Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα πλουμπίδης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα πλουμπίδης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 25 Μαρτίου 2025

Αλύγιστοι και ευλύγιστοι

Αν υπάρχει κάτι που να ξεπερνά το μίσος (ταξικό) των αστών για το κόμμα της εργατικής τάξης, θα το βρούμε σίγουρα στο φάσμα του ποικιλώνυμου οπορτουνισμού. Σε δυνάμεις που επιχείρησαν να το διαλύσουν, που μισούν τη δομή τους, τους ηγέτες του, την οργάνωσή του. Μα πάνω από όλα τις θέσεις του, καθώς τάσσεται δογματικά υπέρ της ταξικής πάλης και οτιδήποτε κινεί τον τροχό της ιστορίας προς τη σωστή πλευρά.

Ή μάλλον, όχι. Πάρ’ το από την αρχή.

Δύο πράγματα είναι άπειρα στο γνωστό σύμπαν. Η βλακεία και το μίσος του αριστεροχωρίου για το ΚΚΕ. Και για το πρώτο δεν είμαι εντελώς βέβαιος, αλλά πολλές φορές είναι όρος-προϋπόθεση για το δεύτερο. Το αριστεροχώρι μισεί το κόμμα πιστά, δογματικά, διαχρονικά -μίσος παντούς καιρού και εποχής-, σχεδόν παραπάνω και από το αστικό κράτος. Στην τελική, αυτό (το κράτος) απλώς τη δουλειά του έκανε -πχ να εξορίζει και να σκοτώνει αγωνιστές. Στην πορεία όμως ο οπορτουνισμός ανακάλυψε ότι είναι παρεξηγημένο, ότι μπορεί να αλλάξει, να γίνει φιλικό, κοινωνικό, δημοκρατικό (να μας μυρίσει θέλει). Και πρακτικά το αγάπησαν -παρά τα καβγαδάκια της σχέσης τους. Η αγάπη όλα τα νικά, κινεί βουνά, αλλάζει ακόμα και το (μίσος για το) κράτος -σε αντίθεση με το «απολιθωμένο» κόμμα, που μένει κολλημένο στα ίδια.

Αν κάτι είναι (ακόμα) πιο «γαμάτο» από το να μισείς το ΚΚΕ και να το κάνεις πολιτική άποψη, είναι να χρησιμοποιείς εναντίον του, ως τεκμήρια της εμπάθειας- δικά του εμβληματικά στελέχη, που γεννήθηκαν και αναδείχτηκαν από τις γραμμές του. Πόσο μάλλον -κερασάκι στην τούρτα ενός όχι τόσο ντροπαλού αντικομμουνισμού- αν είχαν φροντίσει με ρητές δηλώσεις και πράξεις να αποτρέψουν αυτό ακριβώς: να λερώσει κάποιος το κόμμα τους, με το όνομά τους.

Τι κι αν ο Πλουμπίδης στήθηκε στο απόσπασμα, φωνάζοντας «ζήτω το ΚΚΕ»; Τι κι αν ήταν βέβαιος πως το κόμμα του θα βρει την αλήθεια και θα τον αποκαταστήσει -όπως και έγινε; Τι κι αν ο Νίκος Ζαχαριάδης έγραψε πως τίποτα δεν έχει να χωρίσει με το Κουκουέδικο; Κι ότι κανείς δεν μπορεί να το χτυπήσει στο όνομά του;

Τι να μας πουν δηλαδή; Λες και αυτοί ξέρουν καλύτερα (από το αριστεροχώρι) τι έλεγαν και τι εννοούσαν. Στο τέλος της μέρας (μιας καφενειακής συζήτησης ή ενός διαδικτυακού σημειώματος), μένεις με την εντύπωση (αν όχι εδραιωμένη βεβαιότητα) πως η πιο σημαντική στιγμή στην πολιτική τους διαδρομή ήταν η ρήξη τους με το κόμμα.

-Για τον Πλουμπίδη πως τον κατήγγειλε ως πράκτορα και αμφισβήτησε την εκτέλεσή του.
-Για τον Βελουχιώτη πως τον διέγραψε και τον οδήγησε στο αδιέξοδο και την αυτοκτονία.
-Για τον Ζαχαριάδη πως αυτοκτόνησε, αφήνοντας το κουφάρι τους στους Μπρέζνιεφ, Κολιγιάννη, Φλωράκη και σία.

Ειδικά για τον Πλουμπίδη, στο τέλος μπορεί να ξεχάσεις ποιος ευθύνεται για την εκτέλεσή του. Το μετεμφυλιακό αστικό κράτος (που τον κυνήγησε, συνέλαβε, φυλάκισε, καταδίκασε) ή το Κόμμα-Κρόνος που τρώει τα παιδιά του και τον αποκήρυξε ως χαφιέ.

Κι αν αυτά έμεναν στο καφενείο ή το διαδίκτυο (από τον Μπάμπη τον Σουγιά, τον Rebel7 ή τον Antifa13) μικρή σημασία θα είχαν -και έχουν. Αν όμως ντύνονται με «επιστημονικό κύρος» από ιστορικούς - πανεπιστημιακούς -με ελαφρώς διαφορετικές διατυπώσεις, αλλά παρόμοια ουσία; Ένας ακαδημαϊκός λόγος, ένα είδος... «επιστημονικού οπορτουνισμού», που δε βλέπει ηρωικές μορφές, που μένουν αλύγιστες, πιστές στις αρχές τους -ακόμα και όταν το κόμματους αδικεί κατάφωρα. Παρά μόνο τραγικές, μοιραίες φιγούρες, τσακισμένες στις μυλόπετρες της ιστορίας, θύματα ενός απάνθρωπου κομματικού μηχανισμού -που τρώει τα παιδιά του αχόρταγα.

Και ο λόγος αυτός (της ανήκει) συνεχίζει αναλόγως.

Ο εμφύλιος δεν ήταν μια ένοπλη κορύφωση της ταξικής πάλης, αλλά διχασμός και συλλογικό τραύμα. Δεν άφησε παρακαταθήκη αλλά μια ανοιχτή πληγή και έναν λαό που πληγώθηκε γιατί πολέμησε -και όχι γιατί δε νίκησε-, «σακάτηδες» της ιστορίας, που ψάχνουν να βρουν τι τους χτύπησε, πώς την πάτησαν. Και εδώ μπαίνει η θεωρία της μπανανόφλουδας. Ο Δεκέμβρης δε δήλωνε την πρόθεση της αστικής εξουσίας να εκμηδενίσει με κάθε μέσο (φωτιά και τσεκούρι) την απειλή του λαϊκού κινήματος. Υπήρχε μονάχα μια παγίδα (μπανανόφλουδα) που την πατήσαμε πρόθυμα, και γίναμε μια ευρωπαϊκή μπανανία -πολιτικά μιλώντας- αντί να τρέχουμε ανέμελοι και ευημερούντες στα κοινοβουλευτικά λιβάδια της αστικής νομιμότητας.

Κατ’ επέκταση, δεν υπάρχει και δικτατορία του προλεταριάτου -ως στόχος για το κίνημα. Γιατί αυτό θα σήμαινε πως υπάρχει και δικτατορία του κεφαλαίου, δηλαδή απόλυτη, απεριόριστη αστική εξουσία, που πρέπει να ανατραπεί. Κι αυτό θα ακύρωνε τον ρόλο τους και τον δικό τους στόχο: να κάνουν αυτό το σύστημα καλύτερο, ανθρώπινο, και να ζήσουμε (ακόμα) καλύτερες μέρες -«σοσιαλιστικές». Μια αλλαγή όπου όλα τριγύρω αλλάζουνε και όλα τα ίδια μένουν -αλλαγές βλέπω, Αλλαγή δε βλέπω, όπως είχε πει και ο Χαρίλαος.

Υπάρχουν μόνο απλοϊκά σχήματα: θύτες και θύματα -ή και τα δύο, σαν τον Ζαχαριάδη. Που χρειαζόταν -και βρήκε- έναν ήρωα (στο πρόσωπο του Μπελογιάννη) και έναν προδότη (στο πρόσωπο του Πλουμπίδη). Και ιδού πώς, μια ιδιωτική φράση, εξόχως φορτισμένη, της Διδώς/ούς Σωτηρίου δημοσιεύεται και προτείνεται ως σοβαρή ιστορική ερμηνεία...

Όσο για τον Πλουμπίδη, είναι μια γλυκιά, μειλίχια μορφή, αγαπητή σε όλους (εκτός από την ηγεσία), που... «πήγε ενάντια στη γραμμή» της τελευταίας, φτιάχνοντας την ΕΔΑ ή παίρνοντας πρωτοβουλία για το ιστορικό συλλαλητήριο επί Κατοχής κατά της πολιτικής επιστράτευσης -επειδή πήρε ορισμένες αποφάσεις ή το ελεύθερο για κάποιους ελιγμούς, υπό χρονική πίεση και χωρίς δυνατότητα άμεσης επαφής με το ΠΓ.

Δεν είναι όμως ο καθοδηγητής της ΟΠΛΑ -που εκτελούσε δωσίλογους, προδότες και εχθρούς του κόμματος. Δεν αναφέρεται ως στέλεχος που αναδεικνύεται στην Ενωτική ΓΣΕΕ και την Προφιντέρν, συμμετέχει στο τελευταίο συνέδριο της Κομιντέρν, γαλουχείται πολιτικά στη Σοβ. Ένωση. Δε χρειάζεται να σκαλίζουμε την ενεργό συμμετοχή του στις αποφάσεις και τη γραμμή του ΚΚΕ ή τις θέσεις του για το πρώτο γράμμα του Ζαχαριάδη (το θεώρησε πλαστό λόγω της αναφοράς στον Μεταξά) και τη στάση των κομμουνιστών στον πόλεμο -από τις γραμμές της «παλιάς ΚΕ».

Κρατάμε μονάχα ό,τι τον παρουσιάζει ως διαλλακτικό, ευλύγιστο, σχεδόν υπερκομματικό. Και βασικά του αφαιρούμε και τον τίτλο-χαρακτηρισμό του αλύγιστου.

