Πέμπτη 5 Οκτωβρίου 2023

Γιάννη μου τα καντήλια σου

Ας ξεκινήσουμε λίγο ανάποδα, με ελαφρά μπινελίκια για ζέσταμα, όπως αρμόζει στη μνήμη του εκλιπόντα.

Μπορεί ο ξανθός να ήταν καραδεξιός, μπουρίνιας, αχώνευτος, να κουβαλούσε όλα τα κουσούρια της φυλής μας, αλλά στο άκουσμα της είδησης του θανάτου του, η κε του μπλοκ ένιωσε την ανάγκη να επιστρατεύσει μέσα της όλα τα επιφωνήματα της Λιμνούπολης και του Μίκι Σίτι, από την παιδική της ηλικία. Κλαψ, λυγμ, θλιψ κτλ.

Όχι πως ήταν κεραυνός εν αιθρία, τουλάχιστον για όσους τον είχαν δει το ’19 στο Αλεξάνδρειο, στην τελευταία του δημόσια εμφάνιση, στα 40χρονα από τον τίτλο του ’79 -που έπαιξε κάποιο ρόλο για να ντυθεί ο Γκάλης στα κίτρινα, ένα χρόνο μετά. Δεν ήταν δα και ζωντανός νεκρός, είχε όμως σαφώς κλονισμένη υγεία και τον αποτελείωσε η συγκίνηση, που δεν τον άφηνε να πει πολλά και ολοκληρωμένα. Εκείνο ήταν πρακτικά το αντίο του κι ήταν δεόντως συγκινητικό, για μια μάλλον άγνωστη πτυχή της καριέρας του, που έμοιαζε με ταινία. Και ας μην είχε ακριβώς αίσιο τέλος -δεν είναι αισιόδοξος σκηνοθέτης η ζωή.

Η πιο βέβηλη ιεροσυλία δεν είναι να βρίσεις τον Ιωαννίδη, αλλά να στήσεις μια αγιογραφία του, χωρίς να πεις τίποτα για τα κουσούρια του. Ο ξανθός ήταν τα αρνητικά του, ένας αντι-ήρωας χτισμένος πάνω σε αυτά, που έβριζε τους πάντες κι έβγαζε καπνούς από τα αυτιά, όπως στο σκετσάκι των ΑΜΑΝ -μακράν ο καλύτερος φόρος τιμής στη μνήμη του. Αν δεν πούμε κάτι για όλα αυτά, τον ευνουχίζουμε σαν χαρακτήρα και μιλάμε για κάποιον άλλον -πιο συμπαθή ίσως, αλλά τελείως αδιάφορο. Ο μόνος τρόπος να τον ανακηρύξουμε μπασκετικό «Άγιο», θα ήταν να δεχτούμε πως ο σκοπός αγιάζει τα μέσα -και ας ήταν ο ίδιος έτοιμος να συμμαχήσει και με τον διάβολο για μια νίκη.

Ήταν μεγάλος ατακαδόρος, γλαφυρός αφηγητής -όπως λένε οι δημοσιογράφοι που τον έζησαν- αλλά βασικά δεν ήξερε να μιλάει στρωτά και πετούσε το αγαπημένο του «λοιπόν», σε κάθε δεύτερη φράση. Ήταν καταφερτζής αν όχι και αδίστακτος, μακιαβελικού τύπου κόουτς, που θα έκανε τα πάντα για να νικήσει. Ήταν μανιώδης καπνιστής, κανελλικού τύπου (κάνει και ρίμα με τον Νικολό), που έμοιαζε όμως να ρουφά αυτόν το τσιγάρο και όχι ανάποδα -και ας έλεγε πως το είχε κόψει. Βαθιά θρήσκος, που έβριζε όμως τα θεία, και προληπτικός σε άρρωστο βαθμό -και ας το αρνούνταν ο ίδιος. Μια μικρογραφία του δαιμόνιου (νεο)Έλληνα, ενίοτε στα όρια του Ελληνάρα, με τα καλά και τα στραβά του.

Ο Ιωαννίδης ήταν ο άνθρωπος που όλοι λάτρευαν να μισούν -κι αυτό ήταν η μεγαλύτερη ένδειξη σεβασμού στο πρόσωπό του. Αλλά οι μεγαλύτεροι υβριστές του, ήταν αυτοί που τον αγάπησαν παράφορα. Και όταν επέστρεψε σαν αντίπαλος του Άρη στο Αλεξάνδρειο, είχε πει την ατάκα: «Όσο πιο πολύ αγαπάς έναν, τόσο πιο πολύ τον ξεφωνίζεις...» Απλά μαθήματα διαλεκτικής! Όπως και το «σκούζει ο γάτος, όταν είναι από πάνω», που θα μπορούσε να είναι ο τίτλος της αυτοβιογραφίας του (από τον Σκουντή και τον Καρύδα), αλλά το είχε πει για κάποιον αντίπαλο.

Στο ίδιο γήπεδο έχει ακούσει το πιο χυδαίο σύνθημα για τη γυναίκα του. Αλλά εκεί έδωσε και το δικό του ρεσιτάλ, σε ένα σκηνικό που είναι όλος ο Ιωαννίδης σε μια στιγμή -και έγινε δικαίως σκετσάκι. Φάιναλ Φορ Κυπέλλου, η ΑΕΚ του Ιωαννίδη αποκλείει τον Ολυμπιακό στα ημιτελικά και αυτός κουνάει τα χέρια στο κοινό και πανηγυρίζει με νόημα, γιατί προτιμά ως αντίπαλο τον διαλυμένο Άρη, παρά τον Παναθηναϊκό. Η επιθυμία του γίνεται πράξη, αλλά ο Άρης κάνει άλλο ένα θαύμα στον τελικό και ο Ιωαννίδης ξεσπά στη συνέντευξη τύπου -όπου αρχικά ήθελε να στείλει τον βοηθό του.

