Λείπει ο Μάρτης από τη Σαρακοστή κι ο Αστερίξ από τους Ολυμπιακούς Αγώνες; Προφανώς όχι. Κι ας μην είναι μαγικός ζωμός αυτό που παίρνουν σήμερα διάφοροι αθλητές, για να πετύχουν ρεκόρ και διακρίσεις. Κι ας μην μπορεί ο ίδιος ο Αστερίξ να ξύσει το αυτί με το πόδι του, όπως ο Ιντεφίξ και ο Αυτοματίξ. Ο οποίος δεν μπορεί να υποφέρει την έμπνευση του Κακοφωνίξ και την ιδέα να συνθέσει έναν ολυμπιακό ύμνο (που πόσο χειρότερος θα μπορούσε αλήθεια να είναι από μερικά σύγχρονα μουσικά σήματα;), αλλά αν δεν είχε τραγουδήσει ο τελευταίος, δε θα είχαν φύγει οι Βησιγότθοι από το δωμάτιο, στο μοναδικό πανδοχείο της Αρχαίας Ολυμπίας.
Η ιστορία ξεκινάει με γκολ από τα αποδυτήρια, ήδη από τη δεύτερη σελίδα, δίνοντας απάντηση στο προαιώνιο υπαρξιακό (κι επαναστατικό) ερώτημα "τι να κάνουμε", που το έθεσε με άλλο τρόπο στην εποχή τους ο Λένιν και λίγο πριν, ο Τσερνισέφσκι. Κι η απάντηση του σφου Οβελίξ είναι: τη σούπα με τα μανιτάρια. Αν κι είναι πολύ λογικό να υπάρχουν διαφορετικές προσεγγίσεις στους Γαλάτες, για ένα τόσο κομβικό ζήτημα της επαναστατικής θεωρίας. Κι έτσι να γίνονται από δέκα γαλατικά χωριά χωριάτες, όπως στις μικρές οργανώσεις-γκρούπες του εξωκοινοβουλίου, όπου δε βρίσκουν συχνά Ρωμαίους να εκτονωθούν, και πλακώνονται μεταξύ τους, για να μονιάσουν αργότερα. Και μπορεί κάποια στελέχη τους να απολαμβάνουν την καθολική αναγνώριση των σφων τους που τους θεωρούν ένα είδος δρουίδη του ριζοσπαστικού κινήματος, αλλά δεν έχουν έτοιμη την παραμικρή συνταγή, όχι μόνο για την κοινωνία του μέλλοντος, αλλά -προπαντός- για το μαγικό ζωμό. Κι αυτή είναι μια μικρή σημαντική λεπτομέρεια, που τείνουν να ξεχνάνε, όταν πηγαίνουν για... "σύγκρουση", πχ με τα ΜΑΤ ή με τον τοίχο απέναντι.
Το βασικό πάντως είναι να ξέρεις γιατί αγωνίζεσαι, όπως σημειώνει πολύ σωστά ο σφος Οβελίξ. Που νευριάζει., γιατί δεν του εξηγεί ποτέ κανείς τίποτα, γιατί κανείς δεν εχτιμά (έτσι, με "χ" είναι και στο πρωτότυπο) την πανουργία του με τη χύτρα ή όταν του πετάνε κλαριά στο δάσος κι αυτός απαντά με κορμούς δέντρων, για λόγους ισότητας και παραδειγματισμού και όταν τον αποκαλούν "χοντρό" ενώ στην πραγματικότητα έχει απλώς χαμηλό στήθος. Και φυσικά γιατί δεν του δίνουν ποτέ να πιει λίγο μαγικό ζωμό, λες κι είναι απόκληρος σφος β' κατηγορίας, και στο Φεστιβάλ θα μπορούσε να χορέψει ζεμπεκιά το "σαν απόκληρος γυρίζω", αν δε φοβόταν μην ακούσει τα ίδια και χειρότερα με το γγ (για το χοντρό, που χορεύει, ενώ ο κόσμος καίγεται, κτλ). Και τέλος πάντων, μπορεί να μη γνωρίζει τόόσο πολλά, όπως ποιος είναι αυτός ο Πειραιάς και αυτή η Ακρόπολη, αλλά η βασική του δυσκολία είναι να καταλάβει το καταστατικό και τους κανονισμούς που επικρατούν σε αυτή τη χώρα για τις χύτρες, με τις διάφορες περίεργες απαγορεύσεις. Οι οποίες επηρεάζουν άμεσα τον ψυχισμό του, οδηγώντας τον στην αμέσως επόμενη ιστορία (με βάση την κανονική, γαλλική σειρά) στο κυνήγι του χρήματος, για να γεμίσει με λεφτά μια χύτρα.
Κανείς όμως δεν είναι πιο ευαίσθητος από ένα κοπάδι αγριογούρουνα (ο ορισμός του Πανοραμίξ για τη φράση "ένα σωστό διαιτολόγιο" για τους αθλητές), που αν δεν τραφούν με τη σειρά τους σωστά, θα επηρεάσουν την απόδοση των διαγωνιζόμενων. Οι Γαλάτες το γνωρίζουν πολύ καλά και προχωρούν σε μια υποδειγματική (αυτο)κριτική για τα αίτια της ήττας του Αστερίξ, που τα διερευνά σε βάθος, χωρίς να ψάχνει για δικαιολογίες.
Τα αγριογούρουνα έφαγαν κάτι αηδίες, ο αγωνιστικός χώρος ήταν βαρύς, όπως και το κλίμα, και το κοινό ήταν πολύ πιο ευγενές παλιότερα -στα χρόνια του Μαθουσαλίξ.
Πάνω κάτω δηλ οι αιτίες της διάλυσης της Σοβιετίας που αγαπήσαμε. Υπόδειγμα (αυτο)κριτικής για κάθε σφο-κομμουνιστή.
Η διεισδυτική ματιά του Γκοσινί -χωρίς να κάνει κάποια σπουδαία κοινωνική ανάλυση από ταξική σκοπιά- εντοπίζει ένα βασικό χαρακτηριστικό της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας όπου σχεδόν όλα λειτουργούν με βάση τους γνωστούς, τους κολλητούς και τους συγγενείς, και περιστρέφονται γύρω από το φαΐ (όταν δεν είναι μέλανας ζωμός) και τη νυχτερινή διασκέδαση.
Κι ο Αστερίξ βγαίνει κατά μία έννοια πατριωτάκι, με την έννοια του Ρωμιού (δηλ του απόγονου των Ρωμαίων ή μάλλον της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας). Κι η ρωμαϊκή του καρδιά ξεσπά κι αγανακτεί, βλέποντας να αμφισβητούν τη... ρωμιοσύνη του, αφού οι Ρωμαίοι είχαν κατακτήσει (σχεδόν όλη) τη Γαλατία (μετά από την Αλεζία-Βάρκιζα, όπου ο Βερσινζετορίξ πέταξε τα όπλα του -πάνω- στα πόδια του Καίσαρα) και μόνο αυτοί είχαν δικαίωμα συμμετοχής στους αγώνες, εκτός από τους Έλληνες.
Μια αντίδραση, που στην υπερβολή της, θυμίζει κάτι από το πανηγυράκι του "μένουμε Ευρώπη" κι όσους μαζεύτηκαν για να διαδηλώσουν την ευρωπαϊκή (και όχι στενά εθνική) τους συνείδηση. Που θεωρητικά υπερβαίνει το έθνος-κράτος και το στείρο εθνικισμό, αλλά στην πράξη αποτελεί την άλλη πλευρά του ίδιου νομίσματος, και κατορθώνει να είναι το ίδιο ηλίθια και μεγαλοϊδεατική, από τους ίδιους ανθρώπους που τον περασμένο αιώνα μας εκτελούσαν ως απάτριδες (επειδή υπερασπιστήκαμε την πατρίδα από τους κατακτητές). Κι είναι τόσο κιτς βαρβαρισμός, που νομίζω πως ακόμα και οι Βησιγότθοι -που έδιωξε ο Κακοφωνίξ με τη μουσική του- θα αγανακτούσαν και θα έφευγαν.
Στην ιστορία θίγονται επίσης:
-το αθάνατο ολυμπιακό πνεύμα, του οπαδού που -όπως κι ο Μαζεστίξ- καταλαβαίνει τον αθλητισμό, χωρίς αβεβαιότητες.
-ο σεξισμός με τον αποκλεισμό των γυναικών από τους αγώνες (συμμετοχή και παρακολούθηση) που δεν έσπασε τόσο απότομα κι "αυτονόητα", όπως πιστεύεται ίσως, στη σύγχρονη εκδοχή τους.
-ο νόμος του Μέρφι με το μπάνιο του Μαζεστίξ, που ταλαιπωρεί -φαντάζομαι- κι άλλους σφους, καθώς κάθε φορά που μπαίνουν στη μπανιέρα (ή τη σκάφη, ό,τι προτιμά ο καθένας), κάτι τυχαίνει και τους διακόπτει. Τα ίδια και πέρσι, τα ίδια και πρόπερσι... (να δούμε φέτος αν θα σταθούμε πιο τυχεροί).
-και ένα καυστικό σχόλιο για το πώς κατακτιούνται τα μετάλλια, που σε πλήρη εναρμόνιση με τη σύζυγο του Καίσαρα, πρέπει να φαίνονται τίμια (προς τα έξω), χωρίς να είναι απαραίτητα τέτοια (και πιθανότατα δεν είναι).
Το τέλος βρίσκει το σφο αναγνώστη ασφαλώς ευχαριστημένο. Πιο ευχαριστημένο από τον (για μια και μοναδική φορά) Καίσαρα, που του έφεραν έναν κότινο -για να χαρεί κι αυτός- ο Μούσκουλους κι ο Ντουβάριους. Και σε φρενήρες σχεδόν παραλήρημα χαράς, σαν τους δύο Κολοσσούς της Ρόδου, μετά το συναπάντημά τους με τον Οβελίξ: α-χα, α-χα. Με τέτοιο ηθικό, που του έρχεται να πάρει μια σκούπα και να τα σαρώσει σχεδόν όλα, προσέχοντας να κάνει καλά τις γωνίες (όπως ο Λένιν στην αφίσα που σαρώνει τους καπιταλιστές από την υδρόγειο).
Η ιστορία ξεκινάει με γκολ από τα αποδυτήρια, ήδη από τη δεύτερη σελίδα, δίνοντας απάντηση στο προαιώνιο υπαρξιακό (κι επαναστατικό) ερώτημα "τι να κάνουμε", που το έθεσε με άλλο τρόπο στην εποχή τους ο Λένιν και λίγο πριν, ο Τσερνισέφσκι. Κι η απάντηση του σφου Οβελίξ είναι: τη σούπα με τα μανιτάρια. Αν κι είναι πολύ λογικό να υπάρχουν διαφορετικές προσεγγίσεις στους Γαλάτες, για ένα τόσο κομβικό ζήτημα της επαναστατικής θεωρίας. Κι έτσι να γίνονται από δέκα γαλατικά χωριά χωριάτες, όπως στις μικρές οργανώσεις-γκρούπες του εξωκοινοβουλίου, όπου δε βρίσκουν συχνά Ρωμαίους να εκτονωθούν, και πλακώνονται μεταξύ τους, για να μονιάσουν αργότερα. Και μπορεί κάποια στελέχη τους να απολαμβάνουν την καθολική αναγνώριση των σφων τους που τους θεωρούν ένα είδος δρουίδη του ριζοσπαστικού κινήματος, αλλά δεν έχουν έτοιμη την παραμικρή συνταγή, όχι μόνο για την κοινωνία του μέλλοντος, αλλά -προπαντός- για το μαγικό ζωμό. Κι αυτή είναι μια μικρή σημαντική λεπτομέρεια, που τείνουν να ξεχνάνε, όταν πηγαίνουν για... "σύγκρουση", πχ με τα ΜΑΤ ή με τον τοίχο απέναντι.
Το βασικό πάντως είναι να ξέρεις γιατί αγωνίζεσαι, όπως σημειώνει πολύ σωστά ο σφος Οβελίξ. Που νευριάζει., γιατί δεν του εξηγεί ποτέ κανείς τίποτα, γιατί κανείς δεν εχτιμά (έτσι, με "χ" είναι και στο πρωτότυπο) την πανουργία του με τη χύτρα ή όταν του πετάνε κλαριά στο δάσος κι αυτός απαντά με κορμούς δέντρων, για λόγους ισότητας και παραδειγματισμού και όταν τον αποκαλούν "χοντρό" ενώ στην πραγματικότητα έχει απλώς χαμηλό στήθος. Και φυσικά γιατί δεν του δίνουν ποτέ να πιει λίγο μαγικό ζωμό, λες κι είναι απόκληρος σφος β' κατηγορίας, και στο Φεστιβάλ θα μπορούσε να χορέψει ζεμπεκιά το "σαν απόκληρος γυρίζω", αν δε φοβόταν μην ακούσει τα ίδια και χειρότερα με το γγ (για το χοντρό, που χορεύει, ενώ ο κόσμος καίγεται, κτλ). Και τέλος πάντων, μπορεί να μη γνωρίζει τόόσο πολλά, όπως ποιος είναι αυτός ο Πειραιάς και αυτή η Ακρόπολη, αλλά η βασική του δυσκολία είναι να καταλάβει το καταστατικό και τους κανονισμούς που επικρατούν σε αυτή τη χώρα για τις χύτρες, με τις διάφορες περίεργες απαγορεύσεις. Οι οποίες επηρεάζουν άμεσα τον ψυχισμό του, οδηγώντας τον στην αμέσως επόμενη ιστορία (με βάση την κανονική, γαλλική σειρά) στο κυνήγι του χρήματος, για να γεμίσει με λεφτά μια χύτρα.
Κανείς όμως δεν είναι πιο ευαίσθητος από ένα κοπάδι αγριογούρουνα (ο ορισμός του Πανοραμίξ για τη φράση "ένα σωστό διαιτολόγιο" για τους αθλητές), που αν δεν τραφούν με τη σειρά τους σωστά, θα επηρεάσουν την απόδοση των διαγωνιζόμενων. Οι Γαλάτες το γνωρίζουν πολύ καλά και προχωρούν σε μια υποδειγματική (αυτο)κριτική για τα αίτια της ήττας του Αστερίξ, που τα διερευνά σε βάθος, χωρίς να ψάχνει για δικαιολογίες.
Τα αγριογούρουνα έφαγαν κάτι αηδίες, ο αγωνιστικός χώρος ήταν βαρύς, όπως και το κλίμα, και το κοινό ήταν πολύ πιο ευγενές παλιότερα -στα χρόνια του Μαθουσαλίξ.
Πάνω κάτω δηλ οι αιτίες της διάλυσης της Σοβιετίας που αγαπήσαμε. Υπόδειγμα (αυτο)κριτικής για κάθε σφο-κομμουνιστή.
Η διεισδυτική ματιά του Γκοσινί -χωρίς να κάνει κάποια σπουδαία κοινωνική ανάλυση από ταξική σκοπιά- εντοπίζει ένα βασικό χαρακτηριστικό της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας όπου σχεδόν όλα λειτουργούν με βάση τους γνωστούς, τους κολλητούς και τους συγγενείς, και περιστρέφονται γύρω από το φαΐ (όταν δεν είναι μέλανας ζωμός) και τη νυχτερινή διασκέδαση.
Κι ο Αστερίξ βγαίνει κατά μία έννοια πατριωτάκι, με την έννοια του Ρωμιού (δηλ του απόγονου των Ρωμαίων ή μάλλον της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας). Κι η ρωμαϊκή του καρδιά ξεσπά κι αγανακτεί, βλέποντας να αμφισβητούν τη... ρωμιοσύνη του, αφού οι Ρωμαίοι είχαν κατακτήσει (σχεδόν όλη) τη Γαλατία (μετά από την Αλεζία-Βάρκιζα, όπου ο Βερσινζετορίξ πέταξε τα όπλα του -πάνω- στα πόδια του Καίσαρα) και μόνο αυτοί είχαν δικαίωμα συμμετοχής στους αγώνες, εκτός από τους Έλληνες.
Μια αντίδραση, που στην υπερβολή της, θυμίζει κάτι από το πανηγυράκι του "μένουμε Ευρώπη" κι όσους μαζεύτηκαν για να διαδηλώσουν την ευρωπαϊκή (και όχι στενά εθνική) τους συνείδηση. Που θεωρητικά υπερβαίνει το έθνος-κράτος και το στείρο εθνικισμό, αλλά στην πράξη αποτελεί την άλλη πλευρά του ίδιου νομίσματος, και κατορθώνει να είναι το ίδιο ηλίθια και μεγαλοϊδεατική, από τους ίδιους ανθρώπους που τον περασμένο αιώνα μας εκτελούσαν ως απάτριδες (επειδή υπερασπιστήκαμε την πατρίδα από τους κατακτητές). Κι είναι τόσο κιτς βαρβαρισμός, που νομίζω πως ακόμα και οι Βησιγότθοι -που έδιωξε ο Κακοφωνίξ με τη μουσική του- θα αγανακτούσαν και θα έφευγαν.
Στην ιστορία θίγονται επίσης:
-το αθάνατο ολυμπιακό πνεύμα, του οπαδού που -όπως κι ο Μαζεστίξ- καταλαβαίνει τον αθλητισμό, χωρίς αβεβαιότητες.
-ο σεξισμός με τον αποκλεισμό των γυναικών από τους αγώνες (συμμετοχή και παρακολούθηση) που δεν έσπασε τόσο απότομα κι "αυτονόητα", όπως πιστεύεται ίσως, στη σύγχρονη εκδοχή τους.
-ο νόμος του Μέρφι με το μπάνιο του Μαζεστίξ, που ταλαιπωρεί -φαντάζομαι- κι άλλους σφους, καθώς κάθε φορά που μπαίνουν στη μπανιέρα (ή τη σκάφη, ό,τι προτιμά ο καθένας), κάτι τυχαίνει και τους διακόπτει. Τα ίδια και πέρσι, τα ίδια και πρόπερσι... (να δούμε φέτος αν θα σταθούμε πιο τυχεροί).
-και ένα καυστικό σχόλιο για το πώς κατακτιούνται τα μετάλλια, που σε πλήρη εναρμόνιση με τη σύζυγο του Καίσαρα, πρέπει να φαίνονται τίμια (προς τα έξω), χωρίς να είναι απαραίτητα τέτοια (και πιθανότατα δεν είναι).
Το τέλος βρίσκει το σφο αναγνώστη ασφαλώς ευχαριστημένο. Πιο ευχαριστημένο από τον (για μια και μοναδική φορά) Καίσαρα, που του έφεραν έναν κότινο -για να χαρεί κι αυτός- ο Μούσκουλους κι ο Ντουβάριους. Και σε φρενήρες σχεδόν παραλήρημα χαράς, σαν τους δύο Κολοσσούς της Ρόδου, μετά το συναπάντημά τους με τον Οβελίξ: α-χα, α-χα. Με τέτοιο ηθικό, που του έρχεται να πάρει μια σκούπα και να τα σαρώσει σχεδόν όλα, προσέχοντας να κάνει καλά τις γωνίες (όπως ο Λένιν στην αφίσα που σαρώνει τους καπιταλιστές από την υδρόγειο).
28 σχόλια:
Αγαπημένο τεύχος! Με την ευκαιρία σφδρπανε πρέπει να διαβάσεις το νέο τεύχος Αστερίξ που μόλις κυκλοφόρησε στην Ελλάδα, "ο πάπυρος του Καίσαρα". Αυθεντικό χιούμορ Αστερίξ από τα παλιά από το νέο δίδυμο των δημιουργών (Φερί-Κονράντ), ήταν σαν να διαβάζω πάλι Γκοσινί, αρκετά συγκινητικό για τους παλιούς φίλους του Γαλάτη. Η ιστορία θίγει σύγχρονα ζητήματα (των πόλεμο πληροφοριών, την επικοινωνία, την προπαγάνδα, τα tweets). Περιμένω ανάλυσή σου οπωσδήποτε
φάνης
trivia από το "αστερίξ ολυμπιονίκης": το μαγαζί στην Πλάκα που ξεφαντώνουν οι γαλάτες κάποιο βράδυ λέγεται "ο χημικός".
ΑΧΠ
Όντως από τα καλύτερα τεύχη το συγκεκριμένο.
Τον Πάπυρο του Καίσαρα τον έχω διαβάσει κι έχω γράψει κάτι σχετικά (αλλά σε διαφορετικό στιλ) εδώ
http://atexnos.gr/o-papyros-toy-kaisara/
Όπως θα διαβάσεις, συμμερίζομαι τη συγκίνηση, αλλά εν μέρει μόνο.
Δεν ξέρω αν το έχεις προλάβει, αλλά μπορείς να διαβάσεις μια παλιότερη "ανάλυση" για το Οβελίξ και ΣΙΑ, εδώ
http://sfyrodrepano.blogspot.gr/2011/10/blog-post_12.html
ΑΧΠ, δεν ξέρω αν έχουμε διαφορετικές εκδόσεις-μεταφράσεις, ή αν μου διαφεύγει κάτι από τα συμφραζόμενα στο σχόλιό σου, αλλά το μαγαζί θυμάμαι να λέγεται invinoveritas (στον οίνο η αλήθεια).
Και μερικά γλωσσοεκπαιδευτικά.
Το σωστό είναι: in vino veritas, τρεις λέξεις, η μετάφραση είναι σωστή. Όπως και μια σειρά άλλα λατινικά ρητά έχει κι αυτό αρχαία ελληνική ρίζα, αφού ανάγεται στον Αλκαίο: Οἶνος, ὦ φίλε παῖ, καὶ ἀλάθεα (fr. 366 Voigt). Το ποίημα, από το οποίο προέρχεται το απόσπασμα, έχει χαθεί και δεν ξέρουμε τίποτα σχετικά μ’ αυτό· το απόσπασμα διασώζει ένα πολύ μεταγενέστερο σχόλιο στο «Συμπόσιο» του Πλάτωνα. Συμβουλεύω όσους κι όσες τους/τις φέρει ο δρόμος τους στο Μόναχο και διαθέτουν τον απαραίτητο χρόνο, να μην παραλείψουν να επισκεφθούν το εκεί αρχαιολογικό μουσείο για να θαυμάσουν τη μοναδική από την αρχαιότητα απεικόνιση του μεγάλου αυτού ποιητή (μαζί με τη συμπατριώτισσά του Σαπφώ, τη μεγαλύτερη ποιήτρια της Αρχαίας Ελλάδας) σε ερυθρόμορφο αττικό «κάλαθο» (είδος αγγείου που χρησιμοποιούσαν οι αρχαίοι και ως κρατήρα για να ανακατεύουν το κρασί με νερό) που αποδίδεται με βάση την τεχνοτροπία στο διάσημο αγγειοπλάστη Βρύγο ή στο εργαστήριό του.
Μετάφραση του κειμένου της σοβιετικής αφίσας: Тов. Ленин ОЧИЩАЕТ землю от нечисти. Ο σ. Λένιν ΚΑΘΑΡΙΖΕΙ τη γη από την ακαθαρσία.
Παρατηρητικός
Προφανώς και είναι τρεις λέξεις, αλλά στον τίτλο του μαγαζιού είναι κολλητές, όλες μαζί, σαν μία. Δεν ξέρω αν στα μάτια του Γάλλου Γκοσινί, έμοιαζαν σαν ελληνικό επίθετο το Ινβινοβέριτας (λόγω της κατάληξής του) και για αυτό τις έβαλε έτσι.
Όχι, έχεις δίκιο, Μπρεζνιεφικό Απολίθωμα, τώρα που το ξανασκέφτομαι. «Κολλάει» ο Γκοσινί ὀρθῶς πράττων τις τρεις λέξεις μαζί, γιατί οι αρχαίοι (Έλληνες και Ρωμαίοι κυρίως, αλλά και άλλοι) σπανιότατα χώριζαν τις λέξεις τη μια από την άλλη όταν έγραφαν (μια βόλτα στο Επιγραφικό Μουσείο που βρίσκεται δίπλα στο Αρχαιολογικό αξίζει πάντα, έτσι για να δούμε πώς έγραφαν στην πέτρα και στο μάρμαρο οι αρχαίοι Έλληνες). Έχουμε δηλαδή τη λεγόμενη στην επιστημονική ορολογία «συνεχή γραφή» (scriptio continua) που σοφά αναπαράγει ο Γκοσινί. Μόλις προκάνω θα ρίξω μια ματιά στο συγκεκριμένο τεύχος, γιατί δεν θυμάμαι ακριβώς αυτή την εικόνα.
Παρατηρητικός
"Ο Χημικός"!
οκτ. 1982, εκδότης Ψαρόπουλος (anglo-hellenic agency), μεταφραστικό τμήμα: Χιόνης.
ενώ ο τίτλος είναι "ο αστερίξ ΟΛΥΜΠΙΟΝΙΚΗΣ"
ΑΧΠ
http://sfyrodrepano.blogspot.gr/2015/03/blog-post_23.html?showComment=1439806983974#c1330444753308426036
Εδώ μπορείτε να διαβάσετε ένα σχόλιο της Μαραντέι, το οποίο υποθέτω πως έχει αφήσει κι αλλού, αλλά ο ΝΣ επέμεινε να αγνοεί σε μεταγενέστερες αναρτήσεις του, που μιλούσε για τις επιλογές των μεταφραστών.
Παρεμπιπτόντως, Φάνη, μπορείς να διαβάσεις κι αυτήν την ανάρτηση, έχει διάφορους συνειρμούς, τραβηγμένους από τα μαλλιά (και τα μυαλά) ίσως, αλλά νομίζω ανεκτούς για τους φανατικούς του είδους.
Ακόμα και στις πιο πρόσφατες αναρτήσεις, καταφέρνεις να πεις στην ίδια παράγραφο κάτι και το αντίθετό του.
Αρχικά λες ότι ο δεύτερος μεταφραστής αισθάνεται ίσως αναγκασμένος να διαφοροποιηθεί από τον πρώτο. Αμέσως μετά σημειώνεις πως η Μαραντέι σχολίασε, για να πει ότι δεν έκανε κάτι τέτοιο.
Όπως τα βάζεις δηλ, είναι σαν την ατάκα του Χάρρυ Κλυνν ως αστυνόμου Μπέκα: ας το πιστέψω...
Για το 'μαγικό φίλτρο' η πρωτότυπη έκφραση είναι potion magique. Potion θα πει κάτι σαν φάρμακο, καταπότι θα λέγαμε, οπωσδήποτε όχι ζωμός (http://www.cnrtl.fr/definition/potion). Ο όρος 'μαγικό φίλτρο' εξάλλου δεν επινοήθηκε με τις μεταφράσεις του Αστερίξ αλλά προϋπήρχε. Μαγικό ζωμό θα το πεις μόνο αν θέλεις να διαφοροποιηθείς από προηγούμενες μεταφράσεις. Όπως και τον δρυίδη μόνο τότε τον κάνεις δρουίδη.
Όσο για το invinoveritas δεν νομίζω ότι πρόκειται για απόδοση σε συνεχή γραφή. Ο Γκοσινί κατασκευάζει πολλά ονόματα από φράσεις. Πρόχειρα αναφέρω: Ιντεφίξ (Idéfix=idée fixe δηλαδή έμμονη ιδέα) ή Numérobis=numéro bis ο αρχιτέκτονας στην Κλεοπάτρα, ή στον Γύρο της Γαλατίας ο επιθεωρητής Fluerdelotus=fleur de lotus, άνθος του λωτού. Πράγμα που πέρασε και στις μεταφράσεις π.χ. ο Θαμασφαειοκατωκοσμοσόλους (δεν θυμάμαι σε ποιό επεισόδιο).
Ανίδεος
Αραγε υπαρχουν αναλογες διαφορες στα Λουκυ Λουκ,αναμεσα στους 3 διαφορετικους εκδοτες? (Στρατακης,Ψαροπουλος,Μαμουθ).
Θυμαμαι τα Μικυ Μαους πριν το 90 εγραφαν το Νταιζυ ή το Γκουφυ με ητα στο τελος αντι για υψιλον.
*στρατικης οχι στρατακης
Καθώς το θέμα της «συνεχούς γραφής» των αρχαίων Ελλήνων και Ρωμαίων είναι αρκετά πολύπλοκο και κάπως μεγάλο σε έκταση για να αναπτυχθεί στα πλαίσια ενός σχολίου σ’ αυτό το νήμα, περιορίζομαι, επειδή εκφράστηκε κάποια ένσταση στην ερμηνεία που έδωσα προηγουμένως, να σημειώσω και τα εξής. Βέβαια δεν είναι ο Γκοσινί ο πρώτος που «κατασκευάζει ονόματα από φράσεις»· μια ματιά στον Αριστοφάνη πείθει για το αντίθετο. Αυτό που υποστηρίζω ―και επιμένω― είναι ότι ο Γκοσινί δεν είναι άμοιρος αρχαιογνωσίας και προσλαμβάνει έξυπνα και σοφά συνήθειες των αρχαίων λαών είτε Έλληνες είναι αυτοί είτε Ρωμαίοι είτε Γαλάτες. Έπειτα φαίνεται να έχει επηρεαστεί ο Γκοσινί κι από τα για τα ελληνικά και λατινικά πρότυπα πολυσύλλαβα κελτικά ονόματα προσώπων και τοποθεσιών· όποιος ή όποια έχει βρεθεί στην Ουαλία όπου οι επιγραφές των τοπωνυμίων είναι δίγλωσσες πείθεται και γι’ αυτό. Κάπου εκεί μεταξύ «συνεχούς γραφής», αριστοφανικών συνθέτων και κελτικού πολυσυλλαβισμού στα τοπωνύμια βλέπω την εξήγηση· κι έπειτα μην ξεχνάμε ότι η γαλατική (στη Νότια Εντεύθεν των Άλπεων Γαλατία) γραφόταν, όπως δείχνουν και τα αρχαιολογικά ευρήματα, πριν την κατάκτηση της χώρας από τους Ρωμαίους με το ελληνικό αλφάβητο (το λεγόμενο ανατολικό) και σε «συνεχή γραφή» (βλ. π. χ. την αναθηματική επιγραφή του Σεγόμαρου στο Recueil des Inscriptions Gauloises, Τόμος πρώτος, Παρίσι 1985, G 172, η οποία υπάρχει σε φωτογραφία στο διαδίκτυο).
Παρατηρητικός
Παρατηρητικέ θέλω να επισημάνω τα εξής: Να μη μπερδεύουμε τα πολυσύλλαβα ονόματα με αυτά που για το αστείο του πράγματος αποτελούν συγκόλληση πολλών λέξεων. Ισχυρίζομαι δηλαδή (χρησιμοποιώ τα ελληνικά παραδείγματα για να είμαι κατανοητός σε όλους) ότι ο Θαμασφαειοκατωκοσμοσόλους είναι μια λέξη και όχι οι λέξεις 'Θα μας φάει ο κάτω κόσμος όλους' με συνεχή γραφή. Επίσης αυτή την μανιέρα την ακολουθεί ο Γκοσινί και αλλού π.χ. Ιζνογκούντ (Is no good), Ιζνοσομπαντ (Is no so bad) και η ινδή Αμανπιαφταν (που δεν ξέρω το πρωτότυπο). Όσο για το invinoveritas όντως η εκδοχή της συνεχούς γραφής είναι σωστή μια και πρόκειται για επιγραφή. Δηλαδή είτε είχε στο μυαλό του ο Γκοσινί για όνομα του μαγαζιού τη φράση 'in vino veritas' είτε την μονοκόμματη λέξη έπρεπε αναγκαστικά να γράψει invinoveritas.
Συγγνώμη αλλά με περιμένει μια ψησταριά με κοψίδια απάνω της. Είναι ο φίλος μου ο Χοιρινοψησταρίδης που διοργανώνει αυτό το μικρό όργιο.
Ανίδεος
Τέλος πάντων, άκρη δεν βγαίνει πολλές φορές στην κουβέντα, θα την κλείσω από μεριάς μου με τρεις παρατηρήσεις.
Πρώτη παρατήρηση είναι ότι βλέπω μια τάση να αγνοείται συνειδητά ή και ηθελημένα η αρχαιογνωσία του μακαρίτη του Γκοσινί κι αυτό δεν ανταποκρίνεται στα πράγματα. Έστω…
Δεύτερη παρατήρηση είναι για το αμίμητο του Σαραντάκου («πρόκειται για κατασκευή ονόματος που να μοιάζει με ελληνικό λόγω της κατάληξης σε -ας»). Τον πληροφορώ ότι η κατάληξη της ενικής γενικής της πρώτης κλίσης (χαρακτήρας του αρχικού θέματος ā) της γαλατικής (της Γαλατίας γιατί υπήρχε και γαλατική της Μικράς Ασίας) λήγει σε –iās / –ās (πρβ. την αρχαϊκή λατινική ενική γενική της επίσης πρώτης κλίσης (pater) familias, (mater) familias) κι επομένως κάλλιστα θα μπορούσε το invinoveritas να μοιάζει με κάποια «άγνωστη» γαλατική γενική κτητική, η οποία γενική κτητική συνηθίζεται (βλ. λ.χ. Αγγλία) ως ονομασία καπηλειών, ταβερνών κλπ. Ας είναι, τι να κάνουμε, Σαραντάκος είναι αυτός, χωρίς να πετάξει την μπαρούφα του δεν μπορεί…
Τρίτη παρατήρηση είναι για την ελληνική παροιμία που μάλλον προέκυψε από το στίχο του Αλκαίου, οφείλει να είναι η ελληνική πηγή για την προέλευση του λατινικού in vino veritas και την παραδίδει κι εξηγεί ο αρχαίος γραμματικός Διογενιανός (2ος μ. Χ. αιώνας) στη συντετμημένη μορφή για τις παροιμίες του μεγάλου του λεξικού: Ἐν οἴνῳ ἀλήθεια ] Παρόσον οἱ οἴνῳ χρώμενοι τὰ ἀπὸ καρδίας λαλοῦσιν. Στο πνεύμα του ξεφαντώματος των Γαλατών…
Καλό Δεκαπενταύγουστο!
Παρατηρητικός
"Ως προς το Invinoveritas, συμφωνώ με τον Ανίδεο, κατά τη γνώμη μου πρόκειται για κατασκευή ονόματος που να μοιάζει με ελληνικό λόγω της κατάληξης σε -ας."
Δεν θα ήθελα να το συνεχίσω, εξάλλου πρόκειται για μια χαλαρή καλοκαιρινή κουβεντούλα, αλλά εγώ δεν είπα αυτό που λέει παραπάνω ο κ. Ν.Σαρ.
Αφήστε με να χωνέψω τα παϊδάκια μου ρε παιδιά!
Ανίδεος
Και καλα χριστουγεννα
Πάντως, σύμφωνα με απολύτως διασταυρωμένες πληροφορίες,
(μεταφορικά: εκ του πρωτοτύπου μιλώντας),
ο "Χοιρινοψησταρίδης" έχει σαφώς ποντιακή καταγωγή, φίλε Ανίδεε...
Και προπάντων Καλό Πάσχα! Τον Σαραντάκο, αν θυμάμαι καλά, αλλού κι άλλοτε του τις είχε βρέξει άγρια αυτός που υπαινίσσεται και τον τσούζουν τόσο ακόμα οι καρπαζιές που είχε αρπάξει ώστε να τον βλέπει φάντασμα να τον κυνηγάει, χα, χα, χα! Ρε Σφυροδρέπανε, ρε παιδιά σας το ’πα και σ’ άλλο θρεντ: μη του δίνετε θάρρος του «Μεγάλου» γιατί δεν θα μας αφήσει να βάλουμε κοψίδι στο στόμα μας χρονιάρες μέρες! Το ξαναλέω: μας υποτιμάει εμάς τους «Λακεδαιμόνιους» ο «Μεγάλος» και σε καλό δεν του βγαίνει…
Θεομπαίχτης
Μονο εγω βρισκω τελειως ''καμενο'' να ανακατευουμε στην ιδια κουβεντα πολιτικα,φιλολογικα και κομικς?
Επισης,θα ελεγα ψεματα αν δεν εγραφα οτι βρισκω ολες αυτες τις φιλολογικες παρεμβασεις (οποιος και αν τις κανει) εκνευριστικες και ψυχαναγκαστικες.
Τελικά στο λαιμό μού κάθισε το κοψιδάκι που ’θελα ο δόλιος ν’ απολάψω! Ας όψεται ο «Μεγάλος» Σαραντάκος και τα αιώνια τερτίπιά του. Τεσπά, επειδή συνεχίζει να ξύνεται στην γκλίτσα του τσοπάνη και να μας υποτιμάει εμάς τους «Λακεδαιμόνιους» (γίναμε και «νοήμον κοινό» τρομάρα του!), εδώ ένα από τα πολλά άγρια ομαδικά κραξίματα που εισέπραξε εντελώς δικαιολογημένα πριν από τρία χρόνια
http://leninreloaded.blogspot.com/2013/07/1988.html?showComment=1374524016624#c2323769576389304072
όταν πήγε πάλι να το παίξει «έξυπνος» και «παντογνώστης». Υπάρχουν βέβαια κι άλλα, αλλά τέρμα για να βάλω με την ησυχία μου κάνα μεζέ στο στόμα μου!
Θεομπαίχτης
Οντως, "καλο πασχα", "τσουρεκια" που λενε....
Δημοσίευση σχολίου