Από οικονομικής άποψης είναι κρίση υπερσυσσώρευσης.
Δηλ από άλλη άποψη είναι άλλο πράγμα; Για την καπιταλιστική κρίση είναι το σώμα, προφανώς οικονομικά θα το πιάσουμε. Δε θα πεις για την κρίση του παοκ και των γραμμάτων. Ούτε γενικά για την κρίση αξιών –παρά μόνο των ανταλλακτικών, απ’ τα εμπορεύματα που μένουν απούλητα. Εκτός κι αν προετοιμάζεις το έδαφος να μας πεις ότι υπάρχει κι η δημοσιονομική πτυχή. Κι ότι από καζακικής άποψης είναι κρίση χρέους. Οπότε να πούμε και για τη διοίκηση ζαγοράκη, τα χρέη του παοκ και των παε -να μην έχει κενά η ανάλυση.

Που εδράζεται στη δυναμική επανεμφάνιση και πραγμάτωση των τάσεων πτώσης του μέσου ποσοστού κέρδους.
Δεν ξέρω πότε ακριβώς εξαφανίστηκαν (για να επανεμφανιστούν) οι τάσεις αυτές που είναι εγγενείς στον καπιταλισμό, αλλά όποιος κατάφερε να τις εξαφανίσει, έστω και θεωρητικά σε ένα κείμενο, βαδίζει στα χνάρια του ταχυδακτυλουργού κόπερφιλντ. Πάμε παρακάτω.
…τάσεις που –σε διάκριση από το 1973- τροφοδοτούνται κυρίως από την αύξηση της οργανικής σύνθεσης του κεφαλαίου, κι όχι πλέον από... {κατ}
Σε αυτό το σημείο είναι φανερή η επιρροή του μηνακάκη, που διακρίνει πάντα την κρίση του 73’ από τις υπόλοιπες, ως προς τα αίτιά της. Γενικά υπάρχουν τρεις μαρξιστικές θεωρίες ως προς τα αίτια και τους τύπους κρίσεων.
-Η θεωρία της υποκατανάλωσης, της ρόζας λούξεμπουργκ, που εστιάζει στους χαμηλούς μισθούς και την χαμηλή αγοραστική δύναμη. Χρήσιμη προπαγανδιστικά στον αγώνα για αύξηση μισθών, αλλά μεθοδολογικά λανθασμένη, γιατί ερμηνεύει το φαινόμενο ξεκινώντας από τη σφαίρα της διανομής-κατανομής, κι όχι στο επίπεδο της παραγωγής. Συν τοις άλλοις υπάρχει ένας επιπλέον κίνδυνος. Αν θεωρήσουμε ως αιτία της κρίσης την υποκατανάλωση, μπορεί να υπονοηθεί ότι το αντίδοτο είναι μια αύξηση μισθών για να μπορέσει να κινηθεί η αγορά. Κι ότι αυτή η κεϊνσιανή συνταγή, αρκεί για να υπερβεί την κρίση το σύστημα, εντός των πλαισίων του, χωρίς περαιτέρω συνέπειες.
Όταν το κείμενο εργασίας μιλάει (σε άλλο σημείο) για τον κύκλο χ-ε-χ (χρήμα-εμπόρευμα-χρήμα) που έσπασε στο εμπόρευμα, στην ουσία περιγράφει αυτή ακριβώς τη θεωρία κι η κριτική της νέας προοπτικής (http://kinimataapotakato.blogspot.com/2011/03/blog-post_21.html) έχει δίκιο που το επισημαίνει. Μόνο συνδυαστικά με τις άλλες δύο αιτίες μπορεί να ιδωθεί η θεωρία της υποκατανάλωσης (κι αυτό για προπαγανδιστικούς περισσότερο λόγους).
Ποιες είναι αυτές;
Η θεωρία της υπερσυσσώρευσης κεφαλαίων που συσσωρεύονται και δε μπορούν να επενδυθούν με τρόπο που να συμφέρει τον καπιταλιστή (που κυνηγά το μέγιστο κέρδος). Και συνδυαστικά με αυτήν ο νόμος της πτωτικής τάσης του μέσου ποσοστού κέρδους. Από πού απορρέει αυτός ο νόμος; Από την αύξηση της οργανικής σύνθεσης του κεφαλαίου. Δηλαδή από την αύξηση του σταθερού κεφαλαίου σε σχέση με το μεταβλητό. Με άλλα λόγια του άψυχου δυναμικού (μηχανές) σε σχέση με το έμψυχο (εργαζόμενοι).
Ο καπιταλιστής καρπώνεται υπεραξία από τους μισθωτούς που έχει στη δούλεψή του, όχι από τις μηχανές. Αλλά για να αντέξει στον ανταγωνισμό, είναι αναγκασμένος να εκσυγχρονίζει διαρκώς τον εξοπλισμό του και να αυξάνει το σταθερό του κεφάλαιο για να βγάλει την ίδια δουλειά με όσο το δυνατόν λιγότερους. Έτσι όμως πετάει εκτός παραγωγής τους εργάτες που είναι κι η μόνη πηγή υπεραξίας, δηλ του κέρδους του.
Τα κέρδη των καπιταλιστών δε μειώνονται σε απόλυτους αριθμούς. Πέφτει όμως το μέσο ποσοστό κέρδους (τείνει για την ακρίβεια). Κι αυτή είναι μια εγγενής τάση που οι καπιταλιστές προσπαθούν να υπερκαλύψουν με την ένταση της εκμετάλλευσης των εργατών. Αυτή είναι η βασική αντίφαση του συστήματος και βρίσκεται στην καρδιά όλων των μεγάλων του κρίσεων, που στην ουσία τους είναι κρίσεις υπερσυσσώρευσης. Αλλά ο μηνακάκης, σε μια διημερίδα του ομίλου, δυο χρόνια πριν, μας είχε πει στην εισήγησή του, ότι η πετρελαϊκή κρίση στα μέσα του 70’ κατά βάση δεν ήταν κρίση υπερσυσσώρευσης! Αλλά...; Θα το δούμε στη συνέχεια.
Προς το παρόν κρατάμε τη νύξη.
Δεύτερο σημείο. Ο σχολιαστής βουρνούκιος (που εσχάτως σνομπάρει το μπλοκ που τον αγάπησε και τον ανέδειξε από τον καιρό ακόμα που υπέγραφε ως επιμονή, μυαλό και τόλμη κι έγραφε όλα τα υπόλοιπα με κεφαλαία) αντέγραψε κριτικά το πιο πάνω απόσπασμα στο γκράνμα και κέρδισε την ειλικρινή απορία του άναυδου: τι πάει να πει τάσεις; Δεν είναι πολλές, μία είναι.
Ο βουρνού το προσπέρασε, αλλά η απάντηση ήταν στο κείμενο, λίγες γραμμές παρακάτω.
…τάσεις που τροφοδοτούνται κυρίως από την αύξηση της οργανικής σύνθεσης του κεφαλαίου κι όχι πλέον από τη μείωση του βαθμού εκμετάλλευσης και του ποσοστού υπεραξίας...
Για όσους γνωρίζουν ελληνικά αυτό στην ουσία σημαίνει ότι μεταπολεμικά είχαμε μείωση του βαθμού εκμετάλλευσης! Κι ότι αυτή ήταν που τροφοδότησε την πτμπκ (πτωτική τάση του μέσου ποσοστού κέρδους) την οποία το κείμενο συνεχίζει να αναφέρει σε πληθυντικό ευγενείας, ίσως λόγω κεκτημένης ταχύτητας από τα εσω-οργανωτικά του ρεύματος.
Μετά το 73’ -λέει το κείμενο- ο βαθμός εκμετάλλευσης αυξάνεται, αλλά όχι τόσο γρήγορα όσο η οργανική σύνθεση του κεφαλαίου. Η οποία είναι ο κύριος τροφοδότης αυτών των τάσεων (δηλ της πτμπκ). Αυτό το κύριος, σημαίνει άραγε ότι υπάρχουν κι άλλοι δευτερεύοντες; Ποιοι είναι;
Τι θέλει να μας πει με όλα αυτά ο ποιητής; Να συνδέσει το βαθμό εκμετάλλευσης μόνο με την απόλυτη υπεραξία, για να μας μπάσει σταδιακά στη λογική του ολοκληρωτικού καπιταλισμού, που είναι το ειδοποιό ιδεολόγημα του χώρου.
...η κρίση του 73’ ήταν η κρίση ενός συγκεκριμένου προτύπου συσσώρευσης κι αναπαραγωγής των καπιταλιστικών σχέσεων (μονοπωλιακός καπιταλισμός, κεϊνσιανισμός, τεϊλορισμός-φορντισμός) και ταυτόχρονα εγκαινίαζε τη μετάβαση σε ένα άλλο πρότυπο. Ενώ η σημερινή είναι η κρίση ενός ποιοτικά διαφορετικού προτύπου αυτού που σχετίζεται με την πορεία διαμόρφωσης του σύγχρονου ολοκληρωτικού καπιταλισμού.
Ε, πες το έτσι από την αρχή! Τώρα όλα μπαίνουν στη θέση τους κι αποκτούν νόημα. Το εντυπωσιακό είναι ότι ο ολοκληρωτικός καπιταλισμός δεν αναφέρεται ως νέο στάδιο, αλλά ως πρότυπο. Σα να λέμε: ολοκληρωτικός, το ανώτατο πρότυπο του καπιταλισμού, στο ιμπεριαλιστικό του στάδιο. Το κακό είναι ότι αφήνει περιθώρια για επικίνδυνες (παρ)ερμηνείες.
Το κείμενο εργασίας λέει ότι η κρίση είναι δομική. Αλλά η αναφορά στο πρότυπο είναι δίκοπο μαχαίρι. Μπορεί να εκληφθεί με την έννοια που του δίνει κι ο μαυρουδέας, ο οποίος λέει ότι μετά από κάθε μεγάλη κρίση, αλλάζει η αρχιτεκτονική του συστήματος. (Νew deal και κεϊνσιανισμός μετά το κραχ του 29’, και νεοφιλελεύθερη στροφή μετά την πετρελαϊκή κρίση των 70’ς).
Μπορεί όμως να εκληφθεί και διαφορετικά. Αν η κρίση αφορά το συγκεκριμένο πρότυπο (τον ειδικό τρόπο με τον οποίο εκφράζει τις εγγενείς αντιφάσεις του καπιταλισμού) μπορεί να βρεθεί κάποιο άλλο που να την υπερβαίνει (προσωρινά). Πχ ένα πρότυπο με εθνικό νόμισμα (εκτός ευρωζώνης) και κρατικές τράπεζες που να ανοίγει θεωρητικά το δρόμο για το σοσιαλισμό (λέμε τώρα).
Ακόμα κι η «δομική κρίση» στο κείμενο δεν αναφέρεται στο σύστημα, αλλά στο κοινωνικοπολιτικό «μείγμα» με το οποίο επιδιώκουν το κεφάλαιο κι οι κυβερνήσεις του να στηρίξουν το σύστημα. Μπορεί το μείγμα να μπαίνει εντός εισαγωγικών αλλά η ομοιότητα με τη ρητορική του σαμαρά είναι εντυπωσιακή. Και δεν εννοώ αυτόν του μ-λ.
Ίσως κάποιοι τα θεωρούν όλα αυτά υπερβολικό ξεψείρισμα. Η αλήθεια όμως είναι ότι αρχίζουν να μαζεύονται πάρα πολλές συμπτώσεις. Ιδίως με την ανάλυση των αριστερών οικονομολόγων, που είναι και το βασικό νήμα που διαπερνά το κείμενο στο σύνολό του, όσο κι αν πασπαλίζεται με αντικαπιταλιστικές κορόνες.
Είναι ένα κείμενο που τα ‘χει όλα μέσα για να τους ευχαριστήσει όλους και τελικά καταλήγει μια συρραφή αυτοαναιρούμενων θέσεων. Η δημοσιονομική κρίση κι η κρίση χρέους γίνονται κρίση υπερσυσσώρευσης στην επόμενη σελίδα. Κι οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις εναλλάσσονται ως διατύπωση με τους ενδοκαπιταλιστικούς ανταγωνισμούς.
Το γλυκό δένει με μια σειρά από άστοχους νεολογισμούς, λεκτικές (κι όχι μόνο) ακροβασίες κι «άσχημα ελληνικά» εν γένει, με έντονη καλτ απόχρωση, που μυρίζουν αμφιθέατρο. Ακολουθεί ενδεικτική σταχυολόγηση: κρίση dot com, κανιβαλικός καπιταλισμός, νεοϊμπεριαλιστικού τύπου, κλονισμός του νόμου της αξίας, κρίση του εμπορεύματος εργατική δύναμη, το 89’ του υπαρκτού καπιταλισμού, οροφή της τακτικής κι αυλαία της στρατηγικής, αντικαπιταλιστική επανάσταση, η κρίση «μεταναστεύει» στη σφαίρα της κυκλοφορίας, κ.ά.
Κάλλιο να γίνουμε όλοι μετανάστες...
Παρόλα αυτά, ουδέν κακό αμιγές καλού. Τέτοιες διαδικασίες είναι μια πρώτης τάξης ευκαιρία για τους «νεοσύλλεκτους» να εξοικειωθούν με βασικές έννοιες της πολιτικής οικονομίας, και για τον καθένα μας να αναμετρηθεί με τις προσωπικές του αδυναμίες κι ανεπάρκειες, σε ένα βασικό αλλά δύσκολο αντικείμενο. Κι αυτό τον «καθένα μας» περιλαμβάνει πρώτα απ’ όλους τον απολίθωμα.