Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα αγροτικά. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα αγροτικά. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 8 Δεκεμβρίου 2013

Το αγροτικό ζήτημα στη Ρωσία

Η μεσοβδόμαδη αστική προπαγάνδα της καθημερινής, στην πιο καθαρή ταξική της μορφή, για το λιμό της ουκρανίας και τη συκοφάντηση της σοβιετικής εξουσίας, δίνει στην κε του μπλοκ αφορμή για τη σημερινή ανάρτηση, που είναι μια απόπειρα εκλαΐκευσης για τις ρίζες του προβλήματος και το ιστορικό πλαίσιο της εποχής, εμπνευσμένη από τη συζήτηση που είχε ανοίξει σε ένα παλιότερο κείμενο του άναυδου για την πλατφόρμα ριούτιν. Από τον τέτοιο χαρακτήρα του προκύπτουν κι οι όποιες υφολογικές διαφορές.

Εντελώς περιληπτικά λοιπόν -με κίνδυνο να αποβαίνουν σε βάρος της ουσίας- θα έλεγα τα εξής.
Το θέμα της αγροτιάς στη ρωσία ήταν πολύ ιδιαίτερο κι είχε νευραλγική θέση.
Καταρχάς γίνεται να κάνεις σοσιαλιστική επανάσταση με στόχο την εργατική εξουσία -δικτατορία του προλεταριάτου κτλ- σε μια χώρα που είναι κατά 90% αγροτική, με το ένα πόδι στη φεουδαρχική εποχή; Από αυτό προέκυψε η πρώτη σοβαρή στρατηγική διαφωνία και διάσπαση μεταξύ μπολσεβίκων και μενσεβίκων, γιατί οι δεύτεροι ήθελαν πρώτα να επικρατήσει πλήρως η αστική επανάσταση και παρέπεμπαν το σοσιαλισμό στο απώτερο μέλλον, θεωρώντας τον οκτώβρη ένα είδος πραξικοπήματος εις βάρος της ιστορίας.

Οι μπολσεβίκοι ξεπέρασαν κάπως το σκόπελο με την πολιτική φόρμουλα του λένιν για δημοκρατική διχτατορία του προλεταριάτου και της αγροτιάς, που καθόριζε το στόχο και τις κοινωνικές δυνάμεις που θα τον εκπλήρωναν και η βασική της ιδέα ήταν να μην αφήσουν την επανάσταση και τις απαραίτητες κινήσεις εκσυγχρονισμού-μετασχηματισμών κτλ στα χέρια της αστικής τάξης, γιατί θα έμεναν στη μέση.

Παρεμπιπτόντως αυτό το θέμα είχε απασχολήσει και τους κλασικούς του μαρξισμού (μαρξ, ένγκελς). Από εκεί ξεκινά η γνωστή ιστορία ότι οι κλασικοί 'διόσκουροι' προέβλεπαν ότι θα ξεσπάσει η επανάσταση στις ανεπτυγμένες χώρες της δύσης κι όχι στην καθυστερημένη περιφέρεια -πχ ρωσία. Και με αυτήν την έννοια ο γκράμσι είχε γράψει 'χαριτολογώντας και λογοτεχνίζοντας' πως ο οκτώβρης ήταν μια επανάσταση ενάντια στο κεφάλαιο του μαρξ. Και βασικά ενάντια σε μια ρηχή ντετερμινιστική ανάγνωση του μαρξισμού -ότι όλα είναι νομοτελειακά και προκαθορισμένα, τελεία και παύλα.

Υπάρχει πάντως και μια επιστολή του μαρξ στη ρωσίδα επαναστάτρια βέρα ζασούλιτς, που λέει ότι οι ρώσοι επαναστάτες θα μπορούσαν να αξιοποιήσουν το κοινοτικό κεκτημένο της ρώσικης αγροτικής κομμούνας για τους πολιτικούς τους σκοπούς. Και τη μνημονεύουμε και σήμερα συχνά-πυκνά, ακριβώς για να δείξουμε ότι η σκέψη του μαρξ και τα πράγματα εν γένει δεν ήταν τόσο μονοσήμαντη, όπως το ‘χουν μερικοί στο μυαλό τους

Όταν ξεσπά η οκτωβριανή επανάσταση, το προλεταριάτο στη ρωσία είναι ισχυρό αλλά σχετικά ολιγάριθμο, λιγότερο από το 10% του πληθυσμού και βασικά συγκεντρωμένο σε μεγάλα αστικά κέντρα. Υπάρχει δηλαδή ο άμεσος κίνδυνος, αν δεν εξασφαλίσει την κοινωνική συμμαχία και συμπόρευση των αγροτών, να πετύχει μια νικηφόρα επανάσταση, που θα επικρατήσει όμως σε ορισμένες μικρές νησίδες, περικυκλωμένες από ένα αντιδραστικό αρχιπέλαγος. Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο την είχε πατήσει 40τόσα χρόνια πριν και η παρισινή κομμούνα.

Παρεμπιπτόντως, όταν μιλάμε για 'αντιδραστικό' αρχιπέλαγος, δεν εννοούμε προφανώς ότι οι αγρότες είναι αντιδραστικοί από τη φύση τους. Εννοούμε τη συνολική καθυστέρηση του αγροτικού τομέα, από την άποψη της παραγωγής, όπου ειδικά στη ρωσία είναι παραπάνω από εμφανής, και τον τρόπο που επηρεάζει αυτός τη συνείδηση του αγροτικού πληθυσμού. Αυτό το αντιμετώπισε αρκετές φορές και μετά από την επικράτησή της η σοβιετική εξουσία, όταν χρειάστηκε για παράδειγμα να φέρει στις πόλεις κόσμο από την επαρχία που δεν είχε δει ποτέ στη ζωή του μηχανές ή ακόμα και τρένα (!), κατέστρεφοντας πολύ συχνά από αμέλεια το μηχανικό εξοπλισμό και γενικά ήταν γεμάτος δεισιδαιμονίες.

Το 17' όμως οι αγρότες πέρασαν με το πλευρό της επανάστασης, γιατί οι μπολσεβίκοι ήταν η μόνη δύναμη που έβαζαν με συνέπεια κι αποφασιστικότητα το σύνθημα του τερματισμού του πολέμου που είχε εξαντλήσει τις αντοχές του λαού, ο οποίος γινόταν κρέας για τα κανόνια της αστικής τάξης, αλλά και το ζήτημα της γης, που απασχολούσε τους αγρότες από πρώτο χέρι. Σε αυτό το σημείο ωστόσο οι μπολσεβίκοι χρειάστηκε να κάνουν ένα συμβιβασμό και να αποδεχτούν το πρόγραμμα των εσέρων -ονομασία από τα αρχικά του αγροτικού κόμματος- που δεν προέβλεπε εθνικοποίηση-κρατικοποίηση της γης, αλλά αναδιανομή της στους αγρότες. Η οποία σε συνθήκες ελεύθερου ανταγωνισμού καταλήγει σε βάθος χρόνου στο ίδιο αποτέλεσμα: συγκέντρωση της γης σε λίγα χέρια επιτήδειων εκμεταλλευτών. Αυτός ο συμβιβασμός μπορεί να εξασφάλισε στους μπολσεβίκους την κοινωνική πλειοψηφία, και την ενεργό στήριξη του μεγαλύτερου μέρους των αγροτών, που πολεμούσε ενάντια στους παλιούς τσιφλικάδες στη διάρκεια του εμφυλίου, αλλά ήταν επώδυνος και τον βρήκαν μπροστά τους στη συνέχεια.

Από εκεί και πέρα οι σχέσεις μπολσεβίκων αγροτιάς πέρασαν από διάφορα στάδια.
Καταρχάς το διάστημα του πολεμικού κομμουνισμού, που ονομάστηκε έτσι επειδή εφαρμόστηκε στην περίοδο του εμφυλίου πολέμου, όπου οι επιτάξεις ήταν απαραίτητες για την επιβίωση του στρατού. Όταν προσπάθησαν να εφαρμόσουν το ίδιο σύστημα μετά τον πόλεμο οι μπολσεβίκοι, ως ένα βουλησιαρχικό τρόπο υπέρβασης των εμπορευματικών σχέσεων, απέτυχαν και ανέκρουσαν πρύμναν, με την εφαρμογή της νεπ (νέα οικονομική πολιτική), που είχε κι αυτή τον χαρακτήρα υποχώρησης απέναντι στους μικροαστούς, τους επιχειρηματίες, τα ξένα κεφάλαια, κτλ. Στην ουσία τους άφηνε περιθώρια να αναπτυχθούν, αλλά κρατούσε κάποια βασικά κλειδιά της οικονομίας (μονοπώλιο στο εξωτερικό εμπόριο) στα χέρια του σοβιετικού κράτους.

Το σκεπτικό της νεπ ήταν πως είχε ρημαχθεί η χώρα κι οι υποδομές της, ο λαός της είχε κουραστεί από τους διαρκείς πολέμους, κι έτσι έπρεπε να αφήσουν την ιδιωτική οικονομία να αναπτυχθεί ελεγχόμενα, για να την απαλλοτριώσουν στη συνέχεια. Στη διάρκειά της ανάσανε κάπως η ύπαιθρος και μαζί της οι αγρότες, αλλά εμφανίστηκαν νέα εκμεταλλευτικά στρώματα, οι λεγόμενοι νεπ-μεν και οι κουλάκοι στην ύπαιθρο, που ήταν το διάδοχο στρώμα των τσιφλικάδων. Δεν είναι καθόλου τυχαίο πως όταν θέλησε ο γκόρμπι να πλασάρει την καπιταλιστική παλινόρθωση με σοσιαλιστικό περίβλημα στη ρωσία, πρόβαλλε την επιστροφή στη «γνήσια πνευματική κληρονομιά» του λένιν και τα τελευταία γραπτά που μας άφησε, επειδή αυτά συνέπιπταν χρονικά με την περίοδο της νεπ. Προσπαθούσαν να δικαιολογήσουν έτσι σε εντελώς διαφορετικές συνθήκες τη στροφή στην αγορά και κατ' ουσίαν την παλινόρθωση του καπιταλισμού.

Το πόσο γρήγορα θα έσπαγε αυτός ο συμβιβασμός και με ποιον τρόπο ήταν ζήτημα για το οποίο υπήρξαν πολλές συγκρούσεις μες στο κόμμα των μπολσεβίκων. Η πλατφόρμα ριούτιν και η δεξιά πτέρυγα ήθελε τη συνέχιση της νεπ και μια αργή ομαλή πορεία, χωρίς σύγκρουση με τους κουλάκους -μια λογική που είχε συνοψιστεί και στην περίφημη φράση του μπουχάριν 'κουλάκοι πλουτίστε'. Εκ των πραγμάτων όμως οι κουλάκοι είχαν αρχίσει να απειλούν τη σοβιετική εξουσία. Κατά δεύτερον, οι σοβιετικοί δεν είχαν τόσο χρόνο κι έπρεπε να δουν πώς θα αναπτύξουν πολεμική και γενικώς βαριά βιομηχανία, γιατί έβλεπαν μπροστά τους τον πόλεμο που ερχόταν.

Η σφοδρή ένταση των συγκρούσεων αυτών δικαιολογείται ακριβώς από την κρισιμότητα των συνθηκών, από το γεγονός ότι η αντίθεση πόλης-χωριού έφτασε σε σημείο που οι πόλεις να μην έχουν να φάνε, ή με άλλα λόγια, η ύπαιθρος -και βασικά οι κουλάκοι- απειλούσαν να πνίξουν το προλεταριάτο των πόλεων στην πείνα. Σε αυτές τις συνθήκες, τα συνθήματα για συνέχεια της νεπ, αναβολή της σύγκρουσης, ήπια μέσα, κτλ, οδηγούσαν αντικειμενικά στον 'αργό θάνατο' της σοβιετικής εξουσίας. Κι αυτό προκύπτει αντικειμενικά, ανεξάρτητα από τα συνθήματα, τις διακηρύξεις ή τις προθέσεις της μίας ή της άλλης πτέρυγας.

Το πώς συντελέστηκε αυτή η αλλαγή είναι ένα άλλο, μεγάλο κεφάλαιο.
Στα τέλη της δεκαετίας του 20' αρχίζει να γίνεται η στροφή στην κολεκτιβοποίηση, δηλ την οργάνωση της αγροτικής παραγωγής σε συνεταιρισμούς και κρατικά αγροκτήματα (σοβχόζ). Θεωρητικά κανείς δε διαφωνεί με την αναγκαιότητά της. Όλοι γνωρίζουν πως οι κατακερματισμένοι μικροί κλήροι δεν έχουν καθόλου καλή απόδοση. Η συνένωση και οργάνωσή τους, σε συνδυασμό με την υλικοτεχνική υποστήριξη που παρείχε το σοβιετικό κράτος (τότε άρχισε η μαζική παρασκευή και χρήση τρακτέρ, σε περιοχές που δεν είχαν δει καν μεταλλικό αλέτρι) δίνει άλλες δυνατότητες και προοπτικές για την ανάπτυξη της αγροτικής οικονομίας.

Στην πράξη τα πράγματα ήταν πολύ πιο σύνθετα. Αν στην περίοδο του πολεμικού κομμουνισμού, οι αγρότες αντιδρούσαν με ένα είδος 'λευκής απεργίας' στις επιτάξεις, παράγοντας μόνο τα απαραίτητα προς το ζην, για να μην υπάρχει περίσσευμα για τις επιτάξεις της σοβιετικής εξουσίας, τώρα οι κουλάκοι προέβαιναν σε συνειδητό σαμποτάζ, σφάζοντας τα ζωντανά, κρύβοντας τη σοδιά στις αποθήκες τους ή πουλώντας την στη μαύρη αγορά κι απειλούσαν με αφανισμό λόγω πείνας το προλεταριάτο των πόλεων.

Η σύγκρουση στην ύπαιθρο οξύνθηκε στο έπακρο κι έγινε αγώνας επιβίωσης. Οι μπολσεβίκοι κομισάριοι κι οι ειδικοί που έρχονταν από την πόλη για να καθοδηγήσουν το προτσές της κολεκτιβοποίησης βρίσκονταν πολύ συχνά δολοφονημένοι σε χαντάκια. Η απάντηση του σοβιετικού κράτους ήταν το ίδιο σκληρή κι αμείλικτη. Κήρυξε τον πόλεμο ενάντια στην τάξη των κουλάκων, στέλνοντας το σύνολό τους σχεδόν -μαζί και κάποιους συγγενείς τους πρώτου βαθμού- στα γκούλαγκ της σιβηρίας, ανάλογα με τη βαρύτητα των αντισοβιετικών τους πράξεων.

Τα αναφέρω αυτά, για να δείξω ότι δε μιλάμε για μια απλή πολιτική διαφωνία, φιλολογικού χαρακτήρα, αλλά για ζητήματα με άμεσα πρακτικό αντίκτυπο, σε συνθήκες πρωτοφανούς έντασης. Παρά τα όσα λέγονται για τις δίκες της μόσχας πχ ή άλλα κύματα εκκαθαρίσεων, αυτή ήταν η πιο δύσκολη και τεταμένη περίοδος που πέρασε η μετεπαναστατική ρωσία, μέχρι την επίθεση των ναζί το 41'.

Τα λάθη, οι υπερβολές, οι παράπλευρες απώλειες αυτού του αγώνα -όσο κυνική κι αν ακούγεται αυτή η διατύπωση- ήταν αναπόφευκτα. Πολλές φορές, από υπερβάλλοντα ζήλο να καλυφθεί το πλάνο, η ένταξη στους συνεταιρισμούς δε γινόταν ακριβώς οικειοθελώς -τακτική που επικρίθηκε δημόσια κι από τον ίδιο το στάλιν, με άρθρο γραμμής στο σοβιετικό τύπο της εποχής («ο ίλιγγος της επιτυχίας»). Πολλοί ήταν κι οι μικρομεσαίοι αγρότες, που -είτε επειδή είχαν στην κατοχή τους κάποιο ζωντανό, είτε επειδή επηρεάζονταν ιδεολογικά από τις δυνάμεις της αντίδρασης- θεωρήθηκαν κουλάκοι και εκτοπίστηκαν. Ενώ ο πυρετός της 'συνεταιριστικοποίησης' έφτανε κάποιες φορές να κοινωνικοποιεί σχεδόν τα πάντα –ακόμα και τα ατομικά υπάρχοντα του καθενός- κι όχι μόνο τα μέσα παραγωγής, και βασικά τη γη.

Αυτά βέβαια είναι εύκολο να τα κρίνουμε εκ των υστέρων έξω από τον χορό. Καμία επανάσταση δεν είναι αναίμακτη, χωρίς θυσίες, και στην ουσία η κολεκτιβοποίηση ήταν ο δεύτερος γύρος της επανάστασης στην ύπαιθρο, όπου το 17' είχε επιτευχθεί ένας προσωρινός συμβιβασμός. Και είναι τελείως διαφορετικό πράγμα να βιώνεις δια ζώσης και να πρέπει να χειριστείς χωρίς λάθη τόσο δύσκολες κι οξυμένες καταστάσεις. Ένα πολύ καλό λογοτεχνικό βιβλίο, που περιγράφει αυτή την περίοδο, και ίσως αγγίξει ευαίσθητες χορδές στους αναγνώστες αγροτικής καταγωγής, είναι η 'ξεχερσωμένη γη' του σολόχοφ. Αν πάλι προτιμούν κάτι πιο γενικό και κλασικό, υπάρχει και το 'πώς δενότανε το ατσάλι' του οστρόφσκι (στην ουσία είναι αυτοβιογραφικό), που περιγράφει την περίοδο της επανάστασης μέχρι και το σταχανοφικό κίνημα στις πόλεις για την υπερκάλυψη του πλάνου.

Το αν πέτυχε ή όχι τελικά αυτή η υπόθεση, κρίνεται κι εκ του αποτελέσματος. Αν η λαϊκή πλειοψηφία είχε στραφεί ενάντια στη σοβιετική εξουσία και υπέμενε το ζυγό της μόνο στη βάση της τρομοκρατίας, θα είχε περάσει μαζικά με το μέρος των ναζί ή θα εκμεταλλευόταν την κατάσταση για να επιστρέψει στο προηγούμενο καθεστώς. Αντιθέτως οι σοβιετικοί, στο μεγάλο πατριωτικό πόλεμο -όπως ονομάστηκε και πέρασε στη σοβιετική ιστορία-, δεν πολεμούσαν μόνο για τα πάτρια εδάφη, ή μόνο ενάντια στο φασισμό, αλλά ακριβώς υπέρ της σοβιετικής πατρίδας και της υπόθεσης του σοσιαλισμού που την ένιωθαν και δική τους. Και είχαν απτά επιχειρήματα και λόγους για αυτό.

Κυριακή 3 Μαρτίου 2013

Το αγροτικό ζήτημα

Με αφορμή τον πρώτο γύρο των αγροτικών κινητοποιήσεων που φαίνεται να οδεύει προς τερματισμό αλλά συνεχίζεται πολύμορφα, σκεφτόμουν να γράψω κάποια πράγματα σχετικά με το αγροτικό ζήτημα. Σε τι συνίσταται όμως το αγροτικό ζήτημα; Η κε του μπλοκ δεν έχει τα φόντα και τα προσόντα, για να προβεί σε μια ολοκληρωμένη ανάλυση. Αλλά σκοπεύει να κάνει μια εντελώς συνοπτική κι επιλεκτική ιστορική αναδρομή, για να καταλήξει στο παρόν και την επισήμανση κάποιων βασικών πτυχών.

Η αναδρομή αυτή ξεκινά από τη «μητέρα ρωσία» και τη σημασία της ρώσικης αγροτικής κοινότητας του 19ου αιώνα. Ο μαρξ (που είχε καταπιαστεί με την εκμάθηση των ρωσικών και τη μελέτη της ρώσικης κοινωνίας, για να ολοκληρώσει τις θεωρητικές του επεξεργασίες πάνω στη γαιοπρόσοδο) είχε αναφερθεί στο θεσμό αυτό στη γνωστή επιστολή του προς τη ρωσίδα επαναστάτρια βέρα ζασούλιτς: η ρωσία έχει μια θαυμάσια ευκαιρία να αξιοποιήσει την κοινοτική ιδιοκτησία, για να περάσει στο σοσιαλισμό, χωρίς να υποστεί τα δεινά του ενδιάμεσου καπιταλιστικού σταδίου.

Την αναφέρω ως γνωστή γιατί είναι ένα από τα σχετικά πρώτα πράγματα που μαθαίναμε και στην οργάνωση, ως απάντηση στο επιχείρημα ότι οι κλασικοί προέβλεπαν ότι η επανάσταση θα γίνει σε μια προηγμένη χώρα της δύσης, και συνεπώς: είτε διαψεύστηκαν, είτε η οκτωβριανή επανάσταση «αμέλησε» τις νομοτέλειες του μαρξισμού και της κοινωνικής εξέλιξης –κάτι που «πλήρωσε πολύ ακριβά» στη συνέχεια. Η επιστολή αυτή αναιρεί κατ’ ουσίαν την παραπάνω κριτική. Ο μαρξ είχε διαβλέψει ως προοπτική τη δυνατότητα της ρωσίας να παρακάμψει την καπιταλιστική βαθμίδα στη βάση της ρωσικής αγροτικής κομμούνας και της κοινοτικής ιδιοκτησίας.

Με αυτήν τη σημείωση ο μαρξ δεν προκρίνει την κατίσχυση των κοινοτικών κατάλοιπων επί της τεχνολογικής ανάπτυξης ως βάση για την οικοδόμηση του σοσιαλισμού, όπως διακήρυσσαν κάποιες θεωρίες ναρόντνικης προέλευσης και πανσλαβιστικής χροιάς (χέρτσεν). Αλλά τη βάσιζε, όπως σημειώνει πολύ εύστοχα κι η έλλη παππά στο βιβλίο της για το μύθο και την ιδεολογία στη ρωσία της εποχής, στην ιστορική συγκυρία της επιβίωσης αυτής της κομμούνας και της παράλληλης αξιοποίησης της τεχνολογικής βάσης των χωρών της δύσης, για να μετεξελιχθεί από κοινοτική σε σοσιαλιστική, αποφεύγοντας την ενδιάμεση βασανιστική πορεία. Με άλλα λόγια να καρπωθεί τα καλά κι ωφέλιμα του καπιταλισμού, χωρίς τα δεινά που επέφερε στους λαούς η ανάπτυξή του.

Στη συνέχεια βέβαια η παππά τα κάνει μούσκεμα και λέει ότι αυτός ο συνδυασμός (της καθυστερημένης αγροτικής κοινότητας με τη σταδιακά τεχνολογική της ανύψωση) υπαγόρευε τη συνέχιση της πολιτικής της νεπ ως της μόνης γνήσιας μαρξικής λύσης. Δεν είναι τυχαίο εξάλλου ότι γράφοντας αυτό το βιβλίο το 90’, η παππά υποστηρίζει ένθερμα το μαρξιστικό χαρακτήρα της περεστρόικα του γκόρμπι. Ο οποίος είχε αποκαταστήσει δυο χρόνια πριν τον μπουχάριν, τον επικεφαλής της αντιπολίτευσης που ήθελε τη μακρόχρονη εφαρμογή της νεπ, και την ίδια στιγμή έβαλλε κατά της κολεκτιβοποίησης και των μαύρων κηλίδων της σταλινικής περιόδου.

Όπως ακριβώς και η παππά. Η οποία φαινόταν να υποτιμά κατάφορα –γιατί κάθε άλλο παρά αγνοούσε- τους παράγοντες που επέβαλαν αντικειμενικά την επιλογή και τους ρυθμούς της κολεκτιβοποίησης (θα μπορούσαν να επιτευχθούν και με άλλα μέσα, μας λέει) αφετέρου τον προσωρινό χαρακτήρα πισωγυρίσματος που είχε η νεπ, η εφαρμογή της οποίας είχε ως αντικειμενικό της σκοπό την πρωταρχική συσσώρευση κεφαλαίου, που θα κινούσε την οικονομία.

Το κεφάλαιο της νεπ και της κολεκτιβοποίησης θα το πιάσουμε ίσως ξεχωριστά σε επόμενο κείμενο. Εφόσον όμως μιλάμε για παράκαμψη του καπιταλισμού και υιοθέτηση του τεχνολογικού κεκτημένου του χωρίς τα αρνητικά του στοιχεία, οφείλουμε να συνυπολογίσουμε ότι αυτή η συσσώρευση στη ρωσία έπρεπε να επιτευχθεί χωρίς τα κανιβαλικά σχεδόν μέσα που μεταχειρίστηκε ο ευρωπαϊκός καπιταλισμός εις βάρος των αποικιών και του νέου κόσμου, με τις πλούσιες πρώτες ύλες. Επομένως αυτή η συσσώρευση έπρεπε να επιτευχθεί βασικά από ίδιους πόρους και δυνάμεις. Αυτό ήταν που καθόρισε τόσο την προσωρινή προσέλκυση ξένων ιδιωτικών κεφαλαίων στα πλαίσια της νεπ, όσο και το αγροτικό ζήτημα εν γένει, που είχε στον πυρήνα του τη σχέση πόλης-υπαίθρου, προλεταριάτου κι αγροτιάς, ή αλλιώς βιομηχανικού κι αγροτικού τομέα.

Αυτή η ιδέα του συνδυασμού της δυτικής τεχνολογικής βάσης με τη ρώσικη πολιτική ιδιαιτερότητα παρέμεινε στις προσδοκίες των μπολσεβίκων, που πίστευαν ότι ο οκτώβρης ήταν η πρώτη από ένα κύμα επαναστάσεων που θα ακολουθούσε στην υπόλοιπη ευρώπη. Και εν μέρει έτσι έγινε. Αλλά καμία από αυτές τις επαναστάσεις δεν κατάφερε να στερεοποιηθεί και να κρατήσει την εξουσία.

Παρόλα αυτά οι σοβιετικοί εξακολουθούσαν τα πρώτα χρόνια να πιστεύουν πως θα ακολουθούσαν κι άλλες χώρες την τύχη της ρωσίας, που τότε θα σταματούσε να είναι υπόδειγμα και θα γινόταν ξανά καθυστερημένη από τεχνική και πολιτική άποψη, και θα χρειαζόταν εκ νέου τη στήριξη και την υλική βοήθεια της δύσης. Μέχρι που κατάλαβαν πως το ιμπεριαλιστικό σύστημα είχε καταφέρει προσωρινά να κλείσει το επαναστατικό ρήγμα του πρώτου παγκοσμίου πολέμου και να πετύχει μια σχετική σταθεροποίηση. Οπότε προχώρησαν σε καινούριες επεξεργασίες.

Τι έπρεπε λοιπόν να πουν σε αυτή τη συγκυρία οι ρώσοι; Να πουν ότι είναι αντιμαρξιστικό να προχωρήσουμε στην οικοδόμηση των βάσεων του σοσιαλισμού και να την εγκαταλείψουν; Να επιχειρήσουν την πολεμική εξαγωγή της «διαρκούς» επανάστασης, όπως φαντάζονται κάποιοι τροτσκιστές, κι όπως ίσως προσπάθησε εν μέρει επί τρότσκι ο κόκκινος στρατός στην πολωνία, χωρίς κάποιο θετικό αποτέλεσμα;

Έπρεπε να συνεχίσουν στο δρόμο της νεπ μας λέει η έλλη παππά, θεωρώντας την ως μονόδρομο για τη σοσιαλιστική οικοδόμηση, γιατί μόνο αυτή μπορούσε να εξασφαλίσει τη σύνδεση με την προηγμένη υλική βάση του δυτικού καπιταλισμού, κι όχι ως απαραίτητο ελιγμό της σοβιετικής εξουσίας, για να επιβιώσει και να σταθεί στα πόδια της.

Ο οκτώβρης κι η σοσιαλιστική οικοδόμηση όμως δε βασίστηκαν τελικά σε αυτό το σχήμα του μαρξ για την αγροτική κοινότητα και την ύπαιθρο (τις παραμέτρους του οποίου αναπαράγει δογματικά κι εξωιστορικά η παππά). Αλλά στις πόλεις, την υψηλή συγκέντρωση του προλεταριάτου στα μεγάλα αστικά κέντρα, τις εργατικές οργανώσεις και την πλούσια πολιτική τους πείρα, στη διάρκεια μιας πολύ συμπυκνωμένης, μεστής σε γεγονότα και διεργασίες περιόδους, με τρία επαναστατικά ξεσπάσματα.

Όπως επισήμανε κι ο πλεχάνοφ, οι κοινότητες αυτές αποδιαρθρώθηκαν ραγδαία μετά την αγροτική μεταρρύθμιση του 1861 και το κοινοτικό κεκτημένο εξαλείφθηκε σταδιακά, χωρίς να αποτελεί σημαντικό παράγοντα στα χρόνια της επανάστασης, πόσο μάλλον αργότερα, κατά την περίοδο της κολεκτιβοποίησης, ως βάση των συνεταιρισμών (κολχόζ).

Εφόσον λοιπόν η παππά συμφωνεί με αυτή τη θέση, που την αναφέρει και στη συνέχεια του βιβλίου της, και παραμένει προσκολλημένη στο γράμμα του μαρξισμού κι ενός γράμματος του μαρξ (με μια ορισμένη ερμηνεία του), θα όφειλε να ακολουθήσει με συνέπεια μέχρι τέλους τη διαδρομή του πλεχάνοφ και να καταλήξει στο ίδιο συμπέρασμα με τους μενσεβίκους: αφού η ρωσία έχασε την ευκαιρία να οικοδομήσει σοσιαλισμό στη βάση της αγροτικής κομμούνας (με την τεχνική υποστήριξη της δύσης), θα έπρεπε να το κάνει στη βάση που θα της έδινε η αστική επανάσταση κι η ανάπτυξη του ρώσικου καπιταλισμού. Θέση στην οποία κατέληξαν κι οι μενσεβίκοι και η οποία θα εξηγούσε απόλυτα την πολιτική της συμπάθεια για τη νεπ. (Αυτή αντιθέτως αφοσιώνεται στην εμμονή της με το στάλιν και επιχειρεί να φορτώσει στο σοβιετικό μαρξισμό τη μηχανιστική αντίληψη ότι μια κοινωνία πρέπει να περάσει υποχρεωτικά απ’ όλες τις ενδιάμεσες βαθμίδες και τα συστήματα της κοινωνικής εξέλιξης –φεουδαρχία, καπιταλισμός, σοσιαλισμός, κτλ).

Η επανάσταση όμως δε μπορούσε να βασιστεί στην αστική τάξη. Κι η σοβιετική εξουσία μετά τον οκτώβρη δε μπορούσε να στηριχθεί στην αγροτιά, ούτε φυσικά στη βοήθεια της καπιταλιστικής δύσης –που την αγκάλιασε από τις πρώτες μέρες της ύπαρξής της, για να την πνίξει στρατιωτικά. Στην πραγματικότητα εκτός από τον ιμπεριαλιστικό περίγυρο και τη μόνιμη απειλή που δημιουργούσε, είχε να αντιμετωπίσει και την περικύκλωση από τη ρωσική ύπαιθρο και τους αγρότες που αποτελούσαν το 80% του πληθυσμού της χώρας. Κι αυτό καθόρισε τις αντιφατικές σχέσεις της σοβιετικής εξουσίας με την αγροτική τάξη, που δεν ήταν εξ ορισμού επαναστατική.

Οι μπολσεβίκοι αποτύπωσαν στο πρόγραμμά τους τη συμμαχία με τους φτωχούς αγρότες ήδη επί τσαρικής εξουσίας με την πολιτική φόρμουλα της δημοκρατικής δικτατορίας του προλεταριάτου και της αγροτιάς. Τον οκτώβρη αποδέχτηκαν το πρόγραμμα των εσέρων για τη γη εις βάρος του δικού τους, κι απάλλαξαν τους αγρότες από τους καταπιεστές τους, για να εισπράξουν ως αντάλλαγμα την ενεργό στήριξη της πλειοψηφίας τους στα δύσκολα χρόνια του εμφυλίου.

Παράλληλα όμως κέρδιζαν χρόνο για την τελική σύγκρουση, όχι με τους φτωχούς αγρότες, αλλά με την «ύπαιθρο»: τους πλούσιους κουλάκους που ξεπηδούσαν μέσα από τα ερείπια της παλιάς κοινότητας και κυρίως με το θεσμό της μικρής ιδιοκτησίας, που αναγεννούσε αυθόρμητα κι αδιάκοπα τις παλινορθωτικές τάσεις του καπιταλισμού.

Αυτή τη μάχη οι μπολσεβίκοι την έδωσαν με τη διαδικασία της κολεκτιβοποίησης. Αλλά αυτό είναι ένα καινούριο κεφάλαιο, που ίσως δούμε σε κάποια άλλη ανάρτηση.

Παρασκευή 5 Φεβρουαρίου 2010

Στιγμές απ' την ταξική πάλη στο μεσοπόλεμο

Διδακτικές ιστορίες εν όψει της απεργίας στις 10 φλεβάρη κι άλλων αγωνιστικών διεργασιών από τις αναμνήσεις του παλιού στελέχους του κκε δημήτρη βλαντά.

Τον βλαντά ως μονοπρόσωπη κε του μπλοκ τον συμπαθούμε γιατί είναι κομμουνιστής και τα λέει τσεκουράτα –κι ας μην τα λέει πάντα σωστά. Γραφή άμεση, προφορική, γνήσια λαϊκή, τέτοια που σήμερα ελάχιστοι σύντροφοι έχουν και μπορούν να πλησιάσουν. Αυτή η γενιά των κομμουνιστών, που έζησε την αντίσταση και τον εμφύλιο ήταν σπάνια από κάθε άποψη, μαζί και στην ικανότητά της να πιάνει τον παλμό του κόσμου και την ουσία με δυο λόγια. Στοιχείο που χάνεται μαζί με όλα τα άλλα κι είναι ζητούμενο να το βρούμε από την αρχή.

Μέρος πρώτο: η σύγκρουση

Η φορομπηχτική πολιτική της κυβέρνησης ζαΐμη προκάλεσε το κάψιμο της οικονομικής εφορίας στην κωμόπολη μοίρες της μεσσαράς και το μεγάλο αντιφορολογικό συλλαλητήριο στο ηράκλειο της κρήτης, στις 21-1-1928. Σ’ αυτή την πάλη πήρα ενεργά μέρος. Αξίζει να την περιγράψω όπως την έζησα.

Το πρωί της 21-1-1928, η οργάνωση του κκε και της οκνε οργάνωσε μια νόμιμη συγκέντρωση στο θέατρο πουλακάκη προς τιμήν του θανάτου των λένιν-λίμπκνεχτ-ρόζας λούξεμπουργκ. Την τελευταία στιγμή η ασφάλεια απαγόρευσε τη συγκέντρωση με τη δικαιολογία ότι είχε φτάσει στο λιμάνι του ηρακλείου μια μοίρα του αγγλικού πολεμικού στόλου κι έπρεπε να αποφευχτούν κομμουνιστικές εκδηλώσεις. Η αλήθεια είναι ότι η ασφάλεια είχε πληροφορίες πως εκείνη τη μέρα θα γίνονταν κάθοδος των αγροτών του νομού στο ηράκλειο κι η απαγόρευση είχε σκοπό να εμποδίσει μια εργατική συγκέντρωση που μπορεί να συνενώνονταν με το αγροτικό συλλαλητήριο.

Παρά την απαγόρευση, η συγκέντρωσή μας έγινε στην πλατεία τρεις καμάρες. Σε αυτή μίλησε ο χωριανός μου στέλιος παπαδομιχελάκης. Η χωροφυλακή επιτέθηκε να διαλύσει τη συγκέντρωση. Υποχώρησε εξαιτίας αντεπίθεσης των συγκεντρωμένων. Τότε επενέβηκαν δυο λόχοι βαθμοφόρων του συντάγματος ηρακλείου με τη βοήθεια πυροσβεστικών αντλιών που έριχναν μελανωμένο νερό.
Στο μεταξύ η συγκέντρωση είχε μετατραπεί σε διαδήλωση στον πιο κεντρικό δρόμο του ηρακλείου πλατειά στράτα. Οι λόχοι προχωρούσαν με προτεταμένα όπλα, οι λόγχες ακουμπούσαν στα στήθη των διαδηλωτών.

Εγώ φοβήθηκα και χώθηκα στο μέσο της διαδήλωσης. Αυτή ήταν η πρώτη φορά που έπαιρνα μέρος σε παράνομη διαδήλωση. Θαύμαζα την παληκαριά εκείνων που βρίσκονταν επικεφαλής της. Είχαν πιάσει τα όπλα από τις κάνες κι έσπρωχναν προς τα πίσω τους βαθμοφόρους.
Τελικά η διαδήλωση διαλύθηκε.

Εμείς ξέραμε ότι εκείνη τη μέρα θα γινόταν αγροτική αντιφορολογική κάθοδος στο ηράκλειο. Η κομματική οργάνωση κι η οργάνωση της κομμουνιστικής νεολαίας είχαν εκτυπώσει προκηρύξεις με αντιφορολογικό περιεχόμενο για να τις μοιράσουμε στους αγρότες. Κατά τη διανομή τους από ομάδες της κομμουνιστικής νεολαίας, μας χτύπησαν πλουσιοχωριάτες στων χανίων την πόρτα.

Το μεσημέρι πλησίαζε στο ηράκλειο η κεφαλή του αγροτικού συλλαλητηρίου. Το θέμα ήταν μεγαλειώδες. Όταν η κεφαλή του συλλαλητηρίου βρίσκονταν σων χανίων την πόρτα το τέλος του ήταν πέρα από τον ποταμό γυόφορο, μια απόσταση περίπου τρία χιλιόμετρα. Πολλοί αγρότες ήταν καβάλα σε άλογα, μουλάρια και γαϊδούρια. Πολλοί ήσαν ένοπλοι, άλλοι κρατούσαν κοντόξυλα.
Δια μέσου της πλατειάς στράτας, η διαδήλωση κατευθύνθηκε στη νομαρχία. Κατά τη διαδρομή προς το κέντρο της πόλης ενώθηκαν με τους αγρότες οι εργάτες κι οι επαγγελματοβιοτέχνες. Ο στρατός κλείστηκε στους στρατώνες από φόβο της διοίκησης του συντάγματος ένωσης των φαντάρων με τους αγρότες, μια που ήταν παιδιά τους. Η χωροφυλακή είχε κλειστεί στα αστυνομικά τμήματα. Οι διαδηλωτές φώναζαν: κάτω οι φόροι, κάτω η κυβέρνηση.

Οι πλουσιοχωριάτες προσπαθούσαν να κυριαρχήσουν στα συγκεντρωμένα πλήθη. Διάφοροι ομιλητές τους εκφωνούσαν ένα χείμαρρο μπούρδες. Προσπαθούσαν να παραπλανήσουν και να κουράσουν τα συγκεντρωμένα πλήθη. Οι αγρότες άρχισαν να κουράζονται και να αγαναχτούν. Ελάχιστοι άκουγαν ό,τι έλεγαν εκείνοι που μιλούσαν γιατί δεν τους συγκινούσε η δημαγωγία, μα και γιατί υπήρχε τρομερή φασαρία. Φωνές ανθρώπων, χλιμιντρίσματα αλόγων και μουλαριών, γκαρίσματα γαϊδάρων.

Για να καθησυχάσουν οι πλουσιοχωριάτες το εξαγριωμένο πλήθος, έβγαλαν στο μπαλκόνι της νομαρχίας έναν ομιλητή που κρατούσε στο χέρι του ένα χαρτί. Φώναξε δυνατά, ησυχία. Η ανθρωποθάλασσα ησύχασε. Τότε αυτός είπε.
Πήραμε τηλεγραφική απάντηση από την κυβέρνηση ότι δέχεται τα αιτήματά μας.
Ο κόσμος άκουσε την ανακοίνωση με μουρμουρητά δυσπιστίας.

Τότε πρότεινα στον χωριανό μου στέλιο παπαδομιχελάκη να μιλήσει για να ξεσκεπάσει την απάτη για κυβερνητικό τηλεγράφημα. Αυτός αρνήθηκε με τη δικαιολογία ότι θα τον αποδοκίμαζαν οι αγρότες.
Εγώ είχα συγκεντρώσει γύρω μου μια ομάδα μελών της κομμουνιστικής νεολαίας. Μια που ο παπαδομιχελάκης αρνήθηκε να μιλήσει, είπα στους συντρόφους μου να με σηκώσουν στους ώμους τους για να με βλέπουν οι αγρότες. Φώναξα όσο πιο δυνατά μπορούσα.
Βρε απατεώνα, ποιους κοροϊδεύεις; Πότε πρόφτασε να συνεδριάσει η κυβέρνηση και να στείλει τηλεγράφημα ότι δεν δέχεται τα αιτήματά μας;
Μετά στράφηκα στην ανθρωποθάλασσα κι είπα.
Σας κοροϊδεύουν για να κουραστείτε και να φύγετε στα χωριά σας.

Επακολούθησε πανδαιμόνιο. Οι χωριάτες πετούσαν πέτρες στα παράθυρα της νομαρχίας, μερικοί πυροβολούσαν, όλοι φώναζαν: μας πουλήσατε παλιόσκυλα, θα σας σφάξουμε. Εκείνοι που παράσταιναν τους καθοδηγητές του συλλαλητηρίου, εξαφανίστηκαν στο εσωτερικό του χτιρίου της νομαρχίας.

Εκείνη τη στιγμή παρουσιάστηκε στο μπαλκόνι ένας ηλικιωμένος καλοκουστουμαρισμένος κύριος. Φώναξε, ησυχία! Άρχισε να λέει.
Αφού δε θέλετε να ακούσετε τους άλλους, ακούστε τη δικαιοσύνη.
Αυτός ήταν ο εισαγγελέας του ηρακλείου.
Με ξανασήκωσαν οι νεολαίοι στους ώμους τους. Μες σε σχετική ησυχία φώναξα.
Ποια δικαιοσύνη βρε απατεώνα; Εσύ κόβεις τα εντάλματα για φόρους και χώνεις στη φυλακή τη φτωχολογιά.
Νέο πανδαιμόνιο. Φωνές και πυροβολισμοί. Θα σας σφάξουμε άτιμοι. Ο εισαγγελέας εξαφανίστηκε.

Το πώς δεχόταν ο κόσμος τα συνθήματά μας απόδειχνε πως ήταν η κατάλληλη στιγμή μιλήσουμε. Ανέβηκα στο περβάζι ενός παραθύρου του πρώτου πατώματος της νομαρχίας και φώναξα.
Τι στεκόμαστε εδώ τόσες ώρες; Δίπλα μας είναι η φυλακή με εκατοντάδες αγρότες φυλακισμένους για φόρους. Εμπρός να τους απελευθερώσουμε.

Η ανθρωποθάλασσα κινήθηκε προς τη φυλακή φωνάζοντας. Εμπρός να απελευθερώσουμε τα αδέρφια μας.
Οι πλουσιοχωριάτες είδαν ότι τους πήραμε την καθοδήγηση του συλλαλητηρίου και κάλπασαν προς τη φυλακή. Έφτασαν εκεί μαζί με τον εισαγγελέα, πριν από τους διαδηλωτές. Ο εισαγγελέας αποφυλάκισε μερικούς από κείνους που είχαν κάψει την οικονομική εφορία της μεσσαράς. Οι πλουσιοχωριάτες τους άρπαξαν πάνω στα άλογά τους και φώναζαν: νικήσαμε! Ας διαδηλώσουμε τη νίκη μας. Έτσι παράσυραν τον κόσμο μακριά από τη φυλακή.
Μάταια φωνάζαμε ότι πρέπει να απελευθερώσουμε όλους τους φυλακισμένους για φόρους αγρότες. Ο κόσμος παρασύρθηκε γιατί είχε κουραστεί. Μια που οι πλουσιοχωριάτες κατάφεραν να παρασύρουν το συλλαλητήριο μακριά από τη φυλακή, παράτησαν τους χωριάτες στους δρόμους του ηρακλείου κι έφυγαν για τα χωριά τους. Η αγανάκτηση των αγροτών ήταν απερίγραφτη. Κατά ομάδες έφευγαν για τα χωριά τους.

Όλα όσα έκθεσα είχαν σαν αποτέλεσμα να καταλάβει η καθοδήγηση της οργάνωσης του κκε ηρακλείου ότι η φτωχή αγροτιά μπορεί να κινητοποιηθεί επαναστατικά αν της μιλάμε σωστά και κατανοητά. Έτσι δραστηριοποιήθηκε. Ξεσκέπασε τη φορομπηχτική πολιτική της κυβέρνησης και τη διαγωγή των πλουσιοχωρικών. Έριξε κι εκλαΐκευσε το σύνθημα καθαίρεσης των αυτόκλητων επιτροπών αγώνα που αποτελούνταν από πλουσιοχωριάτες κι εκλογή επιτρόπων λαϊκού αγώνα από φτωχούς και μεσαίους αγρότες.
Αυτό το σύνθημα κατάχτησε τη φτωχή και μεσαία αγροτιά. Σε εξαιρετικά σύντομο διάστημα έγιναν συγκεντρώσεις κατά χωριό, καθαιρέθηκαν οι αυτοδιορισμένες επιτροπές κι εκλέχτηκαν λαϊκές επιτροπές αγώνα. Στην ταχύτητα εκπλήρωσης αυτού του καθήκοντος έπαιξε μεγάλο ρόλο η επιρροή που είχαμε καταχτήσει στη φτωχή και μεσαία αγροτιά μέσω του παλιοπολεμιστικού κινήματος.

Στις 12-2-1928 έγινε συνέλευση των λαϊκών επιτροπών αγώνα στην πρωτεόυσα της επαρχίας μαλεβυζίου άγιος μύρωνας. Τα χαράματα άρχισαν να χτυπούν οι καμπάνες του αγίου μύρωνα σα σινιάλο συγκέντρωσης των λαϊκών επιτροπών. Η κωμόπολη άγιος μύρωνας είναι χτισμένη σε ένα ύψωμα που δεσπόζει σε όλη την επαρχία μαλεβυζίου. Απάντησαν οι καμπάνες όλων των χωριών κι έξω από αυτή την επαρχία. Αυτό το είδος συναγερμού ήταν μεγαλειώδες.

Η συγκέντρωση των επιτροπών αγώνα μετατράπηκε σε νέο αγροτικό συλλαλητήριο. Εκλέχτηκε κεντρική λαϊκή επιτροπή αγώνα. Πάρθηκαν αποφάσεις για τν παραπέρα πορεία του αγώνα. Εκλέχτηκε μια μαζική επιτροπή για να στείλει τηλεγραφικά στην κυβέρνηση το ψήφισμα της συγκέντρωσης. Η επιτροπή κάλπασε με άλογα προς το ηράκλειο, ανάγκασε το διευθυντή του τηλεγραφείου να μεταδώσει αμέσως το ψήφισμα στην κυβέρνηση απλήρωτο, γιατί στον άγιο μύρωνα περίμεναν χιλιάδες αγρότες, έτοιμοι να ξανακατέβουν στην πόλη.

Τρομοκρατημένη η κυβέρνηση από τον αντιφορολογικό ξεσηκωμό της αγροτιάς της κρήτης κι από τον κίνδυνο να πάρει αυτή πανελλαδικό χαρακτήρα, ανέστειλε την ψήφιση των φορολογικών νομοσχεδίων. Η κυβέρνηση ζαΐμη τελικά παραιτήθηκε. Βέβαια την χαριστική βολή δεν την έδωσαν οι αγρότες της κρήτης, αλλά ο βενιζέλος για τους λόγους που εξήγησα (σ.σ: σε άλλο κεφάλαιο).

Μετά από τν παραπάνω νίκη της φτωχής και μεσαίας αγροτιάς, οι λαϊκές επιτροπές αγώνα έπεσαν σε αδράνεια. Η καθοδήγηση της οργάνωσης του κκε δε μπόρεσε να δώσει νέο περιεχόμενο στη δράση τους. Έτσι σταμάτησε αυτό το μεγάλο και μαχητικό λαϊκό κίνημα.

Για μένα προσωπικά, αυτό το κίνημα ήταν μεγάλο σχολειό. Κατάλαβα πώς μπορεί ένας επαναστάτης να πλησιάζει πλατειές λαϊκές μάζες και να τις κατευθύνει στην πάλη. Η κούφια ρητορική είναι κατάλληλη μόνο για δημαγωγία. Ο επαναστάτης, αν πραγματικά είναι τέτοιος, πιάνει κάθε φορά την ουσία του ζητήματος και πείθει τις πλατειές μάζες των εργαζόμενων.


Οι συνειρμοί είναι ελεύθεροι κι ο καθένας παίρνει αυτόν που του ταιριάζει. Τα διαχρονικά προβλήματα της αγροτιάς, το καπέλωμα από τους πλουσιοχωριάτες, οι κοινές συγκεντρώσεις με τη γσεε και πώς να τις διαχειριστούμε, το κίνημα αλληλεγγύης στους φυλακισμένους, οι μαχητικές τακτικές του πρώιμου κκε, οι αυτόκλητες επιτροπές αγώνα κι η αντικατάστασή τους με λαϊκές επιτροπές από φτωχομεσαίους, η κεντρική λαϊκή επιτροπή αγώνα (κάτι σαν συντονιστικό), το κίνημα που δεν πήρε νέο περιεχόμενο κι έπεσε σε αδράνεια.
Όλα τα ‘χει ο μπαχτσές… Και πάνω απ’ όλα η τελευταία παράγραφος, που έχει όλο το ζουμί για το σήμερα.

Δεύτερο μέρος: τρία υστερόγραφα

-Μια προεκλογική περιοδεία του βλαντά που δείχνει ποιοι παπάδες ήταν η μαγιά της αντίστασης τότε, του παμε παπάδων σήμερα, το οποίο προβάλλει ως ώριμη αναγκαιότητα κι απαίτηση των καιρών.

Στην αχλάδα έγινε το παρακάτω επεισόδιο:
Έφτασα στο χωριό λίγο πριν το μεσημέρι. Μπήκα στο καφενείο όπου κουτσόπιναν καμιά δεκαριά χωριάτες με τον παπά του χωριού. Αυτός ήταν θεριό άντρας, όπως λένε στην κρήτη. Τους έδωσα προεκλογικό υλικό και παράγγειλα έναν καφέ. Ο παπάς με ρώτησε από ποιο χωριό ήμουνα και πώς με λένε. Όταν άκουσε το επίθετο πετάχτηκε πάνω χαρούμενος: σφακιανός είσαι μωρέ; Του διηγήθηκα σύντομα την ιστορία του προπάππου μου. Ο παπάς ενθουσιάστηκε. Όπως τα είχε κοπανήσει λίγο, μου διηγήθηκε την ιστορία του. Την παραθέτω περιληπτικά.

Κι εγώ μωρέ, σφακιανός είμαι. Έφυγα από τα σφακιά, γιατί σκότωσα έναν χωριανό μου.
Τον διέκοψα: μου φαίνεται παπά, ότι άρχισες να με κοροϊδεύεις. Φονιάς και παπάς, αυτό είναι αδύνατο.
Ο παπάς γέλασε και συνέχισε: σου λέω, λόγω τιμής, ότι σκότωσα έναν χωριανό μου για λόγους τιμής. Γι’ αυτό έφυγα από τα σφακιά γιατί θα με σκότωναν οι συγγενείς του. Το δικαστήριο με αθώωσε. Τι δουλειά να κάνω για να ζήσω; Στο χωριό μου ήμουνα ψάλτης. Σκέφτηκα ότι με αυτά τα εφόδια δεν ήταν δύσκολο να γίνω παπάς.

Πήγα στο ηράκλειο και διηγήθηκα στο μητροπολίτη την ιστορία μου και του ζήτησα να με χειροτονήσει παπά σ’ ένα απόμερο χωριό. Αυτός αρνήθηκε. Το δικαστήριο, μου είπε, σε αθώωσε, αλλά για την εκκλησία είσαι φονιάς.
Κατάλαβα ότι με τα παρακάλια τίποτα δεν θα κατόρθωνα. Τον άρπαξα από το γιακά και τον ταρακούνησα.
Αν δε με διορίσεις παπά, θα σε σκοτώσω.
Αυτός κιτρίνισε από το φόβο του. Για να με ξεφορτωθεί μου είπε ότι θα το σκεφτεί.
Σκέψου καλά, του απάντησα. Εδώ δε θα ξανάρθω παρά μόνο όταν είναι να σε σκοτώσω.

Του είπα πού να στείλει τη χειροτονία και το διορισμό μου. Σε δεκαπέντε μέρες τελείωσε η δουλειά. Από τότε είμαι παπάς στην αχλάδα. Δεν πιστεύω πως είμαι πιο αμαρτωλός από το μητροπολίτη. Η ενορία μου είναι από μένα ευχαριστημένη. Στράφηκε προς τους χωριάτες.
Δεν τα λέω σωστά;
Όλοι τους απάντησαν ότι η αχλάδα ποτέ δε θα βρει καλύτερο παπά.


-Μια ενδιαφέρουσα δημιουργική σύνθεση του εισοδισμού και της αντιφασιστικής δράσης.

Στις αρχές του 1933, διάφορες φασιστικές οργανώσεις της αθήνας-πειραιά, οργάνωσαν ένα αντικομμουνιστικό συνέδριό τους στην αθήνα για ίδρυση χιτλερικού κόμματος. Η κομμουνιστική νεολαία είχε χώσει στις γραμμές τους μια ισχυρή φράξια κι αυτή παράσταινε τα πρωτοπαλίκαρα του αρχηγού της πιο μεγάλης φασιστικής οργάνωσης τρίαινα. Μάλιστα η φράξια μας κατόρθωσε να προωθήσει ένα μέλος της σε υπαρχηγό της τρίαινας.

Στο συνέδριο αυτός ο υπαρχηγός έβγαλε έναν αντικομμουνιστικό λόγο. Ταυτόχρονα δήλωσε ότι για να στρατολογηθούν στο υπό ίδρυση κόμμα περισσότεροι, έπρεπε να εφαρμοστεί πρώτα το σοσιαλιστικό μέρος του προγράμματος (το κόμμα θα λεγόταν κατά το χιτλερικό πρότυπο, εθνικοσοσιαλιστικό) και μετά το αντικομμουνιστικό μέρος του προγράμματος.
Ένας αρχηγός φασιστικής οργάνωσης χαρακτήρισε τον ομιλητή κομμουνιστή.
Εμένα ρε θα πεις κομμουνιστή; Απάντησε οργισμένος ο ομιλητής.

Εκείνη τη στιγμή ένα μέλος της φράξιας μας έσβησε τα φώτα της αίθουσας του κινηματογράφου που γίνονταν το συνέριο. Μες στο σκοτάδι οι σύνεδροι άρχισαν να χτυπάνε ο ένας τον άλλο. Η αστυνομία έκανε μεγάλες προσπάθειες να βάλει τάξη. όταν άναψαν τα φώτα, ο κινηματογράφος είχε γίνει ρημαδιό. Οι σύνεδροι ήταν καταματωμένοι. Έτσι τέλειωσε άδοξα η απόπειρα ίδρυσης χιτλερικού κόμματος στην ελλάδα. οι φασιστικές οργανώσεις μπήκαν σε βαθιά κρίση κι έγιναν ακίνδυνες.


Κι έτσι αντ' αυτών, τον μεταξά και τον φασισμό, τους έφεραν και τους επέβαλαν οι αστοί.

-Κι ένα υστερόγραφο για τις αξίες που μένουν αναλλοίωτες στον χρόνο.

Στις 21-1-1933 έκλεισαν τα υφαντουργικά εργοστάσια του λαναρά-κύρτση στη νάουσα. Οι βιομήχανοι τα έκλεισαν γιατί δεν ήθελαν να πληρώσουν ένα δημοτικό φόρο. Οι λαναράς-κύρτσης κατάφεραν να παρασύρουν τους εργάτες ενάντια σε αυτό το φόρο. Η κυβέρνηση βενιζέλου αντί να υποχρεώσει τους βιομήχανους να πληρώσουν το δημοτικό φόρο, ξαπόλυσε την χωροφυλακή ενάντια στους εργάτες υφαντουργούς και τα γυναικόπαιδά τους επειδή συγκεντρώθηκαν έξω από τη δημαρχία. Οι χωροφύλακες σκότωσαν τέσσερις εργάτες και τραυμάτισαν είκοσι. Οι φαντάροι αρνήθηκαν να πυροβολήσουν.

Τον τελευταίο λόγο τον έχει η εργατιά...