Ο Νίκος Πλουμπίδης ανήκει σε μια μακρά σειρά μελών και στελεχών του ελληνικού και του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος, τα οποία κατηγορήθηκαν ως χαφιέδες, απομονώθηκαν, συχνά εξοντώθηκαν, για να αποκατασταθούν αργότερα, όταν οι κομματικές και πολιτικές συνθήκες, καθώς και οι συσχετισμοί είχαν αλλάξει. Στην ελληνική περίπτωση αποτελεί αναμφίβολα την πιο χαρακτηριστική και τραγική περίπτωση. Η τραγικότητα της δικής του περίπτωσης αφορά τη διπλή παράλληλα καταδίκη του: από το μετεμφυλιακό κράτος και από το κομμουνιστικό κόμμα. Με τα γράμματά του επιχειρεί να απαντήσει σε μια κατηγορία που δεν γνωρίζει, ανακαλώντας από τη μνήμη του όσα θεωρεί ότι μπορεί να σχετίζονται, και παράλληλα ανοίγει σε μας ένα μοναδικό παράθυρο στον αξιακό του κόσμο. Η εικόνα του δεν είναι εκείνη του «αλύγιστου» αγωνιστή. Διακατέχεται από μια συνεχή θλίψη, κυρίως για την κομματική καταδίκη του και όχι για τον επερχόμενο θάνατό του, τον οποίο κάποτε αντιμετωπίζει ως λύτρωση. Μέσα από τις χαραμάδες του λόγου του εμφανίζεται η προσωπική πικρία και το συναίσθημα της αδικίας από τους συντρόφους του. «Πολλές φορές με έπιασε από το παράπονο γιατί όλοι οι σ. του ΠΓ με γνώριζαν προσωπικά και ΠΟΤΕ δεν τους κακολόγησα ούτε σαν πρόσωπα, ούτε σαν ηγεσία του κόμματος». Σύντομα όμως, με τη λογική, εξορίζει το συναίσθημα θεωρώντας ότι συσκοτίζει τον πολιτικό χαρακτήρα της υπόθεσης.

Παράπονο, πικρία. «Ομπίντα» που θα έλεγε και ένας μακαρίτης ηθοποιός (παλιός μαοϊκός, υπέρμαχος του «ΝΑΙ» τον Ιούλιο του ’15) σε άλλα συμφραζόμενα, για έναν άλλο αλύγιστο. Πάλι καλά που είχαν το δικαίωμα να γράφουν στιχάκια (να πολεμάνε) και να τραγουδάνε: μην καρτεράτε να λυγίσουμε μήτε για μια στιγμή...

Λογοτεχνική παρένθεση.

Ο «αλύγιστος» του Κ. Κοτζιά είναι ένα πολύ δυνατό μυθιστόρημα, που είχε κυκλοφορήσει αρχικά με διαφορετικό τίτλο -πριν από τη χούντα- για να επανεκδοθεί στη μεταπολίτευση. Αναφέρεται στις τελευταίες μέρες του Πλουμπίδη και κατά έναν τρόπο είναι περίπου ό,τι και η εντολή της Σωτηρίου για το τέλος του Μπελογιάννη και των συντρόφων του. Πιο σκοτεινό, εσωτερικό, με εκτενείς μονολόγους, ένα δυνατό ψυχογράφημα του Πλουμπίδη, της ηρωικής μάχης που έδωσε, των πολλαπλών εμποδίων που είχε να ξεπεράσει, του αγώνα του να μείνει στο ύψος της περίστασης και να τιμήσει το κόμμα του, μέχρι τέλους. Έχει σαφές, έντονο αντιζαχαριαδικό στίγμα, στο πνεύμα της επίσημης κομματικής γραμμής τον καιρό που γράφτηκε Αλλά η βασική αρετή του είναι ότι αναδεικνύει την ανθρώπινη αξία του Πλουμπίδη μέσα από τις πράξεις του. Μας τον παρουσιάζει ως έναν ήρωα που δρα συνειδητά και πολιτικά και όχι ως μια τραγική φιγούρα που τσακίζεται στις συμπληγάδες του κράτους και του κόμματος -με έμφαση πάντα στο δεύτερο σκέλος- και υποτάσσεται μοιραία.

Ζαχαριαδική παρένθεση -με τον τόνο στη λήγουσα και όχι στην προπαραλήγουσα, όπως συνήθιζαν μετά την 6η ολομέλεια...

Ο «αλύγιστος Νίκος» είναι μια φετινή ταινία-ντοκιμαντέρ, που εστιάζει αρκετά στην ανθρώπινη πλευρά του Ζαχαριάδη, τη φιλία του με τον Πάρνη, τη σχέση του με τον γιο του, Σήφη, και το δραματικό τέλος. Πέρα από τις πολλές, σοβαρές αδυναμίες του, πολιτικές, ιστορικές και καλλιτεχνικές (για τις οποίες μπορείτε να διαβάσετε αναλυτικά εδώ), το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι ότι σε ελάχιστα σημεία δικαιολογεί τον τίτλο της. Αποτυγχάνει συνειδητά να δει το ανθρώπινο μεγαλείο του Ζαχαριάδη μέσα από τις πολιτικές πράξεις του, αγνοεί ακόμα και το (συγκλονιστικό και βαθιά πολιτικό) «γράμμα από την άλλη πλευρά», λίγο πριν την αυτοκτονία του -που είχε επίσης πολιτική ουσία. Μας παραδίδει μια... ευλύγιστη ματιά, που φέρνει στα μέτρα της έναν αλύγιστο της ταξικής πάλης και καταφέρνει μάλλον να τον ευνουχίζει ως προσωπικότητα, παρά να του περιποιεί τιμή.

Κι ο μόνος λόγος που όλα αυτά γράφονται κάπως στρογγυλεμένα και σε χαμηλούς τόνους, είναι ο Σήφης («Αλεξέι» για τους «φίλους» Ρώσους) Ζαχαριάδης, που είχε ενεργό συμμετοχή στην παραγωγή του ντοκιμαντέρ, αλλά τη μικρότερη ίσως ευθύνη για το τελικό αποτέλεσμα (κυρίως φταίνε όσοι μιλάν μαζί του αλλά δεν τον προστάτεψαν), όπως άλλωστε και ο Δ. Πλουμπίδης για τον «Κόκκινο δάσκαλο».

Δεν είναι πως ο Σήφης δε σηκώνει από κριτική. Αλλά είναι τόσο γλυκιά φυσιογνωμία, που σε κάνει να λυγίζεις. Δυσκολεύεσαι να τον κεράσεις «Ομπίντα» και να του πεις την αλήθεια για την ταινία. Ότι είναι καλτ, πρόχειρη και αντισοβιετική, σαν την οπτική του Πάρνη (που ήταν ζαχαριαδικός και αντισταλινικός μαζί) αλλά βασικά της σύγχρονης Ρωσίας και της επίσημης ιστορίας της, σε βαθμό που αναμασά το αφήγημα του Τσώρτσιλ για τα περιβόητα χαρτάκια που μοίρασαν τον κόσμο -ερήμην των ΗΠΑ για κάποιον αδιευκρίνιστο λόγο.

Και δεν είναι επειδή ο Σήφης διατηρεί έναν δίαυλο επαφής με το κόμμα. Είναι γιατί σε κερδίζει αυθόρμητα σαν παρουσία, σαν τίμιος και αγαθός γίγαντας, μια γνήσια... «σοβιετική αρκούδα», λίγο δυσκίνητη, δυστυχώς φιλορωσική -και ας μη του δίνει πλήρη πρόσβαση στα σχετικά αρχεία το ρωσικό κράτος- αλλά με τρυφερή, ευγενική ματιά, για τον πατέρα του και τα πράγματα. Είναι η αγωνία του -στη συνέντευξη τύπου μετά τη δημοσιογραφική προβολή της ταινίας- αν έγραψε ο Ριζοσπάστης, η στενοχώρια του για τα «σπασμένα ελληνικά» του -γιατί δε θυμόταν κάποιο συνώνυμο της αλέας, και η «απολογία» του, γιατί ο πατέρας αποφάσισε να μιλάνε ρωσικά στο σπίτι, όταν ήταν έξι χρονών -και ο Ζαχαριάδης εκτοπίστηκε στο Μποροβίτσι.

Κλείνει η παρένθεση, επιστροφή στην κανονική ροή της ανάρτησης, για τον Πλουμπίδη.

Το απόσπασμα που του αφαιρεί τον τίτλο του «αλύγιστου» είναι από την εισήγηση του Βαγγέλη Καραμανωλάκη «γράμματα από τη φυλακή - η δίκη και οι καταδίκες του Νίκου Πλουμπίδη μέσα από την αλληλογραφία του, 1953-54. Έγινε στο πλαίσιο μιας εκδήλωσης του ιδρύματος της Βουλής για το ιστορικό στέλεχος του ΚΚΕ, το 2019, και τα κείμενα των εισηγήσεων βγήκαν σε ειδική έκδοση-αφιέρωμα. Η σύνθεση των εισηγητών προδίδει «αναθεωρητική ηγεμονία» (Χ. Αθανασιάδης, Η. Νικολακόπουλος, Β. Καραμανωλάκης, Ι. Παπαθανασίου και παρέμβαση της Άλκης Ζέη), υπάρχει όμως και μια συμμετοχή που κάνει τη διαφορά -όπως θα δούμε στο τέλος. Ο λόγος που την αναφέρω είναι ότι δύο από τους παραπάνω εισηγητές βάζουν τη σφραγίδα τους στο ντοκιμαντέρ ο «Κόκκινος Δάσκαλος», συμμετέχοντας ως επιστημονικοί συνεργάτες και δίνοντάς μας εξ αρχής την απάντηση για το πολιτικό του στίγμα.

Τα γράφει πολύ καλά στην κριτική του στον Ρίζο και το μέλος του Τμήματος Ιστορίας της κετουκε (και ακόμα καλύτερα -για άλλο ζήτημα- στο βιβλίο του για τους λογοτέχνες στη δεκαετία του ’40, που αξίζει να διαβαστεί). Για τις σκόπιμες ασάφειες, τις παραλείψεις, όσα ξέχασαν ή δε θέλησαν να πουν -και να αναλύσουν- οι παραγωγοί του ντοκιμαντέρ. Για τις δηλώσεις, το πλαίσιο της παρανομίας, τις διώξεις του αστικού κράτους. Και για τη... γεωγραφική ερμηνεία της πολιτικής γραμμής -ο Μωραΐτης Πλουμπίδης είναι γειωμένος στην ελληνική πραγματικότητα, ενώ ο κοσμοπολίτης Ζαχαριάδης προσδεμένος στην ουτοπία! Κι αν είχε πλάκα θα μπορούσε να συνεχίσει με βάση τα ζώδια. Ή το πολιτικό τρίγωνο με τους Νικολάδες (Ζαχαριάδης, Μπελογιάννης και Πλουμπίδης) και τη νίκη που δεν είδαμε ποτέ -και μην ξεχνάμε τον Μπουχάριν και το ψευδώνυμο του Νικολάι Λένιν. Ή με τις οπαδικές προτιμήσεις των ΓΓ: βάζελος η Αλέκα, γάβρος ο Κουτσούμπας, ΑΕΚτζής ο Ζαχαριάδης. Αλλά μόνο ένας Αρειανός θα κάνει τα σκοτάδια λάμψη, για να δούμε το φως της αυγής («Ζαριά»)...

