Η κε του μπλοκ αναδημοσιεύει σήμερα αποσπάσματα από μια παλιότερή της ανάρτηση με τίτλο "τα κορίτσια της βροχής" για το ομώνυμο ντοκιμαντέρ της αλίντας δημητρίου, ως ελάχιστο φόρο τιμής στη μνήμη της σκηνοθέτη που απεβίωσε χθες σε ηλικία 80 ετών.
Πριν από μερικούς μήνες η κε του μπλοκ βρέθηκε σε μια
εκδήλωση στον όμορφο χώρο της λαμπηδόνας, όπου παρακολούθησε το τρίτο
ντοκιμαντέρ της αλίντας δημητρίου, που κλείνει την τριλογία της για τη συμβολή
των γυναικών στους αγώνες του λαϊκού κινήματος, κατά τον εικοστό αιώνα.
Σε αυτό το ντοκιμαντέρ η αλίντα μας παρουσιάζει τις γυναίκες
που φυλακίστηκαν, βασανίστηκαν και αντιστάθηκαν στην χούντα των συνταγματαρχών
και της «ελλάδος ελλήνων χριστιανών», και στέκεται κυρίως στο κεφάλαιο της οδού
μπουμπουλίνας και των βασανιστηρίων της ασφάλειας. Οι πιο πολλές μαρτυρίες
είναι συγκλονιστικές, γροθιά στο στομάχι του ανυποψίαστου θεατή, ακόμα και του
υποψιασμένου.
Το ντοκιμαντέρ βασίζεται στη δύναμη των γυμνών αφηγήσεων.
Απαλλαγμένες από κάθε είδους «καλλιτεχνικές αρετές», παρατίθενται χωρίς ανάσα
και δημιουργούν μία αίσθηση «ασφυξίας» στο θεατή, πετυχαίνοντας έτσι να
αποδώσουν πιστά τα συναισθήματα των γυναικών που τα έζησαν κι ένιωθαν να μην
έχουν καμία διέξοδο, πέραν της λιποθυμίας.
Πολλές φορές γίνεται δύσκολο να τ’ ακούς, να τα αναπαριστάς
νοερά στην οθόνη του μυαλού σου, πόσο μάλλον να τα ζεις δια ζώσης και να τα
διηγείσαι. Κάποιες από τις γυναίκες που δέχτηκαν να μιλήσουν, σταμάτησαν την
αφήγηση σε μερικά σημεία και τους ήταν δύσκολο να συνεχίσουν γιατί ένιωθαν πως
τα ξαναζούσαν. Ή γιατί ακόμα και σήμερα, από τέτοια χρονική απόσταση, δε θέλουν
να αποκαλύψουν όλες τις λεπτομέρειες, ντρέπονται να μιλήσουν δημόσια για τις
ταπεινώσεις που υπέστησαν.
Μια δυσφορία που αυξάνεται απ’ τη μετέπειτα ατιμωρησία των
βασανιστών, λυτρώνεται όμως απ’ την μεγαλοψυχία και την δύναμη των γυναικών,
που δε στοχοποιούν προσωπικά τους βασανιστές τους, αλλά το σύστημα που επέβαλε
τα βασανιστήρια –και τέτοια υπάρχουν πολλά ακόμα ανά την υφήλιο. Καθώς επίσης
κι από τη βεβαιότητα ότι αν τους δινόταν η ευκαιρία, θα ξανάκαναν τα ίδια
ακριβώς και θα ακολουθούσαν απαρέγκλιτα τον ίδιο δρόμο.
Κάποιες άλλες γυναίκες είχαν ακόμα μεγαλύτερη δυσκολία να
μιλήσουν, για να μην ταυτιστούν με το στερεότυπο για τη γενιά του πολυτεχνείου
που βολεύτηκε στην αμφισβήτηση κι εξαργύρωσε τους αγώνες του παρελθόντος με μια
θέση στο σύστημα εξουσίας που αντιπάλεψε. Όπως η φωνή του πολυτεχνείου, που
έγινε φερέφωνο του συστήματος.
Η αλίντα αναδεικνύει την μέθοδο των βασανιστηρίων, που
παραμένει σχεδόν αναλλοίωτη στον χρόνο. Η εξουσία απέναντι στο άτομο και την
ιδεολογία του. Και το σώμα του, που γίνεται αγνώριστο, για να σπάσει μαζί με το
φρόνημα, να το απαρνηθείς μαζί με τη συνείδηση και να καταλήξεις ένα πράγμα
χωρίς υπόσταση, δίχως ταυτότητα, δικαιώματα, αξιοπρέπεια. Χωρίς αίσθηση του
χρόνου και του χρόνου, απλά έρμαιο των βασανιστών σου.
Κάνει μια «ψυχολογική διατριβή» για τα όρια και τις αντοχές
του ανθρώπου, τη δύναμη της ψυχής του, που την οπλίζουν τα ιδανικά και η
συλλογικότητα. Φώναζα δυνατά στους
φύλακες ότι δεν θα υπογράψω δήλωση, για να το ακούσουν οι σύντροφοί μου, να
εκτεθώ μπροστά τους και να μην το πάρω πίσω. Να βρω δύναμη να αντέξω για να μην
τους προδώσω, έλεγε μια από τις κρατούμενες που μίλησαν στη δημητρίου.
Η οποία παρεμβάλλει πλάνα με εικόνες από σύγχρονα περιστατικά
καταστολής, για να δείξει ότι οι καταστάσεις που περιγράφουν στις μαρτυρίες
τους οι γυναίκες, δεν είναι και τόσο μακρινές, όσο νομίζουμε. Απευθύνεται στη
νέα γενιά και τον δικό της αγώνα, θέλει να αφυπνίσει συνειδήσεις, να μην αφήσει
να τις σκεπάσει η λήθη. Γιατί λαός που δεν έχει ιστορική μνήμη, είναι
καταδικασμένος να ζήσει τα ίδια δεινά, επαναλαμβάνοντας τα λάθη του –που
ετυμολογικά έχουν την ίδια ακριβώς ρίζα με τη λήθη, που είναι ακριβώς το
αντίθετο της ιστορικής α-λήθειας.
Κι αυτή είναι η αναντικατάστατη προσφορά της δουλειάς της
αλίντας: η ιστορική αλήθεια. Αυτό το ντοκιμαντέρ ανασκευάζει τον διαδεδομένο
μύθο ότι η χούντα ήταν ήπια και σχετικά αναίμακτη. Κι αναπληρώνει με τη δύναμη
της εικόνας και της προφορικής μαρτυρίας ένα πολύ μεγάλο κενό στην καταγραφή
της ιστορικής μνήμης, για τις επόμενες γενιές.
Μια προσφορά ανιδιοτελής, για μια δουλειά που έμεινε
συνειδητά εκτός εμπορίου, αλλά η κόπια της μοιράζεται δωρεάν στους φορείς και
τις συλλογικότητες που επιθυμούν να την προβάλλουν (πολιτικές, πολιτιστικές,
συνδικαλιστικές κτλ). Κι η οποία παρά την ελάχιστη προβολή κατάφερε να κερδίσει
ευρεία αναγνώριση από το κοινό κι ένα βραβείο από το φεστιβάλ θεσσαλονίκης, αν
δε κάνω λάθος (τη δεύτερη φορά είχαν
πάρει τα μέτρα τους και δεν πήραμε κανένα βραβείο, είπε στην εκδήλωση η
αλίντα).
Ποιο είναι λοιπόν το επιμύθιο; Να μη μείνουμε στη θλίψη και το παράπονο
για όσα πέρασε αυτή η γενιά αγωνιστών (τα ίδια θα έλεγαν κι αυτοί εξάλλου για
την προηγούμενη γενιά της αντίστασης), αλλά το σφίξιμο να γίνει οργή που θα
πιάσει το νήμα της ιστορίας και θα τροφοδοτήσει το εξεγερσιακό πνεύμα σήμερα. Το θέμα είναι πως η έγνοια της αλίντας ήταν να αποτυπώσει στο φακό το χνάρι της πάλης και της ζωής των άλλων γυναικών που αγωνίστηκαν αλλά δεν αποτύπωσε κανείς το δικό της με αντίστοιχο τρόπο.
Υγ: η αρχική ανάρτηση είχε γίνει με αφορμή την επέτειο της... εθνοσωτήριου 21ης απριλίου και μπορείτε να τη διαβάσετε εδώ.
Σε αυτή τη δέκατη και τελευταία εκπομπή για τη φετινή σεζόν, σχεδιάζουμε μακρινά ταξίδια και τη μεγάλη ζωή που θα κάνουμε στις καλοκαιρινές διακοπές, ξαμολιόμαστε με θετική οπτική και γαλάζιες σημαίες της νδ στις παραλίες που δεν έχουν δική τους γαλάζια σημαία, παίζουμε μουσικές καρέκλες μαζί με τους δημόσιους υπαλλήλους που θα απολυθούν και συντασσόμαστε με τα… άθεα κόμματα που υπερασπίζονται την κυριακάτικη αργία, σε αντίθεση με τη Δεξιά του Κυρίου. Παράλληλα παρακολουθούμε (όσο μας το επιτρέπουν οι δυνατότητές μας) την υψηλού επιπέδου πολιτική συζήτηση που άνοιξε στη βουλή και το ιδρυτικό συνέδριο του ενιαίου σύριζα, μένουμε κατάπληκτοι από την χρεοκοπία του νεοκεϊνισιανισμού στο ντιτρόιτ και κλείνουμε με πιο… εσωκομματικές αναφορές στο αντι-ιμπεριαλιστικό διήμερο της οργάνωσης και την επέτειο από το θάνατο του ζαχαριάδη.
Κριτικές και παρατηρήσεις ευπρόσδεκτες στα σχόλια. Καλή ακρόαση και καλό καλοκαίρι.
Όσον αφορά τα τραγούδια, είπαμε αυτήν την φορά να θυμηθούμε τα παιδικά μας χρόνια και να ταξιδέψουμε στην πόπ δεκαετία του 80. Σε αντίθεση δηλαδή με τις εξελίξεις, όσο πιο χαρούμενα και καλοκαιρινά γίνεται.
Τα τραγούδια κατα σειρά
1. Waiting for a star to fall (Boy Meets Girl)
2. Endless summer nights (Richard Marx)
3. Self Control (Laura Branigan)
4. Cruel Summer (Bananarama)
5. Straight up (Paula Abdul)
6. The boys of summer (Don Henley)
7. The king of wishful thinking (Go West)
8. She drives me crazy (Fine Young Cannibals)
9. Somebody's watching me (Rockwell)
10. Walking on sunshine (Katrina & Waves)
11. Nothing's gonna stop us now (Starship)
12. Cause you are young (CC Catch)
13. Such a shame (Talk Talk)
14. It's a sin (Pet Shop Boys)
15. Maria Magdalena (Sandra)
16. Everything's Coming Up Roses (Black)
17. Jesus He Knows Me (Genesis)
Ο πρώτος
θεμελιώδης νόμος της σοσιαλιστικής οικοδόμησης είναι…
Α
τίνκι-τίνκι-τίνκι
Η
δεύτερη βασική αρχή της σοσιαλιστικής οικοδόμησης είναι…
Α
τίνκι-τίνκι-πρρρ…
Εάν δεν
καταλάβατε χριστό από όλα τα παραπάνω, η αρχή του καλτ τραγουδιού που
ακολουθεί, θα λύσει εν μέρει τις απορίες σας για τους ήχους που μόλις
διαβάσατε. Αλλά αν δεν έτυχε να ακούσετε ποτέ «FIGHT-CLUB» –όχι την ομώνυμη ταινία· την εκπομπή στο
ραδιόφωνο- πιθανότατα δε θα σας βοηθήσει ιδιαίτερα και δε θα σας πει κάτι το
κείμενο που ακολουθεί, οπότε ίσως να ήταν σκόπιμο να σταματήσετε εδώ την
ανάγνωσή του.
Το FIGHT-CLUBήταν κάτι παραπάνω από χαβαλέ και
καβλάντισμα. Κάτι παραπάνω από ανδρικός παλιμπαιδισμός. Ήταν κάτι παραπάνω από
το δίδυμο των συντελεστών του (τσαούσης-βαϊμάκης) γιατί η δύναμη του ήταν ο
κόσμος του και το τελευταίο ημίωρο με τα μηνύματα των ακροατών του. Με δυο
λόγια ήταν κάτι παραπάνω από μια εκπομπή. Mésqueunclub, όπως θα ‘λεγε το blaugrana ήμισύ της. Για την ακρίβεια FIGHT-CLUBόπως θα συμπλήρωνε το άλλο μισό
(βαϊμάκης) που είναι «βασιλικός», αλλά ταυτόχρονα κι ο μεγαλύτερος ατακαδόρος
ίσως που έχει περάσει από τα ελληνικά ερτζιανά.
