Τρίτη 12 Ιανουαρίου 2010

Αναμνήσεις ενός επαναστάτη

Από παιδί ακόμη, είχα μέσα μου ένα αίσθημα που έμελλε να κυριαρχήσει δια βίου: ζούσα σε έναν κόσμο χωρίς δυνατότητα διαφυγής, όπου το μόνο που μου έμενε ήταν να παλεύω προσπαθώντας μάταια να ξεφύγω. Είχα αποκτήσει επίσης τη σκληρή γνώση αυτού του άγραφου νόμου: θα πεινάσεις. Αν στα δώδεκά μου με ρωτούσαν: τι είναι ζωή; (και αναρωτιόμουν συχνά) θα απαντούσα: δεν ξέρω, αλλά βλέπω τι πάει να πει: θα στοχαστείς, θα αγωνιστείς, θα πεινάσεις.

Πρόκειται για τις αναμνήσεις του βίκτορ σερζ, ψευδώνυμο του βίκτορ λβόβιτς κιλμπάτσιτς. Ρώσος αναρχικός, γόνος εμιγκρέδων, γεννήθηκε κι έζησε στη γαλλία ως το 19’ που επέστρεψε στη ρωσία, συντάχθηκε με τους μπολσεβίκους κι έγινε μέλος του κόμματος.

Ο τίτλος βγάζει ίσως έναν τόνο αυταρέσκειας, αλλά δεν είναι επιλογή του σερζ που δεν τον άγγιζαν τέτοια πράγματα.
Το πρώτο πρόσωπο μου προξενεί απέχθεια ως μάταιη αυτό-επιβεβαίωση, εμπεριέχει ένα μέρος ψευδαίσθησης και ματαιοδοξίας, αλαζονικής αδικίας. Όπου είναι δυνατόν, κάθε φορά δηλ που η εμπειρία μου φωτίζει την εμπειρία των ανθρώπων με τους οποίους είμαι δεμένος προτιμώ το πρώτο πληθυντικό που είναι πιο γενικό κι αληθινό. Ποτέ δε ζει κανείς μόνο με τον εαυτό του ή για τον εαυτό του. Κι η πιο οικεία σκέψη, η πιο προσωπική, έχει χιλιάδες δεσμούς με τη σκέψη του κόσμου.
Γραφή αποστασιοποιημένη, χωρίς ωραιοποιήσεις, που διαγράφει τα πιο προσωπικά σχόλια (μεταξύ άλλων και το παραπάνω απόσπασμα). Το βασικό πλεονέκτημα της μαρτυρίας του σερζ είναι ότι δε γράφτηκε από ανάγκη να δικαιολογήσει και να δικαιώσει εαυτόν –αίσθηση που αφήνουν πολύ έντονα κάποια απ’ τα τελευταία έργα του τρότσκι για παράδειγμα.

Ο σερζ βιώνει από πρώτο χέρι τους γάλλους αναρχικούς και τις αντιφάσεις τους (το ίδιο θα κάνει αργότερα και με τους μπολσεβίκους).
Μπορούσε να είναι κανείς καθολικός, προτεστάντης, φιλελεύθερος, ριζοσπάστης, σοσιαλιστής, χωρίς να αλλάζει τίποτα στη ζωή του, επομένως και στη ζωή. Αρκούσε να διαβάσει την αντίστοιχη εφημερίδα, στην ανάγκη μπορούσε να συχνάζει στα καφέ των μεν ή των δε.
Αλλά αναρχισμός μας τα ζητούσε όλα και μας τα πρόσφερε όλα.
Διαμορφωμένος από αντιφάσεις, διαχωρισμένος σε τάσεις υπόγειες και μη, απαιτούσε πάνω απ’ όλα συμφωνία λόγων και πράξεων. (…) Γι’ αυτό κι έφτασαν μέσα από μια άτεγκτη διαλεκτική διαμέσου της επαναστατικότητας να μην έχουν πλέον ανάγκη την επανάσταση.


