Σκόρπιες, μεταμοντέρνες, κατά βάση (προ)φεστιβαλικές σημειώσεις
Λοιπόν, το Φεστιβάλ είναι κάπως σαν το Μουντιάλ, αλλά χωρίς χορηγούς και ηττημένους, όπου παίζει μπάλα η τάξη μας και δείχνει πόσα ξέρει να κάνει (θαυμάσια, θαυμάσια, πάντα με την μπάλα, θαυμάσια, που θα έλεγε στα ντουζένια του και ένας δεξιός). Αναρωτιέσαι ποιο ήταν το καλύτερο της ιστορίας, αν θα έπρεπε να γίνεται πιο συχνά, να έχει μεγαλύτερη διάρκεια, περισσότερες συμμετοχές. Ονειρεύεσαι να ανέβεις μια μέρα στη σκηνή του, αλλά έτσι κι αλλιώς είσαι ένα μικρό εξάρτημα της μηχανής του κι αυτό κομμάτι της ζωής σου, αυτό με τις πιο γλυκές αναμνήσεις -χωρίς χορηγούς και τη Λάκτα.
Στο Φεστιβάλ φοράνε όλοι τα καλά τους, δηλαδή το καλό τους πρόσωπο -που δεν είναι όμως προσωπείο. Οι σφοι χαμογελάνε, λάμπουν από έξαψη γιατί ήρθε πάλι εκείνη η εποχή του χρόνου, ο κόσμος δεν γκρινιάζει στις ουρές (είναι ακόμα πρώτες μέρες, γι’ αυτό), μέχρι και οι χαμουτζήδες σφοι μιλάνε σωστά.
Και να, Αθηνέζε αδερφέ μου, που μάθαμε
να κουβεντιάζουμε ήσυχα και απλά.
Έτσι να λέμε πια τα σύκα σύκα και
τη σκάφη σκάφη.
Και τα σουβλάκια, σουβλάκια.
Καταλαβαινόμαστε πλέον. Δε χρειάζονται περσότερα.
Τι ωραίο που ’ναι το 50άρι στο σήμα του
Φεστιβάλ με τον Ρίτσο -τη Σωτηρία και άλλους!
Αν και ένα κολάζ με φωτογραφίες ίσως να ήταν
ακόμα πιο εντυπωσιακό -λέμε τώρα. Έξω από την
οργανωτική επιτροπή πολλά τραγούδια λέμε -δικό σας. Βασικά η αφίσα έπρεπε να έχει
σε μια γωνιά και τον Μαλάμη, με ένα κοντόξυλο.
Δε λέω, συγκινητικά τα κείμενα επανασύνδεσης,
αλλά σαν την περιφρούρηση δεν έχει. Που είναι
πρωτίστως πολιτική έννοια, βεβαίως-βεβαίως.
Βάρα μας/τους Μαλάμη...
Έχουμε μια ανοιχτή αγκαλιά για όλους.
Για κάποιους περαστικούς που δεν ακούμπησαν το Φεστιβάλ είναι μόνο οι συναυλίες. Για τα κανάλια, που δεν ακουμπάν τέτοια επικίνδυνα θέματα, το Φεστιβάλ είναι δέκα δεύτερα στιγμιότυπα από την ομιλία του ΓΓ. Ενώ για κάποιους πολύ αντισυστημικούς ρεπόρτερ, που δεν κόβουν καν κουπόνι ενίσχυσης, μπορεί να είναι ένα μπλουζάκι για τις Σκουριές, που τους φαίνεται παράταιρο με τα φεστιβαλικά συμφραζόμενα. Κι όταν μεγαλώσει ο εν λόγω αντισυστημικός θα γράψει τη «λέσχη των αθεράπευτα κομπλεξικών», για να κλείσει η τριλογία του Γκενασιά -ο οποίος τουλάχιστον έχει ταλέντο.
Αστερίξ, να του(ς) δείξω πόσο σταλινικός
ευγενικός μπορώ να γίνω;
Όχι, Οβελίξ, συγκρατήσου. Η περιφρούρηση
εξάλλου είναι πρωτίστως πολ...
-Ναι, ναι, τα έχουμε ξανακούσει. Νια-νια,
νια-νια, νια-νια.
Άλλωστε αυτοί είχαν πέσει μικροί στη
χύτρα με την αλλεργία στο ΚΚΕ. Χαμένες περιπτώσεις,
σαν την άνοιξη του Τσίρκα.
Το Φεστιβάλ δεν είναι (μόνο) οι ομιλίες, δεν είναι (μόνο) οι συναυλίες. Είναι η διαλεκτική τους ενότητα, κάτι παραπάνω από το τυπικό τους άθροισμα, κάτι παραπάνω από ένα Φεστιβάλ -mes que un κόμμα. Είναι ο κόσμος που το αγκαλιάζει και το γιγαντώνει -για να αγκαλιάσει όλον τον κόσμο. Το άπειρο πλήθος, η ποσότητα που γίνεται ποιότητα, οι μάζες που κινούνται -αν και όχι πολύ εύκολα μες στον συνωστισμό- γράφοντας ιστορία, μπρος στα μάτια μας.
Πραγματικά τυφλός είναι όποιος δε θέλει να δει και βλέπει όσα θέλει -για το φεστιβάλ και το κόμμα- με τα μάτια της ψυχής του, διορθώνοντας την πραγματικότητα με τις επιθυμίες του. Κι αν τα κανάλια των εφοπλιστών κάνουν πως δε μας βλέπουν, δεν πάσχουν από μυωπία, ούτε κάνουν τη στρουθοκάμηλο που απωθεί τον φόβο και ξεγελά τον εαυτό της πως δεν υπάρχει. Είναι η ομερτά της σιωπής που επικρατεί για λόγους ταξικούς. Και μόνο.
Κι αν έρθουν ποτέ οι Χατζηφραγκέτα στο Τρίτση, θα δικαιωθεί και ο Τσολιάς, που έλεγε μεταξύ σοβαρού και αστείου για τους πολιτικά άστεγους φασαίους που χτυπάν το κουδούνι του Περισσού, πλακώνονυν κατά κύματα και δε θα ξέρει το κόμμα πώς να τους διαχειριστεί ή να τους διώξει.
Λες να έρθουν όντως -οι ΧΦ, όχι οι φασαίοι;
Για φαντάσου... Imagine ρε, που θα έλεγε κι ο Λένιν, εε... δηλαδή ο Λένον, ωχ με συγχωρείτε, ήταν τυχαίο.
-Μα τι ωραία σαρδάμ που κάνετε, κύριε γενικέ;
Γι’ αυτό είστε ο δημοφιλέστερος...
Το Φεστιβάλ είναι η νιότη του κόσμου. Αν ψάχνεις το ελιξήριο και αιώνιους έφηβους, δε χρειάζεται να δεις τον Βασίλη αλλά το κοινό του που χτυπιέται από κάτω, τον παλμό των ασπρομάλληδων νέων (πλην Σοφιανού), τον ενθουσιασμό των βετεράνων από το Σπίτι του Αγωνιστή. Να πας λίγο δίπλα τους, να σε ευλογήσουν με την αύρα τους, να νιώσεις ότι πήγες εκεί να καθίσεις με τη νεολαία, με την Ιστορία, με την επανάσταση! Το μυστικό της αιωνιότητας, το νέο που παλεύει να γεννηθεί και να τα αλλάξει όλα από τη ρίζα τους. Αχ, να ’ταν η νιότη (του κόσμου) δυο φορές...