Εγώ έχω δει πολλά στη ζωή μου, αλλά ότι δεν έπρεπε να κατέβουμε να παίξουμε, έπρεπε να μας το πουν, δε χρειαζόταν να κατέβουμε. Έτσι! Ο νοών νοείτω. Λοιπόν... Οι παίκτες μου είναι αγανακτισμένοι, ο Αλεξάντερ θέλει να σηκωθεί να φύγει.

Ένα μικρό αριστούργημα και η κορυφαία ερμηνευτική στιγμή στην καριέρα του Σωτήρη Καλυβάτση!

Ο Ιωαννίδης συνέδεσε το όνομά του με μια αυτοκρατορία (του Άρη) και μια δυναστεία (στον Πειραιά). Είναι πολυνίκης σε τίτλους και ροζ φύλλα αγώνα, με απλησίαστο ποσοστό. Και έχει μια μαύρη τρύπα στο βιογραφικό του, στα Φάιναλ Φορ, να τονίζει σαν ατέλεια την τελειότητα που άγγιξε. Αλλά τα ρεκόρ ίσως σπάσουν κάποτε και οι αριθμοί δε λένε όλη την αλήθεια. Το πιο σπουδαίο παράσημο δεν είναι για όσα έκανε, αλλά το πότε τα έκανε. Στις χρυσές εποχές του αθλήματος, που υπήρχε τεράστιος ανταγωνισμός και το μπάσκετ χτυπούσε στα ίσια ακόμα και το ποδόσφαιρο.

Εξίσου εκπληκτικό είναι πως όλα αυτά τα κατάφερε ως τα 50κάτι του, σε λιγότερο από δυο δεκαετίες. Μετά τον κέρδισε το ασυμβίβαστο -με τη βουλευτική ιδιότητα- και η προοπτική να γίνει υφυπουργός αθλητισμού. Ίσως ο ίδιος να ονειρευόταν, πριν τα βουλευτικά έδρανα, μια θριαμβευτική επιστροφή, αλλά η ιστορική ειρωνεία τον συνέδεσε με τους θριάμβους των διαδόχων του. Ο Ίβκοβιτς πέτυχε την ιστορική τριπλέτα με τον δικό του Ολυμπιακό, ο Γιαννάκης έγραψε ιστορία με την Εθνική που άφησε το ’03 ο ξανθός, ενώ ο Ζοτς πήγε στον Παναθηναϊκό, το καλοκαίρι που ο Ιωαννίδης προτίμησε να πάει στον Ολυμπιακό, για να κολλήσει το ραγισμένο γυαλί της σχέσης του με τον Κόκκαλη.

Πολλοί συνέδεσαν, αναπόφευκτα, τη μέρα του θανάτου του, με την επιστροφή του Άρη στα ευρωπαϊκά σαλόνια, την ίδια ακριβώς μέρα. Και αν με κάποιο μεταφυσικό τρόπο, ήταν αυτός προπονητής της ομάδας σήμερα και πληροφορούνταν τον θάνατό του, θα το θεωρούσε μεγάλη γρουσουζιά και ίσως το κρατούσε κρυφό από τους παίκτες του, ώσπου να τελειώσει ο αγώνας. Αλλά αν τελικά κέρδιζε η ομάδα, θα έβρισκε κάποιον τρόπο να πεθαίνει κάθε φορά, τη μέρα του αγώνα, για να κρατήσει το γούρι.

Για την πολιτική σημειολογία του πράγματος, ο ξανθός πέθανε την ίδια μέρα που γιόρταζε η ΝΔ την ίδρυσή της. Υπό άλλες συνθήκες, μπορεί να ήταν κακός οιωνός εν όψει των εκλογών. Αλλά σε κλίμακα χώρας, τι άλλη γκαντεμιά να βρει δηλαδή το λαό του Μητσοτάκη, μετά από τέτοιο καλοκαίρι, με φωτιές και πλημμύρες; Να δεις τι σου έχω για μετά...

-Ο τίτλος της ανάρτησης συνδυάζει διαλεκτικά το μαντίλι (του Γιάννη), το καντήλι που έσβησε και τα καντήλια που κατέβαζε, ακόμα και όταν ζητούσε από τους άλλους να μη βρίζουν "Βούλγαροι και τα λοιπά εθνικά θέματα", σε μια υπέροχη ιωαννίδειο λογική, που ευτυχώς δεν πρόλαβε να την κόψει ο σκηνοθέτης με διαφημίσεις. Γαμώ το στανιό του...


Ο ίδιος πάντως είχε εξηγήσει αρκετά πειστικά γιατί ανέβαζε καντήλια στα τάιμ άουτ, αφού οι σφυγμοί των παικτών είναι στα κόκκινα και εκείνη την ώρα δεν έχει νόημα να τους δώσει οδηγίες που δεν είναι σε θέση να προσέξουν, αλλά να προσπαθήσει κάπως να τους ταρακουνήσει -με καντήλια- και να τους συνεφέρει.

Και τέλος πάντων, τι πλάκα θα είχε η ζωή χωρίς αυτά τα καντίλια, γμτχμ;

Δεν υπάρχουν σχόλια: