Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα υφανέτ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα υφανέτ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 16 Ιουλίου 2010

Χειροκρότα ρε τι σου ζητάνε;

Συνεχίζουμε το ρετρό αφιέρωμα στις εκδηλώσεις του ιουνίου με αναρχία, κρίση και τζινγκλ χολογουέι. Φτάσαμε στην υφανέτ έτοιμοι να ακούσουμε συνταγές απ’ τον τσελεμεντέ του αναρχικού για να αλλάξουμε τον κόσμο χωρίς να πάρουμε την εξουσία.

Περιμέναμε τα συνήθη τέσσερα ακαδημαϊκά τέταρτα, αλλά η έναρξη πήγε ακόμα πιο πίσω. Πουθενά δε συναντάς πια χρονοδιάγραμμα σαν τα δικά μας: άνοιγμα, μισή ώρα εισήγηση, δέκα λεπτά χειροκρότημα, μετά επτάλεπτες ομιλίες κοκ.

Γενικά, ο χρόνος κι η καταπίεση που συνεπάγεται είναι απ’ τα μεγάλα κολλήματα του χώρου. Αν πχ ο νόμος της αξίας βάζει ως κριτήριο τον κοινωνικά αναγκαίο χρόνο εργασίας, η λύση δεν είναι η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων για να γίνει η εργασία αυτοσκοπός και να ξεφύγει από τον καταναγκασμό, τις νόρμες και τα χρονικά όρια. Αλλά να σπάμε σαν λουδίτες τα ρολόγια, όπως έκαναν οι κομμουνάροι στο παρίσι. Κι αυτό, λέει, ήταν το βασικό δίδαγμα της κομμούνας. Αλλά ο μαρξ το έθαψε κανονικά.

Το πρόβλημα σήμερα δεν είναι ότι μας κλέβουν την υπεραξία, αλλά ότι δε μας αφήνουν να πάμε με το ρυθμό μας και να χαρούμε την εργασία ως αυτοσκοπό. Κι όταν λέμε εργασία μην το παίρνετε και τόσο τοις μετρητοίς. Η αφηρημένη εργασία αλλοτριώνει τον άνθρωπο. Στη συγκεκριμένη της μορφή δεν είναι –λέει- εργασία, αλλά συγκεκριμένη πράξη. Δραστηριότητα.
Η αντίθεση ανάμεσα σε αυτά τα δύο, τη θέληση του ανθρώπου για συγκεκριμένη δράση και την εργασία που είναι πάντα αφηρημένη, είναι ο βασικός νόμος κίνησης του καπιταλισμού.

Ας το δούμε και με ένα παράδειγμα. Είναι κάποιος που φτιάχνει νόστιμα κέικ για να ευχαριστήσει τους φίλους του. Αυτοί τον πείθουν να ανοίξει ένα μαγαζί για να τα πουλάει και στην αρχή πηγαίνει καλά. Μέχρι που έρχεται μια εταιρία με μηχανές και σύγχρονο εξοπλισμό και για να επιβιώσει στον ανταγωνισμό αναγκάζεται να φτιάχνει περισσότερα κέικ όλο και πιο γρήγορα. Οπότε αποφασίζει κάποια στιγμή πως δεν του αρέσει να φτιάχνει κέικ και το γυρίζει στα ποντικοφάρμακα.

Κι εδώ τελειώνει η ιστορία και νικά ο φουκουγιάμα.
Δε μας είπε βέβαια γιατί δεν έγινε το ίδιο μονοπώλιο και στα ποντικοφάρμακα, αλλά το ζουμί δεν ήταν εκεί. Το ηθικό δίδαγμα είναι ότι στον καπιταλισμό καταλήγεις να κάνει κάτι που δε σου είναι ευχάριστο.

Ναι, αλλά σε ένα επεισόδιο στα φιλαράκια, η μόνικα άρχισε να φτιάχνει κουλουράκια για τους γείτονες για να γνωριστούν καλύτερα και να γίνουνε φίλοι και τελικά της γύρισε μπούμερανγκ, γιατί έρχονταν διάφοροι τύποι να της ζητήσουν κουλουράκια σε διάφορες ώρες κι αυτή ήταν αναγκασμένη να φτιάχνει συνέχεια για να τους ικανοποιήσει όλους.
Δεν είναι σοβαρό επιχείρημα, το ξέρω. Αλλά αν συγκρίνουμε τις ιστορίες, το δικό μου παράδειγμα είναι καλύτερο.

