Πέμπτη 30 Μαΐου 2024

Στο πανηγύρι αυτό που δεν έχει τελειωμό

Μη γράψεις σεντόνι πάλι, μόνο να το κουνάμε θέλουμε.
Καλά, περίμενε εσύ. Κουνημένε...

Η ταινία Polaroid του ’99 είναι το χίπστερ πριν το χίπστερ και το ΣΥΡΙΖΑ-Ποτάμι -που θα έκαναν κυβέρνηση αν δεν ήταν ο Καμμένος. Νοσταλγία για τον Πασχάλη και τα μιούζικαλ του Δαλιανίδη με ολίγη Plus Soda, επιθετική σάτιρα κατά του Μητροπάνου που δεν προλαβαίνει τραγουδώντας τη μουσική (και έκανε ανεξήγητα καριέρα ως περίπου Σαλονικιός αλλά τον θυμήθηκαν διάφοροι φίλοι γάβροι σε ένα παραληρηματικό προσκλητήριο νεκρών και ζωντανών), ντεμέκ αντίσταση με τη διάδοση ψευδών ειδήσεων αλά Λούθερ Μπλίσετ και εναγώνια αναζήτηση ενός ορισμού της συλλογικότητας. Για να καταλήξει εις εκ των πρωταγωνιστών, ψαγμένος φασαίος και ρέμπελος, ότι συλλογικότητα είναι ο τελικός του Μουντιάλ και τα εκατομμύρια που θα συντονιστούν στις οθόνες τους να τον δουν. Un, dos, tres, allez, allez, allez...

Κι όμως, υπάρχει λογικός πυρήνας σε όλα αυτά. Σε έναν κόσμο όπου το μοντέρνο το καθόριζαν οι ενιαίες αφηγήσεις, το κίνημα και τα κοινά βιώματα, σήμερα έχουμε πολλά μεταμοντέρνα θραύσματα, παράλληλους ατομικούς γαλαξίες που συμπίπτουν σπάνια και εξατομικευμένες εμπειρίες σε διάφορους χρόνους -τα λέει καλά τρολάροντας και ο Λαμπρόπουλος για τη διάρρηξη του κοινωνικού ιστού. Χωρίς γερό κίνημα, κραταιά τηλεόραση και μεγάλες αφηγήσεις, το μόνο μαζικό βίωμα, ως κοινό σημείο αναφοράς, μοιάζει να είναι τα μεγάλα αθλητικά γεγονότα -που τα βλέπουν και τα σχολιάζουν όλοι στον ίδιο χρόνο. Τραγικό; Ίσως. Κι αληθινό συνάμα. Αλλά πριν αρχίσεις να κουνάς το δάχτυλο στη μάζα -και εγώ μαζί σου- ας σκεφτούμε γιατί δεν την πείσαμε να κατέβει στον δρόμο για λόγους ταξικούς -και όχι μόνο. Να κάνουν ρίμα το Κουκουέ με τον Οφορίκουε στην πραγματική ζωή -και όχι στους στίχους των Χατζηφραγκέτα.

Πωπωπωπωπωπωπω, αχ τι κακό, τι κακό
Ω τι κόσμο θωρώ στο πανηγύρι αυτό
Στο πανηγύρι αυτό, στο πανηγύρι αυτό
Που δεν έχει τελειωμό
Για τον κάθε χάρτινο λαό.

Και αρχίζει ο πανζουρλισμός, φωνές, αγκαλιές, πυροτεχνήματα. Τόσες κόρνες και ούτε μια αφύπνιση. Τόσοι μουσάτοι και ούτε μία επανάσταση. Τόσοι μαλλιάδες και ούτε μία κούπα -για την Αργεντινή, παλιότερα. Τόσος κόσμος στον δρόμο και ούτε μια διαδήλωση. Τόσα πυροτεχνήματα στον ουρανό και ούτε μια έφοδος. Τόση ειρωνεία κι ούτε λίγη ενσυναίσθηση.


Σου λένε ότι είναι ευρωπαϊκός τελικός, εμπειρία ζωής, που δεν ξέρεις αν θα την ξαναζήσουμε. Και εσύ σκέφτεσαι πότε θα φλεβαρίσει και αν θα αξιωθούμε να ζήσουμε μια επανάσταση -ή θα μείνουμε με τον Δεκέμβρη και τους αγανακτισμένους ως «highlights». Κι οι συνθήκες ωρίμασαν σαν μήλο, που δεν πέφτει μόνο του παρά μόνο αν σαπίσει, για να βρούμε τον νόμο της βαρύτητας, το ιστορικό βάρος της αντεπανάστασης, τα βαρίδια και τις νομοτέλειες της ήττας.

Και αρχίζει ο διαγωνισμός γραφικότητας στις αναρτήσεις. Πάρε για τον θρίαμβο του Γόδα -αρχίζεις να πιστεύεις πως τον «σκότωσαν για το ποδόσφαιρο». Πάρε και για τον Φύσσα που πανηγυρίζει από ψηλά, μια no politica δικαίωση, μη σου πω μεγαλύτερη και από τις 7 Οκτώβρη. Να πούμε και για τον πρόεδρο, τον «εφοπλιστή της δημοκρατίας», που παλεύει την κυβέρνηση και το κατεστημένο. Για τον Σωκράτη που ήταν «δικό μας» προϊόν -της ΓΛΔ-, και τον μεγάλο περίπατο του μικρού Πέτρου, του αριστερού βιομήχανου που άνοιξε τον δρόμο για τον Κασσελάκη, που τελικά είναι πιο πειστικός σαν πολιτικός παρά σαν φίλαθλος.

Να διαγράψεις όλους τους γκαβλωμένους οπαδούς με τις γραφικές αναρτήσεις; Τότε θα μείνεις χωρίς φίλους -και ποιος σου λέει ότι είχες ποτέ;- και το χειρότερο, χωρίς συντρόφους. Πάλι καλά που δε βγάλαμε ανακοίνωση για συγχαρητήρια -μείναμε σε μια ξερή δήλωση του ΓΓ. Και ποιος θα μιλήσει για τα γελοία «μέτρα ασφαλείας» (πήρανε για την αναπνοή μου), την πολιορκημένη πόλη, τα σχολεία που έκλεισαν για να γίνουν πάρκινγκ, τα αποκλεισμένα προάστια που έμειναν χωρίς συγκοινωνία, τις ασκήσεις εκκένωσης και την απαγόρευση συναθροίσεων που θύμισε καραντίνα;

Πάρε και ένα πανό «λευτεριά στα αδέρφια μας» -που το βλέπεις σε κάθε γήπεδο, σε διάφορα χρώματα για υπαλλήλους και μαφιόζους του υπόκοσμου. Κι αναρωτιέσαι ποιος θα ελευθερώσει τα δικά μας ταξικά αδέλφια -και εμάς μαζί- από την οπαδική αρρώστια και τα ξόρκια του προέδρου.

Πάρε κι όσους κιτρίνιζαν απ’ το κακό τους για τα ιερά και όσια, τα «πάτρια εδάφη» του προέδρου και τη νέα άλωση, της Αγιασοφιάς, της (ο)παπαρίνας της καλής. «Όχι στο σπίτι μας» σου έλεγαν, που το μαγάρισαν οι (μ)αγαρηνοί ελΚαμπήδες και οι ορδές των βαρβάρων. Εντάξει να μένεις άστεγος από τον Γρανίτσα ή τους πλειστηριασμούς, αλλά όχι αυτό...


Μα στη βλακεία δε χωράνε οπαδικά. Είχε προηγηθεί το πράσινο τριήμερο. Βουντού-βουντού, μαγικός τελικός Κυπέλλου, η Φραπάρ να σφυρίζει σαν Ελληνίδα, ο Κομπότης στις κερκίδες, τελικός για κολλύριο, μπλουζάκια football is life, και εσύ να σκέφτεσαι να αυτοκτονήσεις από ανία. Μαγικό φινάλε, ο Καρυπίδης ξεκίνησε την καταδίωξη σαν «Σούπερ Αγόρι», ο Αλαφούζος αποθεώθηκε σε άδειο γήπεδο. Μαγεία που θα ζήλευε και η λούμπεν αστική τάξη της χώρας μας (ο Τράκης), μοναδικές στιγμές που μόνο ένα σύστημα σε σήψη μπορεί να προσφέρει.

Πάρε και τα αθάνατα κλισέ για την Ελλάδα που ποτέ δεν πεθαίνει, που νικά και προοδεύει και ξανά προς τη δόξα τραβά. Τι τραβάμε κι εμείς τα δοξασμένα έθνη! Μα δεν είναι ένα κλικ μπροστά (σε θέση οφσάιντ) όσοι ξεφεύγουν από αυτό το «εθνικό σχήμα» της αταξικής ενότητας; Όχι, σιγά μην είναι έτοιμοι και για εμφύλιο πόλεμο. Τσιμπάν την ίδια ενότητα για την ομάδα τους. «Εδώ είμαστε όλοι μια οικογένεια», σε αυτά δε χωράνε ταξικά (πρόσημα).

