Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα μεταμοντέρνο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα μεταμοντέρνο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 10 Δεκεμβρίου 2014

Σχόλια στο ημίφως

Την προπερασμένη βδομάδα, στον κινηματογράφο ίλιον, σε μια κάθετη της πατησίων, έγινε η παρουσίαση της μπροσούρας του κώστα τζιαντζή «για το επαναστατικό υποκείμενο στην εποχή μας», από τις εκδόσεις τόπος –που εσχάτως κυριαρχούν στον ευρύτερο χώρο του αντάριζα. Μια εισήγηση για το οργανωτικό ζήτημα (του ναρ και όχι μόνο) για εσωτερική χρήση στις διαδικασίες του ρεύματος, σε μια πολύ δύσκολη συγκυρία (94’), όπου για επανάσταση μιλούσε μόνο η γλώσσα της διαφήμισης (επαναστατικό προϊόν για τη φαλάκρα, κτλ), όπως είπε ο ελαφρός. Και που ο αυτονόητος (για εμάς σήμερα) πρωτοπόρος ρόλος της εργατικής τάξης αμφισβητούνταν ακόμα κι από στοχαστές που είχαν θεωρητικά ως σημείο αναφοράς το μαρξισμό (από το μαρκούζε στη δεκαετία του 60’, ως τους χαρντ-νέγκρι και τον κοστάντσο πρέβε, στα πιο πρόσφατα χρόνια).


 Η εκδήλωση έπεσε κάπως πρωινή για αρκετούς συναγωνιστές της νέας βάρδιας του πρεκαριάτου, αλλά η σκοτεινή αίθουσα γέμιζε, όσο περνούσε η ώρα, κερδίζοντας το ενδιαφέρον πολύ κόσμου κι ανάμεσά τους του τόλιου και του πι-λαφ, που σχετιζόταν από τα χρόνια της χούντας με τον τζιαντζή και δεν χάνει τέτοιες ευκαιρίες, για να τονώσει το αριστερό του προφίλ. Κι όπως έβλεπα επί σκηνής τους τέσσερις ομιλητές και το συντονιστή της συζήτησης, με το κυριακάτικο πριν στα χέρια αρκετών από το κοινό, μου ήρθε συνειρμικά η στήλη «σχόλια στο ημίφως» -εξ ου κι ο τίτλος της ανάρτησης.

Πρώτος ομιλητής ήταν ο αλέξανδρος χρύσης, στενός φίλος του ρούση (που κυκλοφόρησε κι αυτός το τελευταίο βιβλίο του από τις εκδόσεις τόπος, μετά από χρόνια συνεργασία με τον γκοβόστη), με τον οποίο είχαν συνυπογράψει μια έκκληση συνεργασίας της ανταρσύα με τον αλαβάνο. Ομολογώ πως δεν πρόλαβα την εισήγησή του από την αρχή, για να έχω σφαιρική εικόνα και να εκτιμήσω εάν πάσχει κι αυτός από την ασθένεια που κληρονόμησε ο χώρος (και όχι μόνο) από τον τζιαντζή (και όχι μόνο), δηλ «να μιλάμε πολύ». Σχημάτισα ωστόσο την εντύπωση πως ήταν η παρέμβαση που εστίασε περισσότερο στο περιεχόμενο της μπροσούρας και ξεχώρισα την αναφορά του στην παγίδα του μεταμαρξισμού (των ζίζεκ, μπαντιού, κτλ) και τη διπλή του οριοθέτηση απέναντι στον τελευταίο και τον εκφυλισμό της ορθόδοξης γραφειοκρατίας. Αν κι είναι ζήτημα κατά πόσο το ρεύμα μπόρεσε να αντισταθεί στην κρυφή γοητεία του μεταμαρξισμού και του μεταμοντέρνου εν γένει. Και αν ειδικά σε οργανωτικό επίπεδο κατάφερε να αποφύγει τη λούμπα των μηχανισμών και της γραφειοκρατίας, ή αν βυθίστηκε πιο βαθιά μέσα τους, ακριβώς στο όνομα της καταπολέμησής τους.

Στη δεύτερη ομιλία, που κύλησε σε σχετικά αργούς ρυθμούς κι εξάντλησε τον χρόνο της, χωρίς να πιάσει όσα ήθελε- ο μάρκου στάθηκε σε κάποιους βασικούς σταθμούς-προβληματισμούς, που οδήγησαν τον τζιαντζή και το ναρ συλλογικά στην επεξεργασία του ολοκληρωτικού καπιταλισμού. Η μελέτη του χάρι μπρέιβερμαν για την υποβάθμιση της εργασίας στον εικοστό αιώνα και τις νέες μορφές απόσπασης υπεραξίας από το μονοπωλιακό κεφάλαιο. Η διαπίστωση πως η ενσωμάτωση της εργατικής τάξης δεν περιορίζεται μόνο στις πιο ανεπτυγμένες χώρες με τη διευρυμένη εργατική αριστοκρατία, που οδήγησε κάποιους θιασώτες του μεταμαρξισμού στη συνολική απόρριψη του επαναστατικού της ρόλου. Η ανάγκη μιας επικαιροποιημένης εργασιακής θεωρίας για το στάδιο του καπιταλισμού, το επαναστατικό υποκείμενο, τη σχέση τακτικής-στρατηγικής –που αποτυπώθηκε εν μέρει σε κάποια συνεδριακά ντοκουμέντα του ναρ. Οι ιστορικές διακυμάνσεις στη σχέση «κόμμα-μέτωπο-κίνημα», που οφείλουμε να λύσουμε δημιουργικά, γιατί η υπονόμευση ενός από τους πόλους, οδηγεί στην κατάργηση της διαλεκτικής ενότητας και την υπονόμευση του συνόλου. Και η κακή συνήθεια να αντιλαμβανόμαστε το πρόγραμμα ως αυτοσκοπό κι όχι ως μοχλό που ανεβάζει το επίπεδο συνείδησης των μαζών. Γι’ αυτό και συνηθίζουμε να το υποκαθιστούμε με την πρότασή μας για το τάδε μέτωπο, την τάδε μορφή υποκειμένου, κτλ.

Αυτό το τελευταίο ήταν σαφές υπονοούμενο για την πρόσφατη περιπέτεια-πολιτικό φλερτ με τον αλαβάνο, που δεν ευδοκίμησε τελικά. Και σε κάνει εύλογα να αναρωτιέσαι (όσο αντιδιαλεκτική κι αν είναι η υπόθεση) αν ο τζιαντζής, που πρόσκειτο στη (σχηματικά ούτως ειπείν) κουκουνάρικη πτέρυγα απέναντι στη μεταμοντέρνα αναρχίζουσα χαριτάση, σήμερα θα ήταν και αυτός υπέρ μιας αριστερής συμπόρευσης και της λογικής που εκφράστηκε στο κείμενο των 11.

Ο πι-πι στη συνέχεια απέδειξε γιατί θεωρείται (και είναι) ένας πολύ ικανός ρήτορας –από τους καλύτερους του χώρου- μιλώντας εκτός κειμένου και με καταιγιστικό ρυθμό, για μια σειρά πράγματα, που ομολογώ πως δεν έχω αρκετά καλές σημειώσεις, για να επιχειρήσω να τα αναπαραγάγω με αξιώσεις: για το ότι ο τζιαντζής διαλέγεται στην μπροσούρα αυτή μάλλον με το λούκατς, παρά με τον γκράμσι, όπως ισχυρίστηκαν οι προηγούμενοι. Για τη δύσκολη σχέση του με το λευκό χαρτί και την προτροπή του προς τα νεότερα θεωρητικά στελέχη να γράφουν, καθώς ο ίδιος ήταν μάλλον οργανωτικό στέλεχος, όχι όμως με τη στριφνή έννοια εκείνου που προσέχει μη τυχόν κάποιος σφος έχει.. απόψεις, που ήταν κι η βαρύτερη κατηγορία που μπορούσαν να σου προσάψουν στο κόμμα. Για το κλασικό λατινικό ρητό «τα γραπτά μένουν, τα λόγια πετάνε» και την απορία των μαθητών γιατί άραγε είναι προτιμότερο να μένεις πίσω κι όχι να πετάς. Για τα κείμενα που μένουν ανυπεράσπιστα από το συγγραφέα τους, καθώς αποκτούν δική τους υπόσταση και για το είδος του αναγνώστη που συνήθως «ανακαλύπτει» σε ένα κείμενο, μόνο ό,τι υπάρχει ήδη στο μυαλό του. Για τους στοχαστές που θεωρητικοποίησαν την απογοήτευσή τους κι απέρριψαν τον πρωτοπόρο ρόλο της εργατικής τάξης, μοιάζοντας με τον πέρση βασιλιά ξέρξη, που μαστίγωνε τη θάλασσα μετά το ναυάγιο του στόλου του, για να την τιμωρήσει. Για το κακό εκλογικό αποτέλεσμα της μαχόμενης αριστεράς το 93’ και τους ηττημένους στρατούς που (σύμφωνα με το λένιν) μαθαίνουν καλύτερα –εν προκειμένω δηλ πως δεν αρκούσε ένα καλύτερο ή πιο έντιμο κκε, ούτε η επιστροφή σε ένα μυθικό, εξιδανικευμένο παρελθόν πριν το 34’, το 56’, κοκ, αλλά μια υπέρβαση. Και για το ναρ, που μπορεί να έχει πολλά ελαττώματα, αλλά σίγουρα δεν είναι σέχτα. Για την υποστασιοποίηση της εργατικής τάξης στο κόμμα, όπως την εξέτασε ο λούκατς, το (κατά μαρξ) κόμμα με την πλατιά και τη στενή έννοια, και την επανάσταση μες στην επανάσταση του 1848 και του 17’ –κάπου εκεί έφυγε και ένα μπουκάλι, νομίζω, από τα χέρια του ελαφρού, αλλά ήταν μάλλον τυχαίο και άσχετο με όσα άκουγε. Για την ιδέα του λούκατς ότι η εργατική τάξη πρέπει να απελευθερωθεί και από τον εαυτό της. Για την επαναστατική κρίση και για το ρόλο του κράτους στην κυριαρχία της κεφαλαιοκρατίας.

Το καλύτερο όμως, ήταν μια ιστορία από τα χρόνια στο κκε, που «είχε εξορίσει» τον ανήσυχο τζιαντζή στο άγονο μέτωπο της απλής αναλογικής, που δεν του πήγαινε κι ασφυκτιούσε, με αποτέλεσμα να μιλήσει πχ σε μια εκδήλωση στη νομική με το φοβερό τίτλο «η διεθνής καπιταλιστική κρίση, η κατάσταση στην ελλάδα κι ο αγώνας για την απλή αναλογική» -ή κάτι αντίστοιχο. Κι αφού επικαλέστηκε την αφηρημάδα του, ότι ξέχασε δηλ τα γυαλιά του και δεν μπορούσε να διαβάσει το λόγο που είχε ετοιμάσει –ποιο λόγο δηλ, που όσοι το γνώριζαν, ήξεραν πως συνήθως έγραφε κάτι ορνιθοσκαλίσματα πάνω σε πακέτα από τσιγάρα- έκανε μια δική του ολοκληρωμένη ανάλυση, για να προσθέσει απλά στο τέλος: α ναι, και για όλα αυτά λοιπόν, είναι πιο επίκαιρος από ποτέ ο αγώνας για την άμεση καθιέρωση της απλής αναλογικής.


Τι να το κάνεις όμως το ρητορικό χάρισμα, όταν δένει ως τελικό συμπέρασμα με το ενιαίο μέτωπο μιας (παν)αριστερής κυβέρνησης, όπως πχ στο τελευταίο βιβλίο του παπακανωσταντίνου. Καταλήγεις απλώς να προκαλείς μικρούς κυματισμούς με τους λόγους και τα γραπτά σου, χωρίς να αφήνεις όμως τα ίχνη σου, όπως είπε κι ο πι-πι σε ένα άλλο σημείο της παρέμβασής του.

Ο ελαφρός ήταν, κατά το δικό μου υποκειμενικό κριτήριο, ο λιγότερο συναρπαστικός ομιλητής, αλλά κι αυτός με την πιο σοβαρή πολιτική στάση συνολικά, πέρα από το θέμα της εκδήλωσης, μετά από τις τοποθετήσεις (σχηματικά) δεξιών, που είναι μεν μειοψηφία, αλλά μάλλον πιο προβεβλημένη συγκριτικά, με βάση και τα άτομα-προσωπικότητες που την απαρτίζουν. Κι είναι ζήτημα τώρα, αφενός αν θα γίνει κανονικά τον επόμενο μήνα η συνδιάσκεψη της ανταρσυα με τα καινούρια δεδομένα και το ορατό ενδεχόμενο για εκλογές στις αρχές φλεβάρη –που σημαίνει προεκλογική περίοδο από την πρωτοχρονιά του 15’ αν όχι νωρίτερα. Κι αφετέρου αν έχει νόημα να συνεχίσει η ανταρσυα να συγκαλύπτει τις διαφορές των οργανώσεών της και να παντρεύει ως μετωπικό σχήμα δύο διαφορετικά πολιτικά σχέδια, με τους μεν να κατηγορούνται εντελώς άδικα για μικροκουκουεδισμό και τους δε να μη συμμετέχουν επί της ουσίας στην ανταρσυα, όσο αυτή δε διευρύνεται με τα πολιτικά ανοίγματα που προκρίνουν.

Η εκδήλωση έκλεισε παραδόξως (για τα δεδομένα του χώρου) νωρίς, κι εντός χρονοδιαγράμματος (χάρη και στον παλαίμαχο συντονιστή), χωρίς παρεμβάσεις από το κοινό και συζήτηση. Ποιο είναι λοιπόν το συμπέρασμα σφοι; Ομολογώ πως δεν έχω διαβάσει ακόμα την (όχι αποθαρρυντικά μεγάλη) μπροσούρα του τζιαντζή, για να εκφέρω γνώμη, πιθανόν γιατί δε μου είναι ιδιαίτερα ελκυστικά τα εσωοργανωτικά κείμενα του ναρ (και όχι μόνο). Από την άλλη, η έκδοση δεν είναι ιδιαίτερα ακριβή (πέντε ευρώ και κάτι τη βρίσκει κανείς στην πολιτεία), θίγει οπωσδήποτε ενδιαφέροντα ζητήματα και είναι από τα σπάνια γραπτά ντοκουμέντα μια ενδιαφέρουσα κι αξιόλογη προσωπικότητα, όπως ο κώστας τζιαντζής.


Συνεπώς σφε αναγνώστη… Εσύ αποφασίζεις!

Υγ: εδώ μπορείτε να δείτε από την παντιέρα, τα βίντεο με τις παρεμβάσεις των ομιλητών.
Κι εδώ το ρεπορτάζ του σπαρίλα από την εκδήλωση (παραλλαγή του οποίου δημοσιεύτηκε και στο τελευταίο φύλλο του πριν).

Τρίτη 21 Ιουνίου 2011

Εισαγωγή στο μεταμοντέρνο

Ο πι-πι λέει σε ένα βιβλίο του ότι αν θέλαμε να βρούμε ένα συνώνυμο για το μεταμοντέρνο, αυτό θα ήταν η ολοφοβία. Το μετα-μοντέρνο είναι η ιδεολογία των θραυσμάτων, που θρυμματίζει τα πάντα για να τα φέρει στα μέτρα της. Κάθε απόπειρα συνολικής αφήγησης, δεν είναι απλά λαθεμένη, αλλά ολοκληρωτική. Ένα κλειστό σύστημα, που αυτομάτως κατατάσσεται στους εχθρούς της «ανοιχτής κοινωνίας» με τις τέσσερις ελευθερίες του κεφαλαίου, που διαιωνίζουν τη μισθωτή σκλαβιά.

Το μεταμοντέρνο είναι η αμφισβήτηση της δυνατότητας να γνωρίσουμε τον κόσμο, στο όνομα της ποικιλίας και της πολυσύνθετης φύσης των φαινομένων. Είναι η απολυτοποίηση της διαφοράς, η άρνηση της διαλεκτικής αντίληψης που βλέπει την ενότητα μέσα στη διαφορά.

Η «αμφισβήτηση» του μοντέρνου ξεκίνησε από την παραγωγή. Η ψηφιακή τεχνολογία αντικατέστησε το φορντικό μοντέλο της μαζικής παραγωγής με ένα μόνο καλούπι και το κατέστησε αναχρονιστικό. Αυτή η εξέλιξη απελευθέρωσε νέες παραγωγικές δυνάμεις, προωθώντας την ευελιξία. Αλλά ευελιξία στα πλαίσια του καπιταλισμού, σημαίνει ελαστικές σχέσεις. Μεταμοντέρνο με άλλα λόγια είναι μια πάλαι ποτέ σχέση σταθερής και μόνιμης εργασίας που έσπασε σε πολλά κομμάτια και κάποιες θέσεις ημι-απασχόλησης.

Μεταμοντέρνα είναι και τα προσωπικά προγράμματα σπουδών με τα πολλά μαθήματα επιλογής που αντικαθιστούν σταδιακά το ενιαίο πτυχίο με τα ενιαία εργασιακά δικαιώματα. Ούμπερ άλες το άτομο κι η μονάδα, ενάντια στον ολοκληρωτισμό της μάζας και την καταπίεση του συνόλου.

Το μεταμοντέρνο εκφράστηκε και στην πολιτική. Στη θέση του διπολικού κόσμου, με την κραταιά κι ενιαία εσσδ, μπήκε μια σειρά από «δημοκρατίες»-προτεκτοράτα. Τον ίδιο μεταμοντέρνο κατακερματισμό υπέστη κι η τιτοϊκή γιουγκοσλαβία.
Το ενιαίο και κουκουέδικο κουκουέ (οι τροτσκιστές ήταν ήδη από τότε μεταμοντέρνα κατακερματισμένοι) γνώρισε μια σειρά διασπάσεις, που συνέχισαν στα νέα μορφώματα με ρυθμούς αμοιβάδας. Το μεταμοντέρνο ήταν η πολυδιάσπαση που ακολούθησε κι ακόμα περισσότερο η διαλεκτικά αντεστραμμένη συνέχειά της, με εκλογικού τύπου συρραφές και κοπτοραπτική κειμένων αντί για συγκροτημένο πρόγραμμα.

Μοντέρνα ήταν η μαζική πολιτικοποίηση της μεταπολίτευσης, οι πολιτικές συναυλίες που γέμιζαν τα στάδια και τα δονούσαν με τον παλμό τους, ενώ σήμερα θυμίζουν μνημόσυνα κι είναι ζήτημα αν γεμίζουν ένα μικρό κλειστό.

Μεταμοντέρνος είναι ο αγνωστικισμός, που ανθίζει στα ερείπια των σιδερένιων νομοτελειών που κατέρρευσαν. Το ιδεολογικό τούτι-φρούτι, η πρόσμειξη του μαρξισμού με φιλοσοφικά ρεύματα που είναι τελείως ξένα κι ο ενθουσιασμός με το τελευταίο βιβλίο που διαβάσαμε πρόσφατα κι επισκιάζει όλα τα άλλα. Μέχρι το επόμενο.
Ο μαρξισμός βέβαια δεν είναι κλειστό σύστημα, αναπτύσσεται συνεχώς. Για να το κάνουμε όμως πρέπει να έχουμε μέθοδο αναπτύξουμε και να το κάνουμε στη βάση της ουσίας του. Αλλιώς αντί για διαλεκτική εξέλιξη, θα 'χουμε εκλεκτικά παντρέματα.

Μεταμοντέρνος εν γένει είναι ο τρόπος ενσωμάτωσης των πάντων στο ψηφιδωτό του συστήματος, ακόμα και των ρευμάτων που φαίνονται να το αμφισβητούν. Ο ιδεολογικός του μύλος αλέθει κάθε τι εναλλακτικό, ακόμα και τη νοσταλγία του μοντέρνου παρελθόντος, και το καθιστά ακίνδυνο για την αναπαραγωγή του.

Κι είναι με αυτή την έννοια ίσως, που ο ρασκόλνικοφ θεωρεί μεταμοντέρνο τον νεοσταλινισμό –όπως τον ονομάζει ο ίδιος. Αν και η κατηγορία αυτή, στο στόμα ενός αντάρτη, φαντάζει μάλλον σαν τραγική ειρωνεία. Γιατί στο σπίτι του κρεμασμένου δε μπορεί να μιλάνε για σχοινί, εκτός κι αν κρίνουν εξ ιδίων τα αλλότρια. Είναι ικανοί εξάλλου να εκθειάσουν ακόμα και το σχοινί με το οποίο τους κρεμάσανε.

Μία πέτρα όμως δε φέρνει την άνοιξη. Κι ένας δήμαρχος στην πετρούπολη δε φέρνει το 17 προ των πυλών. Καμία πέτρα από μόνη της δεν είναι ικανή να αλλάξει την εικόνα του ψηφιδωτού, ούτε να φτιάξει εναλλακτικά μια άλλη εικόνα από μόνη της. Το πολύ να αυτονομηθεί, να βουλιάξει στο βούρκο με τις αυταπάτες της και να κάνει μια τρύπα στο νερό. Σαν κι αυτήν που προκαλούν στιγμιαία οι πέτρες που πέφτουν με πάταγο, διαταράσσοντας στιγμιαία τα λιμνάζοντα ύδατα και τη μακάρια ακινησία. Μέχρι το επόμενο πυροτέχνημα.

Έτσι λοιπόν το μεταμοντέρνο βρίσκει μια σειρά εκφράσεις και στο εποικοδόμημα. Μοντέρνο πχ ήταν το τηλεοπτικό τοπίο της μεταπολίτευσης με τα δύο κρατικά κανάλια, τότε που ο χάρρυ κλυνν έλεγε, αχ να μην είχαμε κανένα κανάλι, να 'μενε ξύπνιος κι ο μπαμπάς δηλαδή. Το μεταμοντέρνο είναι το σημερινό τοπίο με τα άπειρα κανάλια και το συνεχές ζάπινγκ μέχρι τελικής πτώσεως. Μαζί κι η τελική εικόνα που σου μένει. Λίγο απ’ όλα και πολύ από τίποτα. Κι έτσι τώρα εκτός από το μπαμπά μετά τη δουλειά, υπνωτιζόμαστε μαζικά και κοιμόμαστε όρθιοι μπρος στο γυαλί.

Μοντέρνο είναι το αρχείο της ερτ που διακόπτεται απότομα στα αθλητικά γεγονότα μετά το 90, γιατί τα τηλεοπτικά δικαιώματα πήγαν σε ιδιωτικούς σταθμούς. Μοντέρνα είναι κι η παλιά κοινή ώρα έναρξης των αγώνων στην άλφα εθνική και η μαγεία του ραδιοφώνου, μαζί με τις κλισέ εκφράσεις: θα το δούμε το βράδυ στην τηλεόραση. Ενώ τώρα το πρόγραμμα κάθε αγωνιστικής είναι διασπαρμένο, σε διάφορες ώρες και μέρες κι εύρος που μπορεί να φτάσει τη μισή εβδομάδα (από παρασκευή μέχρι δευτέρα βράδυ).

Μεταμοντέρνα είναι τα πολλά ανοιχτά παράθυρα στην επιφάνεια εργασίας του υπολογιστή, που διασπούν την προσοχή και τη σκέψη του χρήστη και τον καθιστούν ανίκανο να προσλάβει οτιδήποτε σύνθετο και μακροσκελές. Μεταμοντέρνα είναι και τα μικρά, εύπεπτα κείμενα στο διαδίκτυο, με σκόρπιες γνώσεις και πληροφορίες, τη στιγμή που το μοντέρνο αργοπεθαίνει μαζί με τις εφημερίδες.

Μεταμοντέρνος είναι κι ο τρόπος γραφής αυτού του κειμένου, με τις μικρές παραγράφους, αν και για τα δεδομένα του διαδικτύου θεωρείται σχεδόν παλαιού τύπου. Κι όλα μαζί, μικρά και μεγάλα, αντικαθιστούν τα βιβλία, κι εθίζουν πολύ κόσμο που δηλώνει ανίκανος να διαβάσει κάτι σε μη ηλεκτρονική μορφή.

Αποχαιρέτα το λοιπόν το μοντέρνο που χάνεις. Και τι θα κάνουμε τώρα χωρίς μοντέρνο; Ήταν κι αυτό μια κάποια λύσις. Κι η επιστροφή στο μοντέρνο δεν αποτελεί λύση, αλλά ουτοπία.

Κάπου εδώ η εισαγωγή κλείνει. Κανονικά χρειάζεται κι ένας επίλογος, με ανακεφαλαίωση, συμπέρασμα και ταξικό επιμύθιο. Αλλά τι μεταμοντέρνο κείμενο θα ήταν αλήθεια αυτό, αν τα είχε όλα αυτά...;

Σάββατο 23 Οκτωβρίου 2010

Απ' έξω και μεταμοντέρνο

(Περίπου συνώνυμο με το απ’ έξω κι ανακατωτά).

Συνέχεια από το προηγούμενο. Τι είναι επί της ουσίας αυτό για το οποίο μας μίλησε ο σοβιετικός κυριούλης; Ο ανοιχτός μαρξισμός του χολογουέι, ο ζίζεκ, ο μπαντιού κι όλη η παλιοπαρέα. Ο πραγματισμός της ήττας του σοσιαλιστικού εγχειρήματος. Η άρνηση των μεγάλων αφηγήσεων που κατέρρευσαν μαζί με τις νομοτέλειες και τη δυνατότητά μας να γνωρίσουμε τον κόσμο -επομένως και να τον αλλάξουμε ως σύνολο. Η έμφαση στο επί μέρους και τις μειονότητες. Οι μικροαλλαγές που αρχίζουν εδώ και τώρα και σταματάν στο μικρόκοσμό μας χωρίς να αλλάζουν την ουσία γύρω μας.

Ο κατακερματισμός της πραγματικότητας. Πολλά σπασμένα κομμάτια, χωρίς κανένα εργαλείο για να τα ενώσουμε και να δούμε τι δείχνει η εικόνα. Και μας κατηγορούν ότι τα ζουλάμε και τα πατάμε για να χωρέσουν με το ζόρι στο παζλ της μεγάλης μας αφήγησης. Ότι τα φτωχαίνουμε για να τα φέρουμε στα μέτρα μας που είναι κάτω από το ύψος των περιστάσεων και τον πήχη που βάζει η εποχή.
Όσα κομμάτια κι αν μπορέσεις να ενώσεις, δε θα σου φτάσει μια στιγμή για να με νιώσεις.
Κι η πραγματικότητα μένει σπασμένη σε κομμάτια, σαν υπολογιστής με πολλά ανοιγμένα παράθυρα.

Αυτό είναι εν πολλοίς το μεταμοντέρνο. Κι ένα απ’ τα σημεία των καιρών είναι το επιχειρούμενο πάντρεμά του με τη μαρξιστική σκέψη που καταλήγει σε ένα είδος μεταμοντέρνου μαρξισμού. Ο οποίος με τη σειρά του αποτελεί τυπική περίπτωση αντίφασης εν τοις όροις.

Υπάρχει μία ακόμη διάσταση. Το μεταμοντέρνο σε τελευταία ανάλυση είναι αντανάκλαση διαδικασιών που λαμβάνουν χώρα στο προτσές της παραγωγής. Αυτοματοποίηση, μεταφορντικό μοντέλο, αποκέντρωση, θυγατρικές, υποκαταστήματα, μικρότερες μονάδες παραγωγής.

Είναι μια αντικειμενική τάση που εκτός από την επαναστατική θεωρία επηρεάζει και τη δράση. Δεν υπάρχουν πλέον τα μεγάλα εργοστάσια τύπου πουτίλοφ με τους χιλιάδες εργαζόμενους που βρίσκονται καθημερινά στον ίδιο χώρο και μοιράζονται κοινές εμπειρίες κι ανησυχίες. Κι αυτό ευνοεί αντικειμενικά την εξατομίκευση και την παρακμή των μαζικών συνδικάτων.

Κάτι η αποξένωση, κάτι η εντατικοποίηση, ο εργαζόμενος σήμερα δε βρίσκεται καλά-καλά ούτε με τον εαυτό του. Τον ψάχνει απεγνωσμένα σε χώρους κοινωνικής δικτύωσης, όπου διαμορφώνει το προφίλ του για να διασκεδάσει το έλλειμμα προσωπικότητας που έχει. Και ξεγελά τη μοναξιά του με φίλους που συναντά όλο και πιο σπάνια στην πραγματική ζωή.

Η ζωή μας μένει κλεισμένη σε χαζοκούτια κι οθόνες. Πώς να μην κλείσεις μετά σύντροφε τη δουλειά σου σε κουτάκια;
Κι όλα αυτά στο όνομα ενός ρεύματος που αρνείται να σκεφτεί καθολικά μη τυχόν του φορέσουν καμιά ταμπέλα. Για το μεταμοντέρνο οι ταυτότητες είναι στροφή στον ολοκληρωτισμό.

Η πραγματικότητα βέβαια είναι αντιφατική, γεμάτη διαλεκτική, με τέτοιες και αντίρροπες τάσεις. Η πολυδιάσπαση μπορεί να είναι ένωση σε ένα μεγαλύτερο επίπεδο, σε μεγαλύτερη εμβέλεια ή κι επικράτεια, αν μιλάμε για μια χώρα που οι παραγωγικές της μονάδες μπορεί να βρίσκονται στα πιο απομακρυσμένα σημεία, αλλά λειτουργούν και διευθύνονται ενιαία.
Κι η αποκέντρωση να προωθεί τη συλλογική διεύθυνση και τη δημοκρατία στους χώρους παραγωγής. Μες στον καπιταλισμό όμως αυτό μένει στα πλαίσια του δυνητικού.

Παράλληλα μεγαλώνει η συγκέντρωση του κεφαλαίου. Η πολυδιάσπαση δεν ακυρώνει την τάση ενοποίησης και συγκεντροποίησης των παραγωγικών δυνάμεων σε παγκόσμιο επίπεδο. Αλλά παραμένει μια κυρίαρχη, αντικειμενική τάση που καλούμαστε να υπερβούμε, σπάζοντας τη νομοτέλεια. Και στην πραγματικότητα, επειδή η νομοτέλεια είναι ένα φάσμα δυνατοτήτων, να αξιοποιήσουμε εκείνες τις δυνατότητες του φάσματος που ευνοούν την υπόθεσή μας. Ή και να μετατοπίσουμε με τη δράση μας αυτό το φάσμα προς όφελός μας.

Το σπάσιμο της νομοτέλειας είναι αδόκιμη διατύπωση. Σαν αυτή που έκανε ο γκράμσι για τον οκτώβρη: μια επανάσταση ενάντια στο κεφάλαιο του μαρξ και τις προβλέψεις του. Μια λογοτεχνική διατύπωση που κρύβει μέσα της έναν φιλοσοφικό στοχασμό και μια πτυχή της αλήθειας.

Ας το συνδέσουμε με το περιβόητο απ’ έξω του λένιν που θα μας απασχολήσει. Ο αστός θεωρητικός που τάσσεται στο πλευρό του προλεταριάτου και της υπόθεσης του αγώνα του, πρέπει να σπάσει μια σειρά αντικειμενικές τάσεις μαζί με τα όρια της τάξης του, την κοσμοθεωρία και την ταξική συνείδηση που υπαγορεύουν τα συμφέροντά της. Όπως έκαναν εξάλλου κι οι κλασικοί. Ο μαρξ, ο ένγκελς, ακόμα και ο λένιν. Τον τρότσκι δεν τον αναφέραμε στον όμιλο. Ε μάλλον δε συγκέντρωνε και τόσες συμπάθειες ανάμεσά μας.

Γενικότερα, η κυρίαρχη ιδεολογία είναι η ιδεολογία της εκάστοτε κυρίαρχης τάξης. Ο λόγος των επαναστατών πρέπει να ανατρέψει την κρατούσα ιδεολογία και τους αντικειμενικούς παράγοντες που την αναπαράγουν: την αλλοτρίωση, τον φετιχισμό του εμπορεύματος κι όλα όσα δημιουργούν στον εργάτη ψευδή συνείδηση για να μην αποκτήσει ταξική.

Πώς συνδέονται όλα αυτά με το απ’ έξω;
Ο βιομηχανικός εργάτης μοιάζει με τον τσάρλι τσάπλιν στους μοντέρνους καιρούς που γίνεται γρανάζι της μηχανής. Υποτάσσεται στους ρυθμούς και τη λογική της, τρέχει να προφτάσει, γίνεται πειθήνιο εξάρτημά της, χωρίς κρίση και βούληση.
Είμαι εξάρτημα εγώ της μηχανής κι ο γιος μου το ανταλλακτικό.
Κι όταν επιστρέφει το βράδυ σπίτι, έχει δύναμη μόνο να ανοίξει την τηλεόραση για να συμπληρώσει το σετ της αποβλάκωσης. Έχει ανάγκη από πράγματα που δε τον κουράζουν και δεν τον κάνουν να σκέφτεται. Κι ίσως να μην τα έχει ανάγκη, αλλά να συνεχίζει με κεκτημένη ταχύτητα απ΄ το οκτάωρο που αχρήστευσε το μυαλό του.

Ο χειρώνακτας εργαζόμενος μπορεί να κάνει μια κοπιαστική, μονότονη δουλειά που τον αποβλακώνει, αλλά αυτό δεν τον αφήνει εξ ορισμού και μονοσήμαντα στο επίπεδο του αποβλακωμένου που αδυνατεί να σκεφτεί, να αποφασίσει, να διευθύνει.
Πρέπει να βρούμε και να ενισχύσουμε τις τάσεις που υπερβαίνουν τους αντικειμενικούς περιορισμούς ενός χειρώνακτα. Αλλιώς θα αφήσουμε μοιρολατρικά να διαιωνίζεται σε διάφορες παραλλαγές η λογική του απαίδευτου όχλου που δεν είναι ικανός να κυβερνήσει. Η δημοκρατία των αρίστων, τα δάχτυλα που δεν είναι όλα ίσα, η εξουσία των ειδικών.

Το απ’ έξω δεν έχει να κάνει με την κοινωνική καταγωγή, αλλά με τις παραγωγικές σχέσεις και τον υποδουλωτικό τους χαρακτήρα, με τους φραγμούς που βάζει ο χαρακτήρας της εργασίας. Ο λένιν εξάλλου είναι αυτός που εξισορρόπησε το μειονέκτημα του απ’ έξω με το ταξικό πλεονέκτημα του προλετάριου ως προς την πειθαρχία και την κομματική ένταξη.
Για κάποιους αυτό μπορεί να σημαίνει ότι τα κόμματα είναι για τους βλάκες. Το κόμμα όμως είναι πάνω απ’ όλα σχολείο και δεν χωράει εύκολα όσους θεωρούν εαυτούς ψυχές διαλεχτές που δικαιούνται αυτομάτως υποτροφίας.

Υπάρχουν ποικίλες τάσεις στη σύγχρονη εργατική τάξη που αλλάζει σταδιακά δέρμα και χαρακτηριστικά, με την πληροφορική και τη δουλειά του υπάλληλου στο γραφείο. Αν και η πνευματική εργασία δεν είναι απαραίτητα ευχάριστη και δημιουργική στις μέρες μας.

Η αυτοματοποίηση είναι από τα λίγα αυτό- που δε θα ακούσεις από τους αναρχικούς. Και συνάμα η βασική προϋπόθεση για την αυτοδιαχείριση κι όλα τα δικά τους αυτό-, που χωρίς αυτό το αυτό μένουν λόγια του αέρα. Συλλογικός εγωισμός κι αυτοαναφορικότητα για να τονίζει αυτάρεσκα το συλλογικό εαυτούλη μας.

Το πρόθεμα αυτό λειτουργεί σαν το στερητικό άλφα κι αλλάζει περιεχόμενο σε όλες τις αρνητικές έννοιες. Η επάρατος οργάνωση γίνεται αυτοοργάνωση. Κι η ενέργεια που μας κλείνει το δρόμο της επιστροφής στη φύση και τα σπήλαια κροπότκιν γίνεται αυτενέργεια.

Μόνο η καταστροφή ξεφεύγει από αυτόν τον κανόνα και προσφέρει χειραφέτηση. Άλλο αν συνήθως καταλήγει αυτοκαταστροφική για το κίνημα. Ενώ η αυτοματοποίηση άμα της βγει το αυτό καταλήγει στη ματοποίηση της κοινωνίας και της παραγωγής (κατά τη στρατιωτικοποίηση των συνδικάτων του τρότσκι).
-Κάτω από τα κράνη σας έχετε σκατά.
-Ναι ρε συ, αλλά δεν είναι οι μόνοι.


Τώρα που είπα τρότσκι. Σε ένα λόγο του σε εργοστάσιο ο σύντροφος με το μουστάκι είπε στους εργάτες. Εσείς τα βλέπετε μόνο από κάτω και δε μπορείτε να έχετε συνολική εικόνα της παραγωγής. Αλλά κι οι διευθυντές έχουν συγκεκριμένη οπτική γωνία κι η εικόνα που σχηματίζουν είναι εξίσου λειψή. Μόνο αν ενώσουμε τα κομμάτια μπορούμε να δούμε σωστά.

Λίγο σχηματικό, αλλά σφαιρικό κι εύστοχο. Πάνω απ’ όλα διαλεκτικό. Δεν απολυτοποιεί καμιά πλευρά. Ούτε ελιτισμός κι επανάσταση των διευθυντών, ούτε φτηνός εργατισμός. Και δεν είναι παρατήρηση κάποιου κλασικού. Ούτε σε θεωρητική συγκυρία ειπώθηκε. Σε εργάτες μιλούσε ο στάλιν. Έβαλε όμως όλη την ουσία.

Στη σοβιετία είχαν ανάγκη από στελέχη στην παραγωγή, τεχνίτες κι ειδικούς. Προϋπόθεση γι’ αυτό όμως ήταν η δουλειά στη βάση που θα τα αναδείξει. Κι αυτό έχει γενική ισχύ. Στο κόμμα, στην ιστορία. Μόνο μια σπουδαία γενιά μπορεί να δώσει χαρισματικούς ηγέτες.

Η ανάπτυξη της θεωρίας προϋποθέτει την εκλαΐκευση. Κι είναι συλλογικό έργο με μεγάλους επιστήμονες και προσωπικότητες που δουλεύουν παράλληλα, κερδίζουν ο ένας από τη δουλειά του άλλου κι έρχεται στο τέλος ο καλύτερος να σταθεί ψηλότερα από όλους πατώντας πάνω σε ώμους γιγάντων. Χωρίς αυτούς και το δικό του μπόι θα ‘ταν μικρότερο.

Αυτό το συλλογικό έργο απαιτεί συλλογικότητες που θα το σηκώσουν, είτε σαν τον όμιλο, είτε κόμματα που καλούνται να παίξουν πρωτοπόρο ρόλο και να γίνουν ο συλλογικός διανοούμενος που περιγράφει ο γκράμσι.
Κι αυτό δε σημαίνει το πάντρεμα των διανοούμενων με την αποβλακωμένη εργατική τάξη που θα εκτελεί εντολές, αλλά καταμερισμό δουλειάς και συλλογικές επεξεργασίες που να στέκουν πιο ψηλά από τις μεμονωμένες προσπάθειες και τους μοναχικούς καουμπόηδες.

Πώς θα γίνει αυτό όμως όταν το κμε εδώ και μια δεκαετία περίπου φυτοζωεί και μένει νεκρή σφραγίδα χωρίς ζωή και περιεχόμενο;

Παρασκευή 22 Οκτωβρίου 2010

Θεωρίες για αγρίους

Η κρίση της θεωρίας. Η θεωρία της κρίσης. Η κρίση της αριστεράς. Η αριστερά της θεωρίας. Αυτά. Τι άλλο μπορεί να πει κανείς για το θέμα;

Ότι η σημερινή είναι μια κατεξοχήν αντιθεωρητική εποχή. Ο κόσμος ενθουσιάζεται με σύγχρονους διανοητές χωρίς να καταλαβαίνει τι λένε, ή χωρίς να του λένε κάτι καινούριο ή σημαντικό. Πολιτικοί μαϊντανοί δανείζονται αποσπασματικά κάποια τσιτάτα τους και τα ενσωματώνουν στο λόγο τους για να δείξουν πόσο τρέντι κι ανήσυχα πνεύματα είναι.

Κι εμείς λένε είμαστε καλά κλεισμένοι στην ιδεολογική μας φορμόλη. Που αν είναι έτσι θ’ αρχίσω να την παίρνω για σημάδι υγείας. Μέσα της νιώθεις ένα είδος ασφάλειας κι ανοσίας από όλα αυτά. Η θεωρία μας είναι τόσο παλιά που όλα τα μικρόβια πάνω της έχουν πεθάνει με πρώτο απ’ όλα τον ιό της παιδικής αρρώστιας.

Κάνεις συγκρίσεις με άλλες εποχές και σε πιάνει θλίψη και μελαγχολία. Εμείς κάνουμε τους ερασιτέχνες παλεύοντας να μάθουμε πέντε πράγματα. Κι οι άλλοι στο λομονόσοφ το είχανε κάνει επιστήμη. Και έδιναν υποτροφίες στο κόμμα να στείλει τα καλύτερα παιδιά του για να μελετήσουν συστηματικά το μαρξισμό.

Μεταξύ μας τους απόφοιτους του λομονόσοφ τους λέμε συνθηματικά λεμόνια.
Κάποια εξ αυτών βγάζουν αναδρομικά ξινίλα για το χέρι που τους τάισε. Άλλα υπέστησαν το σοκ των ανατροπών και πήγαν σπίτι τους, υπακούοντας στο σύνδρομο της στυμμένης λεμονόκουπας που έχει τσακίσει αυτή τη γενιά. Κάποια ήταν εξ αρχής πεταμένα λεφτά, σαν τους πασόκους που έπαιρναν κι αυτοί υποτροφίες στα χρόνια της περεστρόικα.
Κάποια άλλα όμως άφησαν καρπούς και περιμένουν ακόμα να τα ζουλήξουμε.

Οι σοβιετικοί λέει ο ιβάν μάισκι –παλιός μενσεβίκος που επί στάλιν έγινε πρεσβευτής των σοβιέτ στο λονδίνο- διάβαζαν αγόγγυστα τα πάντα. Όσο μεγάλα κι αν ήταν, όσα στοιχεία κι αν είχαν. Οι φιλοσοβιετικοί διάβαζαν κι ήξεραν τα πάντα γύρω από στατιστικές, νόρμες και την αύξηση της παραγωγικότητας στο τάδε εργοστάσιο του ντόνετσκ, αλλά δεν γνώριζαν τίποτα για την πολιτική κατάσταση στην χώρα των σοβιέτ (αυτό δεν το λέει ο μάισκι, εγώ το έβαλα). Κι οι άγγλοι πάλι δε μπορούσαν τα πολλά στοιχεία και τα νούμερα. Συχώρα με που δεν καταλαβαίνω τι λένε τα κομπιούτερς κι οι αριθμοί.

Κι είναι κι αυτοί σήμερα που δε μπορούν να διαβάσουν τίποτα αν δεν είναι σε ηλεκτρονική μορφή. Κείμενα μικρά κι εύπεπτα, προσαρμοσμένα στην οικογένεια κλικλίκου που θέλει να κάνει ζάπινγκ στα παράθυρα του υπολογιστή και κουράζεται αν μείνει πολλή ώρα στο ίδιο.
Το μέσο είναι το μήνυμα.

Μεταμοντέρνα αντίληψη της πραγματικότητας από ένα μυαλό που είναι χίλια κομμάτια κι άντε να τα μαζέψει για να σχηματίσει εικόνα. Αλλού το μάτι, αλλού το φρύδι. Γι’ αυτό έχει τόση επιτυχία κι ο σουρεαλισμός του πικάσο με τη γκουέρνικα -που κανονικά στα ισπανικά είναι γκερνίκα.

Μια μικρή γκερνίκα και το μυαλό μας. Μισεί τις συνολικές αφηγήσεις και τα μεγάλα κείμενα που είναι εξ ορισμού ολοκληρωτικά, όπως και οι αναλύσεις εξάλλου. Το πολύ που δεχόμαστε είναι ατάκες κι εξυπνάδες. Το σφυροδρέπανο να δεις πόσο φασιστικό είναι με όλα αυτά τα κατεβατά. Η γνωστή ιστορία, χίτλερ και στάλιν, μαύρος και κόκκινος φασισμός. Άλλο αν η κε του μπλοκ πάει να κρυφτεί πίσω από ατάκες, ιδεολογικούς μανδύες και μικρές παραγράφους.

Κι είναι και τα απλά μαθήματα πολιτικής οικονομίας, κείνο το ασπροκόκκινο βιβλιαράκι στο ράφι των γονιών μου, που ούτε αυτά δε γίνονται πλέον στις κόβες. Ή έστω, να μας έδιναν απ’ την οργάνωση ένα σι-ντι με τα τραγούδια του κηλαηδόνη, που κι αυτά σαν μάθημα είναι.

Το διάβασμα έχει αρχίσει να γίνεται είδος υπό εξαφάνιση. Κάτι σαν τους παππούδες του εαμ και το πλέξιμο. Θυμάμαι όταν πήγα στρατό, ξυρισμένος και κουρεμένος, λογικά θα έμοιαζα με παιδάκι. Οι άλλοι όμως με έκαναν 30άρη γιατί κυκλοφορούσα με ένα βιβλίο στο χέρι.

Οι σύντροφοι παλιά έπρεπε να διαβάζουν περισσότερο για να τη λέμε στους ρηγάδες με επιχειρήματα. Όχι παιδιά του μπόμπολα κι άλλα δροσερά. Κι έπρεπε να στύβουμε μυαλό και βιβλιοθήκες να βρούμε να δικαιολογήσουμε το γκόρμπι, το παλλαϊκό κράτος και το ειρηνικό πέρασμα απέναντι στους μουλάδες.

Εδώ με τόσους διαβασμένους συντρόφους και την πατήσαμε τη μπανανόφλουδα. Αλλαγή και τζανετάκης, κοινό πόρισμα, 13ο συνέδριο, ο ρούσης υμνούσε το γκόρμπι στο σοσιαλισμός και περεστρόικα. Φαντάσου να μην ήμασταν διαβασμένοι τι είχε να γίνει. Ή ακόμα χειρότερα να γινόντουσαν τώρα όλα αυτά.

Κι είναι που όλα τρέχουν κι οι σύντροφοι ξωπίσω τους να τα προφτάσουν. Και δεν τους μένει χρόνος και κουράγια για διάβασμα και θεωρίες. Και που σε κάθε αχτίφ ή εκδήλωση μετά την τρίτη ερώτηση κάποιος σφος έχει την αγωνία να το μαζεύουμε, λες και ξεχείλωσε. Και κάθε φορά στο κλείσιμο λέει, καλά όλα αυτά σύντροφοι, αλλά εδώ δεν είμαστε λέσχη συζητήσεων και από αύριο μας περιμένει...

Σα να το παρακάναμε δηλ και ψάχνουμε εξιλέωση για τις τύψεις μας. Λες και μετά από κάθε εξόρμηση με ρίζο πχ έρχεται ο επικεφαλής σφος και λέει, καλά όλα αυτά σύντροφοι, αλλά τώρα πρέπει να πάμε σπίτι μας να μελετήσουμε το όργανο, να το διαβάσουμε συλλογικά, να αξιοποιήσουμε τα άρθρα του. Αμ δε, που το λέει.

Κι αν μιλήσεις για την κρίση πρέπει να πεις πολλά ακόμα. Ότι είναι κρίση υπερσυσσώρευσης θεωριών που ψάχνουν κοινό να αυξήσουν την απήχησή τους και το μερίδιό τους στην πίτα. Όσοι χάνουν βγαίνουν εκτός παιχνιδιού. Μέχρι να έρθουν οι αστοί και να κηρύξουν το τέλος της ιστορίας και των ιδεολογιών. Και βασικά του μαρξισμού γιατί αυτό τους τσούζει.

Παράλληλα εξακολουθεί να ισχύει ο αδυσώπητος νόμος της πτωτικής τάσης του μέσου ποσοστού θεωρητικής κατάρτισης, που οξύνει στο έπακρο τις αντιφάσεις κι ευθύνεται για το μέτριο θεωρητικό επίπεδο των καιρών μας.

Πρέπει να πεις και για την χυδαία απολογητική των σοβιετικών που ερχόταν εκ των υστέρων να δώσει θεωρητικά φύλλα συκής στις πράξεις της ηγεσίας για να τις δικαιολογήσουν αντί να τις φωτίσουν απ’ τα πριν. Να μιλήσεις και για τα πολιτικά άρλεκιν της χρυσής μπρεζνιεφικής εποχής που σε κάθε δεύτερη σελίδα είχαν παραπομπές στο πιο πρόσφατο συνέδριο του κκσε και τα τσιτάτα του μπρέζνιεφ για να εξασφαλίσουν την έγκριση.

Για τα εμπόδια στη διαπάλη των ιδεών όταν κάτι δε συμφωνούσε ή παρεξέκλινε λίγο από την επίσημη γραμμή. Για την αυτοκτονία του ιλιένκοφ. Και για το βιβλίο του βαζιούλιν που βγήκε μόλις επί γκορμπατσώφ που διαλυόταν το σύμπαν, γιατί πιο πριν του το ‘κοβε η γραφειοκρατία.

Και για αυτό που είπε ο λένιν για το κεφάλαιο. Ότι κανείς δεν το κατάλαβε πραγματικά. Και δε μπορεί να το καταλάβει αν δεν έχει διαβάσει τη λογική του χέγκελ.
Κανείς τώρα, τρόπος του λένιν. Κατά βάση εννοεί τη μέθοδό του. Αυτό δηλ που απασχόλησε τους σοβιετικούς τα κατοπινά χρόνια με το ρόζενταλ και άλλους. Ο σοβιετικός μαρξισμός έχει σπουδαία επιτεύγματα κι αν δεν καταπιαστεί το κόμμα με αυτά, δεν ξέρω ποιος άλλος μπορεί να τα πάρει και να τα αξιοποιήσει.

Ακόμα και τα στραβά όμως είναι περασμένα μεγαλεία και διηγώντας τα να κλαις. Μακάρι να είχαμε σήμερα ένα σουσλόφ να δίνει γραμμή και να αρθρογραφεί. Και να απαντά με τον υπαρκτό στον υπαρξισμό και στα περί ανύπαρκτου.

Θα μου πεις βέβαια, το τελευταίο συνέδριο μια χαρά τα έβαζε. Έμφαση στη θεωρία, αλλά να μην αυτονομούνται απ’ την πράξη τα ιδεολογικά στελέχη. Χρυσά κι άγια όλα αυτά, κι ακόμα καλύτερα άμα γίνουν και πράξη.

Αλλά η θεωρία δεν είναι μόνο το ιδεολογικό και το κομμάτι της εκλαΐκευσης. Είναι και το κομμάτι της περαιτέρω ανάπτυξης. Η θεωρία πρέπει να επικαιροποιείται, να προχωρά και να αναπτύσσεται. Κι αυτό απαιτεί πολλά πράγματα, σαν τη διεθνή διημερίδα που είχαμε κάνει πριν το τελευταίο συνέδριο. Να γίνουνμία, δύο, πολλές διημερίδες.

Και το κμε; Τι να κάνει άραγε αυτή η ψυχή; Δεν πρέπει κάποτε να πάψει να φυτοζωεί; Γιατί σε τελευταία ανάλυση το μεγάλο πρόβλημα της εποχής μας είναι ότι ο κόσμος δεν έχει κρίση. Κι αυτό ακριβώς είναι το βασικό αίτιο της κρίσης.
Τι θεωρία να αναπτύξουμε άμα δεν έχουμε κριτική ικανότητα;

Τρίτη 23 Φεβρουαρίου 2010

Το συνέδριο της νΚα

Όταν τα ποσοστά της (Κ)Α.G.B. βαίνουν μειούμενα κι ο κυρίαρχος λαός γουστάρει ίντριγκες και πάθη, δε μένει παρά να πιάσουμε το συνέδριο της νΚα. Το οποίο αρχίζει την παρασκευή, ανήμερα της επετείου του 20ού συνεδρίου το 56’ και της διαγραφής του ζαχαριάδη από την κε του κκε ένα χρόνο αργότερα. Αλλά και του πρώτου συνεδρίου της περεστρόικα το 86, που ο γκόρμπι το έβαλε ίδια ακριβώς μέρα με το εικοστό για να δείξει πού το πήγαινε. Σε όσους ήθελαν να το δούνε (ε, δεν ήταν και πολλοί τότε).

Όλα δείχνουν ότι το συνέδριο της νΚα δε μπορεί παρά να σηματοδοτήσει αντίστοιχες κοσμογονικές αλλαγές στο ιστορικό προτσές εκκινώντας τις διαδικασίες της αποχαριτακοποίησης. Σκηνικό στο οποίο κολλάνε μια χαρά οι σεκίτες, αλλά όχι κι ο μαχόμενος τροτσκισμός του σάββα.
Η κε του μπλοκ έχει έρθει πάντως σε συνεννόηση με το μήτσο απ’ το φυσικό για να δημοσιεύσει πριν απ’ το πριν και σε αποκλειστικότητα τη μυστική του έκθεση για την αναρχολατρία και τα εγκλήματα της τάσης του χαριτάκη.

Εξίσου ενδιαφέρουσα είναι κι η σημειολογία με το όραμα του γκόρμπι για το κοινό ευρωπαϊκό σπίτι των λαών (και του λαού ειδικότερα). Το κοινό σπίτι των φυλών του εξωκοινοβουλίου είναι μια ένωση όπου επικρατεί ο νόμος της ανισόμετρης ανάπτυξης των συνιστωσών. Η δυαδική εξουσία ναρ και σεκ είναι κάτι σαν το γαλλογερμανικό διευθυντήριο. Ο σάββας είναι η αγγλία που αρνείται να μπει στην ευρωζώνη της ανταρσύα, καταγγέλλει τη λυκοσυμμαχία και λοξοκοιτάζει προς τους αμερικάνους αναρχικούς. Κι η οκδε αποχώρησε γιατί ήθελε δεύτερο υποψήφιο και μεσογειακά προγράμματα στήριξης, αλλά δεν της τα δίναν (ούτε λαϊκά επιτροπάτα να μοίραζαν).
Εν τέλει επιβεβαιώνεται η θέση του λένιν που έλεγε ότι οι ενωμένες πολιτείες του εξωκοινοβουλίου θα είναι ή αντιδραστικές ή απραγματοποίητες.

Ο/η/το ανταρσύα είναι εκλογική συμμαχία αγνώστου γένους και λοιπών στοιχείων που πασπαλίστηκε με μπόλικο δεκέμβρη για να παρουσιαστεί ως ώριμο τέκνο της οργής του. Μια συμφωνία κορυφής που κλείστηκε από τα πάνω ερήμην μιας βάσης που δε συναντιέται καν μεταξύ της σε σημαντικούς κινηματικούς σταθμούς (πχ στη δεθ). Το χαριτακέικο έχει δίκιο να φωνάζει, αλλά το χάνει με την εμμονή του στα άσχημα ελληνικά και τις ολομελειακές, συνελευσιακές διαδικασίες.
Όπως λέει κι ο κομάντο όμως, σε τελική ανάλυση αυτοί είναι το ναρ που γνωρίσαμε. Αυτούς ξέρετε, αυτούς εμπιστεύεστε. Ή, κατά μια άλλη εκδοχή, γνώρισα τον άνθρωπο κι αγάπησα τα ζώα.

Η βασική αντίφαση της σοβαρής συνιστώσας είναι ότι οι κατεξοχήν σοβαροί μωραίνουν σε σημείο που να τους τη βγαίνουν οι ασόβαροι από τα κάτω και σοβαρά. Και πώς να μην το κάνουν όταν στο πρώτο φύλλο του τρίτου δρόμου του αλαβάνου και της κοε ο μπιτσάκης σερβίρει ξανά τη σούπα της παναριστεράς με άλλη διατύπωση (στόχος η συγκρότηση αριστερού μετώπου για το σοσιαλισμό).

Αν έκανε το κόμμα συμμαχία με τέτοια κριτήρια, θα μιλούσαν όλοι για κουκιά και καπέλωμα. Ενώ αυτό το θεωρούν βήμα υπέρβασης του σεχταρισμού και της λογικής του μικρομάγαζου. Στην ουσία είναι συνεταιρισμός μικρομάγαζων με βίαια κολεκτιβοποίηση κι εξόντωση των κουλάκων και του χαριτάκη ως τάξη.
Αυτοί οι τελευταίοι συγκροτούνται σε τάση για την προστασία τους και περιμένουν ταμπουρωμένοι τον αντίπαλο. Αν οι μπολσεβίκοι (μπολσεβίκοι με την αριθμητική έννοια) αγγίξουν έστω και μια τρίχα από την τάση τους θα γίνουν ήρωες και θα αρχίσουν να φωνάζουν για το αρχιπέλαγος γκουλάγκ και τις σταλινικές διαγραφές.
Προς το παρόν έχουν ασυλία κι η γραμμή του ρεύματος είναι: κουλάκοι πλουτίστε. Οι κεντριστές κρατάν γερά στο κρεβάτι του προκρούστη με τις αντίρροπες τάσεις και σε κάθε συνέδριο συρράπτουν τα ασυμμάζευτα.

Δύο πράγματα έχουν στο πρόγραμμα οι μπολσεβίκοι σχετικά με αυτή την κατάσταση.
Το ένα είναι να επανασυστήσουν σε επίπεδο νεολαίας το κεντρικό συμβούλιο το οποίο έχει να εκλεχθεί από συνέδριο κάτι χρόνια και έχει τα μισά και παραπάνω μέλη του διορισμένα με κοοπτάτσιες. Αυτό όμως για το χαριτακέικο θα είναι όργανο κλειστού τύπου, αιρετό κάθε δύο ή περισσότερα χρόνια, αλλά με κανένα τρόπο ανακλητό. Δεν ξέρω τι ακριβώς είναι τα όργανα ανοιχτού τύπου, αλλά το μόνο που λείπει από την πιο πάνω φράση είναι το τσερτρέτεν (τσαλαπατάω) το λαό που έβαζαν μαρξ και ένγκελς για το αστικό κοινοβούλιο. Ο ένγκελς έλεγε επίσης για το εκλογικό δικαίωμα ότι είναι μέτρο της ωριμότητας της εργατικής τάξης κι εδώ έρχεται γάντι για να μετρήσουμε την ανωριμότητα της τάσης και το γελοίο του πράγματος.

Σε ένα δεύτερο επίπεδο ανάγνωσης το κσ της νΚα είναι σαν αυτό της εφεε. Αφού τόσα χρόνια υπολειτουργούσε χωρίς να λείψει σε κανέναν κι αφού όλα κρίνονται αμεσοδημοκρατικά στο κίνημα, σε τι ακριβώς χρησιμεύει; Δεν είναι παρά ένα όργανο κομματικής γραφειοκρατίας που βάζει (προσ)κόμματα στο κίνημα, τους ελευθεριακούς σκοπούς του και τις ολομελειακές συνελευσιακές διαδικασίες. Αν υφίστατο, να το συζητούσαμε. Απ’ τη στιγμή που δεν υπάρχει όμως γιατί να το επανασυστήσουμε; Ειδικά άμα δεν έχεις τους συσχετισμούς. Αν όμως τους είχαν, κάτι μου λέει ότι θα πήγαιναν με αρασίτικη γραμμή για το κσ.

Το δεύτερο είναι ότι εν όψει του συνεδρίου του ρεύματος σε ένα χρόνο, θέλουν να αποκτήσουν πρόγραμμα για τον κομμουνισμό του 21ου αιώνα, καταστατικό και οργανωτικές αρχές. Με άλλα λόγια είκοσι χρόνια αφότου ξεκίνησαν, κατάλαβαν ότι πρέπει να γίνουν οργάνωση και μάλιστα κομμουνιστική (φορέα της κομμουνιστικής απελευθέρωσης όπως το ονομάζουν). Ε, όχι. Σε λίγο θα μας πουν πως θα έχουν κι εσωοργανωτικό απόρρητο. Ποτέ δεν είναι αργά για τα αυτονόητα.

Το θέμα είναι πως τα αυτονοεί κανείς βέβαια. Οργανωτική αρχή πχ ήταν να γίνονται συνέδρια κάθε τρία χρόνια για να δείξουν πόσο γραφειοκράτες είναι εκεί στο κουκουέ που το κάνουν κάθε τέσσερα και τσερτρέτεν τη βάση. Αλλά μέχρι τώρα βγαίνει ένα κάθε δεκαετία (αυτή που διανύουμε μπορεί να βγουν και δύο). Τσακίρ κέφι.
Ένα άλλο ζήτημα είναι πόσο σαφείς θα είναι αυτές οι αρχές. Τώρα που οι χαριτάκηδες έγιναν τάση οι σοβαροί έβαλαν ζήτημα ότι κάτι τέτοιο δεν προβλέπεται από το καταστατικό. Ναι, αλλά δεν απαγορεύεται κιόλας, τους είπαν οι μενσεβίκοι. Τόμπολα!

Η ίδια σαφήνεια χαρακτηρίζει εν πολλοίς και τα ιδεολογικά ζητήματα. Στο θέμα της σοβιετίας πχ, που είναι κι η ευαίσθητη χορδή της κε του μπλοκ, αντί θέσεων έφτιαξαν μια επαναστατική σούπα με γνήσια αγωνιστικά υλικά. ¼ κλιφ που μιλάει για υπεραξία κι (επομένως ταξική) εκμετάλλευση. Μια κουταλιά αναρχία που βάζει το ζήτημα της διεύθυνσης και της αυτοδιαχείρισης ως πιο σημαντικό από το κριτήριο της ιδιοκτησίας και του κεντρικού σχεδιασμού. Και μια ιδέα κάππο για τη γεύση. Τα τρία μαζί ιδωμένα ευέλικτα είναι οι τρεις πηγές του ναρίτικου μαρξισμού και της ιδιότυπης θεωρίας τους περί ιδιότυπων εκμεταλλευτικών σχηματισμών. Από εκεί και πέρα καθένας αυτοσχεδιάζει και προσθέτει τα υλικά της αρεσκείας του.
Αν πεις πχ ότι η γραφειοκρατία είναι νομοτελής αντίφαση στη σοσιαλιστική κοινωνία κι όχι σοβιετική στρέβλωση μπορεί και να συμφωνήσουν, ανάλογα την περίπτωση. Αν τους πεις για εκφυλισμένο (παρόλα αυτά) εργατικό κράτος, επίσης.
Μέσα! Και εις την λαοκρατίαν πιστεύουμε…

Επειδή με τα ιδιότυπα μεταμοντέρνα ρεύματα, σταματάει το μυαλό του ανθρώπου, οι ορθόδοξοι βάζουν μπρος τη λειτουργία θεωρητικών ομίλων (νομίζω υπάρχει ήδη όμιλος μελέτης του κεφαλαίου με τον μηνακάκη) και καθήκον του μαρξιστικού διαφωτισμού.
Δεν ξέρω αν αυτός είναι ο λόγος που το χαριτακέικο λέει ότι ο μαρξισμός έχει κοινά στοιχεία με το διαφωτισμό και τις αστικές θεωρίες. Πάντως τους ομίλους μελέτης δεν τους πολυθέλουν, φαντάζομαι με το σκεπτικό ότι άμα αρχίσουμε τις θεωρίες, πηγαίνει πίσω το κίνημα.
Τις προάλλες ήμουν σε μια κατά αντιπαράσταση παρουσίαση των δύο κειμένων, όπου μια κεχαριτ(ακ)ωμένη από την πλατφόρμα που στο μυαλό μου έχει τίτλο, τα ανοιχτά όργανα κι οι εχθροί τους, αφού μας έδειξε σε πόση εκτίμηση έχει τους ομίλους θεωρίας, έπιασε το θέμα του αστικού κράτους. Για το οποίο μας είπε πως ο μαρξ, αφού είδε την εμπειρία της κομμούνας το 1840(!), είπε να… (εκεί άρχισε να κομπιάζει) να… μην χρησιμοποιούμε τους αστικούς μηχανισμούς.
Άμα έχεις τέτοιες γνώσεις τι να τους κάνεις τους μορφωτικούς ομίλους; Χρόνια πολλά στα παιδιά που τα ξέρουνε όλα.

Τεσπά, γάμα τη την χρονολογία. Να ‘λεγε τουλάχιστον σωστά τα λόγια. Αυτή κράτησε μόνο το τσερμπρέχεν (διαλύω) του μαρξ για το αστικό κράτος. Αλλά αν είχε διαβάσει το βιβλίο για την κομμούνα θα ‘βλεπε εκείνο το τσιτάτο για την επανάσταση που είναι ό,τι πιο εξουσιαστικό υπάρχει και θα έφριττε. Θα ‘βλεπε και την άλλη θέση του ένγκελς ότι αν μπορούμε να ασκήσουμε κριτική στην κομμούνα για κάτι είναι ότι δεν πήρε αποφασιστικά την εξουσία στα χέρια της. Το ακριβώς αντίθετο δηλαδή από το χολογουινό καρναβάλι του ανοιχτού μαρξισμού και του να αλλάξουμε τον κόσμο χωρίς να πάρουμε την εξουσία.

Μια σοβαρή φωνή της σοβαρής συνιστώσας που τα ‘βαζε σωστά και –σχεδόν- βαζιουλινικά, έλεγε ότι ανάπτυξη του μαρξισμού δεν είναι τα αστικά δάνεια κι οι σούπες με λίγο νέγκρι, λίγο χολογουέι, λίγο θάλασσα και το αγόρι μου (το τελευταίο δεν το ‘πε, δικό μου είναι), αλλά ανάλυση των ιστορικών του περιορισμών κι έμφαση στη μέθοδο. Η ιστορική απόφαση στο πριν για το συνέδριο όμως κάνει λόγο για σύνθεση του μαρξισμούς με νέες επαναστατικές προσεγγίσεις (από τη σκοπιά της χειραφετητικής τάσης της εργατικής τάξης) (κι άλλη τάση; Δεν έφτανε του χαριτάκη;). Ποιες είναι οι προσεγγίσεις αυτές; Γιατί δεν αναφέρονται στην απόφαση; Ο καθένας καταλαβαίνει αυτό που θέλει κι όλοι μένουν ευχαριστημένοι.

Οι σοβαροί πλατφόρμερς παίζουν με συνέπεια το διαλεκτικό παιχνίδι φάσης κι αντίφασης. Φάσκουν κι αντιφάσκουν, προσβάλλοντας διαλεκτικά την τυπική λογική. Κι η ζωή τραβάει την ανηφόρα με (αυτο)αναιρέσεις και με άρνηση της άρνησης, μέχρι να ακουστούν τρία κικιρίκου. Κάθε νέα φράση είναι διαλεκτική σπείρα που αρνείται την προηγούμενη κι αίρει διαλεκτικά τα προλεγόμενα. Πριν φτάσουμε στην ενότητα έργων και λόγων, προϋποτίθεται η ενότητα λόγων και λόγων.

Δε μηδενίζουν την πείρα της σοβιετίας, αλλά τη θεωρούν εκμεταλλευτική κοινωνία. Δε βλέπουν το σοσιαλισμό ως μικρό κομμουνισμό χωρίς αντιφάσεις. Τον θέλουν όμως χωρίς γραφειοκρατία κι εμπορευματικές σχέσεις.
Κάνουν κριτική στην αριστερά των δικαιωμάτων που ως αντίληψη δεν υπερβαίνει τον αστικό ορίζοντα (το δίκαιο είναι ταξικό, άρα ασυμβίβαστο με την κομμουνιστική προοπτική). Αλλά μιλάν για μια νέα χάρτα δικαιωμάτων των εργαζόμενων και για κοινωνικά συμβόλαια.
Δεν πάσχουν από μεσιανισμό του νέου. Απλώς το έμπασαν στο όνομά τους, στον καπιταλισμό της εποχής μας, στο επαναστατικό υποκείμενο και το νέου-νέου τύπου κόμμα που είναι κάτι σαν τον νέο πανιώνιο και υπάγεται στο άρθρο 44. Αν δε μας βγει ούτε αυτό θα προχωρήσουμε κατά σειρά στο κόμμα μετανεωτερικού τύπου, στο νεόκομμα και στο ύστερο κόμμα που αναπτύσσεται στη δική του βάση κι όχι στους πρώην κουκουέδες. Μέχρι να λαλήσουμε και να μπούμε εσύ στο κόμμα κι εγώ στη φυλακή.
Όλα αυτά πασπαλισμένα με μια νέου τύπου επαναθεμελίωση που υπονοεί ότι τα παλιά θεμέλια κατέρρευσαν και πρέπει να χτίσουμε άλλα από την αρχή, χωρίς κανένα από τα παλιά υλικά που δυσφημούν την υπόθεσή μας. Όπως είπε και μια σοβαρή φωνή η επαναθεμελίωση δεν είναι δόγμα, αλλά καθοδήγηση για δράση(sic). Να δεις πού το έχω ξανακούσει, τι μου θυμίζει, τι μου θυμίζει…

Δεν είναι αυτοί που έσπειραν στην εαακ τη λογική του ακηδεμόνευτου απ’ τα κόμματα και τώρα θερίζουν θύελλες στην οργάνωσή τους.
Δεν είναι αυτοί που δίνουν κω…♥♀#☼άκι, χέρι βοηθείας θέλω να πω, στην αναρχία και της εξασφάλισαν ιδεολογική ηγεμονία στο κίνημα του δεκέμβρη. Μάλλον τους μπερδεύω με κάποιους άλλους.
Δεν είναι μεταμοντέρνοι που πέταξαν τις νομοτέλειες που κατέρρευσαν κι ενθουσιάζονται με νέγκρι, παρντιού και ζίζεκ –ανάλογα ποιον διάβασαν τελευταίο. Όλα κι όλα, μεταμοντέρνοι είναι οι άλλοι, όχι εμείς.
Ως κι η μεταμοντέρνα πλατφόρμα τα χώνει στο μεταμοντέρνο.
Μα επιτέλους ποιος κυβερνάει αυτόν τον χώρο;

Τι είναι όμως το μεταμοντέρνο; Μην είναι οι τάσεις, τα εαακ; Είναι όλα αυτά μαζί και κάτι παραπάνω.
Το μεταμοντέρνο βρίσκεται μέσα μας, στην άρνηση της οργάνωσης, στην ομοσπονδία οβ αλά προυντόν, στα πολύχρωμα προεκλογικά ψηφιδωτά που ενσωματώνουν βότσαλα χωρίς να τα ενώνουν. Το μεταμοντέρνο είναι ο εσωτερικός εχθρός.

Το ίδιο βράδυ ένας άλλος από τους σοβαρούς είπε ότι πολύς κόσμος είχε έρθει για το νταβαντούρι κι ότι πρέπει να αφήσουμε πίσω τη λογική να σπάμε πλάκα όταν κάτι τρέχει με τους δίπλα. Μάλλον η καμπάνα χτυπούσε για όσους ήταν οργανωμένοι σε άλλους χώρους, αλλά κάτι μου έλεγε ότι εννοούσε κι εμένα. Με είχαν επηρεάσει και κάτι χαμόγελα και συνωμοτικές ματιές προς το μέρος μου με αποκορύφωμα ένα Σσσς και αλλαγή θέματος όταν πέρασα μπροστά από ένα πηγαδάκι.
Άρχισαν να με αναγνωρίζουν. Πρέπει να βρω κάλυψη και ρουφ αναγνώστες για να μην χάνουμε τα καλά. Οι εθελοντές παρακαλούνται να αφήσουν μήνυμα στην κε του μπλοκ.

Λοιπόν, ο συναγωνιστής είχε δίκιο από μια άποψη. Αλλά από μια άλλη όχι.
Καταρχάς ας μην αποκλείσουμε την πιθανότητα του νευρικού γέλιου με όσα ακούμε. Καλή ώρα, η επίδειξη γνώσεων για το έργο και τη ζωή του μαρξ.
Κατά δεύτερον κάποια πράγματα δε γίνεται να τα πάρεις σοβαρά. Αν το κάνουμε θα μας πιάσουν τα κλάματα.

Πχ το οργανωτικό. Η χαριτάκαινα πήρε τη ρήση του μαρξ για την χειραφέτηση των εργατών που πρέπει να είναι έργο της τάξης τους και το έκανε σημαία. Μα αν είναι (μόνο) έτσι τι χρειάζεται το κόμμα; Αυτή γιατί οργανώθηκε σε πολιτική νεολαία; Κι άντε αυτή. Ο μαρξ γιατί ήταν στους ιδρυτές της διεθνούς; Γιατί ασχολούνταν με το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα στη γερμανία;

Κι οι σοβαροί όμως δεν είναι καλύτεροι. Περιγράφουν περιφραστικά το δημοκρατικό συγκεντρωτισμό αρκεί να του βρουν άλλο όνομα και να μη θίξουν ζητήματα ταμπού. Αλλά στην τελική σιγά μην τον εφαρμόσουν. Αυτά τα κάνουν οι σταλινικοί.
Η σοβαρή φωνή εξηγούσε πολύ καλά τη διαφορά κινήματος και κόμματος και το ανώτερο επίπεδο συμφωνίας ανάμεσα στα μέλη του δεύτερου. Με τη διαφορά ότι στις γραμμές τους έχουν κατακτήσει ανώτερο επίπεδο διαφωνίας μεταξύ τους, έχουν δύο ρεύματα σε ένα και συνεχίζουν μαζί σα να μην τρέχει τίποτα.
Και το χαριτακέικο βρίσκει πάτημα να λέει ότι δεν ήταν τυχαίο που επέλεξαν να είναι και να λέγονται ρεύμα αντί για κόμμα όταν ιδρύθηκαν.

