Πέμπτη 17 Νοεμβρίου 2011

Dum Σπύρο spero

Αυτή την χρονιά εικοσαρίζουν μια σειρά επέτειοι μεγάλων γεγονότων. Η διάσπαση του κκε, η διάλυση της εσσδ, η ίδρυση της εαακ, το τελευταίο πρωτάθλημα του άρη στο μπάσκετ. Και το πρώτο επεισόδιο των απαράδεκτων στην ελληνική τηλεόραση.

Τι ήταν οι απαράδεκτοι; Η επιτομή του χαβαλέ. Ένα υστερόγραφο του 80 και της μεταπολίτευσης εν γένει, ως επισφράγισμα της δεκαετίας που καθιέρωσε τον χαβαλέ, ακόμα κι ως χαρακτήρα ταινίας, στο ρόδα, τσάντα και κοπάνα, στο πρόσωπο του μίμη φωτόπουλου με τις αριστερές καταβολές.

Γίνεται όμως να υπάρχει πολιτικός χαβαλές και δη αριστερός;
Αυτή ήταν η βασική ένσταση των «πούρων ιδεολόγων» της εποχής που απέρριψαν τη σειρά από θέση αρχής, ενάντια στο χαβαλέ κλίμα των καιρών και το απολιτίκ παρεΐστικο που έσπερνε. Σήμερα όμως που τα κοιτάμε από κάποια απόσταση και θερίζουμε θύελλες απολιτίκ νιρβάνας, η ματιά μας έχει μια δόση νοσταλγίας, γι’ αυτό που αργοπέθαινε, αλλά υπήρχε ακόμα ως δυναμική.

Το βασικό συμπέρασμα είναι ότι κάθε εποχή έχει το χιούμορ που της αξίζει, σε ευθεία σχεδόν αναλογία –σε τελική ανάλυση- με το βαθμό πολιτικοποίησης, που διαμορφώνει το σενάριο, τους συντελεστές και το κοινό ενός έργου.

Τι διαφορετικό είχαν οι απαράδεκτοι;
Τον πρώτο τηλεοπτικό ρόλο ομοφυλόφιλου, που έσπαγε ένα ταμπού χρόνων, χωρίς να παρουσιάζει μια κραγμένη καρικατούρα, για να εκβιάσει το γέλιο. Για πολλούς η ερμηνεία του μπέζου ήταν και το κλειδί της επιτυχίας, που έκανε τη διαφορά.

Για άλλους ήταν το σενάριο της δήμητρας, που είχε περάσει ένα φεγγάρι κι απ΄την κνε –όπως κι η μισή ελλάδα άλλωστε. Ή ο νιτσεϊκός μηδενισμός του ζαμαν-φου βλάση, που είχε παίξει κάποτε στο ρόλο του τσε, σ’ ένα έργο για τους θαυμαστές του περόν και της βουγιουκλάκη.

Υπήρχε ακόμα ο χαλακατεβάκης, με τα συντηρητικά αντανακλαστικά του μικροαστού –που είκοσι χρόνια μετά μπορεί να τον οδήγησαν στις πλατείες. Γκεστ σταρ ο φιλιππίδης, στο ρόλο του τελευταίου συμπαθή μπάτσου, που κυνηγούσε τα ανατρεπτικά στιχάκια του καζαντζίδη, για μια κοινωνία άλληνε –τα φωνάζουμε και στο παμε, σα σύνθημα καμιά φορά. Κι η ρένια, το αστροπελέκι, το οποίο κλεισμένο σε κύκλο, μας δίνει το σήμα της κατάληψης, σαν κι αυτής στο φρικ άουτ –επεισόδιο που αναλύθηκε και σε προηγούμενη ανάρτηση.

Ουσιαστικά όμως τη διαφορά την κάνει ο σπύρος παπαδόπουλος, στο ρόλο του κομμουνιστή, που είναι ταμπού μεγαλύτερο κι από την ομοφυλοφιλία, και συνήθως βρίσκει χώρο στο γυαλί μόνο σα φτηνή καρικατούρα, χωρίς γέλιο κι έμπνευση. Κάτι που καθιστά το ρόλο μοναδικό για τα ελληνικά τηλεοπτικά δεδομένα.


Ο σπύρος είναι ο τυπικός κομμουνιστής της γενιάς του, που έχει γευτεί τα καλά του συστήματος και παλεύει με τη συνείδησή του, για να μην αφομοιωθεί, με τα κύματα της αντεπανάστασης και τις εξελίξεις που τον προσπερνούν. Θάλασσες μας ζώνουν, κύματα μας κλειούν. Και αυτός στη μέση, σαν αμήχανος οδυσσέας να προσπαθεί να καταλάβει. Τι έγινε ρε παιδιά; Γιατί βγήκε τόσο φτωχική η ιθάκη;

Αυτή είναι η αγαπημένη ατάκα του σπύρου. Μια κραυγή αγωνίας μόλις καλυμμένης κι υπαρξιακής, που συνοψίζει τις σκέψεις κάθε συντρόφου εν μέσω ανατροπών και συμπληρώνεται διαλεκτικά απ’ το ρητορικό ερώτημα: μας την πέσανε; Η εσωτερική βεβαιότητα ότι κάποια προδοσία παίχτηκε, και εμείς ψάχνουμε να βρούμε αν ήταν δούρειος ίππος ή κερκόπορτα.

Το δράμα του σπύρου δίνεται αυτούσιο στο επεισόδιο με τις βιντεοκασέτες και την παπαρήγα την καλή, με την τριβή με τις μάζες και τα λαϊκά αποφθέγματα που τα καταλαβαίνει ο κόσμος. Τη μετωπική αλέκα, που μιλάει ακόμα για εξάρτηση, έχει πάρει τον αέρα των καναλιών και τους τα λέει χύμα. Και τώρα τρέμουμε –που λέει ο λόγος- μη τυχόν αλλάξει, γιατί αυτήν τη μάθαμε και την αγαπήσαμε.

Ενίοτε μελετάμε τους λόγους της και στο βίντεο, σαν το σπύρο. Που όταν κάλεσε σπίτι του το σύντροφο της καθοδήγησης, να του δείξει πως δεν είναι οπορτούνα, αντί για την αλέκα του βγήκε τσόντα. Σαν εκείνη την πορεία στη θεσσαλονίκη, που κάποιοι είχαν κάνει τρικάκια με εικόνες πορνοπεριοδικών και τα πέταξαν τσόντα στα αισθησιακά συνθήματα των αναρχικών.

Κι όταν πήγε να δει πορνό με τη δημητρούλα για να φτιαχτούν, του βγήκε πάλι η αλέκα. Χωρίς γραμμή ο σπύρος δε γαμεί, που λεν κι οι εχθροί μας. Και τότε ξέσπασε σε λυγμούς. Γιατί ρε γαμώτο με κυνηγά παντού αυτό το κόμμα;
Το γνωστό σύνδρομο καταδίωξης κάθε κομμουνιστή απ’ τα χρόνια της παρανομίας, αντεστραμμένο σε συνθήκες νομιμότητας, που εσωτερικεύεται στην οργάνωση και τελικά στρέφεται εναντίον της.

Κατά βάθος όμως, καλό είναι να τα ‘χεις καλά με το κόμμα, όπως λέει ο σπύρος. (Γιατί;) Βρίσκεις άκρες από δω, από κει. (Πού;) Ξέρω γω, πουθενά. Έτσι το λέω.
Γενικώς οι κουκουέδες ως φάρα δε βολεύονται, σε διάφορα πόστα, ή με λιγότερο ουρανό. Θέλουν το καλό του κόμματος, γιατί το συνδέουν με το δικό τους και το καλό της τάξης τους. Χίλιοι καλοί χωράνε κι ένας ρούσης περισσεύει.

Σε τελική ανάλυση ο ρόλος του σπύρου είναι πιστό αντίγραφο της πραγματικής του ζωής. Αλλά η ενότητα βρίσκεται μες στη διαφορά και την πάλη των αντιθέτων. Ως χαρακτήρας στη σειρά είναι άκρως συμπαθής, ο ίδιος πάλι όχι. Ακολούθησαν βίους παράλληλους με το φασούλα. Ξεκίνησαν κομμουνιστές με μακριά, σγουρά μαλλιά για να καταλήξουν πλούσιοι, κουρεμένοι πασοκόγαβροι, που ‘ναι το χειρότερο είδος.

Αν γράφω ωστόσο αυτό το κείμενο, είναι γιατί ο σπύρος παπαδόπουλος είναι ίσως ο πλέον τυπικός εκπρόσωπος της γενιάς του πολυτεχνείου, που ξέχασε γιατί παλεύει κι αφομοιώθηκε από το σύστημα. Και γιατί η αγαπημένη του ατάκα στο σίριαλ –τι έγινε ρε παιδιά;- προσφέρεται για μια σειρά συνειρμούς για τη συγκυρία.

Ας αφήσουμε πίσω τα παιδιαρίσματα για τη μετώπη ή για ένα σκαλοπάτι κ ας δούμε σοβαρά τι μπορούμε να κάνουμε για να αντιμετωπίσουμε «τα παιδιά» που χτες στη θεσσαλονίκη στειλαν κόσμο στο νοσοκομείο, έτσι για εκτόνωση. Εμπρός στο δρόμο που χάραξε το πολυτεχνείο κι η θρυλική φωνή: πίσω απ’ τα παιδιά, πίσω απ’ τα παιδιά.

Ντύσου πρόχειρα και βγάλε το μαλόξ σου
Πες ο σύντροφος πως είμαι ο παιδικός σου


Ας κλείσουμε με λίγο σοσιαλιστικό σουρεαλισμό.

Μυκήνες, μυκήνες
Είστε από εκείνες
Που μ’ αρέσουν
Θέλω να πάω με το σπύρο
Να φάω κι ένα γύρο


Κι ως γνωστόν, ο τρίτος ο γύρος θα είναι ο τελικός. Βενσερέμος

8 σχόλια:

ένας στρατολάτης είπε...

Πόσες φορές κι εγώ δε σκέφτηκα: Βρε λες να γίνω Σπύρος;
Πασοκόγαυρος! Μπρρρ.. Πράσινο+κόκκινο=σκατί.
Ευτυχώς πέρασαν είκοσι χρόνια και παραμένω κομμουνοχάνουμο. Κόκκινο+κίτρινο=πορτοκαλί.
Καλά είναι εδώ.

Ανώνυμος είπε...

ΕΓΩ ΠΑΛΙ ΠΟΥ ΕΙΜΑΙ ΑΝΕΡΥΘΡΙΑΣΤΑ ΚΟΚΚΙΝΗ-ΠΟΥ ΛΕΕΙ KAI Ο ΑΛΛΟΥ ΦΑΝ ΜΑΡΞ-ΠΕΙΡΑΖΕΙ;ΚΑΤΕΡΙΝΑ

demis είπε...

http://www.youtube.com/watch?v=WJ3pfKzuP9Y&feature=related

Ο Παρασκευάς είναι παντού. Ζει ανάμεσά μας. Ζει μέσα μας. Φάτε τον.

http://demispoetry.blogspot.com/2011/11/last-entry.html

Ανώνυμος είπε...

http://www.e-go.gr/cinemag/summary1.asp?catid=10167&subid=2&pubid=128848055

Άλλη μια γνώριμη από την δεκαετία του 1980. 20 χρόνια πριν διέλυσε το κοινωνικό κράτος στη Βρετανία και ανέβασε τον ΦΠΑ στο 15%.
Τώρα καμαρώνει την κινηματογραφική της αγιογραφία!

Ρεντ Γκοστ

Ανώνυμος είπε...

να κάνω ένα γύρο-να φάω κ ένα γύρο.
Ετερη επική ταξικοχαβαλεδιάρικη ατάκα,ΚΟΛΑΝ,"ποιός είσαι κύριε Λάτση που θα μας πιείς το αίμα?Ποιός είσαι κύριε Κούρκουλε που θα μας φας τη Λάτση(που ο πατέρας της μας πίνει το αίμα)?

Αναυδος είπε...

Χιουμορ παντα ειχαμε ακομη και στις πιο δυσκολες εποχες

Περιοδικο Κροκοντιλ από το 1922 μεχρι το τέλος της ΕΣΣΔ

http://en.wikipedia.org/wiki/Krokodil

Ανώνυμος είπε...

Την εικόνα του γραφικού κομμουνιστή το MEGA την καλλιεργεί σταθερά από την εποχή των Απαράδεκτων. Ο Βλάσης ήταν μόνο η αρχή.
Στους Αυθαίρετους ο Βαλαβανίδης (αν ξέρει κανείς πού μπορούμε να βρούμε αυτή τη σειρά, θερμότατη παράκληση να μας πει κι εμάς!!)
Και στα πιο σύγχρονα όμως, σε μια σειρά που δεν θυμάμαι το όνομα, αυτή που έκανε τη μάνα της Βλαντή που έτρεχε σε μνημόσυνα του Χρουτσόφ και του Μπρέζνιεφ, ή στο Δύο Ξένοι η Ντένη Μαρκορά που το 'παιζε και καλά η αριστερή με τις γεμάτες τσέπες.

kraftwerkvs είπε...

ε όχι ρε μπρέζνιεφ και δεν ήταν καρικατούρα ο γκέι χαρακτήρας στους Απαράδεκτους :)