Αμπελοφιλοσοφική εισαγωγή:
Το βίωμα έχω μάθει να το υποτιμώ ως κριτήριο. Πολύς κόσμος που είναι στην κοσμάρα του, τη γενικεύει και νομίζει ότι έτσι είναι τα πράγματα γιατί δε μπορεί να δει πέρα από αυτό. Συνήθως το επικαλούνται αυτοί που πιστεύουν σε θεό και θέλουν να σε πείσουν ότι υπάρχει αλλά δε μπορούν. Είναι το ύστατο καταφύγιό τους. Όπως και να 'χει θολώνει την κρίση, στην πλειοψηφία των περιπτώσεων.
Δε γίνεται όμως να το αγνοήσεις. Ακριβώς όπως δεν υπάρχει θεωρία χωρίς πείρα. Αλίμονο σε αυτόν που δεν έμαθε να πλουτίζει τις παραστάσεις του από την εμπειρία του, που δεν έμαθε να την παίρνει υπ' όψιν του και να την αξιοποιεί στη συνέχεια θεωρητικά. Αυτό είναι λειψός τρόπος σκέψης που δε μπορεί να πάει μακριά.
Αυτά τα λέω για να δικαιολογήσω όσα ακολουθούν. Η αφορμή για το κείμενο αυτό είναι ο θάνατος ενός φαντάρου από χρήση ναρκωτικών στο καμπάνη του κιλκίς, εκεί που έκανα κι εγώ κέντρο. Παρόλα αυτά δεν επηρεάστηκα συναισθηματικά -θέλω να πιστεύω- στην κρίση μου. Αυτά που γράφω τα πιστεύω ούτως ή άλλως, δεν τα γράφω εν βρασμώ ψυχής. Απλά βαριέμαι να τα φιλτράρω και να τα στρογγυλέψω.
Στο στρατό δεν έχεις πολύ ελεύθερο χρόνο να ηρεμήσεις. Έχεις όμως πολύ χρόνο -ώρες ατέλειωτες που δεν περνάν με τίποτα- να ξεφτιλίζεσαι (κι αυτό δε σημαίνει μόνο καψώνια και σωματικές κακουχίες) και αρκετό για να σκεφτείς τα προβλήματά σου (ειδικά αν έχεις κι άλλα, εκτός στρατοπέδου) και να σε πάρουν από κάτω.
Αλλά υπάρχει μόνο ένας "τρόπο διαφυγής". Εύκολος και ψεύτικος, αλλά διαρκώς μπροστά σου, δύσκολο να πάψεις να τον σκέφτεσαι.
Αν δεν είσαι δυνατός χαρακτήρας, αν δεν προσαρμόζεσαι και δεν κάνεις εύκολα φίλους, αν είσαι με οποιοδήποτε τρόπο ιδιαίτερος ή ευάλωτος και το πάρουν οι άλλοι χαμπάρι, βασικά την έβαψες.
Όλοι έχουν να διηγηθούν ωραίες ιστορίες από το στρατό, αλλά κανείς δε θέλει να ξαναπάει. Κι όσο παράξενο κι αν φαίνεται (ένεκα της πληθώρας σκηνικών που διηγούνται όλοι και μάλιστα κάποιοι τα έχουν καταγράψει και σε βιντεάκια) επικρατεί μια ιδιότυπη ομερτά γύρω απ' το θέμα. Κανείς δεν το σηκώνει, κανείς δεν ενδιαφέρεται ουσιαστικά, κανείς δεν κάνει κάτι για να αλλάξει η κατάσταση.
Κάποιες στήλες σε κυριακάτικες εφημερίδες, ή μηνιαία περιοδικά νεολαιών, κανά θεματάκι στον τύπο, καμιά ξώφαλτση τυπική αναφορά σε κανά φυλλάδιο κι αυτό είναι όλο.
Κανείς δεν κάνει οργανωμένη σοβαρή δουλειά στους φαντάρους. Τα μέλη της κομμουνιστικής νεολαίας παύουν να θεωρούνται τέτοια όσο βρίσκονται στον στρατό. Και δεν είναι το τυπικό που πειράζει, αλλά το ουσιαστικό της υπόθεσης.
Ο καθένας πηγαίνει μόνος του, με μοναδικό όπλο την ατομική του αξιοπρέπεια. Αν είναι τυχερός μπορεί να βρει κανά δυο-τρία ανοιχτά μυαλά ακόμη και να κάνουν κάτι όλοι μαζί. Αλλά κι αυτό για όσο είναι ο ίδιος εκεί πέρα, παροδικά. Και στην πλειοψηφία των περιπτώσεων κατακτά μόνο για τον εαυτό του, όχι συλλογικά (πχ το δικαίωμα να μην κάνεις προσευχή, να βάζεις πολιτικές εφημερίδες κ.ά).
Κατά τα άλλα η ζωή συνεχίζεται και πέρα βρέχει.
Κι ας αλλοιώνονται συνειδήσεις στο στρατό. Κι ας μαθαίνεις εκεί να εξοικειώνεσαι με το βύσμα και να μην αντιδράς, γιατί "και τι να κάνεις στην τελική, δεν αλλάζει". Κι ας είναι εκεί που σε μαθαίνουν να κάνεις υπομονή και να μη μιλάς, να μη διεκδικείς. Εκεί που σου μαθαίνουν να γλείφεις για να 'χεις ευνοϊκή μεταχείριση. Εκεί που μαθαίνεις να εναλλάσσεσαι στους ρόλους του μαλάκα-θύματος που τον εκμεταλλεύονται και του μαλάκα που εκμεταλλεύεται τους άλλους γιατί έγινε παλιός, νομίζει ότι είναι κάποιος, ότι έχει εξουσία και ήρθε η ώρα να την χρησιμοποήσει για να ξεσπάσει για την πούτσα που έτρωγε τόσους μήνες. Το ότι μπορεί να κυλήσει το πράγμα και χωρίς πούτσα για κανέναν ούτε που του πέρασε ποτέ από το νου.
Κανείς δε σηκώνει το θέμα του συνδικαλισμού για τους φαντάρους. Εδώ δεν ισχύει για τους αξιωματικούς, σιγά μην γίνει για τους στρατιώτες...
Κανείς δεν ενδιαφέρεται, αλλά όλοι ξέρουν την κατάσταση. Και σωπαίνουν, προσποιούνται ότι δεν υπάρχει. Όπως γίνεται με τις φυλακές. Είναι τυχαίες άραγε οι τόσες ομοιότητες ανάμεσα στα στρατόπεδα και τις φυλακές; Συρματοπλέγματα, τρόπος λειτουργίας, άθλιες εγκαταστάσεις, ανύπαρκτα δικαιώματα, ακόμα και ίδια ορολογία σε κάποια πράγματα.
Και πάνω απ' όλα η σιωπηλή συνενοχή της κοινωνίας που ξέρει αλλά ντρέπεται να μιλήσει για τέτοια ταμπού θέματα που της χαλάν τη βιτρίνα και τη νιρβάνα. Σφυρίζει αδιάφορα, δε θέλει να ξέρει και κάθε φορά που μαθαίνει κάτι δε φείδεται υποκρισίας στις ανιδράσεις της. Δηλώνει έκπληκτη, αγανακτισμένη, αποφασισμένη να πάρει μέτρα. Μέχρι την επόμενη φορά...
Υγ: Κι εμείς ως πρωτοπόρο κομμάτι, πρωτοπορούμε στην απάθεια...
2 σχόλια:
κάτι σπαρτακαίοι οκδίτες και κάτι άναρχικούληδες προσπαθούν να οργανώσουν συλλογικές διαδικασίες.
Το τι καταφέρνουν είναι άλλο ζήτημα. Αναρχικούληδες κι οργάνωση πού ακούστηκε;
Το όνομα σπάρτακος δε σημαίνει ντε και καλά σύνδεση με την οκδε.
Είναι πάντως μεγάλο ζήτημα πώς θα περάσουμε σε κάτι πιο συλλογικό από τις ατομικές αντιστάσεις και τις φραστικές καταγγελίες που έχουμε τώρα.
Δημοσίευση σχολίου