Ο Β. Μόσχος είναι μάλλον επιεικής και έχει καλή διάθεση για να αναδείξει και τα θετικά σημεία του ντοκιμαντέρ -τη συμμετοχή και την αφήγηση του Πλουμπίδη, τα πλάνα από τα Λαγκάδια, το αισθητικό κομμάτι κτλ. Εγώ πάλι δεν είμαι τόσο καλόπιστος, ως θεατής. Γιατί το ντοκιμαντέρ εστιάζει εξ αρχής -και επανέρχεται διαρκώς εμμονικά- στην καταγγελία του κόμματος για τον Πλουμπίδη. Και μολονότι είναι το κεντρικό του θέμα, περνάει ξώφαλτσα τις συνθήκες παρανομίας, ξεχνάει (;) τις τακτικές της Ασφάλειας (που διέσπειρε με στοχευμένες συλλήψεις την καχυποψία για τους ενδιάμεσους κρίκους που έμεναν ελεύθεροι) ή τις αναφορές άλλων παράνομων στελεχών για συνωμοτικές παραλείψεις - παραβιάσεις του Πλουμπίδη και σχετικές μαρτυρίες -όπως του Κασσιμάτη, στους «Παράνομους», που είναι υπεράνω φιλοζαχαριαδικής υποψίας. 

Και αν δεν τους αρέσουν από τον Ριζοσπάστη, μπορούν να τα βρουν και από άλλες πηγές. Ακόμα και τον Κούλογλου ή τον Πετρόπουλο. Αλλά ο βασικός στόχος είναι άλλος και προφανής: να τα φορτωθεί όλα η καχύποπτη, (ζαχαρι)άδικη ηγεσία και ο ψυχρός μηχανισμός που εξοντώνει τους ανθρώπους.

Αντί άλλου επιλόγου, παραθέτω το κλείσιμο της εισήγησης του Γ. Μαργαρίτη «Η ματαίωση της πολιτικής επιστράτευσης - Η 5η Μάρτη του 1943», στο πλαίσιο της προαναφερθείσας εκδήλωσης του Ιδρύματος της Βουλής (στον «Κόκκινο Δάσκαλο» για το αντίστοιχο κεφάλαιο προτίμησαν τη συμβολή του Μενέλαου Χαραλαμπίδη...)

Ο δικός μας καιρός απέχει 75 χρόνια από τα τότε γεγονότα. Πολλά πράγματα άλλαξαν από τότε, πολλά παραμένουν ίδια. Οι αγώνες της 5ης Μαρτίου, οι αγώνες της Αντίστασης, των αδιάκοπων ταξικών αγώνων, ο Νίκος Πλουμπίδης, οι κομμουνιστές μας καλούν να μελετήσουμε εκείνους τους καιρούς. Να τους μελετήσουμε με σεβασμό, έχοντας πάντοτε ως στόχο την καλλιέργεια εκείνης της γνώσης, της επιστημονικής παιδείας πάνω στην οποία θα μπορέσουμε να στηρίξουμε την αλλαγή του κόσμου.

Όσοι επιζητούν το αντίθετο, όσοι ψάχνουν στα σκουπίδια της ιστορίας να βρουν ό,τι μπορεί να αμαυρώσει, να στρεβλώσει, να διασύρει πρόσωπα και καταστάσεις, την αλλαγή του κόσμου πολεμούν. Θέλουν η αντανάκλαση του χθες να είναι εικόνα και ομοίωση του δικού τους σήμερα: ένα σήμερα υποταγής, υποτέλειας, αέναου προσκυνήματος, συνδιαλλαγής, προσαρμογής και εξαπάτησης. Ένα σήμερα τόσο άθλιο όσο και ο κόσμος της αδικίας, της εκμετάλλευσης και του πολέμου που υπηρετεί. Τυφλώνουν τους λαούς ανάγοντας το επουσιώδες σε ουσιώδες, παραποιώντας τη σημασία λέξεων και αξιών. Ας μοχθούν. Ο Νίκος Πλουμπίδης, οι κομμουνιστές, το Κομμουνιστικό Κόμμα της Ελλάδας ανήκουν στην αγωνιστική παρακαταθήκη του λαού μας. Οι άλλοι πού, αλήθεια, ανήκουν;

Κυριακή 14 Αυγούστου 2016

Σε τούτη την πατρίδα τι γυρεύω

Η σημερινή επέτειος της εκτέλεσης του Πλουμπίδη (που συμπίπτει με την ψήφιση του τρίτου -και μακρύτερο- μνημονίου πέρυσι, αλλά ας μην κάνουμε τέτοιες προεκτάσεις σήμερα) δίνει αφορμή για μερικές κωδικοποιημένες σκέψεις.


Η "αγία τριάδα" των Νικόλαων του κομμουνιστικού κινήματος είναι ο Ζαχαριάδης, ο Μπελογιάννης κι ο Πλουμπίδης. Που εκτός από το κοινό όνομα, έχουν ως βασικό χαρακτηριστικό ότι το συνέδεσαν με τους αγώνες και τις πιο ένδοξες στιγμές του λαού μας, κι ας μην κατάφεραν τελικά να νικήσουν, όπως δήλωνε το βαφτιστικό τους όνομα (Νικο+λαος). Η σύνδεση υπάρχει αντικειμενικά, το ζήτημα είναι πώς θα τη δει κανείς και πώς θα την ερμηνεύσει.

Ένα αρκετά γνωστό σχήμα είναι αυτό που έκανε στα στερνά της (τα οποία δεν τιμούσαν πάντα τα πρώτα) η Έλλη Παππά, λέγοντας πως ο Ζαχαριάδης αναζητούσε μετά την ήττα στον εμφύλιο, για να εξιλεωθεί, έναν ήρωα και έναν προδότη, που τους βρήκε στα πρόσωπα του Μπελογιάννη και του Πλουμπίδη, αντίστοιχα. Το σχήμα αυτό αναπαράγεται σε διάφορες παραλλαγές κι είναι εξαιρετικά δημοφιλές σε κάποιους (αστικούς) κύκλους, όχι μόνο για τη λογοτεχνίζουσα απλοϊκότητά του -που ξεμπερδεύει με μια φράση, με τα ιστορικά γεγονότα- αλλά και για τις αντικομμουνιστικές αιχμές του ενάντια στο κόμμα, που προδίδει και τρώει τα παιδιά του και το συντροφοφάγο Ζαχαριάδη -που και αυτόν όμως τον έφαγε το κόμμα, έγινε από θύτης θύμα, κτλ.

Πάλι καλά δηλ που δε φόρτωσαν στο κόμμα κι αυτές καθαυτές τις εκτελέσεις των μελών του. Ούτως ή άλλως όμως φροντίζουν να βγάλουν τον ένοχο (το αστικό κράτος και τους συμμάχους του) λάδι και έξω από το κάδρο των ευθυνών. Τι πάει να πει "αυτοί σκοτώσαν Πλουμπίδη, Μπελογιάννη", (για να παραφράσουμε ένα επίκαιρο σύνθημα); Αφού το λέει η Παππά στις αναμνήσεις της, πως ο Μπελογιάννης ήταν σκασμένος κι έλεγε "να σκεφτείς πως θα πεθάνουμε για ένα λάθος". Κι εννοεί το "λάθος" του ΚΚΕ (πάντα η λαθολογία παρούσα) να απόσχει από τις εκλογές του 46'. Γι' αυτό χάθηκε ο Μπελογιάννης, κι όχι γιατί τον σκότωσαν οι εκτελεστές του...

Κρίμα μόνο που δεν ήταν η Ε.Π. μπροστά και στις τελευταίες στιγμές του Πλουμπίδη, για να αφήσει πίσω της κάποια παρόμοια φράση-ανάμνηση, αντί για αυτά που διαβάζουμε σήμερα, ότι ο μπάρμπας έπεσε φωνάζοντας "ζήτω το ΚΚΕ".

Μια άλλη σύνδεση που υπάρχει αντικειμενικά μεταξύ Πλουμπίδη και Ζαχαριάδη -αλλά... για κάποιο λόγο δε μνημονεύεται το ίδιο συχνά- είναι αυτή που προκύπτει από τα ίδια τα γραπτά τους και τις "τελευταίες επιθυμίες"-διαθήκες που άφησαν πίσω τους.

Το ΚΚΕ ήταν και παραμένει το κόμα μου και κανένας δεν μπορεί να το χτυπήσει και να το λερώσει χρησιμοποιώντας το όνομά μου. (...) Το γράμμα αφτό το γράφω για να βουλώσω το στόμα σ’ όλους αφτούς που θα βάλουν τώρα τις φωνές. Με το ΚΚΕ δεν είχα ούτε έχω ανοιχτούς λογαριασμούς. Ούτε μπορούσα ποτέ νάχω. 
Νίκος Ζαχαριάδης
Ο εχθρός δουλεύει και δουλεύει με πολλά μέσα για να διαλύσει το Κόμμα, να σπείρει τη σύγχυση στις μάζες και να στρέψει τα στελέχη και τα μέλη του Κόμματος ενάντια στην ηγεσία. (...)
Ματαιοπονείτε, αν πιστεύετε ότι θα με κάνετε να στραφώ ενάντια στο Κόμμα μου. (...)
Τιμή μου εγώ πάνω απ' όλα έχω την τιμή του Κόμματος Ήμουν πιστός στο Κόμμα τότε που με ανέβαζε στα ανώτατα αξιώματά του, είμαι πιστός και τώρα που καλά ή κακά, δίκαια ή άδικα, με κατηγορεί και με στιγματίζει.
Εκείνοι που με αγαπούν και με σέβονται οφείλουν να πειθαρχήσουν στο Κόμμα, να διαφυλάξουν την Ενότητά του και να έχουν εμπιστοσύνη στην ηγεσία του.
Νίκος Πλουμπίδης

Εντάξει τώρα. Σιγά μην ξέρουν αυτοί καλύτερα απ' τους διαχρονικούς κουκουεδολόγους. Τόσο το χειρότερο για την πραγματικότητα και τα γραπτά που μένουν, αλλά μπορούν κάλλιστα να αποσιωπηθούν. Κι όσοι τα παίρνουν υπόψη τους, πχ του Πλουμπίδη, δεν τον αναφέρουν ως μια αξεπέραστη ηρωική μορφή, που έδινε συνειδητά τον αγώνα με τους διώκτες του και την αρρώστια του, για να γλιτώσει την τιμή, τη δική του και του κόμματός του. Αλλά ως μια τραγική φιγούρα, που την άλεθαν συμπληγάδες, μυλόπετρες, κοκ. Η πίστη στο κόμμα -που όπως προφητικά έγραψε ο Πλουμπίδης, θα βρει την αλήθεια και θα τον δικαιώσει μετά θάνατον- ερμηνεύεται βολικά ως ένα είδος παρωπίδων και κομματικής βλακείας, που τον καθιστά συμπαθή για τις αυταπάτες του.
Tragic, που έλεγε κι η διαφήμιση με τον Ποταμίσιο...

Αξίζει πάντως να διαβάσει κανείς τον Αλύγιστο του Κώστα Κοτζιά. Όχι μόνο γιατί διηγείται με πολύ δυνατή γραφή και μοναδικό τρόπο την ιστορία του Πλουμπίδη και το τεράστιο φορτίο που άντεξε να κουβαλήσει ως το τέλος. Αλλά επειδή γράφει σε μια περίοδο, που η επίσημη γραμμή του κόμματος ήταν κάθε άλλο παρά ζαχαριαδική, και παρόλα αυτά καταφέρνει να αφήσει όπου χρειάζεται μερικές αιχμές, χωρίς να μουντζουρώνει και να διαγράφει μονοκοντυλιά την ηρωική ιστορία του κόμματος και των μελών του, όπως ο Πλουμπίδης.

Πώς σχολιάζουμε όμως τη σπίλωση της μνήμης του Πλουμπίδη, ακόμα και μετά το θάνατό του, από το Ζαχαριάδη, που αμφισβητούσε τις φωτογραφίες από την εκτέλεσή του, μιλώντας για πράκτορες, αργύρια και την άλλη όχθη του Ατλαντικού;

Προφανώς και ήταν λανθασμένα, το ζήτημα όμως είναι για τι τάξης λάθος πρόκειται. Κι εδώ την αλήθεια την προσεγγίζει περισσότερο, κατά τη γνώμη μου, αυτό που είχε πει ο γιος του Ζαχαριάδη, ο Σήφης, σε μια συνέντευξή του. Ότι δηλ προφανώς ο πατέρας του είχε στοιχεία που τον έκαναν να πιστέψει αυτή την εκδοχή και να μην αλλάξει γνώμη ως το τέλος. Κάτι που φαίνεται κι από τα τελευταία γραπτά του Ζαχαριάδη, στην εξορία του στο Σοργκούτ, όπου επιμένει στη γνώμη του για τον Πλουμπίδη αλλά και για μια σειρά άλλα κομματικά στελέχη (Σιάντος, Βαβούδης, κτλ).

Ποια είναι τα στοιχεία αυτά, πώς και γιατί έφτασε σε αυτό το συμπέρασμα, είναι άλλο θέμα, που δε χωράει στα πλαίσια της ανάρτησης. Αυτό που μας ενδιαφέρει εδώ είναι ότι πρόκειται για... ειλικρινή πλάνη κι όχι για προσπάθεια κατασκευής ενόχων κι αποδιοπομπαίων τράγων (νάτη πάλι η ρίζα του "τραγικού". Στην οποία μπορούμε να προσθέσουμε και τον τίτλο του δ' και τελευταίου τόμου των απομνημονευμάτων του Βλαντά, που αναφέρονται σε αυτήν την περίοδο, 1950-68, και έχουν τίτλο "η τραγωδία του ΚΚΕ", χωρίς να μας λένε κάτι όμως για την τραγική πολιτική κατάληξη του ίδιου του Βλαντά).

Αξίζει να αναφερθούμε ακροθιγώς και σε ένα ακόμα επίμαχο ζήτημα, αυτό της παλιάς ΚΕ (μέλος της οποίας ήταν και ο Πλουμπίδης) κατά τη διάρκεια της μεταξικής δικτατορίας και τη στάση-θέση της στον ελληνο-ιταλικό πόλεμο, που εξετάζεται αναλυτικά στο σχετικό βιβλίο-μελέτη του τμήματος ιστορίας της κετουκε. Εντελώς επιγραμματικά (και με τον κίνδυνο να μην τα μεταφέρω σωστά) τα βασικά συμπεράσματα της μελέτης -που είναι ένα είδος πολιτικής αποκατάστασης της παλιάς ΚΕ- συμπυκνώνονται στα εξής σημεία:
-η παλιά ΚΕ εκτίμησε σωστά το χαρακτήρα του Β' Π.Π ως ιμπεριαλιστικό.
-δεν πρόβαλε τη γραμμή του ντεφετισμού, αλλά της ένοπλης πάλης ενάντια στον κατακτητή (διαφωνούσε όμως με το σημείο-διατύπωση για τη διεύθυνσή της από το Μεταξά)
-δεν έβαλε παρόλα αυτά ποτέ το ζήτημα της εξουσίας και του στρατηγικού στόχου.

Αντί επιλόγου, μπορείτε να διαβάσετε εδώ μερικά εκτενή αποσπάσματα από το βιβλίο του Κούλη Ζαμπαθά, που φιλοξένησε στο σπίτι του τον Πλουμπίδη και τον Μπελογιάννη, σε συνθήκες βαθιάς παρανομίας για το κόμμα και διηγείται κάποιες από τις συζητήσεις τους και τις προσωπικές στιγμές τους (που ήταν προς το τέλος της ζωής τους, λίγο πριν τη σύλληψη και την εκτέλεσή τους).

Ξεχωρίζω κι αντιγράφω δύο αποσπάσματα.

Το γέρο του το θυμότανε με συγκίνηση.
Σαν κάποτε μας έλεγε, τον βρίσανε στο χωριό για το γιο πούβγαλε, κείνος περήφανα απάντησε σε όλους τους χωριανούς του:
Αν ο γιος μου πιστεύει στον κομμουνισμό, πάει να πει πως είναι κάτι πολύ δίκαιο και καλό για να το πιστεύει εκείνος. Μια λοιπόν και το πιστεύει ο γιος μου πρέπει να το πιστέψω κι εγώ
.

(...)

Πάνω σ’ αυτό, μας μίλησε με θαυμασμό και συγκίνηση για μια δεκαεξάχρονη κοπελλίτσα που γνώρισε πριν από πολλά χρόνια σ’ ένα χωριό της Μακεδονίας. Ήταν στα πρώτα χρόνια της κομματικής του ζωής. Σε μια του περιοδεία είχε πιάσει μια φοβερή βαρυχειμωνιά. Άρρωστος απ’ τη φυματίωση κι αδύνατος, ύστερα από μια αιμόπτυση πούχε κάνει κείνες τις μέρες, έτρεμε σαν την καλαμιά μες στο κρύο και στο ξεροβόρι. Το χωριατόσπιτο που θάμενε εκείνο το βράδυ ήταν ενός φτωχού συντρόφου. Μια φτωχοκάμαρα για μια ολάκερη φαμίλια. Το βράδυ πέσανε να πλαγιάσουνε κατάχαμα, μ’ όλα τα στρωσίδια και τις βελέντζες, τα πόδια του ήταν ξυλιασμένα από το κρύο. Έτρεμε. Δεν μπορούσε να ησυχάσει. Η κοπελλιά τον ένοιωθε να τρέμει έτσι ως κείτονταν πλάι του. Την πήραν τα δάκρυα και για μια στιγμή μ’ όλη την αθωότητα και τη συστολή της παρθένας, πήρε τα πόδια του, ανασήκωσε το μισοφόρι της και τάβαλε κατάσαρκα στην κοιλιά της να τα ζεστάνει. Αυτό δεν το ξέχασε ποτέ του. Πώς να μην αγαπάει τέτοιο λαό και πώς να μην έχει δοσμένο το είναι του στους κατατρεγμένους και στους φτωχούς ξοτάρηδες κι αργάτες; Για τούτη την αγάπη στο λαό μας μίλαγε όλες τις μέρες πούμεινε κοντά μας.

Πέμπτη 14 Αυγούστου 2014

Τιμή μου πάνω απ' όλα η τιμή του κόμματός μου

Σήμερα συμπληρώνονται εξήντα χρόνια από την εκτέλεση του ηρωικού κομμουνιστή δάσκαλου, νίκου πλουμπίδη. Μια επέτειος, που για κάποιους «αριστερούς» αντικομμουνιστές αποτελεί ευκαιρία να αντλήσουν πολιτική υπεραξία από το δικό του μπόι, να τον αντιπαραβάλουν λάθρα στο κκε και την (ζαχαριαδική ή διαχρονικά οποιαδήποτε) ηγεσία του, να μιλήσουν για την πιο τραγική φιγούρα του κομμουνιστικού κινήματος, που τον πρόδωσε το κόμμα του και τον σκότωσε ηθικά, προτού τον σκοτώσουν τυπικά οι εκτελεστές του.


Και έτσι, με ένα μαγικό όσο και προβλέψιμο τρόπο, τα βέλη της πολεμικής (γιατί δεν πρόκειται πια για απλή κριτική, πόσο μάλλον καλοπροαίρετη) σημαδεύουν το κόμμα του πλουμπίδη, που σε καμία περίπτωση δε θα μπορούσε να καθορίσει, με τις πράξεις του ή τις παραλείψεις του, το τέλος ή και τη σωτηρία του «μπάρμπα». Και όχι τους δήμιούς του, το αστικό κράτος που, παρά την προχωρημένη φυματίωσή του και το πέρας πενταετίας από το τέλος του ένοπλου αγώνα, εξακολουθούσε να τον θεωρεί επικίνδυνο και γι’ αυτό τον εκτέλεσε.

Κι οι λύκοι, αγκαλιά με τα σκυλιά, αλυχτούν πένθιμα, με περισσή υποκρισία. Δεν τιμούν τον πλουμπίδη για αυτό που ήταν, ένας ήρωας που θυσιάστηκε συνειδητά στον αγώνα για τους σκοπούς του λαϊκού κινήματος. Αλλά τον αντιμετωπίζουν με συμπόνια, ως ένα αθώο θύμα που εξαπατήθηκε, φεύγοντας γελαστός μα γελασμένος, και το μόνο λάθος που έκανε ήταν η ακλόνητη πίστη που είχε στους χειρισμούς των συντρόφων του, ή μάλλον της (πάντα αυτής) ηγεσίας τους.

Όταν μιλάμε όμως για την κομματικότητα των κομμουνιστών, δεν εννοούμε μια θρησκόληπτη, μεταφυσική πίστη σε ένα δόγμα –άλλο αν μπορεί να διακρίνει κανείς και μια τέτοια, «θρησκευτική» διάσταση στην πρωτόλεια συνείδηση πολλών απλών χωρικών πχ που συμμετείχαν με το δικό τους λιθαράκι στην εποποιία του εαμ και του δσε. Μιλάμε για έλλογη, συνειδητή πίστη, βασισμένη στη γνώση. Για αφοσίωση σε ένα ιδανικό και το συλλογικό αγώνα για την κατάκτησή του. Και αυτή η πίστη ήταν που «κίνησε βουνά» και έχτισε ένα μοναδικό στα ελληνικά χρονικά μαζικό κίνημα στα βουνά και τις πόλεις, δίνοντας χιλιάδες στιγμές, προσωπικές ιστορίες και παραδείγματα ηρωισμού. Αυτό ήταν το μαγικό φίλτρο, που βοήθησε αυτούς τους ήρωες να γίνουν άπαρτα βουνά, να αντέξουν τις κακουχίες του αγώνα, την οδυνηρή ήττα με τις συνέπειές της, το κολαστήριο των φυλακών και της εξορίας.

Ο νίκος πλουμπίδης είναι μια ξεχωριστή ψηφίδα σε αυτό το μωσαϊκό, που ο ηρωισμός της δεν έγκειται σε πολεμικά ανδραγαθήματα ή κάποια φλογερή απολογία που ταπείνωσε κι αποστόμωσε αυτούς που τον (κατα)δίκαζαν. {Αυτά τρέφουν κυρίως το φαντασιακό των ηρώων του αμφιθεάτρου, που θεωρούν ότι αποτελούν την έμπρακτη συνέχειά τους στο σήμερα –στο πεδίο του φαντασιακού, πάντα}. Όσο στο ότι πάλεψε με την αρρώστια, τις αντοχές του, τις δύσκολες συνθήκες κράτησης, για να μπορέσει να σταθεί όρθιος και να δώσει με αξιοπρέπεια την τελευταία του μάχη στο δικαστήριο, χωρίς να αφήσει να λερώσουν το όνομά του και το κόμμα του. Και τα κατάφερε να μείνει αλύγιστος, αντλώντας δύναμη από το μαγικό φίλτρο των αγωνιστών της εποχής του, μολονότι φαινομενικά –για κάποιον εξωτερικό παρατηρητή- έμοιαζε να έχει κλονιστεί η σχέση (αμοιβαίας) εμπιστοσύνης με το κόμμα. Ο «μπάρμπας» έμεινε όρθιος, για να πέσει μόνο στο εκτελεστικό απόσπασμα, φωνάζοντας «ζήτω το κκε». Και στην τελική ευθεία της ζωής του, δεν είχε αμφιβολία πως το κόμμα θα βρει την αλήθεια και θα αποκαταστήσει το όνομά του. Γιατί δική του τιμή ήταν η τιμή του κόμματος, του τιμημένου (από τους αγώνες και τις θυσίες των μελών του) κουκουέ.

Και είχε απόλυτο δίκιο. Το κόμμα διόρθωσε το λάθος του, αποκατέστησε τον πλουμπίδη και τον τιμά σαν ήρωα για τη θυσία του και το παράδειγμα απαράμιλλης κομματικότητας που έδωσε. Ενώ έβγαλε πολύτιμα (κι ακριβοπληρωμένα με αίμα) συμπεράσματα από την ιστορία του και ειδικά για παρόμοιες περιπτώσεις. Γιατί οι διαφωνίες και οι διαμάχες που προκύπτουν στο εσωτερικό του κκ δεν ανάγονται πάντα σε προδοσία και πέρασμα με την πλευρά του ταξικού εχθρού. Πολλές φορές ερμηνεύονται στη βάση των σύνθετων, πρωτότυπων καταστάσεων που καλούνται να αντιμετωπίσουν οι κομμουνιστές. Κι αυτό, αν μπορώ να το αναπαράγω σωστά από μνήμης, ήταν και το νόημα του χαιρετισμού της αλέκας στην ετήσια συνεστίαση της πεαεα, λίγο πριν από τη συγγραφή του β’ τόμου του δοκιμίου ιστορίας.
Υπάρχουν πολλά σημεία στην «υπόθεση πλουμπίδη» όπου μπορεί να σταθεί κανείς. Πχ η διείσδυση της ασφάλειας στο παράνομο κομματικό κλιμάκιο με επικεφαλής τον «μπάρμπα» και τις απανωτές συλλήψεις που δικαιολογούν ίσως την καχυποψία και την επιφυλακτικότητα της κομματικής ηγεσίας στο εξωτερικό –όπως είχε πει σε μια συνέντευξή του και ο σήφης ζαχαριάδης, αν ο πατέρας του είχε κατηγορήσει κάποια στιγμή τον πλουμπίδη για «πράκτορα της ασφάλειας», αυτό συνέβη πιθανότατα γιατί υπήρχαν στοιχεία και συγκεχυμένες ενδείξεις που οδηγούσαν προς αυτό το συμπέρασμα. Ή το ζήτημα της διάψευσης από το ραδιοσταθμό του κκε του γνήσιου της υπογραφής του πλουμπίδη στο σημείωμά του για τον μπελογιάννη (στα πλαίσια της δημιουργικής ερμηνείας από τον μπάρμπα του συνθήματος ‘να γίνει ό,τι είναι δυνατό για να σωθεί ο μπελογιάννης’), καθώς μπορεί να ήταν ο μόνος ασφαλής δίαυλος άμεσης επικοινωνίας, για να του περάσει το κόμμα το μήνυμα πως δεν ήταν σωστή η κίνησή του –κι είναι πράγματι αμφίβολο, αν θα μπορούσε να φέρει κάποιο πρακτικό αποτέλεσμα.

Το πιο βασικό όμως το συνοψίζει ο ίδιος ο πλουμπίδης στη φράση του: τιμή μου έχω πάνω απ' όλα την τιμή του κόμματός μου. Και δεν υπάρχει μεγαλύτερη ατιμία από το να αντιπαραβάλλεις τον πλουμπίδη στο κόμμα του, τάχα για να τον τιμήσεις.
Γιατί το κουκουέ γεννάει από τις γραμμές του πλουμπίδηδες και μπελογιάννηδες, ενώ αυτοί με τη σειρά έκαναν το κκε το ιστορικό κόμμα που είναι σήμερα. Αυτά τα δύο υπάρχουν σε μια αξεδιάλυτη ενότητα, όπου δεν έχει νόημα να προσπαθούμε να διαχωρίσουμε τον ένα πόλο από τον άλλο, ούτε και να αγνοούμε τον πρωτεύοντα ρόλο που έχει απέναντι στα μεμονωμένα άτομα το σύνολο μες στο οποίο λειτουργούν κι αναδεικνύονται.

Αυτό που δεν καταλαβαίνουν οι τιμητές του κόμματος, που «τιμάνε» τον πλουμπίδη, και όλοι όσοι γοητεύονται με τους «μοναχικούς καουμπόηδες» που δρουν έξω από τα «κομματικά στεγανά» είναι πως οι κομμουνιστές δε σκλαβώνουν το «εγώ» τους στο κόμμα, αλλά διαμορφώνουν κι αναπτύσσουν την προσωπικότητά τους μες σε αυτό, εξελίσσονται μαζί του, χάρη στα ερεθίσματα και τις εμπειρίες ζωής που αποκτούν. Από τις πιο ηρωικές πράξεις τους, μέχρι τα πιο ευτελή τους βήματα, όπως αυτό το ιστολόγιο πχ, οι επιλογές τους φέρουν τη σφραγίδα της οργανωμένης ζωής, της πάλης μέσα από τις γραμμές του.

Οι σύντροφοι οφείλουν πολλά στοιχεία της προσωπικότητάς τους, τις ανησυχίες, τις ευαισθησίες, τα διαβάσματα, τις ιδέες, την καλλιέργειά τους στο πέρασμά τους (μικρό ή μεγαλύτερο) από το κόμμα και την οργάνωση. Με δυο λόγια οι κομμουνιστές οφείλουν το ευ ζην στο κόμμα και την επίδρασή του, και για αυτό δε δίστασαν, όποτε χρειάστηκε, να δώσουν και το ίδιο το ζην τους για τον αγώνα του. Κανένα άλλο κόμμα δεν μπόρεσε να εμπνεύσει τέτοια στράτευση και να βγάλει έναν πλουμπίδη από τις γραμμές του.

Και έτσι δεν υπάρχει μεγαλύτερη ατιμία από το να προσπαθείς να αντιπαραβάλλεις τον πλουμπίδη και τους κομμουνιστές με το κόμμα τους, για να το σπιλώσεις. Το μόνο που θα καταφέρεις είναι να σπιλώσεις την τιμή του ίδιου του πλουμπίδη, που έχει για τιμή του πάνω απ' όλα την τιμή του κόμματός του.

Τετάρτη 24 Νοεμβρίου 2010

Ο αλύγιστος

Ο αλύγιστος στην ουσία είναι η ιστορία του νίκου πλουμπίδη, δοσμένη σε μυθιστορηματική μορφή από την πολύ δυνατή πένα του κώστα κοτζιά. Εισαγωγικά στο βιβλίο υπάρχει ένα απόσπασμα από το κείμενο «στη μνήμη του αγωνιστή», άρθρο του αλέκου ψηλορείτη στη μνήμη του πλουμπίδη, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό νέος κόσμος.

Ποιος κόσμος μας κρατάει και ποιο σανίδι, απόψε...

Ο πλουμπίδης μένει στην αθήνα σε όλη τη διάρκεια του εμφύλιου πολέμου, σαν ένα από τα μέλη του κλιμακίου της κε στην αρχή, επικεφαλής του αργότερα ως το 1951-52 και δουλεύει ακούραστα, με όλες του τις δυνάμεις για να περισώσει ό,τι μπορεί από τα απανωτά χτυπήματα της ασφάλειας και να κάνει αισθητή την παρουσία του κόμματος παντού, κάτω και από τις πιο δύσκολες συνθήκες. Οι σύντροφοι και συνεργάτες του διαρκώς αραιώνουν γύρω του και ο εχθρικός κλοιός που τον απειλεί γίνεται ολοένα στενότερος. Αλλά δεν υποχωρεί ούτε στιγμή.

Η ήττα του δσε τον αύγουστο του 1949 αποτελεί και για αυτόν –όπως και για όλο το δημοκρατικό κίνημα- σκληρή δοκιμασία και ταυτόχρονα αρχή νέας περιόδου στην πάλη για την εθνική ανεξαρτησία και τη δημοκρατία. Προσπαθεί να προβληματιστεί πάνω στις αιτίες της ήττας μας και να βγάλει από αυτήν τα απαραίτητα συμπεράσματα και διδάγματα.

Η σύλληψη και καταδίκη σε θάνατο του ν. μπελογιάννη αποτελεί για τον ν. πλουμπίδη ένα πολύ δυνατό χτύπημα. Τον είχε γνωρίσει και είχε συνεργαστεί μαζί του, μέσα στις συνθήκες της παράνομης δουλειάς και πάλεψε με όλες του τις δυνάμεις, κινητοποιώντας το παν, για να αποτρέψει τη θανατική καταδίκη του. Για να τον σώσει από το θάνατο, κάνει την ύστατη προσπάθεια, την πιο ψηλή και ευγενική χειρονομία που μπορεί να κάνει άνθρωπος:

Με γράμμα του στους συνηγόρους υπεράσπισης του ν. μπελογιάννη κ. κ. τσουκαλά και γαλέο, που το δίνει και δημοσιεύεται στον τύπο, ζητά να μετατραπούν από το συμβούλιο χαρίτων οι θανατικές καταδίκες του μπελογιάννη και προσφέρεται να παρουσιαστεί και να δικαστεί αυτός για ό,τι κατηγορούνταν ο μπελογιάννης.

Το ανοιχτό αυτό γράμμα του πλουμπίδη, που ο ζαχαριάδης σπεύδει να το χαρακτηρίσει πλαστό, κατασκεύασμα της ασφάλειας, δημιουργεί πρόσθετες δυσκολίες στις αρχές που αντιμετωπίζουν ήδη την πανελλήνια και παγκόσμια αγανάχτηση και κινητοποίηση για την καταδίκη σε θάνατο και ετοιμαζόμενη εκτέλεση του ν. μπελογιάννη και των συντρόφων του, γιατί συνέβαλε στην ανάπτυξη της κινητοποίησης αυτής και αφαιρούσε το τυπικό πρόσχημα της θανατικής καταδίκης του από το στρατοδικείο.

Στις 30 μάρτη 1952 εκτελείται ο ν. μπελογιάννης με εντολή των αμερικανών και του παλατιού.
Μετά τη σύλληψη του ν. πλουμπίδη και την καταγγελία του από την τότε καθοδήγηση του κόμματος για όργανο της ασφάλειας, το καθεστώς της μισαλλοδοξίας τον παραπέμπει να δικαστεί για κατασκοπεία. Ο αστικός τύπος δίνει ευρύτατη δημοσιότητα στη συκοφαντική αυτή ανακοίνωση. Η ασφάλεια την χρησιμοποιεί για να χτυπήσει το κόμμα. Προσπαθεί να κάνει και τον ν. πλουμπίδη ν’ ακολουθήσει τον ίδιο ολισθηρό δρόμο, να ‘ρθει σε ανοιχτή αντιδικία με το κόμμα. Αλλά η προσπάθειά της αποτυχαίνει.

Επί οχτώ μήνες, από τις 25 νοέμβρη του 1952 που πιάνεται, ως τις 24 ιούλη 1953, που αρχίζει η δίκη του στο στρατοδικείο της αθήνας, ο ν. πλουμπίδης μένει υπόδικος απομονωμένος αυστηρά στα κρατητήρια της ασφάλειας. Σε όλο αυτό το διάστημα το μυαλό του κυριαρχείται και βασανίζεται από μία σκέψη: πώς θα μπορέσει ν΄ αντικρούσει και τις δύο κατηγορίες που του αποδίδονται (της ασφάλειας για κατασκοπεία και του ζαχαριάδη για προδοσία), σαν πραγματικός κομμουνιστής, ανώτατο στέλεχος του κκε.

Την πρώτη κατηγορία μπορεί να την ανατρέψει, όπως και εκατοντάδες σύντροφοί του προηγούμενα, αποδείχνοντας την πατριωτική δράση του κόμματός του και του ίδιου και ξεσκεπάζοντας την εθνοπροδοσία και την αντιλαϊκή πολιτική των κατηγόρων του. Τη δεύτερη όμως, πώς να την αντικρούσει, χωρίς νάρθει, όπως επιδιώκει ο ταξικός εχθρός, σε δημόσια, ανοιχτή αντιδικία με το κόμμα του; Μια τέτοια αντιδικία, σκέφτεται, θα την χρησιμοποιήσει η ασφάλεια, για να χτυπήσει το κόμμα. Τα κρατητήρια της ασφάλειας και το στρατοδικείο, πιστεύει, δεν είναι ο καλύτερος τρόπος όπου μπορεί να λυθεί η διαφορά του με την ηγεσία του κόμματος. Τη διαφορά αυτή μόνο το κόμμα, τα υπεύθυνα σώματά του, μπορούν να τη λύσουν.

Ένας τρόπος λοιπόν υπάρχει για την αντίκρουση και των δύο κατηγοριών. Να δώσει τη μάχη με τον ταξικό εχθρό στην ασφάλεια και το στρατοδικείο σαν μέλος και στέλεχος του κκε, αδιαφορώντας για τις συκοφαντικές καταγγελίες της ηγεσίας σε βάρος του. Να δώσει ακόμα και τη ζωή του να χρειαστεί, με ήσυχη τη συνείδησή του ότι μια μέρα, αργά ή γρήγορα, η αλήθεια θα λάμψει.

Το στρατοδικείο τον καταδίκασε δύο φορές σε θάνατο. Στις 14 αυγούστου 1954 ο ν. πλουμπίδης έπεφτε νεκρός από τις σφαίρες του εκτελεστικού αποσπάσματος στο δαφνί.

Η καθοδήγηση του κκε αποκατάστησε τον ν. πλουμπίδη σαν αγωνιστή-κομμουνιστή που έδωσε όλη τη ζωή του στην υπόθεση της εργατικής τάξης, της ειρήνης, της δημοκρατίας και της προόδου και πέθανε πιστός στο κόμμα του, στα υψηλά ιδανικά του σοσιαλισμού-κομμουνισμού.

Στο 8ο συνέδριο του κκε (αύγουστος 1961) το όνομά του μνημονεύτηκε ανάμεσα στα ονόματα των 21 μελών της κε και της κεε του κόμματος, που έδωσαν τη ζωή τους στο διάστημα που είχε περάσει από το 7ο συνέδριο «για την υπόθεση του λαού και το μεγαλείο της ελλάδας».
Η πεποίθησή του ότι θα δικαιωθεί έγινε έτσι πραγματικότητα.


Η ανάρτηση γίνεται με αφορμή τη συμπλήρωση 58 χρόνων από τη σύλληψη του νίκου πλουμπίδη (συμπληρώνονται αύριο για την ακρίβεια). Το μόνο που έχω να προσθέσω από πλευράς μου είναι να αναζητήσετε τον αλύγιστο του κοτζιά και να τον διαβάσετε οπωσδήποτε (αν δεν το έχετε ήδη κάνει).
Είναι συγκλονιστικό ανάγνωσμα.
Ο θηλυκός μου γονιός που το έκανε, με ρωτούσε μετά τρεις μέρες σερί διάφορα πράγματα για τον πλουμπίδη, χωρίς να καλύπτεται από τις απαντήσεις μου.

Τρίτη 21 Σεπτεμβρίου 2010

Είναι κάτι αναπτήρες

Ξεκινάμε με γκολ από τα αποδυτήρια. Φωτό από το φεστιβάλ της αθήνας στο περίπτερο του κκρο στη διεθνούπολη, που μας έστειλε φίλη αναγνώστρια. Θρίαμβος του σοσιαλιστικού σουρεαλισμού.

Το δικό μας φεστιβάλ στη λδ του βορρά δεν είχε τρότσκι, ούτε διεθνούπολη. Τι είχε;
Πολύ εργατόκοσμο και λαϊκές φάτσες, σκαμμένες απ’ το μόχθο, χωρίς τη δροσιά της φοιτητικής ανεμελιάς. Οικογένειες με παιδιά που είχαν να ξυπνήσουν νωρίς για δουλειά το πρωί και δεν είναι για ξενύχτια, δακρυγόνα στις πορείες και καγκελάκι.

Του οποίου τη σημασία μέχρι πρόσφατα αγνοούσα κερδίζοντας έτσι την χλεύη του κομάντο και μιας συναδέλφου του. Άρχισα όμως να διαβάζω τσίρκα κι ίσως ξανανέβω στην εκτίμησή τους.
Κι ήξερα για την αντιλαϊκή αύξηση τιμών στα φάρμακα που ακρίβυνε το μαλόξ 12,5%. Γι’ αυτό κι εμείς τώρα προτιμάμε λέει ένα άλλο, αλλά δε θυμάμαι πώς μου το είπαν.

Την πρώτη μέρα αυτοί είχαν συντονιστικό εαακ με χαριτωμένες προτάσεις του στιλ, πάμε καμάρα χωρίς να το πούμε συγκέντρωση ή προσυγκέντρωση κι ο καθένας το βαφτίζει μετά όπως θέλει.
Μα αν η μισή μου καρδιά βρίσκεται γιατρέ εδώ πέρα, η άλλη μισή στο φεστ αμεσοδημοκρατίας της ακ βρίσκεται. Που γινόταν στα γρασίδια πιο δίπλα.
Οι πιο πολλοί φυλλορρόησαν κι οι εναπομείναντες αποφάσισαν κατά τις τρεις να το λήξουν χωρίς να καταλήξουν πριν καταλήξουν από φυσικά αίτια. Αυτό συνέφερε τη σοβαρή συνιστώσα που δεν είχε τους συσχετισμούς στο θέμα της έκθεσης. Θα το βρει μπροστά της όμως σε κάνα μήνα που θα έχουν για θέμα την εφεε.

Στο φεστιβάλ της ακ έπαιζαν εντός έδρας. Γρασίδια, κακό χορτάρι, μαυρίλα με παρδαλό σύριζα, τα παιδιά για ύπνο κι οι εργαζόμενοι με ποσόστωση. Δε θέλουμε εργάτες στη γιορτή μας.

Καταλαβαίνω γιατί μπορεί να φρικάρουν στο δικό μας. Βλέπουν φαμίλιες με παιδιά –στη γλώσσα τους τους λεν νοικοκυραίους- και ξενερώνουν. Ή μπορεί απλώς να βλέπουνε εικόνες από το μέλλον τους και τις απωθούν έντρομοι.
Γιατί η καλή νοικοκυρά είναι δούλα. Ή όπως λέει ένα σύνθημα στην τούμπα, έξω οι οικογένειες απ’ τα γήπεδα. Ζήτημα χρόνου να βρουν ένα αντίστοιχο και για τις πορείες.

Στα μάτια τους πρέπει να συγκροτούμε το αντεπαναστατικό υποκείμενο της εποχής. Μαζί με τους παππούδες απολιθώματα που δε μπορούν να τρέξουν κι υποχρεώνουν όλη την πορεία να πάει στο ρυθμό τους. Κι όμως αυτοί είναι οι πιο ηρωικοί απ’ όλους.

Τέλος συναυλίας. Φωνή απ’ τα μεγάφωνα.
Εδώ τελειώνει το 36ο φεστιβάλ κνε-οδηγητή. Ραντεβού… στιγμιαία παύση.
Ραντεβού στα οδοφράγματα, σπεύδει να πει ο κομάντο.
Εντάξει. Πήγαινε ξεκίνα το στήσιμο. Και μετά βάλε εσύ μια φωνή κι αν δεν είμαι εκεί, χάρη να μη με λένε. Που δε με λένε δηλ. Κι αν δε με βρεις, ραντεβού στο δρόμο του αγώνα. Και μετά στα γουναράδικα.

Πιο πριν, ομιλία πγ, από τον υποψήφιο αντιπεριφερειάρχη. Ο κομάντο τον έκοψε για μερακλή κι έφαγε σκάλωμα με την κοιλιά του. Στο καπάκι γενίκευση και πολιτικό συμπέρασμα.
-Ξέρεις ποιοι μας χωρίζουν; Αυτοί με τις μεγάλες κοιλιές. Κι απ’ τις δυο πλευρές.
-Μα κι εγώ μεγάλη κοιλιά έχω.
-Όχι ρε, η δική σου είναι νεανική και σφριγηλή.
-Ααα…


Το απόγευμα στην πορεία με βρήκε μια φωνή από τη μπελ επόκ που ήμασταν (συμ)φοιτητές και μου ψιθύριζε αναμνήσεις απ’ το καταφύγιο του παρελθόντος. Ήρθε ως το λευκό πύργο και μας άφησε να συνεχίσουμε τη βόλτα μας παραλιακά. Κι όταν έστριψε στη γωνία οι Ψίθυροι έσβησαν και το καταφύγιο χάθηκε, οριστικά και τελεσίδικα.

Στο τέλος της διαδρομής μας περίμεναν 27άρια λεωφορεία που μας πήγαν κατευθείαν στον χώρο του φεστιβάλ. Επιβάτης στην υστερία αυτού του τόπου.
Επόμενη στάση, νεξτ στοπ, φεστιβάλ κνε-οδηγητή. Παρακαλούμε για μετεπιβίβαση χρησιμοποιείστε τα εισιτήρια της οργάνωσης.

