Σήμερα η κε
του μπλοκ έχει την τιμή να φιλοξενεί μια αναλυτική εργασία του Άναυδου για την
κολεκτιβοποίηση που εξετάζει το αντικείμενο από όλες τις πλευρές: το ιστορικό
πλαίσιο και τις συνθήκες που επέβαλαν την πολιτική της κολεκτιβοποίησης, τους όρους
με τους οποίους προωθήθηκε, τη σκληρή ταξική πάλη με τους κουλάκους, τη διαπάλη
και τις διαφορετικές απόψεις μέσα στο κόμμα των μπολσεβίκων, το λιμό της ουκρανίας,
κτλ. Το κείμενο του άναυδου είναι αρκετά εκτενές, αλλά αξίζει κατά τη γνώμη μου
να διαβαστεί ολόκληρο, σαν ένα ιστορικό ένθετο στον κυριακάτικο ρίζο. Καλή ανάγνωση
και κάθε καλόβουλος σχολιαστής ευπρόσδεκτος.
Κολεκτιβοποίηση
Από τον
Άναυδο – Φεβρουάριος 2014
Μπροστά 25!
Μπροστά 25!
Ατσάλινοι
Εργάτες-χιλιάδες
Ο εχθρός
προελαύνει
Ήρθε η ώρα να τελειώσουμε
Αυτή τη
συμμορία
Των παπάδων και των κουλάκων
Ας καπνίσουν
τα τρακτέρ
Με την δύναμη των χιλίων ίππων
Στη θέση
των εξαντλημένων ψωράλογων
Ο κουλάκος
είναι έτοιμος
Κοίτα ξανά
Με το
πριονισμένο δίκαννο
Χωμένος στις ερημιές
Στο μέτωπο
25!
Μπροστά 25!
Ατσάλινοι
Εργάτες-χιλιάδες
(από το εμβατήριο των Εικοσιπέντε Χιλιάδων
του Β. Μαγιακόφσκι)
Περιεχόμενα:
1. Εισαγωγή
2. Η
αγροτική οικονομία στη διάρκεια της ΝΕΠ
3.
Η κρίση των σιτηρών
4.
Οι διαφορετικές απόψεις
5.
Κολεκτιβοποίηση
6.
Αποκουλακοποίηση
7.
Ίλιγγος από τις επιτυχίες
8.
Η αντίσταση
9.
25,000
10.
ΜΤΣ
11.
Λιμός
12. Τα πρώτα χρόνια
13.
Επίλογος
1. Εισαγωγή
Αν και οι Μπολσεβίκοι
κατέλαβαν την εξουσία στη Ρωσία το Νοέμβριο του 1917 η τελική τους επικράτηση
έγινε δυνατή μόλις το 1921 (οι Ιάπωνες αποχώρησαν ηττημένοι από το Βλαδιβοστόκ
τον Οκτώβριο του 1922) με τη νίκη τους στον εμφύλιο πόλεμο. Στη φωτιά του
εμφυλίου σφυρηλατήθηκε η στρατιωτική και πολιτική συμμαχία του προλεταριάτου με την
αγροτιά. Η συμμαχία αυτή θεμελιώθηκε
πάνω στο αμοιβαίο συμφέρον των δύο μερών: οι αγρότες έλαβαν από τη σοβιετική
κυβέρνηση γη και προστασία από τους γαιοκτήμονες και τους κουλάκους ενώ οι
ίδιοι της έδιναν για περίπου τρία χρόνια όλο σχεδόν το πλεόνασμα τους.
