Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ντιέγκο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ντιέγκο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 12 Ιουνίου 2014

Δύο κείμενα για το Μουντιάλ

Το παγκόσμιο κύπελλο ήταν και θα είναι –όχι ελληνικό, αλλά- μουντιάλ κι όχι world cup ή όπως αλλιώς σκεφτεί να το μετονομάσει η (πούτα) φίφα, με την ίδια έννοια που το ελληνικό πρωτάθλημα θα είναι πάντα η άλφα εθνική (κατηγορία), για να βγαίνει και το σύνθημα «εκεί-εκεί…» με τις ομάδες που πηγαίνουν για υποβιβασμό, και δε θα καθιερωθεί ποτέ στη συνείδηση του μέσου φιλάθλου ως σούπερ-λιγκ.

Το μουντιάλ είναι επίσης η ευκαιρία να θυμίσουμε στους εαυτούς μας πως παραμένουμε παιδιά, ένας απενοχοποιημένος παλιμπαιδισμός, όπου φωνάζουμε, χαιρόμαστε, χοροπηδάμε, κλαίμε καμιά φορά χωρίς σοβαρό λόγο, αφηγούμαστε δημιουργικά σπορ ιστορίες με αρκούδες και χιλιάδες υπερβολές, χωρίς να μεγαλώνει η μύτη μας. Και να φανταστείς πως τώρα υπάρχει ο αδιάψευστος μάρτυρας του βίντεο, σε αντίθεση με παλιές, (παρα)μυθικές εποχές, οπότε κάθε ιστορία πρέπει να κρατήσει και ένα άλλοθι αληθοφάνειας, χωρίς να απομακρύνεται πολύ από τα γεγονότα ή να εφευρίσκει δικά της. Μπορεί κάλλιστα όμως να επιλέξει εκείνα τα γεγονότα που θα τη βοηθήσουν να χτίσει το μύθο της. Η τεχνολογία προσδίδει φοβερή ισχύ στο ψέμα ή τις μισές αλήθειες (που είναι περίπου το ίδιο) και αυτό μπορεί να το καταλάβει κανείς από πρώτο χέρι, με το ρόλο του διαδικτύου στην πολιτική.

Η ιστορία των μουντιάλ είναι το ξετύλιγμα του νήματος των αναμνήσεών μας. Από τον χορό του ροζέ μιλά, το κλάμα του ντιέγκο στον τελικό του 90’ και τέσσερα χρόνια μετά, όταν πιάστηκε ντοπέ, τις καράφλες του μπαρτέζ και του ζιντάν (αν και κανείς δε φτάνει αυτή του βούλγαρου λέτσκοφ) και το keep walking του μπάτζιο, μέχρι την κουτουλιά στο ματεράτσι και την αφιέρωση του blaugrana ινιέστα στο μακαρίτη χάρτκε της μισητής γειτόνισσας εσπανιόλ. Και από το ναυάγιο του 94’ με το 4-4-2 του αλκέτα (τέσσερα από αργεντινή και βουλγαρία, δύο από νικηρία), στο πρώτο γκολ και την πρώτη νίκη με τη νιγηρία στη νότια αφρική το 10’.

Το μουντιάλ είναι η ανάγκη μας να χαμογελάσουμε, να κάνουμε καζούρα, και λίγο χαβαλέ, όχι γιατί μας τον επιβάλλουν, αλλά γιατί τον χρειαζόμαστε, χωρίς οπαδικά γυαλιά και στεγανά που τον κάνουν «άγουστο» και επικίνδυνο. Η ανάγκη να ξεφύγουμε λίγο από τη μίζερη πραγματικότητα, χωρίς να ξεχνάμε στιγμή όσα χρειάζονται για να την αλλάξουμε.

Κι ίσως φανεί τραγικό, αλλά το μουντιάλ κι όλες οι μεγάλες αθλητικές στιγμές είναι ίσως για πολύ κόσμο ό,τι πιο κοντινό θα βιώσει ποτέ σε μια κάποια αίσθηση διεθνισμού και συλλογικότητας, με τους λαούς του κόσμου να έχουν στραμμένα τα μάτια τους στη στρογγυλή θεά και τα καπρίτσια της.

Είναι επίσης η ευκαιρία να βρουν δικαίωση (ή να διαψευστούν παταγωδώς) κάποιες ποδοσφαιρικές εμμονές ή αντιπάθειές μας: η απέχθεια για την αβάσταχτη ελαφρότητα του βραζιλιάνικου φολκλόρ και τα ψυχρά πάντσερ του.. μερκελισμού· οι παράλληλοι βίοι του μέσι με το μαραντόνα· η λατρεία για τους αργεντινούς και τους μποέμ ολλανδούς, που ούτε τώρα θα το πάρουν· και οι μπλαουγκράνα ανταύγειες της ισπανίας.

Το μουντιάλ σε τελική ανάλυση είναι κάτι σαν λαϊκή προσομοίωση της τέχνης, με τους βιρτουόζους της μπάλας, τους ποιητές της κερκίδας, τις ντρίμπλες που χορεύουν τις άμυνες και αφήνουν άγαλμα τον τερματοφύλακα, τους θεατρίνους στο χόρτο, τους σκηνοθέτες του πάγκου κι όλα όσα σμιλεύουν την ψυχή του φιλάθλου και κάνουν το ποδόσφαιρο να θεωρείται το μπαλέτο της εργατικής τάξης.


Το μουντιάλ όμως δεν είναι μόνο η λάμψη των αστέρων, της μπάλας και των χορηγών, αλλά κυρίως η αθέατη πλευρά του. Είναι πρωτίστως η άλλη βραζιλία, που υποφέρει κι εξεγείρεται, οι παραγκουπόλεις με τις φαβέλες δίπλα στους ουρανοξύστες, η συσσωρευμένη δυστυχία και φτώχεια, που είναι μονίμως στη σέντρα και τρώει αλλεπάλληλα γκολ στην καθημερινή ζωή, οι εργάτες που θυσιάστηκαν για να στεριώσουν τα καινούρια γήπεδα, σα σύγχρονα γεφύρια της άρτας, και να είναι έτοιμα στην ώρα τους, οι συνάδελφοί τους στο μετρό που απεργούν, κτλ.

Ακόμα και με καθαρά ποδοσφαιρικούς όρους να το δει κανείς, το μουντιάλ είναι η υπερκόπωση των καταπονημένων ποδοσφαιριστών, που είναι σα στυμμένες λεμονόκουπες και δεν μπορούν να παίξουν στο μάξιμουμ της απόδοσής τους, ο θρίαμβος της σκοπιμότητας, τα άνοστα ματς-σούπες μες στο κατακαλόκαιρο, κτλ.

Φέτος στην ευρώπη, πολλοί σύλλογοι έμοιαζαν με ακριβά αμάξια πολυτελείας που είχαν ξεμείνει από βενζίνη στην τελική ευθεία και πήγαιναν με κεκτημένη ταχύτητα. Στην ισπανία οι διεκδικητές του τίτλου δεν πέτυχαν ούτε νίκη τις τελευταίες αγωνιστικές. Στην αγγλία πάλεψαν για τον τίτλο ως το τέλος μία ομάδα που έμεινε νωρίς εκτός ευρώπης και μια άλλη που δεν είχε εξ αρχής ευρωπαϊκές υποχρεώσεις. Στον τελικό του τσου λου η φιναλίστ ατλέτικο κατέρρευσε σταδιακά μετά από μία ώρα παιχνιδιού κι έμεινε από λάστιχο στην παράταση. Ο πορτογάλος ρονάλντο μοιάζει σκιά του καλού του εαυτού εδώ και δύο μήνες, ενώ ο μέσι που μοίραζε κάποτε σακούλες για εμετό στους αντιπάλους του, τώρα υποφέρει ο ίδιος από εμετούς και ναυτίες. Ο κόσμος λαχταρά να δει καλό θέαμα κι ωραία παιχνίδια, αλλά οι οιωνοί δεν είναι καθόλου ενθαρρυντικοί για αυτά που θα δούμε τον επόμενο μήνα.

Ούτε η παράδοση εξάλλου, αν ξετυλίξουμε όλο το μίτο των αναμνήσεων.
Το 90’ η γερμανία σπρώχτηκε προς τον τίτλο, γιατί έπρεπε να σφραγίσει με μια αθλητική επιτυχία την ενοποίησή της (διάβαζε καλύτερα προσάρτηση της λδγ). Το 94’ η φίφα όρισε τον τελικό κι άλλα παιχνίδια ντάλα μεσημέρι μες στο κατακαλόκαιρο, για να πέσει σε βολική τηλεοπτική ώρα (prime time) για τις μεγάλες αγορές της ευρώπης. Το 98’ ο ρονάλντο είχε επιληπτικό επεισόδιο πριν από τον τελικό με τη γαλλία, αλλά έπαιξε κανονικά, για να μη μείνουν μπουκάλα οι χορηγοί, χωρίς τη λάμψη του φαινομένου, που ήταν σβηστός εκείνη τη μέρα στο γήπεδο.

Το καλοκαίρι του 02’ θυμάμαι αποχαιρετήσαμε στη σχολή τις συμφοιτήτριές μας, γιατί δε θα μας έβλεπαν τις επόμενες μέρες και καταλήξαμε να τις νοσταλγούμε με όσα είδαμε (κλοτσοσκούφι και κοράκια) στο χειρότερο μουντιάλ όλων των εποχών. Το 06’, το μουντιάλ συνέπεσε με τις καταλήψεις του μαϊούνη και θυμάμαι σε ένα απογευματινό ματς τον διπλανό να μου λέει: ευτυχώς που ήρθες, να πούμε καμιά κουβέντα, γιατί θα με είχε πάρει ο ύπνος. Το 10’ η πιο χαρακτηριστική ανάμνηση ήταν ο.. γλυκός ήχος της βουβουζέλας, γιατί κανένα από τα αστέρια της εποχής (μέσι, ρονάλντο, ρούνεϊ, κακά) δεν πέτυχε έστω ένα γκολ, για να οδηγήσει την ομάδα του στα ημιτελικά τουλάχιστον.




Εν κατακλείδι. Αν το μουντιάλ και το ποδόσφαιρο γενικότερα είναι μια θρησκεία χωρίς απίστους, όπως μας λένε στο βιβλίο τους ο μπογιό κι ο μηλάκας, γίνεται όντως το όπιο του λαού, δηλ η καρδιά ενός άκαρδου κόσμου και το παυσίπονο του κοσμάκη που θέλει να περάσει καλά και να ξεχάσει για λίγο τα προβλήματα και την πραγματικότητα. Κι αν θέλουμε να μην καταλήξει κι αυτό μια κοιλάδα ατελείωτων δακρύων και χασμουρητών (και μια αθλητική εκδοχή της σίλικον βάλεϊ για τα μεγάλα συμφέροντα), οφείλουμε να καταπιαστούμε με αυτήν ακριβώς την πραγματικότητα, όχι απλά για να την ερμηνεύσουμε με διάφορους τρόπους, αλλά για να την αλλάξουμε.

Κυριακή 29 Νοεμβρίου 2009

ITALIA 90 – Die vereinigung

Σήμερα που ήταν μια κυριακή γεμάτη ντέρμπι θα πούμε μια αθλητική ιστορία με πολιτικές προεκτάσεις.

Η μασκότ που βλέπετε ονομάζεται τσάο κι είναι μια από τις πιο συμπαθητικές στην ιστορία των παγκοσμίων κυπέλλων. Πέρα απ’ το μουντιάλ του 90, τη θυμάμαι κι ως σχέδιο σε άσπρες αθλητικές κάλτσες της εποχής (που συνεχίζω να προτιμώ μέχρι και σήμερα).

Ένα σύνηθες κλισέ λέει ότι οι δικτατορίες εκμεταλλεύονται το ποδόσφαιρο κι αποζητούν τις αθλητικές επιτυχίες για να ποτίσουν όπιο τη συνείδηση του κόσμου. Η αλήθεια αυτή ισχύει άλλο τόσο και για τις αστικές δημοκρατίες, αλλά κανείς δεν τολμάει να το πει.
Μια τέτοια ιστορία είναι κι η σημερινή.

