Δευτέρα 18 Απριλίου 2011

Η δημιουργικότητα του Βάρναλη

Η κε του μπλοκ κλείνει την αναφορά της στο βάρναλη με ένα ακόμα κείμενο του μιχάλη παπαϊωάννου από το αφιέρωμα στο ριζο του 84'. Σε όσους κουράστηκαν με αυτά τα κείμενα μπορώ να τους υποσχεθώ ότι αυτό είναι το τελευταίο. Σε όσους άρεσαν, θα πρότεινα να πάρουν ένα βιβλίο με διάφορες μελέτες του μ. παπαϊωάννου για το έργο του ποιητή, που επανακυκλοφόρησε πρόσφατα, όπως είδαμε στο διήμερο του κόμματος. Αυτό που εξαντλήθηκε αντιθέτως, ήταν τα τελευταία αποθέματα του κέδρου από την αληθινή απολογία του σωκράτη. Ενώ εξαντλημένο είναι και το φως που καίει. Όχι όμως κι ο ποιητής.

Είπαν, εξαντλήθηκε, ξεπεράστηκε ο βάρναλης. Αυτά ψιθυρίζονταν από καιρό, γιατί δεν είχε ξαναγράψει συνθετικά ποιήματα, κάτι σαν το φως που καίει και τους σκλάβους πολιορκημένους. Ο ισχυρισμός δεν ευσταθεί, γιατί έγραψε την αληθινή απολογία του σωκράτη κι αργότερα, ύστερα από τον πόλεμο κυκλοφόρησε το ημερολόγιο της πηνελόπης κι ακόμα πιο αργά το θεατρικό άτταλος ο τρίτος. Αν κι αυτά δεν είναι λίγα, αν μάλιστα λογαριάσει κανείς και τις μεταφράσεις, τη διαρκή απασχόλησή του με το βιοπορισμό του, τη δημοσιογραφική του εργασία, αν λογαριάσει ακόμα μέσα σε ποιες συνθήκες τα έγραφε, ωστόσο έδωσε κατά κάποιο τρόπο την εξήγησή του, όταν απαντούσε σε ένα παρόμοιο ερώτημα που τέθηκε για τον σολωμό. Γιατί έγραψε τόσα μόνο. Και να πώς: εύκολα έβγαζε μικρά ποιήματα, τέτοια που γράφονται με την πρώτη έμπνευση, που δε θέλουν πολύ χρόνο. Σε αυτά αίσθημα και σκέψη έρχονται μαζί. Όμως σ’ ένα μεγάλο ποίημα συνθετικό, προηγείται η λογική οργάνωση. Εκεί χρειάζεται από πρωτύτερα ένα πλάνο, ένας καθορισμός των μερών, μια ιεραρχία των ιδεών και πολλές φορές κάνει κανένας και μερικούς στίχους από τους πιο χαρακτηριστικούς, ή κομμάτια ολάκερα από τη μέση ή από το τέλος, πριν ακόμα αρχίσει καν. Σε αυτά τα ποιήματα προηγείται η σκέψη. Ό,τι όμως είναι απαραίτητο να κάνει τη σκέψη και τη δημιουργία ποιητική είναι το αίσθημα... Κι όταν συλλογιζόμαστε ποιητικά, θα πει συλλογιζόμαστε συναισθηματικά: ή μπολιάζουμε τις σκέψεις μας πάνου σε ορισμένη από πριν ιδεολογία μας –για να μιλήσουμε λιγάκι σχηματικά, γιατί η συγκινημένη σκέψη, ή η μουσική σκέψη είναι μαζί κι αχώριστα αίσθημα και σκέψη.

Αλλά κι αλλού ο βάρναλης μίλησε για τον τρόπο δημιουργίας που θα τον αναφέρουμε γιατί απαντάει και στην εναντίον του κατηγορία της τεμπελιάς. Το άκουσε κι αυτό από φίλους και εχθρούς. Ένα συνθετικό ποίημα θέλει χρόνο για να κυοφορηθεί και να ολοκληρωθεί. Δεν είναι ζήτημα στιγμιαίας έμπνευσης, αλλά πολλών και συνεχών στιγμιαίων εμπνεύσεων. Ο παλαμάς είπε κάποτε πως η όρεξη έρχεται τρώγοντας, έτσι κι η έμπνευση έρχεται γράφοντας. Ο βάρναλης ξεκινώντας από αυτή την κουβέντα, έγραψε ένα μικρό δοκίμιο πάνω στο θέμα της έμπνευσης.

Υπάρχουν δύο τύποι δημιουργίας, είτε καλλιτεχνικής, είτε επιστημονικής. Ή ξεκινάει ο δημιουργός από μια ιδέα και προχωρά στις λεπτομέρειες, ή αντίθετα ξεκινάει από τις λεπτομέρειες και τις ολοκληρώνει σε μια ιδέα. Η φαντασία δεν είναι λειτουργία αυθαίρετη. Αντλεί από την προσωπική πείρα του ανθρώπου, όση είναι αποταμιευμένη στη μνήμη του, είτε ενσυνείδητη είτε υποσυνείδητη. Το ίδιο κι η έμπνευση. Είναι μια ξαφνική λύση με νέους συνδυασμούς παλιών δεδομένων κάποιου προβλήματος ή προβλημάτων, που απασχολούνε τη σκέψη. Η λύση ατή δεν έρχεται απ’ αλλού παρά από μέσα μας.

Μονάχα όταν αρχίσει να γράφει, θα αντικρίζει πλήθος προβλήματα και σύνθεσης κι ύφους, που σε αυτά θα δίνει επί τόπου, άμεσα την πρέπουσα λύση. Αυτή είναι η έμπνευση, ή η ποίηση, που έρχεται γράφοντας. Μπορεί να βρίσκεται συχνά ο δημιουργός σε αδυναμία να δώσει την άμεση λύση –και να σταματά το γράψιμο. Όμως η ψυχή δουλεύει είτε συνειδητά είτε ασυνείδητα. Και κάποτε θα βρεθεί ίσως απρόοπτα η λύση του προβλήματος. Η δουλειά του λογοτέχνη –θα μας το πει ο βάρναλης ποιου λογοτέχνη- φαίνεται, αλλά δεν είναι και τόσο τεμπέλικη. Ο στίχος, γράφει στα απομνημονεύματά του, είναι ψυχικό μαρτύριο για εκείνον που έχει κάποια ανώτερη γνώση των μυστικών του. Τι αγωνία, τι συντριβή νιώθει ένας πραγματικός μάστορης, όταν μετρά το αποτέλεσμα των προσπαθειών του με τη συνείδηση της τελειότητας, που έχει μέσα του και που ποτές δεν ικανοποιείται. Καταλάβαινα πως αν εξακολουθούσα έτσι, το αποτέλεσμα θα ήταν να κάνω στο τέλος αντίς ένα έργο ζωντανό, όπως επιθυμούσα, ένα έργο πολύ φιλολογικό, που θα μύριζε γραφείο κι ίσως δε θα διαβαζότανε.

Αυτά τα λέει για το μονόλογο του μώμου, που τον άρχισε σε στίχους, αλλά επειδή τον δυσκόλευε πολύ, προτίμησε να τον γυρίσει στο πεζό. Γενικά η πρώτη έκδοση του φως που καίει δεν τον ικανοποιούσε. Το είχε βάρος στην ψυχή του, γι’ αυτό και το ξανάγραψε από την αρχή. Είναι η δεύτερη έκδοση του 1933. Κάποτε τον συνάντησα στην εφημερίδα την ώρα που θάφευγε. Μόλις τελείωσε το χρονογράφημά του, έκλεισε τα μολύβια στο συρτάρι, έβγαλε τη μπροστοποδιά του, έπλυνε τα χέρια του στη βρύση και κει που τα σκούπιζε μου λέει: ξέρεις ότι δεν ξέρω κανένα ποίημά μου απέξω! Και ξέρεις γιατί; γιατί άμα πάω να το αποστηθίσω, θέλω να το κάνω καλύτερο και το καταστρέφω. Και το πιο μικρό ποίημά του δύσκολα έφευγε από τα χέρια του. Αν πείτε για τα μεγάλα, τις συνθέσεις ή τα πεζά του, τα δούλευε χρόνια. Τον τρόπο τον αναλύσαμε παραπάνω. Τα σχεδίαζε πρώτα μέσα στο μυαλό του κι ύστερα καταπιανόταν με τις λεπτομέρειές τους, έδινε «αισθητική ποιότητα σε στοιχεία που καθαυτά είναι αναισθητικά». Τον χορό των ωκεανίδων από το λυρικό ιντερμέδιο του φως που καίει, το έγραψε πριν από τα άλλα μέρη, χωρίς να κρατάει σειρά. Τον πρόλογο (να σ’ αγναντεύω θάλασσα από ψηλά) τον είχε γραμμένο πριν συλλάβει την ιδέα της όλης σύνθεσης και με πολύ κόπο τον προσάρμοσε στον καινούριο σκοπό του. Τα ίδια ισχύουν και για τους σκλάβους πολιορκημένους. Η πρώτη έκδοση κυκλοφόρησε το 1927. Όμως το δεύτερο μέρος με τον τίτλο ο πόλεμος το πρωτοδημοσίευσε το μάρτη του 1925 στο περιοδικό φιλική εταιρία του φώτη κόντογλου ως πρώτο μέρος. Δυο-δυόμισι χρόνια το είχε και το πάλευε.

Αυτά ίσως δίνουν μια απάντηση στο πρόβλημα της παραγωγικότητας του βάρναλη. Αν η πρώτη δεκαετία του μεσοπόλεμου είναι η πιο δημιουργική του περίοδος, αυτό κατά ένα μεγάλο μέρος οφείλεται στις συνθήκες και στο πολιτικό κλίμα που επικρατούσε στην ελλάδα και στη γαλλία, σε σχέση με τις συνθήκες και το κλίμα στη δεύτερη δεκαετία. Το σολωμό χωρίς μεταφυσική, τους σκλάβους πολιορκημένους και το πρώτο σχεδίασμα της αληθινής απολογίας του σωκράτη τα έγραψε στη γαλλία. Ο βάρναλης μιλάει μεταρσιωμένος για το παρίσι.

Το παρίσι εκείνη την εποχή ήταν μεθυσμένο από την χαρά. Μόλις είχε ξυπνήσει από τον τρομερό εφιάλτη του πολέμου κι έπεσε με τα μούτρα στις υλικές και πνευματικές απολαύσεις. Έξω στους δρόμους, στα καφενεία, στα κέντρα διασκεδάσεων, στα θέατρα, μεγάλη κίνηση. Φτήνια, αφάνταστη και γλεντοκόπι. Πολλά σπουδαία βιβλία λογοτεχνικά κυκλοφορούσανε βγαλμένα από την κόλαση του πολέμου –κατά του πολέμου. Γαλλικά και ξένα. Μεγάλη δημιουργική ορμή στις εικαστικές τέχνες. Παρίσι! Γυναικοκρατία! Από πού βγήκανε και ξεχύθηκαν αυτά τα πλήθη των γυναικών; Αναλογία δέκα άντρες, είκοσι γυναίκες. Για τη σημερινή μεταβατική περίοδο της ανθρωπότητας είναι δυο οι μεγάλοι πνευματικοί σταθμοί, πο πρέπει να τους περάσει ο άνθρωπος για να ολοκληρωθεί ο εσωτερικός του κόσμος. Το παρίσι και η μόσχα. Το παρίσι πρωτεύουσα ενός πολιτισμού που υπήρξε. Η μόσχα πρωτεύουσα ενός πολιτισμού που γίνεται.

Τώρα μερικές άλλες γραμμές για την ατομική του ζωή, για την ψυχική του ευφροσύνη. Ζωή πλούσια στα πάντα. Τον φιλοξενούσε στο σπίτι του ο χαράκτης κεφαλληνός στην τουρένη, κάθε φορά που οι ιδέες του τον τιμωρούσανε για τις αταξίες του με προσωρινή ή παντοτινή απόλυση από τη θέση του. Ποτέ μου δεν έζησα πλουσιότερη πνευματική και υλική ζωή. Είχαμε μια πλούσια βιβλιοθήκη. Είχαμε ζεστασιά τον χειμώνα. Ήλιο το καλοκαίρι. Χιλιάδες τριανταφυλλιές στον κήπο από τις πιο όμορφες... κι ένα αυτοκίνητο στο γκαράζ για να ταξιδεύουμε σε όλες τις ιστορικές ολόγυρα πλατείες και στα χωριά, ίσαμε τα τελευταία σημεία της βρετάνης, όπου υπήρχανε τα περίφημα βασιλικά κι άλλα παλάτια κι οι μοναδικοί στον κόσμο καθεδρικοί ναοί ρωμανικού και γοτθικού ρυθμού –όλα αριστουργήματα της φραντσέζικης αρχιτεκτονικής.