Κι αρχίζουν όλοι μαζί τον σκυλοκαβγά για την αξία της διοργάνωσης. Αν ήταν Αστερίξ, θα ήταν εκείνο το επιπλέον άθλημα που επινόησαν οι Ελλανοδίκες, για να πάρουν και οι Ρωμαίοι έναν χρυσό κότινο και να μη βουλιάξουν στην παρακμή τους. Αλλά είναι η ΟΥΕΦΑ που θέλει εκατοντάδες αγώνες μέχρι τελικής πτώσης και οι μελλοθάνατοι σε χαιρετούν. Και τις βάζουν κάτω να τις μετρήσουν, τις κούπες και τη βλακεία που μας δέρνει. Αν είναι κούπα από πορσελάνη ή Milko cup και όσα δε φτάνει η αλεπού. Κι εσύ μετράς το μπόι σου που πόντο-πόντο χάνεις (1 μέτρο και ένα Μίλκο) κι αν σου φτάνουν τα ψιλά για ένα κακάο -εδώ όλα Μίλκο τα λένε, πχ Μίλκο με ΤΟΠΙΝΩ, όπως λένε σουβλάκι με γύρο.

Δύο πράγματα είναι άπειρα στο φίλαθλο σύμπαν. Το μεγαλείο - οι τίτλοι της διαπλανητικής ομαδάρας. Και η καφρίλα του μέσου οπαδού -οργανωμένη και μη. Και για το πρώτο δεν είμαι και πολύ σίγουρος. Έχουμε τέτοιο επίπεδο τοξικότητας κι αταξικότητας, που να μην αντέχεις καν τους συντρόφους σου στα ΜΚΔ -κι αυτοί εσένα. Ο αναμάρτητος πρώτος τον λίθο βαλέτω. Θρύψαλα τα τζάμια στον ηλεκτρικό... Έχε χάρη που σταμάτησε από τις 5 το απόγευμα.

Ο οπαδισμός είναι ένας μικρός εθνικισμός, που αποκλείει όλους τους άλλους. Μπορείς να τον βρεις σε ήπιες μορφές, αλλά μην πέσεις απ’ τα σύννεφα όταν αρχίσει ο πόλεμος -και δεν είναι ταξικός. Το ζητούμενο είναι να αγαπάς την ομάδα σου και να μάθεις να σέβεσαι τις υπόλοιπες -τον πολιτισμό τους και τα έθιμά τους. Κι ίσως μια μέρα καταργηθούν τα σύνορα και τα κάγκελα (παντού) και ζήσουμε ειρηνικά. Προλετάριοι όλων των πετάλων ενωθείτε!

Αλλά η πολιτική σκέψη των περισσότερων δεν κάνει μεγάλα άλματα και φτάνει ως τα συνθήματα. Πχ «κάθε ήττα του Ολυμπιακού είναι μια νίκη της ανθρωπότητας». Κι εγώ είχα γράψει κάποτε ότι «έχει πάντα πλάκα να βλέπεις τις ΗΠΑ να χάνουν» -στους Ολυμπιακούς αγώνες. Αλλά αυτό έχει πολύ χαμηλό ταβάνι -πχ ένα μέτωπο με τη Ρωσία, που την έχουν πετάξει έξω από κάθε διοργάνωση, για να μας κάνουν με το ζόρι να πιστέψουμε ότι είναι η Σοβιετία της εποχής μας.

Μα δε βλέπεις τίποτα θετικό; Αντιθέτως! Βλέπω δάκρυα χαράς, αγνή συγκίνηση, την ωραία ιστορία του Μεντιλίμπαρ, τον μικρό Γιαννάκη με το κασκόλ του ΠΑΟΚ στο καροτσάκι, τα μπουκέτα -χωρίς ξύλο- στο σημείο που δολοφόνησαν τον Μιχάλη, τον 87χρονο Υφαντή να κάνει σαν μικρό παιδί. Ο αθλητισμός έχει πάντα τις πιο ωραίες ιστορίες, από αυτές που θα λέμε στα παιδιά μας για να μεγαλώσουν στην κοιλάδα των δακρύων. Αλλά τα σπορ είναι μια άλλη ιστορία, στην εκδοχή του επαγγελματικού αθλητισμού, που βγάζει κέρδη σκοτώνοντας συναισθήματα.