Κάποιοι κατέληγαν στο συμπέρασμα: να ζει κανείς σύμφωνα με τη λογική και την επιστήμη, κι ο φτωχός τους επιστημονισμός τους οδηγούσε σε κάθε είδους γελοιότητα, όπως η χορτοφαγική διατροφή χωρίς αλάτι κι η απόλυτη φρουτοφαγία.
Άλλοι έβγαζαν το συμπέρασμα: «είμαστε οι απ’ έξω, δεν υπάρχει θέση για μας παρά στο περιθώριο της κοινωνίας», χωρίς να υποψιάζονται ότι η κοινωνία δεν έχει περιθώριο, ότι είμαστε όλοι εδώ, στο βάθος των κελιών κι ότι ο συνειδητός εγωισμός τους ερχόταν να συναντήσει από τα κάτω τον πιο στυγνό αστικό ατομικισμό
.

Ο αναρχικός ατομικισμός ήταν η αφορμή για την πιο οδυνηρή πραγματικότητα για εμάς τους ίδιους. Να είσαι ο εαυτός σου. Μόνο που αναπτυσσόταν σε μια πόλη χωρίς πιθανότητα διαφυγής, σε μια απέραντη ζούγκλα όπου ένας πρωτόγονος ατομικισμός διαφορετικά επικίνδυνος από το δικό μας, ο δαρβινικός ατομικισμός της πόλης για επιβίωση, ρύθμιζε όλες τις σχέσεις.
Να είσαι ο εαυτός σου θα ήταν μια πολύτιμη συμβουλή κι υψηλή εκτίμηση αν ήταν κάτι το εφικτό. Αυτό δεν αρχίζει να γίνεται δυνατό παρά μόνο όταν ικανοποιηθούν οι πιο επιτακτικές ανάγκες του ανθρώπου, αυτές που τον κάνουν να μοιάζει περισσότερο με τα ζώα παρά με τους ομοίους του.


Έβλεπα μες σε αυτή τη μέθη ένα μεγάλο παιδιάρισμα, άπειρη άγνοια μάλλον παρά γνώση και συνάμα έναν πόθο να ζήσουν διαφορετικά με κάθε τίμημα.
Με άλλα λόγια –ενός μπολσεβίκου πράκτορα της κομιντέρν: είναι καταπληκτικοί, αλλά τι παιδαριώδης ιδεολογία!

Η βασική αντίφαση συνοψίζεται στη στιχομυθία του με έναν εργάτη της βαρκελώνης που δεν ήταν αναρχικός, ούτε φιλελεύθερος και του άρεσε να ειρωνεύεται φράσεις όπως «ανάπτυξη του εγώ», «κοινωνία του μέλλοντος» κι «αρμονική ζωή κάτω από τον ήλιο της ελευθερίας», βάζοντας άμεσα το θέμα των μισθών, της οργάνωσης, της επαναστατικής εξουσίας.
Κι εκεί ακριβώς ήταν το δράμα του: το κυρίαρχο πρόβλημα, το πρόβλημα της εξουσίας, δε μπορούσε να το θέσει ξεκάθαρα. Νομίζω πως τελικά ήμασταν οι μόνοι που το πιάναμε όταν βρισκόμασταν οι δυο μας.
Όταν έλεγε ότι μπορούσαμε να πάρουμε την πόλη, εγώ ρωτούσα: και πώς θα τη διοικήσουμε;


Αυτές οι εμπειρίες ήταν τα πρώτα μαθήματα διαλεκτικής για τον σερζ.
Δε μετάνιωσα για τίποτε. Λυπάμαι μόνο για τις δυνάμεις που σπαταλήθηκαν σε αγώνες που δε μπορούσαν παρά να είναι στείροι. Αυτοί μου έμαθαν ότι το καλύτερο και το χειρότερο συνυπάρχουν στον άνθρωπο και κάποιες φορές συγκρούονται. Η διαφθορά του καλύτερου υπάρχει γιατί υπάρχει το χειρότερο.
Αφήνοντας πίσω του το παρίσι –με ενδιάμεσο σταθμό τη βαρκελώνη- θα συναντούσε μπροστά του εξίσου αντιφατικές καταστάσεις στη σοβιετική ρωσία.

Το πνεύμα της εποχής το έδιναν δυο ποιήματα του μπλοκ, οι δώδεκα κι οι σκύθες. Το ένα διακήρυσσε το μεσσιανισμό της επανάστασης, το άλλο φανέρωνε το αρχαίο ασιατικό του πρόσωπο. Αντιφατικά όσο κι η πραγματικότητα.

Το συναίσθημα που την περιέγραφε ήταν ο παγωμένος ενθουσιασμός. Ο πάγος έσπασε, χάραξε το δρόμο, αλλά δεν έλιωσε (αυτό μόνο επί χρουτσώφ). Κι οι άνθρωποι έγιναν καύσιμα αναλώσιμα που θέρμαιναν την ελπίδα στον αγώνα της επιβίωσης, ή ακόμα τη μηχανή ενός παγοθραυστικού που σύντομα θα στρεφόταν εναντίον τους.
-Σκέφτομαι ότι θα μας λιώσουν πριν λιώσουν οι πάγοι, λέει ένας μπολσεβίκος της αριστερής αντιπολίτευσης βάζοντας τις ελπίδες του στην κατάψυξη για τις επόμενες γενιές τροτσκιστών.

Ο επαναστατικός ενθουσιασμός πάγωσε μαζί με τις ψείρες του απ’ την πείνα και τον πόλεμο, τις δύσκολες συνθήκες και τα υποκειμενικά λάθη. Κι ήταν οι συνθήκες αυτές που επέβαλαν τα «λάθη» ως μονόδρομο για τη σωτηρία.
Χωρίς επιστροφή στη δημοκρατία η επανάσταση είναι χαμένη, αλλά πώς να επιστρέψει κανείς στη δημοκρατία, όταν μπαίνει θέμα επιβίωσης; Το κόμμα πίστευε κι όχι άδικα ότι κι η ελάχιστη απώλεια εξουσίας θα έδινε πλεονεκτήματα στην αντίδραση.

Λίγα χρόνια μετά, χωρίς να αλλάξουν δραματικά οι συνθήκες, ο σερζ λέει πως το μόνο που ένοιαζε την εκτελεστική της κομιντέρν ήταν η μπολσεβίκικη μονολιθικότητα κι η εκατό τα εκατό επιδοκιμασία της γραμμής της απ’ τα αδελφά κόμματα.
Γιατί όχι και τριακόσια τα εκατό επιδοκιμασία; ειρωνεύεται.
Ένας φίλος αστειεύτηκε: θα δούμε στο 40ό συνέδριο της μόσχας τον ζηνόβιεφ στα ενενήντα του να υποβαστάζεται από νοσοκόμες και να κουνάει το προεδρικό κουδούνι…
Ε, ως προς αυτό, έπεσε εντελώς έξω. Με το ρυθμό που γίνονταν, για να προλάβει τεσσαρακοστό συνέδριο ο ζηνόβιεφ, έπρεπε να έχει τα χρόνια δύο κιμ γιονγκ. Ούτε η μούμια του λένιν δε θα ζούσε τόσο.

Η ζωή τραβάει την ανηφόρα με ζιγκ-ζαγκ και αντιφάσεις.
Ο λένιν γράφει ότι η δικτατορία του προλεταριάτου είναι η πιο πλατειά δημοκρατία των εργαζομένων. Το πιστεύει το θέλει. Αλλά την ίδια στιγμή: ανήσυχος από την έλλειψη ανθρώπων, γράφει στα 1918 ότι η δικτατορία του προλεταριάτου δεν είναι ασυμβίβαστη με την προσωπική εξουσία. Διατάζει τη φυλάκιση του παλιού του φίλου και συντρόφου μπογκντάνοφ γιατί προβάλλει ενοχλητικές αντιρρήσεις. Θέτει εκτός νόμου τους μενσεβίκους γιατί ως μικροαστοί σοσιαλιστές κάνουν δυστυχώς λάθη. Υποδέχεται θερμά τον μάχνο θέλοντας να του δείξει ότι ο μαρξισμός έχει δίκιο, αλλά διατηρεί εκτός νόμου τον αναρχισμό. Υπόσχεται ειρήνη στους θρησκευόμενους και προστασία των εκκλησιών, ενώ συνεχίζει να επαναλαμβάνει ότι η θρησκεία είναι το όπιο του λαού.
Πηγαίνουμε προς μια αταξική κοινωνία ελεύθερων ανθρώπων, όμως το κόμμα κολλάει παντού αφίσες που γράφουν ότι η βασιλεία των εργαζομένων δε θα τελειώσει ποτέ. Τι σημαίνει λοιπόν «βασιλεύουν»; Και πάνω σε ποιους;
Ο ολοκληρωτισμός είναι μέσα μας
, λέει ο σερζ, αλλά αναγνωρίζει ότι οι τάσεις αυτές πάνε μαζί με την προσπάθεια για ολοκληρωτική αλλαγή και μετασχηματισμό της κοινωνίας.

Η πραγματικότητα επιβάλλει τον πολεμικό κομμουνισμό κι ο σερζ συγκρίνει το κράτος και την επανάσταση του εμφυλίου με αυτά που είχε διαβάσει στη μπροσούρα του λένιν.
Ο λένιν δεν είχε προτείνει ελευθερία του τύπου για κάθε μικρή ομάδα με δέκα χιλιάδες οπαδούς; Είχε γράψει ότι στους κόλπους των σοβιέτ οι μετατοπίσεις της εξουσίας από κόμμα σε κόμμα θα μπορούσαν να πραγματοποιούνται χωρίς διασπάσεις. Υποσχόταν ένα κράτος χωρίς κρατικούς υπαλλήλους κι αστυνομικούς απέναντι στο λαό στο οποίο οι εργαζόμενοι θα ασκούσαν απευθείας την εξουσία με τα δικά τους εκλεγμένα συμβούλια και θα τηρούσαν οι ίδιοι την τάξη με πολιτοφυλακές.
Το μονοπώλιο εξουσίας, η τσεκά, ο κόκκινος στρατός καθιστούσαν το όνειρο του «κράτους-κοινότητα» έναν θεωρητικό μύθο
.

Μοιράζεται επίκαιρα υπαρξιακά ερωτήματα με πολλούς συντρόφους στο σήμερα.
Μιλούσαμε με πάθος για το άρρωστο κόμμα. Άρρωστο, μα υπάρχει κάτι άλλο στον κόσμο;

Αν οι μπολσεβίκοι αγωνιστές δεν ήταν τόσο απλοί, ανιδιοτελείς, αποφασισμένοι να υπερβούν κάθε εμπόδιο, θα ‘πρεπε να είμαστε απελπισμένοι. Όμως το ηθικό μεγαλείο τους ενέπνεε απεριόριστη εμπιστοσύνη
.
Οι τελικές εκτιμήσεις του όμως είναι απαισιόδοξες.
Η επανάσταση είναι ένας χείμαρρος που συμπαρασύρει ορμητικά το καλύτερο και το χειρότερο κι αναχαιτίζει τα ρεύματα της αντεπανάστασης. Έρχεται να περιμαζέψει τα παλιά όπλα του προηγούμενου καθεστώτος κι αυτό είναι δίκοπο μαχαίρι. Για να τα διαχειριστεί έντιμα, χρειάζεται συνεχής επιφυλακή στις ίδιες της τις καταχρήσεις, τις υπερβολές, τα εγκλήματα, τα ίδια της τα αντιδραστικά στοιχεία. Έχει ζωτική ανάγκη για κριτική, αντιπολίτευση, πολιτικό σθένος όσων την υπηρετούν. Και με αυτούς τους όρος ήμασταν ήδη από το 20 μακριά απ’ το στόχο.

Παρόλα αυτά δε θεωρεί τελειωμένη υπόθεση τη ρώσικη επανάσταση, όπως πολλοί αναρχικοί από τα χρόνια του εμφύλιου ακόμη. Υπερασπίζεται μάλιστα την εξουσία των μπολσεβίκων απέναντι στην εξέγερση της κροστάνδης!
Παρά τα λάθη και τις καταχρήσεις του το μπολσεβίκικο κόμμα είναι αυτή τη στιγμή η μεγάλη οργανωμένη κι ευφυής δύναμη και πρέπει να της έχουμε εμπιστοσύνη. Η επανάσταση δεν έχει άλλο οπλισμό και δεν είναι πλέον εφικτό να ανανεωθεί εκ βάθρων.

Η χώρα ήταν τελείως εξαντλημένη, η παραγωγή είχε σχεδόν σταματήσει, δεν υπήρχαν πλέον κανενός είδους αποθέματα, ούτε καν ψυχικά, μες στις μάζες. Η αφρόκρεμα του προλεταριάτου ήταν αποδεκατισμένη. Τα αντιπολιτευόμενα κόμματα θα μπορούσαν να ενσωματώσουν χιλιάδες πικραμένους κι απελπισμένους, όχι ανθρώπους γεμάτους ενθουσιασμό για τη νέα επανάσταση όπως το 17.

Στην κεντρική ευρώπη, οι ίδιες αιτίες έφεραν το ίδιο αποτέλεσμα από την ανάποδη.
Δεν θα υπάρξει γερμανική επανάσταση για τον ίδιο ακριβώς λόγο που δε θα υπάρξει αντεπανάσταση στη ρωσία. Είμαστε πολύ κουρασμένοι και πεινασμένοι. Ο άνεργος περνά από απότομες κλιμακώσεις από τον πυρετό του εξεγερμένου στην κόπωση του παραιτημένου ανθρώπου.

Ο σερζ δεν ήταν ούτε απογοητευμένος, ούτε κλονισμένος. Πίστευε απλώς ότι οι ρώσοι είχαν φτάσει τα όριά τους στην προσπάθεια να φτιάξουν μια καινούρια κοινωνία κι ότι αν αφήνονταν στη μοίρα τους με τον ένα ή τον άλλο τρόπο θα έχαναν (είτε στον πόλεμο, είτε απ’ την εσωτερική αντίδραση).
Είχα κουραστεί από κάποια πράγματα, η τρομοκρατία με ενοχλούσε στα νεύρα, τα λάθη που συσσωρεύονταν χωρίς να έχω περιθώρια αντίδρασης με συντάραζαν.
Ποια ήταν αυτά τα λάθη; Σε κάποιο σημείο ο συγγραφέας λέει χαριτολογώντας πως το μεγαλύτερο λάθος του λένιν ήταν ο ζηνόβιεφ. Βασικά όμως εννοεί αυτά που ξεφεύγουν από τον υποκειμενικό έλεγχο και τα επιβάλλουν τα γεγονότα επιβεβαιώνοντας το λένιν:
Νομίζετε πως οδηγείτε τη μηχανή κι είναι αυτή που σας κουβαλά και ξαφνικά διαπιστώνετε ότι άλλα χέρια κι όχι τα δικά σας είναι πάνω στο τιμόνι.

Τα χέρια αυτά ήταν μαχαίρια της τσεκά, που σταδιακά αυτονομήθηκε και γιγαντώθηκε μαζί με την κόκκινη τρομοκρατία.
Σύμφωνα με τον σερζ, ο ίδιος ο επικεφαλής της τσεκά, ο τζερζίνσκι, θεωρούσε τους ανθρώπους της σαπίλα και δεν έβλεπε άλλη λύση από το να τουφεκιστούν οι χειρότεροι και να καταργηθεί όσο είναι δυνατόν η ποινή του θανάτου.
Καταργήθηκε προσωρινά το γενάρη του 20 που είχε γείρει η πλάστιγγα του πολέμου, αλλά την τελευταία βραδιά ισχύος του μέτρου η τσεκά ρευστοποίησε με εκτελέσεις το στοκ της στις φυλακές, φέρνοντας προ τετελεσμένου την κυβέρνηση.

Ο σερζ διηγείται άλλο ένα περιστατικό με πρωταγωνιστή τον κομισάριο δικαιοσύνης κοσλόφσκι που είχε ως έργο του να εναντιώνεται σε κάθε είδους υπέρβαση. Στελέχη της τσεκά επεξεργάστηκαν ένα κείμενο που προσδιόριζε τους υπόπτους: «κοινωνική προέλευση: αριστοκρατική ή αστική καταγωγή, πανεπιστημιακή παιδεία…». Ο κοσλόφσκι πήρε αυτό το χαρτί και πήγε να δει τον λένιν. «Πείτε μου βλαντίμιρ ιλίτς, μου φαίνεται ότι αυτό μας αφορά λίγο, εσάς και μένα, έτσι δεν είναι;»
-Ηλίθιοι αριστεροί!
είπε ο λένιν δίνοντας πολιτική χροιά στη βρισιά.

Από κοντά με τους τσεκίτες κι οι κομματικοί δικαστές.
Σε μια υπόθεση όπου δεκαπέντε νεαροί κατηγορούνταν για ομαδικό βιασμό ο πρόεδρος άρχισε να μιλά για την καινούρια κουλτούρα και τα καλά σοβιετικά ήθη.
-Δεν ξέρω τι είναι, του είπε ένας μικρός.
-Προτιμάτε χωρίς αμφιβολία τα αστικά ήθη από το εξωτερικό;
Ήταν απίστευτα ανόητο. Ο μικρός απάντησε:
-Δεν ξέρω, εγώ δεν έχω πάει ποτέ στο εξωτερικό.
Θα μπορούσατε να τα γνωρίζετε από τις ξένες εφημερίδες.
-Δεν ξέρω ούτε τις σοβιετικές εφημερίδες. Η κουλτούρα μου εμένα είναι το πεζοδρόμιο της λιγκόβκα.
(…) Ο ντοστογιέφσκι δεν τα είχε δει όλα. Αλλά μετά απ’ αυτόν δε βελτιώσαμε τίποτε σε κάποιες σκοτεινές γωνιές του κόσμου. Αδέρφια κλωσάρ του παρισιού, πόσο δύσκολη είναι αλήθεια η κοινωνική μεταμόρφωση!


Ο σερζ έτρεχε μαζί με τον γκόρκι να διορθώσει αδικίες και να σώσει συντρόφους και φίλους του από την εκτέλεση. Προσπάθησε να το κάνει και για τον ποιητή γκουμίλεφ που ήταν από τους πρωτεργάτες της κροστάνδης και πέρασε τις νύχτες του στη φυλακή απαγγέλλοντας στίχους του στους τσεκίτες.
Ένας φίλος έθεσε στον τζερζίνσκι το ερώτημα: «μπορούμε άραγε να τουφεκίσουμε έναν από τους δυο-τρεις μεγαλύτερους ποιητές της ρωσίας;» Κι ο τζερζίνσκι απάντησε: μπορούμε άραγε να κάνουμε εξαίρεση για έναν ποιητή;

Για τον σερζ η πολιτική ηγεσία δεν ήταν άμοιρη ευθυνών.
Η παράταση της τρομοκρατίας μετά το τέλος του εμφυλίου ήταν αποκαρδιωτικό λάθος. Το καθεστώς θα ήταν εκατό φορές πιο ισχυρό αν είχε διακηρύξει εκείνη το σεβασμό του στην ανθρώπινη ζωή και τα δικαιώματα του ανθρώπου όποια κι αν ήταν αυτά.
Γνωρίζοντας την εντιμότητα και την ευφυΐα των αρχηγών του, αναρωτιέμαι ακόμη για ποιον λόγο δεν το έκανε. Ποιες ψυχώσεις φόβου κι εξουσίας το εμπόδισαν;
Το σκελετωμένο χέρι της πείνας δε μπορούσε να ξεκολλήσει το άρμα του από την εξουσία
.

Κι ακόμη: η σοσιαλιστική επανάσταση θα ήταν πολύ πιο δυνατή αν η ανώτατη εξουσία υπεράσπιζε με όση ενέργεια έδειξε για να νικήσει, τις αρχές του ουμανισμού απέναντι στο νικημένο εχθρό.
Είχαν την πρόθεση, δεν είχαν όμως τη βούληση. Αυτοί που ανήκαν στο μέλλον βρέθηκαν τελικά δέσμιοι του παρελθόντος
.
Ή αλλιώς με τα λόγια του ποιητή:
Δεν είμαι ένας καινούριος άνθρωπος, έχω το ένα πόδι μου στο παρελθόν
Και παρόλα αυτά θα ήθελα να συναντήσω τρεκλίζοντας, κουτσαίνοντας τον ατσάλινο στρατό
(που σε τελική ανάλυση σημαίνει το στρατό του στάλιν. Άλλο αν ο ποιητής εσένιν αυτοκτόνησε ακριβώς μόλις ανέλαβε την ηγεσία ο στάλιν. Ειρωνεία της ιστορίας…)

Ίσως αυτή να είναι κι η βασική αντίφαση κάθε επανάστασης που καλείται να μετασχηματίσει το παρελθόν και να αλλάξει με τα παλιά υλικά την κοινωνία.
Οι αντιφάσεις είναι αναπόφευκτες. Αλλά όπως ανέφερε κι ο λούκατς στον σερζ: οι μαρξιστές ξέρουν πως μπορούν να διαπράξουν ατιμώρητα μικρές ανηθικότητες όταν κάνουν μεγάλα πράγματα. Το λάθος κάποιων είναι πως πιστεύουν ότι μπορούν να πετύχουν σπουδαία αποτελέσματα κάνοντας μόνο μικρές ανηθικότητες.

Όλο αυτό το πλούσιο σε παραπομπές κείμενο ήταν μόνο μια εισαγωγή για να θέσουμε το ιστορικό πλαίσιο μιας εποχής με εξαιρετικά πρωτότυπες κι ενδιαφέρουσες αντιφάσεις, που θα μας απασχολήσουν σε επόμενη ανάρτηση, γιατί αυτή έχει ήδη ξεφύγει πολύ σε μέγεθος.

9 σχόλια:

Eρυθρό Πρίσμα είπε...

Ήθελα να το πάρω αυτό το βιβλίο αλλά είναι πολύ ακριβό ρε γαμώτο...

Μπρεζνιεφικό απολίθωμα είπε...

Πράγματι. Αλλά πολύ ογκώδες κι ενδιαφέρον. Σα να διαβάζεις δυο βιβλία μαζί. Οπότε αξίζει.

Μη νομίζεις κι εγώ περιμένω τις γιορτές για κάτι τέτοια και τους στέλνω στοχευμένα με λίστα δώρων να μου το πάρουν, αλλιώς...

Ανώνυμος είπε...

Πάντως είναι (ήταν) σίγουρα διαφορετική η διαλεκτική μέσου-σκοπού στους Μαρξ-Ενγκελς απ'τη μια και στον Λενιν-μπολσεβικους απ'την άλλη. Στους δεύτερους μπολιάστηκε φιλοσοφικά από εξωμαρξιστικά φιλοσοφικά στοιχεία τα οποία μάλιστα είχαν απορριφθεί κατηγορηματικά από τους ηγέτες της Α' Διεθνούς.

κομμάντο Φλωμπεριανής εντροπίας

Eρυθρό Πρίσμα είπε...

εσείς είστε πολύ θεωρητικοί για μένα. Εγώ έχω να πω πως είναι αντίφαση οι αριστεροί φοιτητές που έχουν να περάσουν από εξεταστική (με αξιώσεις) μια διετία να λένε στους συμφοιτητές τους που τους έχουν πετσοκόψει για τα μαζικά κοψίματα.

Μετά το μάθημα (που δεν πήγαν) να λένε στους φοιτητές (που πήγαν) για την καθηγητική αυθαιρεσία ενώ οι άλλοι μόλις την βίωσαν στο πετσί τους.

Γενικά να λένε στον άλλο εξ αποστάσεως για το τι βιώνει από πρώτο χέρι λες κι ο άλλος είναι μαλάκας και δεν το καταλαβαίνει και μετά να απορούν γιατί δεν τους ακολουθεί (πέραν του κυλικείου ή της τουαλέτας).

Μπρεζνιεφικό απολίθωμα είπε...

Με γαργαλάει να αρχίσω τα τσιτάτα των κλασικών για την επανάσταση που είναι ό,τι πιο αυταρχικό υπάρχει και για την κριτική στην κομμούνα ότι δεν ήταν τόσο βίαια κι αποφασιστική όσο χρειαζόταν.

Αλλά ο καθένας απάντησε στις ανάγκες της εποχής του κι αυτό είναι ωραιότατη διαλεκτική, μακριά από αφηρημένες κατηγορηματικές απορρίψεις. Ο λένιν δεν ήταν μαρξ, ο στάλιν δεν ήταν λένιν κι από τον χρουτσώφ και μετά δεν έχει καν νόημα να συζητάμε, αλλά έτσι δεν μαθαίνουμε κάτι για τους σκοπούς και τα μέσα.

Κι εγώ επηρεάζομαι από τα βιβλία που διαβάζω τελευταία (αυτό του σερζ καλή ώρα) αλλά δε σκοπεύω να βγάλω το στάλιν μακιαβέλι και την εμπειρία του οκτώβρη άχρηστη για το σήμερα σε σύγκριση με αυτήν της κομμούνας, όπως κάνει η έλλη παππά.

Dimitrov είπε...

είναι λίγο άδικο για την τότε εποχή να την κρίνουμε με βάση την κουλτούρα που έχουμε τώρα.

Υ.Γ. Kάτω τα χεριά από τον Iron Felix Dzerzhinsky, τον ανθρωπο που επαθε καρδιακή προσβολή μετά από συνεδρίαση της Κ.Ε και αφού πρώτα τα είχε χώσει στους Leon Trotsky, Grigory Zinoviev και Lev Kamenev

Yannis Theocharis είπε...

Ωραίο κείμενο. Το ύφος του "βρωμάει" αλήθεια.

Μπρεζνιεφικό απολίθωμα είπε...

Βρωμάει αλήθεια, αλλά δε σημαίνει ότι έχει πάντα δίκιο. Βρωμάει σίγουρα ένα κομμάτι της, όπως το βλέπει ο συγγραφέας.

Eρυθρό Πρίσμα είπε...

Κι έλεγα αν έπεσα μόνο εγώ θύμα αδέλφια μου (bloggers) εσείς και δεν ψήφισα τον εαυτό μου...