Είχε και μια καλύτερη ιστορία για τον εξανθρωπισμένο καπιταλισμό.
Είναι σα να ‘χεις έναν άντρα που χτυπάει τη γυναίκα του κι εσύ να του λες να την χτυπάει λιγότερο και να είναι πιο ευγενικός. Χτύπα μας μαλάμη, είμαστε μαζοχιστές…

Ξέρετε λοιπόν ποιος είναι ο νόμος της αξίας; Όχι ο κοινωνικά αναγκαίος χρόνος εργασίας κι άλλα τέτοια παρωχημένα. Η ουσία του συνοψίζεται στο σύνθημα: φάστερ, φάστερ, φάστερ.
Που το έλεγε συνέχεια, σα διαφήμιση του φαστ σοφτ και μας έφερε ένα βήμα πριν το νευρικό γέλιο.

Οι καπιταλιστές φτιάχνουν τρένα, δρόμους κι αυτοκίνητα, αεροπλάνα και βαπόρια για να μεταφέρουν τα προϊόντα τους φάστερ, φάστερ, φάστερ. Αλλά το παπαγαλάκι του κρεμλίνου είναι εναλλακτικό και κινείται με το ποδήλατο. Η θεσσαλονίκη με τους χαλλαρούς ρυθμούς της και τους ποδηλατόδρομους που έφτιαξε ο εναλλακτικός μας δήμαρχος είναι ο αδύναμος κρίκος του συστήματος. Και ο αγγελόπουλος που μέχρι να αλλάξει πλάνο βλέπεις τη σκόνη του χρόνου να πέφτει πάνω στα έπιπλα που καθάρισες πριν, είναι η επιτομή του αντισυστημικού κινηματογράφου.
Αυτά τα τελευταία ήταν ιδέες του πρίσματος που ήρθε μαζί μας να προβοκάρει. Καλά τα λέει αλλά δεν τα γράφει.

Εν κατακλείδι λοιπόν δεν υπάρχει κρίση υπερπαραγωγής κι υπερσυσσώρευσης. Την κρίση την προκαλούν οι δικές μας αόρατες, μικρές αρνήσεις που παραμένουν χωρίς συγκρότηση. Οι καπιταλιστές υποκρίνονται ότι η παραγωγή συνεχίζεται κανονικά, μας δίνουν δάνεια για να συνεχίσουμε να καταναλώνουμε και μας ξεγελάνε. Οι αντιστάσεις μας παραμένουν αθέατες, αντικείμενο διερεύνησης του αθέατου κόσμου του χαρδαβέλα, μαζί με τα αίτια της κρίσης και την πραγματικότητα που μας κρύβουν.

Κατά συνέπεια έχουμε κρίση εκμεταλλευσιμότητας, γιατί δε μπορούν να μας εκμεταλλεύονται όπως πριν. Αλλά και κρίση ανυποταξίας, από τη στιγμή που αντιδρούμε με μικρά σαμποτάζ και παθητική αντίσταση.

Το άλλο μεγάλο κόλλημα –πέραν της χρονικότητας και της καταπίεσης που συνεπάγεται- του χώρου είναι οι ταυτότητες. Κατά πάσα πιθανότητα κι ο διαχωρισμός σε φύλα γιατί κατά βάθος όλα –πρέπει να- είναι επιλογή μας σε αυτή ζωή. Αυτό θα πει ελευθερία!
Κι άσε τον σεξιστή το μπίρμαν να λέει ότι η ελευθερία για εμάς είναι μια ωραία γυναίκα (έχει υπογάστριο και υπεργάστριο). Δεν είναι κάνα χοντρογούρουνο αστικό, αφηρημένο κι αναρχικό.
Καλός άνθρωπος ο μπίρμαν. Πριν από 40 χρόνια.

Έτσι λοιπόν μένει ακαθόριστο και χωρίς ταυτότητα το υποκείμενο της κρίσης και κατ’ επέκταση το επαναστατικό υποκείμενο και το πώς το ορίζουμε. Το υποκείμενο είμαστε όλοι εμείς που ασφυκτιούμε από την αφηρημένη εργασία.
Εμείς είμαστε η κρίση! όπως έλεγε κι η αφίσα της εκδήλωσης. Κι αυτή ήταν κι η βασική ιδέα της εισήγησης (εξουσιαστικό κατάλοιπο).

Αυτός ήταν κι ο λόγος που η πετρελαϊκή κρίση του 75 χτύπησε –λέει- πρώτα την ιταλία με την εργατική αυτονομία(!).
Η κρίση δεν είναι αντικειμενική. Ο καπιταλισμός βασικά είναι ένα σύστημα κυριαρχίας που το αναπαράγουμε καθημερινά κι είναι στο χέρι μας να σταματήσουμε να το κάνουμε.
Παύση πληρωμών και παύση αναπαραγωγής του συστήματος εδώ και τώρα. Δηλ εντός του συστήματος.

Όπως έχουν σταματήσει να το κάνουν οι ζαπατίστας. Που έχουν βάλει μια πινακίδα στα μέρη τους που λέει: BAD GOVERNMENT STAY OUT! Μεταφρασμένο στα ελληνικά ακούγεται ακόμη φαιδρότερο. Κακή κυβέρνηση μείνετε έξω.
Στην υφανέτ, λέει ο χολογουέι, δεν έχετε τέτοια ταμπέλα αλλά το μήνυμα προφανώς εννοείται.

Κι έτσι οι ταμπέλες, μπορεί να μην είναι καλές για τους ανθρώπους, αν θέλουμε να τους κλείσουμε σε κουτάκια και προκαθορισμένες ταυτότητες, αλλά αποδεικνύονται καθοριστικές για να κρατήσουμε μακριά τους κακούς και τον καπιταλισμό.
Κι ας έλεγε μόνος του ένας υφανετάς: μα δεν κάνουμε κάτι σπουδαίο, το θέμα είναι στον έξω κόσμο τι γίνεται.

Σε αυτά τα πλαίσια όλοι ζούμε σαν κένταυροι με δύο ζωές. Μισή κομμουνιστική, όταν είμαστε με φίλους και μοιραζόμαστε πράγματα. Κι άλλη μισή καπιταλιστική, όταν αναπαράγουμε στη δουλειά στο κεφάλαιο.
Με άλλα λόγια έχουμε αντιφάσεις κι είμαστε αυτο-ανταγωνιστικοί.
Στον καπιταλισμό ανταγωνιζόμαστε ακόμα και τον εαυτό μας.

Και τι μπορούμε να κάνουμε; Πάνω σε ποια υλική βάση θα καταφέρουμε να σταματήσουμε να αναπαράγουμε το κεφάλαιο;
Αντί για απάντησης είχαμε συνδικαλιά. Εμείς δεν είμαστε η απάντηση, αλλά η ερώτηση. Στην αγκαλιά της μεγάλης παράταξης του δεν ξέρω κι αυτός.
Αμέσως μετά παραδέχτηκε με αφοπλιστική ειλικρίνεια ότι ο ίδιος ως πανεπιστημιακός παίρνει κανονικά τα λεφτά που του δίνει το αστικό κράτος κι εφαρμόζει την πειθαρχία του στις εξετάσεις.

Σε αυτό το σημείο έχω μια σημείωση για το σολάνο και την κωλοτούμπα του, αλλά έχει περάσει καιρός από τότε και δε μπορώ να κάνω τη σύνδεση. Ο μόνος σολάνο που ξέρω είναι αυτός της λάρισας και της νιουκαστλ. Κι όσο για κωλοτούμπες, δύσκολα μπορώ να σκεφτώ πιο θεαματική από αυτήν του χολογουέι.

Πώς αντέδρασε ο κόσμος σε όλα αυτά; Οι μισοί και παραπάνω έφυγαν χωρίς να περιμένουν το τέλος. Ένας από αυτούς ήταν κι ο κομάντο που ζητούσε αφορμή να φύγει και να πάει στα πάρτι της παρακμής και να συνθέσει έναν ύμνο στη μελαγχολία παρέα με καμιά τσούπρα. Η κυρία πρίσμα νύσταξε, αλλά είχε προδιάθεση από πριν. Κι ο καθαυτό πρίσμας σπεκούλαρε στην αμηχανία μου και διασκεύασε μίσσιο: χειροκρότα ρε, τι σου ζητάνε;

Επίσης, ένας μεταμοντέρνος έστειλε μήνυμα στον κοντόχοντρο να του πει ότι φεύγει κι ότι αν του ξαναπεί κάποιος πως η τάση του είναι με τον χολογουέι, θα του σπάσει τα μούτρα.
Κι αν το πει ο χαριτάκης…;

