Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα καπιταλισμος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα καπιταλισμος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 22 Νοεμβρίου 2014

Δυο σταγόνες νερό

Αυτή τη βδομάδα υπήρχαν διάφορες μικρές ειδήσεις, μαζί με την πορεία του πολυτεχνείου, που έδιναν τροφή φια σκέψη και κάποιους ενδιαφέροντες συνειρμούς.

Οι δικτατορίες καταργούν το δικαίωμα της ψήφου, χτυπούν το εργατικό κίνημα, απαγορεύουν τη νόμιμη έκφρασή του και τις συνδικαλιστικές οργανώσεις, μοιράζουν πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων, χωρίς τα οποία κανείς δεν μπορεί να εργαστεί σε δημόσιο οργανισμό, τσακίζουν τους φοιτητές και όλους όσους ξεσηκώνονται.

Στη σύγχρονη ελληνική δημοκρατία, την καλύτερη που είχαμε ποτέ, όπως συχνά διαφημίζεται, ο κυρίαρχος λαός απολαμβάνει ελευθερίες και δικαιώματα, που δεν έχουν καμία σχέση με την παραπάνω ζοφερή εικόνα.

Ο πρύτανης των ματ, φορτσάκης, συνεχίζει να πρωτοστατεί στον αγώνα για να πρυτανεύσει το δόγμα «νόμος και τάξη». Αυτή τη φορά στο στόχαστρο δεν μπαίνουν οι καταλήψεις –που θα δικαιολογούνταν, λέει, ως μέσο, μόνο εναντίον μιας δικτατορίας- αλλά οι γενικές συνελεύσεις κι οι μαζικές διαδικασίες των φοιτητικών συλλόγων, με το σκεπτικό ότι δεν είναι αρκετά μαζικές κι επιβάλλεται να αντικατασταθούν από ηλεκτρονικά δημοψηφίσματα με ευρύτερη συμμετοχή κι άλλους αντίστοιχα πρωτοποριακούς θεσμούς συμμετοχικής δικτατορίας, με κατάλληλα διαμορφωμένα ερωτήματα: προτιμάτε ιδιωτικά ή μη κρατικά πανεπιστήμια; Παιδεία-εμπόρευμα για λίγους και εκλεκτούς ή δωρεάν παιδεία μόνο για όσους (εξαθλιωμένους) την έχουν πραγματικά ανάγκη; Το σημερινό χάλι στις εστίες ή να μειωθεί δραστικά ο αριθμός των φοιτητών, για να χωράνε όλοι;

Παράλληλα μπορεί να καθιερωθεί ο εξίσου αμεσοδημοκρατικός θεσμός του εξοστρακισμού, από τις καλύτερες παραδόσεις της αρχαίας ελληνικής δημοκρατίας με τα ομιλούντα εργαλεία (δούλοι), για να εκτοπίζονται πάραυτα οι ανεπιθύμητοι, ενοχλητικοί συνδικαλιστές, που σπάνε την εκκωφαντική σιωπή στα πανεπιστήμια και χαλάνε την πιάτσα, εμποδίζοντας τον ύπνο των διπλανών τους και το αναφαίρετο δικαίωμά τους στη νιρβάνα.

Ο φορτσάκης βέβαια δε λειτουργεί παρά σα λαγός της κυβέρνησης, που έχει βάλει στο στόχαστρο τις συνελεύσεις σε σωματεία κι ομοσπονδίες, εφόσον δεν πιάνουν δυσθεώρητα ύψη απαρτίας, για να βγουν εξ αρχής παράνομες οι απεργιακές τους αποφάσεις –απλοποιούνται έτσι οι διαδικασίες και γλιτώνουμε τις γραφειοκρατικές διαδικασίες με τη δικαιοσύνη, που κηρύσσει ούτως ή άλλως εννιά στις δέκα απεργίες παράνομες και καταχρηστικές.

Στη σύγχρονη δημοκρατία, ο δημοκρατικά εκλεγμένος μπέης του βόλου αποφάσισε να διώξει δικαστικά μια υπάλληλο του δήμου, επειδή τόλμησε να κάνει χρήση του δικαιώματός της, βάση του ισχύοντα συνδικαλιστικού νόμου, για δίωρη άδεια, προκειμένου να προπαγανδίσει τη γενική απεργία της πέμπτης. Πιθανότατα όμως δε θα υπήρχε κανένα απολύτως πρόβλημα, αν η υπάλληλος δεν ήταν μέλος του κκε ή αν είχε πάρει την άδεια για κάποιο άλλο λόγο.

Στη σύγχρονη δημοκρατία, όπου δεν χρειάζονται πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων, για να εργαστεί κανείς, ζητείται από όσους θέτουν υποψηφιότητα στο πανεπιστήμιο για το αξίωμα του πρύτανη ή του κοσμήτορα, να υπογράψουν μια υπεύθυνη δήλωση, όπου δεσμεύονται πως θα τηρήσουν κατά γράμμα τους νόμους, όπως ο πρόθυμος φορτσάκης πχ, και θα δεχτούν υπάκουα, χωρίς αντίδραση, τις αντιδραστικές αναδιαρθρώσεις για το πανεπιστήμιο της αγοράς.

