αρσενικού άρθρου, βασικά για ν’ αποφεύγονται οι ντιλεταντισμοί διαφόρων «φωστήρων» περί την ελληνικήν.

Η συμβουλή μου στο προηγούμενο μου σχόλιο πήγαινε κατά κάποιο τρόπο κόντρα στις σχετικές υποδείξεις της σχολικής «Νεοελληνικής Γραμματικής» (της λεγόμενης και «Μικρής»· ως «Μεγάλη» θεωρείται η: «Νεοελληνική Γραμματική (της Δημοτικής), Οργανισμός Εκδόσεως Σχολικών Βιβλίων, Εν Αθήναις 1941). Η αλήθεια βέβαια είναι ότι για πολλούς και διαφόρους λόγους που δεν είναι του παρόντος να εκθέσω και να αναπτύξω, η «Μικρή» στο σημείο αυτό όπως και σε πλείστα άλλα, υστερεί της «Μεγάλης» που υποδεικνύει σαφώς στη σελίδα 82 (§ 183, Πρώτο Μέρος: Οι φθόγγοι και τα γράμματα, Ϛ΄ Κεφάλαιο: Πάθη φθόγγων – Τελικό ν):

Ἐξαιρετικὰ μπορεῖ νὰ φυλάγεται τὸ τελικὸ ν τοῦ ἀρσ. ἄρθρου τὸν σὲ κύρια ὀνόματα ἄγνωστα, ποὺ ἀλλιῶς θὰ μποροῦσε νὰ τὰ πάρη κανεὶς γιὰ οὐδέτερα.

Επί τη ευκαιρία επειδή αύριο συμπληρώνονται ογδόντα χρόνια από την επιβολή της Δικτατορίας της 4ης Αυγούστου, θα στείλω αμέσως στη συνέχεια ως ξεχωριστό σχόλιο τον «Πρόλογο» του Ιωάννη Μεταξά στην πρώτη έκδοση της «Μεγάλης» όπως τον παραθέτει ο Μανόλης Τριανταφυλλίδης στο βιβλίο του «Δημοτικισμός και Αντίδραση».

Έτσι, για όσους εξακολουθούν να πιστεύουν στην «ταξικότητα» της γλώσσας…

Παρατηρητικός

Ανώνυμος είπε...

73. Δίκαιο νομίζω νὰ παραθέσω ἐδῶ τὸν Πρόλογο ποὺ προόριζε ὁ τότε κυβερνήτης στὴν ἔκδοσή της, ὅπως μοῦ εἶχε ἐγχειριστῆ ἀπὸ τὸν ἴδιο στὴν τελευταία σχετικὴ συνεδρία τοῦ Ἐκπαιδευτικοῦ συμβουλίου τοῦ ὑπουργείου τῆς Παιδείας¹.

Ἡ Γραμματικὴ τῆς σχολικῆς δημοτικῆς καὶ ἡ σημασία της

Ἡ ἰδέα τοῦ Δημοτικισμοῦ, ἡ προσπάθεια νὰ καλλιεργηθῆ καὶ νὰ καθιερωθῆ ἡ δημοτικὴ γλώσσα, —προσπάθεια κατ̓ ἐξοχὴν ἐθνικὴ καὶ λαϊκή—, γιὰ καιρὸ παρεξηγήθηκε καὶ συγχύστηκε. Μὲ τὴ βοήθεια ὅμως τῆς λογοτεχνίας ἐξυψώθηκε ἡ μητρικὴ γλῶσσα καὶ ὡρίμασε καὶ στὴν κοινωνία ἡ συνείδηση τῆς ἀνάγκης νὰ θεμελιωθῆ καὶ ἡ ἑλληνικὴ παιδεία στὴν κοινὴ γλώσσα.

Ἡ ἀρχὴ τῆς θεμελιώσεως αὐτῆς ἐπιχειρήθηκε ἀπὸ καιρό, ἀλλὰ τὸ ἔργο ἀπόμεινε ἀσυμπλήρωτο. Κατὰ τὶς ἐναλλασσόμενες κυβερνήσεις ἄλλαζε καὶ ὁ τύπος καὶ ἡ ἔκταση τῆς διδασκαλίας τῆς δημοτικῆς στὸ σχολεῖο, ἐνῶ ἔλειπε καὶ μιὰ ὁλοκληρωμένη Σχολικὴ Γραμματική.