Σε τέτοιο παραδείσιο κλίμα ο βάρναλης έβαλε σε κίνηση όλες τις πνευματικές και καλλιτεχνικές του δυνάμεις, όλη τη λάμψη του πνεύματός του. Ο νάνης παναγιωτόπουλος σε ένα από τα καλοκαίρια που περνούσε από την αθήνα –το αναφέρει κι ο βάρναλης κάποιοι περιστατικό στα απομνημονεύματά του- μου είπε: να τον γνώριζες εκείνη την εποχή στο παρίσι… τι σφρίγος, τι αστραφτερό πνεύμα! Καμία ομοιότητα με το σημερινό! Χρειάζεται και κατάλληλες συνθήκες ο καλλιτέχνης για να αποδώσει. Άλλοτε σε μια δεκαετία και περισσότερο έβγαζε μια ή δυο ίσως δεκάδες σονέτα. Τώρα κάθε χρόνο έγραφε τουλάχιστον ένα βιβλίο.

Ο βάρναλης δε συμφωνούσε με εκείνους που υποστήριζαν και μάλιστα μέσα στην περίοδο της κατοχικής πείνας, πως η φτώχεια αποτελεί κίνητρο για την καλλιτεχνική δημιουργία. Χαρακτήριζε μύθο την επιχειρηματολογία τους υπέρ της φτώχιας και του πόνου. Αυτά προέρχονται από την προσωπική του πείρα. Ο βάρναλης όταν γύρισε από το παρίσι πεινούσε. Το λέει ο εκδότης του σολωμού χωρίς μεταφυσική και των σκλάβων πολιορκημένων, ο βασίλης λαχανάς. Από αξιοπρέπεια δε μου είχε κάνει τότε λόγο για την πείνα του. Κατόπιν θυμήθηκα ότι τότε που έμεινε στην αίγινα και του έστειλαν από την αμοιβή του χίλιες δραχμές στενοχωρέθηκε και μου είπε στις τακτές μέρες να μη του ξαναστείλουν περισσότερα από την τακτική δόση των 500 δρχ. Φαίνεται ότι σχεδόν πεινούσε.

Ελπίζω αυτά να μιλούν από μόνα τους για το ποιες συνθήκες επικρατούσαν στην ελλάδα στο μεσοπόλεμο και μέσα σε ποιες συνθήκες ήταν υποχρεωμένος να παράγει ο έλληνας συγγραφέας και μάλιστα με την ευσυνειδησία και τις ευαισθησίες ενός βάρναλη. Στρατοκρατία, αισχροκέρδεια, προσφυγική αποκατάσταση, βενιζελική δημοκρατία του ιδιώνυμου αδικήματος, στρατιωτικά πραξικοπήματα, δικτατορίες, εξορίες, δίκες κομμουνιστών, φυλακές, ανεργία, ξεπούλημα της πατρίδας στους ξένους, κατάργηση των συνόρων για τις ξένες τράπεζες, τις ξένες εταιρίες υδάτων, ηλεκτρισμού, τρένων. Τα αραδιάζω όλα αυτά γιατί εξηγούν κάτι από το βάρναλη. Εξηγούν την απελπισία του από την υποταγή σε κάποια μοίρα του λαού, ενώ θα έπρεπε να αναστατώνεται και να επαναστατεί. Αλλά εξηγούν και τη μόνιμη νοσταλγία για το παρίσι.