Κι αν μιλάμε για τον ιδιωτικό τομέα, στη σύγχρονη δημοκρατία, όπου ως γνωστόν δεν υπάρχουν πια πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων και δεν έχουμε το μεγάλο αδελφό από το οργουελικό 1984 να παρακολουθεί και να φακελώνει κάθε μας κίνηση, οι υπάλληλοι μπορεί να απολυθούν για κάποιο σχόλιο ή κάποια δραστηριότητά τους στον τοίχο τους, στο φβ. Αλλά οι κομμουνιστές έχουν σαφώς λιγότερες πιθανότητες να φτάσουν σε αυτό το σημείο, όχι φυσικά γιατί έχουν ασυλία και δεν απολύονται (ίσα-ίσα) ή επειδή πολλοί εξ αυτών δεν έχουν προσωπικό λογαριασμό σε αυτή τη σελίδα (κι όσοι έχουν, παίρνουν τα μέτρα τους και προσέχουν)· αλλά επειδή είναι τυλιγμένοι σε μια κόλλα χαρτί κι αν γκουγκλάρει κανείς το όνομά τους, θα πέσει πάνω σε διάφορα διαδικτυακά χνάρια της δράσης και της πολιτικής τους ένταξης –κάποιο ψηφοδέλτιο της εσακ, της πανεπιστημονικής, της λασυ, του κκε, η λίστα με τις υπογραφές για την κατάργηση του μνημονίου και ό,τι άλλο μπορεί να περιέχει το όνομά τους. Που θα το δει πιθανότατα κι ο υποψήφιος εργοδότης τους και λογικά δε θα τους προσλάβει ή δε θα τους καλέσει καν σε συνέντευξη, για να έχει το κεφάλι του ήσυχο.

Παλιότερα οι κομμουνιστές  που διώκονταν, είχαν κάποιο αποκούμπι, για να βγάλουν τα προς το ζην, πχ στην οικοδομή ή στα καράβια, που εξηγεί άλλωστε και την αυξημένη επιρροή των ταξικών δυνάμεων στα αντίστοιχα σωματεία. Τώρα η οικοδομή έχει πεθάνει κι αυτή η ασφαλιστική δικλείδα αποτελεί παρελθόν. Στις πρόσφατες εκλογές του συνδικάτου εν τω μεταξύ, η παράταξή μας κατέβαινε εντελώς μόνη της, για πρώτη φορά στα χρονικά, (χωρίς δηλ πασόκους και εξωκοινοβούλιο), καταφέρνοντας να διατηρήσει στα ίδια περίπου επίπεδα τις ψήφους της, με μια μικρή πτώση της συμμετοχής. Κάτι που συνιστά ασφαλώς επιτυχία, αν συνυπολογίσει κανείς την κατάσταση που επικρατεί στον χώρο και την επιστροφή αρκετών αλβανών εργατών στην πατρίδα τους, λόγω της οικονομικής κρίσης. Κι είναι κοινός τόπος πως η μεγάλη πτώση των εγγεγραμμένων μελών του σωματείου (και συνεπώς των ψήφων στις εκλογές) των οικοδόμων, που βγάζουν πια λιγότερους αντιπροσώπους για το συνέδριο της γσεε, λειτούργησε αποτρεπτικά για την αποφασιστική ενίσχυση της εσακ στο τριτοβάθμιο επίπεδο (της γσεε).

Σε τι κόσμο θα φέρουμε λοιπόν τα παιδιά μας, σφε αναγνώστη; Δεν είναι ανεύθυνο για μια νέα κοπέλα να μένει έγυος και να υποκύπτει στα πρωτόγονα μητρικά της ένστικτα αντί να σκεφτεί το θέμα ψύχραιμα και σφαιρικά; Δε θα έχει κάθε δίκιο ένας νουνεχής και νηφάλιος εργοδότης να νουθετήσει μια υπάλληλό του να αφήσει αυτές τις εξαλλοσύνες και τις αμετροέπειες –που θα έλεγε και μια ψυχή του εργατικού δικαίου- και να ρίξει το παιδί, όσο είναι καιρός; Γιατί εντάξει, περνάνε δύσκολες μέρες οι εργαζόμενοι –συνεπώς, ένας λόγος παραπάνω να μην αναπαράγονται. Αλλά μη νομίζετε, για τις επιχειρήσεις τα πράγματα είναι ακόμα πιο δύσκολα.

Κι ας μην ξεχνάμε πως η σύγχρονη δημοκρατία δεν έχει αδιέξοδα. Έχει όμως κάθε δικαίωμα να υπερασπιστεί τον εαυτό της από τους εχθρούς της και να συλλάβει καταληψίες μαθητές, να τσακίσει στο ξύλο άοπλους κι ειρηνικούς φοιτητές, να διώκει και να απολύει κομμουνιστές υπαλλήλους για τις απόψεις τους και τη δράση τους, να τρομοκρατεί κάθε εργάτη με την ανεργία που φτάνει στα ύψη –αλλά έπεσε, λέει, δύο μονάδες μες στο καλοκαίρι κάι ο ουρανός έγινε πιο γαλανός, με την τουριστική ανάπτυξη που έρχεται.

Η σύγχρονη δημοκρατία τους δεν παύει να είναι σε τελική ανάλυση δικτατορία της αστικής τάξης και να μοιάζει, όπως δυο σταγόνες νερό, με τις ανοιχτές δικτατορίες –που χρησιμοποιούσαν όμως το μαρτύριο της σταγόνας, ενώ τώρα αυτά έχουν καταργηθεί. Όπως μοιάζουν δηλ, σα δυο σταγόνες νερό, ο πόλεμος και η ειρήνη τους, που φέρνει νομοτελειακά πολλές σταγόνες αιματηρών πολέμων, όπως το σύννεφο τη βροχή. Κι όπως μοιάζουν, σα δυο σταγόνες νερό, το νεοφιλελεύθερο ξεπούλημα με την ιδιωτικοποίηση του νερού και το κεϊνσιανό μοντέλο σύμπραξης δημόσιου και ιδιωτικού τομέα ή ο εναλλακτικός «λαϊκός καπιταλισμός» που προβάλλεται ως ντεμέκ λύση στη θεσσαλονίκη για την ευαθ. Όπως μοιάζουν δηλ, σα δίδυμα αδέρφια, ο δεξιός κι ο αριστερός πόλος του νέου δικομματισμού, ακόμα και αν καθρεφτίζουν, ως σταγόνες, διαφορετικά επιχειρηματικά συμφέροντα. Οι πραγματικές τους διαφορές όμως είναι σαν αυτές που έχει το αριστερό από το δεξί τουίξ (twix) στην τηλεοπτική διαφήμιση. Το ένα σκεπάζει το μνημόνιο με ανάπτυξη, ενώ το άλλο καλύπτει το μπισκότο με σοκολάτα και καταγγέλλει πολιτικά το μνημόνιο, για να έρθει η ανάπτυξη.


Γιατί όντως, τόση δημοκρατία με το σταγονόμετρο, από την χούντα είχαμε να δούμε.

Σάββατο 11 Οκτωβρίου 2014

Καπιταλισμός ή βαρβαρότητα

Το βασικό πλεονέκτημα της αστικής δημοκρατίας είναι ότι σου προσφέρει πολλές δυνατότητες, σαν τις ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής, πάντα κλειστού τύπου, με προκατασκευασμένες κι ελεγχόμενες πιθανές απαντήσεις, συνήθως υπό τη μορφή διλήμματος. Μπορείς πχ να διαλέξεις ανάμεσα στους ακροδεξιούς που έθαψαν το τσεκούρι του πολέμου που κρατούσαν στα νιάτα τους, αλλά ξέθαψαν για τις ανάγκες της προπαγάνδας το εμφυλιοπολεμικό κλίμα παλιότερων εποχών. Και στους.. κομμουνιστές του σύριζα που φέρνουν την πίπα της ειρήνης στο μεγάλο κεφάλαιο, με διάφορες φραστικές τέτοιες (με το συμπάθιο) για ομαλό ειρηνικό πέρασμα, όχι στο σοσιαλισμό –που είναι πασέ και ντεμοντέ- αλλά στη.. μεταμνημονιακή εποχή. Να διαλέξεις δηλ με άλλα λόγια ανάμεσα στη μία ή την άλλη μερίδα της ελληνικής αστικής τάξης, τα διαφορετικά μίγματα εξόδου απ’ την κρίση και τους πολιτικούς πόλους που εκφράζουν το κάθε σχέδιο και τα διαφορετικά συμφέροντα (θα επανέλθω αργότερα με στοιχεία, μαζί με το δραγασάκη). Ή εναλλακτικά τον τρίτο (το μακρύτερο) δρόμο των υπεύθυνων δυνάμεων του δημοκρατικού κέντρου, που αρνούνται την πόλωση και τον.. εμφύλιο.

Μπορείς επίσης να επιλέξεις μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών του ίδιου κόμματος-παράταξης. Θέλεις μια σοβαρή χρυσή αυγή ή τη σκληροπυρηνική εκδοχή της, που ζητάει λευτεριά για τους φυλακισμένους ηγέτες της που είναι στην μπουζού –σαν εκείνα τα κλουβιά, όπου μπαίνουν τα κατοικίδια στα ταξίδια και τις μεταβατικές περιόδους; Θέλεις τη λαϊκή καραμανλική δεξιά, που συναντιέται κρυφά με το σύριζα και σκέφτεται να ρίξει το σαμαρά, ενώ οι κατά καιρούς αντικυβερνητικές αιχμές της εφημερίδας τους (δημοκρατία) είναι συνήθως πιο καίριες από αυτές της αυγής; Ή το βορίδη που τα λέει τσεκουράτα και προαλείφεται για διάδοχος κι επόμενος καταλληλότερος –κι ίσως να είχε γίνει ήδη πρωθυπουργός αν δεν ήταν τόσο τσεκουράτος στα νιάτα του. Θέλεις τη βαρύνουσα αυταρέσκεια του νάρκισσου βενιζέλου ή την αβάσταχτη ελαφρότητα του αντιμνημονιακού αντιεξουσιαστή γιωργάκη, που θα γκρεμίσει τη δεξιά; Ή μήπως κάποια άλλη από τις 58 αποχρώσεις της ανασύνθεσης της κεντροαριστεράς; Είσαι με το πασόκ της νέας εποχής ή με τον παναγιωτακόπουλο του κινήματος και το αριστερό ρεύμα στο ρόλο της φωνής μιας μουγγής συνείδησης; Με την άχνη ή με τον κουραμπιέ; Με τον κορδάτο ή με το ικεα;

Και αναρωτιέσαι παράλληλα: πόσα τρυγόνια με ένα σμπάρο (της ψήφου εμπιστοσύνης) πιάνει η αστική εξουσία; Είναι μόνο δύο (σαν τους πόλους του καινούριου δικομματισμού που χτίζει μεθοδικά) ή μήπως περισσότεροι; Ποιος πίστευε ότι θα φτάναμε κάποτε στο σημείο να κάνει ο βορίδης ουσιαστική πολιτική ανάλυση επί των θέσεων του αντιπάλου, παίζοντας με τις αντιφάσεις του, και η αξιωματική αντιπολίτευση να μην απαντά επί της ουσίας, αλλά να επιχειρεί να τον αποδομήσεί πρωτίστως σε θυμικό επίπεδο, βάση του γνωστού παρελθόντος του; Πόσες παρόμοιες παράτες πρέπει να παρακολουθήσει ακόμα ο ελληνικός λαός για να το πάρει απόφαση και να βάλει τέλος στο έργο που έχει ξαναδεί και τους πρωταγωνιστές του; Ως κι ο επικός μητσάρας δηλ αηδίασε και την έκανε.

Τα ερωτήματα όμως επεκτείνονται και σε διεθνές επίπεδο. Ο λαός μπορεί να επιλέξει ανάμεσα στους τζιχαντιστές και σε αυτούς που τους εξέθρεψαν· στην αφαίρεση της κλειτορίδας από τις γυναίκες ή την τηλεοπτική λοβοτομή. Τους βάρβαρους που παίρνουν κεφάλια και τους πολιτισμένους δημοκράτες που παίρνουν κεφαλικούς φόρους, ενώ κάποτε εξέθεταν δημόσια τα κομμένα κεφάλια του άρη και του τζαβέλλα ως τεκμήρια θριάμβου της δημοκρατίας τους. Κι όπως λέει στην παράστασή του ο ζαραλίκος, να σε δω να ακούς απ’ το πρωί ως το βράδυ τις τσιριχτές αναλύσεις του άδωνη και μετά να δούμε πόσο κακοί σου φαίνονται οι τζιχαντιστές κι αν θες ή όχι από μόνος σου να κόψεις το κεφάλι σου. Έλα πάρτο σε παρακαλώ, να μην τον ακούω άλλο. Και αν τελικά δε σε καλύπτει άλλο το σημερινό ασφυκτικό πλαίσιο, ε κόψε το λαιμό σου, να βρεις μόνος σου μια λύση. Εμείς είμαστε δημοκράτες κι απλά θα σου το βάλουμε στον τορβά.

Τα διλήμματα της εποχής μας είναι σαφή. Σύριζα ή μνημόνιο. Νδ ή χρεοκοπία. Τζιχαντιστές ή τα παλιά τους αφεντικά με τους καινούριους πολιτικούς υπηρέτες τους. Θεοκρατικός μεσαίωνας ή κοσμική δημοκρατία με εργασιακό μεσαίωνα. Δικτατορία της αστικής τάξης ή το ίδιο με άλλη διατύπωση. Εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο ή το ακριβώς αντίστροφο.
Με δυο λόγια, το ψευδεπίγραφο δίλημμα που μας βάζουν, σαν κλειστού τύπου ερώτηση είναι απλό: καπιταλισμός ή βαρβαρότητα; Για να έχουμε την ψευδαίσθηση της ελεύθερης επιλογής και να μη σκεφτούμε πως το ένα σκέλος προκύπτει απευθείας από το άλλο, όπως η βροχή φέρνει το νερό.

Γι’ αυτό σου λέω. Είναι γκάβλα τελικά να έχεις αστική δημοκρατία και να μπορείς να διαλέξεις αυτό που θες, ανάμεσα σε τόσες λύσεις..

-.-.-
Ένα από τα πρώτα στοιχεία που ψάχνουν να βρουν οι κομμουνιστές, πριν προχωρήσουν στην ανάλυση της κατάστασης για μια χώρα, είναι το παρελθόν κι οι ιστορικές της καταβολές. Ποια είναι η πείρα από τις πολύχρωμες επαναστάσεις της ουκρανίας; Πώς ψαλιδίστηκαν ντε φάκτο τα όρια του παλαιστινιακού κράτους; Τι είχε γίνει με το μπάαθ και τους κομμουνιστές στη συρία και το ιρακ; Πώς φτάσαμε από τον ασιατικού τύπου σοσιαλφασισμό στη σημερινή μορφή ισλαμοφασισμού, όπως χαρακτηρίζεται αδόκιμα σε αρκετές αναλύσεις; Το πιο δύσκολο καθήκον όμως δεν είναι η ιστορική αναδρομή αλλά η συγκεκριμένη εκτίμηση της σημερινής ιστορικής συγκυρίας.

Η θέση των κομμουνιστών στο εθνικό ζήτημα ξενίζει πιθανότατα όσους παραμένουν πιστοί στο επίπεδο της τυπικής λογικής. Συμφωνία από θέση αρχής με το δικαίωμα κάθε λαού στην αυτοδιάθεση και τον εδαφικό αποχωρισμό του από ένα άλλο κράτος αλλά όχι πάντα και από θέση αρχής με τη συγκεκριμένη εφαρμογή του, σε κάθε περίπτωση. Μήπως αυτό σημαίνει να υπάρχει αφηρημένα ένα δικαίωμα, αλλά να καταργείται ουσιαστικά στην πράξη, όπως συμβαίνει στο αστικό δίκαιο; Όχι, δε σημαίνει κάτι τέτοιο. Η σημασία αυτής της θέσης μπορεί να γίνει καλύτερα κατανοητή με το παράδειγμα του διαζυγίου, δηλ του αντίστοιχου δια-χωρισμού ενός ανδρόγυνου, όπου είμαστε από θέση αρχής υπέρ του δικαιώματος του διαζυγίου για κάθε πλευρά της σχέσης, χωρίς αυτό φυσικά να σημαίνει πως θέλουμε να οδηγείται κάθε γάμος στο διαζύγιο.


Αυτός είναι χοντρικά και σε γενικές γραμμές, ο λόγος που σε κάποιες περιπτώσεις εκτιμούμε πχ πως στην καταλονία και την χώρα των βάσκων ο ορίζοντας επίλυσης του προβλήματος βρίσκεται σε μια σοσιαλιστική ισπανία, όπου οι λαοί της χώρας θα αναπτύσουν ελεύθερα τον πολιτισμό, την κουλτούρα, τη γλώσσα τους κτλ. Ενώ σε άλλες περιπτώσεις ο στρατηγικός στόχος υπηρετείται καλύτερα και περνάει μέσα από τον αγώνα για ένα ανεξάρτητο παλαιστινιακό κράτος, ένα ανεξάρτητο κουρδιστάν, κτλ. Αυτό που περιπλέκει αρκετά τα πράγματα είναι η συνήθης πρόσκαιρη σύμπτωση των αρχών κάποιων λαών με τα ιμπεριαλιστικά σμυφέροντα μεγάλων δυνάμεων και ο κίνδυνος να αποκτήσουν πχ ένα κράτος, που θα καταστεί γρήγορα προτεκτοράτο –κάτι που καθιστά ακόμα πιο σύνθετη την εκτίμηση της συγκεκριμένης κατάστασης. Αλλά αυτό μπορεί να το δούμε ξεχωριστά σε κάποια άλλη ανάρτηση.

Παρασκευή 3 Οκτωβρίου 2014

Άξιον εστί

Πιστεύω πως αν ήμουνα παιδί... ή μάλλον κάτσε, να το πάρουμε αλλιώς. Απέναντι από την κοα στην ομόνοια είναι το αστυνομικό τμήμα, που διατηρεί τις καλύτερες σχέσεις με τα βαποράκια και τους νταβάδες της περιοχής. Απέναντι από την άλλη πλευρά της κοα, στον πεζόδρομο, είναι η στάνη (γιατί όποιος φεύγει από το μαντρί, κτλ) που έχει ωραία παραδοσιακά γλυκά. Κι ακριβώς παραδίπλα ένας κινηματογράφος που παίζει καθημερινά δύο έργα σεξ και μαζεύει την αντίστοιχη εκλεκτή πελατεία. Οπότε έχει τύχει κάτι κυραικάτικα πρωινά να πηγαίνουν συντρόφισσες από τα χαράματα στην κοα για κάποια συνδιάσκεψη ή άλλη κομματική δουλειά και να πετυχαίνουν ξαναμμένους θεατές, με συγκεκριμένες προτάσεις: πίπα δέκα ευρώ, πίπα δέκα ευρώ;

Δεν ξέρω λοιπόν γιατί, αλλά πιστεύω πως αν ήμουν μικρός κι ήξερα με κάποιον απροσδιόριστο τρόπο όλα τα παραπάνω στοιχεία, για να τα αναπλάσω δημιουργικά με τη φαντασία μου, όταν θα άκουγα μια συζήτηση των μεγάλων περί αξιολόγησης, θα μου ‘ρχοταν συνειρμικά στο μυαλό μια επιτροπή από τους ξαναμμένους θεατές στο σινεμά της ομόνοιας να βαθμολογούν αυστηρά τους υπαλλήλους με κριτήρια γκουσγκούνη (τι προσόντα έχει, πόσο μεγάλη.. υπομονή διαθέτει, κτλ) και όταν εγκρίνουν κάποιον να φωνάζουν: άξιος, άξιος, ξεσπώντας σε πηχτά χειροκροτήματα.

-Ναι αλλά ας μην εκχυδαΐζουμε τη συζήτηση, γιατί κάθε αξιολόγηση έχει συγκεκριμένο πλαίσιο.
-Α χαίρομαι πολύ που συμφωνούμε σε κάτι. Ας δούμε λοιπόν ποιος ακριβώς εκχυδαΐζει την κουβέντα και προσβάλλει τη νοημοσύη μας.
Ποιο είναι σε γενικές γραμμές το πλαίσιο της επιχειρούμενης αξιολόγησης στο δηόσιο; Μπορούμε να επισημάνουμε ως κύρια τα εξής δύο χαρακτηριστικά. Α. δεν αποσκοπεί στην κριτική και τη βελτίωση των κακώς κειμένων αλλά στην τιμωρία των χειρότερων υπαλλήλων και την περικοπή δαπανών, με τη μείωση του προσωπικού κατά 15%, που είναι υποχρεωτική ακόμα κι αν δεν υπάρχυον κακοί υπάλληλοι σε μια υπηρεσία (στη συνέχεια πρόσθεσαν έναν όρο για να ρίξουν στάχτη στα μάτια, πως οι χειρότεροι υπάλληλοι της αξιολόγησης, που μπορεί να έχουν πέσει θύματα μεροληπτικών κρίσεων, θα παραμένουν υποχρεωτικά στις θέσεις τους, αλλά αυτό απλώς επιτείνει το κομφούζιο χωρίς να αλλάζει την ουσία του πράγματος. Β. οι προϊστάμενοι και οι διευθυντές των τμημάτων απαλλάσσονται εκ των προτέρων από κάθε συνέπεια της αξιολόγσης και δεν έχουν κανέναν φόβο/λόγο να μετανοήσουν για κάτι, εν όψει της τελικής κρίσης.

Ο σκοπός και το περιεχόμενο αυτής της διαδικασίας είναι τόσο δηλωτικά, που βρίσκουν αντίθετους και πολλούς θερμούς υπέρμαχους, από θέση αρχής, της αξιολόγησης. Μόνο που εδώ το πράγμα δεν μπαίνει αφηρημένα από θέση αρχής, αλλά συγκεκριμένα και με ταξικό πρόσημο. Κι επειδή η παραπάνω συνταγή δεν έτυχε αλλά πέτυχε, εξυπηρετώντας θαυμάσια τους πραγματικούς στόχους του αστικού κράτους, αυτό οφείλει να προβληματίσει κάθε καλόπιστο συνομιλητή μας για το γενικό πλαίσιο στο οποίο λαμβάνει χώρα αυτή η αξιολόγηση.

Στον καπιταλισμό οι άνθρωποι γίνονται εμπορεύματα με ανταλλακτική αξία. Για να καταστεί συγκρίσιμη κι ανταλλάξιμη η δραστηριότητά τους, αντικειμενοποιείται και μπαίνει σε αφηρημένα καλούπια, μετρώντας πχ την ποσότητά της σε ώρες με την αφηρημένη εργασία. Η βαθμολόγηση στο σχολείο είναι το εκπαιδευτικό αντίστοιχο της αξιολόγησης και της διατίμησης των εμπορευμάτων. Η ικανότητα των μαθητών πρέπει να μεταφραστεί σε μια συγκεκριμένη συγκρίσιμη επίδοση με ακρίβεια δεκαδικού, καθώς μερικά μόρια μπορεί να κρίνουν το επαγγελματικό μέλλον του καθενός. Τα πιο «εξελιγμένα συστήματα», πχ στις ηπα, σου επιβάλλουν με συγκεκριμένη ποσόστωση να είσαι μέσα στους καλύτερους μαθητές της τάξης, αν θες να συνεχίσεις το μάθημα –κατ’ αναλογία της κοινωνίας των δύο τρίτων και της λογικής του ανταγωνισμού εναντίον όλων, που εμπεδώνεται από μικρή ηλικία στο σχολείο. Η σχολή κι ο κλάδος που ακολουθούμε δεν κρίνεται με βάση τις κλίσεις και τα ενδιαφέροντά μας αλλά με βάση τις επιδόσεις μας σε κάποια εξεταζόμενα μαθήματα, ως απόδειξη του παραλογισμού που μπορεί να κρύβει πίσω της μια αφαίρεση, φτωχαίνοντας την πραγματικότητα και τους ζωντανανούς ανθρώπους. Παρόλα αυτά, πολλοί βλέπουν θετικά μια αντίστοιχη διαδικασία, γιατί πιστεύουν ότι θεσπίζει τουλάχιστον αξιοκρατικά κριτήρια αντί της κυρίαρχης ευνοιοκρατίας των γνωριμιών και του μέσου –άλλο αν η πραγματικότητα διαψεύδει πικρά τις αφηρημένες προσδοκίες τους.

Από μια άποψη, η κοινωνία του μέλλοντος θα είναι το βσίλειο της αναξιοκρατίας, όχι γιατί δε θα προωθεί τους άξιους, αλλά γιατί δε θα μετράει τους ανθρώπους ως εμπορεύματα, με βάση την ανταλλακτική τους αξία –και σε ένα βάθος χρόνου, θα καταργηθεί και το δεύτερο συνθετικό της λέξης, που παραπέμπει στο κράτος. Στη σοβιετική ένωση, ο εμπορευματικές σχέσεις επιβίωναν ως κατάλοιπα του παλιού κόσμου που δεν έχει πεθάνει ακόμα· κι οι βαθμολογίες του εκπαιδευτικού συστήματος κυμαίνονταν σε μια γενική κλίμακα από το 1 ως το 5, χωρίς μεγάλη διαβάθμιση με δεκαδικά, περιέχοντας όμως και πολλά ποιοτικά χαρακτηριστικά για κάθε μαθητή.

Οι αστικοί μύθοι για τη σοσιαλιστική οικοδόμηση και η κυρίαρχη προπαγάνδα έχουν διαμορφώσει στον κόσμο μια αντιφατική συνείδηση με διαφορετικά μέτρα και σταθμά ανά περίσταση. Πολλοί αναζητούν δυναμικές λύσεις διεξόδου από τη σημερινή κατάσταση, νοσταλγώντας πχ την πυγμή της χούντας των συνταγματαρχών –α ρε παπαδόπουλο που χρειάζονται- φρίττουν όμως στο άκουσμα της δικτατορίας του προλεταριάτου που συντρίβει τους εκμεταλλευτές, γιατί θα καταργήσει τάχα τις ελευθερίες και τα δικαιώματά μας. Πιστεύουν ότι ο υπαρκτός καταπατούσε το άτομο και την προσωπικότητα του καθενός, στο όνομα του συνόλου και των γενικών αφαιρέσεων, ενώ δεν υπάρχει πιο αλλοτριωτική αφαίρεση από το αφηρημένο (άρα άνισο) αστικό δίκαιο, τα αφηρημένα δικαιώματα που ποτέ δε βρίσκουν εφαρμογή στην πράξη, τον αφηρημένο χαρακτήρα της αξιολόγησης, που περιγράψαμε παραπάνω. Ιεραρχεί την ανεργία (που είχε εξαλειφθεί από την εσσδ) ως το μεγαλύτερο πρόβλημα, αλλά ζητάει κανιβαλικά το αίμα του γείτονα και συναινεί στις απολύσεις των δημόσιων υπαλλήλων. Θέλει αυστηρό έλεγχο των δημόσιων λειτουργών, αλλά απορρίπτει τη σοβιετική πείρα με τον εργατικό έλεγχο, τις ανακλήσεις των ανάξιων στελεχών και την παραδειγματική τους τιμωρία, ιδίως στα πρώτα χρόνια της οικοδόμησης (το «κύμα εκκαθαρίσεων» με τις δίκες της μόσχας πχ στράφηκε κατεξοχήν στη λεγόμενη νομενκλατούρα με τα ανώτερα στελέχη και όχι στο σύνολο της σοβιετικής κοινωνίας). Είναι πρόθυμος να πιστέψει τους μύθους για τις γενικές νόρμες θυμάτων που έδινε κεντρικά η μόσχα στις περιόδους των εκκαθαρίσεων (βρείτε πχ ένα 10% ενόχων) αλλά μένει απαθής όταν βλέπει μπροστά του το μύθο να παίρνει σάρκα κι οστά, με τις απολύσεις στο δημόσιο.

Το γενικό κοινωνικό πλαίσιο είναι που καθορίζει τους σκοπούς και τα αποτελέσματα μιας διαδικασίας, είτε είναι η αξιολόγηση των κρατικών λειτουργών, είτε είναι η δια βίου μάθηση καινούρων γνώσεων πάνω σε ένα αντικείμενο ή ο εργατικός έλεγχος, που αναφέραμε και προηγουμένως. Αυτό το τελευταίο φαίνεται να ξεχνάν κάποιες ομάδες του εξωκοινοβουλίου πχ, που προβάλλουν ως μεταβατικό αίτημα τον εργατικό έλεγχο έλεγχο στο σημερινό αστικό πλαίσιο. Δεν είναι τυχαίο πως οι ίδιες ομάδες αντιδρούν συχνά στην προωθούμενη αξιολόγηση υπό το πρίσμα μιας διαφορετικής, «καλής αξιολόγησης» πχ από τους κάτω, υποτιμώντας ακριβώς το κοινωνικό πλαίσιο που υπαγορεύει τους στόχους και τα χαρακτηριστικά κάθε αντίστοιχης διαδικασίας.


Αξιολογούμαστε όμως όλοι, και βαθμολογείται κάθε πολιτική δύναμη από το λαό, για τις θέσεις και τους στόχους που προτάσσει. Όχι μόνο στις εκλογές, που είναι το πολιτικό αντίστοιχο της εμπορευματικής διατίμησης, ανάλογα με το πώς πλασάρει κανείς την πολιτική του γραμμή και αν υπόσχεται εύκολες λύσεις για να την κάνει ελκυστική. Αλλά πρωτίστως στο σχολείο της ταξικής πάλης, με βασικό κριτήριο το αν μιλάει με τη γλώσσα της αλήθειας στον κόσμο, για την αξιολόγηση και για κάθε άλλο ζήτημα που τον απασχολεί.

Δευτέρα 14 Νοεμβρίου 2011

Περί βασικής αντίθεσης κι άλλων τινών

Ο κλασικός μαρξιστικός ορισμός για τη βασική αντίθεση στον καπιταλισμό βάζει από τη μια την ολοένα αυξανόμενη κοινωνικοποίηση της παραγωγής κι από την άλλη την ατομική ιδιοποίηση των αποτελεσμάτων της. Με άλλα λόγια, ενώ αυξάνονται συνεχώς όσοι συμμετέχουν στην παραγωγή, αυτός που καρπώνεται τον πλούτο που παράγεται είναι μια –διαρκώς μειούμενη- χούφτα εκμεταλλευτών. Αυτή η αντίφαση είναι αξεπέραστη μες στα πλαίσια του συστήματος κι υποσκάπτει τα θεμέλιά του.

Το βασικό μειονέκτημα αυτού του σχήματος είναι ότι εντοπίζει τους δύο πόλους της αντίθεσης σε διαφορετικά πεδία. Το πρώτο σκέλος (κοινωνικοποίηση της παραγωγής) έχει να κάνει με το κομμάτι της παραγωγής ενώ το δεύτερο (ατομική ιδιοποίηση) με τη σφαίρα της διανομής. Επομένως η αντίθεση είναι υπαρκτή, όχι όμως και η βασική, αλλά παράγωγη της βασικής.

Ποια είναι όμως η βασική αντίθεση στον καπιταλισμό; Δεν είναι άλλη από την αντίθεση κεφαλαίου-εργασίας, ως η ειδική μορφή που παίρνει στον καπιταλισμό η διαχρονική αντίθεση μεταξύ ζωντανής και νεκρής εργασίας. Το κεφάλαιο είναι νεκρή, αντικειμενοποιημένη εργασία που απομυζά την υπεραξία της ζωντανής, ως βασική προϋπόθεση για την αναπαραγωγή του.

Στον καπιταλισμό, τα νεκρά κεφάλαια είναι πιο σημαντικά από τον ζωντανό εργαζόμενο, οι τράπεζες πάνω από τους λαούς και τα κέρδη από τους ανθρώπους –όπως έλεγε και εκείνο το ιδεαλιστικό σύνθημα του φόρουμ, που ήθελε να βάλει τον άνθρωπο πάνω από τα κέρδη, χωρίς να τα καταργήσει. Με δυο λόγια τα άψυχα, μετράν πιο πολύ από τα έμψυχα. Κι αυτή είναι μια αντικειμενική λειτουργία του συστήματος, που θα ‘κανε και τους ιδεαλιστές ακόμα να παλέψουν για την ανατροπή του, στο πλευρό των οπαδών του (διαλεκτικού) υλισμού.

Ποια είναι όμως η βασική αντίθεση στο σοσιαλισμό;
Στο έργο του για τα οικονομικά προβλήματα στην εσσδ ο σύντροφος με το μουστάκι λέει ότι ο βασικός νόμος κίνησης του σοσιαλισμού έχει ως κύριο χαρακτηριστικό την ανώτατη ικανοποίηση των διαρκώς αυξανόμενων αναγκών, μέσω της τελειοποίησης της σοσιαλιστικής παραγωγής στη βάση της πιο υψηλής τεχνικής. Στην ίδια λογική ο βασικός νόμος ακινησίας της μπρεζνιεφικής εποχής ήταν το τρένο της ετε που χάσαμε στη μάχη με τον ιμπεριαλισμό, τον τελευταίο σταθμό του καπιταλισμού, όπως έλεγε και μια παλιά μετάφραση στο έργο του βλαδίμηρου.

Δεν ξέρω αν ο βασικός νόμος ταυτίζεται με τη βασική αντίθεση. Ως βασικό νόμο του καπιταλισμού στο ιμπεριαλιστικό του στάδιο, ο στάλιν ορίζει το ανώτατο κέρδος, κι όχι τους ορισμούς που δώσαμε παραπάνω. Ο στάλιν φαίνεται να ταυτίζει το βασικό νόμο με τον τελικό σκοπό της παραγωγής. Για το σοσιαλισμό είναι η τελειοποίηση της παραγωγής για την ικανοποίηση των αναγκών, ενώ στον καπιταλισμό είναι το κέρδος, χωρίς να αναφέρεται κάποια βασική αντίθεση ως κινητήρια δύναμη. Κατ’ ουσίαν όμως μιλάμε για το ίδιο πράγμα. Γιατί οι αντιφάσεις είναι η πηγή της κοινωνικής εξέλιξης και των βασικών νόμων που διέπουν την κίνησή της.

Μερικές παρατηρήσεις πάνω στα προηγούμενα.
Η αντιθετική σχέση στον παραπάνω νόμο, ορίζεται από το δίπολο της παραγωγής με τις ανάγκες, όπου το δεύτερο σκέλος έχει να κάνει με τη σφαίρα της διανομής. Κάτι που μας επιστρέφει στον αρχικό μας συλλογισμό. Η σφαίρα της διανομής επικαθορίζεται από την παραγωγή, που είναι το κύριο, το πλέον ουσιώδες χαρακτηριστικό ενός κοινωνικού σχηματισμού. Κατά συνέπεια, η βασική αντίθεση που τον διέπει, πρέπει να εντοπίζει τους δύο πόλους της στη σφαίρα της παραγωγής. Ή όπως λέει ο μαρξ, στην κριτική του προγράμματος της γκότα, η κάθε φορά διανομή των μέσων κατανάλωσης είναι μονάχα συνέπεια της διανομής των όρων παραγωγής.

Στον ίδιο σκόπελο σκόνταψε κι ο λέοντας, στην προδομένη επανάσταση, όταν προσπάθησε να εξηγήσει την σοβιετική γραφειοκρατία ως φαινόμενο, βάση των όρων διανομής. Όταν υπάρχουν λίγα αγαθά οι αγοραστές κάνουν ουρά κι είναι αναγκαίος ένας αστυφύλακας να κρατάει την τάξη. Αυτή είναι η αφετηρία της εξουσίας της γραφειοκρατίας, που ξέρει ποιος πρέπει να πάρει κάτι και ποιος πρέπει να περιμένει.