Ἀπὸ καιρὸ ἀποζητεῖ ἡ φωτισμένη κοινωνία καὶ οἱ γονεῖς νὰ γίνη κάτι ὁριστικότερο.

Εἶναι περιττὸ νὰ τονιστῆ ἡ μεγάλη σημασία τῆς σχολικῆς γλώσσας, ἀφοῦ εἶναι τὸ μέσο, ποὺ ἐπικοινωνεῖ ὁ μαθητὴς μὲ τὸ δάσκαλο καὶ μὲ τὸ βιβλίο καὶ διαπλάσσονται οἱ παιδικὲς ψυχές, τὸ ὄργανο ποὺ μεταδίνει στὶς νέες γενεές τ̓ ἀγαθὰ τοῦ πολιτισμοῦ, καὶ τοὺς λαογραφικοὺς καὶ λογοτεχνικοὺς θησαυρούς, ποὺ ἔχει ἀποθέσει στὴν ἐθνικὴ γλώσσα ἡ λαϊκὴ ψυχὴ καὶ ἡ ἐθνικὴ λογοτεχνία.

Τὴν παγιοποίηση καὶ διασφάλιση τῆς Σχολικῆς Δημοτικῆς εἶναι προορισμένη νὰ βοηθήση σημαντικὰ ἡ Σχολικὴ Γραμματική, ποὺ θὰ δῆ τὸ φῶς ὡς τὸ τέλος τοῦ ἔτους.
Μὲ αὐτὴ θὰ βεβαιωθοῦν τελειωτικὰ ὅσοι τυχὸν ἀμφιβάλλουν ἀκόμη, ὅτι ἡ γλώσσα, ποὺ μιλοῦμε κάθε μέρα στὴ ζωή, ἔχει τοὺς ἄγραφους κανόνες της, ἄξιους κάθε τιμῆς καὶ σεβασμοῦ.

Θὰ γίνουν συνειδητοὶ οἱ κανόνες αὐτοὶ στὸν καθένα, παιδιὰ ἢ μεγάλους, καὶ θὰ ξέρουν ἔτσι, μὲ ποιοὺς τύπους καὶ μὲ ποιὰ ὀρθογραφία θὰ γράφουν σωστὰ τὴ μητρική τους γλώσσα.

Μὲ τὴ Γραμματικὴ αὐτὴ ἀποχτᾶ τὸ Λαϊκὸ Σχολεῖο στὴ θέση τῆς γλωσσικῆς ἀναρχίας τὴ γλώσσα του καὶ τὸ ψωμί του. Ἀποχτᾶ ἡ Μέση Παιδεία τὴ βάση γιὰ κάθε μόρφωση, γλωσσικὴ ἢ λογοτεχνική. Ἀποχτᾶ ἡ Ἑλληνικὴ Παιδεία τὴν ἀπαραίτητη προϋπόθεση γιὰ μιὰ γλωσσικὴ ἀναγέννηση, θεμελιωμένη στὴν ἑλληνικὴ ζωὴ μὲ τὶς παραδόσεις της, τὴν ἱστορία της, τὸν πολιτισμό της.

Ἡ μητρικὴ γλώσσα, ρυθμισμένη γραμματικά, θὰ βοηθήση τὸ σχολεῖο, ποὺ παίρνει τὰ ἑλληνόπαιδα ἀπὸ τὴ ζωή, νὰ τὰ ἑτοιμάση καλύτερα γιὰ τὴ ζωή. Ὁ γραμματικὸς κανόνας θὰ περιορίση τὸν ὑπερτροφικὸ ἀτομισμὸ καὶ ὁ γλωσσικὸς τύπος, ποὺ ἐκφράζει τὸ πανελλήνιο αἴσθημα, χαρίζοντας τὴν ἐλευθερία στὴν ἔκφραση, θὰ μπορέση ν̓ ἀξιώση τὴν ἀπαραίτητη σὲ συγχρονισμένο λαὸ γραμματικὴ πειθαρχία.