Ο εμφύλιος άφησε τη χώρα σε
μία κατάσταση οικονομικής και κοινωνικής αποσύνθεσης. Ωστόσο το σύστημα του
πολεμικού κομμουνισμού, όπως ονομάστηκε, ήταν αδύνατο να διατηρηθεί μετά το
τέλος του εμφυλίου γιατί όπως διέγνωσε ο Λένιν η συνέχιση του θα οδηγούσε σε
σύγκρουση με την αγροτιά Το 10ο συνέδριο του ΠΚΚ(μπ) (Μάρτιος 1921)
εγκαινίασε τη Νέα Οικονομική Πολιτική (ΝΕΠ) όπου η ιδιοποίηση από το κράτος
ολόκληρου του αγροτικού πλεονάσματος αντικαταστάθηκε από ένα φόρο σε είδος. Παράλληλα
επιτράπηκε το ελεύθερο εμπόριο και η λειτουργία μικρών ιδιωτικών βιομηχανιών
και βιοτεχνών. Η ΝΕΠ που λογιζόταν σα μία προσωρινή υποχώρηση είχε σαν βασικό
στόχο να δώσει το κίνητρο κυρίως στους
αγρότες αλλά και σε άλλα στρώματα να αυξήσουν το επίπεδο της παραγωγής τους. Το
κράτος θα ωφελούταν από το πλεόνασμα αυτό μέσω της φορολογίας ελπίζοντας ότι κάποιο
μέρος από το υπόλοιπο θα μετατρεπόταν σε επένδυση από τους ιδιώτες.
2. Η αγροτική οικονομία στη
διάρκεια της ΝΕΠ
Πριν την Οκτωβριανή επανάσταση
το 42% της γης άνηκε στους γαιοκτήμονες, τους αυλικούς και στην εκκλησία. Μετά
την επανάσταση όλη αυτή η γη απαλλοτριώθηκε και το μεγαλύτερο μέρος της δόθηκες
στους ακτήμονες ενώ στο υπόλοιπο σχηματίστηκαν τα πρώτα κρατικά αγροκτήματα
(σοβχόζ). Έτσι ενώ το 1916 υπήρχαν 18 εκατομμύρια αγροκτήματα ο αριθμός τους
έφτασε το 1926 τα 25,6 εκατομμύρια. Η αγροτική κοινότητα (mir) που ήταν ο
βασικότερος θεσμός στην ύπαιθρο στην προεπαναστατική Ρωσία παρέμεινε σα θεσμός
και στη διάρκεια της ΝΕΠ. Μία σημαντική
παράμετρος του αγροτικού ζητήματος ήταν το γεγονός ότι το φυσικό περιβάλλον της
ΕΣΣΔ ήταν (και είναι) αρκετά δριμύ ενώ ελάχιστες είναι οι περιοχές που η φύση
ευνοεί τη γεωργία.
Η ΕΣΣΔ (ιδρύθηκε το Δεκέμβριο
του 1922) ήταν μία αγροτική χώρα με πληθυσμό 147 περίπου εκατομμύριων όπου το
86,3% ζούσε στην ύπαιθρο (απογραφή 1926). Το 1927 η βιομηχανία αντιπροσώπευε το 42% του
συνολικού προϊόντος (ο σοσιαλιστικός τομέας αντιπροσώπευε το 86%) ενώ η γεωργία
αντιπροσώπευε το 58%.
Ο πρωταρχικός στόχος της σοβιετικής
εξουσίας ήταν η εκβιομηχάνιση της χώρας που θ’ ανέβαζε το βιοτικό επίπεδο του
λαού και θ’ απάλλασσε τη χώρα από την εξάρτηση από τις καπιταλιστικές χώρες. Ωστόσο οι πόροι για τις απαραίτητες επενδύσεις
δεν θα μπορούσαν να προέρχονται ούτε από την εκμετάλλευση αποικιών ούτε φυσικά
από τα δάνεια άλλων καπιταλιστικών χωρών αλλά θα έπρεπε να αναζητηθούν στο
εσωτερικό της ΕΣΣΔ. Οι βασικές πηγές ήταν καταρχήν το κοινωνικοποιημένο
κεφάλαιο όπου πλέον όλο το ποσό των προηγούμενων κερδών των κεφαλαιοκρατών
μετατρέπονταν σε επενδύσεις, το παραγόμενο πλεόνασμα της βιομηχανίας και κατά τρίτο η απόσπαση μέρους του
πλεονάσματος από την αγροτική παραγωγή μέσω της φορολογίας και του μηχανισμού
των τιμών. Συνεπώς η αναζωογόνηση της
γεωργίας ήταν απαραίτητη προϋπόθεση ώστε αυτή να μπορέσει να τροφοδοτήσει το
σοβιετικό κράτος με πρώτες ύλες και τρόφιμα απαραίτητα για την ανασυγκρότηση
της βιομηχανίας. Η βιομηχανία με τη σειρά της ανάμεσα στ’ άλλα θα τροφοδοτούσε
την αγροτική οικονομία με τα απαραίτητα μέσα (μηχανήματα, λιπάσματα κλπ) ώστε
να αυξηθεί η παραγωγικότητα και το συνολικό της προϊόν. Η κατάργηση της
φεουδαρχίας απάλλαξε τους αγρότες από τα νοίκια που πλήρωναν για να καλλιεργούν
τη γη. Χωρίς το βάρος αυτό οι αγρότες ήταν σε θέση να συνδράμουν οικονομικά το
κράτος να κτίσει μία ισχυρή βιομηχανία. Επιπλέον δόθηκαν στους αγρότες μία
σειρά κινήτρων όπως χαμηλή φορολογία, παροχή πιστώσεων ικανοποιητικές τιμές
αγοράς κλπ.
Η αναδιανομή της γης μετά το
τέλος του εμφυλίου άφησε το μεγαλύτερο μέρος του κεφαλαιουχικού εξοπλισμού στην
ιδιοκτησία των κουλάκων. Σε όλη τη χώρα το 31% των αγροκτημάτων δεν είχε ζώα
έλξης πάνω από το 34% δεν είχε κάποιο εξοπλισμό οργώματος και μόλις το 18%
διέθετε αγροτικά μηχανήματα. Έτσι το
όργωμα ήταν ρηχό, συνήθως με τη χρήση ξύλινου υνιού η σπορά γινόταν με το χέρι
και έπεφτε θύμα των πουλιών και του ανέμου.
Το κράτος ενίσχυε με κάθε
τρόπο την παραγωγή των φτωχών χωρικών με τη δημιουργία συνεταιρισμών και την
παροχή δανείων, μηδενική φορολογία αλλά και προστατεύοντάς τους από την
εκμετάλλευση των κουλάκων εφαρμόζοντας αυστηρούς νόμους σχετικά με τη χρήση και
την αμοιβή ξένης εργασίας. Για την επιτυχία των στόχων αυτών αναγκαία ήταν η
ενίσχυση της συνοχής των φτωχών στρωμάτων κάτω από την καθοδήγηση των
κομματικών οργανώσεων. Έτσι το 1924 δημιουργήθηκαν οι αγροτικές επιτροπές
αλληλοβοήθειας (Kredtkomy) που σκοπό είχαν τη διανομή σπόρου, δάνειζαν
εξοπλισμό σε πολύ χαμηλές τιμές κλπ.
Οι συνεταιρισμοί
(προμηθευτικοί, αγροτικοί και πιστωτικοί) υπήρχαν και προπολεμικά Υπήρχε ωστόσο μια βασική διαφορά
μεταξύ της άποψης των μπολσεβίκων για τους συνεταιρισμούς σαν ενδιάμεσο
στάδιο πριν τη σοσιαλιστική συλλογική
γεωργία και της άποψης των αγροτών που προσχωρούσαν στους συνεταιρισμούς για το
αμοιβαίο αλλά βασικά ατομικό κέρδος. Το 1927 το συνεταιριστικό κίνημα κάλυπτε
το 37% των νοικοκυριών. Οι συνεταιρισμοί έλκυαν κυρίως τους κουλάκους γιατί
επειδή ακριβώς διαχειρίζονταν τα πιο προηγμένα αγροκτήματα γνώριζαν καλύτερα τα
οικονομικά πλεονεκτήματα του συνεταιρισμού. Όντας σε θέση ισχύος οι κουλάκοι κυριαρχούσαν στις διοικήσεις των
συνεταιρισμών και ήταν σε θέση να τους χρησιμοποιήσουν για τα συμφέροντα τους.
Αντιμέτωπο με μία κατάσταση όπου οι συνεταιρισμοί βοηθούσαν τους ήδη εύπορους
αγρότες το κόμμα προσπάθησε να ασκήσει πιο στενό πολιτικό και οικονομικό έλεγχο.
Έτσι οι πωλήσεις τρακτέρ αλλά και τα
δάνεια επιτρεπόντουσαν μόνο σε σοβχόζ, κολχόζ και τους αγροτικούς παραγωγικούς
συνεταιρισμούς. Αντίστοιχα οι κουλάκοι δημιουργούσαν ψευτο-συνεταιρισμούς ώστε να έχουν τη
δυνατότητα να αγοράζουν μηχανήματα και να παίρνουν δάνεια σε μία προσπάθεια να
ξεγελάσουν τον κρατικό. Το 1927 το 2% των τρακτέρ ήταν ατομική ιδιοκτησία το
23% άνηκε σε κολχόζ το 15% σε σοβχόζ και το 55% αγροτικούς συνεταιρισμούς.
Στα χωριά εξακολουθούσε
παράλληλα με τα σοβιέτ να επιβιώνει η κοινότητα στην οποία συμμετείχαν οι
άρρενες αρχηγοί των νοικοκυριών με επικεφαλής το γέροντα του χωριού. Ουσιαστικά
υπήρχε μία δυαδική εξουσία. Οι κρατικοί
λειτουργοί ήταν κακοπληρωμένοι και έκθετοι στην εξαγορά κυρίως από τη μεριά των
κουλάκων ώστε να κλείνουν τα μάτια όταν
παραβιάζονταν οι νόμοι υπενοικίασης της γης, χρησιμοποίησης ξένης εργασίας, και
αγοράς μηχανών. Ο πιο διαδεδομένος τρόπος παράκαμψης της νομοθεσίας ήταν η
υιοθεσία του ακτήμονα από τον κουλάκο που τον παρουσίαζε σαν συμβοηθών μέλος
και όχι εργάτη. Το 1926 το κόμμα προσπάθησε να μειώσει την δύναμη των
κοινοτήτων αφαιρώντας τα πολιτικά δικαιώματα από τους κουλάκους και προσπαθώντας
να την αντικαταστήσει με το χωριό.
Οι κουλάκοι όντας οι πιο
εύποροι και οι πιο μορφωμένοι ήταν οι φυσικοί ηγέτες της υπαίθρου. Για να
προστατέψουν την οικονομική τους ηγεμονία αναπόφευκτα είχαν και πολιτική δραστηριότητα
κυριαρχώντας στις αγροτικές κοινότητες και υπονομεύοντας την εξουσία του
τοπικού σοβιέτ. Εκμεταλλευόμενοι τα κίνητρα της ΝΕΠ εμπόδιζαν κάθε προσπάθεια
του κράτους να αυξήσει τον έλεγχο του στην ύπαιθρο. Το 1925-26 το κόμμα
προσπάθησε να ενθαρρύνει τη συμμετοχή των αγροτών στην πολιτική ζωή
προκηρύσσοντας εκλογές στα σοβιέτ. Σαν αποτέλεσμα υπήρξε αύξηση της πολιτικής δραστηριότητας
αντικομουνιστικών δυνάμεων και μάλιστα στη Σιβηρία έγινε προσπάθεια να
ξαναδημιουργηθεί η Ένωση Αγροτών (παρακλάδι των σοσιαλεπαναστατών). Χιλιάδες
ήταν οι υπογραφές που μαζεύτηκαν στην
αίτηση για αναγνώριση της σαν πολιτικό κόμμα. Σε ορισμένες περιοχές της χώρας
οι κουλάκοι κέρδισαν μέχρι και το 10% των εδρών στα τοπικά σοβιέτ. Σαν αντίδραση το κόμμα το 1926-27 αύξησε από
