Πέμπτη 19 Δεκεμβρίου 2013

Νιοι και νιές

Έχοντας ολοκληρώσει την αναδρομή στα υλικά της συνδιάσκεψης του 05’ για τη νεολαία, η κε του μπλοκ προχωρά σε μια πρώτη τοποθέτηση με σύγχρονες σκέψεις κι εκτιμήσεις.

Το πρώτο σημείο που πρέπει να επισημάνουμε είναι μερικές διαφορές που αφορούν τα πέριξ της διαδικασίας. Τότε στο πλαίσιο της είχε γίνει δημόσιος διάλογος στις σελίδες του ριζοσπάστη πάνω στις θέσεις της κε για τη συνδιάσκεψη, ενώ είχαν πραγματοποιηθεί σε όλη την ελλάδα εκδηλώσεις και συσκέψεις εν όψει των εργασιών της. Φέτος αντίθετα, έγιναν ελάχιστες αναφορές από το πόρταλ και το ριζοσπάστη, χωρίς να δοθεί ιδιαίτερη δημοσιότητα πριν την πραγματοποίησή της –πιθανόν και για λόγους περιφρούρησης. Δεν ξέρω γιατί δεν έγινε φέτος δημόσιος διάλογος, αν και μπορώ να φανταστώ μερικούς λόγους: από τις αντικειμενικές δυσκολίες του ολιγοσέλιδου πια ρίζου, μέχρι την επιλογή να μη δοθεί άθελα πάτημα για ένα νέο πιθανό γύρο κουκουεδολογίας με οξείες κριτικές και κακόβουλους διαφωνούντες. Θέλω να πιστεύω πάντως πως όταν βγει η απόφαση της συνδιάσκεψης δημόσια, θα συζητηθεί πλατιά σε διευρυμένες συσκέψεις, όπως είπε τις προάλλες στο σεφ ο κούτσι. Εν αναμονή λοιπόν της δημοσίευσης, κρίνω σκόπιμο να επισημάνω μερικά ζητήματα.

Η ειδοποιός διαφορά στη σημερινή συγκυρία σε σχέση με το 05’ είναι η κρίση και οι συνέπειές της στη νεολαία, η οποία έχει ούτως ή άλλως σα βασικό της χαρακτηριστικό τη μεταβατικότητα και την αβεβαιότητα. Πόσο μάλλον σήμερα που η ανεργία είναι η μάστιγα της εποχής για τους νέους μέχρι τριάντα χρονών, είτε έχουν σπουδάσει είτε όχι. Κάτι που καθιστά επιτακτική ανάγκη τη δουλειά στο μέτωπο της ανεργίας και την οργάνωση των ανέργων, που, σε αντίθεση με τους σπουδαστές και τους εργαζόμενους, δεν έχουν έναν χώρο ως κοινό σημείο αναφοράς, για να βρίσκονται μαζικά σε τακτική βάση –τα κατά τόπους γραφεία του οαεδ προφανώς δεν αποτελούν κάτι τέτοιο.

Όσοι έχουν περάσει από κάποια πολιτική νεολαία γνωρίζουν μάλλον από πρώτο χέρι πως η πιο δύσκολη περίοδος για να διατηρήσει ένας σφος την επαφή με την οργάνωση είναι αμέσως μετά τις σπουδές –ή το στρατό για τα αγόρια- οπότε δεν έχει σαφή σχέδια και πολλές φορές δε γνωρίζει καν σε ποια πόλη ή χώρα θα τον βρει η επόμενη χρονιά. Οι δυσκολίες της κατάστασης υπογραμμίζουν την προσπάθεια και τη φαντασία που χρειάζεται για την αντιμετώπισή της, που δεν μπορεί να περιοριστεί στις έτοιμες λύσεις, που είχαμε ως τώρα.

Ένας ακόμα βασικός παράγοντας με αξιοσημείωτη δυναμική το τελευταίο διάστημα, που συνάπτεται άμεσα με τα ζητήματα της νεολαίας είναι η ανάπτυξη και διάδοση του διαδικτύου (ιστολόγια, χώροι κοινωνικής δικτύωσης, κτλ). Μια βασική έλλειψη της προηγούμενης συνδιάσκεψης είναι πως εξέταζε τις νέες τεχνολογίες μόνο στη σφαίρα της παραγωγής, από την άποψη των νέων δυνατοτήτων που θα μπορούσαν να προσφέρουν (σε μια διαφορετικά οργανωμένη κοινωνία) κι όχι ως προς την επίδρασή τους στο επίπεδο της συνείδησης. Αυτό είναι ένα μεγάλο κεφάλαιο, που δε μπορεί να εξαντληθεί στο πλαίσιο μιας ανάρτησης και κατά τη γνώμη μου θα απαιτούσε ίσως ειδική θεματική συνδιάσκεψη, για να μελετηθεί συνολικά. Το μόνο που θα γράψω εδώ σχετικά είναι πως η μελέτη αυτή, εκτός από την επισήμανση των αρνητικών και των κινδύνων του διαδικτύου (σε μια εποχή πλήρους κυριαρχίας των μονοπωλίων), χρειάζεται να έχει κι ένα δεύτερο θετικό σκέλος, που θα αναδεικνύει και θα σχεδιάζει συγκεκριμένα τις δυνατότητες αξιοποίησής του.

Κομβικό σημείο είναι και το πού πρέπει να δοθεί βάρος στη δουλειά μας στη νεολαία. Και αν είναι αυτονόητο ότι η βασική κατεύθυνση πρέπει να εστιάζει στην εργαζόμενη νεολαία και την οικοδόμηση μαζικών κνίτικων οργανώσεων στους χώρους δουλειάς, πρέπει να έχουμε καθαρό πως αυτό δε μπαίνει αντιπαραθετικά με τη δουλειά σε άλλους χώρους –πχ τη διανόηση.

Για παράδειγμα, εφόσον έχει τεθεί ως προτεραιότητα η αντιστροφή ενός μεθοδευμένου κλίματος των τελευταίων χρόνων και η ενίσχυση της οργάνωσης στους μαθητές, πρέπει παράλληλα να δοθεί βάρος και στους εκπαιδευτικούς, όπου οι συσχετισμοί δεν είναι και τόσο θετικοί.

Άλλο παράδειγμα. Μερικοί σφοι αντιμετωπίζουν με καχυποψία τους φοιτητές της σπουδάζουσας και την ανέμελη ρεμπελιά, με τα λεφτά του μπαμπά. Παρόλα αυτά η μεγάλη πλειοψηφία των σημερινών φοιτητών έχει λαϊκή καταγωγή και αποτελεί κομμάτι της αυριανής βάρδιας της εργατικής τάξης. Επιπλέον, το νόμισμα της φοιτητικής ανεμελιάς έχει και μια άλλη όψη: της πρώτης επαφής (για μεγάλο μέρος του φοιτητόκοσμου) με την οργάνωση, τους συλλογικούς αγώνες και την επαναστατική ιδεολογία· μακριά απ’ τον υποδουλωτικό καταναγκασμό που υφίσταται ο εργάτης και με κάποια σχετική αυτονομία απ’ τις αστικές σχέσεις παραγωγής, που επιδρούν άμεσα και στις συνειδήσεις.

Η αξιοποίηση της θετικής πλευράς αυτού του νομίσματος είναι πρωτίστως θέμα διαπαιδαγώγησης αλλά και σημαντικός δείκτης της ποιότητας της δουλειάς της οργάνωσης. Ενώ συνδέεται άμεσα και με το περίφημο «απέξω» που σημείωνε στον καιρό του ο βλαδίμηρος για την επαναστατική συνείδηση. Το οποίο δε συνιστά μια μηχανική εισαγωγή της, σαν κάποιο εμβόλιο, στην εργατική τάξη, αλλά υποδηλώνει νομίζω και το έξω από τη σφαίρα της παραγωγής και της αλλοτρίωσης, της μαζικής αποβλάκωσης και της πνευματικής υποδούλωσης του εργάτη, ως απότοκο της μισθωτής δουλείας.

Τα παραπάνω δένουν με το κομμάτι της στρατολόγησης. Κι αυτή με τη σειρά της με το ζήτημα των λεγόμενων «χαμένων γενεών» και την έλλειψη ηλικιακής συνέχειας από την οποία έπασχαν το κόμμα κι η κνε σε διάφορες φάσεις της διαδρομής τους. Για παράδειγμα, η χαμένη δεκαετία μεταξύ 58’ και 68’, που το κουκουέ είχε διαλύσει τις παράνομες κομματικές οργανώσεις του, έδωσε τη θέση της στην κερδισμένη γενιά του πολυτεχνείου, που ωστόσο αναρριχήθηκε πο΄λυ γρήγορα σε στελεχικές θέσεις, για να καλυφτούν τα κενά, κι αποχώρησε μαζικά από το κόμμα στη διπλή κρίση της διετίας 89-91’, όπου δεν έμεινε βέβαια ανεπηρέαστη ούτε η καινούρια φουρνιά της κνε.

Σήμερα δεν πρέπει να αφήσουμε να υπάρξουν άλλες τέτοιες «χαμένες γενιές», πχ στους μαθητές, όπου η φουρνιά του γρηγορόπουλου θεοποίησε και διαπαιδαγωγήθηκε από το δεκέμβρη, ενώ οι αμέσως επόμενες 'γενιές' έπεσαν ως ένα βαθμό στα δίχτυα των φασιστών της χρυσής αυγής, που σπέρνουν συστηματικά το δηλητήριό τους στα κενά της ιστορικής μνήμης που αφήνει το αστικό σχολείο, αλλά και στο κενό της δικής μας παρέμβασης. Σήμερα υπάρχει πολύτιμη πείρα από τη γενιά της ανασυγκρότησης και το μαθητικό κίνημα των καταλήψεων ενάντια στη μεταρρύθμιση αρσένη, τα αντιπολεμικά συλλαλητήρια για τη γιουγκοσλαβία και το ιράκ, που δείχνουν το δρόμο.

Πού βρίσκεται σήμερα όμως αυτή η γενιά της ανασυγκρότησης; μπορεί να ρωτήσει κάποιος. Ένα κομμάτι έχει περάσει στο κόμμα και παραμένει ντούρο κι ενεργό. Ένα άλλο τμήμα διαφώνησε κι αποστρατεύτηκε. Κάποιοι μάλλον δεν είχαν μπει ποτέ –ή δεν καταφέραμε να τους βάλουμε- στο κλίμα και έμεναν "βαρίδια" σε πλαδαρές οργανωτικές, καθιστώντας δυσλειτουργικές μια σειρά όβες, που δεν έπιαναν απαρτία. Κάποιοι έχουν παραμείνει φίλοι και ψηφοφόροι του κόμματος, αν και ένα μέρος τους ταλαντεύτηκε στις εκλογές του 12’ και γοητεύτηκε από την κυβερνητική προοπτική του σύριζα.

Μπαίνει λοιπόν το ερώτημα σχετικά με το μέτρο της στρατολόγησης. Πρέπει να γίνεται με μαζικούς όρους ή να δώσει βάρος σε ποιοτικούς δείκτες, θεσπίζοντας πιο αυστηρά κριτήρια για τα βιογραφικά, που αποτρέπουν ή μειώνουν το ενδεχόμενο να φυλλορροήσει σε ένα βάθος χρόνου αυτό το δυναμικό; Με άλλα λόγια ισχύει το αρχαίο ρητό ουκ εν τω πολλώ το ευ; Ή ο νόμος της διαλεκτικής, όπου η ποιότητα έρχεται διαλεκτικά μέσα από την ποσότητα;

Στο δεύτερο τόμο της βιογραφίας του από το θεοχαράτο, ο χαρίλαος λέει σχετικά σε ένα σημείο για τη δεκαετία με τις βάτες: «κάποιοι ισχυρίζονται ότι παίρνουμε νέες και νέους χωρίς αυστηρά κριτήρια και ότι πολύ σύντομα θα μας φύγουν οι μισοί. Ας φύγουν. Ας φύγουν και περισσότεροι από τους μισούς. Όπου και να πάνε όμως κάτι θα μεταφέρουν και από μας. Κάτι θα τους μείνει. Και αυτό θα πρέπει να μας ικανοποιεί…»

Είναι ζήτημα βέβαια τι ακριβώς έχει μείνει σήμερα, πέρα από τις αναμνήσεις και τα εξαργυρωμένα παράσημα, σε κάποιους που έριξαν μαύρη πέτρα πίσω τους {όπως πχ η τρέμη, ο ανδρουλάκης ή κι ο γρυσπολάκης ακόμα και πάρα πολλοί άλλοι, που είναι δύσκολο και μόνο να τους θυμηθεί κανείς όλους} από το κομματικό τους παρελθόν κι από το μαρξιστικό ιδεώδες. Ενώ του λαφαζάνη πχ κάτι του έμεινε, γι' αυτό κι έφτιαξε την ίσκρα εξάλλου, άλλο αν δεν το θυμάται πολύ καλά και το αναπαράγει κάπως διαστρεβλωμένα, εκτός κι αν το κάνει σκόπιμα, που αρνούμαι να το πιστέψω.

Το φαινόμενο αυτό δεν αποτελεί φυσικά ελληνικό προνόμιο. Στη δεκαετία με τις βάτες και προτού αρχίσει η πλήρης αποδιάρθρωση επί περεστρόικα, η κομσομόλ ήταν μια τεράστια μαζική νεολαία που αριθμούσε περίπου είκοσι εκατομμύρια μέλη, αν δεν κάνω λάθος. Κι αναρωτιέται κανείς, πού να πήγαν όλοι αυτοί σήμερα και πόσο διαφορετικοί θα μπορούσαν να είναι οι συσχετισμοί και οι όροι της ταξικής πάλης αν πχ είχε μείνει ενεργό και συνειδητοποιημένο στις επάλξεις το ένα εικοστό τουλάχιστον από αυτή τη δύναμη.

Σε κάθε περίπτωση όλα αυτά δείχνουν πως η ουσιαστική ένταξη ενός συντρόφου στην οργάνωση και το κόμμα δε σταματά στο βιογραφικό, αλλά αντιθέτως μόλις αρχίζει και περνά από μια συστηματική συνεχή φροντίδα για την καλλιέργεια και την αφομοίωση. Όσο για το μέτρο, αυτό μπορεί να ποικίλει και να αναπροσαρμόζεται ανάλογα με τις συνθήκες.
Εγώ μπορώ να καταλάβω τη λογική που λέει ότι τα κριτήρια για την ένταξη στη νεολαία πρέπει να μην είναι το ίδιο αυστηρά, γιατί η οργάνωση είναι σχολείο, από το οποίο σίγουρα όλοι θα πάρουν κάτι, ακόμα κι αν δεν καταφέρουν να αποφοιτήσουν για να περάσουν στο κόμμα. Όπως μπορώ να καταλάβω και την αντίστροφη λογική που θεωρεί πως στις σημερινές δύσκολες συνθήκες αυξάνονται οι απαιτήσεις από τους συντρόφους και ανεβαίνουν παράλληλα και τα κριτήρια για την ένταξή τους στο κόμμα ή την κνε. Αρκεί να γίνει συνείδηση όλων πως δεν περισσεύει κανείς από τον αγώνα και να υπάρχουν ταυτόχρονα πραγματικά μαζικές συσπειρώσεις, που θα δουλεύουν με αντίστοιχους όρους, αξιοποιώντας την προσφορά κάθε ανένταχτου αγωνιστή.

Και γιατί δεν περισσεύει κανείς; Γιατί τους χρειαζόμαστε όλους: και τους εργάτες και τους καλλιτέχνες και τη δουλειά των οργανικών διανοούμενων της τάξης μας, για να φτιάξουμε ένα δυνατό μαζικό μπλοκ με κινηματική κι ιδεολογική ισχύ και συνολική εναλλακτική πρόταση ενάντια στα αδιέξοδα του συστήματος, που να αγκαλιάζει κάθε πτυχή της καθημερινότητας. Γιατί το πρόβλημα σήμερα δεν είναι μόνο η επίδραση του αστικού τρόπου ζωής, του καταναλωτισμού και του κομφορμισμού στη νεολαία, όπως έμπαινε δηλ στα χρόνια της μεταπολίτευσης. Αλλά κάτι αρκετά πιο σύνθετο. Ότι το σύστημα είναι πλέον σε θέση να διαμορφώνει με τους δικούς του όρους και το φαινομενικά αντίθετό του, να εγκλωβίζει τους νέους και τις ανησυχίες τους σε δήθεν εναλλακτικές προτάσεις και λάιφ στάιλ, που είναι τελείως ακίνδυνα για τον πυρήνα του, και βασικά καταλήγουν να τον αναπαράγουν.


Αυτό όμως απαιτεί μια ξεχωριστή ανάλυση. Το αφήνω λοιπόν εδώ και κρατάω μερικούς προβληματισμούς κάβα για το γενάρη, όπου θα δημοσιευτεί πιθανότατα στην κομεπ η απόφαση της συνδιάσκεψης, οπότε θα μπορούμε να μιλήσουμε σε άλλη βάση.

3 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Α ρε σφυροδρέπανο να ζήσεις! Είσαι ωραίος! Δεν έχει προσυνεδριακό το ΚΚΕ για τη νεολαία, κάνεις εσύ! Αυτό θα πεί πρωτοβουλία!
Το κείμενό σου είναι νόστιμο όπως και ο κάλτ σε κάποια σημεία, σοβαρός σε κάποια άλλα προσυνεδριακός του 2005. Σαν να έχουν περάσει 25 χρόνια από τότε βρε αδερφέ...

Πράγματι δεν κατάλαβα γιατί η ΚΕ του ΚΚΕ δεν έκανε ανοιχτό προσυνεδριακό για αυτό το θέμα και είμαι περίεργος τί κείμενο θα βγει από την πανελλαδική συνδιάσκεψη που έγινε στις 7 Δεκ. Θα ήταν πολύ ευκολο να δημοσιευτούν τα άρθρα σε ειδική πλατφόρμα στο ιντερνετ ή σε μπλογκ όπως του 18ου συνεδρίου.

Τώρα στο θέμα. Από όσο παρακολουθώ την κατάσταση, νομίζω ότι λείπει κάτι ουσιαστικό. Η κομμουνιστική διαπαιδαγώγηση. Ο Ριζοσπάστης είναι ξερός, αδιάφορος και με λίγες σελίδες ενω το πόρταλ που είναι καλύτερο δεν έχει τέτοιο υλικό. Τί σημαίνει να είσαι κομμουνιστής, γιατί αγωνίζεται ένας κομμουνιστής, το κομμουνιστικό ήθος, η στάση ζωής κτλ είναι πράγματα που λείπουν.
Όλες οι προηγούμενες ηγεσίες από τον Ζαχαριάδη ως τον Χαρίλαο είχαν φροντίσει με τον τρόπο τους για αυτό το θέμα. Μπορεί να γελάμε με την κατήχηση του Φαράκου σήμερα αλλά τότε είχε την αξία της.

Ένα άλλο ζ'ητημα είναι ότι δεν υπάρχουν αγώνες στην νεολαία, έστω διεκδικητικοί στα σχολεία ή στα πανεπιστήμα αλλά και όταν υπάρχουν όπως στις απεργίες των διοικητικων ΑΕΙ (με τίς όποιες τους αντιφάσεις) η στάση του ΜΑΣ είναι τουλάχιστον ...διακριτική. Πως να εμπνευστεί ο νέος φοιτητής από τους κομμουνιστές συμφοιτητές του και γιατί να γυρέψει να οργανωθεί στην ΚΝΕ;

φιλήδονο κουκί

Μπρεζνιεφικό απολίθωμα είπε...

Σκόρπιες παρατηρήσεις.
Το μπλογκ για το 19ο ήταν μάλλον.. ιδιωτική πρωτοβουλία, όχι επίσημη, εκτός κι αν μου διαφεύγει κάτι.

Για τα άλλα διαφωνώ συμφωνώντας. Ο ρίζος σίγουρα μπορεί να γίνει καλύτερος, ας μη μηδενίζουμε όμως.
Είμαι σχεδόν σίγουρος ότι και στα χρόνια της κνε του γράψα, κάποιοι θα γκρίνιαζαν, κάνοντας σύγκριση με το πρόσφατο παρελθόν, το ήθος, τα αποτελέσματα (όπου η πκσ ήταν πρώτη πχ στους φοιτητές) και την διαπαιδαγώγηση των σφων. Εγώ πάντως αν ήμουν (πιο) νέος πάλι στην κνε θα οργανωνόμουν και θα είχα τους ίδιους ακριβώς λόγους να το κάνω, όπως και τότε. Αυτό όμως που δεν υπάρχει (και είναι αντικειμενικό και υποκειμενικό μαζί) είναι ένα μαζικό κίνημα, πχ τύπου αρσένη κι η κατάλληλη αξιοποίησή του.

Ανώνυμος είπε...

Ton Ριζοσπάστη τον ανέφερα γιατί αντικειμενικά δεν είναι ελκυστικός για έναν νεολαίο ούτε έχει ένα πλούτο που θα διεγείρει και θα διαπαιδαγωγήσει τη νέα γενιά.

Κάποιο άρθρο ή απόφαση της ΚΕ δεν θυμάμαι τονίζει τη σημασία του γραπτού λόγου και έχει πολύ δίκιο. Αυτό είναι πολύ σημαντικό, ακόμα περισσότερο για τη νεολαία να διαβάζει. Να διαβάζει όσο μπορεί περισσότερο για να μπορεί να θωρακίζεται απέναντι στην πολύπλευρη προπαγάνδα του εχθρού.

Από κει και πέρα τα προβλήματα των μαθητών και των φοιτητών (και των γονιών τους) είναι πολλαπλάσια από της εποχής του Αρσένη. Δεν βλέπω όμως το ίδιο ενδιαφέρον από τις πρωτοπόρες δυνάμεις που κάποτε έκαναν ό,τι μπορούσαν για να ανατρέψουν εκείνες τις πολιτικές.

φιλήδονο κουκί