Ἡ Γραμματική, ἀφοῦ ἀκολούθησε στὴ διαμόρφωσή της τὸ φωτεινὸ δρόμο, ποὺ τῆς χάραξε ἡ λογοτεχνία, θὰ τὴ βοηθήση τώρα, στὸ μέρος της, μὲ τὸν Κανόνα της ν̓ ἀποχτήση μεγαλύτερη γραμματικὴ ἑνότητα.

Καὶ θὰ συντελέση νὰ γεννηθῆ περισσότερη ἁρμονία ἀνάμεσα στὸν ἑλληνικὸ λαὸ καὶ τὴν παιδεία του καὶ νὰ φέρη αὐτὴ πλούσιους τοὺς καρπούς, ποὺ ἀξίζει ὁ λαός μας καὶ ποὺ προσδοκοῦμε γιὰ τὸ μέλλον του.

Ἰωάννης Μεταξᾶς
___________________________________

1. Δὲν καταχωρίστηκε στὴ Γραμματική, ἐπειδὴ ὅταν αὐτὴ τυπώθηκε ἀργότερα, ἔφερε ἀντίρρηση ὁ τότε ὑπουργὸς τῆς Παιδείας.

___________________________________

Μανόλη Τριανταφυλλίδη, Δημοτικισμός και Αντίδραση, Θεσσαλονίκη 1963, σσ. 61–62 [Αριστοτέλειον Πανεπιστήμιον Θεσσαλονίκης, Ινστιτούτον Νεοελληνικών Σπουδών (Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη), Άπαντα Μανόλη Τριανταφυλλίδη, Έκτος Τόμος: Γλωσσικό Ζήτημα και Γλωσσοεκπαιδευτικά Γ΄]

___________________________________


Αντέγραψε ο Παρατηρητικός

Geo είπε...

"Οι οποίοι κακοπερνούσαν γενικά στα χρόνια της Αλλαγής, τους είχαν διώξει και τις βάσεις"

Αυτο το επιμονο επιχειρημα για τις βασεις, δεν εχει παλιωσει ακομα;Πρεπει να γινει καποτε κατανοητό οτι το θεμα δεν ειναι πολιτικο αλλα αφορα εδαφικους διακρατικους κανονες.

Δειτε για παραδειγμα τους Ρωσσους στην Κριμαία. Ακομα περισσότερο δειτε το εαν μπορεσε ποτε η κομμουνιστική Κουβα να διωξει τους αμερικανους απο το Γκουαντάναμο. Ποτε δεν ηταν ενα ζητημα απλο το να "φυγει" μια βαση ή μια πρεσβεία απ οπουδήποτε.

zoot horn rollo είπε...

Απλό δεν είναι (επίσης δε παλιώνει), αλλά δε παραβλέπεται ότι με τέτοια κι άλλα παρόμοια συνθήματα βγήκε κυβέρνηση η πασοκάρα. Κάτι σα τα "σκισίματα" των μνημονίων προσφάτως.

Σεχταρ ο Τρομερός είπε...

Α, μπα;
Αλλο και τούτο: "αφορα εδαφικους διακρατικους κανονες."
Και οι "εδαφικοί διακρατικοί κανόνες" δεν υπόκεινται σε "πολιτικές επιλογές";
Ποιός τους εκδίδει; Ο Θεός;
Οι βάσεις ήταν η απόρροια της πολιτικής επιλογής της εγχώριας α.τ. για προσφυγή στην ένοπλη στήριξη από τους αμερικανούς στον εμφύλιο, και την προσκόλληση στην Δύση μετά, σαν εγγύηση του καθεστώτος της εκμετάλλευσης.
Ο Παπαντζής Β' είπε "Εξω οι Βάσεις", για να βραχυκυκλώσει το ΚΚΕ, και στη συνέχεια αθέτησε τον λόγο του.
Το αίτημα "Εξω οι Βάσεις του Θανάτου" θα "παλιώσει" μόνο όταν "παλιώσει" και το αίτημα για έναν κόσμο χωρίς εκμετάλλευση και βία.
Για όσους βέβαια ωφελούνται (η νομίζουν ότι ωφελούνται) από την βία και την εκμετάλλευση, ασφαλώς και "έχουν παλιώσει".

Ανώνυμος είπε...

"αφορά εδαφικούς διακρατικούς κανόνες."

Και το ΝΑΤΟ βασικά είναι ένας διακρατικός στρατιωτικός μηχανισμός για την επίλυση εθνικών θεμάτων και διαφορών. Και το ίδιο όμως το καπιταλιστικό σύστημα, δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένας οικονομικό σύστημα, ένας διεθνής οικονομικός μηχανισμός που διασφαλίζει την απρόσκοπτη κίνηση της αγοράς, αναγκαία προϋπόθεση για την διαβίωση της ανθρωπότητας. Αυτά λοιπόν έχουν τους δικούς τους κανόνες και μηχανισμούς και δεν αφορούν την πολιτική. Η πολιτική πρέπει να εστιάζει στο ουσιώδες, δηλαδή την ορθολογική διαχείριση αυτών των μηχανισμών. Μόνο έτσι μπορούμε να επιτύχουμε όσο το δυνατόν λιγότερους βομβαρδισμούς και εχθροπραξίες, λιγότερη εξαθλίωση και εκμετάλλευση, πιο δίκαια κατανομή πλούτου και περισσότερη δημοκρατία, με σεβασμό όμως πάντα στους μηχανισμούς και τους κανόνες, οι οποίοι αποτελούν ουσιαστικά τους πυλώνες ενός αντιφατικού μεν συστήματος, αλλά ενός επίσης αναγκαίου συστήματος για την ίδια την ύπαρξη ζωής. Το θέμα δεν είναι να λύσεις τις αντιθέσεις, οι οποίες αποτελούν κομμάτι της ίδιας της ζωής, αλλά να ομαλοποιήσεις τις συνέπειες αυτών. Τι θα πει στηρίζω κριτικά ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ ή και το ίδιο το σύστημα; Μπορούμε για παράδειγμα να πούμε ότι στηρίζουμε κριτικά την ίδια τη ζωή; Όχι, δεν μπορούμε να πούμε κάτι τέτοιο. Το σωστό είναι να στηρίζεις το σύστημα χωρίς καθόλου αυταπάτες και το μόνο που μπορείς να προσθέσεις σ’ αυτό είναι την επιφύλαξη σου και την αμφισβήτηση σου στην διαχείριση του. Ο σύγχρονος τύπος ανθρώπου είναι ένας άνθρωπος σαν τον Πολάκη, που τόσο πολύ χλευάστηκε από αυτούς που θέλουν να εθελοτυφλούν. Η σύγχρονη αντίληψη της πολιτικής θέλει σαμπάνια στο τραπέζι, Βελουχιώτη στο έναν τοίχο, ένα βιβλίο Κουφοντίνα στην βιβλιοθήκη και στον άλλο τοίχο ψηλά ο Ομπάμα με τον Πούτιν, από κάτω Καραμανλής και Παπανδρέου και κάπου ανάμεσα τους ένας στριμωγμένος Λένιν. Ένας συνδυασμός γιορτής, αγώνα και απαραιτήτου ρεαλισμού.

Εγώ για παράδειγμα, όσο περνάει ο καιρός, τόσο περισσότερο πείθομαι για τα τραγικά λάθη του Στάλιν και την πέρα ως πέρα λαθεμένη θέση για δικτατορία του προλεταριάτου. Τέρμα με τα ΄΄ σταλινικά χαϊδέματα ΄΄. Το αναγκαίο για την εργατική τάξη είναι έτσι όπως το εκμυστηρεύθηκε το λαϊκό στρώμα στο σφυροδρέπανο, δηλαδή μια ξεγυρισμένη χούντα του προλεταριάτου, η οποία να μοιράζει σφαλιάρες και καρπαζιές στο διάβα της και να κρατά ανά χείρας βρεγμένη σανίδα. Στην δική μου μάλιστα, θέλω να έχει χαραγμένη πάνω τη φράση:
΄΄ Μη ρωτάς το γιατί, ξέρεις πολύ καλά το γιατί ΄΄.

Β.Δ.

Ανώνυμος είπε...

Κάποια πρόχειρα σχόλια. Από τον ίδιο τον τίτλο του βιβλίου και τις παραθέσεις που έχει κάνει το απολίθωμα είμαι σε θέση να διαπιστώσω το γελοίον του πράγματος και το γελοιοδέστερον του ανδρός.
Ο Κουφοντίνας ή Φλουκουτίνας όπως μου έχει μείνει εμένα προσωπικά ( Φλουκουτίνα στα Βλάχικα είναι η Βελέντζα. Οι παππούδες λοιπόν στο χωριό μου τότε που τους μαζεύανε όταν με επαναστατικό ταπεραμέντο ο ένας έδινε στεγνα τον άλλο, μπέρδευαν το όνομα του και τον αποκαλούσαν έτσι) προσπαθεί κατά γελοιοδέστατο τρόπο να αναγάγει τον εαυτό του σε Ραούλ Σεντικ της Ελλάδας ξεπατικώνοντας απο αυτόν αλλά και απο άλλους Τουπαμάρος, τρόπους και φράσεις.
Η πρώτη γελοιότητα είναι ο τίτλος του βιβλίου «13 Απαντήσεις» παρμένο καθαρά με λίγο ρετούς από το έγγραφο του 1968 του Ραούλ Σεντικ « 30 ερωτήσεις σε έναν Τουπαμάρο / 30 preguntas a un Tupamaro» στο οποίο ο Σεντίκ με την μορφή ερωτοαποκρίσεων του ιδίου προσπαθεί να δώσει την φυσιογνωμία του MLN –T.
H δεύτερη γελοιότητα είναι αυτό που αποκαλεί το απολίθωμα « ο Λογοτεχνικός Κουφοντίνας». Όλες οι εκφράσεις, παρομοιώσεις και η αύρα γενικά είναι παρμένες, σχεδόν ακριβώς(αν έχω χρόνο θα ψάξω να τις βρω και να τις δόσω) από το βιβλίο των δύο ηγετικών στελεχών των Τουπαμάρος Mauricio Rosencof και Eleuterio Fernandez Huidobro “ Memorias del Calabozo” «Μνήμες από τo κελί». Βιβλίο το οποίο νομίζω κάποια στιγμή έκανε και απόπειρα να μεταφράσει ο Κουφοντίνας. Ο πρώτος είναι σήμερα συγγραφέας ο δεύτερος που θεωρούνταν και από τους θεωρητικούς των Τουπαμάρος μετά τον Σεντίκ, σήμερα είναι υπουργός Εθνικής Άμυνας της κυβέρνησης του Φρεντε Άμπλιο και από αυτούς που εμποδίζουν έμμεσα την επιτροπή μνήμης και δικαιοσύνης των αγνοουμένων να έχει άμεση πρόσβαση στα αρχεία του στρατού ώστε να έχει εικόνα για το που είναι θαμμένοι οι αγνοούμενοι της δικτατορίας και ποιοι στρατιωτικοί ήταν οι κύριοι υπεύθυνοι για τις εκτελέσεις και τους βασανισμούς της περιόδου της δικτατορίας 1973 – 1985.Μα πως θα πει κάποιος;;; Πολύ απλά μεταξύ του στρατού και του MLN υπάρχουν αμοιβαίες συμφωνίες και κομπρεμι ένοχης σιωπής του ενός για τα άπλυτα του άλλου ήδη από την αρχή της δικτατορίας. Την νύφη στην δικτατορία οι Κομμουνιστές την πλήρωσαν. Ο Ηuidobro πέθανε μόλις σήμερα το πρωί (τον έφαγα τον άνθρωπο)
Sentic

Ανώνυμος είπε...

Τέλος κάποια σκόρπια εν συντομία:
«Οι Τουπαμάρος έγκαιρα είχαν κωδικοποιήσει τους κινδύνους εκτροπής που διατρέχουν οι ένοπλες οργανώσεις, με το όνομα "μιλιταρισμός| και "αριστερισμός" -ακριβώς δηλ τις εκτροπές τις οποίες κι οι ίδιοι τελικά δεν απέφυγαν.»
Αρλούμπες. Οι Τουπαμάρος ποτέ δεν κωδικοποίησαν τους κινδύνους εκτροπής στον μιλιταρισμό της Επαναστατικής οργάνωσης, το σύνθημα «μας χωρίζει η θεωρία μας ενώνει η πράξη» το αποδεικνύει περίτρανα όπως και οι ενέργειές τους και τα θεωρητικά τους ντοκουμέντα που είναι πολύ λίγα και αντιστρόφως ανάλογα με τις ένοπλες ενέργειες, συχνά απολύτως άσκοπες στρέφοντας για αντίποινα τον κατασταλτικό μηχανισμό απέναντι στο κίνημα με καταστολή και δολοφονίες κυρίως κομμουνιστών . Όταν κάποια μέλη της οργάνωσης από το 71 και μετα προσπάθησαν να χτυπήσουν το καμπανάκι ήταν ήδη αργά και ή αποχώρησαν ή κατηγορήθηκαν ως προδότες και κιοτήδες. Το συγκεκριμένο θέμα το είδαν - μετά την εξάρθρωση της οργάνωσης το 72 στην Ουρουγουάη- όσοι διεφυγαν στο εξωτερικό, στο συνέδριο της Viña del Mar της Χιλής το 74 όπου και διασπάστηκαν.
Απαρατισμός είναι μια παπαριά που σκαρφίστηκε ο Κουφοντίνας. Η σωστή έννοια είναι μιλιταρισμός «militarización». Το MLN αποτελούνταν από το Aparato político και το Aparato militar, το πολιτικό και το στρατιωτικό μηχανισμό/όργανο της οργάνωσης όπου η στρατιωτική φυσιογνωμία της τελικά υπερίσχυσε απόλυτα της πολιτικής δηλαδή της παραγωγής θεωρίας και της πολιτικής δράσης μέσα στις μάζες. Αυτό έχει να κάνει και με το γεγονός ότι συγκροτήθηκε από άτομα τα οποία προέρχονταν από οργανώσεις με τελείως διαφορετική ιδεολογική αναφορά. Σοσιαλιστές, Αναρχικούς, Εθνικιστές, σοσιαλπατριωτες, Μαοικούς κτλ οι οποίοι έβλεπαν διαφορετικά τον ρόλο και τον σκοπό της οργάνωσης αλλά τους ένωνε η ένοπλή δράση. Θεοποιήθηκαν τα όπλα. Δεν είναι τυχαίο ότι ποτέ δεν κατάφερε να βάλει ρίζες στο εργατικό κίνημα τα μέλη του αποτελούνταν κυρίως από φοιτητές και διανοούμενους η σύνθεσή του ήταν καθαρά μικροαστική.

Τέλος στο εγχειρίδιο του Γκεβάρα «Ανταρτοπόλεμος» ποτέ και πουθενά δεν γίνεται λόγος για Αντάρτικο πόλεων αλλά για μηχανισμούς μέσα στις πόλεις τροφοδότησης των Ανταρτών με προμήθειες, πληροφορίες, μαχητές και μικροσαμποτάζ. Μάλιστα ο ίδιος ο Γκεβάρα στην επισκεψη του το 1961 ως αντιπροσώπου της Κούβας στην συνάντηση του Οργανισμου Αμερικάνικων κρατων στην Πουντα δελ Έστε της Ουρουγουάης, όταν μίλησε στο κατάμεστο μέσα κι έξω Πανεπιστήμιο ήταν ξεκάθαρος ότι στην Ουρουγουάη δεν ήταν μια καλή ιδέα η δημιουργία Αντάρτικου για γεωγραφικούς αλλά και για πολιτικούς λόγους. Το αντάρτικο πόλης των Τουπαμάρος ήταν παγκόσμια πρωτοτυπία που πολύ λίγη σχέση είχε με τις διδαχές του Γκεβάρα γι αυτό και κράτησε ουσιαστικά 7 χρόνια 66-73 και δραστηριοποιούνταν κυρίως στην περιοχή του Μοντεβιδέο. Η όλη οργάνωσή του στηρίχτηκε αρχικά στην εμπειρία των τούνελ των Βιετκογκ, στον πόλεμο της Αλγερίας αλλά και τις τακτικές του Γρίβα στην Κύπρο.

Sentic

Ανώνυμος είπε...

Να ευχαριστήσω θερμά τον Sentic για τις πολύτιμες πληροφορίες!

Παρατηρητικός