Παρασκευή 14 Φεβρουαρίου 2025

Όταν θα πάω κυρά μου στο παζάρι

Κουλτούρα είναι να λες τα ζουμπούλια ασφόδελους, λέει νομίζω κάπου ο Αρκάς στον Καλό Λύκο του, πριν γίνει ποιμενικός κυβερνητικός. Και να λες το παζάρι βιβλίου «Bazaar», θα πρόσθετα εγώ, για να μην προσβάλλεται η αισθητική της διανόησης. Το βιβλιοπάζαρο στην Κλαυθμώνος δεν έχει πολλή διανόηση, παρά μόνο πλέμπα -στην οποία κατεξοχήν απευθύνεται. Έχει όμως την αγγλική μετάφραση του «Καλού Λύκου» -που αξίζει ένα ξεφύλλισμα, απλώς για να δεις πώς αποδόθηκε το λογοπαίγνιο «λαγοί με πετραχήλια»-, σε μια γωνιά με παλιά τεύχη «Κόρτο Μαλτέζε» και «Έρικ Καστέλ». Κι έχει το πλεονέκτημα να μην ντρέπεται για αυτό που είναι και να το δηλώνει ευθαρσώς: παζάρι. Κι ας μην έχει επιπλέον παζάρεμα στο τέλος -τόσα δίνω, πόσα θες, θα μας κάνετε μια καλύτερη τιμούλα;

Κι αν κάποιοι φτωχικό το βρίσκουν το παζάρι, δεν τους γέλασε. Ακολουθούν μερικά σημεία που το αποδεικνύουν (;).

-.-

Προχωράς με πλάγια βήματα, παράλληλα με τους πάγκους, σαν καβουράκι πλάι σε μια θάλασσα βιβλία, με ασαφή όρια, όπου μόνο το έμπειρο μάτι διακρίνει τις αλλαγές από εκδοτικό σε εκδοτικό. Ξεκουράζεις το βλέμμα σου στο απέραντο γαλάζιο, τους τίτλους και τα παρδαλά εξώφυλλα, ώσπου ξαφνικά. ΣΚΑΤΑ! Πέφτεις πάνω σε φασιστοβιβλία -έθνος, τιμή, όλη η αλήθεια για τους κομμουνιστές- και φεύγεις αηδιασμένος, σα να έχει πατήσει σκατά και λάσπες, η σιχασιά στο βλέμμα, θες να ξεπλύνεις τα μάτια σου.

Αλλά ας είμαι ειλικρινής. Θα διηγηθώ μια ένοχη αηδία -στον αντίποδα της ένοχης απόλαυσης. Κι εγώ έχω διαβάσει πχ το «ποιος σκότωσε τον Νίκο Τεμπονέρα», βγαλμένο απευθείας από την πηγάδα με τα κονσερβοκούτια, που λέει τον Καλαμπόκα εξιλαστήριο θύμα, τον Κοντογιαννόπουλο «οπορτουνιστή», τον Ράλλη «Κερένσκι», τους Πασόκους συντροφοσυνοδοιπόρους και «εξηγεί» πως ο Τεμπονέρας σκοτώθηκε στη διάρκεια επίθεσης ακροκουκουέδων εναντίον μιας ειρηνικής ομάδας Οννεδιτών -sic. Συγγραφέας είναι ο Μιχάλης Αρβανίτης, συνήγορος υπεράσπισης του Καλαμπόκα, που στη συνέχεια έγινε βουλευτής της χρυσής αυγής -κοίτα να δεις κάτι συμπτώσεις στην ακροδεξιά πολυκατοικία. Κι εγώ το πήρα, γιατί το είχα βρει κάποτε στο παζάρι, με παρέσυρε ο τίτλος και δεν ήξερα -ακόμα- τι είναι το εκδοτικό «Πελασγός», αν και θα έπρεπε να το υποψιαστώ από το όνομα. Τουλάχιστον έγινα σε κάτι σοφότερος βαφτίζοντας «πείρα» το λάθος μου.

-.-

Αν το σκεφτείς, πάντως, είμαστε μια φρικτή μειοψηφία, που σε λίγα χρόνια θα προκαλεί φρίκη στο αμύητο κοινό: ίου, διαβάζεις βιβλία

Βγάλε πχ όσους έχουν αλλεργία με το διάβασμα, όσους το έχουν άρρητο τάμα να μη διαβάσουν ποτέ, αυτούς που θέλουν αλλά λιποθυμάν στην ιδέα. Αυτούς που έχουν διάσπαση προσοχής από τις οθόνες, που δεν μπορούν να διαβάσουν πάνω από 280 χαρακτήρες ή ένα ποστ στο ΦΒ -κατά προτίμηση σε χρωματιστό πλαίσιο, με μεγάλα γράμματα. Αυτούς που είναι τσακισμένοι από κούραση και δεν μπορούν να διαβάσουν ούτε υπότιτλους σε ταινία, πριν κλείσουν τα μάτια τους. Αυτούς που παίρνουν βιβλία για διακοσμητικά στο νέο τους έπιπλο. Και αυτούς που ψηφίζουν από θέση αρχής μπουρδελότσαρκα αντί για βιβλιότσαρκα.

Κι ύστερα το τηλεοπτικό ποίμνιο που διαβάζει μόνο ό,τι έχει βγει σε τηλεοπτική σειρά -κι εγώ έκανα το λάθος να δοκιμάσω τις «17 Κλωστές», μη βαράτε-, τον στρατό πιστών Μαντά και Δημουλίδου. Όσους ψωνίζουν βιβλία για χόμπι (μαγειρική, αλιεία και μπριτζ) -μακρινοί συγγενείς του ανθρώπου και των αληθινών βιβλίων. Όσους λιμπίζονται βιβλία κατάλληλα για προσάναμμα στο τζάκι του Πέπε Καρβάλιο, για να «μάθουν τι μας κρύβουν» -Πελασγός, Λιακόπουλος κτλ.

Βγάλε μετά όσους υποτιμούν το νουάρ-νεοπολάρ, τον έξυπνο σαρκασμό και ό,τι δεν είναι ακατανόητο, βαρύ και ασήκωτο, για μικρά, εκλεκτά κοινά, βγάζω κι εγώ εμένα από όσα δεν εκτιμώ ή δε φτάνω ως νόημα. Τι μένει στο τέλος; Ούτε ένας στους είκοσι -μια ζωή στο 5% θα είστε! Συνηθισμένα τα βουνά -είτε είναι τα ψηλά του Ζαχαρία, είτε μαγικά σαν του Μαν. Αν θέλεις κάποιον να εκπέμπει στο ίδιο ανανγωστικό μήκος κύματος, είναι σα να ψάχνεις εμμονικά ψύλλους στα άχυρα ή το άλλο σου μισό ή μια ώριμη επαναστατική κατάσταση. Και αν θεωρείς τη φυλή των βιβλιόφιλων ενιαία και αλληλέγγυα, είναι σα να βλέπεις ένα ενωμένο έθνος, χωρίς τάξεις και διακρίσεις.

-.-

Μπαίνοντας στο παζάρι, επιλέγεις μικρό ή μεγαλύτερο (τροχήλατο) καλάθι για να στοιβάζεις τα προϊόντα -ενώ σκέφτεσαι μήπως χρειαζόσουν καρότσι, να χωρά και ένα παιδί -και τα βιβλία τα έχεις όλα σαν παιδιά σου. Βγαίνοντας κρατάς τον σεκιουριτά στην έξοδο ως τελευταία εικόνα, ενώ γυρίζεις κεφάτος, με σακούλες ψώνια ανά χείρας. Προβληματίζεσαι γιατί όλα γύρω μας θυμίζουν σούπερ-μάρκετ, αν οι εκπτώσεις στην τιμή επιδρούν διαλεκτικά στο περιεχόμενο. Αναρωτιέσαι αν έγινες αυτό που κορόιδευες, καταναλωτικό ον, κι αν δικαιούσαι μια ένοχη απόλαυση -όπως όλοι οι άλλοι. Πριν σε πνίξουν οι ενοχές, βρίσκεις σανίδα σωτηρίας στη λογική: Όχι, διάολε! Τα βιβλία στη χώρα μας είναι πανάκριβα χωρίς λόγο, και όλοι πάνε «Πολιτεία» ή όπου αλλού σπάει η ενιαία τιμή, μετά το 18μηνο -ανώτατο όριο προφυλάκισης και βιβλιοκράτησης. Και αν, για μια φορά στα χρονικά, συμπίπτουν τα συμφέροντα παραγωγού και καταναλωτή, δε χρειάζεται να έχεις τύψεις και γι’ αυτό. Στην τελική, αν είναι να μας βγει κάπου καταναλωτικό ένστικτο, ας είναι για τα βιβλία.

-Ναι αλλά θα τα διαβάσεις όλα αυτά;

Πολύ καλή ερώτηση, προχωράμε στην επόμενη. Κάπου το έχει απαντήσει πειστικά ο Έκο αυτό, για την πρακτική αξία των αδιάβαστων βιβλίων, αλλά ας μην καταφύγουμε σε τσιτάτα. Στην τελική δεν έχει σημασία. Είναι κάπως σαν το δημόσιο χρέος, το χρέος της Μπαρτσελόνα ή το χρέος στη ζωή (και τον Λαμπράκη). Σημασία δεν έχει να το ξεπληρώσεις εντελώς, αλλά να εξυπηρετείται. Δεν πειράζει να μεγαλώνει δίπλα σου η στοίβα με τα αδιάβαστα, αρκεί να συνεχίζεις κανονικά τις δόσεις σου και να διαβάζεις συνεχώς.

Η ενιαία τιμή είναι σοβαρό ζήτημα -το αντιλαμβάνεσαι πχ όταν βρίσκεις στην Πολιτεία την Κομεπ πιο φτηνά από ό,τι την παίρνει ένας συνδρομητής. Αλλά το βασικό πρόβλημα με τα βιβλία είναι η έλλειψη κουλτούρας δανεισμού και δημόσιων βιβλιοθηκών που να τον ενθαρρύνουν. Το αμέσως επόμενο πρόβλημα είναι τα βιβλία που δανείζεις σε συντρόφους αλλά δε στα επιστρέφουν ποτέ -όχι επειδή τα διάβασαν απαραίτητα- και σε κάνουν να χάνεις την πίστη στους ανθρώπους. Όλα αυτά δε θα γίνονταν ποτέ όμως στη Σοβιετία, που ήταν ο παράδεισος του βιβλίου, με χιλιάδες τίτλους σε τιράζ με εκατομμύρια αντίτυπα, εκατοντάδες δημόσιες δανειστικές βλβιοθήκες και εκπαιδευμένο κοινό, που κρατά μέχρι σήμερα τις αναγνωστικές του συνήθειες.

-.-

Δε βαρέθηκες, κάθε χρόνο, να πέφτεις στα ίδια βιβλία;

Μα δεν είναι ακριβώς τα ίδια. Ποτέ δεν μπαίνεις δυο φορές στο ίδιο ποτάμι και στο ίδιο παζάρι. Αλλάζουν κάποιοι τίτλοι, κάποιοι εκδοτικοί, κάποιοι υπάλληλοι αλλάζουν τις θέσεις τους στον πάγκο, για να έχεις άλλη εικόνα κάθε φορά. Αλλάζουμε και εμείς οι ίδιοι, από χρόνο σε χρόνο, διευρύνουμε τα γούστα και τους ορίζοντες, βρίσκουμε νέα ενδιαφέροντα, παίρνουμε κάτι που άλλες χρονιές δε θα μας είχε κάνει εντύπωση, αλλά τώρα παίρνεις την απόφαση να δοκιμάσεις κάτι καινούριο, διαφορετικό.

Κι ύστερα πας να το βάλεις στη βιβλιοθήκη, φτάνεις στο ράφι με το είδος του και βλέπεις μπροστά σου το αντίτυπο που είχες πάρει πέρσι κι αναπαύεται αδιάβαστο, μέχρι να το πιάσεις στα χέρια σου. Και τώρα έχεις δύο -και την ευκαιρία να κάνεις ένα «αυθόρμητο» δωράκι σε κάποιον τυχερό φίλο, ή ένα give away (αν ήσουν περσόνα-ινφλουένσερ). Ανάθεμα το παζάρι, τα ίδια και τα ίδια φέρνει κάθε χρόνο...

-.-

Πάντα, κάθε φορά, κάποιος θα σκεφτεί το ίδιο: ας το αφήσω εδώ και αν είναι, γυρνάω να το πάρω αργότερα.
Για να ανακαλύψει πώς εφαρμόζεται ο νόμος του Μέρφι στην πράξη και να μην το βρει ποτέ. Εκτός και αν έχει σκεφτεί να πετά πετραδάκια πίσω του. Ή άλλα βιβλία, που δε θα αγόραζε ποτέ. Ή άλλους επισκέπτες που μπαίνουν στον δρόμο του -ας φανούν επιτέλους σε κάτι χρήσιμοι. Ή αν μπορούσε να μαρκάρει τις γωνίες, σαν σκυλάκι.

Υπάρχει και εξελιγμένη εκδοχή: δε θα το πάρω φέτος, κάθε χρόνο εδώ το βλέπω, το παίρνω άλλη φορά. Και μετά δεν το ξαναβρίσκεις ποτέ.