Η καταπληκτική πνευματική του δραστηριότητα δεν εξηγείται μόνο με την άνετη ζωή. Στο παρίσι ζούσε την κοσμογονική εποχή του γκρεμίσματος ενός κοινωνικού καθεστώτος, της επιβεβαίωσης των ιδεών του μαρξ με την άνοδο στην εξουσία του προλεταριάτου στη μεγαλύτερη σε έκταση χώρα του κόσμου. Εκεί για πρώτη φορά ξάνοιξε το μυαλό του. Έβλεπε και κατανοούσε πια την πραγματικότητα. Ο άλλοτε αμέτοχος στους κοινωνικούς αγώνες υποτάχτηκε στον ενεργό πολίτη. Η καθαρή ποίησή του έγινε τώρα πολιτική. Στόχος του το αστικό καθεστώς. Αλλάζει μέσα έκφρασης. Δεν τον βολεύει πια το περίτεχνο σονέτο. Τον κερδίζουν οι μεγάλες ποιητικές συνθέσεις, η πεζογραφία και πάνω απ’ όλα η σάτιρα.

Σε τέτοιες ώρες, έγραφε σε μια επιφυλλίδα του το μάρτη του 1932, φανερώνεται, μεστώνει και προπορεύεται με τα ιδανικά μιας μέλλουσας κι αναπόφευκτης μορφής ζωής η άρνηση με τη δική της πνευματική, ηθική κι αισθητική ζωή. Έτσι η επαναστατική, μαχητική, η σατιρική των καθιερωμένων ψευδών τέχνη είναι η μόνη αληθινή –και δε θα αρνηθεί κανείς εύκολα πως στην παράταξή τους βρίσκονται οι πιο ζωντανοί κι αξιόλογοι διανοητές και καλλιτέχνες του καιρού μας..
Αλλά η άρνηση της άρνησης είναι θέση. Στο τέλος του φως που καίει από κόλαση, η γης ξαναγίνεται μεγάλη, απέραντη και χαρούμενη. Κι ένας καινούριος ήλιος φυτρώνει από τον τάφο της αριστέας και της μαϊμούς. Η καμπάνα στους σκλάβους πολιορκημένους τελειώνει με την προτροπή: φτωχέ σου μάραναν κόποι και πόνοι τη θέληση άβουλη, πιομένη αφιόνι! Αν είναι ο λάκκος σου πολύ βαθύς, χρέος με τα χέρια σου να σηκωθείς. Στην αληθινή απολογία του σωκράτη καλεί το μεγάλο ψυχομέτρι να νιώσουν τη δύναμή τους: να σηκώστε μοναχά τα σφυριά, τα δρεπάνια, τα πελέκια, τα κρικέλια σας και να γίνει κουρνιαχτός ολάκερη η δημοκρατία των «αρίστων».

Ανταπόκριση από το διήμερο, το σημερινό συλλαλητήριο και την παραμονή στην αθήνα, θα υπάρξει προσεχώς επί οθόνης. Το αυτό κι ως προς τις απαντήσεις στην προηγούμενη ανάρτηση. Όπου το θετικό είναι ότι κρατήσατε, οι περισσότεροι, χαρακτήρα. Όσοι σχολιάσατε δημόσια τουλάχιστον..

3 σχόλια:

Giorgos είπε...

Εγώ είμαι από αυτούς που το ευχαριστήθηκαν αυτό το αφιέρωμα και το γράφω γιατί πολύ γκρίνια άκουσα σχετικά χαχαχα... Περιμένω να πάρω και το νέο (επανέκδοση) βιβλίο για τον Βάρναλη. Πάντως δεν ξέρω αν έχεις τίποτα σημειώσεις για την φιλοσοφική εργασία του Β΄ρναλη σχετικά με θέματα αισθητικής που θα ήθελα κάποια στιγμή να μελετήσω. Καλό γυρισμό...

raskolikas είπε...

Δηλώνω ιδιαίτερα ευχαριστημένος από το αφιέρωμα και προτρέπω το Απολίθωμα να συνεχίσει και με άλλα αντίστοιχα. Δεν σχολίασα καθόλου από σεβασμό, και όχι λόγω βαρεμάρας.

Απολίθωμα ευχαριστούμε!

Ανώνυμος είπε...

ΗΜΑΡΤΟΝ !!!

ΟΧΙ ΑΛΛΟ ΒΑΡΝΑΛΗ !!!

ΦΤΑΝΕΙ ΠΙΑ ΜΕ ΤΗΝ ΒΑΡΝΑΛΙΑΔΑ !

Καλύτερα βραστα (κ)αυγά κάτω από την μασχάλη παρά αυτο το μαρτύριο πια..

Θ.Τ