Σάββατο 23 Σεπτεμβρίου 2023

Κόκκινα πιράνχας με δόντια γαμψά

Τι είναι σε τελική ανάλυση το Φεστιβάλ; Ένας ιστορικός συμβιβασμός γενεών, που παλεύουν αδυσώπητα να γεφυρώσουν το χάσμα τους και τα ακούσματά τους. Το παλιό που γκρινιάζει γιατί δεν έχει προσαρμοστεί στις νέες συνθήκες και το καινούριο που δεν έχει επιβληθεί ακόμα και καγχάζει με Βέβηλο (και Εισβο) ύφος αυτά που πέρασαν. Και δεν είναι το Φεστιβάλ της εποχής των τεράτων (σαν το Φεστιβάλ ζόμπι του χυδαίου Ζερβού), αλλά έχει μικρά «τερατάκια», σαν τα «κόκκινα πιράνχας», που είναι ευαίσθητα και παρεξηγημένα ζωάκια, όπως τα αγριογούρουνα του Οβελίξ.


Το Φεστιβάλ είναι ο συγχρωτισμός μικρών και μεγαλύτερων παιδιών, που δε θέλουν να μαζέψουν, στο τέλος του τριημέρου, τα παιχνίδια τους στο κουτί. Διότι ο έρωτας είναι σαν την επανάσταση και χρόνια δεν κοιτά, παρά μόνο τις μέρες. Μια μέρα πριν νωρίς, μια μέρα μετά αργά. Τη δεύτερη μέρα του Φεστιβάλ ωριμάζουν οι συνθήκες για να κλείσει το ιστορικό διαγενεακό χάσμα.

Οι Υπεραστικοί και ο Φοίβος παίζουν στο Κόκκινο Αερόστατο για παιδιά που είναι μπροστά από την ηλικία τους. Η φοιτητική σκηνή γεμίζει με ροκ δεινοσαυράκια, όπου όσοι δεν έχουν 40αρίσει είναι προστατευόμενο είδος υπό εξαφάνιση. Οι ηρωικοί βετεράνοι απ’ το Σπίτι του Αγωνιστή, με σταθερό μέσο όρο ηλικίας (όλη τη νιότη του κόσμου) όσα χρόνια κι αν περάσουν, έρχονται με αμαξίδια, πατερίτσες και πατερούλη στην ψυχή.

Δε πα να μας χαλάν τα πιο όμορφά μας χρόνια -που δεν τα έχουμε ζήσει ακόμα.
Κι ίσως η συναυλία για τους ποιητές των δρόμων των Εξαρχείων έπρεπε να κλείσει αλλιώς, με λίγο Ζαμπέτα. Γιατί ο 40-50άρης είναι ένας νέος της εποχής, που είναι αντικειμενικά εποχή περάσματος στο σοσιαλισμό και όχι στα γηρατειά και την κατήφεια.

Να σου πω όμως κάτι; Δεν έχουμε γεράσει, ούτε είμαστε εραστές της καρέκλας. Αλλά καλό είναι να έχεις στη ζωή ένα αποκούμπι, σαν το ΚΚΕ (το ακούς, Βλάσση;), ή ένα κάθισμα να ξαποστάσεις λίγο από τον αγώνα και ξανά προς τη δόξα τραβάς, τραβάς, τραβάς. Τι τραβάμε κι εμείς οι κομμουνιστές -και κομμουνίζοντες; Α ρε, σύντροφε...
Άλα-αααα

Όλα ξεκίνησαν από το λάθος (του Σαμαράκη), με τους Υπεραστικούς να παίζουν για δεκάχρονα παιδιά με τους ταξικούς προβληματισμούς της προεφηβείας και του δημοτικού, να μαθαίνουν εξ απαλών ονύχων το «τάξη εναντίον τάξης» και πως η έφοδος στους ουρανούς δε θα γίνει με αερόστατο. Και εδώ υπάρχουν δύο λογικές εξηγήσεις.
Είτε ήταν τιμωρία για τον υπεραστικό Παύλο, που ήταν καιρό άρρωστος, αλλά ζει (τσακίστε τους ναζί, σε λούπα, από όλα τα παιδιά μαζί και το καθένα ξεχωριστά), εκπροσωπεί σταθερά την παιδική αρρώστια του κομμουνισμού και κατέληξε με το κοινό που του ταιριάζει, ώσπου να σοβαρευτεί -στο ΦΒ τουλάχιστον.
Είτε ήταν μια κίνηση που στόχευε να χαρούν οι γονείς των παιδιών και πέτυχε διάνα. Μα δίπλα σε αυτούς, ποτίζεται και η γλάστρα με τη νέα σπορά, που είναι έτοιμη για όλα.

Αυτή είναι μια άγρια γενιά παιδιών, που δεν έχουν ζήσει ούτε μια μέρα «κανονικότητας». Που τραγουδάν και χορεύουν «Θάνατος, μαύρος αδελφός», ξέρουν όλα τα αντάρτικα, ανεβαίνουν επί σκηνής να φωνάξουν «τσακίστε τους ναζί» και ας μην έχουν προλάβει τον Παύλο -όχι των Υπεραστικών. Κάνουν αντιφασιστικά τατουάζ, με εργάτες που σπάνε σβάστικες. Δεν έχουν το κόκκινο μαντίλι των «Νέων Πρωτοπόρων», που έχει ακόμα ο (υπεραστικός) Παύλος, αλλά μπλουζάκια με κόκκινα πιράνχας, που είναι το όνομά τους και η ψυχή τους. Κι ίσως να κάνουν σπετσνάζ στον ελεύθερο χρόνο τους -ποτέ δεν ξέρεις πού θα χρειαστεί.




Ώρα για λίγη επαναστατική γυμναστική...

Πώς να κρυφτείς απ’ τα παιδιά, έτσι και αλλιώς τα ξέρουν όλα. Ξέρουν πως πρέπει να αλλάξουν τον κόσμο γιατί το έχει ανάγκη. Είναι ώριμα και υποψιασμένα για την αλήθεια, την αδικία γύρω μας, είναι έτοιμα για να πέσει ο σπόρος των Υπεραστικών -και του Φοίβου-, χωρίς μεγάλες προσαρμογές και φτιασιδώματα σε όσα λένε.
Είμαι ένα μικράκι προλεταριάκι...

Κι αν άκουγαν από δίπλα τον «κύριο Πρωτούλιο» -όπως τον είπε τρακαρισμένη η δημοσιογράφος της ΕΡΤ- να εξηγεί πως ακόμα και τα κουνουπάκια του πάρκου είναι πολιτικό ζήτημα, γιατί ο εργολάβος πήρε λεφτά για συγκεκριμένες δόσεις και δε (μας) ψεκάζει κάθε δέκα μέρες, όπως πρέπει, θα φτάναμε στην ουσία για τον καπιταλισμό με απλά παραδείγματα, όπως κάποτε μας εξηγούσαν το σεξ με τις μελισσούλες και τη γύρη.
-Χρατς, χρατς ο εργολάβος. Βζουν-βζουν τα κουνουπάκια.
Αλλά ποιος είναι αυτός που μας πίνει το αίμα;

(Εδώ θα κολλούσε και ένα τραγούδι του Jackal, που έλεγε στο ρεφρέν «Κουκουβά-Κουκουβά» και μετά έκανε ρίμα με τα ΜΑΤ, αλλά δεν το βρήκα με ένα πρόχειρο ψάξιμο).

Στην ίδια σκηνή ο Φοίβος εκπλήρωνε έναν στόχο ζωής, τραγουδώντας δίπλα στη (και για τη) Μάγδα Φύσσα. Αλλά βασικά λέγοντας επιτέλους το Ελεφαντάκι, το τραγούδι που τον καταξίωσε στο παιδικό κοινό του, και το Κροκοδειλάκι -άραγε θα έχουν δεύτερο κύκλο τα «Νούμερα» στην ΕΡΤ;- αντί για τα κλασικά που θα πει σήμερα. Και το πιο σπουδαίο είναι ότι κόλλησε και αυτός σταχανοβίτιδα -από Μποφίλιου και Βασίλη- και βγαίνει μόνος του, εκτός προγράμματος, και δεύτερη μέρα, υπερκαλύπτοντας το πλάνο του.

Για τη Μάγδα όμως, τη μάνα όλων μας, δεν υπάρχουν λόγια. Της χρωστάμε πολλά ενώ αυτή τίποτα, αλλά μας λέει «ευχαριστώ» γιατί τη βοηθήσαμε να κάνει τον πόνο της αγώνα. Και είναι παντού, πάντα εκεί, μέσα σε όλα όσα πρέπει να είναι. Όχι επειδή πρέπει, αλλά επειδή το θέλει, το χαίρεται και το ζει με την ψυχή της. Και στη χιπ-χοπ συναυλία με τους φίλους του Παύλου και στα παιδιά του Κόκκινου Αερόστατου -να τους μάθει πώς γελοιοποιείς τους τύπους με τη σβάστικα- και στο περίπτερο του συλλόγου Killah P. Κάθε μέρα, σε όλο τον χώρο. Ζει για τον Παύλο, που ζει μέσα από αυτήν και τον αγώνα της. Και αυτό είναι το καλύτερο ελιξήριο νεότητας, που την κρατάει δυνατή και μάχιμη. Δεν υπάρχουν πολλοί -οργανωμένοι και μη- που θα μπορούσαν να δώσουν τη δική της μάχη, τόσα χρόνια, με τόσο ζήλο. Βαθιά υπόκλιση...

Κι εδώ αρχίζει για κάποιους μια άρρωστη λογική του παραλόγου, που ξεκινά με υπονοούμενα για να γίνει χιονοστιβάδα. Φαιδροί τύποι, που παλεύουν ενάντια στον κόσμο της ιδιοκτησίας, αλλά βάζουν φράχτες και πνευματικά δικαιώματα στα σύμβολα που θεωρούν αποκλειστικά δικά τους. Και σπεύδουν να ζητήσουν το λόγο. Γιατί καλείτε το τάδε πρόσωπο; Γιατί τιμάτε με αφιέρωμα τον δείνα καλλιτέχνη; Κομμουνιστές και μπολσεβίκοι, η Μάγδα αυτή δε σας ανήκει...

Λύσσαξαν που καλέσαμε τη Μάγδα, έφριξαν που έπαιξε πέρσι η «Μπασταρδοκρατία», δυο φορές μάλιστα, στο ροκ αφιέρωμα, ξίνισαν που φέραμε πρώτη φορά τους Nightstalker, κοκκίνισαν (από το κακό τους) που τιμήσαμε την αγία τριάδα των ποιητών του δρόμου των Εξαρχείων (Γώγου, Άσιμος και Παύλος). Πού να άκουγαν και τον Μητσοτάκη (τον καλό) χτες να λέει πως το Φεστιβάλ είναι το μεγαλύτερο πολιτιστικό και πολιτικό γεγονός...

Μιλάμε εν τω μεταξύ για τρεις ευαίσθητους δημιουργούς, με ανήσυχο πνεύμα που είχαν πάντα ανοιχτούς διαύλους με τις ιδέες του κομμουνισμού -ή και με το Κόμμα. Για τη Γώγου που έγραψε το «Α ρε σύντροφε» ενάντια στον ρεβιζιονισμό κι «όλοι οι φίλοι της γράφουν με μαύρο χρώμα, γιατί ρημάξατε το κόκκινο». Για τον Άσιμο που έγραψε το «με πείσανε να γίνω ρεβιζιονιστής» (μα έτσι δεν την βρίσκω) και έχει μια ιστορική φωτογραφία με τον Χαρίλαο. Και για τον Σιδηρόπουλο που έχει γράψει για το λίπασμα και πώς «κινείται η ιστορία του ΚΚΕ».

Μπορεί κάποια από τα δικά τους αδιέξοδα να τόνιζαν τις αντιφάσεις του Κόμματος της εποχής τους. Αλλά την καλύτερη απάντηση την έδωσε ο Ματράκας, που έκλεισε την ουσία σε δυο-τρεις φράσεις. Το Κόμμα είναι η πηγή κάθε αντίστασης, από εδώ ξεκινάνε όλα. Υπάρχουμε ωστόσο και εμείς οι καλλιτέχνες, που ανοίγουμε λαγούμια, που σκάβουμε σε βάθος, αλλά αυτό μπορεί να μας κοστίσει καμιά φορά και τη ζωή μας.
Κι αν πέφτουν κάποτε στις υπόγειες διαδρομές που ανοίγουν, δε μειώνεται σε τίποτα η αξία τους.

Δεν υπάρχει πνευματική ιδιοκτησία και δικαιώματα. Υπάρχουν όμως κάποιοι που τιμούν κάποια πρόσωπα, για να καπηλευτούν τη λάμψη τους και να τους βάλουν σε ακίνδυνα καλούπια. Η κριτική αυτή θα είχε λοιπόν βάση αν το αφιέρωμα έδειχνε επιλεκτικά κάποιες πλευρές του έργου τους κι αποσιωπούσε βολικά άλλες για να το φέρει στα μέτρα μας.

Αλλά στο Φεστιβάλ ακούστηκαν (σχεδόν) τα πάντα. Από το «α ρε σύντροφε» της Γώγου, ως το τραγούδι της Εθνικής Συμφιλίωσης του Παύλου, για το Χημείο. Ο Χουλιαράς (που είχε σπάσει τον πάγο, λέγοντας άλλες χρονιές τον Μηχανισμό) δεν έκρυψε τον ενθουσιασμό του που μπορούσε να τραγουδήσει κομμάτια που είχε απωθημένο να τα πει. Και έκλεισε το πρόγραμμα με το «Δεν πα να μας χτυπάν...» του Άσιμου, με το σωστό χρώμα στην κόκκινη σημαία. Παύλο (των Υπεραστικών).

Δηλαδή είπε και το «Παράτα τα» (λοιπόν, παράτα το το κόμμα); Ε, όχι. Ας αφήσουμε κάτι για του χρόνου, μην τα πούμε όλα φέτος...

Την ίδια στιγμή, στη Λαϊκή Σκηνή, μαθαίναμε χρήσιμες πληροφορίες από τον Σοφιανό και τον... «κύριο Πρωτούλιο», που δεν τα σηκώνει αυτά και είπε στη δημοσιογράφο της ΕΡΤ: Είμαστε στην κόκκινη πολιτεία, εδώ είμαστε όλοι σύντροφοι, δεν χρησιμοποιούμε πολύ το «κύριε»...

Μεταξύ πολλών άλλων ακούσαμε ότι: Οι τάχα ακομμάτιστοι υποψήφιοι θα πάρουν πινελάκι το βράδυ των εκλογών. Και αν ο χάρτης είναι «μπλε», η κυβέρνηση θα το εισπράξει ως επιβράβευση για όσα έγιναν και ως παραγραφή των ευθυνών της. Ότι με αυτούς τους ρυθμούς τα αντιπλημμυρικά έργα που προβλέπονταν για αυτή τη θητεία για την Περιφέρεια της Αττικής, θα τελειώσουν σε 44 χρόνια. Ότι μετά την συγχώνευση των Νομαρχιών, η Περιφέρεια έχασε 1.700 υπαλλήλους και στη θέση τους ήρθαν μόλις 100 (!). Και ότι στον Δήμο Αθηναίων, μπορεί ο Μπακογιάννης να βρίσκεται στο στόχαστρο όλων, αλλά η δική του παράταξη δεν είχε απόλυτη πλειοψηφία στο δημοτικό συμβούλιο, και χρειαζόταν πάντα τις ψήφους άλλων, για να περάσει αυτά που ήθελε.

Ότι η Δούρου έδωσε το μισό αποθεματικό της Περιφέρειας για την «επένδυση» στο Ελληνικό. Ότι έδωσε ζεστό χρήμα στον εφοπλιστή πρόεδρο της ΑΕΚ, για να χτίσει ιδιόκτητο γήπεδο (δικό του, όχι της ομάδας) και πως κάτι ανάλογο γίνεται με τον εφοπλιστή ιδιοκτήτη του Παναθηναϊκού και τον Δήμο Αθηναίων για το γήπεδο στον Βοτανικό -στον δρόμο που χάραξαν με το Καραϊσκάκη και τον εφοπλιστή πρόεδρο του Ολυμπιακού. Και αυτά καλό είναι να λέγονται και να τα ακούνε όσοι κολλημένοι σφοι έμειναν σπίτι την Πέμπτη, για να δουν την ομάδα τους -και δεν είχε και οθόνες να μεταδίδουν τα ματς, όπως κάποτε στα Ιλίσια, που είχε πέσει το Φεστιβάλ πάνω στο Τσου-Λου.

Οθόνες δεν είχε όμως ούτε ο Ζάρα. Και ότι θα έτρωγε άκυρο (cancel), έστω και για τεχνικούς λόγους, από τους Κνίτες, δεν το φανταζόταν ούτε ο ίδιος, ούτε ο Κωτσαντής με τον οποίο τα έλεγαν παραπλεύρως, μήπως και βρεθεί μια λύση της τελευταίας στιγμής. Μάλλον όμως χτύπησε η κατάρα του φασίστα, με την αγαπημένη ατάκα - ερώτηση: Έχεις βίντεο; (πχ για τους νεκρούς στο Πολυτεχνείο, ως απόδειξη). Και ο Ζαραλίκος είχε βίντεο, αλλά όχι οθόνη για να παίξουν. Κι είναι πολύ κρίμα, όχι επειδή είναι ο Ζάρα, ούτε για τον κόσμο που έφυγε ξενερωμένος, αλλά γιατί θα είχε φρέσκο υλικό και ατάκες για τον Κασσελάκη. Γιατί μόνο αυτός μπορεί να νικήσει τον Κασσελάκη, που μπορεί να νικήσει τον Μητσοτάκη, που είχε νικήσει τον Μεϊμαράκη, που διαδέχτηκε τον Σαμαράκη (όχι, Λάθος, τον Σαμαρά).

Στο Φεστιβάλ πάντως υπάρχουν τρεις κατηγορίες καλλιτεχνών. Αυτοί που έρχονται και τηρούν τους τύπους, αυτοί που έρχονται και χαίρονται πραγματικά, και η Νατάσσα Μποφίλιου, που κάνει συλλογή ενσταντανέ με τον ΓΓ να κάνει το αρκουδάκι Αγκαλίτσας.

Και επίσης, τρεις κατηγορίες καλλιτεχνών. Αυτοί που ευχαριστούν την ΚΝΕ για την πρόσκληση. Αυτοί που αφήνουν ένα πολιτικό μήνυμα, τύπου «καλή αντάμωση στους δρόμους -και ας μην κατεβαίνουν πάντοτε οι ίδιοι. Και η Νατάσσα Μποφίλιου, που θέλει να τα πει όλα, και για την ΚΝΕ, και για τους αγώνες, και για τη Λαϊκή Συσπείρωση, και για τον σύντροφο μπαμπά της, που κατεβαίνει υποψήφιος, και... Ξεχάσαμε τίποτα;

Τρίτη μέρα σήμερα, κατά τας γραφάς, που σημαίνει πως τα επίπεδα συσσώρευσης σκόνης στον λαιμό, τα ρουθούνια και τον αμφιβληστροειδή χτυπάνε κόκκινο -και αυτά- και αν κρατούσε εννιά μέρες το Φεστιβάλ, όπως κάποτε, θα φτάναμε σε κατάσταση I can’t breathe, αλλά στην πράξη, όχι μόνο συνθήματα.

Θα είναι κρίμα όμως να φύγετε από το Τρίτση και να μην έχετε δοκιμάσει το φαλάφελ των μεταναστών και κάτι πιτάκια που δίνουν στο τραπεζάκι του Κονγκό -αν δεν κάνω λάθος. Κανονικά θα έπρεπε να έχουμε φέρει και ινδική κουζίνα από τους συντρόφους, που έχουν μόλις μερικά εκατομμύρια μέλη. Αλλά ας μείνει κάτι και για το 50ό. Όλα από τώρα θα γίνουν; Τα καλύτερα Φεστιβάλ μας δεν τα έχουμε ζήσει ακόμα...

Δεν υπάρχουν σχόλια: