Ένα φάντασμα πλανιέται πάνω από τις σύγχρονες δυτικές κοινωνίες. Το φάντασμα της αγαμίας και της ανεργίας.
Ο φροϋδισμός έχει στο επίκεντρο της ερμηνείας του για την ανθρώπινη κοινωνία την σεξουαλικότητα, σε αντίθεση με τον μαρξισμό που βάζει στο επίκεντρο την εργασία. Έρωτας κι εργασία, δύο στοιχεία τα οποία αλληλεπιδρούν μεταξύ τους και συμπλέκονται διαλεκτικά.
Οι φροϋδικοί λένε ότι η έλλειψη φυσιολογικής ζωής συσσωρεύει αδιοχέτευτη ενέργεια που ψάχνει διέξοδο και τη βρίσκει στον χώρο δουλειάς. Έτσι έχουμε παστρικές γεροντοκόρες και ανέραστους μικροαστούς (ακόμα και παντρεμένους) πειθήνιους κι υπερ-εργατικούς. Οι άγγλοι περιγράφουν τον εθισμό του εργασιομανή εισάγοντας την έννοια του αλκοολικού στη δουλειά (workaholic). Οι υπόλοιποι φέρονται φυσιολογικά και γίνονται αλκοολικοί εκτός οκταώρου, για να ξεχάσουν τα βάσανα της δουλειάς.
Σήμερα ο καπιταλισμός έχει ενσωματώσει (και φαινομενικά ικανοποιήσει) το αίτημα της σεξουαλικής απελευθέρωσης, αλλά είναι ζήτημα αν έχουμε πιο ομαλή σεξουαλική και κοινωνική λειτουργία. Το σύστημα διαστρέφει τη σεξουαλική επιθυμία και δημιουργεί βίτσια, φετίχ και διαστροφές, κατά αναλογία με τον φετιχισμό του εμπορεύματος στην παραγωγή που παραμένει δέσμια του κέρδους και της ιδιωτικής ιδιοκτησίας, διαστρέφοντας την κοινωνική αναγκαιότητα.
Υπάρχει επίσης η άποψη ότι ο κόσμος σήμερα έχει αποβάλει πολλά ταμπού και μιλάει ελεύθερα για το σεξ, αλλά αυτό δε σημαίνει απαραίτητα ότι έχει καλή σεξουαλική ζωή. Μιλά πολύ γι’ αυτό, ακριβώς επειδή δεν κάνει και κάπως πρέπει να το καλύψει. Γενικώς πολύ κόσμο τον τρώει η ανεργία κι η αγαμία. Κι αν καταφέρει να λύσει ένα από τα δύο είναι λογικό να πέσει με τα μούτρα, είτε στο σεξ είτε στη δουλειά, για να ισορροπήσει το κενό μέσα του.
Δεδομένου ότι πολύς κόσμος δεν την παλεύει κάστανο με τη δουλειά του, εξηγείται σε μεγάλο βαθμό και το γιατί οι πιο πολλοί γινόμαστε υστερικοί με τα ερωτικά μας, ψάχνοντας απεγνωσμένα έναν ερωτικό σύντροφο και δε μας περισσεύει πολύς χρόνος για πολιτικοποίηση κι όλα τα υπόλοιπα. Αλλά η αποξένωση της μισθωτής εργασίας δε μπορεί να εξαλειφθεί με τις υπόλοιπες κοινωνικές σχέσεις. Συνήθως μάλιστα μεταφέρεται εκεί κι έτσι καταλήγεις να νιώθεις μοναξιά μέσα στο πλήθος, με τον ίδιο τρόπο που νιώθεις ξένους τους συναδέλφους στη δουλειά.
Η σύνδεση αυτή βαθαίνει κα τεκμηριώνεται από μια σειρά στοιχεία. Οι μόνιμες, σταθερές εργασιακές σχέσεις του περασμένου αιώνα που συνοδεύονταν στο εποικοδόμημα από μια σχετικά αυστηρή ηθική περί μονογαμίας, έχουν δώσει τη θέση τους στις ελαστικές σχέσεις, την ανασφάλεια και την αβεβαιότητα, που έχει αντίκτυπο και στο ερωτικό πεδίο, όπου επικρατούν οι άστατες κι εφήμερες σχέσεις, που θυμίζουν εμπορικές συναλλαγές. Τόσα δίνω, πόσα θες. Κοινώς κανείς δε μπορεί να κάνει μακροπρόθεσμα όνειρα για τη ζωή του σε κάποιον τομέα.
Ο έρωτας κι η δουλειά μοιάζουν σα δυο σταγόνες. Στη δουλειά υπάρχει το στοιχείο του καταναγκασμού, που θυμίζει το γάμο με συνοικέσιο. Πολλές φορές μάλιστα χρειάζεται και μια προξενήτρα να μεσολαβήσει και να πει καλά λόγια για να σε προσλάβουν.
Η εμπορευματοποίηση της εργατικής δύναμης, των ιδιαίτερων κλίσεων και του ταλέντου του καθενός, θυμίζει κατ’ αναλογία την εκπόρνευση. Αντί για το ιερό δικαίωμα της δουλειάς καταλήγουμε ιερόδουλες της εργοδοσίας. Που πρέπει επιπλέον να φαίνονται ενθουσιασμένες με αυτό που θα τους συμβεί και τον λεγάμενο που τους έλαχε. Πρέπει να δείξουν ότι τους αρέσει και το διασκεδάζουν, να τρέξουν να βρουν το κελεπούρι, να βγουν στο πεζοδρόμιο για να επιλεχθεί η καλύτερη (ή η πιο φτηνή), να γράψουν motivation letters. Να δείξουν ότι είναι φιλοδοξία τους, ένα όνειρο ζωής να τις πηδήξουν κι ότι ανυπομονούν να συμβεί αυτό.
Υπάρχουν βέβαια κι αυτοί που βρίσκουν δουλειά πάνω σε αυτό που τους αρέσει. Σα να λέμε εκ-βιασμός από έρωτα, γιατί στον καπιταλισμό η δουλειά πάντα είναι μια μορφή εκβιασμού κι αν δεν πουλήσεις την εργατική σου δύναμη, είσαι ελεύθερος να πεθάνεις της πείνας. Είναι σαν εκείνα τα ζευγάρια που κάνουν υπέροχο σεξ, αλλά δεν ξέρουν στην πραγματικότητα τι θα πει να κάνεις έρωτα.
Εξάλλου, και σε αυτές τις περιπτώσεις ακόμα, ο καταναγκασμός παραμένει και φέρνει τη ρουτίνα και την υποχρέωση, που σε βάθος χρόνου σκοτώνουν τον έρωτα και την ευχαρίστηση.
Στον κομμουνισμό αντίθετα η δουλειά θα είναι προαιρετική κι ευχάριστη σαν –προκαταρκτικό- παιχνίδι. Για την ακρίβεια κάτι δημιουργικό κι όμορφο, σα να κάνεις έρωτα.
Ενώ τώρα απλώς μας πηδάνε καθημερινά οι καπιταλιστές, χωρίς σάλιο και προφυλάξεις (ασφάλιση κτλ). Κι οι προλετάριοι δεν έχουν να χάσουν παρά τις αλυσίδες τους και την παρθενιά τους. Και μετά να επανορθώσουν σφιχτά με ράμματα αυτήν της τσούλας της ιστορίας, που ξέβρασε ότι ξοφλήσαμε.
Υγ: Όλα αυτά, μαζί με το διαλεκτικό δίπολο έρωτα-εργασίας, βρίσκουν την ιδανική τους έκφραση στο σοσιαλιστικό ρεαλισμό της δεκαετίας με τις βάτες και το καλτ διαμάντι του γιάννη δαλιανίδη, όταν οι ρόδες χορεύουν:
Δούλεψε, δούλεψε, μόνο απ’ τον κόπο σου παίρνει η ζωή
Τίποτα, τίποτα δεν έγινε μόνο του πάνω στη γη
Πάλεψε, πάλεψε, τότε τα νιάτα σου θα τα χαρείς
Δούλεψε, δούλεψε, έτσι τον έρωτα μόνο θα βρεις
Έρωτα, έρωτα, πάρε το δρόμο σου για τη δουλειά
Δούλεψε, δούλεψε, να ‘χεις τον έρωτα στην αγκαλιά
http://www.youtube.com/watch?v=XZKEmDogz38