Ίσως κάποιοι νιώθουν πολύ μεγάλοι πια για να ενθουσιαστούν (με το Φεστιβάλ και γενικώς), για να ερωτευτούν, για να αλλάξουν τον κόσμο επαναστατώντας -όλα αυτά είναι περίπου ταυτόσημα. Το 1917 ο Λένιν ήταν 47 χρονών, τον φώναζαν ήδη γέρο και ο ίδιος έλεγε πως την επανάσταση θα την ζήσουν οι επόμενες γενιές. Αλλά δεν κάθισε -με τη νεολαία- να κλαίει τη μοίρα του στο περιθώριο της ιστορίας, ούτε έβαλε μαλλιά, σαν τον Βασίλη (τον Μπογιό και άλλους), παρά μόνο μια περούκα για να κρυφτεί στη Φινλανδία από τους διώκτες του, μέχρι να δώσει το σύνθημα για την έφοδο στον ουρανό και τα χειμερινά ανάκτορα.
Μπορείς άραγε να φυτέψεις νέες φωνητικές χορδές, εκτός από μαλλιά; Και ποιος συνδυασμός μας δίνει τον τέλειο τραγουδιστή, τον καλύτερο στα χρονικά του Φεστιβάλ (κάπως σαν το αντίστοιχο κυνήγι στον «δράκουλα των Εξαρχείων», του Τζίμη και του Τζούμα, που κι αυτός βασικά με το Φεστιβάλ καταπιανόταν. Κράζεις, θαυμάζεις...)
Η φωνή του Βασίλη με την εγκράτεια και τη ζωή -χωρίς καταχρήσεις- του Νταράλα. Η Μποφίλιου, αλλά 40 χρόνια πριν, και με άλλο ρεπερτόριο. Ο Καζαντζίδης -κι ας μην ήρθε ποτέ αυτοπροσώπως- με τον μαγικό ζωμό της αθανασίας, για τους θαυμαστές του. Και ο Μητροπάνος για τους δικούς του -που η νοσταλγία τους γεμίζει σκηνές με την Πέγκυ Ζήνα, για χάρη του. Σ’ αρέσει στα κρυφά και ο Μουζουράκης -αρκεί να μην ανεβαίνει κόκαλο στη σκηνή. Ο Ξυλούρης και ο Μεράντζας, που τραγουδά στο Φεστιβάλ από όταν είχε μούσια και πυκνό μαλλί.
Κι αν βάλουμε στη συζήτηση κάποιον ράπερ, καλύτερα να μείνει εκεί και να πούμε κάτι άλλο -πχ για τον Μουζουράκη, που μπήκε λαθρεπιβάτης σε αυτή τη συζήτηση. Ή για τον καιρό. Λες να βρέξει;
Φυσικά θα βρέξει, Φεστιβάλ έχουμε...
Πότε θα κά- βρε πότε θα κάμει Φεστιβάλ.
Βρε
πότε θα Σεπτεμβρίσει... (...) και την έμορφη Αλέκα.
Να κάμω νότες, να κάμω νότες δίχως γιο
(και «γιο» και πάλι «γιο», μπρο).
Ακολουθεί εσωτερικός μονόλογος -διάλογος, αν λάβεις υπόψη τον εσωτερικό αντίλογο. Αλλά βασικά δε χρειάζεται να λάβεις τίποτα υπόψη. (Μη δίνετε σημασία, κάτι δικά μου -και ο αντίλογός τους).
-Το χιπ-χοπ έχει σαφώς λαϊκά, αν όχι ταξικά χαρακτηριστικά. Είναι η καρδιά ενός άκαρδου κόσμου, τρόπος έκφρασης για τους αποκλεισμένους που δεν έχουν άλλο τρόπο να ακουστούν και τα λεφτά για σπουδές σε ένα ωδείο.
-Αυτό δε λέει κάτι από μόνο του. Πολλές
μουτζούρες στην τέχνη -και την ιστορία- είχαν
αντίστοιχο ταξικό υπόβαθρο, χωρίς αυτό να τους
δίνει άλλοθι. Δεν είναι η μουσική των καταπιεσμένων
-πολύ περισσότερο ενάντια στην καταπίεση.