Το νοέμβρη του 89 έπεφτε το τείχος του βερολίνου. Έντεκα μήνες μετά επισημοποιήθηκε η επανένωση των δύο γερμανιών -στην ουσία προσάρτηση της λαοκρατικής δημοκρατίας της γερμανίας από τους δυτικούς. Η επανένωση έγινε πολύ κοντά στην επέτειο ίδρυσης της DDR (έξι μέρες πριν), πιθανότατα γιατί βιάστηκαν να την προλάβουν.
Ενδιάμεσα όμως χρειαζόταν ένας αθλητικός θρίαμβος για να δέσει το γλυκό και να νιώσουν όλοι οι γερμανοί εθνικά υπερήφανοι.
Το μουντιάλ του 90 στη γερμανία ήταν ό,τι ακριβώς χρειάζονταν.

Όσοι έχετε δει την ταινία Goodbye Lenin θα θυμάστε τις σκηνές με τις σημαίες, τα κορναρίσματα και το πανηγύρι στους δρόμους ως μοτίβο στη βασική υπόθεση. Γι’ αυτό ακριβώς πρόκειται.
Στα τελικά της διοργάνωσης συμμετείχε η ομάδα της δυτικής γερμανίας που πλασαρίστηκε ως πρεσβευτής της επανένωσης (vereinigung) κι εκπρόσωπος πασών των γερμανιών.
Ο αθλητισμός ενώνει και ρίχνει τα τείχη (τα ταξικά και του βερολίνου).

Οι γερμανοί πέρασαν εύκολα τον όμιλο μαζί με τους γιούγκους και την κολομβία του χιγκίτα. Στους 16 απέκλεισαν τους ολλανδούς που τους είχαν κλείσει το σπίτι δυο χρόνια πριν (στο ματς που ο ράικαρντ διαφώνησε στιλιστικά με τις ανταύγειες του φέλερ κι έφτυσε από πίσω την χαίτη του).
Στους 8 νίκησαν με πέναλτι τους τσεχοσλοβάκους (τελευταία φορά ενωμένοι σε μουντιάλ) και στα ημιτελικά τους άγγλους σε έναν από αυτούς τους αγώνες που έκανε το λίνεκερ να ορίσει το ποδόσφαιρο ως ένα ωραίο άθλημα όπου παίζουν έντεκα εναντίον έντεκα και στο τέλος νικάν οι γερμανοί. Ο γερο-σίλτον έφαγε ένα ψηλοκρεμαστό που εξέθεσε τα αρθριτικά του, το ματς πήγε στα πέναλτι και στο τέλος ο γκασκόιν έκλαιγε σα μικρό παιδί για την ήττα.
Δε θα ‘ταν ο μόνος χαρισματικός αυτοκαταστροφικός που θα έκλαιγε σε αυτό το παγκόσμιο κύπελλο εξαιτίας των γερμανών.

Στον τελικό οι γερμανοί αντιμετώπιζαν την αργεντινή του μαραντόνα που τους είχε στερήσει το τρόπαιο τέσσερα χρόνια πριν στο μεξικό.
Οι πρωταθλητές ξεκίνησαν με ήττα σοκ από το τρομερό καμερούν του ροζέ μιλά (που δήλωνε 38, αλλά έκρυβε μια τετραετία) αλλά... ευτύχησαν να δουν το βασικό τους τερματοφύλακα να τραυματίζεται για να πάρει τη θέση του ο σπεσιαλίστας στις αποκρούσεις πέναλτι γκοϊκοϊτσέα που έγινε ο ήρωας της διοργάνωσης.
Στη φάση των 16 απέκλεισαν το μεγάλο τους αντίπαλο (σ’ ένα ματς που ακόμα συζητιέται για τα νερά που πότισαν τους βραζιλιάνους) και μετά στα πέναλτι τους γιούγκους και τους διοργανωτές ιταλούς με ήρωα τον γκόικο που έστειλε την ομάδα του στον τελικό για το ριπίτ.

Αλλά το πιο ενδιαφέρον κομμάτι στον ημιτελικό της ν(ε)άπολης ήταν το εξωαγωνιστικό.
Ο μαραντόνα αγωνιζόταν στην ομάδα της νάπολι και λατρευόταν σα θεός. Την πήρε απ’ το χέρι και της έδωσε δύο πρωταθλήματα, ένα κύπελλο ιταλίας κι ένα ουέφα. Κυρίως όμως το δικαίωμα να κοιτάει στα μάτια τα θηρία του βορρά (του ανιέλι, του μοράτι και του μπερλουσκόνι).

Πριν τον αγώνα ο παμπόνηρος ντιέγκο εφάρμοσε τη θεωρία του λένιν περί δύο εθνών στο ίδιο κράτος. Ζήτησε από τους ναπολιτάνους να υποστηρίξουν την αργεντινή γιατί δεν είχαν τίποτα κοινό με τον ιταλικό βορρά που τους εκμεταλλεύεται και τους θυμάται μια φορά στα τόσα. Κι όπως κάθε αιρετικός κατάφερε να διχάσει τον κόσμο.

Το κόλπο έπιασε. Οι αργεντίνοι δεν ένιωθαν να βρίσκονται εκτός έδρας. Το μισό κοινό τους υποστήριζε και πανηγύρισε τη νίκη τους σα δική του.
Το τέχνασμα εξόργισε το ιταλικό κοινό που στον τελικό της ρώμης υποστήριζε φανατικά τους γερμανούς για εκδίκηση. Στην ανάκρουση των εθνικών ύμνων οι αποδοκιμασίες σκέπασαν τον ύμνο της αργεντινής. Η κάμερα περνάει μπροστά απ’ τους παίκτες, φτάνει στο μαραντόνα κι αυτός ξεσπάει: ¡hijos de puta! Κι άλλη μια φορά για εμπέδωση. Τόσο καθαρά που κι ένα μικρό παιδί θα μπορούσε να το καταλάβει.
Σαν τέτοιο θα έκλαιγε κι αυτός μετά το τέλος του αγώνα.

Η ιταλική ομοσπονδία του το φύλαξε και τον χτύπησε στο αδύνατο σημείο του, το πάθος για την κοκαΐνη. Η επόμενη χρονιά του θα ήταν η τελευταία στην ιταλία κι ουσιαστικά η τελευταία σε υψηλό επίπεδο.

Η φιφα του τα ‘χε μαζεμένα από πριν. Όχι επειδή ήταν βραζιλιάνος ο πρόεδρός της (χαβελάνζε). Αλλά για τις μπηχτές του στο προηγούμενο μουντιάλ που η φιφα έβαζε τα παιχνίδια ντάλα μεσημέρι για να βολεύει την τηλεθέαση στην ευρώπη.
Τέσσερα χρόνια μετά, στο μουντιάλ των ηπα, του έστησε καρτέρι και τον τελείωσε απ’ τις διοργανώσεις της αλά ιταλικά (να μάθει να βάζει τέσσερα στην ελλάδα).

Πιθανότατα το αρχικό σχέδιο ήταν να παίξουν στον τελικό οι χώρες του άξονα και στον μικρό να γίνει η ρεβάνς για το 86, με το χέρι του θεού και το γκολ του αιώνα (που ήταν η ρεβάνς για τα φώκλαντ του 82).
Απ’ τη στιγμή που η αργεντινή χάλασε τη σούπα, το πράγμα απλουστεύτηκε. Δεν υπήρχε αμφιβολία για τις προτιμήσεις της φιφα.

Ο αγώνας ήταν σκέτη κλοτσοπατινάδα. Η φαντεζί αργεντινή έπαιζε ταμπούρι. Πλησίαζε το τέλος και πηγαίναμε για παράταση. Αλλά ξαφνικά…
Κάθετη πάσα, ο κλίνσμαν μες στην περιοχή, πέφτει χαρούμενα κι ο μεξικάνος κόρακας φρου-φρου, το δίνει ακόμα πιο χαρούμενα. Πιο πριν είχε αφήσει με δέκα την αργεντινή (που τελείωσε το ματς με εννιά).

Κανονικά τα πέναλτι τα εκτελούσε ο ματέους, αλλά την κρίσιμη στιγμή κάνει την κότα (κι ας τον ψήφισαν πολυτιμότερο παίκτη της διοργάνωσης).
Στη θέση του πάει ο μπρέμε, συμπαίκτης του στην ίντερ. Χαίτη, πλατινέ μαλλί, σαν μέλος των σκόρπιονς έτοιμος να πει το winds of change.
Διαλέγει γωνία, πέφτει ο γκόικο, την χάνει για λίγο… 1-0. Η δυτική γερμανία είναι πρωταθλήτρια κόσμου.

Στην απονομή ο μαραντόνα δεν αντέχει και ξεσπάει σε κλάματα για την αδικία. Σαν μικρό παιδί που του έκλεψαν το παιχνίδι του με ζαβολιά. Την ύβρη της νάπολης, την ακολουθεί η κάθαρση στο ολίμπικο.
Κάθαρση; Ε, όσο κάθαρση ήταν κι αυτή που κάναμε εδώ, ένα χρόνο νωρίτερα…

Οι πιο πολλοί αποδίδουν τη σφαγή στις σχέσεις της φιφα με τον μαραντόνα, αλλά αυτή είναι η μία όψη του νομίσματος. Οι σύντροφοι αναγνώστες έχουν το κριτήριο να δουν και την άλλη που κρύβει πολιτική σκοπιμότητα.

Υστερόγραφα

-Το μπρεζνιεφικό απολίθωμα παρακολούθησε αυτό το μουντιάλ σε τρυφερή, παιδική ηλικία –ουσιαστικά είναι το πρώτο που θυμάμαι.
Άκαπνο από ταξική πάλη και πολιτικά συμπεράσματα υποστήριζα τους γερμανούς επειδή μου άρεσε: i) η φανέλα τους (άσπρο με τριχρωμία), ii) οι γερμανοί της ίντερ (κόντρα στη μόδα με τους ολλανδούς της μίλαν) και iii) η ιδέα να είμαι (για μια φορά) με τους νικητές. Το τελευταίο το πίστευα γιατί πριν τη διοργάνωση είχα δει τον πητ παπαδάκη να προβλέπει την κατάκτηση του τροπαίου απ’ τους γερμανούς.
Μεγαλώνοντας, κατάλαβα το λάθος μου κι έκανα την αυτοκριτική μου στα όργανα.

-Το σπρώξιμο της γερμανίας είχε συνέχεια στο μπάσκετ τρία χρόνια μετά (ως διοργανωτές του ευρωμπάσκετ) σε μια εποχή που τα αστέρια της ήταν ο χάρνις κι ο μίκαελ κωχ (ο νοβίτσκι ήταν ακόμα έφηβος)!
Νίκησε στον ημιτελικό την εθνική μας (και ξανά-ξανά, στο μικρό τελικό ξανά) και στον τελικό τη ξεδοντιασμένη ρωσία (με μπαζάρεβιτς, καράσεφ και το νοσόφ που ήταν σαν κοτοπουλάκι). Μπροστά στις κραταιές μπρεζνιεφικές ομάδες του γκομέλσκι, αυτή η ρωσία έμοιαζε με το μεθύστακα τον γέλτσιν.
Τι σου είναι η σημειολογία…

-Το μουντιάλ του 90’ πέρασε στην ιστορία ως ένα απ’ τα λιγότερο θεαματικά όλων των εποχών. Το ξύλο κι η σκοπιμότητα πήγε σύννεφο κι όποιος έβαζε γκολ γυρνούσε τη μπάλα πίσω στο τέρμα για να το κρατήσει (παίζαν ακόμα με τους παλιούς).

Αλλά εξωαγωνιστικά ήταν αξεπέραστο σε συγκινήσεις και δράματα (κι όχι μόνο εξαιτίας του μαραντόνα).
Ήταν η τελευταία εμφάνιση της σοβιετικής ένωσης, της ενιαίας γιουγκοσλαβίας και της τσεχοσλοβακίας σε διεθνείς οργανώσεις. Οι δυο τελευταίες έφτασαν μέχρι τους οκτώ, ενώ οι σοβιετικοί του λομπανόφσκι αποκλείστηκαν απ’ τη φάση των ομίλων παρά την τεσσάρα στο καμερούν. Το κύκνειο άσμα τους ήταν φάλτσο κι άδοξο. Σαν περεστρόικα αλά αθλητικά…

Μετά το 90 η κάνουλα με τις συγκινήσεις έκλεισε. Η νέα τάξη πραγμάτων έφερε το τέλος των συγκινήσεων (μαζί με αυτό της ιστορίας)…