Η χαρά του οπαδού είναι ιερή. Είναι το δικαίωμα στην παιδικότητα, όταν όλα έμοιαζαν αθώα και αληθινά, όταν δεν υπήρχε τίποτα να τα μουντζουρώσει. Όταν είχαμε το άλλοθι της ηλικίας και το δικαίωμα στην αφέλεια. Όταν δε νιώθαμε φόβο -γιατί δε ξέραμε τι γίνεται- και μπορούσαμε να δούμε όλοι μαζί έναν αγώνα. Όταν δεν ευχόμασταν να ψοφήσει η κατσίκα του γείτονα και να μην πάρει τίτλους. Όταν μια αθλητική εφημερίδα και ένα κακάο το πρωί μπορούσε να σου φτιάξει τη διάθεση. Σπορτάιμ ή Φίλαθλος, Φως-Ώρα ή Ηχώ, δεν έχει σημασία, αρκεί να μην ήταν Μίλκο το κακάο. ΤΟΠΙΝΩ ή ΑΓΝΟ ή Κουκάκη ή ΛΥΚΑΣ ή Ροδοπάκι -ό,τι θες από Τέμπη και πάνω, σε αυτά δε χωράνε οπαδικά.

Είναι δείγμα πολιτισμού (ή βαρβαρότητας) πώς πανηγυρίζουμε, πώς δεχόμαστε τους πανηγυρισμούς των άλλων. Είναι δείγμα υγείας το έξυπνο σύνθημα, η ευρηματική καζούρα, ακόμα και η αγάπη για μια ομάδα -όσο δεν μπορείς να φτάσεις πιο σύνθετα ιδανικά.

Αρχίζεις να χάνεις την μπάλα όταν αγχώνεσαι, στενοχωριέσαι και χάνεις τον ύπνο σου, τη διάθεσή σου. Όταν επηρεάζει σοβαρά την καθημερινότητά σου, κάτι που δεν την αλλάζει στο παραμικρό. Το χάνεις εντελώς όταν αρχίζεις να σπαταλάς μπόλικη φαιά ουσία, για να δώσεις άλλοθι στον εαυτό σου, να πασπαλίσεις με ιδεολογία το πάθος σου. Αρχίζεις να γίνεσαι επικίνδυνος, όταν βγάζεις κόμπλεξ και ξεσπάς, όταν γαμάς νοερά τους πάντες, μανάδες, σόγια, ιερά και όσια -εκτός από ερωτικούς συντρόφους- όταν σε πηδάνε χωρίς σάλιο καθημερινά και εσύ ψάχνεις ρεβάνς στο γήπεδο, πηδάς νοερά τις κότες, τους λαγούς, πάπιες, χήνες και κουνέλια, ό,τι είχε στην αυλή της η γιαγιά, μοσχάρια άσβερκα με τατού και σχέση υπαλλήλου - μπράβου με το αφεντικό. Όταν φωνάζεις, «οε-οε-σας γαμήσαμε», με ένα μίζερο σκορ, με πέτσινα γκολ, με άγχος στα χασομέρια, με στημένο διαιτητή, «για να πονάει περισσότερο», σαν αγχωμένη μαλακία (Διδυμότειχο blues), παρά σαν έρωτας και απόλαυση, μια συνουσία που θα την χαρούν όλοι, χάσουν-κερδίσουν.

Χάνουμε την μπάλα, όταν αρχίζουμε να μην αντέχουμε τους γύρω μας -τους συναδέλφους και τους συντρόφους μας, όχι κάποιον κάφρο- όταν αρχίζουν να μη μας αντέχουν οι γύρω μας -τα ίδια άτομα και πάλι-, όταν σκεφτόμαστε πώς θα τους αντικρίσουμε την επομένη μιας ήττας και πάμε με κατεβασμένα μούτρα. Συγκρατούμε τα πάθη μας, τα εκλογικεύουμε (;) αλλά στο βάθος μπορεί να μη διαφέρουμε όσο πιστεύουμε από τους άλλους -και δεν εξαιρώ τον εαυτό μου από όσα λέω.

Εδώ αφέντηδες μασάτε
ό,τι αγγίξετε πιο τρυφερό
κι εσείς, δούλοι, προσκυνάτε
και βολεύεστε θαρρώ...

Τελευταίο -και πιο σημαντικό.
Η χαρά του οπαδού είναι ιερή, το πιο αγνό και καθαρό πράγμα του κόσμου, έτοιμο να θυσιάσει πράγματα (εργατοώρες, ηρεμία κτλ) χωρίς κανένα αντάλλαγμα. Ας φροντίσουμε να μη γίνεται πλυντήριο για τη βρωμιά του χώρου και όσους τον λερώνουν.

Δεν υπάρχουν σχόλια: