Τρίτη 7 Οκτωβρίου 2014

Γράμμα σε μια συντρόφισσα


Αγαπημένη μου σφισσα,

εδώ όλα (μας) βαίνουν (το ‘β’ με «μπ») λίαν καλώς, το αυτό επιθυμώ και δια εσέ.
Το «καλά» δηλ είναι σχετικό, αναλόγως με τι συγκρίνεις. Με τα χειρότερα που έρχονται και δεν τα έχουμε ζήσει ακόμα ή με τις ακόμα καλύτερες μέρες της αλλαγής, που τις περιμένει να έρθουν ο λαός, σα μαρμαρωμένος βασιλιάς, χωρίς να κουνάει το δαχτυλάκι του, παρά μόνο για να αλλάξει κανάλι και να κάνει αριστερό κλικ στο ποντίκι; Αλλά δε θα βγει ο αλέξης να τα αλλάξει (και αυτός) όλα; Εγώ περιμένω μεγάλες ανατροπές, να μη μείνει τίποτα ίδιο, ακόμα και στα λάιφ-στάιλ έντυπα, που λέει ο λόγος. Ο σφος κωστόπουλος πχ θα αναβαπτιστεί στον αντιμνημονιακό χυλό (ούτε ο πρώτος ούτε ο τελευταίος πασόκος θα είναι) και θα βγάλει περιοδικό, το «αριστερό κλικ». Αριστερό ποντίκι έχουμε ήδη, αυτό του δελατόλλα. Μην το πάρεις όμως, μόνο τα σκίτσα και τα φωτομοντάζ του ζάχαρη αξίζουν. Συνεπώς ας τα λέμε καλά κι ας περιμένουμε (ας τις λέμε) ακόμα καλύτερες μέρες. Κι αν είναι να ‘ρθουν, θε να ρθουν.

Τις προάλλες συάντησα αυτό το σύντροφο από την καστοριά και όπως χωρίζαμε μου λέει: ραντεβού στα γουναράδικα, λες και ήμουν, ξέρω γω, ο τζαβέλλας, αλλά αυτός κυριολεκτούσε. Θα ψάξει να βρει καμιά δουλειά εκεί, γιατί αν περιμένει από το αντικείμενό του να βγάλει κάτι, πρόκοψε. Κι άντε το πτυχίο να το κάνει μασούρι και να το βάλει εκεί που ξέρουμε. Πρέπει να βρει χώρο και για άλλα δύο μασουράκια, τα μεταπτυχιακά του. Κι αν δεις, λέει, τα ψηφοδέλτιά μας σε αυτές τις περιοχές της δυτικής μακεδονίας, οι μισοί σχεδόν είναι σφοι γουνεργάτες· κι οι άλλοι μισοί στην κίνα βρίσκονται ή μάλλον ζουν κι αμείβονται με μισθούς κίνας, κάτω από τα όρια της φτώχιας. Και λέγαμε για πλάκα με το σφο, για το χονγκ-κονγκ, αν είναι μια «λαϊκή εξέγερση» με αντιλαϊκό πρόσημο, όπου η (αστική) βάση επιζητάει και το αντίστοιχο εποικοδόμημα, δηλ ένα αστικό κοινοβούλιο.

Μου έλεγε λοιπόν ιστορίες για άλλους συντρόφους, γνωστούς μας, που παλεύουν να αλλάξουν τον κόσμο, αλλά δεν την παλεύουν γενικώς σε όλα τα άλλα επίπεδα. Κι αν βγαίναμε ποτέ στο βουνό, θα ‘χαμε μάχη, ποιος θα κατοχύρωνε ως ψευδώνυμο το καπετάν μιζέριας. Και δε μου μιλούσε για τίποτα περιφερειακούς κι αμύητους, αλλά για συντρόφους μας, στενές επιρροές ή μέλη. Ο ένας έχει κλειστό το τηλέφωνο, για να μην τον βρούνε οι τράπεζες για το δάνειο, αλλά έτσι δεν τον βρίσκει και κανείς άλλος. Ο άλλος δεν έχει όρεξη να σηκωθεί και να το σηκώσει, επειδή είναι όλη μέρα ξαπλωμένος στο κρεβάτι και καρφώνει με το βλέμμα το ταβάνι, για να δει το.. λευκό πάνω στο λευκό. Του τρίτου δεν του σηκώνεται και το έχει ρίξει στο φαΐ, γιατί είναι και αυτή μια κάποια ευχαρίστηση ή και επένδυση για την κρίση, αν το καλοσκεφτείς. Του παράλλου του σηκώνεται, αλλά δεν έχει πού να πάει με τη δικιά του και του πέφτει, όταν ακούει τη μάνα του ή την πεθερά του να τους φωνάζει από το δίπλα δωμάτιο. Και εντάξει, έχουν πέσει αισθητά τα νοίκια αλλά και πάλι, ποιος μπορεί να το σηκώσει ως πάγιο έξοδο; Αφού ένας σφος με τη δικιά του έχουν ξεμείνει φέτος από δουλειά και σκέφτονται μεταξύ σοβαρού και αστείου να πάνε να μείνουν στην αδερφή του, που δεν έχει κανένα και δε γνωρίζει και πολλούς δηλ, αφότου τέλειωσε τη σχολή –πού να τους βρει;- και να ενώσουν την ανεργία τους με τη μοναξιά της, για να τα βγάλουν πέρα. Κι έχει η μία τα υπαρξιακά των πρώτων –άντα, «εγώ πότε θα γίνω μάνα;» κι οι άλλοι έχουν τα δικά τους, «πότε θα γίνουν οικονομικά ανεξάρτητοι». Φαντάσου δηλ να είχαν και κάνα κουτσούβελο, που θέλει ένα μισθό μόνο του για μαμ και κακά, και ένα επιπλέον δωμάτιο για νάνι. Παλιά δηλ που δεν είχαν πάμπερς και κούτες με πεντοχίλιαρα της κρήτης, τι έκαναν;

Αλλά η κατάθλιψη δεν είναι προνόμιο των ανέργων. Μπορείς να δεις εργαζόμενους σφους που πήζουν και σαπίζουν, ενώ τους καταπίνει σιγά-σιγά η ρουτίνα και μια δουλειά αδιάφορη, σαν την ζωή μας, που τους τρώει λίγο-λίγο τα ψυχικά αποθέματα και τους αφήνει στεγνούς και ανόρεχτους για οτιδήποτε. Οι πιο μεγάλοι έχουν μάθει αλλιώς και φοβούνται να βγουν στη σύνταξη, γιατί θα διαλυθούν ψυχοσωματικά, αν δεν έχουν κάτι να (απ)ασχολούνται, ενώ οι νέοτεροι δε φοβούνται και δεν ελπίζουν τίποτα (είναι μισθωτοί σκλάβοι), γιατί πιθανότατα δε θα υπάρχει καμία σύνταξη μέχρι να φτάσουν στα εβδομήντα.
Βγαίνεις λοιπόν με σφους εργαζόμενους, σε συγκεκριμένες μέρες κι ωράρια, να μοιραστεί με κάποιον τις έγνοιες σου για να ξεσκάσεις, αλλά σε προλαβαίνουν αυτοί με τις δικές τους και φεύγεις στο τέλος πιο βαρύς, κουβαλώντας επιπλέον ψυχικό φορτίο. Μετράνε και συγκρίνουν ποιος δουλεύει στο χειρότερο κάτεργο, ποιος έχει τον πιο μαλάκα αφεντικό, κάνουν άμιλλα ποιος έχει χαμηλότερο καθαρό μισθό ή σε ποιον χρωστάνε περισσότερα μηνιάτικα.
-Εμένα δέκα! –Εμένα είκοσι!
-Έχω είκοσι. Ακούω άλλη προσφορά; 20 μία, είκοσι δύο...

Αλλά δεν πειράζει. Θα πάρουμε ένα φτωχικό διώροφο στην πλάκα (ή την άνω πόλη σε εμάς), όπως στην ταινία του παπακαλιάτη. Κι ένα σκύλο που θα τρώει όσο εγώ κι εσύ μαζί και θα το βγάλουμε κατάθλιψη ή ανεργία, αντί για μοναξιά. Θα περπατάμε περισσότερο, θα πηγαίνουμε σε πάρκα και πλατείες με τα ταξικά μας αδέρφια από το εξωτερικό, θα μαγειρεύουμε μέσα, θα το ρίξουμε στα παζλ και τα επιτραπέζια και θα καλούμε φίλους, θα κουβεντιάζουμε πιο πολύ να μην αποξενωνόμαστε, το χειμώνα θα σκεπαζόμαστε καλά και θα τη βγάζουμε αγκαλιά στο κρεβάτι, θα έχουμε χρόνο να διαβάζουμε και να γράφουμε, για να μάθουμε μια ξένη γλώσσα άνευ διδασκάλου (όχι επαγγελματία τουλάχιστον), θα πάρουμε σβάρνα όλες τις πολιτικές εκδηλώσεις και τις δωρεάν καλλιτεχνικές δραστηριότητες, και θα κατεβάζουμε να βλέπουμε παλιές και νέες σειρές/ταινίες, αν και μου φαίνεται καμιά φορά σαν ητοοπαθή παραδοχή πως δεν έχουμε τι να πούμε ή κάτι καλύτερο να κάνουμε, όπως όταν αρχίζουν σε μια παρέα να λεν ανέκδοτα, βρίσκοντας καταφύγιο σε έτοιμα, σαχλά αστεία. Εδώ έχουμε καταντήσει εμείς οι ίδιοι ανέκδοτα, ιστορικά αισόδοξοι μες στην απαισιοδοξία μας, σε πρωτότυπες και ιστορικά ανέκδοτες συγκυρίες, που οφείλουμε να βρούμε τρόπο να τις αντιμετωπίσουμε.

Λες πως δε σε καλύπτουν όλα αυτά, ότι είναι πολύ μίζερα, ότι θες να ζήσεις σαν άνθρωπος, να μπορείς να κάνεις ένα ταξίδι, να ανοίξεις δικό σου σπίτι. Σου λέω κι εγώ πως δε μας καλύπτει ο καπιταλισμός, γενικά σα σύστημα, αλλά τι να γίνει.. Κι όχι δε ζητάς κάτι παράλογο, αλλά πώς να το βρεις, κι εσύ και όλοι μας, έτσι όπως έχουν τα πράγματα, αν δεν τα αλλάξουμε;

Μόνο μη μου λες για ξενιτειά, γιατί το εξωτερικό δεν είναι λύση αλλά κατάρα που σε καταπίνει για πάντα κι όχι προσωρινά, μέχρι να στρώσουν τα πράγματα. Και μου ‘ρχεται συνειρμικά η αρχή απ’ το μάθε παιδί μου γράμματα, που τραγουδάν οι μαθητές: μισεύω και τα μάτια μου δακρύζουν λυπημένα.. Και τι να εξηγήσεις μετά σε ξένους ανθρώπους; Ότι σου λείπει το κίνημα κι οι σύντροφοι, που είναι όλοι στο κατώφλι και την αυλόπορτα της κατάληψης, πολύ μετά τα πρόθυρα, αλλά μπροστά στους άλλους είναι σα φεστιβάλ χαράς και βοηθούν εσένα τουλάχιστον να μη βουλιάξεις στη μαυρίλα;

Και φαντάσου δηλ, αν οι δικοί μας είναι στα πρόθυρα (που είπαμε, ποια πρόθυρα, που κολυμπάμε εντός) της κατάθλιψης, τι συμβαίνει με τους άλλους που δεν έχουν ένα πολιτικό αποκούμπι να πιαστούν και γυρεύουν διέξοδο σε φτηνά κι αλλοπρόσαλλα υποκατάστατα; Ή μήπως συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο..; Με τους δικούς μας που έχουν μια ευαισθησία παραπάνω για όσα συμβαίνουν και δε δέχονται να βρουν καταφύγιο στην απάθεια και την χαζοχαρά;
Δεν ξέρω, θα το συζητήσουμε το βράδυ, μετά την ελληνοφρένεια..

5 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Λοιπόν σφυροδρέπανε θα εστιάσω σε ένα θέμα από αυτά που έγραψες, που για έμενα δείχνει απεριόριστη κατάντια.

“, ποιος έχει τον πιο μαλάκα αφεντικό, κάνουν άμιλλα ποιος έχει χαμηλότερο καθαρό μισθό ή σε ποιον χρωστάνε περισσότερα μηνιάτικα.
-Εμένα δέκα! –Εμένα είκοσι!
-Έχω είκοσι. Ακούω άλλη προσφορά; 20 μία, είκοσι δύο...
¨
Όταν πρώτο είδα γραμμή παράγωγης απορούσα γιατί δεν αυτοκτονούσαν όλοι ομαδικά η δεν καίγανε το εργοστάσιο χωρίς κανένα αίτημα. μόνο και μόνο για την ικανοποίηση ότι ξορκισανε τον δαίμονα. Στην αρχή πίστευα ότι ήταν πχ γιατί με αυτό τον τρόπο τάιζαν προστατευόμενα μελή της οικογενείας του. Με τα χρονιά και μετά από αρκετές κουβέντες κατάλαβα ότι ο κόσμος γύρω μου δεν έβλεπε την δουλεία σαν αναγκαίο κακό, αλλά ταυτιζόταν με το επάγγελμα του. Έτσι, στην Ελλάδα της κρίσης, 1 Εκατομμυριάκι εργαζόμενοι δεν πληρώνονται αλλά συνεχίζουν να δουλεύουν! Και τι άλλο να κάνουν, αφού αν χάσουν την (απλήρωτη) δουλεία τους, χάνουν και την ταυτότητα τους! Άσε που είναι πιο κοινωνικά αποδεκτό να λες δουλεύω στην ΔουλοΠαρικοι ΑΕ (και ας μην παίρνεις μια) από το να λες αράζω στα σκαλάκια του σπιτιού μου.

Το φαινόμενο είναι τόσο διαδεδομένο που είδα (προσπάθειες;) ρουσφετιών για άμισθη εργασία. Να γλείφεις αριστερα και δεξιά μπας και δεν σε πληρώσει κάποιος, ενώ μπορείς ξεκάθαρα να μη πληρωθείς και από μόνος σου! Και είναι τόσο μπερδεμένο γενικότερα το κίνημα με το θέμα της δουλειας που την προηγούμενη φορά που το ανέφερα πήρα τόσες διαφορετικές απαντήσεις όσοι ήταν αυτοί που απάντησαν.

Ο μόνος που το είχε πιάσει νομίζω καλά (από αυτούς που έχεις παραθέσει ανά καιρούς) ήταν ο Σοβιετικός Κυριακούλης - η κάπως έτσι.

Χρουτσοφικος

Ανώνυμος είπε...

http://www.hellenica.de/Griechenland/NeuGes/Bio/KyriakoulisMavromichalis1.jpg

O γνωστος σοβιετικος Κυριακουλης Μαυρομιχαλης. Ο μονος που το ειχε πιασει σωστα το ζητημα. Εχει μεινει στην ιστορια η φραση του: "Αν δουλευεις σα το σκυλι και δεν πληρωνεσαι μια, δυο, τρεις, τα παρατας ολα και καθεσαι σπιτι του".

sniper

Ανώνυμος είπε...

@Sniper

Έκλαψα από τα γέλια :P - μπορεί να ήταν και Σοβιετικός Κοιλιοδουλης (η Σοβιετικός Κυριουλης) (είχε βάλει κατι βίντεο ο Σφυροδρέπανος πριν κάνα χρόνο; )

Χρουτσοφικος

demis είπε...

Όσο η κοινωνική αδικία γιγαντώνεται τόσο το θέατρο του παραλόγου καταλαμβάνει μόνιμη κι ακλόνητη θέση στις ζωές μας. Αυτό που κάποτε αντιμετωπιζόταν ως trash αισθητική, ήθος, τρόπος του ζην γενικά, έχει πλέον στοιχειώσει πολλούς (όλο και περισσότερους). Τα "παιδιά της νύχτας" δεν είναι πια ο Μυλωνάς και η παρέα του... Είναι οι κάθε λογής Κασιδιαραίοι και το μαύρο σκοτάδι που κουβαλούν στις ψυχές τους.
Το trash δεν είναι πλέον βιντεοταινίες με τον Στάθη Ψάλτη... Είναι αυτό που συμβαίνει στην Αμφίπολη: ακόμη και καθηγητές να τρέμουν να παραδεχτούν (ευτυχώς υπάρχουν πάντα οι εξαιρέσεις) πως ο τάφος ήταν συλημένος από την αρχαιότητα, κάτι που ακόμα και πρωτοετείς φοιτητές της αρχαιολογίας καταλάβαιναν εδώ και μήνες... και πως -εν τέλει- σημασία δεν έχουν τα "υψηλά" πρόσωπα που βρίσκονται(;) εκεί, αλλά οι ιστορικοκοινωνικές συνθήκες κάτω από τις οποίες χτίστηκε ένα τέτοιο μνημείο, οι πολιτικές σκοπιμότητες (εκείνων που το έχτισαν κι εκείνων -των απίθανων- που το εκμεταλλεύονται σήμερα), η ανασκαφική μεθοδολογία που έπρεπε να τηρηθεί.
Πάνω απ' όλα, όμως, διαρκής υπενθύμιση του πόσο trash πλέον αντέχουμε στις ζωές μας, είναι οι συλλογικές αυταπάτες (στο συλλογικό φαντασιακό) που εκ-τρέφουμε -σαν εκείνες της κας Δημουλά, που μετατράπηκε εσχάτως σε γοργόνα και ψάχνει τον Αλέξανδρο!

Παπουτσωμενος Γατος είπε...

Αυτο που με τρομαζει ειναι ποσο αμεσα συντηρητικοποιουν τα λαικα στρωματα,οι 5 παραπανω δεκαρες που μπορει να παιρνουν σε σχεση με τους γειτονες τους.

Παρατηρω ολο και περισσοτερο,οτι οσοι εχουν ακομα δουλεια και τα κουτσοβγαζουν περα,αποδιδουν την κριση και την ανεργια στην τεμπελια των ελληνων,και αυτο χωρις απαραιτητα να ψηφιζουν κυβερνητικα κομματα.Πολλοι φτανουν ακομα στο σημειο να λενε οτι δεν υπαρχει κριση,και οτι οποιος δεν ειναι τεμπελης και σπαταλος τα βγαζει περα.

Αντιθετα,οσοι ειναι ανεργοι ή εχουν ανεργους στο στενο τους κυκλο ειναι περισσοτερο συνειδητοποιημενοι και ρεαλιστες.

''Πλακα'' εχουν δε οι αποτομες μεταστροφες της συνειδησης τους οταν μεταπηδουν απο το ενα ''στρατοπεδο'' (απο ανεργος εργαζομενος ή αντιστροφα) στο αλλο,με τους μεχρι προτινος αντιμνημονιακους να αρχιζουν να βλεπουν το σαξες στορυ,και τους μεχρι προτινος μνημονιακους να αποκαλουν προδοτες αυτους που ψηφιζαν προχθες.

Η συνδεση συνειδησης-υλικης καταστασης δεν ειναι κατι που εκπλησσει τους μαρξιστες,αλλα το εκπληκτικο ειναι ποσο χοντροκομμενα και αιφνιδια εκφραζεται η συνδεση αυτη πολλες φορες.

Γι'αυτο εχω καταληξει,πως η κριση που εκφραζει καποιος για την ζωη σε μια χωρα ή μια εποχη,λεει πολυ περισσοτερα για το πως ζουσε ο ιδιος και ο κυκλος του τοτε και εκει,παρα για την γενικη κατασταση.Πχ πιστευω πως πολλοι δεξιοι που λενε οτι ηταν φινα στη χουντα,λενε αληθεια,τη δικη τους ταξικη αληθεια.