Η σοβαρή φωνή εξηγούσε ότι το ρεύμα νέου τύπου έμεινε τέτοιο, όχι από επιλογή του, αλλά γιατί δε μπορούσε να γίνει κόμμα ακόμα. Κι ότι δεν ακολούθησαν τη λογική του εεκ που είναι κόμμα μόνο στο όνομα, ούτε της κοε που αν και κομμουνιστική έγινε κατοικίδιο του συνασπισμού.
Όλα αυτά είναι πολύ σωστά, αλλά δεν μας εξηγούν γιατί ένας χώρος που όταν μεγαλώσει θέλει να γίνει κόμμα στη θέση του κόμματος δεν ονομάζεται τουλάχιστον οργάνωση, λαϊκή αντιπολίτευση, βεζίρης, ιζνογκούντ, μπλιαχ χαχάτ, τέλος πάντων οτιδήποτε άλλο πέρα από ρεύμα που είναι σκέτη μεταμοντερνιά. Γιατί τους εμπόδιζε η κατρακύλα της κοε (που έγινε πολύ αργότερα) να πουν τουλάχιστον το ρεύμα τους κομμουνιστικό. Κι αφού δεν το έκαναν τελικά για το ρεύμα, με ποια λογική το υιοθέτησαν για τη νεολαία; Η νεολαία είναι κομμουνιστική, αλλά το ρεύμα όχι;
-Παράλογο…

Τέλος πάντων, ποτέ δεν είναι αργά για να βαφτίσεις το κόμμα σου κομμουνιστικό. Και ο κωνσταντίνος έγινε χριστιανός πριν πεθάνει κι η εκκλησία τον έβγαλε μέγα.
Η απόφαση για το συνέδριο βάζει στο τραπέζι και θέμα μετονομασίας σε κομμουνιστική κατεύθυνση, αλλά θα είναι δύσκολο γιατί έχουν πιάσει όλα τα καλά ουσιαστικά οι άλλοι, από ανασύνταξη μέχρι ανασύνθεση και περισσεύουν ελάχιστα νικνέιμς που είναι ακόμα ελεύθερα. Στα φοιτητικά αρκτικόλεξα ο χώρος τα καταφέρνει καλύτερα.

Η κε του μπλοκ συναισθανόμενη την ευθύνη από το βαρύ αυτό καθήκον ήταν έτοιμη να καταθέσει μια σειρά δημιουργιών προτάσεων για την καινούρια ονομασία, όπως είχε κάνει στο παρελθόν και με το μερέντα. Αλλά είδε αυτή την αναφορά στον κομμουνισμό του 21ου αιώνα και δε μπόρεσε να ξεκολλήσει.
Ο σοσιαλισμός του 21ου αιώνα είναι ένας όρος σούπα για κάθε χρήση που βασικά υπονοεί ότι είναι κάτι τελείως διαφορετικό από το σοσιαλισμό που γνωρίσαμε στη διάρκεια του εικοστού. Άντε κι αυτό είναι κατανοητό, μια στάσις που νιώθεται. Ο κομμουνισμός του 21ου αιώνα τι ακριβώς μπορεί να σημαίνει; Σε αντιπαράθεση με τον κομμουνισμό του εικοστού; Ο οποίος υπήρξε πού ακριβώς; Και ποιες ακριβώς είναι οι διαφορές του από τον κομμουνισμό του 22ου; Εκτός κι αν εννοεί το εικοστοδεύτερο συνέδριο το 61' και τα φληναφήματα του χρουτσώφ για άμεσο πέρασμα σε είκοσι χρόνια.

Ο λογικός πυρήνας ωστόσο παραμένει σταθερός. Κολλώντας έναν εικοστοπρώτο αιώνα καθαρίζουμε όλες τις κηλίδες του παρελθόντος και ξεκινάμε από την αρχή με ολόλευκα σεντόνια κι επαναστατικό μητρώο. Αν το δούμε από το ύψος της ιστορίας κάθε καινούριος αιώνας είναι ο πρώτος αιώνας του υπόλοιπου επαναστατικού προτσές μας.

Όλα αυτά έρχονται να δέσουν αρμονικά με την ονομασία του νέου μετεξελιγμένου φορέα νέου τύπου. ΚΚΕ του εικοστού πρώτου αιώνα. Η ιδέα και τα συγχαρητήρια ανήκουν στη μπρέζνιεβα που είχε τη σχετική έμπνευση.

Επειδή όμως πάντα υπάρχουν αχάριστοι κι ανευχαρίστητοι, η κε του μπλοκ έχει να δώσει εναλλακτική πρόταση για τους αθεράπευτα μεταμοντέρνους.
Το σκεπτικό παραμένει το ίδιο. Διαλέγουμε τον χρονικό προσδιορισμό και χτίζουμε πάνω του. Το βασικό για την ονομασία ενός χώρου είναι ο χρόνος. Στοιχειώδης φυσική είναι αυτά, μπορείτε να ρωτήστε και το μήτσο. Το πολιτικό κομμάτι μπαίνει σε δεύτερο πλάνο και γίνεται κυρίαρχο μόνο στο σοσιαλισμό.
Εμένα πχ με έχει σημαδέψει η δεκαετία με τις βάτες κι όταν ακούω το όνομα της γιουγκοπλάστικα με πιάνει ρίγος για το θρύλο του γιουγκοσλάβικου μπάσκετ. Αλλά η μετονομασία της σε ποπ 84 ήταν ασύλληπτη έμπνευση που μου δίνει ιδέες για το όνομα της κόρης μου –αν κάνω ποτέ. Δεν κατάλαβα, το λαοκρατία καλύτερο είναι δηλαδή; Και εις τη γιουγκοπλάστικα πιστεύουμε…

Με ένα όνομα πιάνουμε ένα σμήνος τρυγόνια. Αγαπημένη δεκαετία κι αγαπημένο είδος μουσικής, που τότε ήταν ακόμα ποιοτική κι ό,τι δεν ήταν ποιοτικό ήταν τρομερό καλτ. Παράλληλα στην επιλογή του 84 υπολανθάνει ένας εσχατολογικός χαρακτήρας που παραπέμπει στη δυστοπία του όργουελ και προειδοποιούσε ευθέως για τη συντέλεια του νέου κόσμου (του σοσιαλισμού) που ερχόταν.
Επίσης αν διαιρέσετε το 84 με το τρία βγαίνει πηλίκο 28 που είναι η χρονιά που εξόρισαν τον τρότσκι. Αν προσθέσετε άλλα εικοσιοχτώ έχουμε άθροισμα 56 που ήταν το εικοστό συνέδριο κι η αποκαθήλωση του συντρόφου με το μουστάκι, ίδια μέρα με το συνέριο της νΚα για να μην ξεχνιόμαστε. Κι αν βάλετε άλλα εικοσιοχτώ κλείνουμε μια διαλεκτική έλικα που μας οδηγεί στο θάνατο του αντρόποφ που ουσιαστικά σήμανε την ανάδειξη του γκόρμπι (το μεταβατικό χρόνο του τσερνιένκο δεν τον κατάλαβε κανείς κι ακόμα λιγότεροι τον θυμούνται). Κι αν προσθέσουμε κι άλλα εικοσιοχτώ φτάνουμε στο 2012 που θα έρθει κι επισήμως το τέλος του κόσμου κι ίσα που προλαβαίνετε να το δείτε στον κινηματογράφο για να βεβαιωθείτε για την αποβλάκωση που πουλάνε στον κόσμο.
Πηγή μου σε όλα αυτά είναι ο ρώσος λιακόπουλος που έγραψε για το κατίν. Έσεται ήμαρ…

Στην περίπτωση του ναρ μεταθέτουμε την χρονολογία του ονόματος κατά μία πενταετία και μας προκύπτει το ποπ 89. Το οποίο πιάνει την πιο καλτ χρονιά της σύγχρονης ιστορίας με συνασπισμό, τζανετάκη (δεν ξεχνώ, δεν υπακούω), κνε-ναρ και τείχος του βερολίνου κι εκφράζει πιστά το μεταμοντέρνο ποπ του ρεύματος.

Αυτό τέλος πρέπει να δέσει με δύο ακόμα στοιχεία που αναφέρονται σε αυτή την απόφαση θησαυρό. Τη διαμόρφωση νέου φορέα της κομμουνιστικής απελευθέρωσης (είναι το μόνο κομμουνιστικό ουσιαστικό για το οποίο πρόλαβαν να κατοχυρώσουν δικαιώματα) και τη συγγραφή του κομμουνιστικού μανιφέστου της εποχής μας. Αυτό το τελευταίο έκαψε την καρδιά και το νου μου. Μπορούμε να επαναγράψουμε από το μηδέν όλα τα έργα ων κλασικών και να τα αναπροσαρμόσουμε στις απαιτήσεις της εποχής μας. Μερικές ιδέες προσυνεδριακά:
-ο ολοκληρωτικός καπιταλισμός, ανώτατο στάδιο του ιμπεριαλισμού
-αντιθεσμοί κι επανάσταση
-η εργατική δημοκρατία κι ο αποστάτης σάββας
-κριτική στο πρόγραμμα του σπόρτινγκ
-η 6η δεκέμβρη του λουδοβίκου χοιρομέρ
--διαλεκτική της κρίσης (του ολοκληρωτικού)
-πώς να διαβάζουμε το μανιφέστο του γκολτζ
-ελληνική ιδεολογία
-η αθλιότητα της επιστήμης
-η καταγωγή του ναρ, των αντιθεσμών και της αναρχίας
-το ολοκληρωτικό κεφάλαιο


θα βρω μερικά ακόμα και μπορεί να τα θέσω σε ψηφοφορία στο κυρίαρχο αναγνωστικό κοινό.

Όσο για τη μετεξέλιξη του νέου φορέα, κάποιοι που ξέρουν λένε ότι δεν θα είναι με συνιστώσες της ανταρσύα (αλλού τρως, αλλού πίνεις, με άλλους κάνεις μέτωπο και με άλλους κάνεις κόμμα. -Παράλογο…)
Το ράδιο αρβύλα λέει ότι θα είναι κάποιοι από τη ρίζα του σύριζα και δυσαρεστημένοι του κκε, χωρίς να διευκρινίζει αν είναι μέλη. Επαναλαμβάνω για να μη λέτε μετά, ράδιο αρβύλα και τίποτα περισσότερο.

Μένουν πολλά που δεν πιάσαμε, αλλά περάσαμε το τριχίλιαρο λέξεις και κάποτε πρέπει να τελειώσει το κείμενο.
Καληνύχτα και καλή τύχη στα συνέδριά σας...

Τιμή και δόξα στον κόκκινο στρατό και στην επον...