Αφού σε αυτό το κείμενο σπάσαμε τα καλούπια της χρονικής αφήγησης μπορούμε στο τέλος να πούμε πώς ήταν κι ο ίδιος ο χολογουέι.
Τυπικός εγγλέζος κυριούλης, ξερακιανός, με άσπρο μαλλί τεόντοσιτς για τους μπασκετικούς. Κλασική αγγλόφατσα, με εξεζητημένη θεατρικότητα στις κινήσεις, σχεδόν χορευτικές φιγούρες που κατέληγαν σε φάσκελα όταν μας έδειχνε πώς συγκρούεται η βάση με το εποικοδόμημα. Αμετακίνητη η έκφραση του προσώπου όσο μετέφραζαν αυτά που είπε και μετά το ξεκινούσε από εκεί που είχε μείνει. Δυο-τρεις φορές στο μεσοδιάστημα της μετάφρασης έμεινε με στόμα ανοιχτό και το χέρι μπροστά, σαν τον πίκο απίκο στη φρουτοπία, σε στιλ: πω-πω, τι είπα πάλι.

Ο μεταφραστής ήταν μεγάλο παλικάρι γιατί είχε κοιλιά μεγαλύτερη κι απ’ τη δική μου κι ήθελε να κάνουμε τις ερωτήσεις στα αγγλικά, αλλιώς απειλούσε να μη μεταφράσει τίποτα. Τέτοιο παλικάρι διερμηνέα έχω δει μόνο στον αστερίξ λεγεωνάριο.
Τρίχες στα χέρια…

Ο χολογουέι πάντως ήξερε και λίγα ελληνικά (αυτό κι αν ήταν έκπληξη).
Αρκετά καλύτερα από το φκαριστούμε ελλάντα, αλλά όχι τόσο ώστε να μπορεί να μας κάνει στα ελληνικά την εισήγηση. Ήταν όμως αρκετά για να μας καταλάβει και να πει μισές-μισές κάποιες φράσεις σε στιλ come with me για να τη βρεις.
Nα make κομμουνισμό χωρίς power. Αυτό είναι..

Παρασκευή 29 Μαΐου 2009

Vio-nova αγάπη μου

Μετά τα εισαγωγικά για τις καταλήψεις χώρων περνάμε στο καθαυτό κομμάτι των εκδηλώσεων για τις βιοτεχνολογίες.

Το πρώτο συμπέρασμα είναι ότι σε τελική ανάλυση η αναρχική διάλεκτος είναι πολύ πιο ξύλινη από τη δική μας.
Μπορεί να μην έχει τόσα τσιτάτα και παραπομπές, αλλά πρέπει να μοιάζει ψαγμένη, να εντυπωσιάζει. Κι επειδή με την ουσία δεν έχει πολλές πιθανότητες να το πετύχει, την πληρώνουν τα ελληνικά.
Ένα σωρό νεολογισμοί, κακόηχες, βαρύγδουπες φράσεις που είναι αμφίβολο αν υπάρχουν καν ως λέξεις στα ελληνικά.

Αλλά το πιο δημοφιλές φετίχ είναι οι λέξεις που αρχίζουν με το πρόθεμα αυτό. Κι η αυτοσυγκέντρωση ακόμα θεωρείται αυταξία.
Μια κοπέλα διέκοψε σε κάποια φάση τη συζήτηση ζητώντας απ' όσους έπαιρναν το λόγο αυτοκυριαρχία.
Το οποίο σε απλά ελληνικά είναι αυτό που εννοούμε εμείς με το δικό μας σύντροφοι να το μαζεύουμε (γιατί ξεχείλωσε).

Ο αυτισμός καταλήγει εν γένει κυρίαρχη ιδεολογία.
Σε μια άλλη συζήτηση ένα παιδί κατέθεσε έναν προβληματισμό για τη φράση να πάρουμε την υγεία στα χέρια μας.
Μήπως έτσι το εξατομικεύουμε και χάνουμε την ουσία που προϋποθέτει βαθύτερες, συνολικές αλλαγές;
Ο εισηγητής έσπευσε να τον καθησυχάσει ότι με τη φράση αυτή δεν εννοούμε εξατομίκευση αλλά αυτοδιαχείριση.
Κι όλοι μας (αυτο)ικανοποιηθήκαμε και συνεχίσαμε με το ίδιο πλευρό.
Γιατί το βασικό δεν είναι η ουσία. Το βασικό είναι πώς θα την ονομάσουμε για να τα 'χουμε καλά με τις ιδεοληψίες μας και τα φετίχ μας.

