Μες στη βδομάδα τελείωσε η φετινή σχολική χρονιά και χιλιάδες δάσκαλοι, αναπληρωτές και μη (γιατί η ΔΦΑ δεν κάνει διακρίσεις ανάμεσα σε βασιλιάδες και υπηκόους) κάθονται σε αναμμένα κάρβουνα -άσχετα από τον καύσωνα- χωρίς να γνωρίζουν πού θα βρεθούν του χρόνου, αν θα έχουν δουλειά κι ένα σταθερό σημείο αναφοράς -όσο σταθερό μπορεί να θεωρηθεί να αλλάζεις έδρα και νομό κάθε χρόνο, σαν περιφερόμενος θίασος. Σχετικά είναι όλα σε αυτή τη ζωή και το πρόβλημα είναι ότι οι συγκρίσεις γίνονται πάντα προς τα κάτω, με γνώμονα το χειρότερο και την κατσίκα του γείτονα που πρέπει να ψοφήσει.
Από τη φύση της δουλειάς τους, οι δάσκαλοι είναι αυτοί που μπορούν να καταλάβουν καλύτερα από εμάς τους υπόλοιπους, πόσο σημαντικό είναι όχι απλά να έχεις δίκιο και να λες κάτι σωστό, το οποίο επιβεβαιώνεται στην πράξη, αλλά να έχεις μεταδοτικότητα, για να μπορείς να το περάσεις στις μάζες, ενίοτε και με κάποια τεχνικά τεχνάσματα, για να τραβήξεις την προσοχή τους, πρωτίστως όμως καλλιεργώντας τη φιλομάθεια και την αυτενέργεια, γιατί η απελευθέρωση μπορεί να είναι μόνο δικό τους έργο, αλλιώς θα έχει κοντά και πήλινα πόδια. Είναι άλλο να πηγαίνεις δασκαλεμένος, για να πετύχεις κάτι κι άλλο να το έχεις διδαχτεί ουσιαστικά και να το έχεις αφομοιώσει δημιουργικά.
Ξέρουν πως το καλό λέγειν -που θα μας οδηγήσει διαλεκτικά στον καλό Λένιν- δεν είναι απλό χάρισμα, αλλά ικανότητα που καλλιεργείται, όσο βγαίνεις από τα σκοτεινά γραφεία κι έρχεσαι σε τριβή κι επαφή με τον έξω κόσμο. Και πως δεν έχει καμία απολύτως αξία να κάθεσαι να καμαρώνεις για τις γνώσεις που έχεις συγκεντρώσει, αν δεν τις μοιράζεσαι ή ότι δεν προσφέρει τίποτα να βλέπεις μόνο εσύ κάτι, αν δεν μπορείς να το δείξεις και στους άλλους (ή στο κόμμα). Γι' αυτό κι η περιβόητη "κοινωνία της γνώσης" (στο βαθμό που σημαίνει κάτι πέρα από το γνωστό αστικό ιδεολόγημα) δεν μπορεί να βρει την πλήρη έκφρασή της παρά μόνο στην αταξική κοινωνία του μέλλοντος, όπου οι γνώσεις κι η προσωπική ανάπτυξη του καθενός θα είναι προϋπόθεση για την καλλιέργεια των άλλων, και δε θα φυλακίζονται πίσω από πατέντες και πνευματικά δικαιώματα, για να γίνουν εμπόρευμα.
Ξέρουν πως η γνώση είναι άπειρη, το κυνήγι της διαρκές, κι όσο περισσότερη κατακτάς, τόσο περισσότερα ερωτήματα ξεπροβάλλουν, αυξάνοντας τη σχετική άγνοια, όχι όμως τον αγνωστικισμό. Γι' αυτό και δεν μπορούν να ανεχτούν τους αυτάρεσκους ξερόλες.
Γνωρίζουν επίσης πως η διδασκαλία είναι μια αμφίδρομη διαδικασία, όπου η πρωτοπορία δε καθοδηγεί μόνο με ντιρεκτίβες, αλλά μαθαίνει συνεχώς από τις μάζες, τις πρωτοβουλίες τους, από τη ζωντανή πείρα που εμπλουτίζει τις αφηρημένες μας γνώσεις. Προτιμούν να λύνουν υπομονετικά όσες απορίες προκύπτουν, δεν κουνάνε ποτέ επιτιμητικά κι αφ' υψηλού το δάχτυλο στις μάζες κι αποφεύγουν να χρησιμοποιήσουν πειθαρχικά μέτρα, παρά μόνο όταν είναι απολύτως απαραίτητο.
Καταλαβαίνουν πολύ καλά το κλασικό πρακτικό δίλημμα κάθε πρωτοπορίας, αν πρέπει να συνεχίσει το μάθημα με τους λιγοστούς προχωρημένους που το καταλαβαίνουν με την πρώτη ή να περιμένουν για να προχωρήσουν με όλη την τάξη και να κρατήσουν πίσω τους υπόλοιπους, "πέφτοντας" στο επίπεδο του πιο αδύναμου κι αδιάφορου μαθητή. Και πως το ζητούμενο δεν είναι ούτε το πρώτο, ούτε το δεύτερο, αλλά να ανεβάσουν συλλογικά το επίπεδο όλης της (εργατικής) τάξης.
Ότι η οργάνωση είναι μεγάλο σχολείο, που σου αφήνει πάντα κάτι, άσχετα αν δεν καταφέρνουν όλοι να αποφοιτήσουν και κόβονται στα μισά ή τείνουν να γίνουν αιώνιοι κνίτες-φοιτητές, γιατί τα έχουν φορτώσει στον κόκορα. Ότι σε μια σχολική κοινότητα θα βγουν έρωτες, πάθη, κουτσομπολιά, όπως σε κάθε ζωντανό οργανισμό κι ότι δε γίνεται να κολλάμε όλοι με όλους σα χαρακτήρες, οπότε το ερώτημα είναι αν μπορούμε να το διαχειριστούμε προς όφελος του συνόλου.
Ότι είναι πάντα χρήσιμο να μελετάς αρχαία ελληνικά και τους κλασικούς από το πρωτότυπο, αλλά δεν ωφελεί να μένεις φορμαλιστικά στους τύπους, χωρίς να πιάνεις το πνεύμα.
Ότι οι κοοπτάτσιες πρέπει να είναι η εξαίρεση στον κανόνα και να δικαιολογούνται απ' τις συνθήκες, αντίθετα με τους διορισμούς που είναι το ίδιο, αλλά σε διαφορετικά συμφραζόμενα και πρέπει να είναι μαζικοί.
Ότι δεν έχει αλλάξει τίποτα από το δημοτικό και το Μεσοπόλεμο, όταν έμπαινε το σύνθημα από την Κομιντέρν: τάξη εναντίον τάξης.
Ότι αν οι εκπαιδευτικοί τα είχαν όντως λυμένα όλα αυτά, δε θα έπαιζε πρωτεύοντα ρόλο η συζήτηση για την ταξική τους φύση κι αν είναι κυρίαρχα τα μικροαστικά χαρακτηριστικά ή ανήκουν στην "ευρύτερη εργατική τάξη".
Και πως όταν έρχονται τα πάνω-κάτω, το βασικό είναι να βγουν μαζικά κι αποφασιστικά στο δρόμο, για να δικαιολογήσουν επιτέλους αυτό το δεύτερο μισό της παροιμίας: δάσκαλε που δίδασκες και νόμους δεν εκράτεις...
Για να επιβάλουν ως νόμο το δίκιο του εργάτη ή έστω του σύμμαχου εργατικού-λαϊκού στρώματος...
Κάτι που είναι προφανώς δύσκολο (κι αυτό κάνει παρήχηση με το δάσκαλο), αρκεί να μη συγχέουμε τη δυσκολία με τη δυσκοιλιότητα σε οτιδήποτε απαιτεί αγώνα και θυσίες για να ξεφύγουμε από το μίζερο παρόν μας...
Από τη φύση της δουλειάς τους, οι δάσκαλοι είναι αυτοί που μπορούν να καταλάβουν καλύτερα από εμάς τους υπόλοιπους, πόσο σημαντικό είναι όχι απλά να έχεις δίκιο και να λες κάτι σωστό, το οποίο επιβεβαιώνεται στην πράξη, αλλά να έχεις μεταδοτικότητα, για να μπορείς να το περάσεις στις μάζες, ενίοτε και με κάποια τεχνικά τεχνάσματα, για να τραβήξεις την προσοχή τους, πρωτίστως όμως καλλιεργώντας τη φιλομάθεια και την αυτενέργεια, γιατί η απελευθέρωση μπορεί να είναι μόνο δικό τους έργο, αλλιώς θα έχει κοντά και πήλινα πόδια. Είναι άλλο να πηγαίνεις δασκαλεμένος, για να πετύχεις κάτι κι άλλο να το έχεις διδαχτεί ουσιαστικά και να το έχεις αφομοιώσει δημιουργικά.
Ξέρουν πως το καλό λέγειν -που θα μας οδηγήσει διαλεκτικά στον καλό Λένιν- δεν είναι απλό χάρισμα, αλλά ικανότητα που καλλιεργείται, όσο βγαίνεις από τα σκοτεινά γραφεία κι έρχεσαι σε τριβή κι επαφή με τον έξω κόσμο. Και πως δεν έχει καμία απολύτως αξία να κάθεσαι να καμαρώνεις για τις γνώσεις που έχεις συγκεντρώσει, αν δεν τις μοιράζεσαι ή ότι δεν προσφέρει τίποτα να βλέπεις μόνο εσύ κάτι, αν δεν μπορείς να το δείξεις και στους άλλους (ή στο κόμμα). Γι' αυτό κι η περιβόητη "κοινωνία της γνώσης" (στο βαθμό που σημαίνει κάτι πέρα από το γνωστό αστικό ιδεολόγημα) δεν μπορεί να βρει την πλήρη έκφρασή της παρά μόνο στην αταξική κοινωνία του μέλλοντος, όπου οι γνώσεις κι η προσωπική ανάπτυξη του καθενός θα είναι προϋπόθεση για την καλλιέργεια των άλλων, και δε θα φυλακίζονται πίσω από πατέντες και πνευματικά δικαιώματα, για να γίνουν εμπόρευμα.
Ξέρουν πως η γνώση είναι άπειρη, το κυνήγι της διαρκές, κι όσο περισσότερη κατακτάς, τόσο περισσότερα ερωτήματα ξεπροβάλλουν, αυξάνοντας τη σχετική άγνοια, όχι όμως τον αγνωστικισμό. Γι' αυτό και δεν μπορούν να ανεχτούν τους αυτάρεσκους ξερόλες.
Γνωρίζουν επίσης πως η διδασκαλία είναι μια αμφίδρομη διαδικασία, όπου η πρωτοπορία δε καθοδηγεί μόνο με ντιρεκτίβες, αλλά μαθαίνει συνεχώς από τις μάζες, τις πρωτοβουλίες τους, από τη ζωντανή πείρα που εμπλουτίζει τις αφηρημένες μας γνώσεις. Προτιμούν να λύνουν υπομονετικά όσες απορίες προκύπτουν, δεν κουνάνε ποτέ επιτιμητικά κι αφ' υψηλού το δάχτυλο στις μάζες κι αποφεύγουν να χρησιμοποιήσουν πειθαρχικά μέτρα, παρά μόνο όταν είναι απολύτως απαραίτητο.
Καταλαβαίνουν πολύ καλά το κλασικό πρακτικό δίλημμα κάθε πρωτοπορίας, αν πρέπει να συνεχίσει το μάθημα με τους λιγοστούς προχωρημένους που το καταλαβαίνουν με την πρώτη ή να περιμένουν για να προχωρήσουν με όλη την τάξη και να κρατήσουν πίσω τους υπόλοιπους, "πέφτοντας" στο επίπεδο του πιο αδύναμου κι αδιάφορου μαθητή. Και πως το ζητούμενο δεν είναι ούτε το πρώτο, ούτε το δεύτερο, αλλά να ανεβάσουν συλλογικά το επίπεδο όλης της (εργατικής) τάξης.
Ότι η οργάνωση είναι μεγάλο σχολείο, που σου αφήνει πάντα κάτι, άσχετα αν δεν καταφέρνουν όλοι να αποφοιτήσουν και κόβονται στα μισά ή τείνουν να γίνουν αιώνιοι κνίτες-φοιτητές, γιατί τα έχουν φορτώσει στον κόκορα. Ότι σε μια σχολική κοινότητα θα βγουν έρωτες, πάθη, κουτσομπολιά, όπως σε κάθε ζωντανό οργανισμό κι ότι δε γίνεται να κολλάμε όλοι με όλους σα χαρακτήρες, οπότε το ερώτημα είναι αν μπορούμε να το διαχειριστούμε προς όφελος του συνόλου.
Ότι είναι πάντα χρήσιμο να μελετάς αρχαία ελληνικά και τους κλασικούς από το πρωτότυπο, αλλά δεν ωφελεί να μένεις φορμαλιστικά στους τύπους, χωρίς να πιάνεις το πνεύμα.
Ότι οι κοοπτάτσιες πρέπει να είναι η εξαίρεση στον κανόνα και να δικαιολογούνται απ' τις συνθήκες, αντίθετα με τους διορισμούς που είναι το ίδιο, αλλά σε διαφορετικά συμφραζόμενα και πρέπει να είναι μαζικοί.
Ότι δεν έχει αλλάξει τίποτα από το δημοτικό και το Μεσοπόλεμο, όταν έμπαινε το σύνθημα από την Κομιντέρν: τάξη εναντίον τάξης.
Ότι αν οι εκπαιδευτικοί τα είχαν όντως λυμένα όλα αυτά, δε θα έπαιζε πρωτεύοντα ρόλο η συζήτηση για την ταξική τους φύση κι αν είναι κυρίαρχα τα μικροαστικά χαρακτηριστικά ή ανήκουν στην "ευρύτερη εργατική τάξη".
Και πως όταν έρχονται τα πάνω-κάτω, το βασικό είναι να βγουν μαζικά κι αποφασιστικά στο δρόμο, για να δικαιολογήσουν επιτέλους αυτό το δεύτερο μισό της παροιμίας: δάσκαλε που δίδασκες και νόμους δεν εκράτεις...
Για να επιβάλουν ως νόμο το δίκιο του εργάτη ή έστω του σύμμαχου εργατικού-λαϊκού στρώματος...
Κάτι που είναι προφανώς δύσκολο (κι αυτό κάνει παρήχηση με το δάσκαλο), αρκεί να μη συγχέουμε τη δυσκολία με τη δυσκοιλιότητα σε οτιδήποτε απαιτεί αγώνα και θυσίες για να ξεφύγουμε από το μίζερο παρόν μας...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου