Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα προλεκάλτ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα προλεκάλτ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 3 Φεβρουαρίου 2018

Μη με λες πατριώτη, αφεντικό να με λες – Οι “Απαράδεκτοι” για τη Μακεδονία

Δημοσιεύτηκε στην Κατιούσα

Ο Σπύρος είναι αριστερός, προβληματίζεται, έχει κι ένα Πολυτεχνείο πίσω του, αλλά εξοργίζεται με τον αλυτρωτισμό του Γιόρικ και κρατιέται να μην τον χτυπήσει. Αυτά εξάλλου είναι εθνικισμοί του κερατά, επικίνδυνα μονοπάτια, άλλο ο λαός κι άλλο οι επιλογές των ηγετών, που ακολουθούν ένα ανεξάρτητο προτσές…


Σε μια συνέντευξή της, η Δήμητρα Παπαδοπούλου είχε πει πως ήταν στην ΚΝΕ, αλλά έφυγε γιατί βαριόταν στα αχτίφ κι έκανε φασαρία. Στις πρώτες δουλειές της ως σεναριογράφος, ήταν φανερό και το ένα και το άλλο. Δεν είχε αφομοιώσει πολλά πράγματα για να αναλύσει και να εμβαθύνει, αλλά κάτι της είχε μείνει ως υπόβαθρο.

Το 92′ οι Απαράδεκτοι δεν έμειναν ανεπηρέαστοι από τον εθνικιστικό παροξυσμό και τα συλλαλητήρια για τη Μακεδονία. Οι περισσότεροι θυμούνται το τραγούδι με το μαέστρο, που έπαιξε αρκετά αυτές τις μέρες πολύ στα social media, αλλά ήταν σαφώς κατώτερο από το πρώτο, Γιουροβιζιονικό τραγούδι των “Απαράδεκτων” (ώπα-είπα, κράτσες-κρούτσες).



Δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι η Παπαδοπούλου απλώς σατιρίζει και δε συντάσσεται κατά βάθος με το γενικό κλίμα -όπως φαίνεται κι από το τραγούδι. Συναντάμε όμως πολλές οξυδερκείς στιγμές της και μαργαριτάρια που δείχνουν το κνίτικο παρελθόν της.

Η ιστορία έχει ως εξής. Ο διαχειριστής Χαλακατεβάκης έχει προσλάβει ένα Φυρομακεδόνα (ας το λέμε έτσι, χάριν συνεννόησης) για να του κάνει τις δουλειές. Το σενάριο δεν ξεφεύγει από το κυρίαρχο σωβινιστικό στερεότυπο και μας παρουσιάζει ένα Γιόρικ ψωμόλυσσα, ανεπρόκοπο, κουτοπόνηρο, με παράλογες αλυτρωτικές απαιτήσεις, που εκνευρίζει τους “Απαράδεκτους” φωνάζοντάς τους “πατριώτες”. Στον αντίποδα όμως σκιαγραφείται πολύ εύστοχα η δική μας πλευρά.



Οι Έλληνες ονειρεύονται μπίζνες στα Βαλκάνια και ξυπνάει το επιχειρηματικό τους δαιμόνιο, ψάχνοντας να ανοίξουν ένα μπακάλικο στα οικόπεδα του Γιόρικ -τώρα που οι γείτονες πεθαίνουν της πείνας. Σε ένα πρώτο γκεστάλτ, σατιρίζεται ο νεοπλουτισμός του Έλληνα μικροαστού, που ονειρεύεται να γίνει επιχειρηματίας, με το μικρό του κεφάλαιο. Σε ένα δεύτερο γκεστάλτ, μπορεί να υπάρχει ένας υπαινιγμός για την ενδιάμεση θέση του ελληνικού καπιταλισμού, σα μέγεθος, που παρά τους λεονταρισμούς του, δεν μπορεί να ανοίξει τίποτα καλύτερο παρά ένα μπακάλικο, με τη φιλοδοξία να γίνει αλυσίδα Σούπερ-Μάρκετ, όταν μεγαλώσει.

Σε μία από τις πρώτες σκηνές, ο Χαλακατεβάκης θυμώνει που ο Γιόρικ τον φωνάζει “πατριώτη”, γιατί προτιμά να τον φωνάζουν “αφεντικό”, με τη ματιά του να μαλακώνει και να ατενίζει το μέλλον. Οι μπίζνες είναι μπίζνες, και ο εθνικισμός-εθνικισμός. Μπορεί να μοιάζουν κάπως αντιφατικά, αλλά παντρεύονται ιδανικά και συμπληρώνουν το ένα το άλλο, στην πραγματικότητα.
Όπως έλεγε κι ένα γηπεδικό πανό: η Μακεδονία είναι ελληνική, αλλά στα Σκόπια έχει αμόλυβδη φτηνή


Εκεί που βιώνεται πιο έντονα η αντίφαση είναι στο Σπύρο Παπαδόπουλο, που είναι αριστερός, έχει προβληματισμούς, έχει κι ένα Πολυτεχνείο πίσω του, και όλα αυτά του φαίνονται ανοησίες, επικίνδυνα πράγματα κι εθνικισμοί του κερατά. Κάτι που δεν τον εμποδίζει όμως να συμμετέχει -με μισή καρδιά έστω- στις εκδηλώσεις για τη Μακεδονία (σε αντίθεση με τους αυθεντικούς Λακεδαιμόνιους), να ανησυχεί για τις ελληνικές του ρίζες και να σπαράζει η ελληνική του ψυχή με τον αλυτρωτισμό του γείτονα Φυρομακεδόνα, που θεωρεί τη Θεσσαλονίκη δικιά του, και ο Σπύρος κρατιέται να μην τον χτυπήσει -αυτά εξάλλου είναι εθνικισμοί, επικίνδυνα μονοπάτια, άλλο ο λαός κι άλλο οι επιλογές των ηγετών, που ακολουθούν ένα ανεξάρτητο προτσές


Ως χαρακτήρας, συμπυκνώνει διορατικά το περίεργο μίγμα του “αριστερού εθνικισμού” που υπήρχε ήδη στην εποχή του, αλλά βλέπουμε πολύ καθαρά σήμερα στο Λαφαζάνη, τη Ζωή, τον Μπιτσάκη, το Μίκη και τα άλλα παιδιά…

Και πλάι του, ο ζαμανφού μπαρόβιος και ένα απολίτικο αστροπελέκι, που από το μηδέν μετατρέπονται σε εθνικιστές ολκής. Η Ρένια μάλιστα είναι και με τον Καραμπελιά! Αλλά μόνο ο Σπύρος -ο “αριστερός”- λέει ανοιχτά τι ψηφίζει κι όλοι οι υπόλοιποι το παίζουν υπερκομματικοί κι υπεράνω…

Το επεισόδιο σατιρίζει εύστοχα τη μανία πολλών πατριωτών να βρούνε τις ρίζες τους στην εθνοτική σαλάτα των Βαλκανίων και του ευρύτερου χώρου. Το Γιάννη αρχικά τον απασχολεί το μαρούλι της δικής του σαλάτας κι αδιαφορεί για το Μακεδονομάχο παππού της Δήμητρας, αλλά στη συνέχεια παθαίνει “εθνική μελαγχολία”-κατάθλιψη, στην ιδέα πως μπορεί να είναι Τουρκόσπορος. Η Ρένια καμαρώνει για τη γιαγιά της που πήδηξε από το Ζάλογγο και την έβλεπε μια γειτόνισσα, ενώ η Δήμητρα λέει πως η σκούφια της κρατάει από την Αλεξάνδρεια (Γιδά) Ημαθίας, παίζοντας δημιουργικά με την καταγωγή της στην πραγατική ζωή από την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου.


Όλοι οι Έλληνες ψάχνουν μανιωδώς τις ρίζες τους κι ας μην είναι πολύ πρόθυμοι να φάνε φασολάδα και να ακούνε το Μενούση -κι άλλα δημοτικά- στη διαπασών, κάθε μέρα. Αλλά “παράδοση” είναι κι η πατριαρχία, να μαγειρεύει η γυναίκα, κι άλλα παρόμοια, που η Δήμητρα τα θεωρεί -και σωστά- “δουλοπαροικία…”


Στο τέλος οι Έλληνες, μονιασμένοι από τις εθνικές εκδηλώσεις τους -που θυμίζουν εθνική γιορτή και εκπομπές για το “ελληνικό Πάσχα”- κάθονται στο σαλόνι κι αρχίζουν να τρώγονται για τα πολιτικά, οπότε τους την λέει ο Γιόρικ που είναι ξένος (αν και “πατριώτης” κι αυτός). Η σκέψη της Παπαδοπούλου έχει ως ανώτατο όριο τη διχόνοια που χωρίζει τους Έλληνες σε στρατόπεδα. Υπάρχει βάση όμως σε όλα αυτά, καθώς αρκεί μια σπίθα (όχι του Μίκη) για να ανάψουν τα πνεύματα στο “ομόψυχο, πατριωτικό πλήθος”, που εύκολα μπορεί να αρχίσει να τσακώνεται πχ για τον Ολυμπιακό, την ΑΕΚ και τον ΠΑΟΚ.

Γκολάρες βάζουν και οι τρεις, για να θυμηθούμε το τραγούδι της αρχής και να κλείσουμε διαλεκτικά τον κύκλο. Ένα τραγούδι που συνδυάζει διαλεκτικά το οπαδικό, καρναβαλικό στοιχείο αυτών των συλλαλητηρίων (φουστανέλες, ΠΑΟΚ-Άρης-Ηρακλής κοκ). Και κλείνει με το υπέροχο “Ουστ”, που είναι σαν προφητική εικόνα από τα προσεχώς και τις πλατείες των Αγανακτισμένων.


Όσο για το στίχο-προτροπή “κόψτε το χαβαλέ”, ακούγεται μάλλον ως τραγική ειρωνεία από μια κατεξοχήν κωμική χαβαλεδιάρικη σειρά. Αλλά με το χαβαλέ μπορείς να πεις τελικά τα πιο σοβαρά πράγματα, από τα καλύτερα ως τα χειρότερα: να ρίξεις μύλο στο νερό του εθνικισμού ή να κάνεις μια τρομερή ανατομία της ελληνικής κοινωνίας και του εθνικισμού που την μαστίζει. Ή και τα δύο μαζί διαλεκτικά (ένωση και πάλη των αντιθέτων).

Από άλλο επεισόδιο, αλλά κολλάει με την επικαιρότητα...
Αλλά εντάξει, μια τέτοια ανάρτηση αξίζει κι αντίστοιχο φινάλε -λιγότερο “ξύλινο”.
-Τι έγινε ρε παιδιά; Πότε κοιμήθηκα αριστερός και ξύπνησα εθνικιστής; Τι ρεζιλίκια είναι αυτά;

Παρασκευή 1 Σεπτεμβρίου 2017

Προλετάριοι όλων των ομάδων ενωθείτε

Η μεταγραφή του Ένγκελς στον Ολυμπιακό, το τρολάρισμα από ταξική σκοπιά, ο Μαρξ-Λένιν της Φλαμένγκο και ο Κολομβιανός άσος, Στάλιν Μόττα.

Αναδημοσίευση από Κατιούσα (ξέχασα όμως να βάλω κάτι για τις χαμένες ευκαιρίες, τους οπορτουνιστές -που στην Ευρώπη, ποδοσφαιρικά μιλώντας, σημαίνει κάτι πολύ διαφορετικό- και τους Οφορτουνιστές, που τα βάζουν με το Φορτούνη).


Ο ΠΑΟ στο ποδόσφαιρο πήρε μεταγραφή τον Τσάβες. Ο Ολυμπιακός έκανε ρελάνς παίρνοντας τον Ένγκελς από την Μπριζ -που απέκλεισε η ΑΕΚ στα πλέι-οφ του Europa League. Κάποιοι ρεπόρτερ άρχισαν να τον λένε Ένχελς (με χι) αλλά ακόμα και αν έτσι προφέρεται, ήταν πλέον πολύ αργά. Τίποτα δεν μπορούσε να σταματήσει τον αναπόφευκτο συνειρμό για όσους γνωρίζουν το φίλο και σύντροφο του Μαρξ.


Κι ύστερα το νερό κύλησε σαν καταρράκτης στο αυλάκι κι έφτασε πολύ μακριά.

Ο Ένγκελς ντύθηκε στα κόκκινα και θα βλέπει κάθε κόκκινη κάρτα, σαν το κομματικό του βιβλιάριο.
Αλλά αν πήγαινε στον Παναθηναϊκό, θα έγραφε το “Αντι-Τζίγκερ” -ως συνέχεια του Αντι-Ντίρινγκ.
Και ως κλασικός του μαρξισμού, θα δίνει άλλη διάσταση στην έννοια του clasico, στα ντέρμπι των αιωνίων.

Στην παρουσίασή του, οι δημοσιογράφοι θα τον ρωτήσουν αν πιστεύει ότι χρειάζεται επικαιροποίηση η Διαλεκτική της Φύσης, μετά από τόσες επιστημονικές ανακαλύψεις.
Αυτός όμως θα τους μάθει τη Διαλεκτική του Ποδοσφαίρου, όπου η καλύτερη άμυνα είναι η επίθεση.
Και θα γράψει, μελετώντας τους χούλιγκαν των ομάδων, την “κατάσταση του λούμπεν προλεταριάτου στην Ελλάδα”.


Θα τον καλέσουν στην “Αθλητική Κυριακή” για ανάλυση των φάσεων και θα τους εξηγήσει πως “σε τελική ανάλυση” τον καθοριστικό ρόλο τον παίζει η οικονομική βάση και τα κεφάλαια του Μαρινάκη που επιδρούν στο ποδοσφαιρικό εποικοδόμημα.
Και θα τους αναλύσει τη δομή της παράγκας και της “Αγίας Οικογένειας” του ελληνικού ποδοσφαίρου.

Θα προβλέψει πως οι συνθήκες θα ωριμάσουν απότομα, όταν ο Ολυμπιακός μείνει τρία χρόνια σερί χωρίς εγχώριο τίτλο.
Και θα εξηγήσει πως κάθε αναμέτρηση είναι μια μορφή δυαδικής εξουσίας, με σχετική ισορροπία, όπου η μπάλα πηγαίνει πάνω-κάτω και μπαίνει στα δίχτυα, όταν οι πάνω δεν μπορούν και οι κάτω δε θέλουν.


Ο Βαγγέλης Ιωάννου θα τον χαρακτηρίσει “βελούδινο σφυροδρέπανο”, μετά το βελούδινο σφυρί του Λοτζέσκι και τα “βελούδινα δρεπάνια” άλλων αμυντικών, που θερίζουν πόδια στο διάβα τους. Αρκεί να μην υπάρχουν αυταπάτες ότι θα είναι βελούδινη η επανάσταση.
Οι αντίπαλοι οπαδοί θα φωνάζουν αντικομμουνιστικά συνθήματα, κι οι οργανωμένοι του Ολυμπιακού θα απαντάνε με το δόγμα No Politica.

Αν ο Ένγκελς ασχολούνταν όντως με το ποδόσφαιρο, ίσως του ταίριαζε να είναι βοηθός προπονητή, στο επιτελείο του Μαρξ, ή χορηγός του Κάρολου, για να συγγράψει αυτός απερίσπαστος το “Κεφάλαιο”.

Κι αν κάποιος -πχ ο Ολυμπιακός- ενδιαφέρεται να συμπληρώσει την τριάδα των κλασικών (μια ετεροχρονισμένη αλλά πληρωμένη απάντηση στην τριάδα των Ολλανδών που είχε κάποτε η Μίλαν) μπορεί να κυνηγήσει το wonder kid, Μαρξ-Λένιν, που παίζει στους μικρούς της Φλαμένγκο, ή τον Στάλιν Μόττα, για να φτιάχνει παιχνίδι και να κάνει μικρό, απόρθητο Στάλινγκραντ την εστία του.


Κυριακή 14 Μαΐου 2017

Δελτίο Κομινφόρμ 11

Ας μαζέψουμε μερικές ειδήσεις της εβδομάδας για το αρχείο.

Χτες διεξήχθη η Γιουροβίζιον, γιορτάζοντας τη διαφορετικότητα, με μια σειρά πανομοιότυπα τραγούδια, και νικητή έναν Πορτογάλο (Εαακίτη, όπως λέει το Λαϊκό Στρώμα) που ήθελε να φορέσει ένα μπλουζάκι με ένα σύνθημα για τους πρόσφυγες, αλλά δεν τον άφησαν οι γιουροβιζιονικές αρχές, γνωστές για τις ανθρωπιστικές τους ευαισθησίες και τη δυσανεξία τους στα πολιτικά μηνύματα, που δεν αφορούν τον αντισταλινισμό, κι άλλες τέτοιες πανανθρώπινες ευρωπαϊκές αξίες.

Εντύπωση προκάλεσε πάντως κι ο αποκλεισμός της ρωσικής συμμετοχής, γιατί λέει η τραγουδίστριά της επισκέφτηκε "παράνομα" την Κριμαία, που η φασιστική κυβέρνηση της Ουκρανίας τη θεωρεί δικό της έδαφος υπό ρωσική κατοχή.

Τα τελευταία χρόνια, η αγαπημένη ασχολία του κοινού της εκάστοτε διοργανώτριας ήταν να δείχνει τον ευρωπαϊκό του πολιτισμό, αποδοκιμάζοντας τη ρώσικη συμμετοχή. Τώρα τους απέκλεισαν εξ αρχής για να ξεμπερδεύουν μια ώρα αρχύτερα. Κι επειδή τους τραγουδιστές δεν μπορούν να τους βγάλουν ντοπέ, όπως τους αθλητές πέρσι στο Ρίο, βρίσκουν άλλες μεθόδους, που παραπέμπουν σε "ψυχροπολεμικές" εποχές, κι ας μην υπάρχει πια Σοβιετική Ένωση.

Αν τυχόν, πάντως, κάποιοι μπερδεύονται και ξεγελιούνται πχ με τις εικόνες από την πολυπληθή, πρωτομαγιάτικη συγκέντρωση στη Μόσχα, έρχονται κάποιες ειδήσεις, όπως αυτή με τις συλλήψεις μελών του ΚΕΚΡ-ΕΚΚ, για να τους χαλάσει έναν ωραίο συλλογισμό και να τους προσγειώσει στην πραγματικότητα της ιμπεριαλιστικής Ρωσίας.

Όσο για το θεσμό-διαγωνισμό, μπορείτε να διαβάσετε εδώ ένα χορταστικό αφιέρωμα του μονίμως αχόρταστου Λαϊκού Στρώματος, σε δύο μέρη. Κι όχι, να μην περιμένετε τρίτο, επειδή νίκησε ο Εαακίτης...

-Σε άλλα νέα, η ΔΑΠ-ΝΔΦΚ ζήτησε να αλλάξει η μέρα της απεργίας, επειδή συνέπιπτε με τις φοιτητικές εκλογές, που είχαν οριστεί για τις 17. Κι η ΔΑΠ ξέρει να ορίζει τις προτεραιότητές της και να καταλαβαίνει τι είναι πραγματικά σημαντικό. Σε επόμενο επεισόδιο, μπορεί να ζητήσει την αναβολή της διεξαγωγής της επανάστασης, επειδή είχε προγραμματίσει τις ίδιες μέρες μια εκδρομή στη Μύκονο -όπου μπορεί να μείνουν πολιτικοί εξόριστοι, μετά την επικράτησή μας.

Την ίδια στιγμή, η ΠΑΣΠ της Πάτρας (όχι πως έχουν βασικές διαφορές μεταξύ τους από πόλη σε πόλη, αλλά έχει κι αυτό τη σημασία του: της Πάτρας, κοντά στο "ηρωικό Καλέντζι") καταγγέλλει την Πανσπουδαστική για την παρακάτω φοβερή προεκλογική αφίσα της και την αδιαφάνεια στο δήμο, με την κόκκινη δημοτική αρχή και τα "δικά μας παιδιά" που μπήκαν από το παράθυρο. Να γελάνε και τα τσιμέντα που διόρισε ο Ανδρέας...


Κι η έμπνευση των συντρόφων συνεχίζεται, πηγαίνοντας από το καλό στο καλύτερο, καλώντας τους φοιτητές να μαυρίσουν τον παλιό κακό δικομματισμό (ΔΑΠΑΣΠ) για... καθαρά αγωνιστικούς λόγους.


Αλλά τι τα θες, οι Κνίτες δεν έχουν χιούμορ, αφού.

Όσο για τις φοιτητικές εκλογές, τελικά αναβλήθηκαν αυτές για μια βδομάδα, κι όπως ανακοινώνει η νεολαία της ΛαΕ -δηλ βασικά Αραν κι Αρας, που γεφύρωσαν το ιστορικό (;) χάσμα- θα κατεβούν σε αυτές κανονικά ως ΕΑΑΚ -για όσους τυχόν διατηρούσαν αμφιβολίες- αφού ατσάλωσαν την ενότητα με ξύλα (μεταξύ τους) κι αγώνες.
Πώς δενότανε το σχήμα...

Κρατήστε στα υπόψη και μια πρόσφατη δημοσκόπηση, που δείχνει την Ανταρσυα κοντά στο 2%, πάνω από ΛαΕ και Πλεύση, σε ένα περίεργο ερωτικό τρίγωνο, με τη ΛαΕ στη μέση, και το στόχο του 3% ως διακύβευμα κι επίδικο μαζί. Αλλά δεν υπάρχει ευτυχία που να κόβεται στα τρία...

Στο ίδιο πολιτικό μήκος κύματος, αξίζει μια αναφορά και στο πρωτοσέλιδο του Δρόμου της Αριστεράς, με ένα άρθρο του Τζ. Πέτρας που λέει "ομόφωνα στον Τσίπρα το βραβείο του προδότη της χρονιάς". Και σε αφήνει να αναρωτιέσαι τι βραβείο αξίζει σε αυτούς που πίστευαν τον Τσίπρα για δικό τους και προδόθηκαν από την πορεία του...

-Μία από τις ειδήσεις των ημερών είναι κι η συνέντευξη του ΓΓ στη Lifo, που συνήθως κυκλοφορεί με περιεχόμενο επιπέδου Σώτης, αλλά αυτή τη βδομάδα είχε ένα διαφορετικό τεύχος, με συνέντευξη Θεοδωράκη κι αναφορά στη Φρίντα Κάλο (όπου ευτυχώς είχε τα γνωστά αντισταλινικά στερεότυπα και μας έφερε στα ίσια μας).

Η συνέντευξη σχολιάστηκε για χίλιους δυο άλλους λόγους, εκτός από το περιεχόμενό της. Αξίζει να σταθεί κανείς με προσοχή στις απαντήσεις του Κουτσούμπα για το άνοιγμα της Κούβας στις αγορές, το μισθό που παίρνει, το... "κλειστό καταστατικό" του κόμματος, και το σύμφωνο συμβίωσης (ή την επιφύλαξη του κόμματος για το δικαίωμα της υιοθεσίας στα ομόφυλα ζευγάρια)

-Στο τζημερικό μέτωπο, τη στιγμή που όλοι οι υπόλοιποι πάθαιναν ΣΚΑΪ, ήρθε το (τρισάθλιο κατά τα άλλα) δίδυμο Λυριτζή-Οικονόμου να κάνει την έκπληξη και να κόψει το επικοινωνιακό σόου του "πολιτικού μάνατζερ" στον αέρα, για να τον βάλει στη θέση του, όπως κανείς άλλος μέχρι τώρα. Και αν δεν το πιστεύετε, υπάρχει το βίντεο (κι η περιγραφή εδώ) όπου ομολογώ πως περίμενα να 'ρθει μια ανατροπή, ο Πρετεντέρης έστω, μια κωλοτούμπα, ένα χάπι εντ όπου θα τα βρούνε στο κοινό μέτωπο της λογικής... Αλλά τελικά όχι.
Τα ύστερα του κόσμου (της εκμετάλλευσης).

Μας έφερε όμως στα ίσια το συγκρότημα Αλαφούζου, με τον αρθρογράφο του Πάσχο, που πάσχει από ανίατο αντικομμουνισμό, και δεν τάσσεται μεν υπέρ του Τζήμερου, αλλά δεν μπορεί να πιστέψει κιόλας αυτούς που λένε ψέματα για το Καλίν -όπου κι αν βρίσκεται αυτό. Εννοεί προφανώς το γνωστό αστικό μύθο για το Κατίν, αλλά μπορεί να τον επηρεάζει το (γεωστρατηγικής σημασίας) Καλίνινγκραντ της Ρωσίας (που όλως παραδόξως δεν έχει αλλάξει όνομα) ή ακόμα κι η Καλίνκα.

Μπορείτε επίσης να διαβάσετε εδώ τον αξιοσημείωτο συντονισμό φασιστοειδών και Τζήμερου, που σχολιάζει ο χτεσινός Ρίζος.

-Στο ΚΚΛΙ, εν τω μεταξύ, η διάσπαση είναι μη αναστρέψιμο γεγονός, και το ρήγμα βαθαίνει με νέα επεισόδια. Κι αν τα δύο τμήματα που διεκδικούν τον τίτλο, τα έντυπα και τα χρήματα του κόμματος θυμίζουν κάπως την κατάσταση που επικρατούσε μετά τη διάσπαση του 68' με το λεγόμενο "εσ." σε εμάς, η κρίση αγκαλιάζει και τη νεολαία, με σκηνικά που παραπέμπουν συνειρμικά στην κρίση της ΚΝΕ το 89'.

Η πιο συνεπής πτέρυγα φαίνεται να έχει την πλειοψηφία στις τάξεις της νεολαίας κι εμπόδισε την απόπειρα σύγκλησης ολομέλειας της νεολαίας στα γραφεία της Μαδρίτης από την άλλη πτέρυγα, που έχει βγάλει μάλιστα κι αφίσα καταγγελίας κατά της φράξιας, όπως την ονομάζει, σε ανακοίνωσή της όπου την κατηγορεί για μαφιόζικες μεθόδους...

Υγ: για τον τραγικό εκτροχιασμό του τρένου έξω από τη Θεσσαλονίκη, μπορείτε να διαβάσετε αυτό το κείμενο στην Κατιούσα

Δευτέρα 8 Μαΐου 2017

«Είσαι κατεστραμμένος»:Η ζωή μου ως μέλος της ΟΝΝΕΔ…

Σήμερα η κε του μπλοκ είχε τρεξίματα και δουλειές με φούντες. Συνεπώς αντί κάποιου δικού της κειμένου, προωθεί το ντοκουμέντο που της έστειλε ο Γιάννης ο Μπλου, ο οποίος διεισδύει στα άδυτα της ΔΑΠ-ΝΔΦΚ, αποκαλύπτοντας τα βαθύτερα μυστικά της. Και βασικά τρολάρει το πουλιτζερικό αριστούργμα της life-style ιστοσελίδας Vice, που είχε σχολιαστεί κι εδώ από κάποιους σφους. Καλή ανάγνωση-διασκέδαση.

-.-.-

Γιάννης ο blue (φίλος του Μπάμπη του φλου, περισσότερο απ’ ότι ο συντάκτης με την αλήθεια)...

Είναι απόγευμα Σαββάτου και το καλοκαίρι κρατά καλά ακόμη. Είναι μια από τις τελευταίες ημέρες του Σεπτέμβρη και κατηφορίζω την οδό Δηλιγιάννη, λίγα πιο κάτω από το σταθμό Λαρίσης. Στα χέρια μου κρατάω την εφημερίδα Μακελειό του Στέφανου Χίου, που μόλις έχει βγει από το τυπογραφείο.

Χτυπάει το κινητό μου. «Έρχεσαι;», μου γράφει σε μήνυμα ο Λέλος, στέλεχος της ΟΝΝΕΔ. Επιταχύνω το βήμα μου και λίγα δευτερόλεπτα αργότερα σπρώχνω τη βαριά γυάλινη πόρτα των γραφείων. Στη ρεσεψιόν, ένας μπράβος ξεφυλλίζει βαριεστημένα ένα διαφημιστικό για αναβολικά. Γράφω το όνομά μου στη λίστα με όσους μπαίνουν στο χώρο.

Στην είσοδο του ασανσέρ περιμένουν κάμποσοι άνθρωποι, που από την προχωρημένη ηλικία τους καταλαβαίνεις ότι στη μακρά ζωή τους σίγουρα πρόλαβαν εξορίες και διώξεις (ως ρουφιάνοι, βασανιστές και δεσμοφύλακες). Αποφασίζω να μην περιμένω και να ανέβω από τις σκάλες. Οι όροφοι που περνάω είναι σκοτεινοί και με δυσκολία βρίσκω τα βήματά μου. Φτάνω στον τρίτο όροφο και περπατάω σε έναν μακρόστενο διάδρομο. Στον τοίχο βλέπω μια αφίσα με έναν αγκυλωτό σταυρό και καταλαβαίνω ότι έχω κάνει λάθος. Είμαι στα γραφεία της Χρυσής Αυγής. «Κοντά έπεσα», σκέφτομαι, «ας ξαναδοκιμάσω». Βγαίνω από το κτήριο και πηγαίνω σωστά αυτή τη φορά στα γραφεία της ΟΝΝΕΔ.

Συναντώ τον Λέλο, πηγαίνουμε στο γραφείο που συνεδριάζει η οργάνωση της ΟΝΝΕΔ της σχολής μου και χτυπάμε την πόρτα. «Μπείτε», φωνάζει κάποιος από μέσα. Καθώς μπαίνουμε, όλα τα μέλη του οργάνου ζητωκραυγάζουν και μας υποδέχονται με το (με βαθύ πολιτικό περιεχόμενο) σύνθημα: «Και α και ου, και ου, και ΔΑΠ Νου-Δου-Φου-Κου». Και μετά με άλλο ένα: «ΟΝΝΕΔ-ΟΝΝΕΔ πρωτοπορία, ζήτω η Νέα Δημοκρατία». Αμέσως μετά, όμως, μου διευκρινίζουν ότι ως ΔΑΠ θα είμαστε ανεξάρτητοι από κόμματα και θα λέμε ότι αυτά έχουν καταστρέψει τις σχολές.

Η γνωριμία μου με την ΟΝΝΕΔ έγινε έναν χρόνο νωρίτερα, την ημέρα που πήγα να εγγραφώ στο πανεπιστήμιο, όταν φοιτητικές παρατάξεις έπεσαν πάνω μου σε μία άνευ προηγουμένου επίθεση φιλίας. «Θέλεις να σε βοηθήσω να γραφτείς; Δεν θα τα καταφέρεις μόνος σου!» με ρωτάει μία φοιτήτρια με πλατινέ μαλλί, φράζοντάς μου το δρόμο, καθώς πηγαίνω προς την αίθουσα εγγραφών. Στους γύρω τοίχους είναι άτσαλα κολλημένες δεκάδες αφίσες της ΟΝΝΕΔ για το επόμενο πάρτι στον Οικονομόπουλο. Δεν ήταν και πολύ δύσκολο να συμπληρώσω τα στοιχεία μου σε ένα χαρτί και να το δώσω στη γραμματεία, αλλά είπα να γνωρίσω την κοπέλα και δέχθηκα να το κάνει αυτή για μένα.Της έδωσα και το τηλέφωνό μου. Το ίδιο απόγευμα με κάλεσε. «Θα μαζευτούμε να πιούμε μια Belvedere μαζί με τα παιδιά που γνωρίσαμε από το πρώτο έτος, θέλεις να έρθεις;», με ρώτησε. Προτιμώντας τη Βelvedere από το κρασί, δέχθηκα και το ίδιο βράδυ συναντηθήκαμε. Αργότερα, κατάλαβα πως ο μόνος πρωτοετής στην παρέα ήμουν εγώ και από την ΟΝΝΕΔ μόνο η τύπισσα. Δεν ήξερα, αν αυτό ήταν αποτυχία της συγκέντρωσης ή τακτική, για να με προσεγγίσει καλύτερα.

Από εκείνο το βράδυ η πίεση για ένταξη στην Οργάνωση ήταν συνεχής, μιας που «είναι πολύ διαφορετικό να δίνεις μάθημα με τις σημειώσεις της ΔΑΠ και τα κονέ της με τους καθηγητές, παρά με κανονικό διάβασμα», όπως μου έλεγαν οι wannabe συναγωνιστές μου. Οι τρόποι πειθούς κινούνταν μεταξύ ρουσφετιών και εξάρσεων φιλελευθερισμού: «Η ένταξη στην ΟΝΝΕΔ είναι το χρέος σου προς την ελεύθερη οικονομία», «Είναι δική σου ευθύνη να ενισχύσεις τους αγώνες της ΝΔ που παλεύει για τα συμφέροντα των επενδυτών», «Πρέπει να αντιδράσεις στις υποκινούμενες από το ΚΚΕ κινητοποιήσεις που θέλουν να αφήσουν το αφεντικό σου άνεργο και να κόψουν τις επιδοτήσεις των εφοπλιστών», ήταν μερικές από τις επαναλαμβανόμενες φράσεις, για να κάνω το μεγάλο βήμα.Τελικά, το έκανα και εντάχθηκα στην ΟΝΝΕΔ, γεγονός που μου επέτρεψε να συμμετέχω στις συνεδριάσεις της οργάνωσης του πανεπιστημίου μου και να δω από μέσα όσα μέχρι τότε έβλεπα απ' έξω.

Από την αρχή μου εξήγησαν ότι είμαστε μια φιλελεύθερη πολυτασική οργάνωση, στην οποία ο καθένας είναι ελεύθερος να επιλέξει τα πρότυπά του, όπως την Θάτσερ, τον Μακάρθι κλπ. Φυσικά υπήρχαν και τα εγχώρια πρότυπα: «Η συμβολή του Γεώργιου Παπαδόπουλου στην κατασκευή του οδικού δικτύου της χώρας είναι τεράστια και γι' αυτό είναι μια μεγάλη μορφή στην ιστορία της παράταξής μας», είπε κάποια στιγμή ένας από τους καθοδηγητές της οργάνωσης. Για να πεισθούμε ότι ο Χίτλερ δεν ήταν και τόσο κακός και ότι ο Στάλιν στην πραγματικότητα ήταν χειρότερος, διαβάζαμε κείμενα για το σύμφωνο Ρίμπετροπ-Μολότοφ, για τη συνθήκη της Γιάλτας και μαθαίναμε ότι η Σφαγή του Κατίν έγινε από τους Σοβιετικούς.«Όσοι λένε ότι το Κατίν διαπράχθηκε από τους Ναζί, κάνουν κομμουνιστική προπαγάνδα», μας έλεγαν να λέμε. Εννοείται ότι ήμασταν υποχρεωμένοι να υπερασπιζόμαστε τα πεπραγμένα της κυβέρνησης Σαμαρά και να αποδεικνύουμε με στοιχεία ότι το 2ο Μνημόνιο ήταν καλύτερο από το 3ο του Τσίπρα.

Αν και τα μέλη της ΚΝΕ έδιναν τον καλύτερό τους εαυτό για να πείσουν όσους περισσότερους φοιτητές μπορούσαν να ενισχύσουν οικονομικά το ΚΚΕ, δεν έβλεπα αντίστοιχη κινητικότητα στη δική μας Οργάνωση. Όταν ρώτησα την καθοδήγηση γιατί συμβαίνει αυτό, και πως βρίσκουμε χρήματα για όλες αυτές τις αφίσες, τα υλικά και τα πάρτι, μου απάντησαν ότι «εμείς τα παίρνουμε από επιχειρηματίες, οι οποίοι έτσι μας κρατάνε απ’ τα ...μπελερίνια μας, για να τους υμνούμε».

Η στελέχωση των οργανώσεων ήταν ένα θέμα στο οποίο η ηγεσία έδειχνε ιδιαίτερη ευαισθησία. Για να γίνει κάποιος ανώτερο στέλεχος, έπρεπε να έχει καλό κονέ με κάποιο κεφάλι. Εκλογές δεν γίνονταν, αφού τα καθοδηγητικά στελέχη ήταν όλα διορισμένα. Μετά από λίγο καιρό αυτοί έφευγαν από την ΟΝΝΕΔ και διορίζονταν σε Υπουργεία και πανεπιστήμια. Μια φορά που ρώτησα μήπως θα ήταν πιο δημοκρατικό να ψηφίζουν τα ίδια τα μέλη για τους αντιπροσώπους τους, μου απάντησαν πως «αυτά είναι παλαιοκομμουνιστικές πρακτικές και αγκυλώσεις που δεν ταιριάζουν σε μια σύγχρονη φιλελεύθερη οργάνωση». Πολλές φορές τα στελέχη χωρίζονταν σε ομάδες, που η καθεμιά ήταν προσκείμενη σε κάποιο μεγαλοστέλεχος της ΝΔ και συχνά έπαιζαν ξύλο μεταξύ τους.

Κατά τη διάρκεια μίας παρέμβασής μου σε συνεδρίαση του Οργάνου, τόλμησα να πω ότι ίσως οι επεμβάσεις των ΗΠΑ-ΝΑΤΟ-ΕΕ σε Γιουγκοσλαβία, Ιράκ, Αφγανιστάν, Συρία, Λιβύη κλπ να μην έγιναν για τη δημοκρατία και την ελευθερία αλλά για τα πετρέλαια και τους αγωγούς.«Έχεις τελείως λανθασμένη άποψη για το θέμα και καλό είναι να μην πετάς πράγματα από την κούτρα σου», μου είπε κοφτά ο καθοδηγητής της οργάνωσης, βάζοντας τέλος στη συζήτηση. Η έλλειψη ανοχής δεν αφορούσε μόνο στην κριτική απέναντι στον Τραμπ, αλλά και σε θέματα δικαιωμάτων, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα την απόρριψη των δικαιωμάτων των εργαζομένων γιατί εμποδίζουν την ανάπτυξη.

Στην ΟΝΝΕΔ είχες την ευκαιρία να μάθεις τον Αργυρό και τον Σαμπάνη, γεγονός παρηγορητικό την ώρα που η ΚΝΕ σου έλεγε να πας στο θέατρο και να διαβάσεις λογοτεχνία (για να μη συζητήσουμε ότι σου έλεγε να οργανωθείς και να παλέψεις για ένα καλύτερο αύριο). Όμως αυτό δεν ήταν αρκετό. Την ώρα που φίλοι μου διηγούνταν τα όσα υπέστησαν οι παππούδες τους και οι πατεράδες τους από τον Μεταξά, τους Ναζί, το μετεμφυλιακό κράτος και τη Χούντα, οι ΟΝΝΕΔίτες μου τα παρουσίαζαν ως τον απόλυτο πατριωτικό παράδεισο. «Διάβασε αυτό και ρώτησε την οργάνωση τι γνώμη έχει για τον συγγραφέα», μου είπε κάποτε η Ελένη και μου έδωσε το Οδός Αβύσσου Αριθμός Μηδέν (εκδ. Πατάκη), το περίφημο βιβλίο όπου ο Μενέλαος Λουντέμης περιγράφει τη ζωή του τα χρόνια που ήταν εξόριστος στη Μακρόνησο. «Το βιβλίο απλώς αναπαράγει ψέματα. Άλλωστε ο Παττακός έχει πει ότι οι εξόριστοι έκαναν και μπάνια στη θάλασσα», είπε ο γραμματέας της οργάνωσής μου, όταν του το έδειξα. Τότε κατάλαβα ότι ήμουν εντελώς κατεστραμμένος και ότι έπρεπε να πάρω διαζύγιο από την ΟΝΝΕΔ ή την πραγματικότητα. Αποφάσισα ότι η δεύτερη ήταν πιο σημαντική για τη ζωή μου.

Σάββατο 22 Απριλίου 2017

Βασικά καληνύχτα σας

Μισό αιώνα μετά το πραξικόπημα των συνταγματαρχών, έφυγε ο Στάθης Ψάλτης, αλλά άφησε πίσω του την αθάνατη ατάκα "Κούλα μ' ακούς; Πολύ κωλόπαιδο ο Κυριάκος", που συνδέεται αυτόματα με το μικρό Μητσοτάκη. Ο οποίος ήταν από μικρός Μητσοτάκης και αντιστασιακός κατά της χούντας, από το Παρίσι όπου και διέμενε ως βρέφος, βιώνοντας την πολιτική εξορία με τον πιο σκληρό κι απάνθρωπο τρόπο: το κρασί παλιό, το χαβιάρι μαύρο, το γάλα συμπυκνωμένο, κοκ.

Αλλά ο Ψάλτης συνδέθηκε βασικά (καλησπέρα σας) με τη χρυσή δεκαετία με τις βάτες και την εποχή του ΠαΣοΚ, που ξεκίνησε όμως με τον Καραμανλή, την ένταξη της χώρας στην ΕΟΚ και τη σχετική προλεκάλτ ταινία "ζεις στην ΕΟΚ, μάθε για την ΕΟΚ", από όπου παίρνω το παρακάτω απόσπασμα.



Ο Ψάλτης και το ΚΚΕ (με το Βογιατζή και πάλι στο συντροφικό ρόλο) τα έλεγαν από τότε. Από κομμουνιστική κι από τρελό μαθαίνεις την αλήθεια. Κι ο τρελός (είμαι, ό,τι θέλω κάνω) αυτός έζησε αρκετά για να προλάβει κάτι ροζ πασόκους στην (αριστερή) κυβέρνηση και τα παλιά συντροφάκια τους να εγκαλούν το κόμμα, γιατί λέει στηρίζει το ευρώ και την ΕΕ μέχρι την επανάσταση.
-Κούλα με ακούς; Δεν είναι μόνο ο Κυριάκος το πρόβλημα...

Έχοντας ταυτιστεί με τη συγκεκριμένη δεκαετία όσο λίγοι, ο Ψάλτης είναι καταδικασμένος να τον θυμούνται και να τον κρίνουν με βάση τη συμπάθεια και τη γνώμη του καθενός για αυτά τα χρόνια.

Κάποιοι τον θεωρούσαν ανυπόφορο δείγμα της αισθητικής του ΠαΣοΚ και της βιντεοκασέτας, αν και νομίζω πως συγχέουν τις φτηνές και πρόχειρες παραγωγές που κυριάρχησαν στο τέλος της δεκαετίας, με τις μεγάλες επιτυχίες του ΣΨ, που συμπυκνώνουν άριστα το πνεύμα της εποχής τους και γι' αυτό συγκαταλέγονται στις κλασικές στιγμές του ελληνικού σινεμά, κατά τη γνώμη μου. Η οποία όμως μπορεί να επηρεάζεται από τα παιδικά μου χρόνια, όταν και έπαιζαν συνέχεια αυτές οι ταινίες στην τηλεόραση. Κι είναι λίγο σοκαριστικό να συνειδητοποιείς με τραγικό τρόπο την οριστική απώλεια της παιδικής ηλικίας και πως δεν πρόκειται να ξαναρθεί.

Για την ιστορία πάντως: βιντεοκασέτα είναι πχ "ο εραστής" με τη Χριστίνα Παππά, όπου πουλάνε τη δική της ομορφιά και το δικό του όνομα. Οι ταινίες του Δαλιανίδη (Βασική Καλησπέρα σας) και του Χαρτοματζίδη είναι κινηματογραφικές παραγωγές -ανεξάρτητα από τη γνώμη που έχει ο καθένας για αυτές- και η διαφορά γίνεται αντιληπτή με την πρώτη ματιά, από την ποιότητα της εικόνας. Επίσης, βιντεοκασέτες ήταν και μερικές ταινίες του Τσάκωνα (Η Μεγάλη Απόφραξη, Κλασική Περίπτωση Βλάβης), που στην πορεία έγιναν-θεωρήθηκαν κλασικές.


Από την άλλη, κάποιοι δηλώνουν στα προφίλ τους "βαθύτατα συγκινημένοι", στο πνεύμα της εποχής, αν και δεν υπήρξαν ποτέ μεγάλοι θαυμαστές του Ψάλτη. Κάτι που συμβαίνει είτε γιατί αυτό επιτάσσει η μόδα-δικτατορία των ΜΚΔ (social media) είτε γιατί αποχαιρετάμε πένθιμα τα 80'ς που αργοπεθαίνουν και τους εμβληματικούς εκπροσώπους τους (Ψάλτης, Κηλαηδόνης και θα πάρουν κι άλλοι σειρά).

Τα 80'ς αργοπεθαίνουν και μας φαίνονται καλύτερα, γιατί εκτιμάμε αυτό που είχαμε μόλις το χάσουμε, με την εξιδανικευτική λειτουργία της νοσταλγίας για ό,τι μένει φυλακισμένο στη μνήμη, μακριά από τη φθορά και τις αντιφάσεις της πραγματικότητας. Βασικά (καλησπέρα σας) όμως γιατί λειτουργεί καταλυτικά η σύγκριση με όσα ακολούθησαν και ζούμε τώρα, που είναι χειρότερα σε μια σειρά επίπεδα -από την κρίση της συλλογικότητας, μέχρι οικονομικούς δείκτες, όπως το πραγματικό εισόδημα κι η ανεργία, με δυο λόγια τις προοπτικές για να ζήσουμε και να ευημερήσουμε- και είναι να σου σηκώνεται η τρίχα.


Αν προσπαθήσει κανείς να το δει ψύχραιμα κι αποστασιοποιημένα, ο Ψάλτης είχε μεγάλο ταλέντο -άσχετα από τους ρόλους στους οποίους το σπατάλησε- και κωμική φλέβα που την καλλιέργησε στα βιωμάτά του στη βιοπάλη (οικοδομή, καράβια -που είναι μεγάλο σχολείο) και την επαφή του με τον απλό, καθημερινό άνθρωπο, που ήταν και το κοινό του. Όλα αυτά δοσμένα πάντα με υπερβολή, μια αριστοφανική αθυροστομία, έντονες φωνές και κινήσεις, που για κάποιους γίνονταν ένας αφόρητος θόρυβος χωρίς λόγο, εξίσου ενοχλητικός με την ταλαιπωρημένη του χαίτη, που έμεινε ως το τέλος, σύμβολο μιας άλλης εποχής, μαζί με το σωματότυπο και την ξερακιανή φιγούρα που καθιέρωσε.

Σε όλα αυτά, το υποκειμενικό στοιχείο συνυπάρχει με το αντικειμενικό, έρχεται να πατήσει πάνω του σαν ιδεολογία που άλλοτε στρεβλώνει την πραγματικότητα κι άλλοτε την εμπλουτίζει, και στο τέλος της μέρας είναι αδύνατο να διαχωρίσεις το ένα από το άλλο, για να καταλάβεις που ξεκινά η αλήθεια και πού ο μύθος.

Είναι αφοριστικό και λάθος να πούμε πως δε βγαίνουν πια σπουδαίοι κωμικοί. Αλλά είναι βάσιμο να πούμε ότι η κοινωνική εξέλιξη αφαιρεί κάποια στοιχεία από τον πλούτο του ανθρώπινου είδους (για να προσθέσει καινούρια), εξαλείφει κάποιους τύπους ανθρώπων, μετασχηματίζει ριζικά τις σχέσεις που τους καθορίζουν, κι αυτό δεν μπορεί παρά να αποτυπωθεί και στους σύγχρονους κωμικούς, που δεν έχουν τόσο ανεπτυγμένη την επαφή με τον κοινό και τη μαγεία που μπορούν να αναπτύξουν σε αυτή τη σχέση.


Είναι αφοριστικό και λάθος να πούμε πως δε βγαίνουν πια σπουδαία κωμικά έργα -έτσι κι αλλιώς κι αυτά του 80' είναι εντελώς αμφιλεγόμενα και για κάποιους θεωρούνται η αρχή της παρακμής.
Είναι όμως βάσιμο να πούμε πως οι σημερινές σειρές, παραστάσεις, κοκ, βασίζονται πολύ λιγότερο στον ανθρώπινο παράγοντα, τους ηθοποιούς, τους αυθόρμητους αυτοσχεδιασμούς τους, και χάνουν το στοιχείο της θεατρικότητας, παρουσιάζοντας ένα άρτιο τεχνικά μεν, αλλά μάλλον αποστειρωμένο αποτέλεσμα, χωρίς ενδιαφέρον, ανθρώπινους χυμούς και διαχρονικότητα.

Είναι ίσως στα όρια της ιδεοληψίας η αγάπη προς το ρετρό, πολιτικά και καλλιτεχνικά, η προτίμηση στον ήχο του βινυλίου, κλπ. Αλλά είναι αντικειμενικές οι συγκρίσεις με το μίζερο παρόν, καθώς κι η συμπίεση του ψηφιακού ήχου, που πνίγει διάφορες νότες και ήχους, για να χωρέσει την πληροφορία σε ένα αρχείο.

Κι αυτή η συμπίεση σε όλους τους τομείς της σύγχρονης ζωής -που δεν έχει καμιά σχέση με τον περίφημο συμπυκνωμένο πολιτικό χρόνο, που επικαλούμαστε στις αναλύσεις μας- είναι το κλειδί της νοσταλγίας και της εξιδανίκευσης παλιότερων δεκαετιών, όπου μπορεί να μην κοιμόμασταν με ανοιχτές πόρτες -όπως λένε τα χουντικά σταγονίδια κι οι πολιτικοί τους απόγονοι- αλλά είχαμε πιο πολλές πόρτες ανοιχτές για το μέλλον (που έκλεισαν στα μούτρα μας, αλλά αυτό δεν το ξέραμε τότε) και πιο ανοιχτά μυαλά, που δε συμπιέζονταν και δεν έμπαιναν τόσο εύκολα σε καλούπια (αργότερα μπήκαν και πολύ εύκολα, αλλά ούτε αυτό το γνωρίζαμε τότε).


Μπόνους η ανακοίνωση του κόμματος που λέει την αλήθεια, χωρίς υπερβολές και κολακείες.
Ο Στάθης Ψάλτης υπήρξε ένας ταλαντούχος και ιδιαίτερα δημοφιλής ηθοποιός. Το ΚΚΕ εκφράζει τα συλλυπητήριά του στην οικογένεια και τους οικείους του Στάθη Ψάλτη.
Υστερόγραφο: στενοχωρέθηκα. Πάω να φάω ένα σουβλάκι με τζατζίκι...

Παρασκευή 24 Φεβρουαρίου 2017

The Fucking 80's

Είναι μία, μόνο μία, η ονειρεμένη δεκαετία.

Ονειρεμένη κι ανεξάντλητη. Τόσο που δε χωράει σε μια μόνο έκθεση (σαν κι αυτή στο Γκάζι). Κι η έκθεση αυτή δεν τελειώνει σε μια μόνο επίσκεψη. Πηγαίνεις για μια εκδήλωση (πχ "λαϊκότητα και ποδόσφαιρο") και στα μισά εγκαταλείπεις το αρχικό σχέδιο και τρέχεις να ρουφήξεις όσα προλάβεις, μέχρι το κλείσιμο. Τόσο που χρειάζεται ένα σημείωμα να προλογίζει μια (σχετική πλήρη) εισαγωγή στο πνεύμα και τα κατορθώματα της δεκαετίας (τι κατορθώματα; Ανδραγαθήματα. Τι ανδραγάθημα; Πες άθλοι καλύτερα. Τι δεκαετία. Πενταετές και βάλε, που θα έλεγε ο Χάρρυ Κλυνν). Ή ένα ξεχωριστό σημείωμα για κάθε περίπτερο και κάθε θεματική ενότητα.

Γιατί τότε γίνονταν πράγματα, όπως θα έλεγε κι η Βάνα Μπάρμπα, που τότε δεν είχε μπλέξει ακόμα με τον Καρατζαφύρερ, αλλά έπαιζε σε βίντεο-κλιπ με τον Ίαν Γκίλαν και σε οσκαρικές ταινίες, όπως το Μεντιτεράνεο (οι αρχές του 90' είναι οργανικά ενταγμένες από αισθητική άποψη στη δεκαετία με τις βάτες).

Υπερβολές, θα μου πεις, και θα έχεις δίκιο. Ναι αλλά δε σου μιλάω για απλές αναμνήσεις, που σου ξυπνάνε τη νοσταλγία για τη μοναδική πατρίδα, τα παιδικά μας χρόνια, και μπορούν να λυγίσουν τον οποιονδήποτε. Δε μιλάω καν για μια συγκριτική ανάλυση, ποσοτική και ποιοτική, για την υπεροχή μιας υπέροχης δεκαετίας, που ήταν πιο μαζική και συλλογική στα πάντα: από τις συγκεντρώσεις και το κίνημα, μέχρι τη διασκέδαση (συναυλίες, φεστιβάλ, πάρτι -στη Βουλιαγμένη) και το γήπεδο. Αυτά εξάλλου δεν πρέπει να τα βλέπουμε στατικά, όπως μια φωτογραφία με γλυκά, ξεθωριασμένα χρώματα ή ένα μάτσο ακούνητα πλέι-μομπίλ, με σημαιάκια ΠαΣοΚ στα χέρια, να αναπαριστούν την επιστροφή του "σιδερένιου" από το Χέρφιλντ, χωρίς να βλέπεις το σπόρο της παρακμής που έφεραν και το σημείο στο οποίο οδήγησαν...


Αυτό που θέλω να πω είναι καθαρά πολιτικό, αυτό που μας ενδιαφέρει, σχεδόν αντικειμενικό, κατά μία έννοια. Είναι ένα ραντεβού με την ιστορία (μας), όπως πολύ εύστοχα ονόμασαν την έκθεση οι διοργανωτές. Τόσο συναρπαστικό, που ξεφεύγει εύκολα από τα ποταμίσια τους σχόλια (περί λαϊκισμού κτλ) και τη νεοφιλελέ λογική τους στον υποτιτλισμό των εικόνων και σε κάποιες εκδηλώσεις (πχ στη σύνθεση του πάνελ). Τόσο γεμάτο και πλούσιο, που μπορεί να εκπλήξει ακόμα και όποιον πιστεύει πως ξέρει/θυμάται τα πάντα για την εποχή. Ομολογώ για παράδειγμα (χωρίς να θεωρώ τον εαυτό μου μεγάλο γνώστη) πως δεν ήξερα την έκταση του εν Ελλάδι ανθρωποκυνηγητού που είχαν εξαπολύσει οι Ισραηλινές υπηρεσίες ενάντια σε Παλαιστίνιους αγωνιστές.

Μια δεκαετία γεμάτη ΠαΣοΚ και καλτ παρακμή, αλλά τόσο πολιτικοποιημένη που μέχρι κι η ΝΔ ένιωθε την ανάγκη να παίξει με τέτοιους όρους, να βγάλει την κασέτα "Δημοκρατία ή Μαρξισμός" με τραγούδια του Ρόμπερτ Ουίλιαμς (!), να εκδώσει την μπροσούρα του Ανδριανόπουλου για την ηθική ανωτερότητα του καπιταλισμού (!!), να κάνει πολιτική συναυλία στο Ολυμπιακό Στάδιο (!!!), όπου πήρε μέρος -μεταξύ άλλων- η Μαρία Δημητριάδη (!!!!) -εκτός κι αν πρόκειται για συνωνυμία.

Αλλά καλύτερα να μιλήσουν οι εικόνες. Γιατί αν κάθε μία αξίζει για χίλιες λέξεις, οι δικές μου περισσεύουν. Έτσι κι αλλιώς για πολλά απ' αυτά, απλώς "δεν έχω λόγια..."

Όλοι στο Σύνταγμα λέμε...
Εννοείται κι η γιαγιά
Όχι αυτοί, δεν είναι σφοι, ούτε σύμμαχοι
Αυτός είναι σύντροφός τους, σίγουρα ναι...
Τώρα όμως άλλαξε κι αυτός (ως Μανολιός)
Κι αυτοί είναι σύντροφοί τους. Αλλά πόσοι είναι πια;

Αυτοί δεν ήταν, αλλά έγιναν στην πορεία

Η φράση "πράσινα άλογα", οπτικοποιημένη σε προεκλογική αφίσα

Συνδιάσκεψη Ομάδων και Ατόμων... -sic-

Γραφικοί ήταν από παλιά. Επικίνδυνοι ήταν πάντα

Κι η αλήθεια γραφόταν πάντα με κόκκινο.

Ακόμα κι όταν είχε συνθήματα για την περεστρόικα,
που κάνει πιο δυνατό το σοσιαλισμό -τι ακούγαμε...

Ακόμα κι όταν είχαμε στις γραμμές μας τέτοιους τύπους
-η αγία τριάδα των κλασικών του οπορτουνισμού.

-Μη μου το παίζεις εμένα ο "άνθρωπος με το γαρίφαλο". Ακούς;

Κερνάμε πικρό καφέ. Της παρηγοριάς και της ανασυγκρότησης
(πώς λέμε της αριστεράς και της προόδου...)

Κι ένα φωτοκουίζ. Από δεξιά βλέπουμε: Γράψα, Σπύρο, Μίμη και..
και.. και... Λες να είναι ο Μανουσογιαννάκης; Ποιος είναι ρε συ;

Οι πρόδρομοι των Μουρουτο-τρολ. Στο δρόμο της δημοκρατίας.
Κι από δίπλα η κασέτα "δημοκρατία ή μαρξισμός"-Ρόμπερτ Ουίλιαμς

Ανδριανόπουλος. Και σκιτσάκι Μαφάλντα. Αυτά είναι...

Κι εσύ Ελένη. Και κάθε Ελένη...

Μα αυτός δεν ήταν τροτσκιστής; Τι πάει να πει σε μία χώρα;

Ευτυχισμένα χρόνια, ωραίες αφίσες, ακόμα ήμασταν μαζί...
Όλα αυτά εντός εισαγωγικών προφανώς... (εκτός από το ωραίες αφίσες)

Αυτή την μπροσούρα δεν πρέπει να την ξαναβγάλουμε;

Ο Μπογδάνος ποιος είναι; Κι η Δημητριάδη τι δουλειά είχε εκεί;

Ο Θούριος χαλούσε κόσμο. Το Φεστιβάλ ΚΝΕ-Οδηγητή μπαίνει
ως υστερόγραφο. Μπράβο παιδιά, αντικειμενική περιγραφή...

Εκδήλωση ΠαΣοΚ με Γιαννόπουλο για τα 69 χρόνια του Οχτώβρη
Τα ύστερα του κόσμου... Υγ: φέτος να δεις με τις εκδηλώσεις του Σύριζα

Η επιστήμη σηκώνει τα χέρια ψηλά...

Ρε μανία, με αυτήν την πραγματική αλλαγή...
Κι αυτό ήταν μόνο ένα δείγμα από την πολιτική ενότητα. Αν περάσουμε στα υπόλοιπα μπορεί να χρειαστούμε άλλα τόσα: μπλιμπλίκια, το παιχνίδι με τους πιγκουίνους που αρρώσταινε τα παιδάκια σε βαθμό επιληψίας, ή αθλητικές αφίσες σαν κι αυτή.


Αλλά αυτό πηγαίνει μετά στα υποκειμενικά που λέγαμε. Τα άλλα είναι αντικειμενικά, υπαρκτά σαν σοσιαλισμός και αδιαμφισβήτητα.

Προλαβαίνει να πάει κανείς στην έκθεση (λειτουργεί και το Μάρτη) και να κλείσει το δικό του ραντεβού με την ιστορία...

Υστερόγραφη προσθήκη

Δευτέρα 24 Οκτωβρίου 2016

Τα ερωτήματα του Σαββατοκύριακου

Άραγε μια φωτό του Κοκού στο Καραϊσκάκη -την πέτυχα στο τουίτερ- ήταν από το χτεσινό ντέρμπι ή παλιότερο στιγμιότυπο; Μάλλον το δεύτερο, ε; Αλλά γιατί να αφήσουμε μια μικρή λεπτομέρεια να χαλάσει μια ωραία ιδέα για κείμενο; Και να μην κάνουμε μια υπόθεση εργασίας πως οντως ήταν, για να βάλουμε μερικά καίρια, ρητορικά ερωτήματα;

Το δόγμα "No politica" της Θύρας 7 συμπεριλαμβάνει δηλ και τον Κοκό; Να λέμε πάλι καλά που δε βγήκαν σήμερα ερυθρόλευκα πρωτοσέλιδα με τίτλους "προσκυνήστε το βασιλιά", "έδειξε το στέμμα του", κτλ;

Αν ήταν ακόμα στην Ελλάδα, θα είχαμε το "Copa del Κόκο", κατ' αντιστοιχία του Copa del Rey; Δε θα ταίριαζε και με τα οπαδικά συνθήματα για κότες, λαγούς, κτλ; Ή μήπως θα θεωρούνταν μπηχτή για τα κουτοπόνηρα κοράκια (που κάνουν τις αλεπούδες αλλά είναι κοινοί κλεφτοκοτάδες) και για τα γεμάτα βρακιά τους, όταν είναι να δώσουν σφύριγμα εις βάρος του ισχυρού;

Αν είχαμε βασιλευόμενη δημοκρατία κι όρκιζε αυτός την ΠΦΑ, θα είχαμε κυβέρνηση Κοκό Σ-Ανέλ; Και πότε θα ζήσουμε στιγμές σαν την Ισπανία, όπου ο βασιλιάς αποφεύγει να πάει στον τελικό του δικού του Κυπέλλου, για να μη λουστεί τις αποδοκιμασίες στον εθνικό ύμνο, που τα μεγάφωνα τον παίζουν στη διαπασών, για να καλύψουν τη γιούχα Βάσκων, Καταλανών, κτλ;

Ήξερες ότι μια μυστική αμερικάνικη έκθεση έλεγε για τον Κοκό ότι ασχολείται με την πολιτική με την ίδια αφέλεια που επιδίδεται στα αθλήματα κι ότι είναι περισσότερο γιος της μητέρας του, παρά του πατέρα του; Θυμάσαι ότι ήταν ολυμπιονίκης στη Ρώμη, κάτι σαν Κακλαμανάκης της εποχής, στην ιστιοπλοΐα; Από πού κι ως πού καταγράφτηκε ως Έλληνας όμως;

Θα είχε διακοπεί οριστικά το παιχνίδι σε άλλο γήπεδο; Ξέρεις ότι υπάρχει κενό στον κανονισμό για τα καπνογόνα, αλλά προβλέπεται λεπτομερώς τι γίνεται, όταν πέσουν στον αγωνιστικό χώρο; Κι ότι υπάρχει διαφορά στις συνέπειες αν πέσουν με καμπύλη τροχιά ή αν η πτώση τους είναι ευθύβολη;

Αν είχαμε βασιλιά, οι τερματοφύλακες θα κοιμόντουσαν ήσυχοι στην εστία τους, με το παραθυράκι ανοιχτό και θα τα έτρωγαν όλα στο γάμα; Και θα ξεκινούσε ποτέ αγώνας, εάν υπήρχε στην κερκίδα πανό κατά του υφυπουργού αθλητισμού: Κοντονή οι μέρες (της αφθονίας) σου είναι μετρημένες, ή κάτι τέτοιο; Ή αν οι παίκτες κρατούσαν πανό υπέρ των (πολιτικών) προσφύγων;


Θα μπορούσαμε να δούμε ποτέ σε γήπεδο επαγγελματικής κατηγορίας στιγμιότυπα όπως αυτό στο β' τοπικό της Κρήτης; Και παράγοντα να βάζει στο προφίλ του αντιναζιστικές μαντινάδες;

Ανώγεια, Βιάννο, Κάντανο
τα κάψαν οι Ναζί
φασίστες δε χωρούνε σε τούτο το Νησί!!!
Ο Ντεγκρέτσιας δεν είναι κι αυτός ένα είδος πολιτικού πρόσφυγα; Προλετάριος χωρίς επάγγελμα (έπεσε κρίση στον κλάδο των γαλαζοαίματων) και πατρίδα; Και δεν είναι να σε πιάνει Φρ(ειδερ)ίκη με όσα βλέπουμε στο πρωτάθλημα, εντός κι εκτός γηπέδων; Η ορατότης μηδέν στο Καραϊσκάκη δεν είναι τρανή απόδειξη πως ο Κούρκουλος έχει δίκιο που φωνάζει "όχι άλλο κάρβουνο"; Πιστεύεις ότι αντέχουμε τελικά κι άλλο κάρβουνο, σανό, κτλ, ή θα στραφούμε σε εναλλακτικές μορφές ενέργειας;
Και τι απαντάς στο δίλημμα Κουρκούνας ή Κούρκουλος;

Ο Χάρρυ Κλυνν ήταν ο τελευταίος κομμουνιστής-πόντιος πρόεδρος ΠΑΕ (και της ΕΠΑΕ) που αυτοκτόνησε πολιτικά κι έγινε αυτό που είναι σήμερα; Ο Αλαμάνος μας έδινε τη Ριζούπολη για εκδηλώσεις λόγω γειτνίασης με το σπίτι του λαού, ή επειδή είναι δικός μας; Λες να του έκανε πολιτική δουλειά ο Απολλωνιστής Κάππος; Και ξέρεις ότι Αλαμάνος σημαίνει απάνθρωπος, λεηλάτης (τα γράφει ο Σκάρος στο βιβλίο που αναφέραμε χτες);

Θα έχανε χτες ο ΠΑΟΚ αν είχε τον αυθεντικό (Ομπντούλιο) Βαρέλα αντί για αυτόν που σκόραρε και στις δύο εστίες (κι αν ήταν στη Βραζιλία, θα είχε την τύχη του Μπαρμπόσα, για να μη σου πω τι θα γινόταν στην Κολομβία); Ή έστω τον Πάμπλο Γκαρσία ως σύγχρονο υποκατάστατο του Ομπντούλιο; Η ακόμα οποιονδήποτε άλλο Κάμπος, πχ τον Μεξικάνο με τις φανταχτερές στολές;


Δεν ήταν σπέσιαλ, ξεγυρισμένη η τεσσάρα της Τσέλσι στον Special On(c)e; Λες ο Μουρίνιο να τα πάει χειρότερα κι από τον Φαν Χάαλ πέρσι; Και να γυρίσει μετά ο Σερ Τσίχλας να τους ξανακάνει ομάδα, να πεθάνει πάνω στην προπονητική καρέκλα και να τον βαλσαμώσουν, για να τον περιφέρουν όπως τον παλαιοημερολογίτη μητροπολίτη στη Λαμία;
Κι αν πάνε φέτος 300 τόσα χαρτιά στον πάτο του πηγαδιού, του χρόνου θα ξοδέψουν κι άλλα; Δε θα έπρεπε κανονικά η Premier League να έχει για σήμα της ένα πλυντήριο (αντί για λιοντάρι) με τόσο ξέπλυμα μαύρου χρήματος, που γίνεται με βιτρίνα τις ομάδες;

Να περάσουμε σε άλλα θέματα του δελτίου μας;

Γνώριζες πως η ΕφΣυν αυτοπροσδιορίζεται ως συνεταιριστικό, αυτοδιαχειριζόμενο μέσο; Και πως ακόμα και στις καλύτερες οικογένειες και στις συνεταιριστικές, αυτοδιαχειριστικές επιχειρήσεις γίνονται απολύσεις; Μα τότε πού διαφέρουν από τις άλλες, καπιταλιστικές επιχειρήσεις; Ήξερες πως η ΕφΣυν απέλυσε το Δερβενιώτη (έναν από τους αξιόλογους σκιτσογράφους του καιρού μας) κι έκοψε τη στήλη του; Δεν έχει δίκιο ο Ζάχαρης που λέει: Ο Θεός να σε φυλάει απο συνεταιρισμένο αφεντικό κι από ασυνδικάλιστο εργάτη;

Σου λέει κάτι το αρκτικόλεξο ΕΚΕΑ; Ήξερες πως είναι η κίνηση του Κουβέλη; Άραγε να έχει πιο πολλά μέλη από το ΙΚΕΑ;
Ήξερες πως ο Κουβέλης δε γύρισε στο Σύριζα για να γίνει υπουργός; Δεν είναι άλλωστε χαρακτηριστικό γνώρισμα των αριστερών Συριζαίων αυτή η ανιδιοτέλεια κι η ανυπόκριτη αδιαφορία για τα πόστα (ρωτήστε και στα ΑΣΚΙ να σας πουν);

Διάβασες πως ο Κουβέλης θεωρεί αριστερή την πολιτική του Σύριζα, γιατί κάνει ανακατανομή των βαρών και περιορίζει τις ανισότητες; Κι επίσης, ότι δεν κλείνει την πόρτα για συνεργασία της Δημαρ με το Σύριζα; Δε θα ήταν άλλωστε ο καταλληλότερος κουμπάρος για έναν τέτοιο αρραβώνα και ο πλέον κατάλληλος για κριτής στο αριστερόμετρο;

Έχει μείνει ίχνος αντιπολίτευσης στο δημοκρατικό, πολυφωνικό Σύριζα; Τι νόημα έχουν λοιπόν οι αλλεπάλληλες εκκαθαρίσεις; Τελειώνουν απλώς οποιονδήποτε τολμήσει να παρεκκλίνει χιλιοστό από την ευθυγράμμιση με τον ηγέτη; Ποιος τόλμησε όμως να ψηφίσει ενάντια στην εισαγωγική πρόταση του Τσίπρα για το γραφείο (ίσως γιατί δεν καταλάβαινε τι ψηφίζει) και έμειναν εκτός η Γεροβασίλη κι ο Μπαλτάς; Το παράπλευρο όργανο δίπλα στο (κατ' ουσίαν) κυβερνητικό γραφείο, ανήκει στην κατηγορία της γλάστρας ή του μπιμπελό;

Αληθεύουν οι πληροφορίες πως το φυσάει και δεν το κρυώνει ο ιστορικός της ΕφΣυν; Ξέρεις τι είναι να υποκλέπτεις εσωκομματικά έγγραφα και πληροφορίες, για να βγεις πχ πρώτος με την ημερομηνία του Συνεδρίου του ΚΚΕ, και να σε πληρώνουν με το ίδιο νόμισμα; Πώς είναι όμως τόσο σίγουρος ότι η διαρροή έγινε στο τυπογραφείο κι ότι θα χάσει τη δουλειά το παιδί που δουλεύει εκεί; Μήπως θα φροντίσει ο ίδιος για αυτό; Τι τον πείραξε πιο πολύ άραγε; Αυτό ή η παροιμιώδης γκάφα με τη λεζάντα; Μα να μην ξεχωρίζει το δίκοχο του ΔΣΕ με το χαρακτηριστικό Δέλτα, από έναν Ελασίτη;

Συνηθίζει να χρησιμοποιεί ως πηγή τον εαυτό του και να γράφει έτσι ταπεινά σε πρώτο πρόσωπο; Τον εκφράζουν άραγε τα αναθεωρητικά εμέσματα του συναδέλφου του στο δεύτερο μέρος; Και ποια ήταν η δική του συμμετοχή σε αυτό το μέρος;

Έχει γραφτεί άραγε κάτι πιο χυδαίο για το Χαρίλαο; (Ναι, αλλά μάλλον από τον ίδιο χώρο και πάλι). Πόσο τους πήρε να σκεφτούν το τσουβάλιασμα του ΚΚΕ με την εκκλησία στο τελευταίο κεφάλαιο; Αλλά περισσότερα για αυτό στο αυριανό σημείωμα.

Κυριακή 18 Σεπτεμβρίου 2016

Άγονη πλήξη

Εναλλακτικοί τίτλοι: πλιάτσικο, πλιατσικολόγημα

Μία μερούλα είναι λίγη, πολύ λίγη
Δύο μερούλες είναι λίγες τι να πω
Οι τρεις μερούλες είναι λίγες, πολύ λίγες
Δώσε μου τέσσερις, αν θες να ξαναρθώ

Αντικειμενικά μιλώντας, μπορεί να μην ήταν το πιο ιδιαίτερο φεστιβαλικό τριήμερο στη ΛΔ του Βορρά. Αλλά -υποκειμενικά μιλώντας- η κε του μπλοκ το χάρηκε με το παραπάνω κι εκθέτει κωδικοποιημένες τις εντυπώσεις της.

-Με εξαίρεση τον ουρανό, που μας λυπήθηκε και δεν έπεσε στα κεφάλια μας, το επίγειο σύμπαν συνωμότησε για να κρατήσει το ευρύ κοινό και τους αμφιταλαντευόμενους μακριά από το Φεστιβάλ. ΔΕΘ, Μητσοτάκης στο Βελλίδειο (και τα επτά κακά της γκαντεμιάς του), πορείες για το Φύσσα κι η απεργία στις συγκοινωνίες, έφεραν τρελή κίνηση στους λιγοστούς δρόμους, που έμειναν ανοιχτοί απ' το κέντρο για τα δυτικά.
Ξαφνικά, ο Πλιάτσικας δεν ήταν το μεγαλύτερο πρόβλημα που είχαμε να αντιμετωπίσουμε.

Παρόλα όσα, ο κόσμος ήταν αισθητά περισσότερος και ήταν η πρώτη φορά μες στο τριήμερο που παίξαμε μουσικές καρέκλες (αφού δεν τις μοιράζουμε με δελτίο). Όσο μιλούσε ο Παρασκευάς, κάποιοι έκαναν επένδυση βραχυπρόθεσμης απόδοσης και έπιαναν τραπέζια στη λαϊκή σκηνή, όπου μετά έγινε λαϊκό προσκύνημα. Ενώ άλλοι είχαν ξεχαστεί στη νεανική σκηνή, με τους Datsun (ή κάτι τέτοιο) και τον τραγουδιστή τους που πρόφερε το "ταυ" φτύνοντας, όπως ο Τουρνάς στο "η οργή του ματώνει τη μέρα". Και δεν είμαι σίγουρος αν τελικά διακόπηκε καθόλου (ή τέλος πάντων εγκαίρως) το πρόγραμμα.

Η παράπλευρη είσοδος της λαϊκής είχε φρακάρει ήδη από το Ποντιακό γλέντι (μα πόσους Πόντιους έχουμε;). Όταν βγήκε ο Μαργαρίτης (φιστίκι, ουίσκι και Iron Maiden δίσκοι) δεν μπορούσες να κάνεις ούτε βήμα μπρος, καθώς προχωρά η ιστορία. Και όταν σχόλασε και η κεντρική, οι αδέσποτες καρέκλες (χωρίς τραπέζι) κόντευαν να φτάσουν στην ταβέρνα και να κλείσουν την έξοδο. Οπότε όσοι δεν είχαν (παρά μόνο) στερνή γνώση, χρειάζονταν τόλμη και αντοχή για να σταθούν στο χώρο.
Μεγάλη αλήθεια (όπως είπε κι ένας σφος): ο Μαργαρίτης έπρεπε να έχει πει στην κεντρική σκηνή και να τη γεμίσει ως τη Λαγκαδά.

Όπως μεγάλη αλήθεια είναι πως οι ONIRAMA είναι κάτι σαν την ελληνική εκδοχή του Τζάστιν Μπίπερ. Αν και το δικό μου απαίδευτο κι ακαλλιέργητο αυτί δεν μπορούσε να βρει πολλές διαφορές ανάμεσα σε αυτούς και τα Κίτρινα Ποδήλατα που προηγήθηκαν, καταλήγοντας δημιουργικό σε ένα Κιτρινόραμα.

Ποιος κίνδυνος είναι πιο μεγάλος, ρώτησαν κάποτε το Στάλιν: η ποντιακή λύρα για παραπάνω από ένα τέταρτο ή μήπως οι Ονιράμα;
-Αυτός που υποτιμούμε περισσότερο, απάντησε ο σύντροφος με το μουστάκι, για να προσθέσει λίγο αργότερα.
-Βασικά, το ξανασκέφτηκα. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι ο Φίλιππος Πλιάτσικας.

Ο οποίος κεντούσε στην κεντρική, έμπλεος πολιτικών μηνυμάτων με πολύ νόημα (δώσε βάση, άμα δεν το προσέξεις, το 'χασες).
Είπε μια μπερδεμένη ιστορία για τους φίλους του που έγιναν εξουσία και τις κλήσεις από τα διόδια που παίρνει αλλά δεν πληρώνει, δεν πληρώνει. Ένα τραγούδι που -κατά δήλωσή του- γράφτηκε για την κρίση, αν και δεν του φαίνεται: μα πού να πάμε, που 'χει αρχίσει να νυχτώνει και φοβάμαι. Και άλλο ένα για την ελπίδα μέσα μας και το πώς θα αλλάξει ο κόσμος: αν θα μπορούσα τον κόσμο να αλλάξω, θα ξαναέβαφα γαλάζια τη θάλασσα.
Έλα ρε, αλήθεια; Κι εγώ πράσινο τον ήλιο του ΠαΣοΚ, γιατί ξεθώριασε; Ή μάλλον, θα ξαναέβαφα γαλάζιο τον Μάλμπασα, όπως είχε πει ένας ακροατής στο ραδιοφωνικό Fight-Club.

Με τόση άγονη πλήξη λοιπόν, ο πιο ενδιαφέρον περιστατικό της συναυλίας ήταν κάποια στιγμή που καμιά δεκαριά μέλη της περιφρούρησης έτρεχαν αλαφιασμένοι προς την κεντρική σκηνή να επέμβουν κάπου για κάτι, αλλά δεν είδαμε ποτέ τι.

Το κλου της βραδιάς όμως ήταν η εμφάνιση στο χώρο ενός ινστρούκτορα του τίποτα -όπως είχε πει κάποτε για τον γάβρο Ρούση ο βάζελος Γκόντζος- που δεν εκπροσωπεί πια τη ΝΔ, ούτε καν τον Ιβάν Σαββίδη, που δεν πήγε στο γάμο της ανιψιάς του. Ω ναι, έσκασε μύτη ο Παπαμιμίκος! Και δίπλα του ένας παλιός αρχιδαπίτης στα ΤΕΙ, που ξύπνησε στο λαϊκό στρώμα την όρεξη για σούτια και γονατιές, καθώς και μνήμες από το (τραμπούκικα) χτυπημένο χέρι του, που τον πονάει ακόμα, όταν αλλάζει ο καιρός κι η συγκυρία κι έρχεται η επαναστατική κατάσταση.

Άλλες μεγάλες φεστιβαλικές αλήθειες:
-το καλύτερο πράγμα του κόσμου είναι τα χοντρά αθλητικά παπούτσια με αερόσολα, για να μη νιώθεις για μέρες μετά πετραδάκια και χαλίκια στο πέλμα σου.
-τα μαύρα παπούτσια είναι καλό να αποφεύγονται, γιατί καταλήγουν με άλλο χρώμα από την άσπρη σκόνη (όχι από αυτή που παίρνει ο Γουίλι, αν και υπήρχαν μερικές παρασπονδίες του κοινού, με κάτι περίεργες μυρωδιές, που εγώ δεν τις παρεξηγώ, γιατί η απαίδευτη κι ακαλλιέργητη μύτη μου τις μπερδεύει με τη μυρωδιά από τα πούρα του ελληνοκουβαικού συνδέσμου). Αυτός είναι ένας βασικός αισθητικός κανόνας, όπως οι κάθετες ρίγες που αδυνατίζουν, κατά το σφο Οβελίξ.
-το σύστημα μετάδοσης λεπτό προς λεπτό και αδιάκοπης διαλεκτικής κίνησης από σκηνή σε σκηνή είναι το καλύτερο, γιατί παίρνεις μικρή γεύση από όλα και δεν κινδυνεύεις να μείνεις κολλημένος σε μια βάση, όπου ο αγώνας είναι σούπα και θα βαρεθείς. Από την άλλη όμως κινδυνεύεις να χάσεις τα καλύτερα στιγμιότυπα της βραδιάς στο ζάπινγκ.

-Τα βιβλία της ΣΕ στο φεστιβάλ ήταν βασικά φτηνότερα από ό,τι στο βιβλιοπωλείο -και δεν εννοώ μόνο αυτά που ήταν σε προσφορά.
-Σελιδοδείκτη να βάλω;
-Ε... ναι... βάλε το... αυτόν με τον Μπελογιάννη.
-Το Χαρίλαο κανείς δεν τον θέλει...
Εννοείται τελικά πως πήρα και τους δυο, μη δημιουργηθούν λάθος εντυπώσεις για το Φλωράκη. Τον Χαρίλαο δε θα τον απορρίψεις ξανά. Τον Χαρίλαο.
Αν και το πιο πιθανό είναι πως οι περισσότεροι δυσκολεύονται να τον αναγνωρίσουν στρατιώτη του ΔΣΕ, χωρίς το μουστάκι και τα άσπρα μαλλιά.

-Η ωραία υγρασία της πόλης, που είναι το σήμα κατατεθέν της και γίνεται μοβ όταν φωτίζεται, αλλά όχι σαν το μοβ μαλλί της προδότριας που δεν ήρθε χτες, κάθεται γλυκά στο λαιμό σου για μισή μέρα και φεύγει μόνη της δια της φυσικής οδού, μετά από λίγες ώρες.
-Η γκαζόζα Βίκος είναι κάτι παραπάνω από ένα απλό ζαχαρόνερο.

-Ομόρφυνε η νεολαία ή εγώ βλέπω καλύτερα; ρώτησε ο Μαργαρίτης.
Λέμε όχι στα ψευδοδιλήμματα. Κανένα από τα δύο πιθανότατα. Ή και τα δύο.

Άλλα αξιοσημείωτα από το χώρο.
Το φωτογραφικό υλικό της ΠΕΑΕΑ-ΔΣΕ (στα αριστερά από την κεντρική είσοδο, αν δεν ακολουθούσες τη μυρωδιά των λουκουμάδων) και τη λεζάντα που έλεγε: κατασκευή αμπρί.
Και με έβαλε σαν σκέψεις αν είναι άκλιτο, το αμπρί-του αμπρί, ή το λέμε έτσι για λόγους ευφωνίας, και για να μην ακούγεται σαν σαλάγημα: τ' αμπριού-ου-ου (κιτς-κιτς).
-Το περίπτερο της επιτροπής αγώνα στα ταξί, με τον (εξ ορισμού) ταξικό αγώνα.

-Οι μπύρες Τσεχίας, στο ειδικό περίπτερο, που είχε και βραστά λουκάνικα.
Κι ακριβώς δίπλα, μια μικρή έκθεση σοβιετικής αφίσας, με ένα σπάνιο, προλεκάλτ διαμάντι, από την προπολεμική περίοδο. Που είναι το εξής.


Εμπρός για μια πολιτισμένη αποταμίευση!
Φύλαγε τα λεφτά σου στο ταμιευτήριο!
Τι να πούμε τι, τι να σχολιάσουμε...

Κι άλλο ένα, μεταπολεμικό αυτό, για την οικοδόμηση με την ευρεία και τη στενή, ειδική έννοια.


(εκτός κι αν είσαι στα Γιάννενα, όπου δε βγαίνει ήλιος ποτέ...)

-η τιτοϊκή κονκάρδα ενός σφου, με τον Γιόζιπ Μπρος να είναι φτυστός ο... γγ.


Τι έγινε ρε παιδιά; Προβοκάτσια μες στο ίδιο μου το σπίτι;
Που θα έλεγε κι ο Σπύρος από τους Απαράδεκτους.

Το βρέφος με το φωτόσπαθο και τις μπουρμπουλήθρες, που αν δεν είχε τις δεύτερες, σχεδόν θα το συμπαθούσε ο Sniper -γιατί αυτό είναι το ταβάνι του με τα παιδιά.
Και το άλλο μες στο καρότσι που μάθαινε από τους γονείς του να κουνάει ρυθμικά το κεφάλι, με ροκ ακούσματα (οι σωστές βάσεις σε αυτήν την ηλικία μπαίνουν). Όπως κάνει δηλ κι ο Sniper, στο ρυθμό του My Sharona, όταν συμμετέχει τυπικά σε μια συζήτηση όπου μιλάει μόνο ή κυρίως ο άλλος -γιατί αυτό είναι το ταβάνι της κοινωνικότητάς του.

-Η ροκ μπάντα που βρέθηκε (κατά λάθος;) για λίγο στη λαϊκή σκηνή. Και η λαϊκή διασκευή του "τι κόσμος είναι αυτός", που ακούσαμε την πρώτη μέρα...

Στην Πάτρα, οι πηγές μου λένε πως ο Ζαραλίκος "κριτίκαρε" τους Πατρινούς και τη δημοτική τους αρχή, που δεν ανέχονται τις ελεύθερες φωνές. Πχ σαν αυτές που δικάζονται εδώ και τρία χρόνια -και όχι με δίκη-εξπρές, όπως ο Πελετίδης- από την ανεξάρτητη δικαιοσύνη. Και αν εξαρτάται από αυτήν, θα μείνουν ελεύθερες να αλωνίζουν.

Η φεστιβαλική ανταπόκριση δεν είναι πλήρης, γιατί λείπει το κομμάτι για το αθλητικό διήμερο που προηγήθηκε. Αλλά όπως είπε το Λ.Σ (και ο Sniper) σε στιγμές οίστρου, ενοχλητικού σαν αλογόμυγα: αυτά θα τα διαβάσετε στην... Καζέρτα ντε λο Σπορτ!
Ωχ, Μαντόνα Μία...

Τετάρτη 14 Σεπτεμβρίου 2016

Δεν είναι αυτό που νομίζεις

Την εισαγωγή την έκανε η Ρένα Δουρου-τι με τις ένοχες απολαύσεις της (που απενοχοποίησαν εμάς τους υπόλοιπους) ως προς τα καλοκαιρινά της αναγνώσματα, όπου όλοι είμαστε κάπως πιο χαλαροί, απελευθερωμένοι και πρόθυμοι να δοκιμάσουμε καινούρια πράγματα (όπως ο Μίμης Ανδρουλάκης και ο Τατσόπουλος) για να ικανοποιήσουμε την περιέργειά μας -και πιθανότατα τίποτα άλλο πέραν αυτού.

Φαντάσου όμως μια από αυτές τις απολαύσεις να έχει κομματική έγκριση! Και δεν υπάρχει πιο εμφατική κι επίσημη έγκριση από το εκδοτικό του κόμματος και την κυκλοφορία του βιβλίου από τη Σύγχρονη Εποχή. Και δεν εννοώ παλιά βιβλία του Ανδρουλάκη -που κάποια τα λες κι ενδιαφέροντα- αλλά κάτι ακόμα πιο τρελό κι ιντριγκαδόρικο.
Σώτη Τριανταφύλλου! Ω ναι...

Φαντάσου τώρα να είσαι στην παραλία ή σε ένα τρένο -σε κοινή, δημόσια θέα τέλος πάντων- και να πέσει η ματιά ενός περαστικού στο εξώφυλλο, τον τίτλο κι αμέσως μετά στη ματιά σου, καθώς διαβάζεις στο βλέμμα του την περιφρόνηση και ψάχνεις μια δικαιολογία να πιαστείς. Δεν είναι αυτό που νομίζεις... να σου εξηγήσω...
Μόνο που είναι αυτό ακριβώς που νομίζει. Ένα βιβλίο της Σώτης από τη Σύγχρονη Εποχή.

Το βιβλίο "κινηματογραφημένες πόλεις" κυκλοφόρησε το 1990, σαν εισαγωγή σε όσα κοσμογονικά (ή κοσμοκτονικά, εξαρτάται από ποια σκοπιά το βλέπεις) θα ακολουθούσαν τα επόμενα χρόνια. Και είναι ένα ταξίδι στον κόσμο του Βέλτσου και του ακατανόητου, όπου τίποτα δεν έχει νόημα αν δεν το πούμε έτσι, ώστε να μη βγάζει νόημα, για να φαίνεται ότι έχει βαθιά νοήματα.
Πω-πω νόημα, που έλεγε κι ο θεατής του χαρυκλυννικού Αρτέμη. Πολύ νόημα! Άμα δεν προσέξεις, το έχασες...

Προσωπικά πάντως κυνήγησα με το ντουφέκι και το μικροσκόπιο πιθανά πολιτικά νοήματα ή έστω υπονοούμενα, πίσω από τις γραμμές, αλλά δεν έπιασα και μεγάλα ψάρια. Μια ελαφριά, όσο πατάει η Σώτη, (που τρέφεται με σκόνες και ζυγίζει ελάχιστα) αντισταλινική αιχμή: "είναι τα τρελά χρόνια της τζαζ για τις Ηνωμένες Πολιτείες, χρόνια όπου εκκολάπτεται το αυγό του φιδιού στην Ευρώπη, με την άνοδο των δικτατοριών και το τέλος της επαναστατικής κοσμογονίας στη Σοβιετική Ένωση" που δεν ήταν ακριβώς εκτός γραμμής εκείνα τα χρόνια.

Και μια αμήχανη στιγμή για τη Σώτη, όπως κοιτάζει το παρελθόν της (κι εμείς το δικό μας άλλωστε) και πέφτει σε μια αναφορά της για τη νύχτα της Νέας Υόρκης του μεσοπολέμου, όπου καραδοκεί η οικονομική κρίση, η "ενοχλητική" δράση των συνδικάτων (...), με τα εντελώς περιττά (από τη σκοπιά της σημερινής πολιτικής της στάσης) εισαγωγικά.

Και δεν είναι μόνο αυτή που άλλαξε, σε τελική ανάλυση.
Πόσο άλλαξε, πόσο αλλάξαμε... που θα 'λεγαν ο Μηλιώκας και η Μάνου. Αλλά ευτυχώς δεν ξεπλυθήκαμε μαζί της πολιτικά και δε γίναμε ποτέ ροζ. Ούτε κι αυτή άλλωστε, αφού προτίμησε το καθαρό μαύρο της παρδαλής αντίδρασης. Κι από μια άποψη, δεν άλλαξε κανείς μας κατά βάθος. Το λάθος ήταν που βρεθήκαμε εξ αρχής, νομίζοντας πως είμαστε στο ίδιο στρατόπεδο.

Κι αυτή η πλάνη ταλαιπώρησε για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα κάποιους σφους, που μάλλον θυμόντουσαν το παλιό της πέρασμα από τις δικές μας εκδοτικές προσπάθειες και την περνούσαν για δική μας. Έτσι ήρθε και η δική μου γνωριμία με το μαγικό κόσμο της Σώτης και με το "εργοστάσιο μολυβιών", που μου το δάνεισε μια αρχάρια σφισσα, συστημένο από τους γονείς της.
-Είναι δικιά μας αυτή που το 'γραψε.
Και να το τρως στη μάπα ως το τέλος, περιμένοντας μάταια την ανατροπή ή τέλος πάντων κάτι που να δικαιώνει τις συστάσεις.

Αντί επιλόγου, ένα μικρό δείγμα τέχνης από τη γραφή της Σώτης. Δώστε βάση στο νόημα, αν δεν το προσέξεις, το 'χασες, σφε αναγνώστη...

Το Λονδίνο του Μπλόου απ (1966) είναι μια πόλη σιωπής, που διασχίζεται από το θόρυβο μιας εξάτμισης και το τραγούδι των Γιάρντμπερντς. Το "γλεντζέδικο" Λονδίνο της δεκαετίας του 60' είναι μια γαλάζια έρημος, ένα επιτραπέζιο παιχνίδι τύχης για τον Άνθρωπο της Εικόνας. Ο Τόμας (Ντέιβιντ Χίγκινς) αντιπροσωπεύει τον εαυτό του σε ένα πλαίσιο, όπου ο καθένας αποτελεί μια μονάδα: στην πόλη του Αντονιόνι, απουσιάζει το πλήθος, μαζί με τις συλλογικές αξίες και τις συλλογικές αγωνίες. Σε μια εποχή μπλητλμανίας, όπου η Ντάρλινγκ (Τζον Σλέσινγκερ, 1965) οδηγεί χωρίς δίπλωμα μέσα στη λονδρέζικη νύχτα, ο Τόμας απολαμβάνει τη μοναχική του εμπειρία, μια εμπειρία χρωματική. Το Λονδίνο είναι ένα καλειδοσκόπιο, η γονιμότερη πόλη της δεκαετίας, ένα χωράφι με φράουλες, φωτογραφημένο ψυχρά από τον Κάρλο Ντι Πάλμα. Όπως η Κίνα, το Μπλόου απ μοιάζει με ένα μάτι που παρακολουθεί χωρίς να επεμβαίνει την κατάδυση του Τόμας στην αλήθεια, την αλήθεια που μεγενθύνεται (sic) χωρίς νόημα, χωρίς οικουμενική αξία και γι' αυτό ανατρεπτική, πρόσκαιρη κι επικίνδυνη. Ούτε το Λονδίνο του Τόμι Στηλ, ούτε το Λονδίνο του Ρίτσαρντ Χάμιλτον ("τρομακτικό Λονδίνο 67'" (1968-69), λάδι σε μουσαμά και μεταξοτυπία, Γκαλερί Τέιτ), ούτε το Λονδίνο των ευτυχισμένων μονάδων που ξετυλίγουν την ανυτάρκειά τους σε ένα χώρο που ξεχειλίζει από κρυμμένους θησαυρούς: κι ο Τόμας ερωτεύεται μια παλιά προπέλα. Ο έρωτας λείπει απ' αυτή την πόλη, όπως κι η συνείδηση του παρόντος, ο φόβος του μέλλοντος, η ανάμνηση του παρελθόντος: ο Τόμας κατασκοπεύει τις ζωές των άλλων, όχι σαν τον Peeping Tom  (ήρωας της ομώνυμης ταινίας του Μάικλ Πάουελ, 1959) αλλά σαν τον ζαβολιάρη στο πόκερ, παίκτης ο ίδιος πάνω στο πράσινο τραπέζι της πόλης. Όπως στην Περιπέτεια (1959) τη Νύχτα (1960) και την Έκλειψη (1962), ο χώρος είναι αφηρημένος, γραμμικός, συμμετρικός, διαφανής: ένας κυβιστικός πίνακας, που πάλλεται, αλλάζοντας ρυθμούς, φιλοξενώντας -αφιλόξενα- ανθρώπους χαμένους σε ένα μακρυνό διάστημα. Τίποτα δε φέρει τη σφραγίδα της γραφικότητας, τη χαρούμενη κραυγή των γίπις και τα κομμάτια του ψυχεδελικού ονείρου των ημερών: ο Αντονιόνι διαλέγει το φως της αυγής, το φως του πάρκου, το φως του νάιτ κλαμπ. Το φως μιας πόλης διψασμένης για φως. Όταν ο ήλιος βγαίνει, οι Λονδρέζοι ξεχύνονται με τους χαρταετούς στο Χάιντ Παρκ: όχι στο Μπλόου απ. Στο Μπλόου απ, η ζωή δεν ταυτίζεται με τη στέρηση και την ικανοποίηση της στέρησης, αλλά με το περιττό, με αυτό που δεν αλλάζει σε τίποτα τα πράγματα. Το Λονδίνο, όπως και το Λος Άντζελες στο Ζαμπρίσκι Πόιντ (1968) είναι χώρος για άτομα -που δεν τέμνονται και δεν ματώνουν: φιγούρες γεωμετρικές, διαλυμένες στο φάσμα του φωτός, εκούσια τοποθετημένες σε ένα μωσαϊκό από σχέδια, απαλλαγμένο από το φορτίο της ποπ κουλτούρας. Ο Αντονιόνι κινηματογραφεί την απλοποιημένη ψυχολογία των αστών κι όχι τη γραφικότητα του ντεκόρ: στο Λονδίνο της έξαψης υπάρχει αμηχανία, απουσία συναισθημάτων και τεμπελιά -υπάρχει το περίγραμμα της γυναίκας του Μάρσαλ Ράις ("πέρυσι το καλοκαίρι", 1963) αλλά δεν υπάρχει ούτε γυναίκα, ούτε καλοκαίρι. Επιτέλους μια πόλης χωρίς οικολογικούς προβληματισμούς, χωρίς τη σημειολογία του βαθμού μηδέν, χωρίς τις μάχες των φύλων και των φυλών: μια πόλη όπου όλα λείπουν σαν σε διακοπές. Αν η ποπ αρτ του Ράουσενμπεργκ πίστευε πως θα βρει στο Μπλόου απ τη φιλμική της έκφραση, έχασε το στοίχημα:τα σύμβολα της σύγχρονης ζωής βρίσκονται βαθειά μέσα στους ήρωες. Το σεξ, τα ναρκωτικά και το ροκ' ν' ρολ είναι χόμπι και δημοσιογραφικές επινοήσεις: ο Τόμας δεν καταναλώνει εικόνα, δημιουργεί εικόνα -όλα τα άλλα είναι ατυχήματα. Το Μπλόου Απ είναι μια άσκηση στιλ, όπως και το Λονδίνο της στιγμής, μια ταινία και μια πόλη, που, χωρίς οπαδούς, δημιουργούν οι ίδιες ένα νέο κύμα, μια μικροφιλοσοφία, που πρεσβεύει ό,τι μπορούμε να ζήσουμε στο σύγχρονο κόσμο, αρκεί να συλλάβουμε το πνεύμα των καιρών, εκλεκτικά κι όχι σαν μια μπουκιά, ένα πακέτο σαν εκείνο που πούλησαν οι Αμερικανοί κινηματογραφιστές του '60. Το Λονδίνο του Αντονιόνι δεν είναι μια πολεδομική μελέτη, ούτε μια κοινωνιολογική΄απεικόνιση: είναι μια ταινία που αρχίζει με το πάτωμα της πόλης, ένα γρασίδι την επιφάνεια του βιομηχανικού κόσμου, κάτω απ' όπου κρύβονται άχρηστα μυστικά. Ποια είναι λοιπόν η αλήθεια, αναρωτιέται ο Τόμας και σηκώνει αδιάφορα τους ώμους, μέσα σε ένα καταρράκτη από διφορούμενα: μια πόλη δεν είναι φορέας ενός ερωτήματος, που μας κρατάει στη ζωή, ενός βλέμματος που εμπλουτίζεται καθώς στρέφεται περισκοπικά.

Η σκηνοθεσία της πόλης ενισχύει το θεματικό επιχείρημα γύρω από την αντίληψη της αλήθειας, γύρω από τη βεβαιότητα του τι είναι πραγματικό: το Λονδίνο είναι ένας χώρος ονειρικός, όπου ο Αντονιόνι ξεχωρίζει σιλουέτες κι επεισόδια, χωρίς ντοκυμενταρίστικο ισχυρισμό -τίποτα δεν είναι αυτό που φαίνεται. Η πρόσοψη του στούντιο του Τόμας μοιάζει να μη σχετίζεται με τον περιβάλλοντα οικιστικό χώρο και το εστιατόριο όπου τρώει δεν διακρίνεται από ένα ιδιωτικό σπίτι. Τα αντικείμενα αποχωρίζονται από τις λειτουργίες τους, ή, καταλαμβάνουν ανορθόδοξες θέσεις μέσα στο πλαίσιο όπου κινείται ο Τόμας: οι κάτοικοι της πόλης φαίνονται άσχετοι προς το άψυχο υλικό της και για αυτό φαντασματικοί, καθώς παίρνουν μέρος σε πάρτι με ευώδεις καπνούς, ανάμεσα σε βικτωριανά έπιπλα, ή, κάνουν έρωτα (τρόπος του λέγειν) κάτω από το βλέμμα ενός αλαβάστρινου μπούστου. Η πόλη δεν μοντάρει το παρελθόν με το παρόν: απλώς, ο χρόνος δεν υπάρχει. Το Μπλόου απ, σαν δείγμα αφηρημένης τέχνης, δεν εμπεριέχει το χρόνο και το μοναδικό στοιχείο που περικλείει τη χρονική διάσπαση είναι ο λονδρέζικος κοσμοπολιτισμός, η κατ' εξοχήν ιστορία του παρόντος. Η πόλη φωτογραφίζεται σαν ένα ανομοιογενές άθροισμα από έγχρωμες καλόγριες, πολιτοφρουρούς, φοιτητές μεταμφιεσμένους σε κλόουν, ομοφυλόφιλους με σκυλάκια κανίς και ρακοσυλλέκτες, όλα μαζί και ταυτοχρόνως, σε ένα σουρεαλιστικό (ή υπερεαλιστικό) πορτρέτο. Όμως, το Λονδίνο του Αντονιόνι δεν είναι το καρτούν του Ρίτσαρντ Λέστερ, ούτε το φόντο της ποπ-αρτ: μοιάζει πιο πολύ με το Παρίσι του Ντάνιελ Μπιούρεν (του 1968), παρά με το τρελό Λονδίνο της εφήμερης τέχνης της δεκαετίας, στον αστερισμό του σεξ, των ναρκωτικών και του ροκ' ν' ρολ. Για μια ακόμα φορά, ο Αντονιόνι μιλάει μια γλώσσα του μέλλοντος: το Μπλόου απ είναι μια ταινία για παράσταση σεξ (όπως στις σκηνές που ο Τόμας φωτογραφίζει τη Βερούσκα), για παράσταση ναρκωτικών (στο "όργιο", όπου όλα μοιάζουν ακίνητα, ή, στη σκηνή με τον Εον που προετοιμάζει με επιμέλεια τη βραδυνή του δόση) και για παράσταση ροκ' ν' ρολ, αφού η σπασμένη κιθάρα των Γιάρντμπερντς φαίνεται τη μια  στιγμή σαν ένα τρόπαιο και την άλλη σαν ένα σκουπίδι.




Να πέσει αυτό σε πανελλήνιες για ανάλυση, περίληψη, κτλ, και να μην περάσει ούτε ο εξεταστής.
Ευτυχώς πάντως, έχει και παραγράφους, για να καταλαβαίνει ο αναγνώστης πότε αλλάζει το θέμα.
Κι ύστερα λες πως σου φάνηκαν δύσκολα τα "φιλοσοφικά χειρόγραφα" του Μαρξ. Σε παρακαλώ τώρα...