Στους έμπειρους αναγνώστες δε θα διέφυγε ασφαλώς ο όρος εισηγητής, που παραπέμπει σε εξουσιαστικές πρακτικές που αναπαράγουν την ιεραρχία και τις καταπιεστικές δομές.
Ε, ναι λοιπόν. Ακόμα κι αυτός ο χώρος διαβρώνεται.
Κανείς δεν έχει αναπτύξει αρκετά ισχυρά αντισώματα για να αποκρούσει τον μπολεσεβικισμό-σταλινισμό.

Ο περίεργος αυτός δυισμός θυμίζει περίπτωση σχιζοφρένειας.
Πολύ συχνά ο λόγος αυτού του χώρου ακροβατεί ανάμεσα σε κλασικές αναρχικές θεωρίες και σε πιο ταξικές, μαρξιστικές προσεγγίσεις.
Σύμμειξη (ή κατά το κοινώς λεγόμενο μπαστάρδεμα) που σε φοιτητικό επίπεδο έδωσε ως καρπό ένα κομμάτι των εαακ σε μορφή κενταύρου (μισοί κόκκινοι και μισοί μαύροι), γνωστοί κι ως άλφα του κεντάυρου (το άλφα σε κύκλο).

Για πολλούς αναγνώστες η παραπάνω διατύπωση αποτελεί casus belli.
Αλλά δεν το λέω για κακό. Κι εγώ ακόμα νιώθω πολλά μέσα του χώρου να είναι πιο κοντά στην κουλτούρα μου, αλλά να μου είναι τελείως ξένα ως περιεχόμενο.
Απλά όσοι τη βρίσκουν με αμεσοδημοκρατικά φετίχ είναι πιο επιρρεπείς κι από πλευράς περιεχομένου.

Σε ιδεολογικό επίπεδο το πάντρεμα αυτό θυμίζει πολύ αλτουσέρ.
Είναι εκπληκτικό πώς συγκλίνουν ο αφηρημένος ανθρωπισμός των αναρχικών με τον αλτουσεριανό αντι-ουμανισμό.

Στην εισήγηση για την υγεία, μια κριτική στον επιστημονισμό έχασε στην πορεία τον -ισμό της κι έγινε κριτική προς την επιστήμη, ενώ το νοσοκομείο έγινε εξουσιαστικός θεσμός που αναπαράγει την ιεραρχία και την εξουσία του ειδικού.
Στην προηγούμενη εισήγηση το φύλο του ανθρώπου ορίστηκε ως κοινωνική κατασκευή κι όλη η κουβέντα αναλώθηκε στους τρανς και το τζένρε (ό,τι κι αν είναι αυτό).
Το πρόβλημα δεν είναι το θέμα της συζήτησης. Το πρόβλημα είναι το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε.

Η κριτική τους έπιανε κι ενδιαφέρουσες πτυχές.
Την πλήρη άγνοια που κρύβεται πίσω από πομπώδεις ιατρικές διαγνώσεις (το παπαγαλάκι του κρεμλίνου μου ανέφερε ως παράδειγμα την ιδιοπαθή ασθένεια).
Τους ασθενείς που ακολουθούν προσωπική θεραπεία και τη δυνατότητα αυτοθεραπείας (ίσως θυμίζει κάτι αυτό στους ομιλίτες).
Την κριτική στο καρτεσιανό σύστημα που βλέπει τον άνθρωπο ως μηχανή αποτελούμενη από όργανα/εξαρτήματα.
Την ιατρικοποίηση κοινωνικών φαινομένων και την αλόγιστη χρήση φαρμάκων.
Την επέκταση της αγοράς των φαρμακοβιομηχανιών σε υγιή άτομα χωρίς ουσιαστικά προβλήματα και την ανάπτυξη του τομέα της ιατρικής που αφορά τη διατήρηση της εργατικής δύναμης για την απρόσκοπτη εκμετάλλευσή της (πχ βιταμίνες που ντοπάρουν τον εργάτη για να αντέξει).

Αλλά το πρόβλημα ήταν το τελικό συμπέρασμα. Τεχνοφοβία και συνολική κριτική στην επιστήμη που κατέληγε στην απόρριψη.
Ενδεικτική ήταν η αναφορά στις μαίες και στις μάγισσες.
Όχι ως ξεχασμένη γνώση που λειτουργεί συμπληρωματικά στην ήδη υπάρχουσα. Αλλά ως παράδειγμα διάχυσης της γνώσης στην κοινωνία, χωρίς τη διαμεσολάβηση της εξουσίας των ειδικών.
Για αυτό ακριβώς, μόνο τυχαίο δεν ήταν το κυνήγι μαγισσών από την εκάστοτε εξουσία.

Η επιστημονική γνώση εντάσσεται στη γνωστή λογική του παραλόγου των αναρχικών για την αταξική κοινωνία.
Ο άνθρωπος μπορεί να φτάσει στη γνώση, ή στον κομμουνισμό βουλησιαρχικά, οποτεδήποτε το θελήσει, αρκεί να το συνειδητοποιήσει.
Στο παρελθόν υπήρξαν τέτοια παραδείγματα κοινωνιών (κομμούνες και κοινόβια, μαίες και μάγισσες) που αποδεικνύουν ότι είναι εφικτό. Αυτό είναι το πρότυπο που καλούμαστε να ακολουθήσουμε.

Χρειάστηκε να πάρει το λόγο ένας αναρχικός (που να αγιάσει το στόμα του) για να πει τα αυτονόητα.
-Οι γιατροί έχουν μέσο όρο πέντε λεπτά για να εξετάσουν τον ασθενή. Δεν είναι δική τους ευθύνη που δεν αναπτύσσουν διάλογο μαζί του. Είναι πρωτίστως θέμα έλλειψης προσωπικού.
-Οι μάγισσες δεν διέχεαν στην κοινωνία τη γνώση. Μαζί με τα ματζούνια σου δίναν να πεις και μυστικά ξόρκια, γιατί αλλιώς δε θα έπιανε.
-Η καχυποψία απέναντι στα φάρμακα δεν είναι πάντα καλός σύμβουλος. Χάσαμε(νε) συντρόφους μέσα απ' τα χέρια μας (δηλ τους) έτσι.

Ο εισηγητής αναγκάστηκε να τα διπλώσει κι είπε ότι αυτό που αμφισβητούσαν δεν ήταν την ανάγκη ύπαρξης ειδικών, αλλά την εξουσία τους. Δηλ οι αναρχικοί δέχονται την ανάγκη να έχουμε ειδικούς!
Πριν αρχίσω να ξεχνάω κι αυτά που ήξερα, έκανα στα γρήγορα έναν συνειρμό με τη σοβιετία για να συνέλθω.

Κι η σοβιετία ασθενής δεν ήταν; Της εντατικής μάλιστα. Κι άντεξε εκεί για εβδομήντα και πλέον χρόνια.

Χρειαζόταν ειδικούς η σοβιετική κοινωνία ή μπορούσε να κάνει αυτοθεραπεία; Κι αν η ύπαρξή τους ήταν προφανώς απαραίτητη, χρειαζόμασταν και την εξουσία τους;

Είναι εφικτό να έχουμε αμεσοδημοκρατικά ιατρικά συμβούλια; Και να ψηφίζουμε σε γενικές συνελεύσεις για τις εγχειρίσεις κοσύγκιν του 65; Μήπως όλα αυτά είναι καθαρή ουτοπία;

Ναι, αλλά αν ούτε ο ίδιος ο ασθενής δεν ξέρει τι του κάνουν στο χειρουργείο και δεν παίρνει μόνος του τις αποφάσεις, τότε τι κάνουμε σύντροφοι;
Κλαίμε πάνω απ' το πτώμα και τα φορτώνουμε όλα στον αλήτη τον γκορμπατσόφ. Που πάτησε τον όρκο του μαρξ-ιπποκράτη και πήρε φακελάκι από τη δύση.

Είναι σωστό όμως να ιατρικοποιούμε την ιστορία;
Στην τελική για κάποιους οι ειδικοί ποτέ δεν είναι απαραίτητοι. Κι η σοβιετία ήταν απλώς ένας κατά φαντασίαν ασθενής.

Το οποίο μου θυμίζει συνειρμικά το κατά φαντασίαν κνίτης.
Το δεύτερο πετυχημένο παρατσούκλι που μου βγάζουν σε μία εβδομάδα. Το πρώτο ήταν το σπασμένο τηλέφωνο.
Έτσι θα με έλεγαν μάλλον αν ήμουν ινδιάνος.

Εντάξει, αμφότερα έχουν κάποια βάση, αλλά θέλω να σας διαβεβαιώσω ότι κατά βάθος δεν ισχύει κανένα από τα δύο.
Που να διαλυθεί η σοβιετία αν λέω ψέματα...

Πέμπτη 21 Μαΐου 2009

Η φάμπρικα δε σταματά...

Το περασμένο σάββατο πραγματοποίησα ένα απωθημένο χρόνων.
Πήγα μαζί με το παπαγαλάκι του κρεμλίνου σε κατάληψη αναρχικών. Συγκεκριμένα στην υφανέτ που είχε τριήμερο εκδηλώσεων για τις βιοτεχνολογίες.
Κάτι που ήθελα να κάνω καιρό κι ήταν στη λίστα με όσα είχε να κάνει το παπαγαλάκι πριν φύγει στο ναυτικό.

Πηγαίνοντας σε ένα τέτοιο μέρος με ψυχολογία κνίτη (την οποία δεν έχω χάσει κι ούτε θέλω μάλλον) νιώθεις περίπου σαν αρειανός στη θύρα τέσσερα. Δέος μπροστά στο άνδρο του εχθρού. Που δεν είναι ακριβώς ο ταξικός [εχθρός], αλλά εσύ μεγάλωσες ακούγοντας τα αγαπημένα σου παραμύθια που σε έπειθαν για το αντίθετο.

Ο μύθος ωστόσο απέχει πολύ από την πραγματικότητα.
Ούτε άγρια, ούτε επικίνδυνα είναι τα πράγματα. Ειδικά όσο δε φανερώνεις την ιδεολογική σου ταυτότητα, ή κάποιο κασκόλ στα χρώματα του κόμματος.
Τώρα που το σκέφτομαι μια μπουτίκ για κομμουνιστές θα έκανε χρυσές δουλειές. Χώρια τα ασφάλιστρα για τα τζάμια που θα της τα έσπαγαν κάθε τρεις και τόσο.

Το έτοιμο σχήμα που έχουμε στο κεφάλι μας για αυτά τα μέρη είναι σαν την εικόνα που έχει ένα μικρό παιδί για το δάσος το βράδυ, ή για μια σκοτεινή αποθήκη που δεν έχει μπει ποτέ. Ή σαν την εικόνα του μέσου φιλισταίου για τη σοβιετία.

Το μόνο αντίδοτο είναι να πας κατευθείαν στο φόβο σου. Έτσι τον απομυθοποιείς κι ησυχάζεις. Κρίμα που δε μπορούν να το κάνουν πια οι φιλισταίοι με τη σοβιετία.

Το πιο εντυπωσιακό στοιχείο ήταν ο πολύς κόσμος κι η απήχηση στη νεολαία. Και δη σε βραδιά γιουροβίζιον. Την οποία είδαν πολλοί σύντροφοι και την επόμενη στην πορεία ειρήνης ήταν βασικό θέμα συζήτησης.
Και τι να λέγαμε δηλ, για τα ποσοστά μας που έπεσαν;

Δεν ξέρω αν η αναρχία παίρνει τα καλύτερα κομμάτια της νεολαίας. Σίγουρα όμως κερδίζει αρκετά.
Κι όπως λέγαμε και σε άλλο ποστ, είναι ζήτημα ποιος της στέλνει τα περισσότερα. Αυτοί που μένουν μακριά και της χαρίζουν πεδία δράσης, ή αυτοί που συμπορεύονται;

Ακόμα πιο ανησυχητικό είναι ότι της χαρίζουμε θέματα που θα έπρεπε να μας απασχολούν άμεσα. Οι βιοτεχνολογίες είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα.
Κάτι αντίστοιχο κάνουμε και με τις καταλήψεις ανοιχτών χώρων. Τους τις χαρίζουμε ως μέσο καθαυτό και τους αφήνουμε να παίζουν μπάλα μόνοι τους, χωρίς αντίπαλο.

Οι αναρχικοί έχουν βασικά φετιχοποιήσει το μέσο. Φτιάχνουν στο μικρόκοσμό τους μια εναλλακτική γυάλα για να ξεφεύγουν από το σύστημα. Θεωρούν τις γειτονιές προνομιακό χώρο γιατί ανταποκρίνονται στο πρότυπο του προυντόν με τις μικρές αμεσοδημοκρατικές κοινότητες (πέρα από τα όρια των οποίων ξεσκεπάζεται η ουτοπία της αμεσοδημοκρατίας).

Η δική μας απάντηση δε μπορεί να είναι η δαιμονοποίηση του μέσου.
Ειδικά όταν έχουμε κακή παρέμβαση σε επίπεδο γειτονιάς, μέτρια συνοχή στις συνοικιακές (κ)όβες και μάλλον άσχημα αντανακλαστικά στα τοπικά θέματα.
Είναι κατάντια να σηκώνουν λαϊκές συνελεύσεις οι αναρχικοί με την παραδοσιακή περιφρόνηση προς το λαϊκό κίνμηα και μια στάση που έχει ως όριό της στην καλύτερη το συλλογικό εγωισμό.
Στην πράξη όμως ποιος δείχνει τελικά περιφρόνηση;

Οι καταλήψεις χώρων εκφράζουν μεταξύ άλλων την ανάγκη του κόσμου να απαντήσει άμεσα στη μιζέρια που τον περικυκλώνει.
Όχι για να βάλει μια γυάλα γύρω του, αλλά για να μην ξεχνάει να ζει συλλογικά και αλλοτριωθεί πλήρως.
Όχι για να φτιάξει μικρές νησίδες κομμουνισμού χτίζοντας τείχη με την κοινωνία γύρω του, αλλά για να φτιάξει πυρήνες που θα αναδεικνύουν άλλες αξίες. Θα λειτουργούν ως πόλος συσπείρωσης ενσωματώνοντας στοιχεία της κοινωνίας του μέλλοντος (χωρίς αυταπάτες για το ρόλο και τα όριά τους).

Να πιστεύεις ότι θα αλλάξεις τον κόσμο αλλάζοντας απλώς τη ζωή σου είναι καθαρά ιδεαλιστικό. Αλλά αν παραπέμπουμε μηχανιστικά το δεύτερο σε ένα απώτερο μέλλον, αφού έχει πραγματοποιηθεί το πρώτο το βλέπουμε αντιδιαλεκτικά.

Ο νέος τύπος ανθρώπου δεν θα προκύψει με μαγικό ραβδάκι στο σοσιαλισμό. Κι αυτό ισχύει και για τον άνθρωπο που θα πάρει την τύχη στα χέρια του και θα κάνει την επανάσταση.

Τέτοιες πρωτοβουλίες δεν φέρνουν από μόνες τους την επανάσταση, αλλά μπορούν να διαμορφώσουν ανθρώπους με άλλες παραστάσεις, μακριά απ' τις κυρίαρχες αξίες και τον ατομισμό.
Το να αφήνουμε αυτό το καθήκον στους αναρχικούς είναι μια πρωτοπόρα προσέγγιση της σχιζοφρένειας.

Οι καταλήψεις αυτές εκφράζουν σε τελική ανάλυση την ανάγκη του κόσμου να ζήσει μια ψευδαίσθηση έστω στο σήμερα, από το να ζήσει με την προσμονή μιας ψεύτικης ελπίδας για το μακρινό μέλλον.
Που βέβαια μόνο ψεύτικη δεν είναι. Αλλά αν μοιάζει με τέτοια, μάλλον σε εμάς ανήκει η ευθύνη, παρά στον κόσμο που το βλέπει έτσι.

Ναι, -θα πει κανείς- αλλά αυτές οι μορφές δεν ελκύουν κανέναν γείτονα. Το πολύ-πολύ φοιτητές από διάφορα σημεία της πόλης, που ανάγουν σε αυταξία τα κοινόβια και μένουν μακριά απ' τον παλμό της γειτονιάς του μέσου νοικοκυραίου (sic).

Ναι, -θα πω κι εγώ- αλλά κι εμείς (που του χαϊδεύουμε τα αυτιά υποτίθεται), στις προφεστιβαλικές έχουμε κατά βάση δικό μας κόσμο. Ελάχιστοι ντόπιοι έρχονται από περιέργεια έστω.

Στη γειτονιά μου το μόνο πολιτιστικό σύλλογο με μια κάποια δραστηριότητα τον έχουν κάτι καλυμμένοι πασόκοι, απ' το πάλαι ποτέ ράδιο-φωνή της τούμπας.
Κι εγώ κάθε φορά που περνάω απ' έξω τους φωνάζω είστε πασόκοι, αλλά αυτό δεν αλλάζει τα πράγματα.

Όσο για το εξωκοινοβούλιο, πρακτικά δεν υπάρχει. Μόνο κάτι σεκίτες που κάνουν τη γνωστή δουλειά μυρμηγκιού με πενιχρά αποτελέσματα.

Πιο πολύ από οποιοδήποτε πάθος για τη λευτεριά, την αναρχία την δυναμώνουν τα δικά μας κενά (λάθη και παρεκκλίσεις).
Μας μένει τουλάχιστον η ιδεολογική υπεροχή.
Το επιβεβαιώσαμε μαζί με το παπαγαλάκι παρακολουθώντας τον πολιτικό προβληματισμό που αναπτύχθηκε στην εκδήλωση.
Το πώς ακριβώς θα το δούμε στο επόμενο κείμενο.