Από καλλιτέχνες είδαμε το λάκη παπαδόπουλο να κάνει τα γνωστά του με το κοινό, να λέει δικό σας και να θυμώνει τάχα που δεν τον αφήνουν να πει αυτός το τέλος.
Ρε αφού σας λέω έχω συνεννοηθεί με την αλέκα να κάνω εγώ το κλείσιμο. Αφήστε τον άνθρωπο να κάνει τη δουλειά του.
Και στο τέλος: καλή επιτυχία στην κνε στις εκλογές. Το σκέφτεται λίγο, δεν του κολλάει και προσθέτει απνευστί: και στους αγώνες της.

Οι χειμερινοί κολυμβητές μας είπαν για τις ανθρώπινες μυρωδιές που έχουν χαθεί γιατί κάνουμε μπάνιο κάθε μέρα, ενώ μόνο οι σκουπιδιάρηδες και κάτι χειρώνακτες δικαιολογούνται να κάνουν τόσο συχνά. Ο μπακιρτζής κι άλλος ένας της μπάντας κάνουν λέει μόνο τα σάββατα. Αλλά δε μας είπε αν είχαν ήδη κάνει ή το είχαν αφήσει για μετά τη συναυλία.

Το κοινό από κάτω γελούσε συμφωνώντας. Στη θεωρία. Γιατί στην πράξη είναι με τον ζαχαριάδη. Αγαπά το πολύ νερό και μισεί τους άπλυτους –στο λέω κι εγώ που το ‘χω δοκιμάσει. Και νοσταλγεί την εποχή που κοιμόμασταν με ανοιχτά παράθυρα -για να μη μας πιάσουν οι φασίστες στον ύπνο.

Σουρεάλ καταστάσεις με τους σιρίαλ και ντεζαβού με τα δεκαπεντάχρονα που τους ακούν και την κατασκήνωση του εμεπ. Αλλά εκεί ο διεθνισμός φούσκωνε τα στήθη και σκέπαζε τη σκέψη κι όλα τα άλλα.
Ο κομάντο μου ανέλυσε τη διαφορά του λαϊκού τραγουδιού που βγαίνει από τα σπλάχνα του λαού και του νέου κύματος που είναι έντεχνο και μελωδικό, αλλά χωρίς λαϊκές ρίζες. Κι αφού ένιωσα τύψεις που συντάσσομαι αισθητικά με το δεύτερο, μου λέει, πάμε να ακούσουμε μπλε, που του αρέσουν.
Κι ύστερα μας πείραξαν το έντεχνο κι οι σιρίαλ. Πίτσες μπλε.

Έλειπαν όμως οι μπαλκάν καμπαρέ γιατί λέει τους βάλαμε βέτο να μην παίξουν στο φεστιβάλ της ακ κι αυτοί αρνήθηκαν. Σε αυτούς δεν έπαιξαν οι μπλουζγουάιρ κι ο πουλικάκος που κατάπιε τη μασέλα του –ή κάτι τέτοιο. Αλλά η δική μας απουσία ήταν πολιτική και συζητήθηκε περισσότερο.

Κι από συναισθήματα; Όλο το τριήμερο είχα την αίσθηση ότι με ξεβράζει το κίνημα. Οι γνωστοί λιγόστεψαν, οι παλιοί έφυγαν, άλλαξαν πόλη, οργάνωση, έκαναν παιδιά. Λιγότερες από ποτέ κι οι πεθαμένες καλησπέρες μ’ αυτούς που ποτέ δε χαιρετούσα κι όσους εσχάτως αποφεύγω. Θυμάμαι την χρονιά της ρήξης που την είχα βγάλει στην κρυψώνα του σινεμά όπου είχα εποπτεία. Φέτος όμως που είχε και καλή εισήγηση από ένα σκηνοθέτη για το σοσιαλιστικό ρεαλισμό δεν πρόλαβα να πάω.

.

Στην χαμένη άνοιξη ο τσίρκας μιλάει για το διαχωρισμό μεταξύ χαρακτήρα και προσωπικότητας. Ο πρώτος χτίζεται στο καμίνι της βιοπάλης και της καθημερινότητας. Πολλές φορές εις βάρος της ανάπτυξης της δεύτερης. Που χωρίς το πρώτο μένει δώρο της φύσης άδωρο.

Η διαφορά τους είναι αυτή μεταξύ ενός χειρώνακτα με ένα διανοούμενο. Αυτό ακούγεται ίσως ζντανοφικό, αλλά εξαρτάται από τη διατύπωση. Μπορεί να θεωρείς τους διανοούμενους ύποπτα και χαλασμένα στοιχεία, μικροαστικά κι ασταθή. Και πάνω απ’ όλα στοιχεία, όχι ανθρώπους.

Μπορείς όμως να το πεις και σαν το λένιν για το κόμμα νέου τύπου, την πειθαρχία στο εργοστάσιο και τον χαρακτήρα που φτιάχνει. Και για τους διανοούμενους που πηγαίνουν ένα βήμα μπρος με το μυαλό τους κι άλλα δυο πίσω λόγω έλλειψης χαρακτήρα.

Τα εξηγεί ο ρούσης στο βιβλίο του για τη διανόηση. Και το εντυπωσιακό είναι ότι ο ίδιος αποτελεί ζωντανή απόδειξη για την αστάθεια που καταλογίζει στους διανοούμενους ο λένιν.
Στη διαμάχη του με το κόμμα έχει δίκιο κι άδικο μαζί. Χάνει το πρώτο με τα τρία σίγμα και τον τρόπο που αντέδρασε. Αλλά όπως λέει το ένα έβδομο, στις σχέσεις του κόμματος με τέτοια άτομα η κατάληξη αυτή είναι σαν αυτοεκπληρούμενη προφητεία.
Κι όχι με δική τους ευθύνη.

Υπόδειγμα χαρακτήρα ήταν οι παλιοί κομμουνιστές σαν τον αλύγιστο του κοτζιά. Το ωραίο είναι πως ο ήρωάς του είναι ο πλουμπίδης που ήταν όντως αλύγιστος παρά το άσθμα του και την πίκρα του και πέθανε φωνάζοντας ζήτω το κουκουέ. Αλλά ήταν συνάμα και διανοούμενος δασκαλάκος σε μια θαυμαστή διαλεκτική ενότητα όπου τα σπουδαία άτομα θυσιάζονταν για το σύνολο.

Σε ένα δεύτερο επίπεδο ο χαρακτήρας είναι η διαφορά του μέσου αριστεριστή από τον κομμουνιστή σύντροφο. Είναι πάντα προβληματικό να κάνεις μία αφαίρεση γιατί δεν χωράει όλα τα φαινόμενα της πραγματικότητας. Κι είναι πολύ δύσκολο να κατατάξεις τους δήθεν που το παίζουν ιστορία και προσωπικότητες του κινήματος, για να καλύψουν το τεράστιο κενό τους –ως χαρακτήρες κι ως προσωπικότητες.
Το πρώτο θα φανεί στο στρατό ή το αργότερο μετά στη βιοπάλη. Και το άλλο θα φανεί σε οποιονδήποτε στοιχειωδώς έμπειρο με νοοτροπία που στέκει ένα σκαλί πάνω από τον ενθουσιασμό του πρωτοετή. Το θέμα είναι πόσοι καταφέρνουν να ξεφύγουν τελικά από αυτό το επίπεδο. Ο παιδισμός και η ανωριμότητα είναι μαζικά παράγωγα του σημερινού τρόπου ζωής. Μάστιγα της κοινωνίας και της αριστεράς ειδικότερα.

Οι αριστεριστές μπορεί να είναι το καλύτερα παιδιά και να μην τους βαριέσαι ποτέ. Παραμένουν όμως αναξιόπιστοι κι ανυπόληπτοι χωρίς χαρακτήρα για μια σειρά πράγματα.
Από το θα ξυπνήσω να είμαι εκεί από νωρίς και το θα είμαι στην ώρα μου για το ραντεβού. Μέχρι τη σχέση με μόνιμα και σταθερά χαρακτηριστικά.
Πάντα με λίγες φωτεινές εξαιρέσεις να επιβεβαιώνουν τον κανόνα.

Τώρα που λέμε για προσωπικότητες και περσόνες. Μετά το φεστιβάλ πήγα σε μια ναρίτικη σύναξη στο ταξίδι, στο κέντρο (της γης). Ήρθαν δύο δικές τους και με ρώτησαν αν είμαι αυτός. Ως κε του μπλοκ διέψευσα τα πάντα. Κι ύστερα μεταξύ σοβαρού κι αστείου –θέλω να πιστεύω το δεύτερο- μου ζήτησαν αυτόγραφο.
Ο χριστός κι η παναγία!
Είπαμε ρε συ. Σταλινικός κι οπαδός της προσωπολατρίας, αλλά όχι κι έτσι.

Έχω αρχίσει να πουλάω μούρη και να το παίζω προσωπικότητα; Μα τόσο παλιοχαρακτήρας έχω γίνει; Πρέπει να αρχίσω να κάνω άλλες παρέες, πχ με τους φίλους του τζιοβάννη που νιώθουν ότι γράφω μαλακίες για πάρτη του και με βρίζουν. Ή με αυτούς που αναρωτιούνται γιατί δεν πιάνω δουλειά και μένω ανεπρόκοπος, χαραμοφάης να ασχολούμαι με μπλόγκινγκ κι εξυπναδούλες.

Στην οργάνωση πάντοτε είχαμε ισχυρούς χαρακτήρες με φιλότιμο. Από έλλειψη προσωπικότητας πάσχαμε. Και βασικά από άτομα που να τα συνδυάζουν και τα δύο διαλεκτικά. Μπορεί όλοι μας να κολυμπάμε στις αντιφάσεις που είναι η πεμπτουσία της, αλλά από διαλεκτική δε σκαμπάζουμε και πολλά.
Κι ο γράφων πρώτος και καλύτερος. Το πολύ να καταλάβει τις αντιφάσεις και τα αίτια, αλλά ελάχιστα κάνει για να τις αντιμετωπίσει. Ειδικά τις δικές του.

Η πραγματική αγάπη είναι να αγαπάς τον άλλον με τις αντιφάσεις του. Το θέμα είναι να καταλάβουμε τον άλλο. Αλλά το μαρξιστικό είναι να τον αλλάξουμε. Κι ο δικός μας τρόπος είναι το δεύτερο χωρίς το πρώτο. Για αυτό και χωρίς πολλές πιθανότητες επιτυχίας.
Πώς θα αλλάξεις κάτι που δεν γνωρίζεις και δεν αγαπάς;

Για μένα ήταν αποκάλυψη να βλέπω προσωπικότητες σαν τον τρόμπα, τον -κατά κομάντο ευαγγέλιο- μεγαλύτερο συνδικαλιστή που έχει περάσει από το απθ, να αναγνωρίζει ότι παλιότερα ήταν σνομπ με τους πρωτοετείς και παλιοχαρακτήρας. Κι είναι εξίσου αποκαλυπτικό ότι τώρα που δηλώνει ξεκρέμαστος κουκουές και μπορεί να συνδυάσει αρμονικά τα καλύτερα στοιχεία κι από τους δυο χώρους, τα πράγματα του υπαγορεύουν την ιδιώτευση σε ρόλο λεμονόκουπας.

Και να ήσουν στυμμένη πάει κι έρχεται. Άμα έχεις ακόμα πράγματα να δώσεις τι γίνεται; Κρατάς το ζουμί μέσα σου, υποφέρεις σα γελάδα που δεν την αρμέγουν, τραβάς τα βυζιά σου να κατεβάσουν γάλα και σε πνίγει η ξινίλα από το ζουμί που έχεις μέσα σου και τις κακίες σου που οι άλλοι τις περνάνε για κριτική. Μπορεί κι αντίστροφα.

Κι έτσι στόχος γίνεται μια τίμια ιδιώτευση, αντάξια του τίμιου οπορτουνισμού σου. Κρατάς μικρές αντιστάσεις, τελευταίες ζώνης άμυνας, σε αντιπαράθεση πχ με τον άλλο που βρήκε ένα ζουζουλίνι και πήγε να κλειστεί στα προάστια. Και να φανταστείς αυτός μπορεί να είναι ακόμα οργανωμένος. Η ιδιώτευση μες σε οργάνωση είναι η πιο δύσκολη να εντοπιστεί και μία από τις πλέον δύσκολα αντιμετωπίσιμες.

Και τι να κάνεις στην τελική; Να πας στον άλλο να του πεις, ζουλήξτε με γιατί είμαι χαριτωμένος κι έχω πολλά να δώσω;
-Α, πάγαινε από δω ρε λεμονόκουπα, θα σου πει.
Η αυτοεκπληρούμενη προφητεία που λέγαμε...

Πεταμένα λεφτά.

Πέμπτη 30 Οκτωβρίου 2008

Αποκατάσταση

Την κυριακή που μας πέρασε συμπληρώθηκαν 17 χρόνια από την πολιτική κηδεία του νίκου ζαχαριάδη στο πρώτο νεκροταφείο αθηνών. Εκεί όπου -σύμφωνα με το ρεπορτάζ συντάκτη γνωστής αστικής φυλλάδας- παρουσία της ηγεσίας του κκε, ακούστηκε το σύνθημα "Στάλιν ζεις εσύ μας οδηγείς".

Αν οι πληροφορίες είναι σωστές, το γεγονός είναι συγκλονιστικό. Γιατί αν αφαιρέσουμε 17 χρόνια φτάνουμε στο έτος 1991. Όπου κανονικά ταιριάζει το αντώνυμο του σωτήριος, κι όποιος έχει κάποια ιδέα σχετικά ας τη συνεισφέρει.

Οκτώβρης 91.
Είμαστε δυο μόλις μήνες πριν τον επιθανάτιο βρόγχο της εσσδ, την τυπική ληξιαρχική πράξη θανάτου της.
Χάνει η μάνα το παιδί και το παιδί τη μάνα. Όπου μάνα η μαμά πατρίδα σοβιετική ένωση που χάνουμε για πάντα και παιδιά τα ορφανά της που φεύγουν μαζικά από το κόμμα. Άλλοι στον συν κι άλλοι στο σπίτι τους.
Η ιστορία φτάνει σε τέλμα που πολλοί αστοί βιάστηκαν να βαφτίσουν τέλος της. Δεν τελειώνει βέβαια. Αλλά η εξέλιξή της μοιάζει να σταμάτησε στα τέλη του 80. Κι εμείς ακόμα ψάχνουμε τον πάτο στο πισωγύρισμα.

Οι πολιτικοί ηγέτες κοιμούνται κομμουνιστές και ξυπνάνε θιασώτες της αγοράς και της δημοκρατίας της.
Τα ΚΚ χάνουν τον μπούσουλα, απαρνούνται κονίσματα και σύμβολα, μεταλλάσσονται. Το κκε δείχνει χαρακτήρα και κρατάει. Τη στιγμή που οι άλλοι μεταλλάσσονται σε σοσιαλδημοκράτες νέας κοπής, η δική του μετάλλαξη βγάζει και λίγο ναρ.

Μες στον κακό χαμό, το κριτήριο των μαζών για άλλη μια φορά είναι αλάνθαστο. Δυο μήνες πριν πέσει η αυλαία, ξέρουν ήδη τον δολοφόνο. Τέσσερα χρόνια πριν βγάλει το κόμμα τα πρώτα συμπεράσματα, έχουν βγάλει ήδη τα δικά τους. Κι αποκαθιστούν άτυπα τον σύντροφο από ατσάλι πριν από οποιαδήποτε κομματική συνδιάσκεψη.
Και όχι απλά κι αόριστα τον σύντροφο με το μουστάκι, αλλά το σύστημα και την χώρα που αντιπροσώπευε.
Τη στιγμή που όλα τα 'σκιαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά...
Ρίγος...

Επτά χρόνια πριν, κάποιος φίλος μου και βασικός αναγνώστης του μπλοκ, αρνούνταν πεισματικά να ενδώσει στην πίεση να μπει στην κνε κι έπαιζε φουλ άμυνα. Η καλύτερη άμυνα βέβαια ήταν να στείλει τη μπάλα στην εξέδρα κάνοντας χαβαλέ. Έτσι, μεταξύ άλλων μου έλεγε ότι θα έδινε βιογραφικό όταν το κόμμα αποκαθιστούσε τον ζαχαριάδη.

Έκτοτε κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι (αν και ο φίλος μου παραμένει ασόβαρος και... ανοργάνωτος). Αυτός έχει ξεχάσει την αστεία δικαιολογία του κι εγώ πλέον δε μπορώ να τον βάλω πουθενά, ακόμα κι αν ήθελα.
Αλλά απάντηση σε αυτό που μου έλεγε ούτε και σήμερα μπορώ να δώσω υπεύθυνα.
Αποκατέστησε το κόμμα τον νίκο ζαχαριάδη;
Έλα ντε. Ιδού η απορία...

Για το τυπικό της υπόθεσης έχω ακούσει γνώμες που διίστανται.
Η κυρίαρχη άποψη είναι ότι η αποκατάσταση αυτή δεν έγινε ποτέ. Και η μειοψηφούσα λέει ότι η παρουσία της ηγεσίας του κόμματος στην κηδεία του ζαχαριάδη λειτούργησε τρόπον τινά εν είδει αποκατάστασής του.
Το πιο εκπληκτικό είναι ότι τυπικά η μία εκδοχή δεν αποκλείει την άλλη...

Ακόμα όμως κι αν ισχύει η δεύτερη εκδοχή... Αρκεί αυτό;
Αρκεί μια τέτοιου είδους αποκατάσταση σε έναν ηγέτη που σφράγισε με την παρουσία του -ακόμα και με την απουσία του- τη σημαντικότερη περίοδο του κόμματος;
Η απάντηση προφανώς είναι όχι.
Συν τοις άλλοις τέτοιες μετά θάνατον αποκαταστάσεις έχουν λιγότερη αξία, κινούμενες ελαφρώς και στη λογική του "ο νεκρός δεδικαίωται".
Υπάρχουν όμως και ελαφρυντικά. Ας δούμε πρόχειρα τρία από αυτά.

-όσο πιο μεγάλος είναι ένας ηγέτης τόσο πιο αθόρυβα γίνεται η αποκατάστασή του. Άγραφος νόμος για σοβιετικούς και σοβιετόφιλους.
-για τους συγγενείς και τους φανατικούς οπαδούς του ζαχαριάδη -και του όποιου ζαχαριάδη- καμιά αποκατάσταση δεν θα ήταν αρκετή. Όχι όσο γίνεται κριτικά, αντί με τον ν.ζ. -νεκραναστηθέντα- καβάλα στ' άλογο.
Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις όπου οι συγγενείς έχουν μάλλον δίκιο να διαμαρτύρονται (πχ περίπτωση πλουμπίδη, που έγινε με απόφαση του ΠΓ του υπό παρανομία κόμματος, χωρίς την απαιτούμενη δημοσιότητα).
-πιο σημαντική από το τυπικό κομμάτι είναι η ουσιαστική αποκατάσταση.
Αυτό εν μέρει είναι ζήτημα πολιτικής ερμηνείας αν έχει γίνει ή όχι. Αντικειμενικά όμως και ο στάλιν και ο ζαχαριάδης χαίρουν σήμερα γενικότερης εκτίμησης στις τάξεις του κόμματος από το σύνολο των μελών του.
Και μόνο τα αναρχικά συνθήματα για σκοτάδι κτλ αρκούν να ατσαλώσουν κνίτικες συνειδήσεις απ' την ανάποδη.

Κλείνω το σημείωμα με τρία ακόμη σημεία πάνω στο ζήτημα.
-η αποκατάσταση του πλουμπίδη έγινε στα πλαίσια της αποζαχαριαδοποίησης, της ελληνικής εκδοχής της αποσταλινοποίησης (σ.σ: ωραία γλώσσα τα ελληνικά).
Δε σημαίνει ότι ήταν λάθος. Ουσιαστικά όμως αναγνωρίζει ευθύνες του ζαχαριάδη για το θέμα αυτό.
Από αυτή την άποψη το να αποκατασταθεί σήμερα ο ζαχαριάδης θα ήταν κάπως αντιφατικό. Κατά τη γνώμη μου όμως αναγκαίο.

-οι αποκαταστάσεις και οι επανατοποθετήσεις για παλιότερα ιστορικά ζητήματα είναι μεγάλο ζήτημα.
Κι εγώ θέλω πχ να αποκατασταθεί ο κώστας κάππος και να επανατοποθετηθεί το κόμμα για τα γεγονότα του 89. Πώς και με ποια αφορμή όμως θα ανακινηθεί ένα τέτοιο ζήτημα;
Θέλω να πιστεύω πάντως πως δεν θα χρειαστεί να περιμένουμε τον τρίτο τόμο του δοκιμίου ιστορίας του κκε για να γίνει αυτό.

-τι ακριβώς σημαίνει τελικά αποκατάσταση;
Ποιος είναι ο ακριβής ορισμός της;
Μια δήλωση της γγ; Μια απόφαση της κε; Του συνεδρίου; Κομματική εκδήλωση τιμής προς το πρόσωπο του αποκατασταθέντα; Συγγραφή κάποιου βιβλίου; Ή τίποτα από όλα αυτά, μιας και η ουσιαστική αποκατάσταση κρίνεται στο παρόν και στην πολιτική που ακολουθείται;

Όποιος γνωρίζει τι ακριβώς σημαίνει αποκατάσταση, ή έχει ζήσει μία κι έχει σχετική εμπειρία ας το κοινοποιήσει και στους υπόλοιπους.
Και άπαξ συμφωνήσουμε περί τίνος ακριβώς πρόκειται, μετά αποκαθιστάμε όποιον θέλετε...