Πώς δικαιολογεί ο λέοντας αυτή την προσέγγιση;
Οι επιπόλαιοι θεωρητικοί παρηγορούν τον εαυτό τους τονίζοντας ότι η διανομή πλούτου είναι δευτερεύουσα σε σχέση με την παραγωγή του. Ωστόσο, η διαλεκτική της αλληλεπίδρασης διατηρεί εδώ όλη τη δύναμή της.

Στο βιβλίο του για τη σοβιετική γραφειοκρατία ο σοβιετικός κυριούλης αναγνωρίζει μεν ότι ο λέοντας σε άλλα έργα του προσπαθεί να ανιχνεύσει βαθύτερα κοινωνικά αίτια του φαινομένου. Αλλά ασκεί σκληρή κριτική στο συγκεκριμένο συλλογισμό κι υπενθυμίζει ένα απόσπασμα του μαρξ, από την κριτική στο πρόγραμμα της γκότα και πάλι.

Ο χυδαίος σοσιαλισμός κληρονόμησε από τους αστούς οικονομολόγους την αντίληψη να θεωρεί και να χειρίζεται τη διανομή ανεξάρτητα από τον τρόπο παραγωγής και να παρουσιάζει το σοσιαλισμό σα να περιστρέφεται κυρίως γύρω από τη διανομή.

Αυτήν την κατηγορία μπορούμε να τη βρούμε ακόμα και σήμερα, στους εν γένει αριστερούς, που μιλάν γενικά για φτωχούς και πλούσιους και ταυτίζουν χυδαία το σοσιαλισμό με την ανακατανομή πλούτου, γενικά κι αόριστα.

Παρόλα αυτά ο αρχικός προβληματισμός παραμένει ανοιχτός. Εφόσον οι ανθρώπινες ανάγκες είναι το αρχικό κίνητρο της παραγωγής, μπορεί να θεωρηθεί δευτερεύων παράγοντας η σφαίρα της διανομής; Και πόσο βασική είναι η αλληλεπίδραση που επισημαίνει ο τρότσκι;

Στο δεύτερο μέρος του βιβλίου του, ο σοβιετικός κυριούλης δίνει τον ορισμό του βαζιούλιν και της λογικής της ιστορίας για τη βασική αντίθεση στο σοσιαλισμό.

Η βασική αντίφαση του σοσιαλισμού είναι η αντίφαση μεταξύ της κοινωνικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής και του ακόμα ανώριμου κοινωνικού χαρακτήρα της παραγωγής, ή αλλιώς της τυπικής κοινωνικοποίησής της –την οποία η κε του μπλοκ προτιμάει να τη λέει ανώριμη, κατ’ αντιστοιχία του ανώριμου κομμουνισμού που χρησιμοποιεί ο βλαδίμηρος για το σοσιαλισμό.

Το βασικό πλεονέκτημα αυτού του ορισμού είναι ότι εντοπίζει και τους δύο πόλους της αντίθεσης στο κομμάτι της παραγωγής και συγκεκριμένα στο διαλεκτικό δίπολο παραγωγικές δυνάμεις (πδ)-σχέσεις παραγωγής (πσ). Σε αυτό το σημείο θα μπορούσε να γίνει μια παρέκκλιση για τη διαλεκτική σχέση μεταξύ πδ και πσ (ποιο είναι το πρωτεύον, βαθμός αντιστοίχησης κτλ), αλλά αυτό ίσως μας απασχολήσει σε επόμενη ανάρτηση.

Στον επίλογο θα κάνουμε μια δημιουργική εφαρμογή όσων είδαμε παραπάνω.
Ο ευτύχης έχει πει ότι η διαλεκτική σχέση που ορίζει τη λειτουργία του κκε είναι το διαλεκτικό δίπολο μεταξύ σεχταρισμού κι οπορτουνισμού, όπου το κόμμα κινείται σαν πολιτικό εκκρεμμές.

Αυτή είναι όμως κι η βασική αντίθεση του ίδιου του ευτύχη. Αφού αντέδρασε στο οπορτουνιστικό 89’ αποχωρώντας απ’ το κκε, έφτιαξε μια σέχτα του εξωκοινοβουλίου αντί για κόμμα, και τώρα διακηρύσσει ανοιχτά την οπορτουνιστική ιδέα της παναριστεράς.

Γενικότερα ωστόσο η βασική αντίφαση κάθε συντρόφου, στη δράση του και το προτσές διαμόρφωσης της προσωπικότητάς του, είναι η εξής: αφενός πρέπει να ξεχωρίσει από τον χυλό, να μην τον καταπιεί ο μέσος όρος, να καλλιεργήσει κάθε κλίση κι ενδιαφέρον που έχει και να αποκτήσει ειδικές αρετές και προσόντα. Κι από την άλλη πρέπει να μην αποκοπεί απ’ τις μάζες, να μην τις κοιτάει αφ’ υψηλού με σνομπ διάθεση, να γειώνει τις γνώσεις του στις μάζες, να πιάσει τον παλμό τους και να τον εκφράσει, αν θέλει να είναι πραγματικά πρωτοπόρος στον χώρο του.

Παράγωγη αυτής της σχέσης είναι κι η αντίθεση μεταξύ στείρου πρακτικισμού και ακαδημαϊκής ενασχόλησης με τη θεωρία –ή αλλιώς αμπελοφιλοσοφίας- ως ειδική μορφή της αντίθεσης μεταξύ χειρωνακτικής και πνευματικής εργασίας.

Τιμή και δόξα στους συντρόφους που παλεύουν καθημερινά και καταφέρνουν να υπερβούν διαλεκτικά αυτήν την αντίθεση. Κι είναι προφανές ότι δε συμπεριλαμβάνω τον εαυτό μου σε αυτούς.