-Και τι ήθελες δηλαδή; Οργανωμένη καχυποψία
για το είδος, όπως κάποτε για το ρεμπέτικο;
-Όχι απαραίτητα. Θα ήθελα όμως διαπάλη,
διάλογο και κριτικές προσεγγίσεις, πχ για τον
άκρατο μιμητισμό της εγχώριας σκηνής, χωρίς
να υπάρχει -κατά κανόνα- ένα δημιουργικό πάντρεμα
με κάποια δικά μας στοιχεία.
-Μα ό,τι ακούς και έχεις αποδεχτεί (ποπ,
ροκ και δε συμμαζεύεται) είναι εξίσου δυτικότροπα
και εισαγόμενα, σαν τον Λαλάκη. Να τα αποκηρύξουμε
και αυτά και να ξεμπερδεύουμε;
-Και τι θα ήταν σήμερα η λαϊκή (ποπ) κουλτούρα,
χωρίς «αμερικανιές»; Χωρίς ντραγκζ, χασίσια
και όλα αυτά για τα οποία -δεν- αγωνιστήκαμε;
Τοίχος, αδιέξοδο, τέλος εσωτερικής διαπάλης. Οι χτεσινές εισηγήσεις στη συζήτηση για τη λαϊκή κουλτούρα, έβαλαν καλύτερα κάποια πράγματα.
Τι λέγαμε όμως; Α, ναι. Η σχέση του Φεστιβάλ με την Ιστορία. Που την αποτυπώνει σαν καθρέφτης, ακόμα και στις χειρότερες στιγμές, όπως τη διετία 1989-91, που στην κεντρική έκθεση του Φεστιβάλ μπαίνει συμβολικά σε έναν σκοτεινό θάλαμο, σαν στενωπό -στενεύουν τα περάσματα, οι φίλοι μου φαντάσματα, που πλανώνται επίμονα πάνω από τον γηραιό κόσμο που σαπίζει.
Πότε ήταν όμως το καλύτερο Φεστιβάλ; Το (πιο) μεγάλο, ωραίο και συγκλονιστικό; Ήταν όσα δεν προλάβαμε ή αυτά που δεν έχουμε ζήσει ακόμα; Αυτά που ζήσαμε ή αυτά που ζούμε τώρα;
Η αίγλη και τα ιερά τέρατα (των πρώτων χρόνων) της Μεταπολίτευσης; Η ανατριχίλα από τις συναυλίες, από την ανακοίνωση στα μεγάφωνα για τον θάνατο του Λοΐζου, που πάγωσε μια κόκκινη Πολιτεία; Ήταν τότε που στήναμε εννιαήμερο Φεστιβάλ -για τη σημειολογία του πράγματος- στο Γαλάτσι; Όταν φέρναμε τη Σόσα Μερσέντες και κάναμε -στον απόηχο του τιρινίνι- μια από τις μεγαλύτερες συναυλίες ρέγκε;
Ήταν στα Ιλίσια Πεδία, όταν φέρναμε την
μπάντα Μπασότι να τραγουδά μες στη βροχή;
(Τελικά είναι πιο εύκολο να στηθεί ένα
Φεστιβάλ στο μπόι των ονείρων μας, παρά στο μπόι
των ωραιοποιημένων αναμνήσεων. Μην πας μακριά
-ηλικιακά-, σκέψου απλώς όσους συνεχίζουν να
θεωρούν την Πανεπιστημιούπολη ιδανικό μέρος
για Φεστιβάλ. Και πού θα χωρούσε τόσος κόσμος;
Έλα μωρέ τώρα. Εδώ υπάρχει ένα Φεστιβάλ μεγάλο
και εσύ κολλάς σε κάτι πράγματα μικρά -σαν τον
χώρο που έχουμε να σταθούμε).
Ή μήπως όσα ζούμε τώρα και θα λέμε μια
μέρα πως ήμασταν κι εμείς εκεί; Τώρα που φέρνουμε
τον συνδικαλιστή της Άμαζον και τους Ντεντ
Πρεζ;
(Θα είμαι ειλικρινής. Εγώ και ο μισός μου
κύκλος, από τη γενιά μου, τους αγνοούσε εντελώς.
Θα γίνω ακόμα πιο ειλικρινής. Η ιστορία και
το συγκρότημα μπορούν να αντέξουν το χτύπημα
της μοίρας και να συνεχίσουν χωρίς να κοιτάν
τη δική μας άγνοια και τη μελαγχολία που τους
προκαλεί).
Μόνο αν περάσουν λίγα χρόνια, θα εκτιμήσουμε
την πραγματική τους διάσταση.
Κι όμως, το Φεστιβάλ είναι ήδη σημείο αναφοράς, με διεθνή εμβέλεια. Ο Σμολς μας βλέπει ως τεράστιους, πρότυπο για μίμηση, οι αποστολές των άλλων νεολαιών θέλουν να γίνουν σαν την ΚΝΕ όταν μεγαλώσουν. Ο κόκκινος πλανήτης μπορεί να μην είναι πια το 1/6 και το 1/3 του κόσμου, μπορεί να θυμίζει τον Μικρόκοσμο του Μικρούτσικου, αλλά έχει το Φεστιβάλ ως την κορυφαία στιγμή στο παγκόσμιο εορτολόγιό του, φανερό καμάρι με κρυφή ζήλια σε μικρές δόσεις, όπως έβλεπαν κάποτε οι δικοί μας τη γιορτή της Ουμανιτέ στη Γαλλία, τον καιρό που ασφυκτιούσαμε στην παρανομία.
Και ήταν όλοι τους εκεί (η Καιτούλα και ο Σταμάτης) -με ηχηρές εξαιρέσεις, που είχαν ωστόσο νόημα και αιτία. Ακόμα και οι άλλοι απόντες, που έλειψαν για ό,τι πρέπει και για αυτό είναι μέσα σε όλα. Και δε θα μπορούσε να λείπει ασφαλώς ο επίσημος απρόσκλητος, που ήταν πάντα εκεί, σε όλες τις μεγάλες στιγμές, σε όλα όσα δεν έπρεπε να είναι.
Καλοκαίρι με ανομβρία και ρεκόρ λειψυδρίας;
Ναι.
Που έχει καύσωνα διαρκείας και ξεραίνονται
ακόμα κι οι ελιές; Ναι.
Σε ένα λεκανοπέδιο, που δεν έχει ποτέ
αρκετό νερό για τους κατοίκους του.
Ωραία.
Και τι καιρό θα κάνει τις μέρες του Φεστιβάλ;
Θα βρέχει.
Κάντε λιτανείες και χορούς της βροχής
εσείς...
Κι όμως, όλα αυτά δεν είναι μεταφυσική. Τα εξηγεί πολύ καλά μια παλιά παιδική έκδοση της Σύγχρονης Εποχής, για το ταξίδι της σταγόνας, της βροχής -ή κάπως έτσι. Συσσωρεύονται δάκρυα και συγκινήσεις. Οι ήρωες παρελαύνουν νοερά μπροστά μας, όπως στην τοποθέτηση του Ντε Νίρο στο 13ο Συνέδριο. Αυξάνεται εκθετικά η υγρασία στα μάτια, στην ψυχή, στις αναμνήσεις και στην ατμόσφαιρα. Ο ουρανός βαραίνει από συγκίνηση, από τα πλήθη που εφορμούν να τον καταλάβουν. Το νερό επιστρέφει σαν ευλογία και σαν θυμίαμα, για την έφοδο. Μια λάθος νότα, μια άκαιρη τσιρίδα στις πρόβες, μια παραφωνία είναι ικανές να επισπεύσουν το κακό.
Αλλά δεν πειράζει, λίγη λάσπη μετά τη βροχούλα θα την αντέξουμε. Εδώ έχουμε αντέξει τις χειρότερες εκδοχές της -και βροχής και άλλου είδους λάσπης. Κι αν συνεχίσει ο καιρός το ίδιο βιολί, θα ’ναι πάλι Φεστιβάλ παντός καιρού και το Σάββατο θα δούμε λασπομαχίες για μια καρέκλα -και γύρω σύντροφοι με ποπ-κορν.
Ούτε σε καταιγίδες, ούτε και με βροχές... Πολεμάμε και τραγουδάμε.
Μήπως όμως τραγουδάμε πολύ και πολεμάμε λιγότερο; Μήπως έχει συγκροτηθεί μια κάστα πανηγυρτζήδων (σιγά μην είναι και στρώμα), που ακολουθεί το κόμμα όπως οι γκρούπις το αγαπημένο τους συγκρότημα και κάθεται εδώ -με τη νεολαία και την επανάσταση; Που καταναλώνει στιγμές, με το... «ΚΚΕ travel» για τις εκδρομές, με ένα κόμμα εγγύηση για τον Πολιτισμό, για συναυλίες και Φεστιβάλ, με μαχητικά στελέχη που τους δίνουν ατάκες και υλικό για τα social, για να πουλάν μούρη με δανεική μαγκιά συντρόφων -πώς τους πετσόκοψε και πώς τα είπε έτσι...
Και τι να κάνουμε ρε εσύ; Να τους δίνουμε
όπλα στην είσοδο να πολεμήσουν;
Να πάρω το, να πάρω το ντουφέκι μου. Και
την έμορφη-η-η Αλέκα...
Αντιλαμβάνομαι τον προβληματισμό, αλλά γιατί να χάσουμε από την οπτική μας τη μεγάλη εικόνα; Την Κόκκινη Πολιτεία, που δεν έχει ούτε έναν χορηγό, δε χρειάζεται εργολάβους, ούτε ιδιώτες, είναι φτιαγμένη από την αρχή ως το τέλος με μεράκι και ανιδιοτελή προσφορά. Και πάνω από όλα δείχνει τι μπορεί να πετύχει η τάξη μας, όταν οργανωθεί και έχει πρόγραμμα. Εικόνα απ’ τα προσεχώς κι από το πώς θα μοιάζει η κοινωνία του μέλλοντος.
Και στο επόμενο πάνελ που θα ρωτήσουν
κάποιον δικό μας, τάχα για να τον στριμώξουν:
μα πού βρήκαν εφαρμογή αυτά που λέτε; Πού
τα είδατε να γίνονται πράξη και να πετυχαίνουν;
Πρέπει βασικά να τους πει.
Στο Φεστιβάλ της ΚΝΕ. Αυτός είναι ο κόσμος
που θα φτιάξουμε.
Και ο δικός σας, που σαπίζει,
δεν αντέχει καμία σύγκριση μαζί του.
Υστερόγραφο
Δηλαδή μόνο πρόλογος; Για το Φεστιβάλ,
αυτό καθαυτό δε θα πεις τίποτα;
Όχι, γιατί ξεφύγαμε πολύ σε έκταση. Αλλά
ας πούμε αυτό, σαν πρόγευση-προδημοσίευση.
Τι σχέση έχει το «Μαρακαΐμπο» και η ιταλική
ντίσκο με το νησί της επανάστασης;
Τι σχέση είχε η Ραφαέλα Καρρά με τον Φιντέλ;
Και πώς συνδέονται όλα αυτά με το Φεστιβάλ;
Η απάντηση στο επόμενο επεισόδιο, όταν και όποτε γραφτεί...
2 σχόλια:
Γράψε μας για Σρι Λάνκα.
Λίγο δύσκολο, Τσέχε.
Δεν είμαι αναλυτής, ούτε είναι θέμα που χωράει πολύ ελαφριά προσέγγιση στο στιλ των περισσότερων αναρτήσεων.
Δημοσίευση σχολίου