1% σε 3% το ποσοστό των αγροτών (κουλάκοι) που στερήθηκαν τα πολιτικά τους
δικαιώματα. Οι φτωχοί αγρότες δίσταζαν να στραφούν ενάντια στους κουλάκους
γιατί τους είχαν ανάγκη τόσο σαν εργοδότες όσο και για να δανειστούν από αυτούς
μηχανήματα, ζώα, εργαλεία και χρήματα. Επιπλέον η πολιτική ελέγχου των κουλάκων ήταν δίκοπο
μαχαίρι. Με δεδομένη την οικονομική εξάρτηση των φτωχών χωρικών από τους
πλούσιους γείτονες τους αυτοί ήταν και τα πρώτα θύματα όταν οι οικονομικές
πολιτικές του σοβιετικού κράτους συρρίκνωναν την οικονομική δραστηριότητα των
κουλάκων. Η μη αποπληρωμή των κρατικών δανείων
ήταν ένα άλλο διαδεδομένο πρόβλημα δείχνοντας στο κόμμα ότι η χρήση της
πίστης δεν έφερνε κανένα αποτέλεσμα απλώς σπαταλούσε σπάνιους πόρους σε ένα
βαρέλι δίχως πάτο όπου οι κύριοι ωφελημένοι ήταν οι κουλάκοι.
Να σημειωθεί ότι στους
κεντρικούς οργανισμούς των συνεταιριστικών οργανώσεων κυριαρχούσαν οι
σοσιαλεπαναστάτες και οι αστοί ειδικοί που δεν συμμερίζονταν τις ιδέες των
μπολσεβίκων. Ήταν οι ίδιοι που είχαν εργαστεί στη διάρκεια των μεταρρυθμίσεων Στολίπιν και συνέχιζαν να
προωθούν τη συγκέντρωση των αγροκτημάτων
σε ιδιωτική βάση.
Ιστορικά οι αγρότες ήταν
βασικοί υποστηρικτές των σοσιαλεπαναστατών (π.χ. στη Σιβηρία είχαν πάρει το 78%
των ψήφων στις εκλογές του Νοεμβρίου του 1917). Οι κομματικές δυνάμεις στην
ύπαιθρο ήταν λιγοστές, το 1928 μόλις το 9,8% των μελών του ΠΚΚ (μπ) ήταν αγρότες
ενώ αντιστοιχούσαν περίπου 25 κομματικά μέλη ανά 10,000 κατοίκους (σε σύγκριση
στις πόλεις η αναλογία ήταν 319 μέλη). Η προσπάθεια του ΠΚΚ να αυξήσει την
επιρροή του στην ύπαιθρο με εκστρατείες στρατολόγησης είχε οδηγήσει αρκετούς κουλάκους
στις τάξεις του κόμματος Η Κεντρική επιτροπή ελέγχου ανακάλυψε ότι περίπου το
17% των κομματικών μελών στην ύπαιθρο ήταν ‘οικονομικά εξασφαλισμένοι’ αγρότες Έτσι
το 1927 το κόμμα εξέδωσε δύο οδηγίες στις κομματικές οργανώσεις της υπαίθρου
Σύμφωνα με την πρώτη οι επαρχιακοί κομματικοί πυρήνες έπρεπε να ετοιμάσουν
λίστες με την οικονομική διαστρωμάτωση των οικογενειών της περιοχής τους να εφαρμόζουν
τις κομματικές οδηγίες αλλά και το σοβιετικό νόμο που προστάτευε τον φτωχό
αγρότη και τιμωρούσε τον κουλάκο. Σύμφωνα με τη δεύτερη θα έπρεπε να
εκκαθαρίσουν τις γραμμές τους από τους κουλάκους και να προσπαθήσουν να
στρατολογήσουν φτωχούς αγρότες και ακτήμονες.