Οι μεν συνθήκες ώριμες, το δε πνεύμα απρόθυμο κι ηττοπαθές, μαθημένο να ψάχνει δικαιολογίες και να κρύβεται πίσω από τις (υπερώριμες πάντως) συνθήκες.
Η γιορτή του (λεγόμενου αγίου) πνεύματος είναι τουλάχιστον αυτοαναιρούμενη, εφόσον επαφίεται στην επουράνια επιφοίτησή του και όχι στην επίγεια καλλιέργειά του. Τουλάχιστον βοήθησε όσους έφυγαν το τριήμερο κι απέφυγαν τον καύσωνα της τσιμεντούπολης.
Άσε που είναι ζήτημα ποιοι ακριβώς γιορτάζουν κι αν αργούν μόνο σήμερα ή απέχουν γενικώς από κάθε πνευματική δραστηριότητα. Εξάλλου, κάθε μη χειρωνακτική εργασία, δεν είναι απαραίτητα μια πνευματική διαδικασία, δημιουργική κι ευχάριστη ως απασχόληση. Όπως γράφει στη στήλη του και ο μεγάλος (ηλικιακά) Καίσαρης, το καθημερινό γράψιμο δεν είναι πνευματική εργασία. Και επίσης να προσθέσω πωσ στη μπλογκόσφαιρα και γενικά στο διαδίκτυο παράγουμε περισσότερα κείμενα απ' όσα μπορούμε να καταναλώσουμε, κι είναι αναπόφευκτο κάποιο μπούχτισμα. Η ασφυξία με όσους πουλάνε πνεύμα, με φτηνές (οινο)"πνευματώδεις" ατάκες κι η ατροφία των πνευματικών πνευμόνων που μένουν χωρίς το απαραίτητο οξυγόνο.
Σήμερα το πνεύμα κυλιέται, ξοδεύεται, περιφέρεται άσκοπα, χωρίς να αναπτύσσεται, ψάχνει τρόπο να το σκάσει από την πραγματικότητα, να αποδράσει από τις μίζερες συνθήκες, αντί να κατακτήσει τις μάζες και να γίνει υλική δύναμη.
Το ζητούμενο δεν είναι να αντιπαραθέσουμε μηχανιστικά το ένα απέναντι στο άλλο, το πνεύμα και την ύλη, αλλά να δούμε τη σύνδεσή τους, πώς θα αλλάξουν οι υλικές συνθήκες, για να αλλάξει και το αντιπνευματικό πνεύμα των καιρών, με τους... πνευματικούς και τις καφετζούδες. Κι αντίστροφα, πώς θα σπάσει η δύναμη της συνήθειας-αδράνειας των παθητικών συνειδήσεων, για να χτίσουν την κοινωνία του μέλλοντος, όπου ο βασικός προβληματισμός θα είναι πώς θα δέσουν τα υλικά και τα ηθικά κίνητρα. Γιατί αν υποτιμήσουμε μία από τις δύο πλευρές, θα είναι σα να βαδίζουμε με το ένα πόδι, όπως θα έλεγε και μια κινέζικη παροιμία.
Το ζήτημα είναι να σπάσουμε τον πλαστό δυισμό που αντιπαραθέτει τον ιδεαλισμό στο χυδαίο υλισμό, ενώ δεν είναι παρά οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Να μην αναζητήσουμε με πνεύμα νοσταλγίας κάποιο εξιδανικευμένο παρελθόν, αρχαίο πνεύμα αθάνατο, που το χάσαμε, μαζί με τα πνεύματα (τις ψιλές και τις δασείες) από τη γλώσσα μας και τη διδασκαλία των αρχαίων από το πρωτότυπο (που για κάποιους είναι η βασική αιτία της πνευματικής παρακμής). Αλλά να σκεφτούμε συγκεκριμένα πού και πώς (σε ποια κοινωνία και με ποιους υλικούς όρους) αναπτύχθηκε το πνεύμα, η φιλοσοφία, οι κοινωνικές και ανθρωπιστικές επιστήμες. Και να προσπαθήσουμε παράλληλα να ερμηνεύσουμε πώς εκεί η θεωρία έγινε θεραπαινίδα της πράξης και ξέπεσε στο επίπεδο της στείρας απολογητικής.
Η γιορτή του (λεγόμενου αγίου) πνεύματος είναι τουλάχιστον αυτοαναιρούμενη, εφόσον επαφίεται στην επουράνια επιφοίτησή του και όχι στην επίγεια καλλιέργειά του. Τουλάχιστον βοήθησε όσους έφυγαν το τριήμερο κι απέφυγαν τον καύσωνα της τσιμεντούπολης.
Άσε που είναι ζήτημα ποιοι ακριβώς γιορτάζουν κι αν αργούν μόνο σήμερα ή απέχουν γενικώς από κάθε πνευματική δραστηριότητα. Εξάλλου, κάθε μη χειρωνακτική εργασία, δεν είναι απαραίτητα μια πνευματική διαδικασία, δημιουργική κι ευχάριστη ως απασχόληση. Όπως γράφει στη στήλη του και ο μεγάλος (ηλικιακά) Καίσαρης, το καθημερινό γράψιμο δεν είναι πνευματική εργασία. Και επίσης να προσθέσω πωσ στη μπλογκόσφαιρα και γενικά στο διαδίκτυο παράγουμε περισσότερα κείμενα απ' όσα μπορούμε να καταναλώσουμε, κι είναι αναπόφευκτο κάποιο μπούχτισμα. Η ασφυξία με όσους πουλάνε πνεύμα, με φτηνές (οινο)"πνευματώδεις" ατάκες κι η ατροφία των πνευματικών πνευμόνων που μένουν χωρίς το απαραίτητο οξυγόνο.
Σήμερα το πνεύμα κυλιέται, ξοδεύεται, περιφέρεται άσκοπα, χωρίς να αναπτύσσεται, ψάχνει τρόπο να το σκάσει από την πραγματικότητα, να αποδράσει από τις μίζερες συνθήκες, αντί να κατακτήσει τις μάζες και να γίνει υλική δύναμη.
Το ζητούμενο δεν είναι να αντιπαραθέσουμε μηχανιστικά το ένα απέναντι στο άλλο, το πνεύμα και την ύλη, αλλά να δούμε τη σύνδεσή τους, πώς θα αλλάξουν οι υλικές συνθήκες, για να αλλάξει και το αντιπνευματικό πνεύμα των καιρών, με τους... πνευματικούς και τις καφετζούδες. Κι αντίστροφα, πώς θα σπάσει η δύναμη της συνήθειας-αδράνειας των παθητικών συνειδήσεων, για να χτίσουν την κοινωνία του μέλλοντος, όπου ο βασικός προβληματισμός θα είναι πώς θα δέσουν τα υλικά και τα ηθικά κίνητρα. Γιατί αν υποτιμήσουμε μία από τις δύο πλευρές, θα είναι σα να βαδίζουμε με το ένα πόδι, όπως θα έλεγε και μια κινέζικη παροιμία.
Το ζήτημα είναι να σπάσουμε τον πλαστό δυισμό που αντιπαραθέτει τον ιδεαλισμό στο χυδαίο υλισμό, ενώ δεν είναι παρά οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Να μην αναζητήσουμε με πνεύμα νοσταλγίας κάποιο εξιδανικευμένο παρελθόν, αρχαίο πνεύμα αθάνατο, που το χάσαμε, μαζί με τα πνεύματα (τις ψιλές και τις δασείες) από τη γλώσσα μας και τη διδασκαλία των αρχαίων από το πρωτότυπο (που για κάποιους είναι η βασική αιτία της πνευματικής παρακμής). Αλλά να σκεφτούμε συγκεκριμένα πού και πώς (σε ποια κοινωνία και με ποιους υλικούς όρους) αναπτύχθηκε το πνεύμα, η φιλοσοφία, οι κοινωνικές και ανθρωπιστικές επιστήμες. Και να προσπαθήσουμε παράλληλα να ερμηνεύσουμε πώς εκεί η θεωρία έγινε θεραπαινίδα της πράξης και ξέπεσε στο επίπεδο της στείρας απολογητικής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου