Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα χρέος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα χρέος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 6 Δεκεμβρίου 2016

Η ημέρα της Νίκης

...και του Νικόλαου, που δηλώνει τη νίκη του λαού. Hasta la Vitoria Siempre. Κι άμα έχεις τέτοιες νίκες... τι τους θέλεις τους εχθρούς. Hasta να πάνε...

Αφού πειστήκαμε να κρατήσουμε την ανάσα μας από αγωνία για το μέλλον της Ευρώπης και της δημοκρατίας (που δεν υπήρξαν ποτέ ζευγάρι, παρά τις σχετικές φήμες) και την ξανακρατήσαμε μετά τη βρωμερή ανακούφιση με την ανάδειξη του φιλελέ δεξιού προέδρου στην Αυστρία (που νίκησε όμως τον ακροδεξιό), χτες ήταν η ώρα να πάρουμε μια βαθιά ανάσα σύμφωνα με τα ΜΜΕ και την κυβέρνηση (που κατά τα άλλα βρίσκονται σε αδυσώπητο πόλεμο) για το χτεσινό Eurogroup και τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους. Και να την κρατήσουμε -την ανάσα μας- ως το 2060, που θα (ξανα)κουρευτεί το χρέος, αλλά μέχρι τότε, θα έχει φτάσει το μαλλί -και όχι μόνο- ως τον ποπό.

Αυτό βασικά πρέπει να ήταν το βασικό διαπραγματευτικό επιχείρημα της ελληνικής πλευράς, βγαλμένο κατευθείαν από τις σελίδες του Αστερίξ στην Ισπανία των Podemos, και το μικρό Πέπε (απλή συνωνυμία με τον Ιταλό Γκρίλο) που κρατούσε επίτηδες την αναπνοή του, μέχρι να κοκκινίσει από το κακό του και να του γίνει το χατίρι. Κι αυτή είναι μάλλον η μόνη ρεαλιστική πιθανότητα να κοκκινίσουν τα στελέχη της ΔΦΑ, αφού δεν το κάνουν από ντροπή έστω. Δεν έχεις τσίπα, Τσίπρα, δεν κάνεις ούτε για ΠαΣοΚ.

Το οποίο ΠαΣοΚ πανηγύριζε χτες για το δικό του καταπληκτικό κούρεμα (100 εκ. ευρώ), που  δεν είχε παρόμοιό του στην ιστορία, άλλο βέβαια αν περιλάμβανε και τα ασφαλιστικά ταμεία, που τα οδήγησε στη χρεοκοπία, για να ανοίξει το ασφαλιστικό.
Ενώ το κούρεμα του Σύριζα (που διέλυσε ό,τι έμεινε όρθιο από το ασφαλιστικό) θα είναι ακόμα καλύτερο, γιατί δε θα έχει τέτοιες συνέπειες, ούτε νέα μέτρα, αλλά μνημόνια (και τέταρτο και πέμπτο κι άλλα δεκαπέντε ως το 2060). Αλλά όποιος τα λέει αυτά και θυμάται συνειρμικά τον Μπένι και τους Πασόκους, είναι συκοφάντης.

Ο θεός και η κυβέρνηση να μας κόβουν χρόνια και να δίνουν μέρες στο χρέος, για να γίνει βιώσιμο και να μας θάψει όλους. Έτσι κι αλλιώς, μέχρι το 2060, ποιος ζει, ποιος πεθαίνει, στην κυριολεξία -κι ας νευριάζει η Ρένα Δουρου-τι, όταν της λέω πως δε θα προκάμουμε με τέτοια ζωή που κάνουμε -ζούμε πάνω από τις δυνατότητές μας, όπως λένε διάφοροι φιλελέδες, τροϊκανοί, αυτοκριτικοί "αριστερούληδες", κτλ.

Η Ρένα λέει επίσης πως ο Φιντέλ ήταν γατάκι μπροστά στη μάχη που έδωσε η "αριστερή κυβέρνηση" στις Βρυξέλλες (να ακουστεί καλά, δε θα ξεμπερδέψετε με την Αριστερά) και τη διαγραφή χρέους που κατάφερε, εδώ και τώρα, άμεσα, το 2060, και όχι στη δευτέρα παρουσία του σοσιαλισμού. Που ως φράση, υπονοεί βασικά πως υπήρξε και πρώτη παρουσία, μες στον εικοστό αιώνα. Αλλά εντάξει τώρα, σοσιαλισμός ήταν αυτό το πράγμα; Είδαμε και την Κούβα που ήταν μια δικτατορία του Κάστρο, όχι όπως στην Ευρώπη των δημοκρατικών διαδικασιών και των δημοψηφισμάτων με την εκφρασμένη βούληση του κυρίαρχου λαού -που είναι όμως λίγο ντεφορμέ, γι' αυτό δεν παίρνουμε τοις μετρητοίς τις ετυμηγορίες του.

Αλλά η μαγκιά είναι να φωτογραφίζεσαι τη μια βδομάδα στην κηδεία του Κάστρο, για να αντλήσεις πολιτική υπεραξία και την άλλη να ξύνεις επιδέξια από τα τηλεοπτικά πλάνα τον Κασιδιάρη και τον Παππά -όπως κάποτε το σφυροδρέπανο από τη σημαία της ΚΟΕ (τι να κάνει αυτή η ψυχή άραγε;) και το ΚΚΕ ή το ΕΑΜ από την Εθνική Αντίσταση- για να μην μπουν στο ίδιο κάδρο με την Αυλωνίτου και το Βίτσα και τη Ρω του έρωτα του Καμμένου με τους φασίστες και το χρυσαυγίτικο πολιτικό ακροατήριο.


Κι ενώ τα Συριζοτρόλ πελάγωσαν με το αιγαιοπελαγίτικο σόου του Καμμένου, πίνοντας το αμίλητο νερό και όλο το Βόσπορο,ξαναβρήκαν τη διαδικτυακή τους λαλιά το βράδυ, για να γλεντήσουν σαν Μπαλούρδοι τη φοβερή, επωφελή συμφωνία στο Eurogroup, Στον έβδομο ουρανό όλοι αδέλφια.
Κάπως έπρεπε να ξαναπιάσουν δουλειά, άλλωστε, εν όψει της σημερινής επετείου (των "δικών τους Δεκεμβριανών").

Γιατί χαίρονται και χαμογελούν οι Συριζαίοι, πατερούλη;
Υπάρχουν δύο βασικά ενδεχόμενα: είτε γιατί πάνε σε εκλογές, είτε για να μην πάνε σε εκλογές. Είχαν πει κι αφήσει να εννοηθεί πως δε θα ήταν πρόθυμοι να σηκώσουν το βάρος μιας νέας, επώδυνης συμφωνίας, κι αν τους έφερναν μια τέτοια, θα "απειλούσαν" με παραίτηση και εκλογές, κάνοντας βασικά ηρωική έξοδο, προτού καούν εντελώς, για να έχουν ρεαλιστικές ελπίδες να επανέλθουν στα πράγματα.

Οπότε, αν θέλουν να αποφύγουν τις εκλογές, πρέπει να παίξουν το χαρτί της καταπληκτικής, φανταστικής συμφωνίας, με τους τρομερά επωφελείς όρους. Κι αν δεν μπορούν να αποφύγουν τις κάλπες, που μοιάζουν αρκετά πιθανές μες στο 17', θα επιλέξουν να παίξουν το ίδιο ακριβώς χαρτί και να το έχουν ως βασικό προεκλογικό τους επιχείρημα.

Κι αν όλα αυτά -κούρεμα, χρέος, κτλ- θυμίζουν τον Αισώπειο μύθο για το αρνί, που αντί να του κουρεύουν το μαλλί, του έκοβαν λίγο-λίγο το κρέας, όλα οδηγούν στο άλμπουμ του Ζάχαρη (το καλύτερο δώρο για τις φετινές γιορτές) και το φτηνούτσικο λογοπαίγνιο με το προβατάκι στο εξώφυλλο (που φοβάται να βελάξει, για να μην προκαλέσει πανικό στις αγορές).
Το οποίο μας θυμίζει επίσης, διδακτικά, πως η διαπραγμάτευση κι η αστική δημοκρατία εν γένει, είναι σαν την κουβέντα ενός λύκου (λυκοσυμμαχία) κι ενός αρνιού, που συζητάνε τι θα δειπνήσουν το βράδυ...

Παρασκευή 1 Αυγούστου 2014

Μια νύχτα μαγική

Η (τεχνητή εν μέρει) χρεοκοπία της αργεντίνικης οικονομίας φέρνει στο προσκήνιο διάφορα ειδικά ζητήματα, που μπορεί να φαίνονται στον απλό κόσμο (και δεν εξαιρώ τον εαυτό μου) πιο σύνθετα κι από τη διπλή ορθογραφία της λέξης, με ωμέγα αλλά/ή και με δύο όμικρον, που είναι αμφότερες αποδεκτές ως εκδοχές. Οι αναλύσεις κι οι λεπτομέρειες όμως μοιάζουν ψιλά γράμματα στην κοινή γνώμη που κρατάει συνήθως την ουσία (ή ό,τι μας πλασάρουν ως τέτοια) και τον απλό και ισχυρό αντίκτυπο της λέξης «χρεοκοπία» που σκεπάζει τα πάντα στο άκουσμά της. Τον ίδιο αντίκτυπο δηλ που πασχίζουν να αποφύγουν με δημιουργική λογιστική κι αλχημείες οι ελληνικές κυβερνήσεις, για να έχει δράκο (του σέιχ-σου) το σαξές στόρι κι αληθοφάνεια το παραμύθι της σωτηρία μας, που απλώνεται σε βάθος χρόνου και σειρά επεισοδίων, με φωσκολικό ορίζοντα κι ατάκες.

Παλιότερη γελοιογραφία του Πάνου Ζάχαρη από το Ποντίκι
Τα αστικά επιτελεία αρνούνται να επωμιστούν το ψυχολογικό βάρος και τη ρετσινιά ενός σύγχρονου «δυστυχώς επτωχεύσαμεν». Όπως ακριβώς δηλ κάποιοι παλιοί σφοι αρνήθηκαν να αποδεχτούν την κληρονομιά της ήττας της σοβιετίας και του κομμουνιστικού κινήματος· λύγισαν στη θύελλα της αντεπανάστασης και τη βάφτισαν «κατάρρευση» (ή «σταλινισμό» ή «γραφειοκρατικές αγκυλώσεις») για να τα ‘χουν καλά με την εξωνημένη συνείδησή τους.

Βάραινε όμως αντίστροφα και το αδιέξοδο της κλασικής δημοσιογραφικής ερώτησης: πού εφαρμόζονται αυτά που λέτε; Ποια χώρα είναι πρότυπο-υπόδειγμα για εσάς; Ποιες διεθνείς συμμαχίες-αναφορές έχει ο πολιτικός σας προσανατολισμός;
Κι έτσι λοιπόν αυτοί που αποκήρυξαν εν μια νυκτί το κομμουνιστικό τους παρελθόν και την προσφορά της σοβιετικής ένωσης, έγιναν ακριβοί στα πίτουρα και τους έφαγαν οι κότες. Ενώ δηλ ισχυρίζονται πως το σοβιετικό εγχείρημα είναι παράδειγμα προς αποφυγή, που πρόδωσε τα ιδανικά που πρέσβευε θεωρητικά, ψάχνουν να βρουν ελπιδοφόρα στηρίγματα που να επιβεβαιώνουν τις δικές τους «συνεπείς κι αμόλυντες ιδέες» σε «σύγχρονες προοδευτικές δυνάμεις» κι ενθουσιάζονται ακόμα και με μέτρα που παίρνουν αστικές, δεξιές κυβερνήσεις στο πλαίσιο του ευρωσκεπτικισμού και των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων.

Οτιδήποτε μπορεί να μεταφραστεί σε λαϊκή κατάκτηση και μικρή νίκη: η στάση της δεξιάς κυβέρνησης της ουγγαρίας, της ισλανδικής κυβέρνησης, η ελε (επιτροπή λογιστικού ελέγχου) του κορέα στον ισημερινό για το χρέος, η παύση πληρωμών του κίρχνερ στην αργεντινή… Οτιδήποτε, αρκεί να μην παραπέμπει στο αμαρτωλό σοβιετικό-κομμουνιστικό παρελθόν. Μια νύχτα μαγική, σαν την αργεντινή… Ποτέ όμως σαν την πετρούπολη (το μετέπειτα λένινγκραντ, για να μην μπερδευτεί κανείς με τον κόκκινο δήμο στα δυτικά προάστια της αθήνας), όπου ο λαός δεν περίμενε την επουράνια λύτρωση από ένα ελικόπτερο που απομακρυνόταν με τους ενόχους, αλλά οργάνωσε τη δική του επουράνια έφοδο.

Ο χώρος αυτός δε φαίνεται να ενθουσιάζεται τόσο από κάποια πιθανή μελλοντική προοπτική στην οποία θα μπορούσε να οδηγήσει η δυναμική των πραγμάτων, αλλά από αυτά καθαυτά τα γεγονότα, από τα πιο αυθόρμητα κι ανώριμα χαρακτηριστικά των μαζικών ξεσπασμάτων. Με άλλα λόγια, η κίνηση είναι το παν, ο τελικός σκοπός δεν είναι τίποτα. Οι ελπίδες εναποτέθηκαν κατά (τυχαία) σειρά στους αγανακτισμένους, το κίνημα της κατσαρόλας, το «99%» του κινήματος της γουόλ στριτ, τη μηχανική μεταφορά των συγκεντρώσεων στην πλατεία ταχρίρ (που μας έδωσε μεταξύ άλλων και ένα εκκολαπτόμενο μεϊντάν), την έφοδο (όχι στον ουρανό, αλλά) σε μαγαζιά και σούπερ μάρκετ, ως ένα είδος νομιμοποίησης αντίστοιχων περιστατικών στην αθήνα, το δεκέμβρη τουυ 08’.

Ο σάββας μιχαήλ εκτιμούσε στο αργεντινάσο του 01’ πως είχε τεθεί θέμα εξουσίας, που κυλούσε στους δρόμους και περίμενες τους διαδηλωτές να την καταλάβουν, χωρίς να πτοηθεί απ’ το εκλογικό αποτέλεσμα της αδελφής οργάνωσης του τότε ΜΕΡΑ, που δεν ξέφυγε από τα όρια του στατιστικού λάθους από το μηδέν και την απόλυτη πολιτική ανυπαρξία. Αυτός αποτελεί ίσως την πλέον συμπαθή κι ακίνδυνη περίπτωση αυτής της κατηγορίας.

Όλο το πολιτικό φάσμα από τα δεξιά του εεκ ως την αριστερά του πασοκ (ή μάλλον την «αριστερά» τύπου πασόκ) ένιωσε να γοητεύεται από τα πειράματα αυτοδιαχείρισης κι εναλλακτικού εμπορίου –ένα συνώνυμο του «εναλλακτικού καπιταλισμού»- με αυτοσχέδια νομίσματα. Να συνεπαίρνεται από την πτώση τεσσάρων διαδοχικών κυβερνήσεων σε μικρό χρονικό διάστημα, ως αδιάψευστο μάρτυρα της πολιτικής κρίσης, που δεν εξελίχτηκε ωστόσο σε επαναστατική. Ενθουσιάστηκε με την ιδέα του ελικόπτερου, που θα έπαιρνε μακριά (στα πέρα μέρη) τους πολιτικούς και το μνημόνιο κι (εκτός από το πλατειακό σύνθημα του τίτλου της ανάρτησης) αποτυπώθηκε σε πανό κι αυτοκολλητάκια της κοε με τον πολιτικό στόχο «ουστ». Εκστασιάστηκε με την παύση πληρωμών του κίρχνερ, θεωρώντας την εναλλακτική διέξοδο στο μνημονιακό δρόμο για τη διαχείριση του χρέους. Και είδε δευτερεύουσες διαμάχες στο εσωτερικό του να εξελίσσονται σε λεονταρισμούς κι έναν άτυπο διαγωνισμό «τακτικής ευελιξίας vs ριζοσπαστικής συνέπειας». Με το συριζαίο σταθάκη να παίζει εκτός συναγωνισμού και να περιορίζει το επαχθές χρέος του ελληνικού κράτος  μόλις στο 5% του συνολικού. Και το ναρίτη πι-πι να τερματίζει το κοντέρ, βρίσκοντας την χρυσή τομή: «να ζητήσουμε επαναδιαπραγμάτευση και εφόσον την αρνηθούν οι πιστωτές μας, να προχωρήσουμε σε μονομερή διαγραφή μέρους ή και του συνόλου του χρέους».

Η τεχνητή (εν μέρει) χρεοκοπία της αργεντινής έφερε στο προσκήνιο με δραματικά επίκαιρο τρόπο την παταγώδη χρεοκοπία των δυνάμεων του (παλιού και «νέου») οπορτουνισμού. Μια χρεοκοπία που δε δικαιώνει την άλλη όψη του νομίσματος της αστικής διαχείρισης και την υστερία της κυβέρνησης εναντίον όσων «ήθελαν να μας κάνουν αργεντινή». Δείχνει όμως με πόσα επιχειρήματα εξοπλίζουν και καθιστούν πιο ‘πειστικό’ και ‘ρεαλιστικό’ τον κυρίαρχο πολιτικό λόγο τα αδιέξοδα, οι αντιφάσεις κι οι παλινωδίες της πολιτικής του ποικιλώνυμου οπορτουνισμού.


Ο λαός μας δεν χρειάζεται να κλάψει για την αργεντινή, αλλά μόνο για τη δική του μοίρα, εφόσον δεν απαλλαγεί από τις ρεφορμιστικές αυταπάτες και δε βγάλει τα απαραίτητα συμπεράσματα από την ακριβοπληρωμένη πείρα των αργεντίνων. Όχι για να χαρίσει μια «μικροκομματική» δικαίωση στους κομμουνιστές, που μίλησαν έγκαιρα για τη διαγραφή του χρέους, την παγίδα των εναλλακτικών τρόπων αποπληρωμής του (με κούρεμα, επιμήκυνση, επαναδιαπραγμάτευση, κτλ) και τους δόλιους φάρους της αργεντινής. Αλλά για να αποφύγει στο μέλλον την επώδυνη διάψευση των δικών του ελπίδων από μια επανάληψη-παραλλαγή του αργεντίνικου πειράματος στα ελληνικά δεδομένα.

Κυριακή 26 Ιουνίου 2011

Οικονομία και πολιτική (Β' Μέρος)

Το κύριο καθήκον που έχουμε σήμερα μπροστά μας είναι η πολιτικοποίηση των αγώνων. Αυτή είναι μια βασική πολιτική εκτίμηση στην οποία συμφωνούν σχεδόν όλοι. Στην παρούσα συγκυρία, οι οικονομικοί αγώνες των προηγούμενων χρόνων δεν αρκούν για να φέρουν αποτέλεσμα, ή έστω επιμέρους νίκες και κατακτήσεις για το εργατικό κίνημα.

Κι αυτό δεν είναι ηττοπάθεια, αλλά ανάλυση της συγκεκριμένης κατάστασης της τελευταίας εικοσαετίας με τον αρνητικό διεθνή συσχετισμό και το ξήλωμα των μεταπολεμικών κατακτήσεων της εργατικής τάξης των ευρωπαϊκών χωρών.

Βασικό ζητούμενο της περιόδου λοιπόν είναι η πολιτικοποίηση των συνειδήσεων. Το οποίο γίνεται ακόμα πιο επιτακτικό τώρα που βαθαίνει η κρίση κι εντείνεται η επίθεση των καπιταλιστών σε ό,τι είχε απομείνει από το κοινωνικό κράτος. Κατά συνέπεια, το κύριο ερώτημα που πρέπει να μας απασχολήσει είναι σε ποια βάση και με ποιον τρόπο προκύπτει η πολιτική συνείδηση.

Σε αυτό το ερώτημα διαμορφώνονται δύο βασικές κατευθύνσεις απαντήσεων από τις δυνάμεις του χώρου. Η μία τονίζει την ανάγκη για αλλαγή τάξης στην εξουσία ως μόνη εναλλακτική στα αδιέξοδα της καπιταλιστικής κρίσης. Κι η άλλη την αναγκαιότητα ενός μεταβατικού προγράμματος, με ενδιάμεσα αιτήματα και πολιτικούς στόχους κι αιχμές το χρέος και το ευρώ, που να απαντά στη σημερινή συγκυρία και να ανοίγει το δρόμο για περαιτέρω ριζοσπαστικές αλλαγές. Ο πιο τυπικός εκπρόσωπος αυτής της λογικής είναι η κίνηση των αριστερών οικονομολόγων κι ειδικότερα ο καζάκης, που εγκαλεί μεταξύ άλλων το κόμμα για έλλειψη πολιτικών τακτικών στόχων κι ενός μεταβατικού προγράμματος.

Τον τελευταίο χρόνο ο καζάκης έκανε κάτι σαν περιοδεία σε διάφορες πόλεις της ελλάδας κι έγινε τρόπον τινά διάσημος –κι όχι μόνο για τα δεκαπέντε λεπτά που αναλογούν στον καθένα μας σ’ αυτή τη ζωή. Αυτό που αγνοούν όμως οι περισσότεροι είναι οι τελικές συνέπειες της προσέγγισης του καζάκη, ο οποίος θεωρεί ότι η πολιτική, επαναστατική συνείδηση μπορεί να προκύψει μόνο μέσα από δημοκρατικά αιτήματα. Καθώς επίσης κι ότι η οκτωβριανή επανάσταση είχε δημοκρατικό, κι όχι σοσιαλιστικό χαρακτήρα, κι ήταν απλώς μια συνέχεια της επανάστασης του φλεβάρη, ολοκληρώνοντας αυτό που είχε αφήσει στη μέση.

Και μένω σε αυτό, κάνοντας αφαίρεση από όλα τα υπόλοιπα. Από την οικονομική του ανάλυση –περί κρίσης χρέους-, απ’ το ότι η πρότασή του για έξοδο από την κρίση μένει εντός των ορίων του καπιταλισμού, ακόμα κι απ’ το ότι βαφτίζει πολιτικά, αιτήματα αμιγώς οικονομικού χαρακτήρα, που ξεκινάν από μια λογιστική –κι όχι ταξική- προσέγγιση για το χρέος –που πρέπει να το αρνηθούμε ως χώρα γιατί δε βγαίνει το πρόγραμμα αποπληρωμής του κι όχι ως τάξη, επειδή δεν το δημιουργήσαμε εμείς.

Το μυστικό λοιπόν για τον καζάκη είναι πχ να εξασφαλίσουμε τη δημοκρατική λειτουργία του κράτος και των τραπεζών με εργατικό έλεγχο. Και πάνω σε αυτή τη βάση θα πειστούν οι μάζες για την ανάγκη υπέρβασης του καπιταλισμού και θα διαμορφώσουν επαναστατική συνείδηση. Όλα τα άλλα γι’ αυτόν είναι οικονομίστικα και τρεϊντγιουνιονιστικά.
Αυτό που φαίνεται να αγνοεί χαρακτηριστικά όμως είναι η διαλεκτική της συνείδησης και της σχέσης πολιτικού-οικονομικού, όπου το ένα μετατρέπεται στο άλλο όπως είδαμε και στο πρώτο μέρος. Για τον καζάκη το πολιτικό μπορεί να προκύψει μόνο από το πολιτικό, μηχανιστικά. Η επανάσταση ή θα είναι δημοκρατική, ή δε θα υπάρξει, για να παραφράσουμε ένα κλασικό τσιτάτο των ευρωκομμουνιστών.

Ευτυχώς η πραγματικότητα είναι πιο διαλεκτική από αυτό το σκεπτικό και δίνει άλλη απάντηση στο επίμαχο θέμα. Η επαναστατική συνείδηση προκύπτει πάνω στην υλική βάση των οικονομικών αγώνων και της όξυνσης της ταξικής πάλης, με τη συνειδητή παρέμβαση της κομμουνιστικής πρωτοπορίας και τη ζύμωση της ιδέας της επανάστασης.

Μήπως όμως μένοντας στο ρόλο της ιδεολογικής ζύμωσης, εξετάζουμε το θέμα ιδεαλιστικά κι αφηρημένα; Δεν χρειάζεται κι ένα πρόγραμμα με μεταβατικά αιτήματα και πολιτικούς στόχους, ώστε ο λαός να πειστεί από τη συγκεκριμένη πείρα που προκύπτει από την πάλη του για αυτούς τους στόχους;

Δε νομίζω να διαφωνεί κανείς γενικά. Η έξοδος από την εε εξάλλου είναι ακριβώς ένας τέτοιος πολιτικός στόχος που μπαίνει από συγκεκριμένες πολιτικές δυνάμεις. Τα οικονομικά αιτήματα επίσης, που ο καζάκης υποτιμά και χλευάζει ως τρεϊντγιουνιονιστικά- είναι κι αυτά κατά μία έννοια μεταβατικά, με την έννοια ότι μπαίνουν ως άμεσοι στόχοι, αλλά δε μπορούν να επιτευχθούν πλήρως στα πλαίσια του συστήματος. Η βασική διαφωνία ωστόσο έχει να κάνει με το πώς μπαίνουν και πώς συνδέονται με το κομβικό θέμα της εξουσίας, κι όχι με τα αιτήματα καθαυτά.


Παρακάτω. Όποιος υιοθετεί ελαφρά τη καρδία την κατηγορία περί ιδεαλισμού, οφείλει να αναστοχαστεί πολύ σοβαρά πάνω στην έννοια του απέξω του λένιν. Οι αυθόρμητοι οικονομικοί αγώνες μπορούν να φτάσουν μόνο μέχρι το επίπεδο των οικονομικών διεκδικήσεων. Κάτι αντίστοιχο ισχύει και για το –άκρως επίκαιρο σήμερα- δημοκρατικό μέτωπο, όσες αυταπάτες κι αν έχει ο καζάκης για τη σημασία του.
Αν σημαίνει κάτι η βλαδιμηρική θέση για το απ’ έξω και το ρόλο της πρωτοπορίας είναι ακριβώς σ’ αυτή τη μετατροπή της αυθόρμητης οικονομικής συνείδησης σε πολιτική. Κι αυτό δεν είναι ιδεαλισμός, αλλά διαλεκτική. Η επαναστατική συνείδηση προκύπτει στη βάση των συγκεκριμένων εμπειριών της εργατικής τάξης απ’ την πάλη της σε αυτά τα μέτωπα. Αλλά και με τη ζύμωση της πρωτοπορίας που είναι αναντικατάστατη.

Μήπως όμως η επίκληση του σοσιαλισμού είναι αφηρημένη; Η αλήθεια είναι ότι αν περιμένουμε να βρούμε κάποια άλλη συγκυρία, πιο «ευνοϊκή» από την κρίση που να καθιστά επίκαιρο κι αναγκαίο το σοσιαλισμό, να κάνει πιο συγκεκριμένα και χειροπιαστά τα αδιέξοδα του συστήματος, πιθανότατα ματαιοπονούμε. Ή ίσως προτιμάμε να κοσκινίζουμε, αντί να ζυμώσουμε στις μάζες αυτό που τίθεται μπροστά τους εκ των πραγμάτων.

Κι ίσως να μην είναι τυχαίο που κάποιες δυνάμεις που υιοθετούν και προβάλλουν με ζήλο αυτή τη λογική, ακυρώνονται στην πράξη ως πρωτοπορίες κι υποκλίνονται στο αυθόρμητο. Υποτιμούν την ανάγκη οργάνωσης της εργατικής τάξης, την ύπαρξη πρωτοπορίας εν γένει. Και θεωρούν αριστερίστικο σεχταρισμό να προβάλεις το ζήτημα της εξουσίας στην πρώτη γραμμή στην απούσα συγκυρία –που λέει κι ο ντέμης.
Έτσι υποκύπτουν εν τέλει στην κρυφή γοητεία του συγκεκριμένου (προγράμματος). Το οποίο παραμένει όμως αφόρητα αφηρημένο, όσο αδυνατεί να απαντήσει πειστικά στο βασικό ερώτημα: ποια εξουσία θα κληθεί να το εφαρμόσει; Και ποια είναι η διέξοδος απ’ την κρίση; Είναι -ή όχι- εφικτή στα πλαίσια του συστήματος;

Αυτό ακριβώς είναι το κύριο μειονέκτημα κι ενός κειμένου του κυριακάκη, από το τελευταίο πριν, το οποίο κυκλοφόρησε ευρέως στο διαδίκτυο. Επειδή ακριβώς αναγνωρίζει τη βασική του αδυναμία, ξεκινάει με αυτή, για να τη «διασκεδάσει» με λογοτεχνίζουσες ακροβασίες –τσιταρισμένες από τη μάρτα χάνεκερ- για την τέχνη του αδύνατου. Κι ολοκληρώνει την εισαγωγή με μια θεαματική αντιστροφή εννοιών, παρουσιάζοντας τη δική του πρόταση –που μάλλον προσιδιάζει στον ‘εφικτό σοσιαλισμό’ του μιτεράν- απέναντι από την αριστερά του εφικτού, που θεωρεί ανέφικτο κάθε επαναστατικό πρόγραμμα. Πάλι καλά που δεν έβαλε και τον ορισμό του γκεβάρα για τον ρεαλισμό –να επιδιώκουμε το αδύνατο- για να δέσει με τα δικά του μεταβατικά.

Κάπως έτσι φτάνουμε στον επίλογο που μένει ανοιχτός για διαμόρφωση. Μας λείπουν πολλά ακόμη. Τακτική ευελιξία, ανοιχτές κεραίες στα μηνύματα του κόσμου και της συγκυρίας, εξειδίκευση στόχων. Κι όλα αυτά να δένουν με μια στρατηγική πρόταση, που να γίνει συγκεκριμένη και να πατήσει δυνατά σε κάθε χώρο. Αλλά στρατηγική πρόταση σημαίνει εναλλακτική στον καπιταλισμό, όχι στη διαχείρισή του.

Όλα αυτά λοιπόν δε γράφονται για εφησυχασμό, επειδή όλα πάνε πρίμα κι έχουμε όλες τις απαντήσεις. Αλλά για να τραβήξουν μια διαχωριστική γραμμή ενάντια στις διαχειριστικές λογικές. Κι όχι -άλλη- μια διαχειριστική γραμμή ενάντια στις –τάχα- διαχωριστικές γραμμές του «σεχταρισμού και της απομόνωσης».

Δευτέρα 24 Ιανουαρίου 2011

Δημοκρατική ή σοσιαλιστική επανάσταση

(συνέχεια από το προηγούμενο)

Ποια είναι λοιπόν σήμερα η κατάσταση στην ελλάδα;

Ο ελληνικός καπιταλισμός είναι αδύναμος. Έχει ενδιάμεση κι εξαρτημένη θέση στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα. Μία πτυχή της εξάρτησης είναι και το χρέος. Το έλλειμμα των χωρών του νότου είναι η άλλη όψη του εμπορικού πλεονάσματος της γερμανίας και της τοκογλυφικής εξυπηρέτησης των δανείων. Το δημόσιο χρέος είναι η τελική συνέπεια της σύμφυσης του αστικού κράτους με τα μονοπώλια. Το χρέος προϋπήρχε της κρίσης κι οξύνεται τώρα που το κράτος μπουκώνει με ζεστό, “δημόσιο” χρήμα τα μονοπώλια για να αποτρέψει την πτωτική τάση του μέσου ποσοστού κέρδους τους. Κοινωνικοποεί τις ζημιές τους κι επιδοτεί την κερδοφορία τους.

Η ανάκαμψη από την κρίση προβλέπεται αναιμική. Οι μισθοί πιέζονται προς τα κάτω και καλούνται να γίνουν “ανταγωνιστικοί” απέναντι σε μισθούς πείνας, επιπέδου βουλγαρίας ή κίνας. Έτσι όμως μειώνεται κι η αγοραστική ικανότητα του πληθυσμού. Η αγορά μένει στάσιμη κι η όποια ανάπτυξη -ακόμα και με αστικά κριτήρια- μένει απλό ευχολόγιο.

Ο καπιταλισμός συναντά συνεχή κι αξεπέραστα αδιέξοδα. Αναγκάζεται να σπάσει τις παραδοσιακές του συμμαχίες με μικροαστικά στρώματα (πχ κάποια κλειστά επαγγέλματα και τα “ρετιρέ” των δημοσίων υπαλλήλων) ρισκάροντας το ξέσπασμα της οργής τους στο πλευρό του εργατικού κινήματος.

Επιπλέον. Πετάει μαζικά εργαζόμενους εκτός παραγωγής, απαξιώνοντας τη βασική παραγωγική δύναμη, που είναι ο ίδιος ο άνθρωπος. Οδηγεί σε απόλυτη εξαθλίωση μια σειρά στρώματα για να ευημερήσουν οι αριθμοί και τα κέρδη των καπιταλιστών. Απαξιώνει δηλ τη ζωντανή εργασία για να αποτρέψει την απαξίωση της νεκρής (δηλ των κεφαλαίων). Πάνω απ' όλα αδυνατεί να βρει κάποια διέξοδο από το τέλμα στο οποίο έχει περιέλθει, να δώσει κάποια προοπτική ανάπτυξης και υπέρβασης της κρίσης.

Με άλλα λόγια, ο σύγχρονος καπιταλισμός: i) εξαθλιώνει μαζικά κι απόλυτα τις μάζες και ii) μετά βίας μπορεί να χωρέσει εντός των πλαισίων του κάποια περαιτέρω ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων.
Επιβεβαιώνεται η εκτίμηση του λένιν ότι ο καπιταλισμός στο ιμπεριαλιστικό του στάδιο (που είναι το ίδιο σα να λέμε ο καπιταλισμός στο μονοπωλιακό του στάδιο) είναι ένα σύστημα που σαπίζει. Παρασιτεί εις βάρος του κόσμου της δουλειάς που παράγει όλο τον πλούτο. Πισωγυρίζει την ανθρωπότητα σε συνθήκες μεσαίωνα. Το δίλημμα σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα προβάλλει, όχι ως μια κούφια αφαίρεση, όχι ως καρικατούρα στα χείλη του προέδρου της “σοσιαλιστικής” διεθνούς, αλλά ως αδήριτη πραγματικότητα για το εργατικό κίνημα και τους λαούς του κόσμου. Αυτές είναι οι μόνες εναλλακτικές που έχουν μπροστά τους.

Πιο ειδικά. Ποια είναι η παραγωγική προοπτική της ελλάδας εντός του καταμερισμού της εε; Να γίνει ένα τουριστικό θέρετρο πολυτελείας, που θα προσφέρει δευτερευόντως και ορισμένες υπηρεσίες. Κι ίσως περισσέψουν γι' αυτήν κάποια ψίχουλα από το φαγοπότι των πολυεθνικών και τις καπιταλιστικές μπίζνες με τα πετρέλαια στο αιγαίο.
Η προοπτική δηλ είναι να γίνει το κωλάδικο της ευρώπης, ό,τι περίπου ήταν η κούβα για τις ηπα πριν την επανάσταση του 59'.

Ποια πρέπει να είναι η απάντησή μας σε όλα αυτά;
Η δική μας απάντηση πρέπει να περνάει από την απόκρουση της αντεργατικής επίθεσης της τρόικας εε-δντ-κυβέρνησης. Να ξεκινάει από την άρνηση να πληρώσει ο εργαζόμενος λαός τα σπασμένα της καπιταλιστικής κρίσης κι ένα χρέος που δε δημιούργησε. Αλλά δεν μπορεί να μείνει εκεί. Πρέπει να είναι καθαρό ότι δε μπορεί να υπάρξει διέξοδος από την κρίση προς όφελος του λαού, εντός του συστήματος. Χρειάζεται μια συνολική, πολιτική πρόταση που θα βάζει θέμα εξουσίας και υπέρβασης του καπιταλισμού.

Τα γιατροσόφια του κεϊνσιανισμού έχουν χρεοκοπήσει οριστικά. Οι -απαραίτητες- μικρές νίκες, οι όποιες επιμέρους κατακτήσεις είναι επισφαλείς όσο δεν οδηγούν σε αλλαγές σε κεντρικό, πολιτικό επίπεδο.

Αυτό δε συνιστά ηττοπάθεια, ή κάποια άρνηση να παλέψουμε για τα άμεσα, τα μικρά και καθημερινά. Αλλά συγκεκριμένη ανάλυση της σημερινής πραγματικότητας. Είναι επίσης το συγκεκριμένο δίδαγμα από το κίνημα της αργεντινής που δεν απέκτησε ποτέ πολιτική στόχευση κι έμεινε στα μισά του δρόμου, χωρίς να φτάσει τον αγώνα του μέχρι τέλους και να διασφαλίσει τις κατακτήσεις του. Αλλά κι από τις αυταπάτες που σκορπούσαν αφ' υψηλού, όσοι αεροβατούσαν εκείνες τις μέρες κι έλεγαν ότι η εξουσία βρισκόταν στους δρόμους περιμένοντας τους εργάτες να απλώσουν το χέρι τους να την καταλάβουν.

Η αντικειμενική πραγματικότητα θέτει πιο επιτακτικά από ποτέ το ερώτημα: “ανάπτυξη για ποιον;” καθώς και την ανάγκη για ένα άλλο δρόμο ανάπτυξης. Όσο γενικό ή αφηρημένο κι αν μοιάζει αυτό, είναι η ίδια η συγκυρία που το βάζει συγκεκριμένα. Με αυτό καλούμαστε να εμπνεύσουμε τον κόσμο κι ως προς αυτό θα κριθεί κι ο καθένας μας. Καλούμαστε να το εξηγήσουμε, να το εξειδικεύσουμε, να πείσουμε ότι είναι ρεαλιστικό κι αναγκαίο. Μια ανάγκη που προκύπτει από την ίδια τη ροή των πραγμάτων, όχι ως έτοιμο, εγκεφαλικό σχήμα που φοριέται πάνω τους στη βάση των επιθυμιών μας.

Η λαϊκή εξουσία-οικονομία, παρά το -κατά σημεία- θολό περιεχόμενό της, προσπαθεί να απαντήσει σε αυτήν ακριβώς την ανάγκη. Ξεκινάει από τα προβλήματα της συγκυρίας, -την καπιταλιστική κρίση, την ανεργία, τις απολύσεις, την ακρίβεια, την τοκογλυφία με μοχλό το δημόσιο χρέος, την υπερχρέωση των λαϊκών οικογενειών- και τα δένει με μια συνολική πρόταση εξουσίας. Που μιλάει για ανάπτυξη υπέρ του εργαζόμενου λαού και αξιοποίηση των παραγωγικών δυνατοτήτων της ελλάδας, σε έμψυχο κι άψυχο δυναμικό: των χιλιάδων ανέργων που συγκροτούν τον 'εφεδρικό στρατό και νιώθουν το μέλλον τους υποθηκευμένο, των αγροτικών προϊόντων που καταλήγουν στις χωματερές, των βιομηχανιών που κλείνουν ή μετακομίζουν στις πιο φτωχές χώρες των βαλκανίων, κτλ.

Κάθε επιμέρους αίτημα που περιγράφει τη λαϊκή εξουσία, συνδέεται με τα υπόλοιπα και συγκροτεί ένα μεταβατικό πρόγραμμα που δένει τον πολιτικό με τον οικονομικό αγώνα. Είναι ένας αγώνας που ξεκινάει στο σήμερα και ολοκληρώνεται μόνο όταν αλλάξει χέρια η εξουσία κι οι εργάτες αρχίζουν να ορίζουν την παραγωγή, τους καρπούς της δουλειάς τους.

Το πού ακριβώς θα φτάσουν είναι ζητούμενο. Μπορεί να βρουν μπροστά τους τα ίδια προβλήματα που αντιμετώπισαν οι μπολσεβίκοι, πχ αν είναι δυνατή ή όχι η οικοδόμηση του σοσιαλισμού σε μια χώρα, στον αδύναμο κρίκο της ιμπεριαλιστικής αλυσίδας. Μπορεί να ισχύει και στη δική μας περίπτωση αυτό που είχε πει ο λένιν για τη ρωσία της εποχής του. Γι' αυτούς, ήταν πιο εύκολο να ξεκινήσουν, να κάνουν το πρώτο βήμα, αλλά ήταν πολύ πιο δύσκολο να συνεχίσουν με τα επόμενα.

Αυτό που είναι φαινομενικά παράδοξο είναι ότι οι πολιτικές δυνάμεις που απορρίπτουν τη θεωρία της εξάρτησης και της σχετικής καθυστέρησης του ελληνικού καπιταλισμού, αρνούνται παράλληλα και το εφικτό της οικοδόμησης του σοσιαλισμού σε μία τέτοια χώρα, αν δε νικήσει πρώτα παγκόσμια η επανάσταση. Και αντιστρόφως.

Αυτή η κουβέντα στο σήμερα όμως, θυμίζει ίσως τη διαμάχη για το φύλο των αγγέλων, τη στιγμή που οι κολασμένοι της γης βράζουν στα καζάνια της καπιταλιστικής κόλασης και δεν έχουν εξασφαλίσει κανέναν επίγειο παράδεισο.

Το μόνο σίγουρο είναι ότι η ανισόμετρη ανάπτυξη του καπιταλισμού οδηγεί αρχικά στο σπάσιμο της αλυσίδας στον πιο αδύναμο κρίκο της. Αν αυτή η τιμή πέσει στο εργατικό κίνημα της ελλάδας, δεν πρέπει να αφήσει να πάει χαμένη μια τέτοια ευκαιρία, για να βρει καλύτερες προϋποθέσεις στο μέλλον.

Αν η ελλάδα δεν έχει τις υλικο-τεχνικές προϋποθέσεις για το σοσιαλισμό, δε μπορεί να περιμένει από τους αστούς να τις δημιουργήσουν. Το κίνημα δεν έχει τίποτα να περιμένει απ' τη σημερινή τάξη πραγμάτων. Καμία βελτίωση, καμία μεταρρύθμιση, κανέναν αστικο-δημοκρατικό εκσυγχρονισμό. Αυτά θα τα φέρει εις πέρας η εργατική εξουσία, μαζί με τα υπόλοιπα σοσιαλιστικά της καθήκοντα.

Η επερχόμενη επανάσταση στην ελλάδα θα είναι σοσιαλιστική, όχι δημοκρατική ή κάποιο άλλο ενδιάμεσο, προπαρασκευαστικό στάδιο, ή κάποια μορφή κρατικού καπιταλισμού που θα ανοίξει τον (τρίτο) δρόμο για το σοσιαλισμό. Κι αν σκεφτεί κανείς πώς έβαζαν το εν λόγω ζήτημα οι πολιτικές δυνάμεις τη δεκαετία του 30 και το συγκρίνει με το σήμερα, οι μεταστροφές μοιάζουν ακόμα πιο εντυπωσιακές. Χωρίς αρχές, όπως έλεγαν κι εκείνη την εποχή.
(Εντάξει ρε συ, ρεφόρμισε. Αλλά πού είναι οι αρχές σου;)

Όλα αυτά δίνουν πάσα για το ζήτημα της θεωρίας των σταδίων. Προηγουμένως όμως θα δούμε κάποια πράγματα πάνω στην έννοια της μετάβασης και των μεταβατικών εν γένει.
Από βδομάδα τα σπουδαία.

Υγ: η κε του μπλοκ εξακολουθεί να βρίσκεται σε αργία ως το τέλος της εβδομάδας και δε θα μπορεί να απαντά σε σχόλια. Παρόλα αυτά βρήκε λίγο χρόνο για να ανεβάσει το δεύτερο μέρος του κειμένου που είχε αφήσει στη μέση.
Εσείς πάντως, -μπορείτε να- χτυπάτε ελεύθερα.

Δευτέρα 3 Ιανουαρίου 2011

Στην πράξη τι κάνουμε σύντροφε;

Να το δούμε συγκεκριμένα. Εξαρτάται ποια πράξη εννοείς.
Υπάρχει πχ η πρόσθεση κι η συγκόλληση ετερώνυμων δυνάμεων με διαφορετικό πρόγραμμα, με πρόσκαιρα εκλογικά οφέλη, που σπανίως εκφράζει μια ευρύτερη δυναμική και καταλήγει σε ένα αποτέλεσμα που είναι μικρότερο κι απ’ το άθροισμα των προηγούμενων μερών.

Κλασικό παράδειγμα ο χώρος του συν, με τις σαρανταπέντε τάσεις του κι εξήντα συνιστώσες. Και δεν είναι τυχαία η σημειολογική σύμπτωση με το όνομά του (συν) που είναι το σύμβολο της πρόθεσης και μιας μηχανικής ενότητας που την επικαλούνται μόνο οι μαρξιστικά αναλφάβητοι –καλοπροαίρετοι και μη- που αντί για υπογραφή βάζουν σταυρό [+] (δηλ συν).

Εμείς πάλι, δηλώσεις μετανοίας δεν υπογράφουμε, αλλά έχουμε μετανιώσει πικρά για τη δεκαετία της βάτας και του αθροίσματος των δυνάμεων της αλλαγής, όπου τραβήξαμε το συν του μαρτυρίου μέχρι τον ενιαίο συνασπισμό και την κατάληξη που είχε.

Εκτός κι αν εννοείς την αφαίρεση. Εδώ τα καταφέρνουμε περίφημα.
Με την αφαίρεση, ο κομμουνιστής βρίσκεται στο στοιχείο του. Μπορεί να γενικεύει και να αναλύσει τα αίτια, πέρα από τα φαινόμενα και τον εμπειρικό τρόπο σκέψης. Εκεί δηλ που μένουν οι περισσότεροι και σου δίνουν καμιά φορά την αίσθηση ότι έχουν μόνο τις πέντε αισθήσεις και δεν επεξεργάζονται τίποτα θεωρητικά –πέρα από το μαμ, κακά και νάνι ως φιλοσοφία ζωής.

Ωστόσο, η σπουδαία αφαιρετική ικανότητα μπορεί να οδηγήσει το σύντροφο σε απόσπαση από την πραγματικότητα. Με αποσπάσματα μαρξ και το ριζοσπάστη στο χέρι, να σπάμε επίμονα τα νεύρα του κόσμου που είναι κοντά μας και να αντιμετωπίζουμε ατρόμητοι το εκτελεστικό απόσπασμα και κάθε διασπαστικό στοιχείο.

Να σου δώσω μια να σπάσεις αχ βρε κόσμε γυάλινε
Και να φτιάξω μια καινούρια, κοινωνία άλληνε

Ή αλλιώς, ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός, όπως λέει κι η αντικαπιταλιστική αριστερά του σεκ.

Αναρχική πρακτική και σεκίτικη φρασεολογία που λίγο-πολύ καλύπτουν όλο το φάσμα της πλην (-) λακεδαιμονίων αριστεράς. Ανάμεσά τους κι αρκετοί πρώην λακεδαιμόνιοι που αψήφησαν θεούς και δαίμονες κι έγιναν λακέδες του συστήματος πηδώντας απ’ το καράβι την πιο κρίσιμη στιγμή.

Τα πάθη μεταξύ μας είναι οξυμένα και τους εγκαλούμε για μειοδοσία, κομματική κι εθνική. Κομματική απέναντι στο κόμμα, που ένα είναι, αλλά έβγαλε απ’ τα σπλάχνα του καμιά δεκαριά ακόμα που ακόμα διασπώνται σαν αμοιβάδες, αλλά εσχάτως άρχισαν να ενώνονται στα εξ ων συνετέθησαν. Κι εθνική απέναντι στον κομματικό πατριωτισμό, το έθνος των εργαζομένων και τη μαμά πατρίδα. Ειδικά γι’ αυτή την τελευταία, οι διαφωνίες μας για την κοινωνική της φύση είναι κάθετες, όσο και η κάθετη γραμμή που κάνει το μείον συν κι αλλάζει ταξικό πρόσημο στο σοβιετικό εγχείρημα.

Οι άλλοι μας κατηγορούν για σεπαρατισμό και την αυτοδιάθεση του κκ και των πορειών του. Και φτιάχνουν ένα πανηγύρι των φυλών της –πλην λακεδαιμονίων- αριστεράς και του εξωκοινοβουλίου, που καταλήγει συνήθως πανηγύρι σκέτο, με βεγγαλικά και μπαλωθιές στο φινάλε κάθε πορείας.

Μειονοτικές διαφορές θα μου πεις. Γιατί κι όλοι μαζί να ενωθούμε, πάλι μειονότητα θα ήμασταν. Κι ας έμεινε για ιστορικούς λόγους να μας λένε μπολσεβίκους. Κι αυτοί στην αρχή μειοψηφία ήταν. Σαν την κοινοβουλευτική μας ομάδα, μετά τη διάσπαση του 91. Κι είναι πολύ συχνό φαινόμενο να στρέφεται η μία μειονότητα εναντίον της άλλης, για να επιζήσει.

Κι έτσι φτάνουμε στη διαίρεση και την κάθε λογής αίρεση κατά της κομματικής μας ορθοδοξίας, όπου επικρατεί το διαίρει και βασίλευε. Και τελικά μηδέν εις το πηλίκο γιατί ο διαιρέτης της αριστεράς είναι ένα μεγάλο μηδενικό. Κι αυτό σημαίνει ότι παραμένουμε διαιρεμένοι γιατί είμαστε αδύναμοι, κι όχι το αντίστροφο, όπως πολλοί πιστεύουν.

Ζητούμενο παραμένει ο πολλαπλασιασμός δυνάμεων που θα αλλάξει τους συσχετισμούς και θα αυξήσει εκθετικά την επιρροή μας. Που δε βασίζεται σε μίνιμουμ προγράμματα κι ελάχιστα κοινά πολλαπλάσια ούτε στο άθροισμα διαφόρων δυνάμεων, κατά το ένα κι ένα κάνουν δυο (δε θέλει δα πολύ μυαλό).
Αλλά στο μαρτύριο και στην διαλεκτική της σταγόνας που ενώνεται με άλλη μια και γίνονται ένα. Κατά το ένα επί ένα, ίσον με ένα. Που μετά θα γίνει 4, 9,16,64… αλλά θα μένει πάντα ένα, ενιαίο κι αδιαίρετο, σαν την ομοούσιο τριάδα των κλασικών (μαρξ, ένγκελς, λένιν) που τη συμπληρώνει ο καθένας κατά το δοκούν.

Το δια [:] είναι η πρόθεση της διαλεκτικής κι η διαίρεση είναι ένας αντίστροφος πολλαπλασιασμός στην ουσία, αρκεί να βρούμε το σωστό διαιρέτη-μέτωπο που να χωρίζει την ήρα από τους συμμάχους στην ταξική διαίρεση της κοινωνίας.

Όποιος ξέρει να προσθέτει, ξέρει να κάνει κι αφαίρεση. Όποιος ξέρει να αγαπά, ξέρει και να χωρίζει. Χωριστά να βαδίζουμε, μαζί να χτυπάμε. Μαζί δεν κάνουμε και χώρια δε μπορούμε. Το κλειδί σε όλα αυτά είναι η διαλεκτική. Με άλλα λόγια, αναλύουμε, διαλύουμε και συνθέτουμε. Όπου η ανάλυση είναι αφαίρεση, η διάλυση διαίρεση και η σύνθεση μπορεί να έχει την πρόθεση της πρόσθεσης (συν), αλλά ας μην ξεχνάμε ότι ο δρόμος προς την κόλαση είναι στρωμένος με κακές προσθέσεις και συγκολλήσεις μετωπικών σχημάτων. Ενώ ζητούμενο της σύνθεσης παραμένει το γινόμενο του πολλαπλασιασμού.

Τώρα πια είμαστε σε θέση να διακρίνουμε σε ένα δεύτερο επίπεδο ανάγνωσης τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Από τη μία η θεωρητική αφαίρεση που χάνει την ουσία των γεγονότων και μένει στους –μαθηματικούς- τύπους, το κόμμα νέου τύπου και την τυπική καταδίκη της τυπολατρίας (κεκτημένη ταχύτητα, τα δύο τελευταία είναι από άλλο ανέκδοτο). Κι από την άλλη ο επιστημονικός θετικισμός που τα προσεγγίζει όλα εμπειρικά και χάνει την ουσία από την ανάποδη, αγνοώντας τη διαλεκτική.

Υπάρχει κι η αρνητική διαλεκτική κάποιων αναρχικών που αποσυνδέουν το κίνημα από τα κόμματα κι εκφράζεται με το σύνθημα το κόμμα σκοτώνει το κίνημα και τον μαθηματικό τύπο: κίνημα = -κόμμα, όπου αν πάμε να συνδέσουμε κόμμα και κίνημα, κάνουμε μια τρύπα στο νερό και μας βγαίνει μηδέν.
Αυτοί λοιπόν φαντάζονται ότι ο μηδενισμός τους υπερβαίνει διαλεκτικά το πιο πάνω δίπολο και μιλάν για τους φανταστικούς αριθμούς και τη φαντασία στην εξουσία, που είναι όμως καθαρή ουτοπία.

Σε παλιότερο κείμενο είχαμε αναλύσει τη σημειολογία του αριθμού του 28 και των πολλαπλάσιών του (το 28’ η εξορία του τρότσκι, το 56’ το 20ό συνέδριο, το 84’ η ουσιαστική ανάδειξη του γκορμπατσώφ στα πράγματα) που μας κάνει να περιμένουμε με αγωνία το 2012.
Ένας ακόμα αριθμός με ιστορική σημασία για τον χώρο μας είναι ο αριθμός 17, όχι μόνο λόγω της οκτωβριανής επανάστασης, αλλά και του μαγικού 17% που θα μας περνούσε στη δεύτερη κατανομή, αλλά έμεινε άπιαστο όνειρο, μέχρι που το έφτασε ο συριζα στις δημοσκοπήσεις.

Πολλοί βλέπουν μηχανιστικά τη σημερινή συγκυρία και την κατανοούν ως μια εξίσωση δεύτερου βαθμού, όπου το χρέος θεωρείται ως η ρίζα του προβλήματος. Με άλλα λόγια √προβλήματος=χρέος, οπότε πρόβλημα=χρέος στο τετράγωνο.
Και γενικά χρέος μονάχοι μας να σηκωθούμε, χωρίς να περιμένουμε λύσεις μεσοβέζικες εντός του συστήματος. Η φράση του ένγκελς για την ιστορία που δεν είναι απλή εξίσωση πρώτου βαθμού, αλλά ανώτερα μαθηματικά, μοιάζει πιο επίκαιρη από ποτέ.

Κι όπως λέει κι ένας απ’ τους κλασικούς…

Δέκα μείον πέντε μείον πέντε, έξι δια δύο συν οκτώ,
Είκοσι φορές το δεκαπέντε, έντεκα κι επτά δεκαοκτώ
Σύνολο δεκάξι, μάλλον είναι εντάξει
(…)

Κι όμως κατά βάθος, κάπου υπάρχει λάθος
κάπου την έχουμε πατήσει κι οι δυο

Παρασκευή 24 Σεπτεμβρίου 2010

Λδ Καζακ(η)στάν

Σε αυτούς τους δρόμους, σε αυτή την κοινωνία
Μια μέρα η αρας δε θα ‘ναι συμμορία


Ξεκινάμε δυναμικά με σύνθημα. Και συνεχίζουμε έτσι, με κείμενο του καζάκη από τον καιρό που ήταν κουκουέ, συνεργάτης του τμήματος οικονομίας της κε.

Η «ενιαία αγορά» και το μάαστριχτ

Η συνθήκη του μάαστριχτ δεν ήρθε σαν κεραυνός εν αιθρία, αλλά υποτίθεται πως έρχεται να ολοκληρώσει την πορεία που ξεκίνησε με τη σύνοδο κορυφής της εοκ στο λουξεμβούργο το δεκέμβρη του 1985, όπου υιοθετήθηκε η «ενιαία ευρωπαϊκή πράξη», με στόχο τη διαμόρφωση της «ενιαίας εσωτερικής αγοράς» μέχρι το 1992. Έτσι λοιπόν η συνθήκη του Μάαστριχτ, το περιεχόμενό της, οι προεκτάσεις της κι οι συνέπειές της, τόσο για την χώρα μας, όσο και για την ευρώπη συνολικά, δε μπορεί να εξετάζονται ξεκομμένα απ’ τη μέχρι σήμερα πορεία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης της «ενιαίας αγοράς».

Η ενιαία ευρωπαϊκή πράξη του 1985 φιλοδοξούσε να υπερβεί μια παρατεταμένη περίοδο κρίσεων στο εσωτερικό της κοινότητας, οικονομικών αποτυχιών και φυγόκεντρων τάσεων, που εκπορεύονται πρώτα και κύρια από τις πιο ισχυρές χώρες. Ποια είναι τα αποτελέσματα; Καθώς ήδη βρισκόμαστε στα μέσα του 1992, της «χρονιάς-ορόσημο» για την «ενιαία αγορά», φαίνεται καθαρά ότι η πορεία της εοκ περιπλέχτηκε ακόμη περισσότερο σε αντιθέσεις και συγκρούσεις που πυροδότησε η ίδια. Η αναζωογόνηση της οικονομίας της εοκ, η ενίσχυση της θέσης της στο διεθνή ανταγωνισμό, η κοινωνική άνοδος κλπ που υποσχόταν η ενιαία αγορά, παρέμειναν φρούδες ελπίδες, όχι μόνο για την εξαρτημένη περιφέρεια, αλλά και για τον αναπτυγμένο καπιταλιστικό πυρήνα της.

Η εικόνα που παρουσιάζει η οικονομία της εοκ στα χρόνια που προωθείται η ενιαία αγορά είναι αποκαρδιωτική. Η κατά μέσο όρο άνοδος της παραγωγής της εοκ έχει ήδη καταρρεύσει απ’ το 4% που ήταν πριν πέντε χρόνια, σε λίγο περισσότερο από 1% σήμερα, με ακόμη πιο δυσμενή προοπτική για τα επόμενα χρόνια. Την ίδια ώρα η ανεργία αρχίζει ξανά να καλπάζει, με πρόβλεψη σύντομα να πιάσει το 10%. Κι όλα αυτά, όταν πριν 6 χρόνια εκθέσεις σαν του τσεκίνι –η οποία εκπονήθηκε κατ’ εντολή του διευθυντηρίου το 1985, περισσότερο για προπαγανδιστικούς λόγους- αλλά κι εκτιμήσεις των βρυξελλών, πρόβλεπαν απογείωση των ρυθμών ανάπτυξης της εοκ που θα κυμαίνονταν γύρω στο 7% ετήσια, ενώ θα άνοιγαν περίπου 5 εκατομμύρια νέες θέσεις εργασίας.

Ταυτόχρονα η εοκ στη διάρκεια των τελευταίων χρόνων δε μπόρεσε να ξεπεράσει σε ρυθμούς ανόδου τόσο την ιαπωνία, όσο και τις ηπα.
{Εδώ παραλείπω κάποιους αριθμούς που παραθέτει ο καζάκης για το αεπ, την ανεργία, τον δείκτη τιμών καταναλωτή και τη βιομηχανική παραγωγή στις χώρες της εοκ, τους οποίους συγκρίνει μετά με τα αντίστοιχα μεγέθη σε ηπα κι ιαπωνία για να καταλήξει στο εξής συμπέρασμα}: Η διαφαινόμενη νέα οικονομική ύφεση φαίνεται να πλήττει περισσότερο την ίδια την εοκ, παρά τους αντιπάλους της στο διεθνή ανταγωνισμό.

Γίνεται φανερό πως η πορεία προς την «ενιαία αγορά» με τις αντιθέσεις που πυροδότησε και την περιπλοκή της με τις διαδικασίες νέας οικονομικής ύφεσης, όχι μόνο δεν απογείωσε την οικονομία όπως ονειρεύονταν τα επιτελεία των βρυξελλών, αλλά την προσγείωσε σε μια νέα περίοδο έντασης και συγκρούσεων, που ίσως προοπτικά απειλήσει και την ίδια την υπόσταση της εοκ. Το μόνο αδιαμφισβήτητο αποτέλεσμά της είναι πως μετέτρεψε το εσωτερικό της εοκ σε μια ανοιχτή αρένα ξέφρενου ανταγωνισμού ανάμεσα σε τμήματα του πολυεθνικού κεφαλαίου. Ένας ανταγωνισμός που διαχέεται σε όλες τις σφαίρες της οικονομίας, της κοινωνίας και της πολιτικής, παίρνει σύγχρονες μορφές και γίνεται πιο εξουθενωτικός.

Έτσι η «ενιαία αγορά» πυροδότησε ένα νέο κύμα ανταγωνισμού, που αντί να ισχυροποιήσει –όπως περίμενε το «διευθυντήριο»- αδυνάτισε τις δομές και τις αντοχές της οικονομίας της εοκ, την αποσταθεροποίησε και διευκόλυνε το αμερικανικό και ιαπωνικό κεφάλαιο να μεταφέρουν τη διεθνή σύγκρουση στο εσωτερικό της. Και ταυτόχρονα να συνδέσουν την ίδια την πορεία προς την ευρωπαϊκή ένωση με την αποφασιστική προώθηση των θέσεών τους στην ευρώπη. Προς μεγάλη απογοήτευση όλων εκείνων που βαυκαλίζονταν με την ιδέα του φωτισμένου εοκικού ιμπεριαλισμού ενάντια στο σκοτεινό ιμπεριαλισμό των ηπα.

Τα δεδομένα αυτά έχουν απελευθερώσει την «ενιαία αγορά», περισσότερο όμως το καταστροφικό της δυναμικό, παρά τις εκσυγχρονιστικές της διαστάσεις έστω κι απ’ τη σκοπιά του αναπτυγμένου καπιταλιστικού πυρήνα της εοκ. Γι’ αυτό κι αρκετοί ειδικοί επισημαίνουν πως μόνο μία στις τρεις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις θα μπορέσουν να επιβιώσουν στις διαδικασίες της «ενιαίας αγοράς». Κύκλοι επίσης των ευρωπαίων βιομηχάνων τονίζουν πως χρειάζεται μια πρόσθετη δεκαετία για να καταστήσουν τις επιχειρήσεις τους αρκετά παραγωγικές, ώστε να ανταγωνιστούν τους ιάπωνες και τους αμερικάνους.

Αυτό ακριβώς αναγκάζει και το ίδιο το μεγάλο κεφάλαιο να αναθεωρήσει την εκτίμησή του για τις δυνατότητες της ενιαίας αγοράς. Έτσι ένα από τα μεγάλα αφεντικά της εοκ, ο μεγαλοβιομήχανος ουμπέρτο ανιέλι, θεωρεί πως «καθώς πλησιάζουμε στα 1993, είμαστε αναγκασμένοι να παραδεχτούμε πως η δημιουργία ισχυρής κοινοτικής βιομηχανικής διάρθρωσης απέχει πολύ από το να είναι το φυσικό αποτέλεσμα της ‘ενιαίας αγοράς’».
Με ανάλογο τρόπο ο αλέν γκομέζ, πρόεδρος του γαλλικού συγκροτήματος ηλεκτρονικών τόμσον, τονίζει πως «το δόγμα του ελεύθερου εμπορίου δε μπορεί να σταθεί πια στην εποχή των βιομηχανιών υψηλής τεχνολογίας». Και απαιτεί μια μακροπρόθεσμη αποτελεσματική πολιτική δασμολογικής προστασίας του σκληρού πυρήνα της βιομηχανίας, σα βασική προϋπόθεση για να υπάρξουν παράλληλα πολιτικές εκσυγχρονισμού της. Κι αν αυτός ο σκεπτικισμός αναπτύσσεται από τέτοιους κολοσσούς, τότε τι πρέπει να κάνει μια μικρή, εξαρτημένη χώρα σαν τη δική μας;

Αυτός είναι ο λόγος που αρκετοί ιθύνοντες της εοκ εκτιμούν πως οι χαμηλοί ρυθμοί και η ύφεση αυξάνουν το οικονομικό κόστος των πολιτικών συμβιβασμών κι έχουν επιβραδύνει σημαντικά τη διαδικασία ολοκλήρωσης. Ενώ ζητήματα ελεύθερου εμπορίου και προστασίας τομέων κι επιχειρήσεων συγκεντρώνουν σοβαρότατες συγκρούσεις, ιδίως ανάμεσα στις ανεπτυγμένες χώρες. Έτσι, ο επίτροπος ανταγωνισμού της εοκ, λ. μπρίταν, διαπιστώνει πως «απλά δεν υπάρχει συμβιβασμός σε αυτούς τους τομείς, ούτε είναι πιθανό να υπάρξει στα χρόνια που έρχονται».

Έκφραση αυτής της συσσωρευμένης αρνητικής εμπειρίας από την ενιαία αγορά είναι και το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος στη δανία. Το «ΟΧΙ» δεν αφορούσε απλά τη συνθήκη του μάαστριχτ, αλλά τη συνολική εξαπάτηση των λαϊκών προσδοκιών απ’ τη συνολική πορεία της εοκ.

Επομένως, η πορεία προς την «ενιαία αγορά», μ’ όλες τις αντιφάσεις της, συσσώρευσε σοβαρά προβλήματα, ιδίως βέβαια σε χώρες με ασθενή παραγωγική-τεχνική βάση, όπως η χώρα μας. Τις οδηγεί πιο γρήγορα στο περιθώριο, τις μετατρέπει σε χώρους αποβλήτων, που προέρχονται απ’ την έξαρση του μονοπωλιακού ανταγωνισμού τόσο στο εσωτερικό της εοκ, όσο και διεθνώς.
Έτσι οι ευρύτερες «αποκλίσεις» ανάμεσα σε φτωχούς και πλούσιους, σε αναπτυγμένες και υποβαθμισμένες περιοχές κλπ στο εσωτερικό της εοκ, δεν είναι αποτέλεσμα απλά κάποιων «πολιτικών επιλογών», είτε κάποιων κακών κυβερνήσεων, όσο κι αν οι κυβερνήσεις του δικομματισμού φρόντισαν με το παραπάνω για να δραματοποιήσουν ακόμη περισσότερο αυτή την κατάσταση. Αντίθετα, πηγάζουν από την εσωτερική λογική της «ενιαίας αγοράς», η οποία είναι ενιαία μόνο τυπικά, εξωτερικά, ενώ εσωτερικά και ουσιαστικά είναι ανισότιμη. Κι αυτό γιατί επιδιώκει να εξασφαλίσει ευνοϊκότερους όρους δράσης για το πολυεθνικό κεφάλαιο. Δημιουργεί νέους μηχανισμούς επιβολής της θέλησής του. Οι αρχές λειτουργίας της ενιαίας αγοράς δεν οδηγούν στη διάχυση της τεχνολογικής προόδου προς τις πιο καθυστερημένες περιοχές, αλλά σε μια νέα μεγάλη συγκέντρωση τεχνολογικών επιτευγμάτων, εφαρμογών και οικονομικών ωφελειών στον αναπτυγμένο καπιταλιστικό πυρήνα της εοκ.

Ριζοσπάστης, 7.6.1992.


Και στον επίλογο κάποιες δικές μου παρατηρήσεις.
Νοσταλγούμε χωρίς πολιτικό άλλοθι, την εποχή που παλεύαμε ενάντια στις συνέπειες της ένταξης με κατεύθυνση την αποδέσμευση και για αλλαγή με κατεύθυνση το σοσιαλισμό. Κατ’ επέκταση έχω αδυναμία σε όσα κείμενα αναφέρουν ακόμα ως εοκ τη σύγχρονη ιερά συμμαχία. Άσε που κάνει ομοιοκαταληξία με το πασόκ.

Στο μυαλό μου το 92 ήταν χρονιά ορόσημο από τα πρώτα χρόνια της ιδιωτικής τηλεόρασης και το σήμα έναρξης των Αυθαίρετων με πολλές καλτ μορφές, από αυτές που ο κομάντο συνηθίζει να αποκαλεί τελευταίους έλληνες. Τώρα το θυμάμαι για τους ολυμπιακούς της βαρκελώνης και τους ταβάριτσι αθλητές της κοινοπολιτείας με τις σοβιετικές σημαίες και το σφυροδρέπανο στην καρδιά.

Τι άλλο χρήζει της προσοχής μας;
Τα εισαγωγικά που χρησιμοποιεί ο καζάκης στον όρο ενιαία αγορά με τον ίδιο ζήλο που τα βάζουν οι μουλάδες στο κάπα όταν μιλάν για το κόμμα.
Ότι ασπάζεται ως καλός μουλάς τη θεωρία της εξάρτησης. Κάτι που καθιστά ακόμα πιο παράξενους τους ασπασμούς και τις πολιτικές του φιλίες στο σήμερα με ρεύματα που μιλάν για την ιμπεριαλιστική ελλάδα και το ρόλο της στα βαλκάνια.

Κι η συντριπτική κριτική του στις συνέπειες της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης που πηγάζουν από την εσωτερική λογική της 'ενιαίας αγοράς' και δεν είναι απλά αποτέλεσμα κάποιων πολιτικών επιλογών ή κάποιων κακών κυβερνήσεων. Σε πλήρη αντίθεση με όσα λέει σήμερα περί άρνησης χρέους και κυβερνητικής αλλαγής για ένα δημοκρατικό κράτος που θα πατάξει τη διαφθορά.

Αλλά ο βασικός λόγος της αναδημοσίευσης είναι άλλος. Είναι η μοναδική του ανάλυση –απ’ όσες κυκλοφορούν- όπου δε μιλάει για το χρέος και τα πολιτικά, δημοκρατικά αιτήματα που θ’ ανοίξουν το δρόμο για το σοσιαλισμό. Αν θέλει, μπορεί να μιλήσει και για άλλα πράγματα.

Σπάνιο ντοκουμέντο, συλλεκτικής αξίας. Μπορείτε να το βρείτε στη σύγχρονη εποχή στη συλλογή κριτικών σημειωμάτων με τον τίτλο για την ευρωπαϊκή καπιταλιστική ενοποίηση –έκδοση της ιε της κε του κκε- μαζί με άρθρα και κείμενα της μπέλλου, του παφίλη, του μάκη παπαδόπουλου κι άλλων παλιών συντρόφων.

Καλή ανάγνωση.