Είναι μάλλον συλλογική ευθύνη, κάρμα που πληρώνουμε για όσους βάζουν βιβλία στο καλάθι τους, στην πορεία μετανιώνουν και τα αφήνουν στην τύχη, στον πρώτο πάγκο που θα βρουν, γιατί βαριούνται να γυρίσουν πίσω ή να ρωτήσουν έναν υπάλληλο και προτιμούν να κάνουν δύσκολη τη ζωή του. Καλά να πάθουμε...

-.-

Σήμερα είναι η μέρα του Βαλεντίνου, που είναι μια εμπορική βλακεία, όπως κάθε πτυχή της ζωής μας, ακόμα και τα βιβλία. Αλλά για ποιον θα μιλήσεις, σε μια μέρα αφιερωμένη στον έρωτα, αν όχι για διάβασμα, έντυπους μαγικούς κόσμους και ταξίδια πάνω σε σελίδες; Σύντροφοι ερωτικοί, που δε θέλουν καν μονογαμία και αποκλειστικότητα. Όσο ταξιδεύεις, πλουτίζεις σε γνώσεις και συναίσθημα, έχεις περισσότερα να μοιραστείς -χωρίς να τα χάνεις. Και δε θα χαθούν ποτέ στα γρανάζια του διαδικτύου (e-book, tinder και άλλες εφαρμογές).

Και αν ο έρωτας είναι συνώνυμο της επανάστασης, τα βιβλία σίγουρα δεν μπορούν να την φέρουν. Τι θα ήταν όμως χωρίς αυτά όσοι ονειρεύονται την επανάσταση και ο κόσμος που θέλουμε να φτιάξουμε;

Το νόημα όλων των παραπάνω ήταν να γίνουν εισαγωγή για συγκεκριμένες βιβλιοπροτάσεις από το παζάρι. Καλύτερα όμως να μην τις στριμώξω σε μια παράγραφο ως υστερόγραφο -έχει δίκιο ο σφος που λέει ότι πλατειάζω. Εκτός απροόπτου, θα τις δούμε αναλυτικά στο επόμενο κείμενο. Ένα βιβλίο είναι λίγο, πολύ λίγο...

-.-

Δηλώνω υπεύθυνα πως το «κυρά μου» στον τίτλο δεν έχει υπονοούμενα για την επικαιρότητα και την Κωνσταντοπούλου, που πήγε να παίξει το χαρτί του «σεξισμού» απέναντι στον Παφίλη -φαντάσου πόσα αντίστοιχα σκηνικά θα εφεύρισκε η Αχτσιόγλου, αν είχε εκλεγεί στον ΣΥΡΙΖΑ. Και -αν κατάλαβα καλά- υπονόησε πως το ΚΚΕ δεν ήταν καν στην κυβέρνηση του βουνού -θα είχε δίκιο αν το έλεγε πχ για την κυβέρνηση Τζαννετάκη, που ήταν υπουργός ο πατέρας της, αλλά εδώ ψάξε βρες το νόημα.

Είναι τρομερό πώς τα εξαρτημένα αντανακλαστικά στο αριστεροχώρι καθιστούν συμπαθή τη Ζωή -που δε δηλώνει καν αριστερή. Ή πως υπάρχει κόσμος που θεωρεί αντίπαλο δέος της ΝΔ μια πολιτικό που υπερψηφίζει τα Ωνάσεια, στοχοποιεί το ΚΚΕ και κάνει μήνυση στην Κανέλλη, διαλέγοντας αντίπαλο εν όψει της απεργίας για το έγκλημα των Τεμπών -για την οποία το κόμμα της δεν κάνει το παραμικρό. Και η οποία θα είχε εύκολα μια θέση στη φασιστο-Νίκη, αν ξεμείνει από ψήφους το δικό της...

Κι είναι επίσης απορίας άξιο πώς τα κανάλια, που αγνοούν συστηματικά τον ΓΓ και τις θέσεις του κόμματος, τώρα ζητούν ένα δικό του σχόλιο για την Κωνσταντοπούλου και ήθελαν να στείλουν κάμερες στη «Σύγρονη Εποχή» -στην παρουσίαση της συλλογής του Γουλιάμου- για να πάρουν δηλώσεις από τον Κουτσούμπα.

Ποιος είπε πως τα συστημικά κανάλια δεν αγαπούν το καλό βιβλίο;

Δεν υπάρχουν σχόλια: