Μικρές ψηφίδες από το παζλ της επικαιρότητας
ΠΟΚΕΜΟΝ: Χούντα δε γνωρίσαμε, ούτε δημοκρατία...
Αυτός ο στίχος μου ερχόταν συνειρμικά τις τελευταίες μέρες, με την επέτειο της μεταπολίτευσης και τη μόδα με τα πόκεμον, που δεν πρόλαβα (από την ανάποδη) να τα γνωρίσω στη γενιά μου. Μου φαίνονταν ούτως ή άλλως άθλια, αλλά είχα μεγαλώσει αρκετά, για να αφορούν τα παιδιά της ηλικίας μου και να ξέρω τι ακριβώς είναι. Ο Sniper που ξέρει (χωρίς να του αρέσουν) λέει πώς πήγαν κόντρα στον κανόνα της επιτυχίας, πρώτα κινούμενο σχέδιο - μετά video game, και έγιναν γνωστά πρώτα ως παιχνίδι, προτού εξελιχθούν σε κινούμενο σχέδιο. Κάτι σαν τη δική μας ελληνική ιδιαιτερότητα, που εκφράστηκε κυρίως επί μεταπολίτευσης. Και αφού δηλ τα Πόκεμον επιστρέφουν στη μόδα, γιατί να μη γίνει του συρμού και η Νέα Μεταπολίτευση του Σύριζα; Παραμύθια για τα μικρά παιδιά είναι και τα δυο...
Συγχώρα με που δεν καταλαβαίνω τι λένε τα κομπιούτερς κι οι αριθμοί
Όταν λοιπόν κάνει τον κύκλο της κι επιστρέφει στα πράγματα μια μόδα που δεν την πρόλαβες (από την ανάποδη) καν ως παιδί, καταλαβαίνεις πως αρχίζουμε να γερνάμε επικίνδυνα. Και δυσκολεύεσαι να παρακολουθήσεις την ορολογία της νεολαίας, τις εννοιολογικές-ιδεολογικές μετατοπίσεις, και το γενικό νόημα. Τι είναι anime, τι είναι manga, τι λένε τα κομπιούτερς κι οι αριθμοί. Γιατί παθιάζεται ο κόσμος με τα παραμύθια για τον εκλογικό νόμο, το σύνταγμα, τη Νέα Μεταπολίτευση κι ως πότε θα την πατά με χάντρες και καθρεφτάκια του εποικοδομήματος για ιθαγενείς;
Μήπως εσύ καταλαβαίνεις Ρόζα; Ή χάνεις κι εσύ τον μπούσουλα, που σε έκαναν θεωρητικό ίδρυμα στις Βρυξέλες και συνιστώσα της κυβερνώσας αριστεράς (Ρόζα), μαζί με την αλήστου μνήμης ΚΟΕ, που έβαζε το σύνθημα για τη "Μεταπολίτευση του Λαού"; Κι άσε να μην πιάσουμε τη συζήτηση για περασμένα μεγαλεία, όταν υπήρχε η χώρα των σοβιέτ και σπουδαία παιδικά προγράμματα σαν την Φρ-ουτοπία που κυνηγάμε, γιατί θα μελαγχολήσουμε χειρότερα.
Κι αν εμείς τελικά γεράσαμε και δεν καταλαβαίνουμε, πώς ακριβώς ορίζεται το φρέσκο; Τι καινούριο υπάρχει στα γλυκερά φληναφήματα για έναν ανθρώπινο καπιταλισμό και την παμπάλαια σκουριά της σοσιαλδημοκρατίας; Τι νέο κι ελπιδοφόρο υπάρχει στον μαζικό παλιμπαιδισμό να κυνηγάς Πόκεμον στη μέση του δρόμου και πολιτικές χίμαιρες για νόστιμες ομελέτες χωρίς να σπάσουμε αυγά;
ΜΕΤΑΠΟΛΙΤΕΥΣΗ: Οι φαιδρές, χαλαρές πόζες των δελφίνων της αστικής εξουσίας στο προεδρικό Μέγαρο, γύρω από το χαλαρό Πάκη, που δεν είχε χρυσαυγίτες γύρω του και ήταν χαλαρός -όχι όπως τότε, με τον τραμπουκισμό του Κασιδιάρη στην Κανέλλη, όπου ήταν σφιγμένος, συγκρατημένος και δεν μπορούσε ούτε αντανακλαστικά να κινηθεί και να αντιδράσει- είναι η εικόνα παρακμής της... χαλαρής, αστικής δημοκρατίας, που δείχνει όμως τα δόντια της, όταν χρειάζεται.
