Η μεσοβδόμαδη αστική προπαγάνδα της καθημερινής, στην πιο καθαρή ταξική της μορφή, για το λιμό της ουκρανίας και τη συκοφάντηση της σοβιετικής εξουσίας, δίνει στην κε του μπλοκ αφορμή για τη σημερινή ανάρτηση, που είναι μια απόπειρα εκλαΐκευσης για τις ρίζες του προβλήματος και το ιστορικό πλαίσιο της εποχής, εμπνευσμένη από τη συζήτηση που είχε ανοίξει σε ένα παλιότερο κείμενο του άναυδου για την πλατφόρμα ριούτιν. Από τον τέτοιο χαρακτήρα του προκύπτουν κι οι όποιες υφολογικές διαφορές.
Εντελώς περιληπτικά λοιπόν -με κίνδυνο να αποβαίνουν σε βάρος της ουσίας- θα έλεγα τα εξής.
Το θέμα της αγροτιάς στη ρωσία ήταν πολύ ιδιαίτερο κι είχε νευραλγική θέση.
Καταρχάς γίνεται να κάνεις σοσιαλιστική επανάσταση με στόχο την εργατική εξουσία -δικτατορία του προλεταριάτου κτλ- σε μια χώρα που είναι κατά 90% αγροτική, με το ένα πόδι στη φεουδαρχική εποχή; Από αυτό προέκυψε η πρώτη σοβαρή στρατηγική διαφωνία και διάσπαση μεταξύ μπολσεβίκων και μενσεβίκων, γιατί οι δεύτεροι ήθελαν πρώτα να επικρατήσει πλήρως η αστική επανάσταση και παρέπεμπαν το σοσιαλισμό στο απώτερο μέλλον, θεωρώντας τον οκτώβρη ένα είδος πραξικοπήματος εις βάρος της ιστορίας.
Οι μπολσεβίκοι ξεπέρασαν κάπως το σκόπελο με την πολιτική φόρμουλα του λένιν για δημοκρατική διχτατορία του προλεταριάτου και της αγροτιάς, που καθόριζε το στόχο και τις κοινωνικές δυνάμεις που θα τον εκπλήρωναν και η βασική της ιδέα ήταν να μην αφήσουν την επανάσταση και τις απαραίτητες κινήσεις εκσυγχρονισμού-μετασχηματισμών κτλ στα χέρια της αστικής τάξης, γιατί θα έμεναν στη μέση.
Παρεμπιπτόντως αυτό το θέμα είχε απασχολήσει και τους κλασικούς του μαρξισμού (μαρξ, ένγκελς). Από εκεί ξεκινά η γνωστή ιστορία ότι οι κλασικοί 'διόσκουροι' προέβλεπαν ότι θα ξεσπάσει η επανάσταση στις ανεπτυγμένες χώρες της δύσης κι όχι στην καθυστερημένη περιφέρεια -πχ ρωσία. Και με αυτήν την έννοια ο γκράμσι είχε γράψει 'χαριτολογώντας και λογοτεχνίζοντας' πως ο οκτώβρης ήταν μια επανάσταση ενάντια στο κεφάλαιο του μαρξ. Και βασικά ενάντια σε μια ρηχή ντετερμινιστική ανάγνωση του μαρξισμού -ότι όλα είναι νομοτελειακά και προκαθορισμένα, τελεία και παύλα.
Υπάρχει πάντως και μια επιστολή του μαρξ στη ρωσίδα επαναστάτρια βέρα ζασούλιτς, που λέει ότι οι ρώσοι επαναστάτες θα μπορούσαν να αξιοποιήσουν το κοινοτικό κεκτημένο της ρώσικης αγροτικής κομμούνας για τους πολιτικούς τους σκοπούς. Και τη μνημονεύουμε και σήμερα συχνά-πυκνά, ακριβώς για να δείξουμε ότι η σκέψη του μαρξ και τα πράγματα εν γένει δεν ήταν τόσο μονοσήμαντη, όπως το ‘χουν μερικοί στο μυαλό τους
Όταν ξεσπά η οκτωβριανή επανάσταση, το προλεταριάτο στη ρωσία είναι ισχυρό αλλά σχετικά ολιγάριθμο, λιγότερο από το 10% του πληθυσμού και βασικά συγκεντρωμένο σε μεγάλα αστικά κέντρα. Υπάρχει δηλαδή ο άμεσος κίνδυνος, αν δεν εξασφαλίσει την κοινωνική συμμαχία και συμπόρευση των αγροτών, να πετύχει μια νικηφόρα επανάσταση, που θα επικρατήσει όμως σε ορισμένες μικρές νησίδες, περικυκλωμένες από ένα αντιδραστικό αρχιπέλαγος. Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο την είχε πατήσει 40τόσα χρόνια πριν και η παρισινή κομμούνα.
Παρεμπιπτόντως, όταν μιλάμε για 'αντιδραστικό' αρχιπέλαγος, δεν εννοούμε προφανώς ότι οι αγρότες είναι αντιδραστικοί από τη φύση τους. Εννοούμε τη συνολική καθυστέρηση του αγροτικού τομέα, από την άποψη της παραγωγής, όπου ειδικά στη ρωσία είναι παραπάνω από εμφανής, και τον τρόπο που επηρεάζει αυτός τη συνείδηση του αγροτικού πληθυσμού. Αυτό το αντιμετώπισε αρκετές φορές και μετά από την επικράτησή της η σοβιετική εξουσία, όταν χρειάστηκε για παράδειγμα να φέρει στις πόλεις κόσμο από την επαρχία που δεν είχε δει ποτέ στη ζωή του μηχανές ή ακόμα και τρένα (!), κατέστρεφοντας πολύ συχνά από αμέλεια το μηχανικό εξοπλισμό και γενικά ήταν γεμάτος δεισιδαιμονίες.
Το 17' όμως οι αγρότες πέρασαν με το πλευρό της επανάστασης, γιατί οι μπολσεβίκοι ήταν η μόνη δύναμη που έβαζαν με συνέπεια κι αποφασιστικότητα το σύνθημα του τερματισμού του πολέμου που είχε εξαντλήσει τις αντοχές του λαού, ο οποίος γινόταν κρέας για τα κανόνια της αστικής τάξης, αλλά και το ζήτημα της γης, που απασχολούσε τους αγρότες από πρώτο χέρι. Σε αυτό το σημείο ωστόσο οι μπολσεβίκοι χρειάστηκε να κάνουν ένα συμβιβασμό και να αποδεχτούν το πρόγραμμα των εσέρων -ονομασία από τα αρχικά του αγροτικού κόμματος- που δεν προέβλεπε εθνικοποίηση-κρατικοποίηση της γης, αλλά αναδιανομή της στους αγρότες. Η οποία σε συνθήκες ελεύθερου ανταγωνισμού καταλήγει σε βάθος χρόνου στο ίδιο αποτέλεσμα: συγκέντρωση της γης σε λίγα χέρια επιτήδειων εκμεταλλευτών. Αυτός ο συμβιβασμός μπορεί να εξασφάλισε στους μπολσεβίκους την κοινωνική πλειοψηφία, και την ενεργό στήριξη του μεγαλύτερου μέρους των αγροτών, που πολεμούσε ενάντια στους παλιούς τσιφλικάδες στη διάρκεια του εμφυλίου, αλλά ήταν επώδυνος και τον βρήκαν μπροστά τους στη συνέχεια.
Από εκεί και πέρα οι σχέσεις μπολσεβίκων αγροτιάς πέρασαν από διάφορα στάδια.
Καταρχάς το διάστημα του πολεμικού κομμουνισμού, που ονομάστηκε έτσι επειδή εφαρμόστηκε στην περίοδο του εμφυλίου πολέμου, όπου οι επιτάξεις ήταν απαραίτητες για την επιβίωση του στρατού. Όταν προσπάθησαν να εφαρμόσουν το ίδιο σύστημα μετά τον πόλεμο οι μπολσεβίκοι, ως ένα βουλησιαρχικό τρόπο υπέρβασης των εμπορευματικών σχέσεων, απέτυχαν και ανέκρουσαν πρύμναν, με την εφαρμογή της νεπ (νέα οικονομική πολιτική), που είχε κι αυτή τον χαρακτήρα υποχώρησης απέναντι στους μικροαστούς, τους επιχειρηματίες, τα ξένα κεφάλαια, κτλ. Στην ουσία τους άφηνε περιθώρια να αναπτυχθούν, αλλά κρατούσε κάποια βασικά κλειδιά της οικονομίας (μονοπώλιο στο εξωτερικό εμπόριο) στα χέρια του σοβιετικού κράτους.
Το σκεπτικό της νεπ ήταν πως είχε ρημαχθεί η χώρα κι οι υποδομές της, ο λαός της είχε κουραστεί από τους διαρκείς πολέμους, κι έτσι έπρεπε να αφήσουν την ιδιωτική οικονομία να αναπτυχθεί ελεγχόμενα, για να την απαλλοτριώσουν στη συνέχεια. Στη διάρκειά της ανάσανε κάπως η ύπαιθρος και μαζί της οι αγρότες, αλλά εμφανίστηκαν νέα εκμεταλλευτικά στρώματα, οι λεγόμενοι νεπ-μεν και οι κουλάκοι στην ύπαιθρο, που ήταν το διάδοχο στρώμα των τσιφλικάδων. Δεν είναι καθόλου τυχαίο πως όταν θέλησε ο γκόρμπι να πλασάρει την καπιταλιστική παλινόρθωση με σοσιαλιστικό περίβλημα στη ρωσία, πρόβαλλε την επιστροφή στη «γνήσια πνευματική κληρονομιά» του λένιν και τα τελευταία γραπτά που μας άφησε, επειδή αυτά συνέπιπταν χρονικά με την περίοδο της νεπ. Προσπαθούσαν να δικαιολογήσουν έτσι σε εντελώς διαφορετικές συνθήκες τη στροφή στην αγορά και κατ' ουσίαν την παλινόρθωση του καπιταλισμού.
Το πόσο γρήγορα θα έσπαγε αυτός ο συμβιβασμός και με ποιον τρόπο ήταν ζήτημα για το οποίο υπήρξαν πολλές συγκρούσεις μες στο κόμμα των μπολσεβίκων. Η πλατφόρμα ριούτιν και η δεξιά πτέρυγα ήθελε τη συνέχιση της νεπ και μια αργή ομαλή πορεία, χωρίς σύγκρουση με τους κουλάκους -μια λογική που είχε συνοψιστεί και στην περίφημη φράση του μπουχάριν 'κουλάκοι πλουτίστε'. Εκ των πραγμάτων όμως οι κουλάκοι είχαν αρχίσει να απειλούν τη σοβιετική εξουσία. Κατά δεύτερον, οι σοβιετικοί δεν είχαν τόσο χρόνο κι έπρεπε να δουν πώς θα αναπτύξουν πολεμική και γενικώς βαριά βιομηχανία, γιατί έβλεπαν μπροστά τους τον πόλεμο που ερχόταν.
Η σφοδρή ένταση των συγκρούσεων αυτών δικαιολογείται ακριβώς από την κρισιμότητα των συνθηκών, από το γεγονός ότι η αντίθεση πόλης-χωριού έφτασε σε σημείο που οι πόλεις να μην έχουν να φάνε, ή με άλλα λόγια, η ύπαιθρος -και βασικά οι κουλάκοι- απειλούσαν να πνίξουν το προλεταριάτο των πόλεων στην πείνα. Σε αυτές τις συνθήκες, τα συνθήματα για συνέχεια της νεπ, αναβολή της σύγκρουσης, ήπια μέσα, κτλ, οδηγούσαν αντικειμενικά στον 'αργό θάνατο' της σοβιετικής εξουσίας. Κι αυτό προκύπτει αντικειμενικά, ανεξάρτητα από τα συνθήματα, τις διακηρύξεις ή τις προθέσεις της μίας ή της άλλης πτέρυγας.
Το πώς συντελέστηκε αυτή η αλλαγή είναι ένα άλλο, μεγάλο κεφάλαιο.
Στα τέλη της δεκαετίας του 20' αρχίζει να γίνεται η στροφή στην κολεκτιβοποίηση, δηλ την οργάνωση της αγροτικής παραγωγής σε συνεταιρισμούς και κρατικά αγροκτήματα (σοβχόζ). Θεωρητικά κανείς δε διαφωνεί με την αναγκαιότητά της. Όλοι γνωρίζουν πως οι κατακερματισμένοι μικροί κλήροι δεν έχουν καθόλου καλή απόδοση. Η συνένωση και οργάνωσή τους, σε συνδυασμό με την υλικοτεχνική υποστήριξη που παρείχε το σοβιετικό κράτος (τότε άρχισε η μαζική παρασκευή και χρήση τρακτέρ, σε περιοχές που δεν είχαν δει καν μεταλλικό αλέτρι) δίνει άλλες δυνατότητες και προοπτικές για την ανάπτυξη της αγροτικής οικονομίας.
Στην πράξη τα πράγματα ήταν πολύ πιο σύνθετα. Αν στην περίοδο του πολεμικού κομμουνισμού, οι αγρότες αντιδρούσαν με ένα είδος 'λευκής απεργίας' στις επιτάξεις, παράγοντας μόνο τα απαραίτητα προς το ζην, για να μην υπάρχει περίσσευμα για τις επιτάξεις της σοβιετικής εξουσίας, τώρα οι κουλάκοι προέβαιναν σε συνειδητό σαμποτάζ, σφάζοντας τα ζωντανά, κρύβοντας τη σοδιά στις αποθήκες τους ή πουλώντας την στη μαύρη αγορά κι απειλούσαν με αφανισμό λόγω πείνας το προλεταριάτο των πόλεων.
Η σύγκρουση στην ύπαιθρο οξύνθηκε στο έπακρο κι έγινε αγώνας επιβίωσης. Οι μπολσεβίκοι κομισάριοι κι οι ειδικοί που έρχονταν από την πόλη για να καθοδηγήσουν το προτσές της κολεκτιβοποίησης βρίσκονταν πολύ συχνά δολοφονημένοι σε χαντάκια. Η απάντηση του σοβιετικού κράτους ήταν το ίδιο σκληρή κι αμείλικτη. Κήρυξε τον πόλεμο ενάντια στην τάξη των κουλάκων, στέλνοντας το σύνολό τους σχεδόν -μαζί και κάποιους συγγενείς τους πρώτου βαθμού- στα γκούλαγκ της σιβηρίας, ανάλογα με τη βαρύτητα των αντισοβιετικών τους πράξεων.
Τα αναφέρω αυτά, για να δείξω ότι δε μιλάμε για μια απλή πολιτική διαφωνία, φιλολογικού χαρακτήρα, αλλά για ζητήματα με άμεσα πρακτικό αντίκτυπο, σε συνθήκες πρωτοφανούς έντασης. Παρά τα όσα λέγονται για τις δίκες της μόσχας πχ ή άλλα κύματα εκκαθαρίσεων, αυτή ήταν η πιο δύσκολη και τεταμένη περίοδος που πέρασε η μετεπαναστατική ρωσία, μέχρι την επίθεση των ναζί το 41'.
Τα λάθη, οι υπερβολές, οι παράπλευρες απώλειες αυτού του αγώνα -όσο κυνική κι αν ακούγεται αυτή η διατύπωση- ήταν αναπόφευκτα. Πολλές φορές, από υπερβάλλοντα ζήλο να καλυφθεί το πλάνο, η ένταξη στους συνεταιρισμούς δε γινόταν ακριβώς οικειοθελώς -τακτική που επικρίθηκε δημόσια κι από τον ίδιο το στάλιν, με άρθρο γραμμής στο σοβιετικό τύπο της εποχής («ο ίλιγγος της επιτυχίας»). Πολλοί ήταν κι οι μικρομεσαίοι αγρότες, που -είτε επειδή είχαν στην κατοχή τους κάποιο ζωντανό, είτε επειδή επηρεάζονταν ιδεολογικά από τις δυνάμεις της αντίδρασης- θεωρήθηκαν κουλάκοι και εκτοπίστηκαν. Ενώ ο πυρετός της 'συνεταιριστικοποίησης' έφτανε κάποιες φορές να κοινωνικοποιεί σχεδόν τα πάντα –ακόμα και τα ατομικά υπάρχοντα του καθενός- κι όχι μόνο τα μέσα παραγωγής, και βασικά τη γη.
Αυτά βέβαια είναι εύκολο να τα κρίνουμε εκ των υστέρων έξω από τον χορό. Καμία επανάσταση δεν είναι αναίμακτη, χωρίς θυσίες, και στην ουσία η κολεκτιβοποίηση ήταν ο δεύτερος γύρος της επανάστασης στην ύπαιθρο, όπου το 17' είχε επιτευχθεί ένας προσωρινός συμβιβασμός. Και είναι τελείως διαφορετικό πράγμα να βιώνεις δια ζώσης και να πρέπει να χειριστείς χωρίς λάθη τόσο δύσκολες κι οξυμένες καταστάσεις. Ένα πολύ καλό λογοτεχνικό βιβλίο, που περιγράφει αυτή την περίοδο, και ίσως αγγίξει ευαίσθητες χορδές στους αναγνώστες αγροτικής καταγωγής, είναι η 'ξεχερσωμένη γη' του σολόχοφ. Αν πάλι προτιμούν κάτι πιο γενικό και κλασικό, υπάρχει και το 'πώς δενότανε το ατσάλι' του οστρόφσκι (στην ουσία είναι αυτοβιογραφικό), που περιγράφει την περίοδο της επανάστασης μέχρι και το σταχανοφικό κίνημα στις πόλεις για την υπερκάλυψη του πλάνου.
Το αν πέτυχε ή όχι τελικά αυτή η υπόθεση, κρίνεται κι εκ του αποτελέσματος. Αν η λαϊκή πλειοψηφία είχε στραφεί ενάντια στη σοβιετική εξουσία και υπέμενε το ζυγό της μόνο στη βάση της τρομοκρατίας, θα είχε περάσει μαζικά με το μέρος των ναζί ή θα εκμεταλλευόταν την κατάσταση για να επιστρέψει στο προηγούμενο καθεστώς. Αντιθέτως οι σοβιετικοί, στο μεγάλο πατριωτικό πόλεμο -όπως ονομάστηκε και πέρασε στη σοβιετική ιστορία-, δεν πολεμούσαν μόνο για τα πάτρια εδάφη, ή μόνο ενάντια στο φασισμό, αλλά ακριβώς υπέρ της σοβιετικής πατρίδας και της υπόθεσης του σοσιαλισμού που την ένιωθαν και δική τους. Και είχαν απτά επιχειρήματα και λόγους για αυτό.
Εντελώς περιληπτικά λοιπόν -με κίνδυνο να αποβαίνουν σε βάρος της ουσίας- θα έλεγα τα εξής.
Το θέμα της αγροτιάς στη ρωσία ήταν πολύ ιδιαίτερο κι είχε νευραλγική θέση.
Καταρχάς γίνεται να κάνεις σοσιαλιστική επανάσταση με στόχο την εργατική εξουσία -δικτατορία του προλεταριάτου κτλ- σε μια χώρα που είναι κατά 90% αγροτική, με το ένα πόδι στη φεουδαρχική εποχή; Από αυτό προέκυψε η πρώτη σοβαρή στρατηγική διαφωνία και διάσπαση μεταξύ μπολσεβίκων και μενσεβίκων, γιατί οι δεύτεροι ήθελαν πρώτα να επικρατήσει πλήρως η αστική επανάσταση και παρέπεμπαν το σοσιαλισμό στο απώτερο μέλλον, θεωρώντας τον οκτώβρη ένα είδος πραξικοπήματος εις βάρος της ιστορίας.
Οι μπολσεβίκοι ξεπέρασαν κάπως το σκόπελο με την πολιτική φόρμουλα του λένιν για δημοκρατική διχτατορία του προλεταριάτου και της αγροτιάς, που καθόριζε το στόχο και τις κοινωνικές δυνάμεις που θα τον εκπλήρωναν και η βασική της ιδέα ήταν να μην αφήσουν την επανάσταση και τις απαραίτητες κινήσεις εκσυγχρονισμού-μετασχηματισμών κτλ στα χέρια της αστικής τάξης, γιατί θα έμεναν στη μέση.
Παρεμπιπτόντως αυτό το θέμα είχε απασχολήσει και τους κλασικούς του μαρξισμού (μαρξ, ένγκελς). Από εκεί ξεκινά η γνωστή ιστορία ότι οι κλασικοί 'διόσκουροι' προέβλεπαν ότι θα ξεσπάσει η επανάσταση στις ανεπτυγμένες χώρες της δύσης κι όχι στην καθυστερημένη περιφέρεια -πχ ρωσία. Και με αυτήν την έννοια ο γκράμσι είχε γράψει 'χαριτολογώντας και λογοτεχνίζοντας' πως ο οκτώβρης ήταν μια επανάσταση ενάντια στο κεφάλαιο του μαρξ. Και βασικά ενάντια σε μια ρηχή ντετερμινιστική ανάγνωση του μαρξισμού -ότι όλα είναι νομοτελειακά και προκαθορισμένα, τελεία και παύλα.
Υπάρχει πάντως και μια επιστολή του μαρξ στη ρωσίδα επαναστάτρια βέρα ζασούλιτς, που λέει ότι οι ρώσοι επαναστάτες θα μπορούσαν να αξιοποιήσουν το κοινοτικό κεκτημένο της ρώσικης αγροτικής κομμούνας για τους πολιτικούς τους σκοπούς. Και τη μνημονεύουμε και σήμερα συχνά-πυκνά, ακριβώς για να δείξουμε ότι η σκέψη του μαρξ και τα πράγματα εν γένει δεν ήταν τόσο μονοσήμαντη, όπως το ‘χουν μερικοί στο μυαλό τους
Όταν ξεσπά η οκτωβριανή επανάσταση, το προλεταριάτο στη ρωσία είναι ισχυρό αλλά σχετικά ολιγάριθμο, λιγότερο από το 10% του πληθυσμού και βασικά συγκεντρωμένο σε μεγάλα αστικά κέντρα. Υπάρχει δηλαδή ο άμεσος κίνδυνος, αν δεν εξασφαλίσει την κοινωνική συμμαχία και συμπόρευση των αγροτών, να πετύχει μια νικηφόρα επανάσταση, που θα επικρατήσει όμως σε ορισμένες μικρές νησίδες, περικυκλωμένες από ένα αντιδραστικό αρχιπέλαγος. Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο την είχε πατήσει 40τόσα χρόνια πριν και η παρισινή κομμούνα.
Παρεμπιπτόντως, όταν μιλάμε για 'αντιδραστικό' αρχιπέλαγος, δεν εννοούμε προφανώς ότι οι αγρότες είναι αντιδραστικοί από τη φύση τους. Εννοούμε τη συνολική καθυστέρηση του αγροτικού τομέα, από την άποψη της παραγωγής, όπου ειδικά στη ρωσία είναι παραπάνω από εμφανής, και τον τρόπο που επηρεάζει αυτός τη συνείδηση του αγροτικού πληθυσμού. Αυτό το αντιμετώπισε αρκετές φορές και μετά από την επικράτησή της η σοβιετική εξουσία, όταν χρειάστηκε για παράδειγμα να φέρει στις πόλεις κόσμο από την επαρχία που δεν είχε δει ποτέ στη ζωή του μηχανές ή ακόμα και τρένα (!), κατέστρεφοντας πολύ συχνά από αμέλεια το μηχανικό εξοπλισμό και γενικά ήταν γεμάτος δεισιδαιμονίες.
Το 17' όμως οι αγρότες πέρασαν με το πλευρό της επανάστασης, γιατί οι μπολσεβίκοι ήταν η μόνη δύναμη που έβαζαν με συνέπεια κι αποφασιστικότητα το σύνθημα του τερματισμού του πολέμου που είχε εξαντλήσει τις αντοχές του λαού, ο οποίος γινόταν κρέας για τα κανόνια της αστικής τάξης, αλλά και το ζήτημα της γης, που απασχολούσε τους αγρότες από πρώτο χέρι. Σε αυτό το σημείο ωστόσο οι μπολσεβίκοι χρειάστηκε να κάνουν ένα συμβιβασμό και να αποδεχτούν το πρόγραμμα των εσέρων -ονομασία από τα αρχικά του αγροτικού κόμματος- που δεν προέβλεπε εθνικοποίηση-κρατικοποίηση της γης, αλλά αναδιανομή της στους αγρότες. Η οποία σε συνθήκες ελεύθερου ανταγωνισμού καταλήγει σε βάθος χρόνου στο ίδιο αποτέλεσμα: συγκέντρωση της γης σε λίγα χέρια επιτήδειων εκμεταλλευτών. Αυτός ο συμβιβασμός μπορεί να εξασφάλισε στους μπολσεβίκους την κοινωνική πλειοψηφία, και την ενεργό στήριξη του μεγαλύτερου μέρους των αγροτών, που πολεμούσε ενάντια στους παλιούς τσιφλικάδες στη διάρκεια του εμφυλίου, αλλά ήταν επώδυνος και τον βρήκαν μπροστά τους στη συνέχεια.
Από εκεί και πέρα οι σχέσεις μπολσεβίκων αγροτιάς πέρασαν από διάφορα στάδια.
Καταρχάς το διάστημα του πολεμικού κομμουνισμού, που ονομάστηκε έτσι επειδή εφαρμόστηκε στην περίοδο του εμφυλίου πολέμου, όπου οι επιτάξεις ήταν απαραίτητες για την επιβίωση του στρατού. Όταν προσπάθησαν να εφαρμόσουν το ίδιο σύστημα μετά τον πόλεμο οι μπολσεβίκοι, ως ένα βουλησιαρχικό τρόπο υπέρβασης των εμπορευματικών σχέσεων, απέτυχαν και ανέκρουσαν πρύμναν, με την εφαρμογή της νεπ (νέα οικονομική πολιτική), που είχε κι αυτή τον χαρακτήρα υποχώρησης απέναντι στους μικροαστούς, τους επιχειρηματίες, τα ξένα κεφάλαια, κτλ. Στην ουσία τους άφηνε περιθώρια να αναπτυχθούν, αλλά κρατούσε κάποια βασικά κλειδιά της οικονομίας (μονοπώλιο στο εξωτερικό εμπόριο) στα χέρια του σοβιετικού κράτους.
Το σκεπτικό της νεπ ήταν πως είχε ρημαχθεί η χώρα κι οι υποδομές της, ο λαός της είχε κουραστεί από τους διαρκείς πολέμους, κι έτσι έπρεπε να αφήσουν την ιδιωτική οικονομία να αναπτυχθεί ελεγχόμενα, για να την απαλλοτριώσουν στη συνέχεια. Στη διάρκειά της ανάσανε κάπως η ύπαιθρος και μαζί της οι αγρότες, αλλά εμφανίστηκαν νέα εκμεταλλευτικά στρώματα, οι λεγόμενοι νεπ-μεν και οι κουλάκοι στην ύπαιθρο, που ήταν το διάδοχο στρώμα των τσιφλικάδων. Δεν είναι καθόλου τυχαίο πως όταν θέλησε ο γκόρμπι να πλασάρει την καπιταλιστική παλινόρθωση με σοσιαλιστικό περίβλημα στη ρωσία, πρόβαλλε την επιστροφή στη «γνήσια πνευματική κληρονομιά» του λένιν και τα τελευταία γραπτά που μας άφησε, επειδή αυτά συνέπιπταν χρονικά με την περίοδο της νεπ. Προσπαθούσαν να δικαιολογήσουν έτσι σε εντελώς διαφορετικές συνθήκες τη στροφή στην αγορά και κατ' ουσίαν την παλινόρθωση του καπιταλισμού.
Το πόσο γρήγορα θα έσπαγε αυτός ο συμβιβασμός και με ποιον τρόπο ήταν ζήτημα για το οποίο υπήρξαν πολλές συγκρούσεις μες στο κόμμα των μπολσεβίκων. Η πλατφόρμα ριούτιν και η δεξιά πτέρυγα ήθελε τη συνέχιση της νεπ και μια αργή ομαλή πορεία, χωρίς σύγκρουση με τους κουλάκους -μια λογική που είχε συνοψιστεί και στην περίφημη φράση του μπουχάριν 'κουλάκοι πλουτίστε'. Εκ των πραγμάτων όμως οι κουλάκοι είχαν αρχίσει να απειλούν τη σοβιετική εξουσία. Κατά δεύτερον, οι σοβιετικοί δεν είχαν τόσο χρόνο κι έπρεπε να δουν πώς θα αναπτύξουν πολεμική και γενικώς βαριά βιομηχανία, γιατί έβλεπαν μπροστά τους τον πόλεμο που ερχόταν.
Η σφοδρή ένταση των συγκρούσεων αυτών δικαιολογείται ακριβώς από την κρισιμότητα των συνθηκών, από το γεγονός ότι η αντίθεση πόλης-χωριού έφτασε σε σημείο που οι πόλεις να μην έχουν να φάνε, ή με άλλα λόγια, η ύπαιθρος -και βασικά οι κουλάκοι- απειλούσαν να πνίξουν το προλεταριάτο των πόλεων στην πείνα. Σε αυτές τις συνθήκες, τα συνθήματα για συνέχεια της νεπ, αναβολή της σύγκρουσης, ήπια μέσα, κτλ, οδηγούσαν αντικειμενικά στον 'αργό θάνατο' της σοβιετικής εξουσίας. Κι αυτό προκύπτει αντικειμενικά, ανεξάρτητα από τα συνθήματα, τις διακηρύξεις ή τις προθέσεις της μίας ή της άλλης πτέρυγας.
Το πώς συντελέστηκε αυτή η αλλαγή είναι ένα άλλο, μεγάλο κεφάλαιο.
Στα τέλη της δεκαετίας του 20' αρχίζει να γίνεται η στροφή στην κολεκτιβοποίηση, δηλ την οργάνωση της αγροτικής παραγωγής σε συνεταιρισμούς και κρατικά αγροκτήματα (σοβχόζ). Θεωρητικά κανείς δε διαφωνεί με την αναγκαιότητά της. Όλοι γνωρίζουν πως οι κατακερματισμένοι μικροί κλήροι δεν έχουν καθόλου καλή απόδοση. Η συνένωση και οργάνωσή τους, σε συνδυασμό με την υλικοτεχνική υποστήριξη που παρείχε το σοβιετικό κράτος (τότε άρχισε η μαζική παρασκευή και χρήση τρακτέρ, σε περιοχές που δεν είχαν δει καν μεταλλικό αλέτρι) δίνει άλλες δυνατότητες και προοπτικές για την ανάπτυξη της αγροτικής οικονομίας.
Στην πράξη τα πράγματα ήταν πολύ πιο σύνθετα. Αν στην περίοδο του πολεμικού κομμουνισμού, οι αγρότες αντιδρούσαν με ένα είδος 'λευκής απεργίας' στις επιτάξεις, παράγοντας μόνο τα απαραίτητα προς το ζην, για να μην υπάρχει περίσσευμα για τις επιτάξεις της σοβιετικής εξουσίας, τώρα οι κουλάκοι προέβαιναν σε συνειδητό σαμποτάζ, σφάζοντας τα ζωντανά, κρύβοντας τη σοδιά στις αποθήκες τους ή πουλώντας την στη μαύρη αγορά κι απειλούσαν με αφανισμό λόγω πείνας το προλεταριάτο των πόλεων.
Η σύγκρουση στην ύπαιθρο οξύνθηκε στο έπακρο κι έγινε αγώνας επιβίωσης. Οι μπολσεβίκοι κομισάριοι κι οι ειδικοί που έρχονταν από την πόλη για να καθοδηγήσουν το προτσές της κολεκτιβοποίησης βρίσκονταν πολύ συχνά δολοφονημένοι σε χαντάκια. Η απάντηση του σοβιετικού κράτους ήταν το ίδιο σκληρή κι αμείλικτη. Κήρυξε τον πόλεμο ενάντια στην τάξη των κουλάκων, στέλνοντας το σύνολό τους σχεδόν -μαζί και κάποιους συγγενείς τους πρώτου βαθμού- στα γκούλαγκ της σιβηρίας, ανάλογα με τη βαρύτητα των αντισοβιετικών τους πράξεων.
Τα αναφέρω αυτά, για να δείξω ότι δε μιλάμε για μια απλή πολιτική διαφωνία, φιλολογικού χαρακτήρα, αλλά για ζητήματα με άμεσα πρακτικό αντίκτυπο, σε συνθήκες πρωτοφανούς έντασης. Παρά τα όσα λέγονται για τις δίκες της μόσχας πχ ή άλλα κύματα εκκαθαρίσεων, αυτή ήταν η πιο δύσκολη και τεταμένη περίοδος που πέρασε η μετεπαναστατική ρωσία, μέχρι την επίθεση των ναζί το 41'.
Τα λάθη, οι υπερβολές, οι παράπλευρες απώλειες αυτού του αγώνα -όσο κυνική κι αν ακούγεται αυτή η διατύπωση- ήταν αναπόφευκτα. Πολλές φορές, από υπερβάλλοντα ζήλο να καλυφθεί το πλάνο, η ένταξη στους συνεταιρισμούς δε γινόταν ακριβώς οικειοθελώς -τακτική που επικρίθηκε δημόσια κι από τον ίδιο το στάλιν, με άρθρο γραμμής στο σοβιετικό τύπο της εποχής («ο ίλιγγος της επιτυχίας»). Πολλοί ήταν κι οι μικρομεσαίοι αγρότες, που -είτε επειδή είχαν στην κατοχή τους κάποιο ζωντανό, είτε επειδή επηρεάζονταν ιδεολογικά από τις δυνάμεις της αντίδρασης- θεωρήθηκαν κουλάκοι και εκτοπίστηκαν. Ενώ ο πυρετός της 'συνεταιριστικοποίησης' έφτανε κάποιες φορές να κοινωνικοποιεί σχεδόν τα πάντα –ακόμα και τα ατομικά υπάρχοντα του καθενός- κι όχι μόνο τα μέσα παραγωγής, και βασικά τη γη.
Αυτά βέβαια είναι εύκολο να τα κρίνουμε εκ των υστέρων έξω από τον χορό. Καμία επανάσταση δεν είναι αναίμακτη, χωρίς θυσίες, και στην ουσία η κολεκτιβοποίηση ήταν ο δεύτερος γύρος της επανάστασης στην ύπαιθρο, όπου το 17' είχε επιτευχθεί ένας προσωρινός συμβιβασμός. Και είναι τελείως διαφορετικό πράγμα να βιώνεις δια ζώσης και να πρέπει να χειριστείς χωρίς λάθη τόσο δύσκολες κι οξυμένες καταστάσεις. Ένα πολύ καλό λογοτεχνικό βιβλίο, που περιγράφει αυτή την περίοδο, και ίσως αγγίξει ευαίσθητες χορδές στους αναγνώστες αγροτικής καταγωγής, είναι η 'ξεχερσωμένη γη' του σολόχοφ. Αν πάλι προτιμούν κάτι πιο γενικό και κλασικό, υπάρχει και το 'πώς δενότανε το ατσάλι' του οστρόφσκι (στην ουσία είναι αυτοβιογραφικό), που περιγράφει την περίοδο της επανάστασης μέχρι και το σταχανοφικό κίνημα στις πόλεις για την υπερκάλυψη του πλάνου.
Το αν πέτυχε ή όχι τελικά αυτή η υπόθεση, κρίνεται κι εκ του αποτελέσματος. Αν η λαϊκή πλειοψηφία είχε στραφεί ενάντια στη σοβιετική εξουσία και υπέμενε το ζυγό της μόνο στη βάση της τρομοκρατίας, θα είχε περάσει μαζικά με το μέρος των ναζί ή θα εκμεταλλευόταν την κατάσταση για να επιστρέψει στο προηγούμενο καθεστώς. Αντιθέτως οι σοβιετικοί, στο μεγάλο πατριωτικό πόλεμο -όπως ονομάστηκε και πέρασε στη σοβιετική ιστορία-, δεν πολεμούσαν μόνο για τα πάτρια εδάφη, ή μόνο ενάντια στο φασισμό, αλλά ακριβώς υπέρ της σοβιετικής πατρίδας και της υπόθεσης του σοσιαλισμού που την ένιωθαν και δική τους. Και είχαν απτά επιχειρήματα και λόγους για αυτό.