Δευτέρα 15 Ιουλίου 2013

Πρόβλημα, προβληματισμός και προβληματισμοί

Η κε του μπλοκ σήμερα προχωρά σε μια «τεμπέλικη» ανάρτηση, όπου ο δικός της ρόλος εξαντλείται στο να συγκεντρώσει τις συνέχειες από το σχόλιο του μη απολιθωμένου σε προηγούμενη ανάρτηση, σε ένα ενιαίο κείμενο σχετικά με το ρόλο της προσωπικότητας, τη διαπάλη στο κομμουνιστικό κίνημα με τον οπορτουνισμό στις γραμμές του αλλά και την περίπτωση του φαράκου, που έδωσε το αρχικό ερέθισμα για αυτό που ακολουθεί. Ευχαριστώ τον μη απολιθωμένο για τον κόπο που έκανε και συνιστώ στους σφους της βάσης καλή ανάγνωση και νηφάλιο σχολιασμό.

Φίλε Βασίλη,

Εύλογος, θεμιτός και γόνιμος, αφού παρακινεί σε περαιτέρω προβληματισμούς, ο προβληματισμός σου σ’ αυτήν την ανάρτηση. Με παρακινείς να προβληματιστώ κι εγώ και να πω ότι ο προβληματισμός σου είναι κάπως προσωποπαγής και αφήνει το πρόβλημα κατά μέρος.

Σου υπενθυμίζω μιαν πολύ σχετική επισήμανση του «Στρατηγού» (Φ. Ένγκελς) που —χρησιμοποιώ εδώ μιαν γερμανική παροιμία— βρίσκει το καρφί στο κεφάλι (ας σημειωθεί ότι ό,τι έπεται είναι απόσπασμα γράμματος, το οποίο αποτελούσε απάντηση του «Στρατηγού» σε γράμμα που του είχε απευθύνει στις 19 Ιανουαρίου του 1894 ο Β. Μπόργκιους από το Μπρεσλάου• ο Χάιντς Στάρκενμπουργκ δημοσίευσε την απάντηση αυτήν του «Στρατηγού» στο περιοδικό «Ο Σοσιαλιστής Πανεπιστημιακός» [«Der sozialistische Akademiker»] (τεύχος 20 του 1895), χωρίς να αναφέρει τον παραλήπτη, εξ ου και σ’ όλες τις μετέπειτα μέχρι το 1968 αναδημοσιεύσεις ή μεταφράσεις —συμπεριλαμβανόμενης και αυτής που χρησιμοποιώ— ως παραλήπτης αναφερόταν ο Χ. Στάρκενμπουργκ, βλ. σχετικά: Karl Marx/Friedrich Engels, Werke, Band 39, Berlin/DDR 1968, σσ. 205–207, 580):

[…] Οι ίδιοι οι άνθρωποι κάνουν την ιστορία τους, την κάνουν όμως ως τώρα όχι με συλλογική θέληση, σύμφωνα μ’ ένα γενικό σχέδιο, ούτε καν μέσα στα πλαίσια μιας καθορισμένης, δοσμένης κοινωνίας. Οι προσπάθειές τους διασταυρώνονται, κι ακριβώς γι’ αυτό σ’ όλες αυτές τις κοινωνίες κυριαρχεί η αναγκαιότητα, που ολοκλήρωση και μορφή έκφρασής της είναι ησύμπτωση. Η αναγκαιότητα που επιβάλλεται εδώ, μέσα από κάθε λογής συμπτώσεις, είναι πάλι σε τελευταία ανάλυση η οικονομική αναγκαιότητα. Και δω φτάνουμε στην εξέταση του ζητήματος των λεγόμενων μεγάλων ανδρών. Ότι κάποιος, κι ακριβώς αυτός ο μεγάλος άνδρας εμφανίζεται σε τούτη την ορισμένη εποχή, σ’ αυτή τη δοσμένη χώρα, είναι φυσικά καθαρή σύμπτωση. Αν όμως τον σβήσουμε, τότε ζητείται αντικαταστάτης του, κι αυτός ο αντικαταστάτης βρίσκεται tant bien que mal*, μα βρίσκεται με τον καιρό. Ότι ο Ναπολέοντας, ακριβώς αυτός ο κορσικανός ήταν ο στρατιωτικός διχτάτορας που τον έκανε απαραίτητο η εξαντλημένη από το δικό της πόλεμο γαλλική δημοκρατία, αυτό ήταν σύμπτωση. Ότι όμως, αν έλειπε ένας Ναπολέοντας, ένας άλλος θα είχε πάρει τη θέση του, αυτό αποδείχνεται από το γεγονός ότι βρισκόταν πάντα ο άνθρωπος μόλις χρειαζόταν: ο Καίσαρας, ο Αύγουστος, ο Κρόμβελ κτλ. Αν ο Μαρξ ανακάλυψε την υλιστική αντίληψη της ιστορίας, ο Τιερρύ, ο Μινιέ, ο Γκιζώ και όλοι οι άγγλοι ιστορικοί ως το 1850 αποδείχνουν ότι τα πράγματα έτειναν σ’ αυτήν, κι η ανακάλυψη της ίδιας αντίληψης από τον Μόργκαν, αποδείχνει ότι ο καιρός ήταν ώριμος γι’ αυτήν και ότι ακριβώς έπρεπε να ανακαλυφθεί.

Το ίδιο γίνεται και με όλες τις άλλες συμπτώσεις και τις φαινομενικές συμπτώσεις στην ιστορία. Όσο περισσότερο ο τομέας που μελετάμε απομακρύνεται από τον οικονομικό και πλησιάζει στον καθαρά αφηρημένο ιδεολογικό, τόσο περισσότερο θα βρίσκουμε ότι παρουσιάζει στην εξέλιξή του συμπτώσεις, τόσο περισσότερο η καμπύλη του διαγράφει ζικ-ζακ. Αν όμως χαράξετε τον μέσο άξονα της καμπύλης, θα δείτε ότι όσο μακρύτερη είναι η εξεταζόμενη περίοδος κι όσο μεγαλύτερο το μελετώμενο πεδίο, τόσο περισσότερο αυτός ο άξονας είναι παράλληλος με τον άξονα της οικονομικής ανάπτυξης. […]

Ο Ένγκελς στον Στάρκενμπουργκ (25 του Γενάρη 1894)

* Καλά ή κακά (Σημ. Σύντ.)

(Καρλ Μαρξ και Φρίντριχ Ένγκελς, Διαλεχτά Έργα σε δυο τόμους, Τόμος ΙΙ, Εκδοτικό της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ, Δεκέμβρης 1951, σσ. 593–594)
.

Αν λοιπόν προσεγγίσουμε από την σκοπιά των όσων γράφει ο «Στρατηγός» την περίπτωση του Γρηγόρη Φαράκου, θα δούμε ότι η εμφάνισή του αλλά και η λειτουργία του ως «μεγάλου ανδρός» στις συγκεκριμένες συγκυρίες είναι σύμπτωση με την έννοια που την προσδιορίζει ο «Στρατηγός». Κάλλιστα θα μπορούσε να παίξει κάποιος άλλος τον ρόλο που έπαιξε, έστω και όχι στην ορισμένη εποχή και στην δεδομένη χώρα, αν και το 1989–1991 οι ραγδαίες εξελίξεις στο εσωτερικό και στο εξωτερικό πίεζαν ασφυκτικά να αναδυθούν «μεγάλοι άνδρες» που θα λειτουργούσαν κατά πώς λειτούργησε ο Γρ. Φαράκος. Το ίδιο έγινε τηρουμένων των αναλογιών και το 1968 οπότε πίεζαν οι εξελίξεις περίπου μιας εικοσαετίας (από το τέλος του εμφύλιου και δώθε), και τον αντίστοιχο ρόλο το ’φερε η σύμπτωση ως έκφραση της αναγκαιότητας να τον παίξει ο Μήτσος Παρτσαλίδης.

Με όσα ανάφερα παραπάνω δεν κινούμαι στην κατεύθυνση του εκμηδενισμού του ρόλου της προσωπικότητας στην ιστορία, αλλά κατά βάση θέλω να υπογραμμίσω κάτω από ποιες αποφασιστικά καθορίζουσες συνθήκες δρα η προσωπικότητα. Αυτές τις συνθήκες πρέπει να τις παίρνουμε σοβαρά και αφετηριακά, θα έλεγα, υπόψη, άμα θέλουμε να μείνουμε στο έδαφος μιας μαρξιστικής-λενινιστικής θεώρησης, ερμηνείας και αποτίμησης ή εκτίμησης των ιστορικών γεγονότων του παρελθόντος. Διαφορετικά φοβάμαι ότι θα πελαγοδρομήσουμε κατά την ανάλυση του γιατί και του πώς έδρασε όπως έδρασε ένας «μέγας ανήρ» ή μια «μεγάλη γυνή» συνεκτιμώντας υπέρ του δέοντος μορφωτικό επίπεδο, χαρακτήρα συζυγικών σχέσεων, ψυχολογική κατάσταση, ταξική τοποθέτηση ή προέλευση κ. ά. Αυτά είναι σημαντικά, δεν πρέπει να αγνοούνται, αλλά δεν αναιρούν το αποφασιστικό που είναι σε τελευταία ανάλυση η οικονομική αναγκαιότητα.

Λέγοντας «οικονομική αναγκαιότητα» αγγίζουμε μέσα από τον προβληματισμό το πρόβλημα αν εστιάσουμε την προσοχή μας στις εξελίξεις που οδήγησαν στις αντεπαναστατικές ανατροπές των ετών 1989–1991. Δεν ήταν αυτές κεραυνός εν αιθρία, αλλά εξέλιξη —όχι φυσιολογική ή αναπόφευκτη, προς θεού!, θα επανέλθω σ’ αυτό πιο κάτω— την οποία δημιούργησαν μια σειρά παράγοντες που απόκτησαν βαρύνουσα σημασία, έγιναν κατά κάποιο τρόπο η «κρίσιμη μάζα», κάποιες συγκεκριμένες στιγμές πριν και μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Θα επισημάνω δύο τέτοιους παράγοντες, οι οποίοι χωρίς να είναι οι μοναδικοί, επιτρέπουν κατά την γνώμη μου μιαν καλή αρχική προσέγγιση της οικονομικής αναγκαιότητας, έκφραση της οποίας είναι η σύμπτωση που αποτέλεσαν το 1968 ο Μ. Παρτσαλίδης και το 1989–1991 ο Γρ. Φαράκος.

Ο ένας είναι το πώς γεννήθηκαν, πώς προωθήθηκαν και πώς κατέληξαν τα «Λαϊκά Μέτωπα» πριν, κατά την διάρκεια και μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Στη συνέντευξη που πήρες, φίλε Βασίλη από τον σύντροφο Γιώργο Μαργαρίτη, αυτός εμβαθύνει ουσιαστικά στα διέξοδα και τα αδιέξοδα που γέννησε η πολιτική του «Λαϊκού Μετώπου» στην προοπτική της σοσιαλιστικής και κομμουνιστικής επανάστασης.

Ο άλλος είναι ο χαρακτήρας των εμπορευματικών σχέσεων στον σοσιαλισμό και η ιστορική εμπειρία από την αντιμετώπιση του ακρογωνιαίου αυτού ζητήματος της σοσιαλιστικής οικονομικής πολιτικής από σύστασης και καταβολής Σοβιετικής Ρωσίας και μέχρι την αντεπαναστατική ανατροπή και διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης. Εδώ υπάρχει αρκετή βιβλιογραφία με αφορμή και την σχετική Συνδιάσκεψη και τον Β΄ τόμο του «Δοκιμίου».
Η προσεκτική μελέτη του πρώτου παράγοντα που προηγουμένως ανάφερα, δηλ. τα «Λαϊκά Μέτωπα» —αλλά και τα «Ενιαία» που προηγήθηκαν— δείχνει ότι και αυτός ο παράγοντας συγκαταλέγεται στην οικονομική αναγκαιότητα, αφού στόχο είχαν την συμπαράταξη και συστράτευση με το συνειδητό προλεταριάτο ή μη συνειδητών προλεταριακών ή εκτός του προλεταριάτου μαζών στην προοπτική της σοσιαλιστικής και κομμουνιστικής επανάστασης μ’ όλες τις παλινδρομήσεις της πραγμάτωσης της σχετικής πολιτικής (γι’ αυτό έγραφα συγκεκριμένα για «διέξοδα και αδιέξοδα»).

Είναι σαφές ότι μετά το τέλος του Β΄ Παγκόσμιου Πόλεμου αρχίζουν να δρομολογούνται εκείνες οι διαδικασίες που θα οδηγήσουν στην στροφή του 20ού Συνέδριου του ΚΚΣΕ το 1956 αλλά και στην —πολιτικά, ιδεολογικά, οργανωτικά καθώς επίσης και συνειδησιακά— άκρως τραυματική για το ελληνικό κομμουνιστικό κίνημα 6η Πλατιά Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ της ίδιας χρονιάς. Οι διαδικασίες αυτές ούτε μοιραίες ήταν ούτε αναπόφευκτες ούτε, πολύ περισσότερο, μη ανατρέψιμες, όπως θα δούμε σε άλλο σημείο. Ανεξάρτητα όμως απ’ αυτό επικράτησαν με τα γνωστά αποτελέσματα. Σημαντικό είναι να μην ξεχνάμε ότι οι δύο παράγοντες που επισημάνθηκαν στο τέλος του δεύτερου μέρους αυτών των σχολίων είχαν τεράστια σημασία στην μετέπειτα πορεία επικράτησης εκείνων των ταξικών δυνάμεων που αρχικά επέβαλαν την σταδιακή κυριάρχηση του οπορτουνισμού στο ελληνικό και διεθνές κομμουνιστικό κίνημα και ύστερα δημιούργησαν τις οικονομικές και πολιτικές βάσεις των αντεπαναστατικών ανατροπών μεταξύ 1989 και 1991.

Ενδιαφέρον σε σχέση με την πορεία του οπορτουνισμού μέσα στις γραμμές του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος αυτήν την περίοδο είναι να δούμε τα ζικ-ζακ που διαγράφει η καμπύλη του τυχαίου μια απομακρυνόμενη μια πλησιάζοντας το αναγκαίο που είναι η οικονομική ανάπτυξη κατά πόσο δηλαδή η σύμπτωση είναι εκδήλωση της αναγκαιότητας. Εκθέτω συνοπτικά κατ’ ανάγκη.

Η πρώτη κρούση, όπως σωστά επισήμανε εν τω μεταξύ σε σχόλιό του φίλος αναγνώστης, γίνεται με την πλατφόρμα του Μάρκου Βαφειάδη διαρκούντος ακόμα του Εμφύλιου. Η κρούση αυτή δεν είναι άσχετη ούτε με την πορεία που πήρε η πραγμάτωση της πολιτικής των «Λαϊκών Μετώπων» τόσο στην λαϊκοδημοκρατική Ευρώπη όσο και στην λαϊκοδημοκρατική Ασία ούτε με τις μεταπολεμικές διεργασίες στους κόλπους της καθοδήγησης του ΚΚΣΕ σχετικά με την πορεία της ΕΣΣΔ στον μεταπολεμικό κόσμο ούτε με τον αντίκτυπο της δυναμικής των δύο προηγουμένων τομέων στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα. Η ελληνική και διεθνής συγκυρία δεν επιτρέπουν να επικρατήσει η συγκεκριμένη πλατφόρμα, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι μένει χωρίς σοβαρό προηγούμενο όπως έδειξαν οι μετέπειτα εξελίξεις κι ο Μ. Βαφειάδης —προσωρινά— «μπαίνει στην ναφθαλίνη».
Η ήττα στον Εμφύλιο δείχνει ότι ο καιρός είναι ώριμος για την επόμενη κρούση του οπορτουνισμού κι ότι αυτή πρέπει να ανακαλυφθεί όπερ και γίνεται με τον Μ. Παρτσαλίδη που βγαίνει στο προσκήνιο με την σαφή υποστήριξη εκείνων των δυνάμεων μέσα στο ΚΚΕ και στο ΚΚΣΕ που ήδη προετοίμαζαν την «στροφή» της 6ης Πλατιάς του 1956. Κι αυτή η κρούση δεν επικρατεί, πάλι προσωρινά. Έπεται το 20ό Συνέδριο κι η 6η Πλατιά του 1956 για να αλλάξουν τα πράγματα και να επανεμφανιστεί ο Μ. Βαφειάδης στην 7η Πλατιά Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ το 1957. Και τι επανεμφάνιση: Δίνει κυριολεκτικά «ρεσιτάλ» μιλώντας για σχεδόν 2 ολόκληρες ώρες (!) επί του 1ου θέματος της Ολομέλειας (20/2/1957: από τις 8.05΄ μέχρι τις 9.53΄) και δίνει την εντύπωση συνεισηγητή (προς σύγκριση: ο Κώστας Κολιγιάννης, εισηγητής του Γραφείου της ΚΕ στο 1ο θέμα, μιλάει στις 19/2/1957 από τις 8.40΄ μέχρι τις 10.00΄ κι από τις 10.15΄ μέχρι τις 11.50΄, ενώ ο κύριος «κατηγορούμενος» της Ολομέλειας Νίκος Ζαχαριάδης μιλάει στις 19/2/1957 από τις 15.00΄ μέχρι τις 16.50΄, βλ. λεπτομέρειες: ΚΕ του ΚΚΕ, Η 7η Πλατιά Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ 18–24 Φλεβάρη 1957, Εισηγήσεις–Αποφάσεις–Ομιλίες–Πρακτικά, Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 2011, σσ. 49–108 (εισήγηση Κ. Κολιγιάννη, 59 σελ.), 223–246 (ομιλία Ν. Ζαχαριάδη, 23 σελ.), 422–492 (ομιλία Μ. Βαφειάδη, 70 σελ.), πρβλ. επίσης και τα Πρακτικά των εργασιών της Ολομέλειας ανά ημέρα συνεδρίασης στις σσ. 881–890). Κι όμως παρά την επανεκλογή του Μ. Βαφειάδη στην ανώτατη καθοδήγηση του ΚΚΕ η παραμονή του στο ΠΓ είναι βραχύβια, αφού δεν διαρκεί καλά-καλά ούτε έναν χρόνο (24/2/1957–10/1/1958). Μετά την καθαίρεσή του από το ΠΓ και τον αποκλεισμό του από κάθε κομματική δουλειά τα «ηνία» στην «οπορτουνιστική δουλειά» τα αναλαμβάνει και πάλι ο Μ. Παρτσαλίδης, όχι βέβαια μόνος του και για δικό του λογαριασμό…

Η ταχεία εναλλαγή Μ. Βαφειάδη–Μ. Παρτσαλίδη ως «μεγάλων ανδρών» του οπορτουνισμού στο ελληνικό κομμουνιστικό κίνημα μέσα σε διάστημα μιας δεκαετίας (1948–1958) επιβεβαιώνει την επισήμανση του «Στρατηγού» ότι κι αν σβηστεί ένας «μέγας ανήρ» σε μια ορισμένη χώρα και σε μια ορισμένη εποχή, τότε ζητείται αντικαταστάτης του, ο οποίος βρίσκεται καλώς ή κακώς με τον καιρό, εφόσον ο καιρός ―δηλαδή η οικονομική αναγκαιότητα― είναι ώριμος γι’ αυτό. Και στην δεκαετία 1948–1958 όπως και στην δεκαετία 1958–1968, αλλά και στην συνέχεια μέχρι το 1989–1991 η οικονομική αναγκαιότητα είναι ώριμη, ωριμότατη θα έλεγα, αν μελετήσει κανείς την οικονομική και πολιτική τροπή που παίρνουν τα πράγματα τόσο στην Σοβιετική Ένωση όσο και στην ΛΔ της Κίνας, για να περιοριστώ σε δύο μόνο χώρες που βρίσκονταν στην φάση της σοσιαλιστικής οικοδόμησης. Το ότι ο μέσος άξονας της καμπύλης του αφηρημένου που αναφέρει ο «Στρατηγός» όλο και περισσότερο «παραλληλίζεται» με τον άξονα της οικονομικής ανάπτυξης το παρουσιάζει ανάγλυφα ό,τι αμέσως έπεται του κορυφαίου πολιτικού γεγονότος του 1975: της συντριπτικής ήττας του ιμπεριαλισμού των ΗΠΑ στο Βιετνάμ.

Κατά τα χρόνια που ακολουθούν, η βαριά αυτή ήττα, αντί να πυροδοτήσει τριγμούς και κλονισμούς στο παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα, αποδεικνύεται μάλλον αμυχή για τις μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις που συνέρχονται σχετικά γρήγορα από αυτήν για να περάσουν σε μετωπική επίθεση υπονόμευσης κατά μιας ΕΣΣΔ, όπου οι μάταια αναμενόμενες επιτυχίες των «μεταρρυθμίσεων» προς μιαν «σοσιαλιστική» οικονομία της αγοράς αρχίζουν να καταλήγουν σε πραγματικές καταστροφές με διαλυτικά για τον σοσιαλισμό αποτελέσματα, και κατά μιας ΛΔ της Κίνας, η οποία, καθημαγμένη από τους μικροαστικούς τυχοδιωκτισμούς του Μάο Τσε-τούνγκ και της κλίκας του στον οικονομικό τομέα, περνάει σταδιακά αλλά ανεπιστρεπτί στην εξουσία εκείνων των ταξικών δυνάμεων που προσανατολισμένες ανενδοίαστα προς τον καπιταλισμό «κλείνουν ειρήνη» με τον ιμπεριαλισμό αφήνοντάς του ελεύθερο το πεδίο για μιαν ανενόχλητη ολομέτωπη εκστρατεία εναντίον του κομμουνισμού.

Είναι ακριβώς η εποχή, κατά την οποία οι θεωρητικοί του οπορτουνισμού στο ευρωπαϊκό κομμουνιστικό κίνημα με επικεφαλής τις ηγεσίες των ΚΚ της Ιταλίας, Ισπανίας και Γαλλίας υποκριτικά ισχυρίζονται ότι είναι ευρωκομμουνιστές ―οπορτουνιστές πάει να πει―, επειδή ο υπαρκτός σοσιαλισμός «έχει χάσει την προωθητική του δύναμη», διαχωρίζοντας οπορτουνιστικότατα σύμπτωση και αναγκαιότητα, παραγνωρίζοντας δηλαδή συνειδητά ότι η πραγματική υποχώρηση του υπαρκτού σοσιαλισμού δεν οφείλεται σ’ αυτό που εναγώνια επιδιώκουν να παραστήσουν ως «σταλινισμό», αλλά στην απομάκρυνση από τις θεμελιώδεις αρχές του επιστημονικού κομμουνισμού.

Τώρα μετά απ’ όλα τα προηγούμενα εγείρεται το βασανιστικό και αδήριτο ερώτημα: Ήταν η πορεία του υπαρκτού σοσιαλισμού προς ό,τι συνέβη στα 1989–1991 αναπόφευκτη, μη ανατρέψιμη, μοιραία; Ήταν η πορεία του ΚΚΕ από το 1948 στο 1958 και, στην συνέχεια, από το 1958 στο 1968 και σ’ ό,τι συνέβη το 1991 προδιαγραμμένη;

Την απάντηση την δίνει κι εδώ ο «Στρατηγός» μετά από προσεκτική ανάγνωση του αποσπάσματος που παρατέθηκε στην αρχή. Γράφει συγκεκριμένα: Οι ίδιοι οι άνθρωποι κάνουν την ιστορία τους, την κάνουν όμως ως τώρα όχι με συλλογική θέληση, σύμφωνα μ’ ένα γενικό σχέδιο, ούτε καν μέσα στα πλαίσια μιας καθορισμένης, δοσμένης κοινωνίας. (Η υπογράμμιση με κυρτά ημίμαυρα δική μου —Μη Απολιθωμένος κ.λπ.). Προϋποθέτει δηλαδή ο «Στρατηγός» για την λειτουργία της σύμπτωσης ως εκδήλωσης της αναγκαιότητας όπως την πολύ ανάγλυφα την σκιαγραφεί αμέσως παρακάτω, την απουσία της οργανωμένης σε πολιτική δύναμη (προλεταριακό κόμμα νέου τύπου) συνειδητής πρωτοπορίας της εργατικής τάξης στην πάλη των τάξεων και, γενικότερα, σ’ ό,τι διαδραματίζεται στην εξέλιξη της κοινωνίας. Γι’ αυτόν ακριβώς περιγράφει τον ρόλο του τυχαίου ως εκδήλωση του οικονομικά αναγκαίου τονίζοντας ότι: Το ίδιο γίνεται και με όλες τις άλλες συμπτώσεις και τις φαινομενικές συμπτώσεις στην ιστορία. Όσο περισσότερο ο τομέας που μελετάμε απομακρύνεται από τον οικονομικό και πλησιάζει στον καθαρά αφηρημένο ιδεολογικό, τόσο περισσότερο θα βρίσκουμε ότι παρουσιάζει στην εξέλιξή του συμπτώσεις, τόσο περισσότερο η καμπύλη του διαγράφει ζικ-ζακ. Είναι αυτό το ζικ-ζακ που εμφαίνει, ανάλογα με τον βαθμό της απόκλισης, το μέγεθος της απουσίας του οργανωμένου συνειδητού παράγοντα που μπαίνει στον στίβο των ταξικών αγώνων με στόχο την επαναστατική αλλαγή. Όποτε γίνει η παρέμβαση αυτού του παράγοντα, τότε αλλάζουν άρδην τα πράγματα.

Αν η πορεία του υπαρκτού σοσιαλισμού μετά το 1956 φαίνεται να οδηγείται αναπότρεπτα στις αντεπαναστατικές ανατροπές των ετών 1989–1991, αυτό έγινε γιατί το 20ό Συνέδριο αποκεφάλισε σταδιακά τον φορέα περιορισμού κι εκμηδένισης του τυχαίου στο επαναστατικό προλεταριακό κίνημα, δηλαδή το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα («To put it in the simplest terms, the October Revolution created a world communist movement, the Twentieth Congress destroyed it.», Eric Hobsbawm, Interesting Times: A Twentieth-Century Life, London: The Penguin Press, 2002, p. 201).

Αν το ΚΚΕ υφίσταται σήμερα όπως είναι, αυτό οφείλεται ακριβώς στην επικράτηση μέσα στο Κόμμα το 1968 αλλά και το 1991 εκείνων των δυνάμεων που ήθελαν κι επιδίωκαν να μην χάσει αυτό τον πρωτοπόρο ρόλο του ως φορέα αποκλεισμού του τυχαίου κι ενίσχυσης του αναγκαίου στην επαναστατική εξελικτική πορεία προς τον κομμουνισμό.

Και για να κλείσω αυτόν τον προβληματισμό θα κάνω μερικές εξ ανάγκης λακωνικές επισημάνσεις, η ανάπτυξη των οποίων θα μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο άλλων σχολίων. Πρώτο, να επισημανθεί, για να μην θεωρηθεί ότι εμείς οι Ελληνίδες κι οι Έλληνες ομφαλοσκοπούμε «εθνικά», ότι αυτήν την πορεία του ΚΚΕ την διέτρεξαν στο παρελθόν, υπό άλλες βεβαίως συνθήκες, κι άλλα ΚΚ. Δεύτερο, να επισημανθεί επίσης ότι απόψεις που αντιμετωπίζουν την αναγκαία ηγεμονία του προλεταριακού κόμματος νέου τύπου στις ταξικές μάχες ως ηγεμόνευση (κάτι γράφηκε για «πεφωτισμένη δεσποτεία») είναι σαφώς αναρχίζουσες με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Και τρίτο και τελευταίο, να επισημανθεί εξίσου ότι η παρέμβαση της πολιτικά οργανωμένης συνειδητής πρωτοπορίας της εργατικής τάξης στο επαναστατικό γίγνεσθαι μπορεί να μειώσει και να περιορίσει την δράση του τυχαίου, αλλά όχι να την αποκλείσει τελείως κι εντελώς.

Το σχόλιο αυτό ξεκίνησε ως προβληματισμός, σε προβληματισμούς του οικοδεσπότη μας απ’ αφορμή «το βιβλίο με τις μαρτυρίες και τους στοχασμούς του Φαράκου, που γράφτηκε στον απόηχο της αντεπανάστασης, εν έτει 1993» με σκοπό να δείξει ότι ο Γρ. Φαράκος υπήρξε μέρος του προβλήματος κι όχι το πρόβλημα.

Ας μου επιτραπεί, γι’ αυτόν τον λόγο λοιπόν, να τελειώσω με κάτι προσωπικό. Τον Γρηγόρη τον Φαράκο δεν έτυχε —απλά δεν το ’φεραν τα πράγματα— να τον γνωρίσω από κοντά. Νομίζω ότι στην συζήτηση που έγινε ξεκινώντας από αυτήν αλλά και την επόμενη ανάρτηση («Πόλεμος φαρακωμάτων») κατατέθηκαν κάποιες μαρτυρίες για το πρόσωπό του. Εμένα αυτό που με συγκλόνισε πραγματικά είναι το τέλος της συνέντευξης που παραχώρησε στον Γιάννη Τζαννετάκο για την εκπομπή της ΕΡΤ «Εξιστορείν και Ιστορείν» το 2006. Εκεί ο Γρηγόρης Φαράκος περιέρχεται σε κατάσταση συντριβής καθώς αναφέρεται στην μετά το 1991 «τύχη» του Χαρίλαου Φλωράκη («παραμελήθηκε κ.λπ.»), αλλά κατά την προσωπική μου γνώμη κι αντίληψη η συντριβή του ελάχιστα έχει να κάνει με την «τύχη» του Χαρίλαου: Πολύ περισσότερο σχετίζεται με την τύχη του ίδιου…

6 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

ΕΝΑ ΠΑΡΟΡΑΜΑ, ΟΧΙ ΔΙΚΟ ΜΟΥ

Φίλε Βασίλη, αφού σ’ ευχαριστήσω για την τιμή που μου κάνεις, σε παρακαλώ να συμπληρώσεις στην τέταρτη αράδα από την αρχή του κειμένου μου, την λέξη «κάπως» με την λέξη «προσωποπαγής» που φαίνεται να παράπεσε.

Ευχαριστώ και χαιρετώ,

Μη Απολιθωμένος (ακόμα!) από τις ακτές της Ανατολικής Βαλτικής

Αναυδος είπε...

Να προσθεσω στην πολύ ενδιαφερουσαν αναλυση του μη απολιθωμενου τα παρακατω:
Τα λαικά (εθνικα κλπ) μέτωπα που ανέλαβαν την εξουσία στις ανατολικοευρωπαικές χωρες μετα την απελευθερωση τους από τον Κοκκινο Στρατο αποτελούνταν από μια συμμαχία των αντιφασιστικων δυναμεων Η συμμαχία αυτή στο κοινωνικο επιπεδο εξεφραζε την εργατικη ταξη τους αγροτες τους μικροαστους αλλα και την αστικη ταξη που δεν συνεργάστηκε με τους ναζι. Από τα τέλη του 1947 ωστόσο σε όλα ανεξαιρετως τα κρατη αυτά η αστικη τάξη εξοβελιστηκε και από τη συμμαχια και φυσικα από την εξουσια. Η επανάσταση αυτή δεν εξελιχθηκε σε εμφύλιο (με μερικες εξαιρεσεις σε Δ. Ουκρανια, Πολωνία, Βερολινο) γιατι η παρουσια και ισχυς του Κοκκινου στρατου στις χωρες αυτές ηταν αποτρεπτικη τοσο για την ντοπια στικη ταξη οσο και για τον ιμπεριαλισμο να επεμβει
Ετσι οτο ΚΚΣΕ ανοιξε μέτωπο με τον Τιτο και την διατηρηση των καπιταλιστικών σχεσεων παραγωγης στην Γιουγκοσλαβια και εστειλε στον άλλο κοσμο τους φορεις τετοιων ιδενω στη Βουλγαρία (Τρ. Κοστοφ) Ουγγαρια (Λ. Ραικ) Πατρασκανου (Ρουμανία) και λιγο αργότερα τον Ρ. Σλανσκι στην Τσεχοσλοβακια Στην Πολωνια φυλακιστηκε ο αντιστοιχος τους Γκομουλκα

Με άλλα λογια οι κομμουνιστες τοτε παρόλα τα μετωπα δεν ειχαν χασει ουτε τον στοχο ουτε τον τροπο με τον οποιο οικοδομειται ο σοσιαλισμός, Αποφασιστικος παραγοντας φυσικα ήταν ότι στη συμμαχία αυτή ηταν ο ισχυρος πολος (με την αποφασιστικη στηριξη της ΕΣΣΔ) και με συγκεκριμενο στοχο

φλάρος είπε...

"Αν το ΚΚΕ υφίσταται σήμερα όπως είναι, αυτό οφείλεται ακριβώς στην επικράτηση μέσα στο Κόμμα το 1968 αλλά και το 1991 εκείνων των δυνάμεων που ήθελαν κι επιδίωκαν να μην χάσει αυτό τον πρωτοπόρο ρόλο του ως φορέα αποκλεισμού του τυχαίου κι ενίσχυσης του αναγκαίου στην επαναστατική εξελικτική πορεία προς τον κομμουνισμό."

Ορισμένες παρατηρήσεις:

1)Είναι γνωστό ότι το ΚΚΕ περιήλθε σε στασιμότητα και αρχή της πτώσης (εκλογικής και κοινωνικής) από το 1984-85 όπως καταγράφεται στα αποτελέσματα των εκλογών του 1985 και στις φοιτητικές εκλογές που τις κερδίζει η ΔΑΠ-ΝΔΦΚ για πρώτη φορά (την ίδια χρονιά νομίζω). Αυτή η μεταβολή ιδιαίτερα στα αστικά κέντρα, δεν περνά απαρατήρητη από το τότε ΠΓ. Δεν έχω χρόνο να αναλύσω τους λόγους ωστόσο πιστεύω ότι η αρχόμενη μείωση της επιρροής του ΚΚΕ δεν είναι άσχετη από τα γεγονότα 1989-91

2)Η βαθιά παρακμή της ΕΣΣΔ από την εποχή του Λεονιντ Μπριέζνιεφ κορυφωνεται την ίδια περίπου εποχή (1983) με την εναλλαγή Αντρόποφ-Τσερνιένκο, τον κάπως περίεργο θανατό τους και την ανάληψη της ηγεσίας του ΚΚΣΕ από τον Γκορμπατσοφ.

3)Το λεγόμενο "κίνημα της Αλληλεγγύης" στην Πολωνία και τα γεγονότα του Δεκεμβρίου του 1981. Τα παραθέτω χωριστά γιατί νομίζω ότι έχουν ιδιαίτερη σημασία.

Πολλοί είχαν καταλάβει από τότε -και μέσα στο ΚΚΕ- τα τρομαχτικά προβλήματα της ΕΣΣΔ αλλά και την τρομερή ανικανότητα του ΚΚΣΕ να τα αντιμετωπίσει. Πιστεύω πως η τότε ηγεσία του ΚΚΕ κατάλαβε τί ερχόταν (ειδικά μετα το '87-'88) και έκανε ό,τι καλύτερο νόμιζε για να σώσει το κόμμα συγκροτώντας τον ΣΥΝ και συμμετέχοντας στις συγκυβερνήσεις.
Οι γραφικότητες του Γράψα και του ΚΣ της ΚΝΕ λες και ζούσαν στη δεκαετία του '20
δεν είχαν καμία ανταπόκριση από την κοινωνία που αφουγκραζόταν τις κοσμογονικές αλλαγές που έρχονταν. Κάτι άλλο περίμενε ο κόσμος που δεν το βρήκε ούτε στον ΣΥΝ ούτε στην λεγόμενη "ομάδα Γράψα".

Τέλος κάτι τελευταίο σε σχέση με τον Γρηγόρη Φαράκο. Η συνέντευξη αυτή είναι μάλλον η τελευταία του (πέθανε μετά από λίγους μήνες). Δεν νομίζω ότι η συντριβή του οφειλόταν στην τύχη του. Είχε ήδη αποσυρθεί από την πολιτική ήδη από το 1993 και από όσο θυμάμαι δεν ακολούθησε το δρόμο του Μίμη ή του Κύρκου ούτε στήριξε δημόσια κάποιο κόμμα. Μην ξεχνάμε ότι ο Φλωράκης πρωτοστάστησε στην ανατροπή Φαράκου και στην προώθηση της Αλέκας Παπαρήγα στην ηγεσία του ΚΚΕ.

Θεωρώ λοιπόν ότι η συντριβή του Φαράκου για τον Χαρίλαο ήταν ειλικρινής όπως γενικά ειλικρινής και διακριτική ήταν η παρουσία του στη συνέντευξη στον Γιάννη Τζαννετάκο. Ανεξαρτήτως αν συμφωνούμε ή όχι σε αυτά που είπε και έκανε ή δεν έκανε.

Ανώνυμος είπε...

Ξεκίνησαν τα θέματα "ψυγείου";
Το μακρύ ελληνικό καλοκαίρι συνεχίζεται;

Ο πιο παλιός...

Ανώνυμος είπε...

ΕΠΙΧΕΙΡΩΝΤΑΣ ΕΝΑ ΚΛΕΙΣΙΜΟ

Έχει περάσει μια βδομάδα από την ανάρτηση ολόκληρου του άρθρου και πολύ περισσότερος χρόνος από την αρχική ανάρτηση των σχολίων που το αποτέλεσαν, δεν πιστεύω να υπάρξουν άλλα σχόλια, ας μου επιτραπεί να επιχειρήσω ένα κλείσιμο, σύντομο, βέβαια, για να μην ταλαιπωρηθούν αναγνώστριες κι αναγνώστες.

Κατ’ αρχάς θέλω να τονίσω την σημασία του ψυγείου ως ηλεκτρονικής συσκευής που συμβάλλει τα μέγιστα στον σημερινό υλικό πολιτισμό μας, διατηρώντας φρέσκα τρόφιμα και ποτά και προσφέροντας, ιδίως τους καλοκαιρινούς μήνες, δροσερά ροφήματα για ν’ αντιμετωπιστεί ο καύσωνας. Δεν κατάλαβα ποτέ τι μπορεί να έχει κανείς εναντίον μιας τέτοιας τόσο χρήσιμης συσκευής όπως το ψυγείο…

Οι παρεμβάσεις και συμπληρώσεις όλων των αναγνωστών και αναγνωστριών (;) ήταν πολύ χρήσιμες και ουσιαστικές, τις σημείωσα προσεκτικά και θα τις λάβω εφεξής σοβαρά υπόψη όποτε και όπου δει και χρη. Το μόνο που θα ήθελα να προσθέσω είναι ότι πολλές φορές η οργανωτική αποκρυστάλλωση του οπορτουνισμού στο κομμουνιστικό κίνημα μπορεί να πάρει σάρκα και οστά στις πιο απίθανες περιστάσεις, πάντοτε, για να μην ξεχνάμε και τον «Στρατηγό», όταν είναι ώριμος ο οικονομικός παράγοντας. Αν διαβάσει καμιά και κανείς τις συνεντεύξεις που πήρε ο ανεκδιήγητος στον αντικομμουνισμό του Κούλογλου από επιζήσαντες της μεγάλης απόδρασης από τις φυλακές των Βούρλων με αφορμή την συμπλήρωση μισού αιώνα από τότε που αυτή πραγματοποιήθηκε (1955–2005) θα θαυμάσει κυριολεκτικά με τι μαεστρία και σε τι αγαστή συνεργασία συνδυάστηκε η απόδραση με την οργανωτική αποκρυστάλλωση του φραξιονισμού σε οπορτουνιστικό ρεύμα με στόχο την «άλωση» της καθοδήγησης του ΚΚΕ και την επιβολή μιας άλλης πολιτικής γραμμής. Μπορεί, βέβαια, εκ των υστέρων αρκετά απ’ όσα διηγούνται οι δραπέτες και εν συνεχεία Διόσκουροι της οπορτουνιστικής στροφής του 1956–1958 να είναι κάπως «φουσκωμένα», όμως γεγονός παραμένει ότι δεν ήταν μόνο τα γεγονότα της Τασκένδης του 1955 η μοναδική εκδήλωση οργανωτικής αποκρυστάλλωσης του οπορτουνισμού μέσα στις γραμμές του ΚΚΕ, υπήρξαν κι άλλες πολύ πιο «διακριτικές» κι «αναπάντεχες» θα έλεγα. «Τα σιγανά ποταμάκια να φοβάσαι περισσότερο» που λέει κι ο λαός, αυτό δεν πρέπει να το ξεχνάμε ποτέ.

Τώρα, ένα τελευταίο, αναφορικά με την τελευταία δημόσια εμφάνιση του Γρηγόρη Φαράκου και την εκτίμηση της συντριβής του στο τέλος εκείνης της τηλεοπτικής εκπομπής. Αυτά τα πράγματα είναι σίγουρα υποκειμενικά και ο καθένας κι η καθεμιά μπορεί να τα βλέπει διαφορετικά, αλλά θα εξακολουθήσω να διατηρώ την γνώμη μου παρά την σχετική ένσταση αναγνώστη. Όπως έγραψα, προσωπικά δεν έτυχε να γνωρίσω τον Γρ. Φαράκο, αλλά πολύ στενός μου φίλος που συνέβη να τον γνωρίσει προσωπικά και να συνεργαστεί μαζί του για ικανό χρονικό διάστημα κατά τα τελευταία χρόνια της ζωής του μου είπε ότι αποτελούσε πραγματικά σκιά του παλιού του εαυτού…

Θέλω, τελειώνοντας, να ευχαριστήσω τον φίλο Βασίλη που με τίμησε αναρτώντας το κείμενό μου καθώς κι όλους κι όλες (;) που με τις παρατηρήσεις τους, τις συμπληρώσεις τους και την κριτική τους με βόηθησαν κι εμένα να προβληματιστώ τόσο επί του προβλήματος όσο κι επί των προβληματισμών μου.

Μη Απολιθωμένος (ακόμα!) από τις ακτές της Ανατολικής Βαλτικής

Ανώνυμος είπε...

"Είχα την ευκαιρία πέρυσι —πριν απουσιάσω για μεγάλο χρονικό διάστημα— απ’ άλλη αφορμή και σ’ άλλο ιστολόγιο να διαπραγματευτώ το θέμα μ’ ένα αρθρίδιο υπό τον τίτλο «Πρόβλημα, προβληματισμός και προβληματισμοί». Επειδή εσύ όπως κι εγώ για παρεμφερείς λόγους έχουμε διακόψει τις σχέσεις μας με το συγκεκριμένο ιστολόγιο, δεν δίνω εδώ τον σχετικό σύνδεσμο· μπορείς να το βρεις, αν δεν το έχεις ήδη διαβάσει, χρησιμοποιώντας κάποια μηχανή αναζήτησης με το ψευδώνυμό μου ή τον τίτλο."
Ένας χρόνος παρά κάτι μέρες μπρος στην αιωνιότητα... μιας φιλίας.
Όλα αλλάζουν και παραμένουν ίδια.

Ιστοριοδίφης

ΥΓ. Το κείμενο δεν έχει χάσει την ιδιότητα του στο να προκαλεί το ενδιαφέρον του αναγνώστη!