Κι αν τα όρια (ακόμα και) του πιο δημοκρατικού εκλογικού νόμου σταματάνε έξω από την είσοδο ενός εργοστασίου, οι υποκριτικές δημοκρατικές ευαισθησίες της χαλαρής αστικής δημοκρατίας, της ΔΦΑ και της ΕΕ βρίσκουν τοίχο στο προσφυγικό ζήτημα και τη διαχείρισή του, πχ με την επέμβαση των δυνάμεων καταστολής στις καταλήψεις που στέγαζαν μετανάστες. Όπου ο Σύριζα καταγγέλλει και διαφοροποιείται ως κόμμα, αλλά εγκρίνει και τεκμηριώνει ως κυβέρνηση. Και τα επιχειρήματα του Τόσκα για την οργανωμένη, συλλογική αντιμετώπιση του ζητήματος παίρνουν δικαίως μια θέση στο Τρολο-Πάνθεο.
Κάθε (νέα) Μεταπολίτευση έχει το (νέο) ΠαΣοΚ που της αξίζει. Το παλιό χαρακτήριζε "απλή αλλαγή φρουράς" τη μεταπολίτευση. Το καινούριο ομνύει σε μια Νέα Μεταπολίτευση, νέα αλλαγή φρουράς, αλλά ποντάρει πως θα βγαίνει πάντα στον αφρό, όσο έχει ποταμίσια αντιπολίτευση, που το εγκαλεί, γιατί σκορπίζει πόρους στη δωρεάν μετακίνηση των ανέργων -κι όχι στην ανάπτυξη. Είναι απλώς μια διαφορά φάσης, όχι ποιότητας.
ΤΖΙΑ ΓΙΟΒΑΝΗ: Ο θάνατος της Τζίας Γιοβάνη, που διατηρούσε τη στήλη με τις κινηματογραφικές κριτικές στο Ριζοσπάστη, μετά από σκληρή και πολύχρονη μάχη με τον καρκίνο (που κατάφερε να τον νικήσει την πρώτη φορά), μας δίνει αφορμή να θυμηθούμε την πολύ εύστοχη κριτική της για τον Κυνόδοντα, που έγινε -άθελά της και με διαφορά από το δεύτερο- το πιο γνωστό της κείμενο, μόλις μπήκε στο στόχαστρο του βαθέως ίντερνετ, που πίστεψε πως βρήκε λαβράκι για αξιοποίηση.
Έχει ενδιαφέρον να δούμε ποιος θα είναι κι ο αντικαταστάτης της σε μια στήλη με ειδικό βάρος, που έχει φιλοξενήσει σημαντικές υπογραφές, από του Ραφαηλίδη μέχρι του Αντωνάκου...
ΦΕΣΤΙΒΑΛ: τις προηγούμενες μέρες βγήκε το αρχικό σχέδιο προγράμματος (σαν βαρυσήμαντο ντοκουμέντο ακούγεται) για το κεντρικό φεστιβάλ στην Αθήνα. Το οποίο έχει φέτος ως σύνθημα ένα στίχο του Χικμέτ (να προχωράς καθώς προβαίνει μπρος η ιστορία) με το τετράπτυχο: αγώνας-γνώση-τόλμη και αντοχή, που θυμίζει ένα παλιό παρανόμι του Βουρνούκιου από τους Υπεραστικούς (οι πιο παλιοί σφοι αναγνώστες θα το θυμούνται). Και νομίζω πως δε θα αργήσει η ώρα που το σύνθημα θα είναι ο στίχος του Αλκαίου από τη Ρόζα. Όχι για τα κομπιούτερς και τους αριθμούς, που εκφράζει τη γνήσια, μπρεζνιεφική αμηχανία μπρος στο τρένο της ΕΤΕ, που έρχεται καταπάνω μας. Ο άλλος που λέει: πώς η ανάγκη γίνεται ιστορία... Κι ελπίζω μέχρι τότε να πείσω κι ένα σφο να κάνει ερμηνευτική ανάλυση των στίχων και των βαθύτερων νοημάτων του ποιητή.
Κατά τα άλλα και σε μια πρώτη ανάγνωση, δύο είναι τα καινούρια ονόματα που ξεχωρίζουν. Ο Στάθης Δρογώσης, που επισφραγίζει με εμφατικό, συμβολικό τρόπο τη ρήξη του με τις αυταπάτες για το Σύριζα και την κυβερνώσα αριστερά. Και από τα πιο εμπορικά (που είναι σαν αναγκαίο κακό, αλλά είναι πάντα καλοδεχούμενα, εφόσον κάνουν μια δύσκολη, αντιεμπορική επιλογή, και έρχονται στο Φεστιβάλ) τους Ονιράμα στη νεανική σκηνή. Που ελπίζω να τους περιλάβει στο πρόγραμμά του ο Ζαραλίκος, που βγαίνει ακριβώς πριν από αυτούς...
ΠΟΚΕΜΟΝ: Χούντα δε γνωρίσαμε, ούτε δημοκρατία...
Αυτός ο στίχος μου ερχόταν συνειρμικά τις τελευταίες μέρες, με την επέτειο της μεταπολίτευσης και τη μόδα με τα πόκεμον, που δεν πρόλαβα (από την ανάποδη) να τα γνωρίσω στη γενιά μου. Μου φαίνονταν ούτως ή άλλως άθλια, αλλά είχα μεγαλώσει αρκετά, για να αφορούν τα παιδιά της ηλικίας μου και να ξέρω τι ακριβώς είναι. Ο Sniper που ξέρει (χωρίς να του αρέσουν) λέει πώς πήγαν κόντρα στον κανόνα της επιτυχίας, πρώτα κινούμενο σχέδιο - μετά video game, και έγιναν γνωστά πρώτα ως παιχνίδι, προτού εξελιχθούν σε κινούμενο σχέδιο. Κάτι σαν τη δική μας ελληνική ιδιαιτερότητα, που εκφράστηκε κυρίως επί μεταπολίτευσης. Και αφού δηλ τα Πόκεμον επιστρέφουν στη μόδα, γιατί να μη γίνει του συρμού και η Νέα Μεταπολίτευση του Σύριζα; Παραμύθια για τα μικρά παιδιά είναι και τα δυο...
Συγχώρα με που δεν καταλαβαίνω τι λένε τα κομπιούτερς κι οι αριθμοί
Όταν λοιπόν κάνει τον κύκλο της κι επιστρέφει στα πράγματα μια μόδα που δεν την πρόλαβες (από την ανάποδη) καν ως παιδί, καταλαβαίνεις πως αρχίζουμε να γερνάμε επικίνδυνα. Και δυσκολεύεσαι να παρακολουθήσεις την ορολογία της νεολαίας, τις εννοιολογικές-ιδεολογικές μετατοπίσεις, και το γενικό νόημα. Τι είναι anime, τι είναι manga, τι λένε τα κομπιούτερς κι οι αριθμοί. Γιατί παθιάζεται ο κόσμος με τα παραμύθια για τον εκλογικό νόμο, το σύνταγμα, τη Νέα Μεταπολίτευση κι ως πότε θα την πατά με χάντρες και καθρεφτάκια του εποικοδομήματος για ιθαγενείς;
Μήπως εσύ καταλαβαίνεις Ρόζα; Ή χάνεις κι εσύ τον μπούσουλα, που σε έκαναν θεωρητικό ίδρυμα στις Βρυξέλες και συνιστώσα της κυβερνώσας αριστεράς (Ρόζα), μαζί με την αλήστου μνήμης ΚΟΕ, που έβαζε το σύνθημα για τη "Μεταπολίτευση του Λαού"; Κι άσε να μην πιάσουμε τη συζήτηση για περασμένα μεγαλεία, όταν υπήρχε η χώρα των σοβιέτ και σπουδαία παιδικά προγράμματα σαν την Φρ-ουτοπία που κυνηγάμε, γιατί θα μελαγχολήσουμε χειρότερα.
Κι αν εμείς τελικά γεράσαμε και δεν καταλαβαίνουμε, πώς ακριβώς ορίζεται το φρέσκο; Τι καινούριο υπάρχει στα γλυκερά φληναφήματα για έναν ανθρώπινο καπιταλισμό και την παμπάλαια σκουριά της σοσιαλδημοκρατίας; Τι νέο κι ελπιδοφόρο υπάρχει στον μαζικό παλιμπαιδισμό να κυνηγάς Πόκεμον στη μέση του δρόμου και πολιτικές χίμαιρες για νόστιμες ομελέτες χωρίς να σπάσουμε αυγά;
ΜΕΤΑΠΟΛΙΤΕΥΣΗ: Οι φαιδρές, χαλαρές πόζες των δελφίνων της αστικής εξουσίας στο προεδρικό Μέγαρο, γύρω από το χαλαρό Πάκη, που δεν είχε χρυσαυγίτες γύρω του και ήταν χαλαρός -όχι όπως τότε, με τον τραμπουκισμό του Κασιδιάρη στην Κανέλλη, όπου ήταν σφιγμένος, συγκρατημένος και δεν μπορούσε ούτε αντανακλαστικά να κινηθεί και να αντιδράσει- είναι η εικόνα παρακμής της... χαλαρής, αστικής δημοκρατίας, που δείχνει όμως τα δόντια της, όταν χρειάζεται.
Κι αν τα όρια (ακόμα και) του πιο δημοκρατικού εκλογικού νόμου σταματάνε έξω από την είσοδο ενός εργοστασίου, οι υποκριτικές δημοκρατικές ευαισθησίες της χαλαρής αστικής δημοκρατίας, της ΔΦΑ και της ΕΕ βρίσκουν τοίχο στο προσφυγικό ζήτημα και τη διαχείρισή του, πχ με την επέμβαση των δυνάμεων καταστολής στις καταλήψεις που στέγαζαν μετανάστες. Όπου ο Σύριζα καταγγέλλει και διαφοροποιείται ως κόμμα, αλλά εγκρίνει και τεκμηριώνει ως κυβέρνηση. Και τα επιχειρήματα του Τόσκα για την οργανωμένη, συλλογική αντιμετώπιση του ζητήματος παίρνουν δικαίως μια θέση στο Τρολο-Πάνθεο.
Κάθε (νέα) Μεταπολίτευση έχει το (νέο) ΠαΣοΚ που της αξίζει. Το παλιό χαρακτήριζε "απλή αλλαγή φρουράς" τη μεταπολίτευση. Το καινούριο ομνύει σε μια Νέα Μεταπολίτευση, νέα αλλαγή φρουράς, αλλά ποντάρει πως θα βγαίνει πάντα στον αφρό, όσο έχει ποταμίσια αντιπολίτευση, που το εγκαλεί, γιατί σκορπίζει πόρους στη δωρεάν μετακίνηση των ανέργων -κι όχι στην ανάπτυξη. Είναι απλώς μια διαφορά φάσης, όχι ποιότητας.
ΤΖΙΑ ΓΙΟΒΑΝΗ: Ο θάνατος της Τζίας Γιοβάνη, που διατηρούσε τη στήλη με τις κινηματογραφικές κριτικές στο Ριζοσπάστη, μετά από σκληρή και πολύχρονη μάχη με τον καρκίνο (που κατάφερε να τον νικήσει την πρώτη φορά), μας δίνει αφορμή να θυμηθούμε την πολύ εύστοχη κριτική της για τον Κυνόδοντα, που έγινε -άθελά της και με διαφορά από το δεύτερο- το πιο γνωστό της κείμενο, μόλις μπήκε στο στόχαστρο του βαθέως ίντερνετ, που πίστεψε πως βρήκε λαβράκι για αξιοποίηση.
Έχει ενδιαφέρον να δούμε ποιος θα είναι κι ο αντικαταστάτης της σε μια στήλη με ειδικό βάρος, που έχει φιλοξενήσει σημαντικές υπογραφές, από του Ραφαηλίδη μέχρι του Αντωνάκου...
ΦΕΣΤΙΒΑΛ: τις προηγούμενες μέρες βγήκε το αρχικό σχέδιο προγράμματος (σαν βαρυσήμαντο ντοκουμέντο ακούγεται) για το κεντρικό φεστιβάλ στην Αθήνα. Το οποίο έχει φέτος ως σύνθημα ένα στίχο του Χικμέτ (να προχωράς καθώς προβαίνει μπρος η ιστορία) με το τετράπτυχο: αγώνας-γνώση-τόλμη και αντοχή, που θυμίζει ένα παλιό παρανόμι του Βουρνούκιου από τους Υπεραστικούς (οι πιο παλιοί σφοι αναγνώστες θα το θυμούνται). Και νομίζω πως δε θα αργήσει η ώρα που το σύνθημα θα είναι ο στίχος του Αλκαίου από τη Ρόζα. Όχι για τα κομπιούτερς και τους αριθμούς, που εκφράζει τη γνήσια, μπρεζνιεφική αμηχανία μπρος στο τρένο της ΕΤΕ, που έρχεται καταπάνω μας. Ο άλλος που λέει: πώς η ανάγκη γίνεται ιστορία... Κι ελπίζω μέχρι τότε να πείσω κι ένα σφο να κάνει ερμηνευτική ανάλυση των στίχων και των βαθύτερων νοημάτων του ποιητή.
Κατά τα άλλα και σε μια πρώτη ανάγνωση, δύο είναι τα καινούρια ονόματα που ξεχωρίζουν. Ο Στάθης Δρογώσης, που επισφραγίζει με εμφατικό, συμβολικό τρόπο τη ρήξη του με τις αυταπάτες για το Σύριζα και την κυβερνώσα αριστερά. Και από τα πιο εμπορικά (που είναι σαν αναγκαίο κακό, αλλά είναι πάντα καλοδεχούμενα, εφόσον κάνουν μια δύσκολη, αντιεμπορική επιλογή, και έρχονται στο Φεστιβάλ) τους Ονιράμα στη νεανική σκηνή. Που ελπίζω να τους περιλάβει στο πρόγραμμά του ο Ζαραλίκος, που βγαίνει ακριβώς πριν από αυτούς...
17 σχόλια:
Ωραίο κείμενο, απολίθωμα. Διάβασα κι εγώ χτες τα δυσάρεστα για το θάνατο της Τζίας. Θα μάς λείψει...
Και μια παρατήρηση: ναι η στήλη κριτικής κινηματογράφου του "Ρ" έχει φιλοξενήσει κατά καιρούς πολύ σημαντικούς ανθρώπους -καμιά αντίρρηση. Είχε όμως φιλοξενήσει στα 80ς για αρκετά χρόνια και τον ανεκδιήγητο Δημήτρη Δανίκα (ο οποίος, τρομάρα μας, ήταν και μέλος του Κόμματος -όχι παίζουμε)...
Έχει ενδιαφέρον να δούμε ποιος θα είναι κι ο αντικαταστάτης της σε μια στήλη με ειδικό βάρος, που έχει φιλοξενήσει σημαντικές υπογραφές, από του Ραφαηλίδη μέχρι του Αντωνάκου...
Και ―για μας τους παλαιότερους και γηραιότερους― του Δανίκα, χα, χα, χα...
Παρατηρητικός
Nαι, θυμάμαι κι εγώ να διαβάζω με απορία αρχικά, με αγανάκτηση αργότερα, τους διθυράμβους του Δανίκα γιά κάθε κινηματογραφική παπαριά, που μας ερχόταν από τον υπαρκτό της παρακμής: Βάϊντα, "Ανθρωπος από Μάρμαρο" κλπ. Δεν είχα και καλή σχέση με την Εβδόμη Τέχνη - με τρόμαζε η δύναμη της υποβολής, που κατέχει ένας σκοτεινός χώρος μπροστά σε μία οθόνη, όπου κυριαρχεί η άποψη του σκηνοθέτη....
Ο Αντωνάκος κι ο Δημήτρης ο Σπύρου με συμφιλίωσαν, καθώς με έμαθαν να "βλέπω" σινεμά.
Η Τζία μου φαινόταν πολύ κουλτουριάρα, ελιτίστρια, τόσο, που την υπέροχη κριτική της στον "κυνόδοντα" την θεώρησα ...καθοδηγητική παρέμβαση, δηλ. ότι την έγραψε κατόπιν εντολής! Σήμερα, διαβάζοντας το συγκινητικό βιογραφικό της, είδα, πόσο έξω είχα πέσει. Κι εδώ αξίζει να σκεφτούμε πόση αξία έχει η σωστή εκλαϊκευση, (που δε σημαίνει καθόλου "απλοποίηση"), για μας, που όσο νάναι ...."στερούμαστε καλλιτεχνικά"!
Ο Αντωνάκος κατέβαινε σε μένα, η Τζία ζητούσε να ανεβώ σ' αυτήν....
--------------------------------
Κατά τα λοιπά της επικαιρότητας, μην παραβλέπουμε ότι....
.... μας φάγανε το ΕΚΑΣ, οι βέβηλοι!
(Αυτό, από μένα, σαν σπονδή στη μνήμη μιας σπουδαίας κομμουνίστριας όπως η Τζία Γιοβάνη.)
http://www.902.gr/sites/default/files/MediaV2/20160730/kentriki_omilia_29_7_2016.pdf
Λένε τα παιδιά από τη Κρήτη:
"Κάθε μέρα όλο και περισσότεροι συνειδητοποιούν ότι ο κόσμος αυτός παραδομένος στην βαρβαρότητα του καπιταλισμού έχει φάει τα ψωμιά του.
Σαπίζει και η μπόχα αρχίζει να γίνεται αφόρητη παρά τις προσπάθειες της προπαγάνδας τους.
Όλο και περισσότεροι συνειδητοποιούν ότι η Ανάγκη έχει ωριμάσει και πρέπει να γίνει Ιστορία.
Πρέπει όμως να ωριμάσει και η Οργή γιατί πολύ καιρό έχουν κλείσει την Ιστορία στα κελιά της Σιωπής.
Ας κάνουμε λοιπόν την αγανάκτηση μας Οργή Λόγο και Πράξη
Λόγο και Πράξη επίθεσης και ανατροπής.
Δεν έχουμε δικαίωμα να παραδώσουμε αυτή τη σαπίλα στην επόμενη γενιά."
Και άλλα πολλά σαν αυτό το κουφό:
[από την Βαρσοβία 2016]
Ούτε, για τα μάτια του κόσμου, ένα αστεράκι από την αποβουτυρωμένη αριστερή κυβέρνηση.
Η μόνη διαφοροποίηση του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα, και αυτό ας του το αναγνωρίσουμε, είναι ότι ήταν ο μόνος από τους ηγέτες που δεν φορούσε γραβάτα.
Ξεχώριζε…
Από το ίδιο:
http://www.902.gr/sites/default/files/MediaV2/20160730/kentriki_omilia_29_7_2016.pdf
Μικρέ γιε της Ρόζας, νάσαι καλά!
Υπέροχη πολιτική ανασκόπηση, όπλο για τον αγώνα μας.
Την διαδίδουμε!
Δε θυμάμαι πού ακριβώς το λέει ο Ραφαηλίδης -πιθανότατα στο "ημιτελές μνημόσυνο" που έχει αρκετά αυτοβιογραφικά στοιχεία. Ήταν να αναλάβει -ή ανέλαβε για λίγες μέρες, τις πρώτες της Μεταπολίτευσης- τη στήλη, αποφάσισε ότι είναι καλύτερο να μην το κάνει και υπέδειξε στην εφημερίδα τον αντικαταστάτη της. Έτσι περίπου το θυμάμαι, οπότε ελπίζω να μην το διαστρεβλώνω καθώς το μεταφέρω από μνήμης.
Γιε της Ρόζας, το προλεκάλτ σημείο με την αποβουτυρωμένη κυβέρνηση μου θύμισε συνειρμικά μια άλλη μεγάλη στιγμή του Ρίζου, που έχει στοιχειώσει τα πρωινά της Ρένας Δουρου-τι. Αλλά δε θα την κάψω εδώ, για να πειστεί να γράψει ένα σχετικό κείμενο.
"Ο Αντωνάκος κατέβαινε σε μένα, η Τζία ζητούσε να ανεβώ σ' αυτήν...."
Και απο πότε είναι αυτό πρόβλημα;
Eren Jaeger
Αντιγράφω αποσπάσματα από το τελευταίο κεφάλαιο του μνημόσυνου σε έναν ημιτελή θάνατο.
Το καταπληχτικό είναι πως την πλήρη ανατροπή της ζωής μου από το 1974 και μετά, προς το καλύτερο από ιδιωτικής και προς το χειρότερο από κομουνιστικής απόψεως, τη χρωστώ σ' έναν θέσει κομμουνιστή. Τον συνάδελφο Δημήτρη Δανίκα. Ο ίδιος δεν το ξέρει, αλλά αυτό δεν έχει καμιά σημασία.
Λοιπόν, αν το 1974 δεν εμφανιζόταν ο Δανίκας να ζητήσει δουλειά στο "Ριζοσπάστη" εγώ θα ήμουν ακόμα εκεί. Και μάλλον δε θα 'φευγα τώρα, μαζί με τους ανανεωτές.
Ακούστε λοιπόν πώς έγινε και με βοήθησε το ΚΚΕ να οργανώσω τη ζωή μου κομμουνιστικά μεν, ιδιωτικά δε, πράγμα που σε καμιά περίπτωση δε θα συνέβαινε αν παρέμενα στο Ριζοσπάστη.
Αμέσως μετά την πρώτη της χούντας και την αποκατάσταση της δημοκρατίας, με καλούν απ' το ΚΚΕ, πρώτα να την οργανώσω μαζί με τέσσερις άλλους κι ύστερα να δουλέψω στην εφημερίδα "Νέα Ελλάδα", βραχύβια μητρική εφημερίδα του Ριζοσπάστη που τότε δεν μπορούσε να κυκλοφορήσει το όνομά του γιατί το ΚΚΕ δεν είχε νομιμοποιηθεί ακόμα.
Ήμαασταν πέντε οι πρωτόκλητοι. Πάρα πολύ σύντομα γίοναμε είκοσι πέντε. Και σε χρόνο ρεκόρ βγάζουμε το πρώτο φύλλο της "Νέας Ελλάδας" δηλαδή του Ριζοσχπάστη που ακόμα δε λέει το όνομά του, για λόγους καθαρά τυπικούς. Όμως, πάνω που αρχίζει να στρώνει η εφημερίδα και να ξεπερνάει τις δυσκολίες του δοκιμαστικού της σταδίου, μου τηλεφωνεί ο καλός μου φίλος Κωστής Σκαλιώρας και με ρωτάει αν θέλω να τον αντικαταστήσω ως κινηματογραφικός κριτικός στην εφημερίδα Το Βήμα. Ο ίδιος θα πήγαινε στο ραδιόφωνο μαζί με τον Παύλο Ζάννα και άλλους, να το αναδιοργανώσουν δημοκρατικά.
Λέω στους συντρόφους το και το. Και τους ρωτάω αν πρέπει ή δεν πρέπει να πάω σε μια "αστική" εφημερίδα. Ήθελα πολύ να πάω, αλλά δεν ήθελα να φύγω χωρίς την άδειά τους. Αν έφευγα, η εφημερίδα θα έ,ενε χωρίς κινηματογραφικό κριτικό. Συμφωνήσαμε λοιπόν να μη φύγω αν δε βρούμε κινηματογραφικό κριτικό. Αλλά τον κινηματογραφικό κριιτικό δεν τον βρίσκεις απ' τις μικρές αγγελίες και η προθεσμία που μου είχαν δώσει απ' το Βήμα είχε ήδη εξαντληθεί. Για να μπαλώσουμε τα πράγματα, αποφασίζουμε να γράφω και στις δύο εφημερίδες, στο Βήμα με το όνομά μου, και στο Ριζοσπάστη με το ψευδώνυμο Βάσος Αποστόλου, που το είχα χρησιμοποιήσει και παλιότερα. (Το όνομα του πατέρα μου το είχα κάνει επίθετο).
Όμως ο καιρός περνούσε και κινηματογραφικό κριτικό δεν μπορούσαμε να βρούμε. Οπότε αποφασίζω να εκγαταλείψω το Βήμα και να επιστρέψω στο Ριζοσπάστη, όπου ακόμα δεν είχα γράψει τίποτα με το όνομά μου. Συνεπώς, η αντικατάσταση του ψευδώνυμου με το πραγματικόμου όνομα θα γινόταν αντιληπτή σα "μεταγραφή" ενός γραφιά απ' τον "αστικό" στον κομουνιστικό Τύπο, και το πράγμα θα έμοιαζε λιγάκι με νίκη του κομουνιστικού επί του "αστικού" Τύπου. Τρομάρα μας, δηλαδή. Πάντως, ελέχθη κι αυτό πάνω στον επαναστατικό ενθουσιασμό μας.
Μέσα σε αυτό το συνειδησιακό κομφούζιο, από τη μια να μη θέλω να φύγω από το Βήμα όπου μόλις είχα πάει, κι απ' την άλλη να πρέπει να φύγω γιατί το κομμουνιστικό καθήκον με καλούσε στην καταστροφή, νάσου ένας φίλος, που μου λέει περιχαρής: σου βρήκα αντικαταστάτη στο Ριζοσπάστη. Πού, ποιος, πο΄πυντος, του λέω. Δέστον και φέροτν μην το μετανοιώσει, του λέω. Το δέστον, που είπα, είχε το νόημά του. Αφού θα ήταν "δικός μας" θα μπορούσαμε και να τον δέσουμε. Α, μπα, μου λέει ο φίλος, δεν είναι δικός μας, αριστεριστής είναι, μαοϊκός νομίζω. Κοίτα, του λέω, μην πεις σε κανέναν εδώ μέσα πως είναι μαοϊκός ο άνθρωπος και χαλάσει η δουλειά, γιατί θα σε κρεμάσω. Να λες πως είναι κομμουνιστής βέρος και με τη βούλα. Άλλωστε αν δεν είναι θα γίνει, όπως όλοι εδώ πέρα. Όλοι όσοι πιάνουν δουλειά στο κόμμα, γίνονται αυτομάτως κομουνιστές, τους αρέσει δεν τους αρέσει, το θέλουν δεν το θέλουν. Αν δεν ξεχάσει ο φίλος τους μαοϊκούς σε δυο μήνες να μου τρυπήσεις τη μύτη, του λέω.
Ο αντικαταστάτης μου, που λεγόταν Δημήτρης Δανίκας, μόλις είχε έρθει από το Λονδίνο. Δεν τον γνώριζα, ούτε θα τον γνωρίσω όσο είμαι ακόμα στην εφημερίδα. Γιατί με το που μου λεν πως βρέθηκε κινηματογραφικός κριτικός και πριν αρχίσουν τίποτα ψαξίματα για τα φρονήματά του, την κοπανάω για ΤΟ Βήμα και δεν ξαναπατάω στο Ριζοσπάστη.
Τα πράγματα στη συνέχεια εξελίχτηκαν όπως έπρεπε να εξελιχτούν. Ο Δημήτρης συντομότατα έγινε ένας πολύ καλός κομουνιστήυς και παρέμεινε καλός κομουνιστής μέχρι πριν από δυο χρόνια που βρήκε καλύτερη δουλειά από το να είναι επαγγελματίας κομουνιστής και πήγε στο συγκρότημα Λαμπράκη, αντικαθιστώντας, πολύ ετεροχρονισμένα, εμένα, που είχα φύγει από κει οτ 1983 με το κλείσιμο του καθημερινού Βήματος για να πάω στο Έθνος.
Αυτός ο άνθρωπος θάλεγες πως τρέχει από πίσω μου.
@ Σφυροδρέπανο
Αυτό με την Ρένα Δούρου - τι έχει καεί σε προγενέστερη ανάρτηση, νομίζω στα σχόλια και το σταματάω εδώ για να μην μαγαρίσω την όμορφη ανάρτηση. Εντάξει, το μόνο που μπορώ να πω, είναι ότι είναι ρευστό και δεν ρουφιέται. Ή ρουφιέται; Δεν ξέρω, οι απόψεις διίστανται.
Β.Δ.
Από σπόντες έχει πολλές και διάφορες (αλλιώς δε θα ήταν Ραφαηλίδης) αλλά τις παρέλειψα για την οικονομία του σχολίου.
Τόσο για το συνασπισμό μετά τη διάσπαση, όσο και για τους κομμουνιστές, που δεν ευδοκιμούν στο κόμμα. Ή και για τον εαυτό του, που λειτουργούσε πάντα με κριτήριο το βόλεμα, και ευτυχώς που έφυγε από το ριζοσπάστη, γιατί πώς θα πλούτιζε χωρίς τύψεις συνείδησης και δουλεύοντας εκεί. Όλα μεταξύ σοβαρού και αστείου, χωρίς να μπορείς να ξεχωρίσεις ποιο είναι το κυρίαρχο κάθε φορά.
Το βιβλίο έχει γενικότερο ενδιαφέρον πάντως, πχ για τη χρηματοδότηση του Ραφαηλίδη από το ίδρυμα Φορντ. Δε λέει μα-μου, αλλά ότι τα πήρε χωρίς αυταπάτες και με πλήρη επίγνωση.
Θα προσθέσω ως γηραιός και παλιός ―για να μην ξεχάσω και το του φανταριλικιού «ο παλιός είναι αλλιώς»― και μια λεπτομέρεια από τις προσωπικές μου αναμνήσεις σχετικά με τη θητεία του μακαρίτη του Βασίλη του Ραφαηλίδη αρχικά στη «Νέα Ελλάδα» και μετά στο «Ριζοσπάστη», λεπτομέρεια που έχει τη σημασία της και δεν ξέρω αν την αναφέρει ο Ραφαηλίδης, αφού δεν έτυχε να διαβάσω το σχετικό του βιβλίο. Λοιπόν τον Ραφαηλίδη τον έφερε στη «ΝΕ» και μετά στο «Ρ» ο Ζήνωνας ο Ζορζοβίλης, μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ και φυλακισμένος από τα τέλη της δεκαετίας του ’60 ή τις αρχές της δεκαετίας του ’70 για παράβαση του ΑΝ 509/1947 κλπ. (είχε έρθει παράνομα στην Ελλάδα από τη Ρουμανία για να βοηθήσει στην κομματική οικοδόμηση των παράνομων οργανώσεων). Ο Ζορζοβίλης που μόλις είχε βγει από τη φυλακή με την πτώση της χούντας, ήταν συντοπίτης ή κοντοχωριανός του πατέρα του Ραφαηλίδη. Όλοι στην οικογένεια του Βασίλη του Ραφαηλίδη ―κι ο ίδιος (σε μικρή ηλικία) φυσικά― είχαν τραβήξει τα πάνδεινα προσπαθώντας υπό εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες να οργανώσουν στην περιοχή τους στη Μακεδονία τη στρατολογία και τις εφεδρείες του ΔΣΕ (εκεί θα πρέπει να είχαν συνεργαστεί κομματικά, Ζορζοβίλης και Ραφαηλίδης πατέρας). Ο Ζορζοβίλης έκανε μετά στην Κεντρική Διαφώτιση του ΔΣΕ και πέρασε στην πολιτική υπερορία το 1949 για να γυρίσει στην Ελλάδα όπως περιέγραψα προηγουμένως. Η στενή φιλία μεταξύ Ζήνωνα Ζορζοβίλη που τον γνώρισα όταν ήταν διευθυντής της «Σύγχρονης Εποχής», και Βασίλη Ραφαηλίδη διατηρήθηκε μέχρι το τέλος της ζωής τους (δεν θυμάμαι ποιος από τους δυο «έφυγε» πρώτος). Αν ο Δημήτρης ο Δανίκας ήταν εκείνη την εποχή μαοϊκός δεν ξέρω, γιατί δεν τον γνώρισα πολύ και καλά (μια και μόνη φορά είχαμε κουβεντιάσει, με είχε συμβουλέψει να μην γίνω επαγγελματίας δημοσιογράφος και πράγματι δεν έγινα, όχι όμως επειδή ακολούθησα τη συμβουλή του· αργότερα γνώρισα και τον αδελφό του που ήταν σκηνοθέτης), αλλά σίγουρα μαοϊκός (μάλλον επιρροή του ΕΚΚΕ) ήταν ο πρώτος μουσικοκριτικός στο «Ρ» της μεταπολίτευσης, Χάρης Βρόντος που έμεινε, αν δεν με απατά η μνήμη μου, αρκετά χρόνια στο πόστο του. Αξέχαστα χρόνια…
Παρατηρητικός
Τα αδέρφια από τους Ονειράμα είχαν δηλώσει δημόσια στήριξη στο ΚΚΕ στις εκλογές του 2009. Γι αυτό προσωπικά δεν μου έκανε εντύπωση. Στη μεγάλη συναυλία της οποίας προηγείται ο Μαρκόπουλος άραγε ποιοί θα την κάνουν; Θα είναι κάτι μεγαλύτερο και από Μαρκόπουλο;
Μεγάλη απώλεια ο θάνατος της Τζίας...
Δημοσίευση σχολίου