Είναι
δηλ το ποιοτικό χαβαλέ που ποσοτικά συσσωρευμένο γίνεται πραγματικό χιούμορ και
γέλιο μέχρι δακρύων. Και η ποσότητα που μετατρέπεται σε διαφορετική ποιότητα,
σύμφωνα και με τον τρίτο νόμο της διαλεκτικής, που αποδεικνύει πως:
α-τίνκι-τίνκι-πρρρρ… Ράμαγια- κου-κου-κου ράμαγια
Ας
δώσουμε μερικά παραδείγματα, μεταφρασμένα στα δικά μας δεδομένα, για την
καλύτερη κατανόηση του κειμένου.
Ένα
μεγάλο κεφάλαιο της εκπομπής ήταν τα διλήμματα, που τους έβαζαν οι ακροατές ή η
ίδια η ζωή μπροστά τους. Τα οποία μπορεί να αφορούσαν τα πάντα: άσπρο ή μαύρο,
σκύλος-γάτα, άρης-παοκ, σκύλος πάοκ ή άρης γάτας (που ακολουθούσε καμιά φορά
στο πρόγραμμα της ερα). Ή κκε μ-λ ή μ-λ κκε, για να πιάσουμε κάτι πιο οικείο σε
μας. Κι η απάντηση ερχόταν ξερή και μονοκόμματη, εμπεριέχοντας αποστομωτικά
επιχειρήματα: πχ κκε μ-λ, τελεία. Γιατί έτσι μας αρέσει. Δεν χρειάζονται
περσότερα. Κι αν ο ένας είχε αμφιβολίες, ρωτούσε: μήπως όμως τελικά μ-λ κκε; -Όχι, κκε μ-λ ξεκάθαρα, ερχόταν η
σταλινική απάντηση κι έκοβε τη συζήτηση (ουρανομήκεις επιδοκιμασίες, θυελλώδικα
χειροκροτήματα).
Πολλές
φορές όμως είχαν κι επιχειρήματα κι εκεί γινόταν ακόμα χειρότερο, γιατί έπαιρνε
ο καθένας τον ένα πόλο του διλήμματος –που συνήθως έκαναν ρίμα- κι άρχιζε με
απλά ρητορικά ερωτήματα και λογικοφανείς ισχυρισμούς να αναδεικνύει τα
πλεονεκτήματα της δικής του πλευράς. Ας πούμε πχ ότι το δίλημμα ήταν: «καρέκα ή
αλέκα;», που είχε αξιοποιηθεί και στο θέμα μιας παλιάς ψηφοφορίας. Οπότε η
διαμάχη θα συνεχιζόταν ως εξής:
-Θα
μπορούσε η αλέκα να φοράει τη φανέλα της εθνικής βραζιλίας και να κάνει καριέρα
με τους καριόκας;
-Μμμ...
Θα μπορούσε όμως ποτέ ο καρέκα να γράψει άρθρο στη διεθνή κομεπ και να ψηφίσει
λευκό στην κετουκε για το κοινό πόρισμα με την εαρ;
-Όχι.
Αλλά θα μπορούσε η αλέκα να είναι συμπαίκτης του αλεμάο και του μαραντόνα και
να πάρει πρωτάθλημα με τη νάπολι;
-Ναι,
αλλά θα γινόταν ποτέ τέτοιος ντόρος για κάποια δήλωση του καρέκα για το ευρώ;
Και πάει
λέγοντας, πάντα με λογικά και τετράγωνα επιχειρήματα.
Εν τω
μεταξύ ο βαϊμάκης, που απαντούσε συνήθως στα διλήμματα, σιχαινόταν το
σπανακόρυζο και το μοιράστηκε σε μια εκπομπή με τους ακροατές του. Κι αυτοί
έστελναν έκτοτε συνεχώς διλήμματα κι έψαχναν να βρουν κάτι που να απεχθάνεται
περισσότερο και να νικάει το σπανακόρυζο.
-Τι
προτιμάς, τον βαρραβάν ή το σπανακόρυζο;
-Τον
βαρραβάν, τον βαρραβάν..
Κι όταν
τελικά πετύχαινε κάποιο άσχετο δίλημμα, όπου οι επιλογές του ήταν πάρε τη μία
και χτύπα την άλλη –πχ «γκόρμπι ή γέλτσιν;»-
απαντούσε αυθόρμητα από μόνος του: σπανακόρυζο. Χίλιες φορές σπανακόρυζο, παρά
αυτούς. Κι έτσι αποτύπωνε άριστα την πολιτική λογική μας στο δεύτερο γύρο των
περιφερειακών εκλογών και τα διάφορα εκβιαστικά ψευτοδιλήμματα.
Τι
πλαστήρας τι παπάγος. Σπανακόρυζο..!
Σε
κάποια φάση τα διλήμματα μετατρέπονταν σταδιακά σε τριλήμματα, όπου δεν
χρειαζόταν πάντα να διαλέξεις, απλώς θαύμαζες τον αριστοτέχνη δημιουργό τους
και τα ευρήματά του. Πχ…
Του
ηρακλή το άγαλμα φέρε πίσω προδότη; (γκορμπατσόφ)
Διώχνουν
οι αστοί το σαμαρά και φέρνουν αντσελότι;
Ή κάνε
την πλατφόρμα πάλι πρώτη παναώτη παναώτη; (για το λαφαζάνη και την αριστερή
πλατφόρμα).
Ας δούμε
κι ένα άλλο, κάπως καλύτερο.
Διαλύθηκε
ο συνασπισμός, χαρές και ντάμπα-ντούμπα;
Αιώνια
δόξα και τιμή, μέγα πατρίς λουμούμπα;
Ή στον
ουρανό εφοδεύουμε, φωνάζοντας κουτσούμπα;
Εναλλακτικά
θα μπορούσε ο πρώτος στίχος να έχει διαφορετική διατύπωση, πχ: νέο κόμμα έγινε
ο σύριζα, με σήμα κωλοτούμπα. Ή να είχαμε ένα άλλο στίχο για την αλέκα που
διαβάζει HUMBA! κτλ.
Η μεγάλη
αδυναμία της εκπομπής ήταν ο πληρωμένος κονδυλοφόρος του βαρδινογιάννη, κώστας
γκόντζος και οι συγκριτικές παρομοιώσεις που επιχειρούσαν να αποτυπώσουν το
μέγεθος της αξίας του και το αγεφύρωτο χάσμα που τον χώριζε από τους άλλους.
Για παράδειγμα:
Αν ο
κώστας γκόντζος ήταν το Κεφάλαιο του μαρξ, εσείς θα ήσασταν οι οικονομικές
αναλύσεις του δραγασάκη κι η θητεία του στο υπουργείο επί ζολώτα. Κι αν ο
γκόντζος ήταν η επαναστατική σκέψη του λένιν, εσείς θα ήσασταν η σκέψη του
χαρκοβίτη στον εργατικό αγώνα και τα άρθρα του ρούση στην ελευθεροτυπία.
Ή αν ο
γκόντζος ήταν ο τσε που ήταν ρεαλιστής, επιδιώκοντας το αδύνατο, εσείς θα
ήσασταν ο εφικτός σοσιαλισμός του μιτεράν και ο πολιτικός ρεαλισμός του τσίπρα.
Αλλά αν ο κώστας γκόντζος ήταν η αφάνα του σάββα μιχαήλ, εσείς θα ήσασταν η
σημαδεμένη φαλάκρα του γκορμπατσόφ και το πράσο μαλλί της ζωής κωνσταντοπούλου.
Και αν…
Πολλές
φορές η εκπομπή έδινε ερωτικές συμβουλές σε απελπισμένους ακροατές που ήθελαν
να ρίξουν την κοπέλα που είχαν ερωτευτεί ή σε λιγούρια που ήθελαν να τη ρίξουν
απλώς στο κρεβάτι. Και μια φορά ρώτησε κάποιος τι να κάνει για να ρίξει μια
δικιά μας, από τον ευρύτερο κινηματικό «αριστερό» χώρο. Οπότε κάποιοι του
απάντησαν «σωκράτη-θανάση». Κάποιοι άλλοι παραδοσιακοί, βασίλη παπακωνσταντίνου
–τα παλιά. Ενώ κάποιοι τρίτοι είπαν πως υπάρχουν πολλές διαβαθμίσεις στον χώρο
και πρέπει να γίνει πιο συγκεκριμένος, για να του προτείνουν τα κατάλληλα
ακούσματα.
Αλλά η
ομήγυρη κατέληξε στο σοφό συμπέρασμα πως δεν υπάρχει τίποτα πιο ρομαντικό για
μια συντρόφισσα από το τραγούδι της δημητριάδη «μαύρα κοράκια με νύχια γαμψά»,
για να την ξυπνάς το πρωί, να της το τραγουδάς και να την χαϊδεύεις. Μεγάλη
αλήθεια…
Ενδιαφέρον
είχαν και τα ψευδώνυμα που διάλεγαν οι ακροατές και τα οποία βασίζοντας συνήθως
σε ένα λογοπαίγνιο. Κάποιος πχ είχε εμπνευστεί απ’ την ηρωική μορφή του αρτούρ
λεκμπέλο (αλβανός αμυντικός του άρη στη δεκαετία του 90) και είχε κατοχυρώσει
το ψευδώνυμο: ο λεκμπελογιάννης ζει! Ενώ πολύ συχνός σχολιαστής της εκπομπής
ήταν και ο μεταλλεργάτερ, που έχω βάσιμες υποψίες ότι παίζει να είναι ο τοτέμ.
Ο οποίος επίσης αν δεν κάνω λάθος είναι η φωνή στην επική διασκευή ενός παλιού,
γνωστού τραγουδιού της βόσσου «πού να βρω έναν γουνδουλάκη». Και μόλις τελείωσε
την ηχογράφηση, πανηγύριζε «άντεξα ρε μαλάκες, άντεξα…» (σσ να μη σκάσει στα
γέλια, όση ώρα έλεγε τους στίχους και τραγουδούσε).
Αν
θέλετε να πάρετε κι εσείς μια γεύση από φαϊτκλαμπικό τρολάρισμα, μπορείτε να
θυμηθείτε αυτή την ανάρτηση και τα εμπνευσμένα σχόλια (1,2) του φανατικού
θαυμαστή. Με την ευκαιρία να δώσω αναδρομικά μια απάντηση και στον ΠΔ, πως αν
μπορούσα να επέλεγα τους σχολιαστές του μπλοκ, θα ζούσαμε όλοι πιο ευτυχισμένοι
και θα υπήρχαν περισσότερα σχόλια φαϊτκλαμπικού τύπου. Αλλά δυστυχώς δε ζούμε
σε έναν τέλειο κόσμο κι εγώ δεν έχω τέτοιες μαγικές ικανότητες, οπότε
πορευόμαστε με ό,τι έχουμε..
Στην
αρχή τα μηνύματα τα διάβαζε μόνο ο τσαούσης, που ήταν πολύ επιλεκτικός και είχε
εξελιχθεί σε σατράπη των sms που τον κυνηγούσαν σαν ερινύες οι αδικοχαμένες
ψυχές των μηνυμάτων που δε διάβαζε. Και λόγω του επιθέτου, του βγήκε το
προσωνύμιο τσαουσέσκου! Και κάπου εκεί χαμογελάς αμήχανα κι αναλογίζεσαι, εμείς
με ποιον είμαστε.
Αφού η
ρουμανία ήταν λαϊκή δημοκρατία, και αυτά είναι κλασικά αντικομμουνιστικά
αστειάκια, που τα ‘χουμε φάει με το κουτάλι. Ναι αλλά εκεί είχαν ακόμα βασιλιά
και μια σειρά φεουδαρχικά σχεδόν κατάλοιπα, που απείχαν πολύ από το σοσιαλισμό
που ονειρευόμαστε –και από αυτόν που γνωρίσαμε ακόμα. Κι ο τσαουσέσκου είχε
τάσεις αυτονομίας από τους σοβιετικούς, γι’ αυτό και ήταν πουλέν για το κκε
εσωτερικού. Εξαιτίας αυτής ακριβώς της αυτονομίας του όμως, δεν ήταν απλή
υπόθεση να το ρίξουν όταν έδωσε σήμα ο γκορμπατσόφ για τις άλλες λδ της ευρώπης
(το σωτήριο έτος 89’)· κι έτσι αναγκάστηκαν να σκηνοθετήσουν την ιστορία με τις
εκατόμβες και τους μαζικούς τάφους και να τον εκτελέσουν ανήμερα χριστουγέννων,
σαν καλοί χριστιανοί που ήταν. Ναι αλλά το πγ είχε βγάλει τότε ανακοίνωση που
χαιρέτιζε την πτώση του δικτάτορα και την αφύπνιση του ρουμάνικου λαού. Σκέψου
όμως ποιοι ήταν τότε στο πγ και βασικά τι πολιτική κατεύθυνση είχε πάρει εκείνη
την περίοδο.
Οπότε
εμείς είμαστε…
Εμείς
βασικά είμαστε με το βαϊμάκη, τον τίμιο χετταίο (εκ της χαίτης αλά τσαουσόπουλος
που έτρεφε για ένα διάστημα) γίγαντα με τη γιγάντια μύτη και τις τεράστιες
ατάκες. Που ήταν τίμιος, γιατί τη μαύρη δεκαετία του 90’ είχε γράψει σε ένα λάιφ-στάιλ
έντυπο ένα χυδαίο άρθρο για τα 80’ς –τη δεκαετία που δεν υπήρξε ποτέ! Αλλά στη
συνέχεια αναγνώρισε έντιμα το λάθος του και έκανε έμπρακτα την αυτοκριτική του
με μια ειδική εκπομπή-αφιέρωμα στη δεκαετία με τις βάτες, που την παρομοίωσε με
μια παλέτα γεμάτη χρώματα, ατάκτως ερριμμένα. Κι όταν ένα μήνυμα του θύμισε εκείνο
το άρθρο, το έκανε γαργάρα, στα πρότυπα της επιλεκτικής γκλάσνοστ του γκόρμπι
από την αγαπημένη δεκαετία.
Όταν η εκπομπή
μετακόμισε από την ερα σε ιδιωτικό σταθμό, νιώσαμε λίγο σαν υπήκοοι της ddr, που το κράτος της εκπαιδεύει κι
αναδεικνύει τα καλύτερα ταλέντα, για να ‘ρθουν οι καπιταλιστές από το δυτικό
βερολίνο να τα δελεάσουν με χρήματα και να μας τα πάρουν. Και νιώσαμε την ανάγκη
να χτίσουμε από την αρχή ένα μεγάλο τείχος, σαν κι αυτό που μας εμπόδιζε (εμάς στη
λδ του βορρά) να ακούμε την εκπομπή τους –το διαδίκτυο δεν ήταν ακόμα τόσο
διαδεδομένο εκείνα τα χρόνια. Και τώρα που μάλλον τα έσπασαν με το σταθμό του
χελάκη δεν υπάρχει πια καμία ερα σπορ και καμία λδγ για να τους επαναπατρίσει.
Το τέλος
της εκπομπής τους ήρθε κεραμίδα στο κεφάλι, σαν το τέλος της ιστορίας, γκρεμίζοντας
ένα μικρό (σοσιαλιστικό) κόσμο μέσα μας. Ένας βίαιος κι αναγκαστικός
αποχαιρετισμός στα φοιτητικά μας χρόνια και τον αιώνιο φοιτητή που εμφιλοχωρεί
ακόμα στο υποσυνείδητο. Αποχαιρετισμός στα όπλα (κι ας μην είχαν τα παιδιά το
πολιτικό υπόβαθρο να βάλουν σα λογοπαίγνιο θηλυκό άρθρο στα όπλα) και τον
παιδικό μας αριστερισμό, με τις πιασάρικες ατάκες από το αμφιθέατρο. Και το αντίο
αυτό δε σήμανε καμία απολύτως ωρίμανση και πέρασμα στην επόμενη φάση (κι όχι στάδιο,
γιατί δεν ασπαζόμαστε τη θεωρία τους). Απλώς άφησε πίσω ένα μεγάλο κενό που δεν
ξέρουμε πώς και με τι να το αναπληρώσουμε. Πού να βρούμε έναν γουνδουλάκη, αφού
κι εσύ έχεις εξαφανιστεί…
Αφιερωμένο
στον πιο παλιό, που πάλιωσε πολύ μάλλον
και έχει αρχίσει να ξεχνάει. Στα 32 καίγεται.
Υγ: πρώτα ο γύρος του μάκη,
μετά το σοκολατούχο γάλα της αγνό και τώρα αυτό… Πόσα ακόμα χτυπήματα μαζεμένα μας
έχει ορίσει η μοίρα;
Στο
σημερινό κυριακάτικο ιστορικό ένθετο, η κε του μπλοκ καταπιάνεται με τη
δολοφονία του σωτήρη πέτρουλα κατά τη διάρκεια των ιουλιανών, τέτοιες μέρες
περίπου πριν από 48 χρόνια κι αντιγράφει αποσπάσματα από το σχετικό υποκεφάλαιο,
όπως τα βρήκε στο βιβλίο του θείου του αντώνη πέτρουλα «η οδύσσεια ενός
αμετανόητου κομμουνιστή» -εκδόσεις κέδρος. Ίσως ξεφεύγει κάπως σε έκταση το
κείμενο, αλλά πιστεύω πως αξίζει τον κόπο να το διαβάσετε ως το τέλος.
Η πρώτη
μου συνάντηση με τον Σωτήρη –παλικάρι τώρα πια είκοσι χρονών- έγινε το 1962,
ένα καλοκαιρινό απόγευμα στα γραφεία της ΕΔΑ. Ξαφνικά όπως βάδιζα αμέριμνος,
μου έκοψε τον δρόμο ένας λεβέντης νεαρός –δύο μέτρα σχεδόν- πέφτοντας στην
αγκαλιά μου. Με έσφιγγε δυνατά, με φιλούσε και με αποκαλούσε «θείο». Σάστισα
προς στιγμή. Ποιος στα αλήθεια ήταν αυτός ο λεβέντης ανιψιός που εγώ δε
γνώριζα; Τα χαρακτηριστικά του πολύ γνωστά. Κατάλαβε την αμηχανία μου και με
προσγείωσε εγκαίρως. Το τι ένιωσα εκείνη την ώρα δεν περιγράφεται. Όχι μόνο
χαρά και υπερηφάνεια, κάτι πιο έντονο και δυνατό. Κι αυτός να χαμογελά και να
δηλώνει με υπερηφάνεια πως το Πετρουλαίικο ζει, δεν έσβησε και ούτε μπορεί να
χαθεί εύκολα.
Γνώριζε
τα πάντα σχετικά με τους κατατρεγμούς της οικογένειας. Γνώριζε και το μαρτύριο
που έζησαν οι γονείς του μέχρι να κατορθώσουν να φτάσουν στην Αθήνα και δεν
ήθελε με κανέναν τρόπο να μάθουν κάτι συγκεκριμένο για την πολιτική του δράση.
Για να μην τους ξαναθυμίζει τα περασμένα και τις λαχτάρες που πέρασαν μέχρι να
καταφέρουν να γλιτώσουν από το βέβαιο θάνατο… Με παρακάλεσε για όλους αυτούς
τους λόγους να μη μάθουν για τη συνάντησή μας οι γονείς του.
Είχε πολύ
καθαρό μυαλό κι αξιόλογο προβληματισμό για τις πολιτικοϊδεολογικές εξελίξεις
της εποχής. Δε συμφωνούσε πάντα με την «εισήγηση». Από τις πιο βασικές
διαφωνίες του ήταν η πριμοδότηση του Κέντρου (του Παπανδρέου) στις εκλογές του
1964 και η στήριξη της πολιτικής του. Ο Σωτήρης ήθελε πιο ριζοσπαστικές λύσεις.
Ήθελε πιο επαναστατική την ΕΔΑ. Είχε ανατεθεί στην κεντρική καθοδήγηση της νεολαίας
η ευθύνη να τον μεταπείσει ή τουλάχιστον να χαμηλώσει τους τόνους για το
γενικότερο καλό του κινήματος.
Λίγο πριν
από τα Ιουλιανά και τη συνδιάσκεψη της νεολαίας, ζήτησε να με συναντήσει ο
γενικός γραμματέας της νεολαίας Λαμπράκη, με τον οποίο γνωριζόμασταν αρκετά
καλά από τις φυλακές. Αφού με ενημέρωσε για τα προβλήματα που ταλάνιζαν τη
νεολαία και τους κινδύνους που εγκυμονούσαν –υπήρχε φόβος μέχρι και διάσπασης-
με παρακάλεσε να επιδιώξω μια συνάντηση με τον Σωτήρη ώστε να αποφευχθεί κάτι
τέτοιο. Συναντήθηκα πολύ σύντομα με τον Σωτήρη, χωρίς φυσικά να τον μεταπείσω
–γιατί οι περισσότερες σκέψεις και θέσεις του ήταν σωστές. Συμφωνήσαμε ωστόσο
να αποφευχθούν ακρότητες όπως η διάσπαση στη συνδιάσκεψη της σπουδάζουσας που
θα γινόταν εκείνες τις μέρες. Ταυτόχρονα ενημέρωσα και το γραμματέα της
νεολαίας και ζήτησα να υπάρξει και από την πλευρά τους σύνεση και
αυτοσυγκράτηση.
Οι
εξελίξεις ήταν τόσο ραγδαίες εκείνες τις μέρες, που δεν άφηναν περιθώρια για
περιττές κουβέντες. Μέχρι που ήρθε εκείνο το μοιραίο βράδυ της 23ης
του Ιούλη (1965). Όταν επέστρεψα στα γραφεία της Αυγής, ώρα δέκα ακριβώς το
βράδυ, μου ανήγγειλαν τα τραγικά μαντάτα: πως ο ανιψιός μου ήταν νεκρός και
δεκάδες άλλοι τραυματίες. Τι κάνουμε τώρα; Τα γεγονότα τρέχουν, δεν περιμένουν.
Το παλικάρι το σκότωσαν. Το δολοφόνησαν. Θα προσπαθούσαν, πιθανώς, να το
εξαφανίσουν. Για όλα ήταν ικανοί και καλά εκπαιδευμένοι. Δεν έπρεπε να τους
επιτραπεί να «ασελγήσουν» πάνω στο σώμα του παλικαριού. Έπρεπε να βιαστούμε, να
διεκδικήσουμε, χωρίς την παραμικρή χρονοτριβή, τον νεκρό πριν προλάβουν να τον
εξαφανίσουν.
Στα
γραφεία της Αυγής συρρέει κόσμος πολύς, ζητώντας να μάθει λεπτομέρειες. Ανάμεσά
τους και οι δικηγόροι Γιαννόπουλος και Μανδηλαράς. Αποφασίζουμε να πάμε στο
νεκροτομείο, για να ζητήσουμε από τον ιατροδικαστή Καψάσκη να μας ενημερώσει τι
γνωρίζει για τα γεγονότα και πού βρίσκεται ο νεκρός. Την ώρα που φτάσαμε και οι
τρεις στο νεκροτομείο και μιλούσαμε με τον κύριο Καψάσκη, σταμάτησε ένα
ασθενοφόρο που μετέφερε ένα φέρετρο. Στο φέρετρο αυτό βρισκόταν το παλικάρι, ο
Σωτήρης, τυλιγμένος με ένα άσπρο σεντόνι γεμάτο αίματα (χρειάστηκε να το ανοίξω
και να σηκώσω το σεντόνι από το πρόσωπο για να βεβαιωθώ πως ήταν ο Σωτήρης).
Στη συνέχεια είπαμε στον κύριο Καψάσκη ποιος ήμουν, την ιδιότητά μας και ζητήσαμε
να μας παραδώσει τον νεκρό. Αρνήθηκε όμως να το κάνει λόγω του ακατάλληλου της
ώρας. Αφού του τονίσαμε πως θα επανερχόμασταν το πρωί πριν από τις οχτώ να τον
παραλάβουμε, τον καταστήσαμε υπεύθυνο για τυχόν εξαφάνισή του.
Μετά
έπρεπε να ενημερωθούν οι γονείς του το συντομότερο, πριν αιφνιδιαστούν από τους
δολοφόνους. Ποιος έχει το ψυχικό κουράγιο να τους αναγγείλει το τραγικό
μαντάτο; Όσο και αν μου είναι επώδυνο να επωμιστώ μια τόσο τρομερή ευθύνη,
κατανοώ ταυτόχρονα πως δε μπορεί να γίνει διαφορετικά. Εγώ θα έπρεπε να
μεταφέρω το οδυνηρό μαντάτο στους γονείς. Χρέος βαρύ κι ασήκωτο απέναντι σε
ζωντανούς και σκοτωμένους.
Για να
συναντήσω την οικογένεια τέτοια ώρα, έπρεπε να γνωρίζω πού ακριβώς έμεναν, κάτι
που δυστυχώς αγνοούσα. Το μόνο που γνώριζα ήταν το όνομα της περιοχής:
Περιβόλια. Να πας όμως τα μεσάνυχτα στα περιβόλια και να ζητάς την οικογένεια
Πέτρουλα δεν ήταν λογικό. Ευτυχώς πάνω στην παραζάλη, μας έβγαλε από το
αδιέξοδο ένας νεαρός φοιτητής, φίλος του Σωτήρη, που συνέπεσε να περάσει από τα
γραφεία της Αυγής και γνώριζε πού ακριβώς βρισκόταν το σπίτι. Κρίθηκε σκόπιμο
από την οργάνωση της νεολαίας να μας συνοδεύσει και κάποιος νομικός. Επελέγη ο
πάγκαλος, που ήταν και στο κεντρικό συμβούλιο της νεολαίας λαμπράκη.
Λόγω των
ημερών και των γενεθλίων της τρίτης ελληνικής δημοκρατίας (που όσο πάει θυμίζει
κάτι από τρίτο ράιχ) η κε του μπλοκ προχωρά σήμερα στην ανάρτηση ενός κύριου
άρθρου του ριζοσπάστη, γραμμένο στα χρόνια του εμφυλίου από τον τότε διευθυντή
του κώστα καραγιώργη (γυφτοδήμου), που διατηρεί την επικαιρότητά του παρά την
χρονική απόσταση που μας χωρίζει από εκείνη την εποχή. Στο άρθρο αυτό ο
καραγιώργης παραθέτει τις δηλώσεις πολιτικών ηγετών του κέντρου, με αφορμή το
δημοψήφισμα για το πολίτευμα της ελλάδας, και προβαίνει μετά στον σχολιασμό
τους.
«Αν ο βασιλεύς διαψεύση εμπράκτως τας κακάς
προβλέψεις των εσωτερικών αντιπάλων του πείθων το δυσπίστως διακείμενον τμήμα
της παγκοσμίου κοινής γνώμης, ότι η επιστροφή του όχι μόνον δε σημαίνει
εγκαινίασιν αντιδημοκρατικών μεθόδων, αλλά συνδέεται με την άρσιν των
αντιδημοκρατικών ανωμαλιών, αι οποίαι σημειούνται εις ωρισμένα τμήματα της
χώρας και κατέστησαν δυσχερή την απολύτως ακριβή εκτίμησηιν της θελήσεως του
ελληνικού λαού».
(Δηλώσεις κ. κανελλόπουλου, 4 σεπτέμβρη 1946).
«Το δημοκρατικόν σοσιαλιστικόν
κόμμα συνεπές προς τας επαγγελίας του δηλώνει ότι αναγνωρίζει τη βασιλευομένην
δημοκρατίαν ωςτο νόμιμον πολίτευμα της χώρας εντός του οποίου θα επιδιώξει την
πραγματοποίησηιν των αρχών του…».
(Ανακοίνωση του δημοκρατικού σοσιαλιστικού
κόμματος του γ. παπανδρέου, 7 σεπτέμβρη 1946).
«Συνεπείς επομένως προς τας βασικάς μας αρχάς
και πιστοί θεματοφύλακες των παραδόσεων του ε. βενιζέλου, δηλούμεν όπως και
αυτός απεφάσιζε να είναι ως αρχηγός βασιλευομένης δημοκρατίας βασιλεύς όλων των
ελλήνων και όχι έρεισμα της δικτατορίας ωρισμένου κόμματος, θα μας εύρη πιστούς
στρατιώτας εις την υπηρεσίαν της πατρίδος».
(Δηλώσεις σ. βενιζέλου, 8 σπετέμβρη 1946)
«…Είναι
αναμφισβήτητον διά κάθε καλής πίστεως κριτήν, ότι το δημοψήφισμα τούτο
στερείται του ηθικού κύρους της αδιαβλήτου γνησιότητος… Εάν ο βασιλεύς
επανέρχεται αποφασισμένος να απαρνηθή πλέον την μοιραίαν κοσμοθεωρίαν του, εις
την οποία φαίνεται πιστεύσας εις το παρελθόν και είναι διατεθειμένος να
επιστρέψει εις την χώραν να προσαρμόση το πολίτευμά της εις τα δημοκρατικά
ιδεώδη, υπέρ των οποίων με αφαντάστως τεραστίας θυσίας επολέμησαν οι μεγάλοι
σύμμαχοί μας και μαζί με αυτούς και η μικρά ελλάς, συντομεύεται τότε η
απόστασις η χωρίζουσα την αβασίλευτον από την βασιλευομένην δημοκρατίαν.
(Δηλώσεις κ. σοφούλη, 8 σεπτέμβρη 1946)
Οι
αρχηγοί του λεγόμενου δημοκρατικού «κέντρου» συμπλήρωσαν τον κύκλο των δηλώσεών
τους για το πολιτειακό μετά το δημοψήφισμα. Οι δηλώσεις αυτές αποτελούν την
ίδια μουσική κλίμακα «της αναγνωρίσεως της πραγματικής καταστάσεως, που
αποτελεί πλέον το βασιλικό καθεστώς».
Δεν
παραγνωρίζουμε διόλου ότι οι νότες αυτής της μουσικής κλίμακας είναι
διαφορετικές και είναι γεγονός ότι η διαφορά αυτή έχει τη σημασία της που δεν
είναι μόνο τυπική. Αν ο «δημοκρατικός» παπανδρέου, ο «αιώνιος παπατζής» του
μακαρίτη καφαντάρη κηρύχθηκε υπέρ της δημοκρατίας προ του δημοψηφίσματος, αυτό
ήταν ένα αγοραίο αγγλικό κόλπο. Γιατί είναι γνωστό ότι ο παπανδρέου είναι
πολιτικός ανεμόμυλος με έμβλημά του την πολιτική απάτη, αλλά η μόνη συνέπεια
που θα έπρεπε να του αναγνωρίσει κανείς είναι ότι πάντα ήταν κατά βάθος οπαδός
της μοναρχίας – «συγχρονισμένης» φυσικά, δηλαδή φασιστικοποιημένης. Οι άγγλοι
τον έβαλαν να κηρυχθεί υπέρ της δημοκρατίας απλούστατα για να αναγνωρίσει
πρώτος το «έγκυρον και γνήσιον» δημοψήφισμα. Τόσο έγκυρον όσο και το ξύλο που
έφαγε ένας πολιτευτής του στην ανατολική μακεδονία, την παραμονή του
δημοψηφίσματος, από ένα βουλευτή του λαϊκού κόμματος.
Δεν είναι
πολύ διαφορετική η περίπτωση του νεαρού σορολόπ αρχηγού κ. παν. κανελλόπουλου.
Από τα πιο αξιοθρήνητα παραδείγματα ενός ανώμαλου, κυριολεκτικά τυχοδιωκτικού,
πολιτικού αριβισμού των τελευταίων ταραγμένων χρόνων. Ντεμπουτάρησε σα
φασιστικός νεοσσός, ο «κοκοράκης», για να πάει αργότερα εξορία επί μεταξά,
επειδή διεκδικούσε αυτός την αρχηγία της 4ης αυγούστου. Επί κατοχής
διαπραγματευόταν με το εαμ, απάνω σε βάση απάτης και έφυγε ξαφνικά στο κάιρο
για να γίνει «αντιπρόεδρος» της α.μ. του βασιλέως. Διωγμένος και ξυλοφορτωμένος
από τους έλληνες της μ. ανατολής, έστελνε έγγραφο στους εδώ φίλους του να μπουν
στο εαμ. Γυρίζοντας πίσω, σαν υπουργός, υμνούσε την εθνική αντίσταση και τον
ελας. Μετά το δεκέμβρη κόλλησε στο ράσο του αντιβασιλέα για να χρισθεί
«πρωθυπουργός» του εικοσαημέρου και να δώσει τόνο οπερέττας στο μεταδεκεμβριανό
δράμα. Στο δημοψήφισμα του είπαν οι άγλλοι να παίξει το δημοκράτη για να
αναγνωρίσει κι αυτός αμέσως μετά τον παπανδρέου το βασιλικό καθεστώς. Άξιος ο
μισθός του!
Το τρίτο
νούμερο, ο κ. σοφοκλής βενιζέλος, δεν είναι λιγότερο δημοκράτης από τους δυο
περασμένους. Δημοκρατία, άλλως τε, είναι και… παναμάς, κάτω από τη σημαία του
οποίου είναι ναυτολογημένα και τα καράβια του κ. σοφοκλή βενιζέλου. Και είναι
πασίγνωστες οι στενότατες σχέσεις του με τη βασιλική οικογένεια. Αν τολμούσε να
παρουσιαστεί σαν βασιλικός στις εκλογές και στο δημοψήφισμα στους κρητικούς θα
τον έπαιρναν με τα λεμόνια. Και δε θα παραλείψουν να το κάνουν όταν θα γίνουν
οι πραγματικές εκλογές και το πραγματικό δημοψήφισμα…
Θα είχε
κανένας το δικαίωμα να περιμένει κάτι πιο καλύτερο από τους άλλους αρχηγούς και
τα άλλα κόμματα, όχι τα κρυπτομοναρχικά και ψευτοδημοκρατικά σαν τα τρία
παραπάνω, αλλά από τα υπόλοιπα καθ’ αυτό κόμματα του «κέντρου».
Κανένας δε
θα αρνηθεί τις αντιδυναστικές διαθέσεις των φιλελευθέρων του κ. σοφούλη, ούτε
του προοδευτικού κόμματος, ούτε ακόμη και του κ. τσουδερού. Και δεν μπορούμε να
μην εξάρουμε τους χαρακτηρισμούς του δημοψηφίσματος εκ μέρους των. «Το
δημοψήφισμα στερείται του ειδικού κύρους της αδιαβλήτου γνησιότητος» λέει ο κ.
σοφούλης. Και καλεί το γεώργιο να απαρνηθεί «την μοιραίαν κοσμοθεωρίαν του» της
φασιστικής 4ης αυγούστου. Το προοδευτικό κόμμα διακηρύσσει ότι
διατηρεί «υπέποτε εδραίαν και ακλόνητον την πίστιν του προς τα ακραιφνή
δημοκρατικά ιδεώδη από τα οποία ενεπνέετο ο εκλιπών αείμνηστος αρχηγός και
ιδρυτής αυτού γ. καφαντάρης».
Ωστόσο
και ο κ. σοφούλης και ο κ. τσουδερός και το προοδευτικό κόμμα, όπως άλλως τε
και οι εφημερίδες «βήμα» και «νέα», με περισσότερες ή λιγότερες επιφυλάξεις,
περισσότερο ή λιγότερο θεωρητικές, δηλώνουν ότι «δε δύνανται να παραγνωρίσουν
τη δημιουργηθείσαν κατάστασιν». Δηλαδή το δημοψήφισμα που κατά τον κ. σοφούλη
υπήρξε «όργιον νοθείας, τρόμου και αίματος».
Υπάρχει
μια και μόνη συνεπής και θαρραλέα δημοκρατική φωνή από την πλευρά του
«κέντρου», η φωνή του στρατηγού πλαστήρα. Ετόνισε όχι μόνο το άκυρο του
δημοψηφίσματος και του βασιλικού καθεστώτος που έφερε αλλά και τον εθνικό
κίνδυνο και τον… κίνδυνο της ειρήνης από τη νέα κατάσταση που επιβλήθηκε βίαια
πάνω στον ελληνικό λαό.
Το δράμα της
ελληνικής δημοκρατίας υπήρξε ότι από την αστική πλευρά οι δημοκράτες ήταν πάντα
πολύ λίγο συνεπείς δημοκράτες… Και δεν εδίσταζαν πολύ για να θυσιάζουν τη
δημοκρατία πότε σε κινήματα και σε στρατιωτικούς παράγοντες, πότε σε μεσαιωνικά
«ιδιώνυμα» και πότε σε άρνηση, στην πράξη, του κοινοβουλευτισμού.
Οι
σημερινές «αναγνωρίσεις μετ’ επιφυλάξεων» του κ. σοφούλη κλπ. Θυμίζουν με το
παραπάνω τις ανάλογες αναγνωρίσεις της «δημιουργηθείσης καταστάσεως» του 1935,
που άνοιξαν τη λεωφόρο προς την «μοιραίαν κοσμοθεωρίαν» της 4ης
αυγούστου – με τις πλάτες άλλως τε της περίφημης «εξουσιοδοτήσεως» του
σημερινού Κέντρου προς το μεταξά.
Αλλά δε
φαίνεται να έμαθαν πολλά πράγματα από τότε, ο κ. σοφούλης και οι άλλοι αρχηγοί
του «κέντρου». Μας λέει το «βήμα»: «ο λαός αναμένει και μετ’ αυτού αναμένουν
και τα κόμματα». Λάθος φρικτό! Ο λαός δεν αναμένει τίποτα καλό από την
πολιτειακή παλινόρθωση, απλούστατα γιατί η πείρα του είναι πάμπλουτη στο σημείο
αυτό. Και ακριβώς επειδή έχει ξεκαθαρίσει στη συνείδησή του το πρόβλημα
μοναρχίας – δημοκρατίας, έχει καταλογίσει και τις ευθύνες για το παρελθόν. Και
συνέπεια αυτού του καταλογισμού είναι ότι τα μαζικά αποθέματα του «κέντρου»
έγιναν τόσο ισχνά στα τελευταία χρόνια. Και όπως πάει το «κέντρο» και τα
τελευταία υπολείμματα θα χαθούν άδοξα στον ορίζοντα…
Όσο για
τη δημοκρατία αυτή δεν πρόκειται να χαθεί! Γιατί η δημοκρατική σημαία βρίσκεται
στα χέρια του ίδιου του λαού. Όσα κόμματα και όσοι πολιτικοί άνδρες σταθούν στο
πλευρό της δημοκρατίας, που ταυτίζεται σήμερα και με τον αγώνα της εθνικής
ανεξαρτησίας, αυτά και θα ζήσουν για να παίξουν ρόλο στην αναγέννηση της
ελλάδας. Τα άλλα θα περάσουν χωρίς τιμή και υπόληψη στο μουσείο της
νεοελληνικής ιστορίας. και δε θα τους μένει άλλο για παρηγοριά από την
κατηγορία εναντίον των συνεπών δημοκρατικών κομμάτων ότι «εμονοπώλησαν» τον
δημοκρατικόν αγώνα». Κατά τον ίδιο τρόπο που, αφού αδράνησαν ελεεινά στα χρόνια
της κατοχής, κατηγορούσαν κατόπιν το εαμ ότι «εμονοπώλησε τον εθνικόν αγώνα»…
.-.
Το
παραπάνω άρθρο περιέχεται στην ομώνυμη συλλογή άρθρων (δημοκράτες χωρίς
δημοκρατία –τα μοιραία χρόνια 1946-47) που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις
προσκήνιο και στα περισσότερα σημεία διατηρώ την ορθογραφία και το λόγο του αρθρογράφου. Το πιο ενδιαφέρον όμως είναι ότι η επιμέλεια και η εισαγωγή είναι του
θανάση καρτερού, που ετοιμάζεται αυτές τις μέρες, ως διευθυντής της αυγής, να
υποδεχτεί την αριστερή κυβέρνηση.
Και οι
χαρές που καρτερό-ό-ό, μη σώ- μη σώσουνε και ‘ρθουνε, που θα ‘λεγε και ο séntic.
Δε
σκοπεύω να σχολιάσω αναλυτικά το άρθρο –κρατάω κάβα τους προβληματισμούς μου
για επόμενη ανάρτηση. Θα αρκεστώ σε τρεις απλές επισημάνσεις.
Ότι η συνεπής και θαρραλέα δημοκρατική φωνή του
κέντρου (ο πλαστήρας δηλ) στη συνέχεια σχημάτισε κυβέρνηση που ορκίστηκε
στο βασιλιά και έδωσε δημοκρατικό άλλοθι στην κυρίαρχη πολιτική και την εκτέλεση
του μπελογιάννη και των συντρόφων του.
Ότι
σήμερα η πολιτική γραμμή του κόμματος διαφέρει αρκετά από τη λογική που
αναπτύσσει ο καραγιώργης περί δημοκρατίας κι εθνικής ανεξαρτησίας. Αλλά δεν
πρέπει να ξεχνάμε πως ήταν πολύ διαφορετική κι η εποχή στην οποία γράφτηκαν τα
παραπάνω –με τη στρατιωτική παρουσία των άγγλων και τα όργια της αντίδρασης και
του παρακράτους εις βάρος του εαμικού κόσμου- που καθόριζαν εν μέρει και άλλα πολιτικά καθήκοντα
για το κόμμα.
Και ότι ο
καραγιώργης χρησιμοποιεί συστηματικά τα εισαγωγικά για τον όρο «κέντρο» -όπως
θα τα χρησιμοποιούσε σήμερα ίσως ο ρίζος για τον όρο «αριστερά»- και τα
«δημοκρατικά κόμματα» της εποχής, που τότε απέφευγαν με βδελυγμία την αριστερά,
για να μην χαρακτηριστούν συνοδοιπόροι της, ενώ μεταπολιτευτικά έφτιαξαν τον
όρο κεντροαριστερά, για να μπορούν να καπηλεύονται τους αγώνες ακριβώς αυτής
της αριστεράς, που απέφευγαν συστηματικά.
Ας μείνουμε σε αυτά, και θα βλέπουμε τα υπόλοιπα εν
καιρώ.
Δεν ξέρω
πόσοι από εσάς θυμάστε μια παλιότερη δήλωση του εθνάρχη τριανταφυλλίδη, απ’
αυτές τις ντεμέκ αποφθεγματικές «μεγάλες αλήθειες», ότι η χώρα έχει μετατραπεί
απ’ άκρη σε άκρη σε ένα απέραντο φρενοκομείο. Αλλά και την αντίστοιχη σάτιρα του
χάρρυ κλυνν, που συνομιλούσε με τον καραμανλή –τον οποίο μιμούνταν πολύ καλά ο
ίδιος- για να βρουν δια της μαιευτικής μεθόδου τον κατάλληλο χαρακτηρισμό για
ένα απόφθεγμα με προεδρικό κύρος.
Η χώρα
έχει μετατραπεί από άκρη σε άκρη…
…σε ένα απέραντο μπουρδέλο
σας παρακαλώ κύριε πρόεδρε, μας ακούνε
και μικρά παιδιά
…σε ένα απέραντο κωλοχανείο
μα για το όνομα του θεού, κύριε
πρόεδρε, εσείς δε μιλάγατε έτσι
…σε ένα απέραντο παρθεναγωγείο
ε δεν είπαμε κι έτσι. Κάτι αιχμηρό
βέβαια, αλλά εντός των ορίων της πραγματικότητας
Ε και με
τα πολλά το πέτυχε κι έμεινε η φράση στην ιστορία
Προσωπικά
λοιπόν αυτό μου θύμισε η ιστορία που προέκυψε με την περίφημη δήλωση για τα
γουναράδικα του συριζαίου αναρχικού βουλευτή (που κερδίζει δικαιωματικά μια
θέση στο σουρεάλ πάνθεον, δίπλα στον αναρχικό τραπεζίτη του πεσόα). Κι αυτός θα
το ‘φερε από δω… το πήγε από εκεί… μέχρι να βρει την ατάκα που γράφει καλύτερα
και παίρνει τους περισσότερους επικοινωνιακούς πόντους.
Ραντεβού, ραντεβού… …ραντεβού στα
γυράδικα!
Όχι, δεν ταιριάζει και με την
εστέτ αισθητική των παραδοσιακών ψηφοφόρων του χώρου, άλλωστε…
Ραντεβού, ραντεβού… στα
τσιπουράδικα!
Ναι, αλλά χρειαζόμαστε κάτι πιο
αγωνιστικό.
Ε τότε… ραντεβού στα
λουλουδάδικα, μπροστά από τη βουλή!
Ναι αλλά εκεί (τα) στρίβουν
συνήθως οι δικοί μας.
Ε… ραντεβού στα γουναράδικα!
Μπράβο κύριε βουλευτά. Τώρα
μάλιστα…
Θα
μπορούσε να πει βέβαια ραντεβού με την ιστορία για να τελειώνουμε, αλλά αυτό θα
οδηγούσε αναπόφευκτα σε δυσάρεστους παπανδρεϊκούς συνειρμούς, που προσπαθεί να
αποφύγει η αριστερή πλατφόρμα, κρύβοντας το κεφάλι της στην άμμο. Θα μπορούσε
επίσης να εμπνευστεί κι αυτός από το δίσκο του χαρούλη, που είχε τίτλο «ραντεβού
με την εισαγγελία», για να παραπέμπει στη νομική καταγγελία της μέρκελ και του
μνημονίου, στο λεγκαλιστικό δρόμο της νομιμότητας προς το σοσιαλισμό και την
αταξική κοινωνία και στην αδέκαστη ζωή κωνσταντοπούλου, που θα τον διασφαλίσει.
Αλλά ο δίσκος είχε κυκλοφορήσει στη δύση της αλλαγής, με τίτλο εμπνευσμένο από
το πασοκ και το σκάνδαλο κοσκωτά, και παραπέμπει στους ίδιους δυσάρεστους
συνειρμούς, συνεπώς απορρίπτεται.
Η
αυθεντική φράση βέβαια δεν κλείνει κάποιο ραντεβού, αλλά λέει «καλή αντάμωση
στα γουναράδικα». Κι έχει δίκιο ο νίκος σαραντάκος πως δε λεγόταν μόνο μετά τη
βάρκιζα, αλλά ήταν σε όλη τη διάρκεια του αντάρτικου ο καθιερωμένος
αποχαιρετισμός του άρη και των άλλων αγωνιστών στο βουνό, που δεν ήξεραν αν
ήταν γραφτό τους να ξαναϊδωθούν ή αν θα τους προλάβαινε ο θάνατος –μαύρος
αδερφός. Ναι αλλά το θέμα είναι τι αφόπλισε (ιδεολογικά και κυριολεκτικά) αυτό
το μεγάλο κίνημα, ποιες κινήσεις το οδήγησαν μαζικά στα γουναράδικα στο (φυσικό
ή πολιτικό του) θάνατο. Κι είναι αδύνατο να μιλήσεις για όλα αυτά χωρίς να
σταθείς στη βάρκιζα και τις συμφωνίες που την προετοίμασαν και οδήγησαν στο
πνεύμα της.
Στο βιβλίο του που κυκλοφόρησε πρόσφατα, λίγες μέρες πριν αποβιώσει, πλήρης ημερών,
ο αντώνης πέτρουλας –θείος του σωτήρη που δολοφονήθηκε στα ιουλιανά το 65’ κι
έγινε τραγούδι από το μίκη θεοδωράκη- χαρακτηρίζει πολιτικό θάνατο τις δηλώσεις
μετανοίας που πιέζονταν να υπογράψουν οι αγωνιστές στις φυλακές και τα
ξερονήσια. Ας δούμε τι άλλο γράφει για την παράδοση των όπλων του ελας το 45’
στο βιβλίο του με τίτλο «η οδύσσεια ενός ξεριζωμένου κομμουνιστή» -μπορεί ο
τίτλος να θυμίζει ταινία του ξανθόπουλου, αλλά η μαρτυρία του πέτρουλα είναι
πολύ αξιόλογη, παρά τις όποιες διαφωνίες ή ενστάσεις, μπορεί να έχει κανείς.
Φεύγοντας από τα λεβέτσοβα πήγαμε
στο σκλαβοχώρι –λίγο έξω από τη σπάρτη. Στο χωριό αυτό έγινε και η παράδοση των
τιμημένων όπλων του τρίτου τάγματος του ελας ύστερα από λίγες μέρες. Δεν έχω
ξαναπεράσει από αυτό το χωριό, ούτε και το επιθυμώ. (…) Σαν ήρθε η ώρα της
παράδοσης των τιμημένων όπλων μας, η πίκρα και το δάκρυ περίσσευαν. Μου είναι
αδύνατο να ξεχάσω αυτή την ώρα του αποχαιρετισμού των συναγωνιστών μας. Το
δάκρυ και το σφιχταγκάλιασμα του τιμημένου ταγματάρχη μας κώστα κανελλόπουλου.
Το «γεια και καλή αντάμωση» που μου ευχήθηκε δε μπορώ να το ξεχάσω. Για το ότι
δεν ξανανταμώσαμε άλλοι έχουν την ευθύνη.
Εδώ τα γουναράδικα
δεν αναφέρονται μαζί με την αντάμωση, αλλά ουσιαστικά υπονοούνται και σε κάθε
περίπτωση προέκυψαν εκ των πραγμάτων, στην εξέλιξή τους. Το πιο εντυπωσιακό
ωστόσο είναι η εκπληκτική σημειολογία με το χωριό όπου έγινε η παράδοση και το
όνομά του: σκλαβοχώρι…! Κάθε άλλο σχόλιο περισσεύει, νομίζω.
Το θέμα
λοιπόν είναι πως ο… αναρχικός βουλευτής θα είναι από αυτούς, που όταν εμείς «με
το καλό» ανταμώσουμε στα γουναράδικα, θα κάθονται στην απέξω και θα κοιτάνε εκ
του ασφαλούς. Το βασικό είναι πως η συμφιλιωτική πολιτική του χώρου του, που εν
μέσω κρίσης κλαίει κι οδύρεται για την χαμένη κοινωνική συνοχή (;!), οδηγεί με
μαθηματική ακρίβεια σε νέες βάρκιζες και αφοπλισμούς και θα στείλει όσες λαϊκές
κατακτήσεις έχουν απομείνει στα γουναράδικα. Το σημαντικό είναι πως ο σύριζα
δεν ενσαρκώνει τη συνέχεια του ένοπλου αγώνα του άρη ή το νέο εαμ, αλλά τους
σύγχρονους τσιριμώκους και παρτσαλίδηδες. Δεν εκπροσωπεί την ελπίδα του κόσμου
της εργασίας, αλλά τις φοβίες των μεσαίων στρωμάτων και τη μεταφυσική τους
ελπίδα για επιστροφή στο πρόσφατο, προκρισιακό παρελθόν, όπως σημειώνει πολύ
εύστοχα ο μαργαρίτης σε αυτό το άρθρο του.
Υπάρχει
όμως και μια άλλη παράμετρος αισθητικής φύσης με πολιτικό υπόβαθρο. Η αποστροφή
στο λόγο του διαμαντόπουλου, απέχοντας πολύ από το να σημάνει την έναρξη
κάποιου ένοπλου κινήματος, έρχεται να προστεθεί σε μια αλυσίδα κακόγουστων
κοινοβουλευτικών παραστάσεων με βαρύγδουπες φράσεις και τηλεοπτικούς όρους,
όπως τα λούμπεν καραγκιοζιλίκια της χρυσής αυγής, ή τις πομφόλυγες του βορίδη
για τις κυβερνήσεις του παπανδρέου επί αλλαγής, οι οποίες εξυπηρετούν –με
διαφορετικό στιλ και τρόπο η καθεμία- τον ίδιο ακριβώς σκοπό: να καλύψουν την
εκκωφαντική απουσία πολιτικού λόγου από την πλευρά των πρωταγωνιστών τους. Κι
εκφράζουν την αγωνία διαφόρων πτερύγων του αστικού πολιτικού φάσματος να
καλύψουν αυτό το κενό και να επανανοηματοδοτήσουν ιδεολογικά τις μεταξύ τους
διαφοροποιήσεις, τώρα που αρχίζει να ξεφτίζει το δίπολο
μνημονιακοί-αντιμνημονιακοί, και γίνεται φανερή η σύγκλισή τους στον
ευρωμονόδρομο.
Κι αυτό
πέρα από την πολιτική ουσία του πράγματος, εκφράζει και μια αξεπέραστα
κακόγουστη αισθητική, που δε μπορεί παρά να απασχολεί όσους ιεραρχούν ψηλά αυτό
το κριτήριο.
Όσο για
το λαϊκό κορίτσι από την καστοριά, μπορεί να συμπήξει ένα ευρύτερο πολιτικό
μέτωπο με τους πολιτικούς θαυμαστές του γούναρη, τις γούνες χουντάλας (όνομα
και πράγμα) και τον παλαίμαχο πρόεδρο του σφαχ –ως εκπρόσωπος του κλισέ για το
«αλεξάνδρειο με τις γούνες» στη δεκαετία με τις βάτες, που ο άρης είχε γίνει
μόδα- ενάντια σε όσους τα έχουν βάλει με το συμπαθή παραγωγικό κλάδο της
περιοχής και φώναζαν τότε έξω οι γούνες απ’ το παλέ. Κι αν εξακολουθεί να έχει απορίες επί του θέματος, μπορεί να
εντάξει στα πλαίσια της επιμόρφωσής της την παρακολούθηση των τοπικών
εκδηλώσεων του κόμματος με αντίστοιχη θεματική, όπως αυτή που πραγματοποιήθηκε πρόσφατα στην πόλη της καστοριάς.
Μία από
τις πρώτες παιδικές αναμνήσεις στην οικογένεια, μαζί με τους δίσκους του χάρρυ
κλυνν (κασέτες βασικά), τη φρουτοπία και το λάντα που έγινε αποθήκη για τις
εφημερίδες, ήταν μια άλλη εφημερίδα, το ποντίκι. Ή μάλλον πρώτα ο ρίζος, με την
υδρόγειο στα διεθνή, τις γελοιογραφίες του στάθη και τα προγνωστικά για το
δελτίο προπό κάθε παρασκευή -πάλι καλά που δεν είχαμε βάλει και ζώδια δηλ τότε!
Και αν δει κανείς φάσεις και στιγμιότυπα από τους αγώνες της εποχής, σίγουρα θα
πετύχει κάποια διαφήμιση του ριζοσπάστη στις πινακίδες των μεγάλων γηπέδων: οακα, νέα
φιλαδέλφεια, αλεξάνδρειο, κτλ.
Εμένα
πάντως μου είχε κερδίσει το ενδιαφέρον η στήλη με τις προβλέψεις, ίσως γιατί
μου άρεσε να ζωγραφίζω πάνω στα αποκόμματα του προπό με τα κουτάκια, ενώ λίγο
αργότερα ο άβερελ με άφηνε να συμπληρώνω ένα δελτίο αξίας 240 δραχμών, με τρεις
διπλές παραλλαγές, και περίμενα να πιάσω 13άρι μαζί με το ρίζο. Και αν σου κάτσει;
Στις
άλλες σελίδες δεν έβρισκα πολλά πράγματα να διαβάσω κι έτσι μου ήταν δύσκολο να
καταλάβω γιατί με δούλευαν τα άλλα παιδάκια στη γειτονιά, που αγοράζαμε
ριζοσπάστη και όχι κάποια αστική φυλλάδα. Όπως και ένας άλλος γνωστός, που είχε επιπλέον να αντιμετωπίσει και την «εσωκομματική» πίεση του αδελφού του: «αφού ποτέ δεν κερδίζουμε, πάλι με αυτούς θα
είμαστε ρε σωτήρη;» Και δεν είναι μόνο η σκληρή αθωότητα των παιδιών που
ειρωνεύονται τα πάντα, ή η τάση τους να υποστηρίζουν τους πρώτους και τους
νικητές. Πρέπει να το αποδώσουμε στη συνολική επίδραση του πολιτικού
κλίματος της εποχής και την επέλαση της επικείμενης αντεπανάστασης.
Κι
ύστερα ήρθε το 89’ και το σπίτι σταμάτησε να αγοράζει ριζοσπάστη για μερικά
χρόνια –και όταν τον ξανάδε ο κύρης του, μετά από καμιά δεκαετία περίπου,
γούρλωσε λίγο τα μάτια στην αρχή, αλλά το αποδέχτηκε στωικά. Περάσαμε ένα
σύντομο μεταβατικό διάστημα με διάφορα υποκατάστατα (έθνος, ελευθεροτυπία) πριν
καταλήξουμε στο πριν –αν και ο σπαρίλας ήταν ακόμα πολύ μικρός, όπως του είχε
πει η αλέκα σε μία από τις τελευταίες της συνεντεύξεις τύπου ως γγ (δείτε εδώ το επίμαχο σημείο μετά το 1.01.30). Και στο μεσοδιάστημα
αυτό δοκιμάσαμε για λίγο και το ποντίκι, πολλά χρόνια πριν πέσει στα χέρια του δελατόλλα κι αλλάξει ριζικά το στιλ του.
Εν τω
μεταξύ η δική μου σχέση με τις εφημερίδες είχε αναβαθμιστεί θεαματικά, καθώς
μου άρεσε πλέον να μουντζουρώνω στους τίτλους τα κενά στα στρόγγυλα γράμματα,
όπως το ρο και το άλφα. Προτιμούσα όμως το ποντίκι για να διαβάζω τις
γελοιογραφίες και βασικά τα φωτομοντάζ, με τις αυτοσχέδιες λεζάντες και τα
μαύρα γυαλιά που φορούσαν σκοπίμως στον άμαχο πληθυσμό για να μην τον εκθέτουν
δημόσια. Τις άλλες σελίδες τις ξεφύλλιζα απλώς τροχάδην, μέχρι να πετύχω την
επόμενη γελοιογραφία.
Είναι
λοιπόν συγκινητικό να ανακαλύπτεις πως σε έναν κόσμο που δε σε λυπάται και
μεταβάλλεται διαρκώς γκρεμίζοντας τις σταθερές των παιδικών σου χρόνων, το
παλιό διατηρείται διαλεκτικά σε ανηρημένη μορφή στο παρόν και κάποιες αξίες
παραμένουν αναλλοίωτες στον χρόνο. Τα δελτία του προπό δεν έχουν πια κουτάκια
και το παιχνίδι έχει υπερσκελιστεί από το στοίχημα., αλλά ο τζόγος ζει και
βασιλεύει. Η διεθνής καπιταλιστική μεθοδολογία σαμποτάρει σταθερά την
πρωτοβουλία της κολχόζνικης ιδιοκτησίας. Ο υποκειμενικός παράγοντας παραμένει
αιώνια ανώριμος και βαδίζει ολοταχώς προς τον γκρεμό. Και στο ποντίκι το
μόνο που διαβάζεται είναι οι γελοιογραφίες και τα φωτομοντάζ των γελοιογράφων.
Άντε και
οι διαφημίσεις του οδηγητή και τις κομεπ, στα πλαίσια των αμοιβαία επωφελών
διμερών σχέσεων και της προβολής του ποντικιού με διαφήμιση στο ρίζο. Γιατί τα
υπόλοιπα κείμενα (άρθρα, αναλύσεις, κτλ) κινούνται στην πολιτική γραμμή της
εφημερίδας, του ρηχού αντι-μνημονιακού λόγου και του αριστερού κυβερνητισμού,
κι απευθύνονται σε μικρά παιδιά –που τους αρέσει να ζωγραφίζουν,
μουντζουρώνοντας τα κενά στα στρόγγυλα γράμματα και το στρογγυλεμένο πολιτικό
λόγο.
Μπορεί
κι εκεί βέβαια να βρει κανείς μαργαριτάρια. Όπως το παραπολιτικό σχόλιο στηστήλη τρυπώνω-ξετρυπώνω, με το βουλευτή του κουβέλη και τη στιχομυθία του με
δημοσιογράφους μετά την αποχώρηση της δημαρ από τη συγκυβέρνηση.
«Θα
συνεργαστείτε με τον ΣΥΡΙΖΑ; Αυτοί είναι κομμουνιστές!» πείραξαν χθες στο
περιστύλιο της Βουλής κάποιοι δημοσιογράφοι, βουλευτή της ΔΗΜ.ΑΡ. «Γιατί όχι;»,
απάντησε ετοιμόλογα εκείνος, «κανείς δεν είναι τέλειος»!..
Κι εσύ
μένεις μάρμαρο και δεν ξέρεις με ποιον από τους δυο να μαρμαρώσεις περισσότερο.
Ή σαν τη
συνέντευξη του ρέμου στο καλλιτεχνικό ένθετο, που συνήθως έχει πιο έντεχνους
και πχιοτικούς αστέρες, με τον αντώνη να μας προκύπτει περίπου κρυφοκομμουνιστής
και να δηλώνει πως: Ο κομμουνισμός είναι
το πιο όμορφο πολιτικό σύστημα, αλλά δεν είναι φτιαγμένο για ανθρώπους. Είναι
φτιαγμένο για αγγέλους.
Δεν υπάρχουν άγγελοι σου λέω.. Κι άντε μετά να ξεκολλήσει από πάνω μας η ρετσινιά
της δευτέρας παρουσίας.
Στην
ουσία όμως οι γελοιογράφοι είναι οι μόνοι που σώζουν κάτι από την παλιά
μεταπολιτευτική αίγλη της εφημερίδας. Κι η μερίδα του λέοντος για αυτό το
κατόρθωμα ανήκει δικαιωματικά στον σφο πάνο ζάχαρη.
Πολλές
φορές αναρωτιόμαστε μεταξύ μας πού έχει χαθεί ο πνευματικός κόσμος, οι άνθρωποι της
τέχνης, γιατί δε βγαίνουν νέοι δημιουργοί να εμπνευστούν από την περίοδο που
ζούμε και τις αντιστάσεις που αναπτύσσονται, να εκφράσουν ένα ευρύτερο
κοινωνικο-καλλιτεχνικό ρεύμα –μια απορία που κάποιες φορές γίνεται εντονότερη,
όταν βλέπουμε τα ίδια ονόματα να ανακυκλώνονται στο πρόγραμμα του φεστιβάλ.
Ο
ζάχαρης λοιπόν έρχεται κατά τη γνώμη μου ως μέρος της προλεκούλτ (ενίοτε και
προλεκάλτ) απάντησης στα παραπάνω «υπαρξιακά ερωτήματα», ενσαρκώνοντας εν
πολλοίς τις προδιαγραφές του γελοιογράφου νέου τύπου. Μπορείτε να το
διαπιστώσετε κι εσείς ρίχνοντας μια ματιά σε ένα μέρος της δουλειάς του στο προσωπικό
του ιστολόγιο, στη διεύθυνση: http://zacharispanos.wordpress.com/
Δεν
είναι μόνο ο δυνατός και στοχευμένος πολιτικός λόγος του σε σκίτσα σαν αυτό…
ή αυτό…
κι αυτό…
Είναι
επίσης κι η μαεστρία του να περνάει μηνύματα μέσα κι από το πολύ δύσκολο είδος
του πολιτικού αυτοσαρκασμού, όταν καλείται να συμπληρώσει το φωτομοντάζ που
συνοδεύει στην εφημερίδα το ρεπορτάζ κκε.
Όπως σε
ένα πρόσφατο φωτομοντάζ με τον κουτσούμπα, που τον ρωτάνε οι δημοσιογράφοι…
Ή ένα
άλλο, όπου αντιστρέφονται οι ρόλοι και λέει ο κουτσούμπας.
Ή κι
αυτό από τις μέρες της ερτ, που αφήνει κι αισιόδοξο, αγωνιστικό μήνυμα.
Ποιο
είναι λοιπόν το ηθικό δίδαγμα; Ότι από την περασμένη εβδομάδα ο ζάχαρης έχει
άδεια και φιλική συμμετοχή, με δυο-τρία φωτομοντάζ-"κονσέρβα" σε κάθε φύλλο. Οπότε
αν τύχει να είστε και εσείς σε διακοπές και μπείτε στον πειρασμό να αγοράσετε
το ποντίκι για την παραλία, καλύτερα να το αποφύγετε και να περιμένετε μέχρι
αρχές αυγούστου. Γιατί χωρίς τα δικά του σκίτσα και φωτομοντάζ, το ποντίκι
είναι
Μπορεί να μην προλάβαμε την επίσκεψη σαμαρά στην κίνα, για να έχει και
μια νότα επικαιρότητας το σημερινό κείμενο, αλλά διατηρεί την ξεχωριστή σημασία
του. Η κε του μπλοκ φιλοξενεί στο ιστορικό κυριακάτικο ένθετο μία ακόμα πολύ
καλή δουλειά του άναυδου, με την αποτίμηση των πεπραγμένων της κινέζικης
επανάστασης κατά τον περασμένο αιώνα. Μπορεί να ξεφεύγει λίγο σε έκταση, αλλά
αξίζει πραγματικά τον κόπο και την υπομονή σας, να τη διαβάσετε ως το τέλος.
1.Πρόλογος
Η βελούδινη καπιταλιστική
παλινόρθωση στην Κίνα αποτελεί ακόμη και σήμερα ένα ιστορικό αίνιγμα. Πως και γιατί
σε αντίθεση με τις υπόλοιπες πρώην σοσιαλιστικές χώρες, όπου η καπιταλιστική
αντεπανάσταση είτε διέλυσε είτε έθεσε στην παρανομία τα κομμουνιστικά και
εργατικά κόμματα, στην Κίνα η καπιταλιστική παλινόρθωση αλλά και η μετέπειτα διαχείριση
του καπιταλισμού γίνεται από το ίδιο το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας (ΚΚΚ);
Στο παρόν κείμενο, και χωρίς να
ισχυριζόμαστε ότι η εκδοχή που παρουσιάζουμε
είναι απαλλαγμένη από λάθη και ελλείψεις, θα προσπαθήσουμε να λύσουμε τον
παραπάνω γρίφο. Πολύ συνοπτικά η θέση που θα αναπτύξουμε παρακάτω ισχυρίζεται
ότι στην Κίνα παρά την αρχική προσπάθεια ο σοσιαλισμός δεν οικοδομήθηκε, οι
σχέσεις παραγωγής δεν άλλαξαν ριζικά και
το ΚΚΚ δεν ήταν ποτέ ένα προλεταριακό κόμμα νέου τύπου.
2.Η
Κινέζικη Επανάσταση
Την 1η Οκτωβρίου του
1949 από την Πύλη της Ουράνιας Γαλήνης στην καρδιά του Πεκίνου ο Μάο Τσετούγκ ανακήρυξε
την ίδρυση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας (ΛΔΚ). Πρόεδρος της κυβέρνησης
τέθηκε ο Μάο ενώ πρωθυπουργός ο Τσου Ενλάι. Η πρώτη χώρα που αναγνώρισε τη νέα
κυβέρνηση ήταν η ΕΣΣΔ την επόμενη μόλις μέρα. Η ίδρυση της ΛΔΚ σφράγισε το τέλος του εμφύλιου πολέμου που ξεκίνησε
αμέσως μετά από την ήττα της Ιαπωνίας στον Β’ΠΠ και την παράδοση της στρατιάς
του Κβαγκτούγκ στον Κόκκινο Στρατό τον Αύγουστο του 1945. Στον εμφύλιο αυτό
βρέθηκαν αντιμέτωποι από την μία μεριά το Κουομιτάγκ (ΚΜΤ) και ο ηγέτης του
Τσαγκ Καισέκ, που είχε τη στήριξη των ΗΠΑ σε άνδρες και υλικό, και από την άλλη
η συμμαχία του ΚΚΚ που είχε τη στήριξη της ΕΣΣΔ.
Το νέο καθεστώς ονομάστηκε ‘Νέα
Δημοκρατία’ και βασιζόταν στη συμμαχία
τεσσάρων τάξεων – εργάτες, αγρότες, μικροαστοί και εθνική αστική τάξη. Τα τέσσερα
αστέρια της κινέζικης σημαίας, ένα για κάθε τάξη, συμβολίζουν ακριβώς τη
συμμαχία αυτή. Η συμμαχία είχε επικεφαλής το ΚΚΚ, που τη χρονιά εκείνη είχε
περίπου 4,5 εκατομμύρια μέλη, εκ των οποίων το 80% περίπου ήταν αγρότες.
Πρόεδρος του ΚΚΚ ήταν από το 1943 ο ίδιος ο Μάο ο οποίος σημείωνε ότι η διαφορά
της ‘Νέας Δημοκρατίας’ από τη
σοσιαλιστική επανάσταση είναι ότι η πρώτη δεν καταστρέφει τις μερίδες εκείνες
του κεφαλαίου που συμμετέχουν στον αντι-ιμπεριαλιστικό αντι-φεουδαρχικό αγώνα[1].
Η κινέζικη επανάσταση δεν ήταν
μια σοσιαλιστική επανάσταση αλλά μια αστικοδημοκρατική επανάσταση με
εθνικο-απελευθερωτικά χαρακτηριστικά. Στρεφόταν ενάντια στον Ιαπωνικό
ιμπεριαλισμό αλλά και στους φεουδάρχες και τη γραφειοκρατική αστική τάξη που
συσπειρωνόταν πίσω από το ΚΜΤ. Στη συμμαχία που ήρθε στην εξουσία κυριαρχούσαν
τα αγροτικά στρώματα. Είναι ενδεικτικό ότι στις πόλεις που ελευθέρωνε ο Λαϊκός
Απελευθερωτικός Στρατός (ΛΑΣ) η διοίκηση δεν δινόταν στις παράνομες
οργανώσεις του ΚΚΚ αλλά σε στελέχη του ΛΑΣ
από τις αγροτικές περιοχές. Στην Λαϊκή Πολιτική Συμβουλευτική Διάσκεψη
συμμετείχαν όλα τα δημοκρατικά κόμματα των μικροαστικών στρωμάτων και της
διανόησης. Στην αρχική κυβέρνηση 11 από τους 24 υπουργούς προέρχονταν από τα
κόμματα αυτά[2]. Η
θέση του Μάο ήταν ότι η γρήγορη μετάβαση στον σοσιαλισμό δεν συμβαδίζει με τις
συνθήκες της Κίνας. Στο κοινό πρόγραμμα δινόταν μια στενή ερμηνεία του εχθρού:
ιμπεριαλισμός, φεουδαρχία και γραφειοκρατικός καπιταλισμός, δηλ επιχειρήσεις
που ανήκαν στους υποστηρικτές του ΚΜΤ και που κατασχέθηκαν άμεσα. Στον αγροτικό
τομέα ο εχθρός περιορίστηκε στους γαιοκτήμονες, 3-5% του πληθυσμού, ενώ οι
πλούσιοι αγρότες δεν βρίσκονταν στη λίστα των εχθρών.
3.Ο
Κινέζικος δρόμος για τον σοσιαλισμό.
3.1. ΤοΚΚΚ
Το ΚΚΚ ιδρύθηκε το 1921 στη Σαγκάη. Στο τέλος του 1926 τα δύο τρίτα των
μελών ήταν εργάτες αλλά μετά τις σφαγές του ΚΜΤ το 1927, όπου δολοφονήθηκαν
πάνω από 50.000 εργάτες κι εξοντώθηκε μεγάλο μέρος της κομματικής βάσης, το
ποσοστό αυτό έπεσε στο 10% το 1928, στο 2% το 1930 και ακόμη χαμηλότερα τα
επόμενα χρόνια. Το ΚΚΚ υποχρεώθηκε να
αποσυρθεί από τις πόλεις και να καταφύγει στις πιο καθυστερημένες οικονομικά
αγροτικές περιοχές της Κίνας. Σαν αποτέλεσμα το 1949 το ΚΚΚ ήταν ένα κόμμα που
η βάση του ήταν αγροτική (80% των 4,5, εκ. μελών), το υπόλοιπο 20% αποτελούταν
από μικροαστούς και διανοούμενους (18%) ενώ οι εργάτες αποτελούσαν κάτι
λιγότερο από το 2%[3].
Η διεφθαρμένη και δωσιλογική πολιτική του ΚΜΤ, σε συνδυασμό με την για πάνω
από 100 χρόνια ταπείνωση των κινέζων από τους ξένους ιμπεριαλιστές (πόλεμος του
οπίου, εξέγερση των Μποξερς κλπ) είχαν ριζοσπαστικοποιήσει την αναδυόμενη αστική τάξη και τα μεσαία
στρώματα. Τα εκτός ΚΜΤ αστικά και μικροαστικά κόμματα αδυνατούσαν να εκφράσουν
αυτή τη ριζοσπαστικοποίηση με αποτέλεσμα τα πιο ενεργά στοιχεία των τάξεων
αυτών να ενταχθούν στο κατά βάση αγροτικό ΚΚΚ. Έτσι στην ουσία το ΚΚΚ
αποτελούσε το ενιαίο μέτωπο των αντι-ιμπεριαλιστικών δυνάμεων στη Κίνα. Οι
τάξεις αυτές είχαν φυσικά τους εκπροσώπους τους ή την επιρροή τους στην ηγεσία
του ΚΚΚ. Ετσι ο Μάο Τσετουγκ
εκπροσωπούσε κατά βάση τα αγροτικά στρώματα, ο Λιου Σιαοκί και ο Τσου
Ενλάι κατά βάση την εθνική αστική τάξη ενώ ο Κάο Καγκ το προλεταριάτο. Στην
ηγεσία συμμετείχαν και οι στρατηγοί του ΛΑΣ Τσου Τεχ και Πενγκ Tεχουάι που στις κρίσιμες στιγμές της ταξικής πάλης μετά το 1949 έριξαν το
βάρος τους αντίστοιχα στην πλευρά του Μάο ο πρώτος και στην πλευρά του Λιου ο
δεύτερος. Όσο προχωρούσε η βιομηχανική ανάπτυξη της Κίνας το ποσοστό των
αγροτών μειώθηκε σε 66% (1961) ενώ το ποσοστό των εργατών ανέβηκε στο 15% όσο
και των διανοούμενων[4]. Το 1981
οι αγρότες αποτελούσαν το 45.5% των κομματικών μελών αν και αποτελούσαν το 75%
του εργατικού δυναμικού ενώ το 1987 το ποσοστό έπεσε στο 39.5%[5].
Ενδεικτικό για τον χαρακτήρα του ΚΚΚ ήταν η προσθήκη στο 7ο
συνέδριο του (1945) της σκέψης του Μάο σαν καθοδηγητική ιδεολογία του κόμματος
μαζί με τον μαρξισμό-λενινισμό! Στο 8ο συνέδριο η σκέψη του Μάο
αποσύρθηκε από το καταστατικό του ΚΚΚ εξαιτίας της αλλαγής των εσωκομματικών
συσχετισμών για να επανέλθει στο 9ο συνέδριο και να παραμείνει
έκτοτε μέχρι και σήμερα.
Η κε του μπλοκ έλαβε στο ηλεκτρονικό της ταχυδρομείο και προωθεί με ιδιαίτερη χαρά, υπό τη μορφή ανάρτησης, την αναγγελία της κυκλοφορίας του νέου βιβλίου του μακρονησιώτη ζωγράφου-συγγραφέα-εικαστικού γιώργου φαρσακίδη, που δεν είναι υπερβολή να ισχυριστούμε ότι ενσαρκώνει τις περιπέτειες και πρωτίστως τις ευαισθησίες των αγωνιστών του λαϊκού κινήματος του περασμένου αιώνα. Με την ευχή να είναι καλοτάξιδο το βιβλίο, κλείνω την εισαγωγική παράγραφο και παραθέτω το δελτίο τύπου, το βιογραφικό του συγγραφέα, καθώς κι ένα απόσπασμα από το βιβλίο του.
Αναζητώντας την Ιθάκη
…Πορεία ζωής…
ΓΙΩΡΓΟΣ ΦΑΡΣΑΚΙΔΗΣ
Ένα συγκλονιστικό οδοιπορικό σε αναζήτηση
της Ιθάκης που διασχίζει τις κρίσιμες φάσεις της νεοελληνικής ιστορίας.
Από την επέμβαση του ελληνικού
εκστρατευτικού σώματος στην Ουκρανία, την Μικρασιατική Καταστροφή και την
προσφυγιά.
Μνήμες της πρώιμης νιότης, χρόνια αγάπης
και νοσταλγίας της Πρώτης Πατρίδας, της Οδησσού. Ο ξεριζωμός και η εγκατάσταση
στη Θεσσαλονίκη. Στις γειτονιές του Ντεπώ, στη γη μιας Καινούργιας Πατρίδας, θα
ζήσει τον Μάη του ’36, με τους συγκλονιστικούς απεργιακούς αγώνες, και τη
δικτατορία του Μεταξά. Το Έπος της Αλβανίας, τη τριπλή Κατοχή, την Αντίσταση,
το Κράτος του Τρόμου, και τον Εμφύλιο. Θα ζήσει τον Ζόφο των Πέτρινων Χρόνων
που ακολούθησε.
Ο συγγραφέας, πιστεύοντας ότι η δημιουργία
πρέπει να αποβλέπει στο καλό των ανθρώπων, στρατεύει τις εικαστικές επιδόσεις
στο ιδεολογικό του πιστεύω. Κατά την Κατοχή, αυτοδίδακτος, σατιρίζει με τις
γελοιογραφίες του τους υπερφιάλους κατακτητές και τους ελληνόφωνους συνεργάτες
τους. Πολεμώντας σαν ανταρτοεπονίτης καταγράφει σε κείμενο και σε σκίτσα τη ζωή
τους στο αντάρτικο. Στο κολαστήριο της Μακρονήσου τα βασανιστήρια και τους
βασανιστές, μα πάντα με πρόθεση να πληροφορήσει τους συνανθρώπους του.
Στα αυτοβιογραφικά κείμενα του βιβλίου,
σελίδες τις ιστορίας γραμμένες με την γλώσσα της βιωματικής μνήμης και της
Τέχνης. Σελίδες όπως τις έχει ζήσει ο συγγραφέας πολεμώντας στα βουνά της
Μακεδονίας και στη δεκαεξάχρονη παραμονή του στα «αναμορφωτήρια» των
κρατούντων.
Κείμενο και εικόνες καθηλώνουν σπάζοντας το
φράγμα των καιρών και της λήθης, προειδοποιούν και κραυγάζουν «Άνθρωποι
Γρηγορείτε».
«Έχοντας πρότυπα τους μεγάλους δημιουργούς
που είχαν θέσει την τέχνη τους στην υπηρεσία των λαϊκών συμφερόντων», μας λέει
ο συγγραφέας, «δουλεύοντας σε συνθήκες αντίξοες αντλούσαμε κουράγιο από την
αίσθηση της χαράς που δίναμε στους ταλαιπωρημένους από την πολύχρονη κράτηση
συνεξόριστούς μας.
Ζωγραφίζαμε, χαράζαμε, τυπώναμε κάρτες στον
Αϊ Στράτη και αργότερα, επί Χούντας στη Γυάρο και Λέρο. Να μάθουν οι έξω ότι
ζούμε και κρατάμε άπαρτο το αγωνιστικό μας χαράκωμα!
Αργότερα, ζώντας τη ζούγκλα της “ελεύθερης
αγοράς” πιστοποιούσα όλο και περισσότερο ότι: Η τέχνη που δεν ξανοίγει
προοπτικές ενός κόσμου καλλίτερου, που προβάλει σαν αυτοσκοπό τη βία και την
απληστία ου κέρδους, μια τέχνη που της είναι αδιάφορος ο ανθρώπινος πόνος, που
πολεμά τις χαρές της ζωής, την ομορφιά, τη φύση, τον έρωτα, δεν είναι παρά μια
τέχνη σύμφωνη με τις επιταγές των προνομιούχων της Νέας Τάξης Πραγμάτων».
Το
βιβλίο, σχήματος 27Χ21, είναι τετράχρωμο, 128 σελίδων και τυπωμένο σε χαρτί
velvet.
Απόσπασμα
από το βιβλίο
(Επίλογος)
Τα απρόσμενα της τελευταίας σελίδας
Ο σύντροφος μου Ηλίας,
καρδιολόγος και φίλος, τρεις φορές (για τρία χρόνια την κάθε φορά) μου είχε
δώσει παρατάσεις ζωής! Να γράψω, όπως και το έκανα, τρία βιβλία.
Ομως με τα χρόνια που πέρασαν
(δεκαοχτώ ως τα σήμερα), αποθρασύνθηκα κι έχω γράψει πολύ περισσότερα. Το
τελευταίο βιβλίο-λεύκωμα που κρατάτε στα χέρια σας, κάτι σαν απάνθισμα μιας
ζωής, μιας πορείας προς την Ιθάκη. Και όπως ένα βιβλίο, έτσι και το κάθε ταξίδι
ζωής έχει το τέλος του. Καλοδεχούμενο. Κι όταν είναι στην ώρα του, να το
δεχτείς «...σαν έτοιμος από καιρό...».
Εκεί λοιπόν, στα σύνορα της
ανυπαρξίας, έτοιμος να ξανασμίξω με τη Μάνα μας Φύση, ανοίγω τα μάτια μου και
τα τρίβω, να καλοειδώ και να τα πιστέψω... Κι είναι μπροστά καθισμένος ο
Χριστός, προφανώς έτοιμος να με δικάσει για τις αμέτρητες αμαρτίες μου. Ενας
ξανθούλης, γαλανομάτης, καλοσυνάτος Χριστός όπως τον θέλουν οι
προνομιούχοι-αρχιαπάνω της αρείας φυλής. Μόλις συνήρθα από το ξάφνισμα, βιάστηκα
να ζητήσω συγνώμη που είχα νομίσει πως δεν υπήρχε. Ομως, την «αγάπη για τον
πλησίον που δίδαξες», τόλμησα και του είπα, «την έχω πληρώσει πολύ ακριβά. Κι
όταν στο Μακρονήσι το άκουσαν οι αλφαμίτες, αγρίευαν: «Ωστε έτσι, ρε πούστη, τη
θέλεις και πανανθρώπινη», και δώσ' του να με χτυπούν πάνω στα τραύματα ώσπου
μου ξανασπάσαν τα χέρια.
Οταν είχες κηρύξει, Χριστέ μου,
την επανάσταση λέγοντας «Φωτιά ήρθα να βάλω στη γη... και ο μη έχων πωλησάτω το
ιμάτιο αυτού και αγορασάτω μάχαιραν» δεν βρήκα μάχαιρα κι είχα στεριώσει με
σύρμα την κάννη στο σαραβαλάκι το όπλο μου και με έξι σφαίρες εφόδιο κινήσαμε,
άγουροι, νηστικοί και μισοξυπόλυτοι, να πολεμήσουμε τους σιδερόφρακτους
Γερμανούς.
Και πόσο χαρήκαμε όταν μάθαμε ότι
κλοτσηδόν είχες πετάξει απ' το Ναό σου την Τρόικα και τους κάθε λογής
διαπλεκόμενους, τραπεζίτες και «προμηθευτές οπλικών συστημάτων». Μα όπως
γίνεται πάντα και μας το λέει κι ο μπαρμπα-Κώστας:
... Ως ο ήλιος να πέσει και
νάρθει το δείλι, τον σταυρό σου σκαρώσαν οι εχθροί σου κι οι «φίλοι».
Στο Μακρονήσι, αργότερα, το
θυμάσαι; είχαμε βαδίσει τον Γολγοθά μας για τη Χαράδρα των μαρτυρίων. Μοναχά
που για μας, που ματώναμε πλάι Σου για έναν κόσμο καλύτερο, σύντροφέ μας
Χριστούλη, για μας δεν υπήρξε Ανάσταση...
Και αποτόμως με ξύπνησαν!
«Και
τι θα κάνεις, παππούλη;» με είχε ρωτήσει η κοπελίτσα «αν επιμένει να μη σ'
αγαπάει ο Θεούλης και δεν βιάζεται να σε πάρει κοντά του;». Και δυσκολεύτηκα ν'
απαντήσω όπως δυσκολεύομαι πάντα όταν με ρωτάνε παιδιά.
Βιογραφικό
Γεννήθηκε στην Οδησσό της Σοβιετικής Ένωσης.
Ανταρτοεπονίτης, δεκαοχτώ χρονών, δύο φορές τραυματίας σε μάχη με Γερμανούς και
Βούλγαρους, έμεινε ανάπηρος στα δύο του χέρια. Κατά διαστήματα έχει κάνει σε
στρατόπεδα συγκέντρωσης και άλλους τόπους κράτησης – Μακρόνησος, Αη Στράτης,
Γυάρος, Λέρος – δεκαεξήμισι χρόνια.
Αυτοδίδακτος στους τόπους της κράτησης του, ζωγραφίζει και χαράζει θέματα με
περιεχόμενο από τη ζωή των συγκρατούμενων συναγωνιστών του κι αργότερα από τους
αγώνες του ελληνικού λαού.
Μετά την πτώση της χούντας, ο Γ. Φαρσακίδης δημοσιεύει εργασίες του σ' εφημερίδες,
εκθέτει, τυπώνει και κυκλοφορεί τα έργα του.
Το 1984, το βιβλίο του η Πρώτη Πατρίδα παίρνει το πρώτο βραβείο της Εταιρείας
Ελλήνων Λογοτεχνών.
Η εικαστική και η λογοτεχνική του δουλειά γίνεται γνωστή στη Σοβιετική Ένωση κι
άλλες χώρες. Κριτικά σχόλια και παρουσίαση δημοσιεύονται στην Πράβντα, στην
Ισβέστια, στη Σοβιέτσκαγια Κουλτούρα και άλλα έντυπα και μέρος της εργασίας του
προβάλλεται από τη σοβιετική τηλεόραση.
Καλεσμένος από την εφημερίδα Πράβντα στο γιορτασμό για τα 30χρονα της
αντιφασιστικής νίκης, ο Γ. Φαρσακίδης τιμήθηκε για την αγωνιστική και
καλλιτεχνική του δραστηριότητα με το Ανώτατο Χρυσό Μετάλλιο της Σοβιετικής
Επιτροπής Ειρήνης.
Στα επόμενα χρόνια συνεχίζει τη δραστηριότητα του οργανώνοντας εκθέσεις των
εικαστικών του έργων, ταξιδεύοντας και συγγράφοντας μια σειρά βιβλίων που
αφορούν τόσο τα προσωπικά του βιώματα, όσο και δοκίμια σε θέματα ιστορικά και
φιλοσοφικά.
Βιβλία του που εκδόθηκαν ακόμη είναι:
«Ποτέ τους δεν έγιναν είκοσι», «Ο Φιλόσοφος», «Ιαματικά «ψεύδη» και βέβηλες
προσεγγίσεις», «Ένδεκα μέρες και τρεις χρονιές του εμφυλίου», «Της πρώιμης
νιότης», «Σα πας στον πηγαιμό για την Ιθάκη», «Μια επαίσχυντη συμφωνία και το
ολοκαύτωμα του Χορτιάτη».
Ακόμη κυκλοφορούν μια σειρά από λευκώματα με δικά του έργα:
«Μακρόνησος», «Τόποι εξορίας», «Του έρωτα και της μοναξιάς», «Επαγγέλματα του
δρόμου», «Για το παιδί, για τη ζωή, για την Ειρήνη», «Εδώ Πολυτεχνείο». «Δέκα
χαρακτικά» κ.ά.
Γίνονται παρουσιάσεις του έργου του στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Αθηνών, στο
Στοά Βιβλίου Αθήνα, στη Δημοτική Πινακοθήκη Θεσσαλονίκης, στη Δημοτική
Βιβλιοθήκη Θεσσαλονίκης, στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Νεάπολης στην Εταιρεία
Ελλήνων Λογοτεχνών στην Αθήνα και σε πολλά άλλα μέρη της Ελλάδας (Κατερίνη,
Κιλκίς, Αμφιλοχία, Λέρο, Περιστέρι κ.ά.).πό την εφημερίδα Πράβντα στο γιορτασμό
για τα 30χρονα της αντιφασιστικής νίκης, ο Γ. Φαρσακίδης τι-μήθηκε για την
αγωνιστική και καλλιτεχνική του δρα-στηριότητα με το Ανώτατο Χρυσό Μετάλλιο της
Σοβιε-τικής Επιτροπής Ειρήνης.
Ο Γιώργος Φαρσακίδης είναι μέλος του Επιμελητηρίου Εικαστικών Τεχνών Ελλάδας
και της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών.
Μπορείτε να επισκεφτείτε και την ιστοσελίδα του γιώργου φαρσακίδη στη διεύθυνση: http://www.farsakidis.gr/