Το σημερινό κείμενο είναι κάπως χαοτικό κι αυτοαναφορικό. Σκόρπιες σκέψεις, ατάκτως ενωμένες, με εσωτερικά αστεία και κάποιους συνειρμούς τραβηγμένους από τα μαλλιά. Αλλά δε βαριέσαι, συνηθισμένα τα βουνά από χιόνια κι αντάρτες (αν και έχουν πολλά χρόνια να τους δουν). Έτσι δεν είναι/μοιάζουν τα περισσότερα απ' όσα λέμε οι σύντροφοι μεταξύ μας, για τους απέξω, τους "αμύητους"; Δε θα είναι η πρώτη φορά "αριστερά" -ελπίζουμε όμως να είναι η τελευταία.
Αυτά καλό είναι να μη γίνονται (αγαπημένη φράση για φαϊτ-κλαμπάδες).
Και στο σημείο αυτό, να προσθέσω επίσης πως "δεν τιμούν κανένα μας".
Και θα μπορούσαμε να επισφραγίσουμε τα παραπάνω με τους συνηθισμένους λαϊκοστρωματικούς αφορισμούς: Θλίβομαι. Καταδικάζω.
Όπου δε χρειάζεται να πεις "απερίφραστα", γιατί ούτως ή άλλως μονολεκτικοί είναι, κι αν το προσθέσεις, τότε θα γίνουν περίφραση.
Σαν μια παλιά γελοιογραφία του Ζάχαρη (ή μήπως του Αναστασίου;), που τη θυμάμαι σε αδρές γραμμές, σε ένα τηλεοπτικό πάνελ, με τον πολιτικό να καταδικάζει κάτι ξύλινα -πχ τη βία από όπου κι αν προέρχεται- και το παπαγαλάκι απέναντι να πετιέται:
-Σ' έπιασα! Ξέχασες να πεις "απερίφραστα".
Να που γίνονται όμως -αυτά που καλό θα ήταν να μη γίνονται. Και δίνουν τροφή για σχόλια ή μάλλον πιατάκι σε όσους παίρνουν γαριδάκι, πατατάκια, αναψυκτικό, για να χορτάσουν θέαμα, λεκτική βία και ξεκατινιάσματα στο διαδίχτυ.
-Ναι αλλά σε τι αναφέρεσαι;
Σε όλα γενικώς και σε τίποτα συγκεκριμένο, ούτε καν ως αφορμή. Απλές καθημερινές ιστορίες, που ο καθένας μπορεί να έχει κατά νου ή ακουστά (καθώς κυκλοφορούν σα σπασμένο τηλέφωνο και ο καθένας προσθέτει δυο-τρεις αρκούδες σε κάθε γύρο) και να τις προσαρμόσει-χωρέσει στο γενικό πλαίσιο που περιγράφω.
Και δεν μπαίνουν απαραίτητα όλες στο ίδιο τσουβάλι, ίσα-ίσα. Ούτε είναι για να παίρνουμε ίσες αποστάσεις από τους εμπλεκόμενους, για να μη μας πάρουν τα βέλη και μας φάνε οι κότες. Εκτός κι αν μιλάμε για όσους κατάπιαν αμάσητα τα πίτουρα της Ζωής και το "ξεκατίνιασμά" της με το μισό εξωκοινοβούλιο, όπου αυτό ακριβώς είναι το ηθικό δίδαγμα: μην ανακατεύεσαι με αστούς πολιτικούς για να μη σε καταπιεί ο αστικός βούρκος. Άλλο αν η ΛαΕ πάει να κρατήσει (εκλογικές) ισορροπίες, κι ενώ η Ζωή εμπλέκει ένα κορυφαίο στέλεχός τους (τον Π. Σωτήρη) αυτοί λένε κάτι σαν "αυτά καλό είναι να μη γίνονται". Άλλα λόγια να αγαπιόμαστε και να κατέβουμε όλοι μαζί στις επόμενες εκλογές
Με κάτι τέτοια, είναι φορές που γενικεύω και σκέφτομαι συνειρμικά τη σειρά Πενήντα-Πενήντα, που ποτέ δεν κατάφερα να δω έστω ένα επεισόδιό της, κι αναρωτιέμαι αν θα έπρεπε να απαγορευτεί δια ροπάλου η χρήση διαδικτύου και social media σε αυτές τις ηλικίες, που έπεσαν με τα μούτρα στο μέσο, χωρίς να έχουν καταλάβει-αφομοιώσει την ιδιαίτερη φύση και το δημόσιο χαρακτήρα του.
Από την άλλη όμως, δεν είναι θέμα γενιάς -η δική μου να δεις μαργαριτάρια που βγάζει, εμού συμπεριλαμβανομένου- και τσουβαλιάσματος. Εξάλλου μερικοί από τους πιο αξιόλογους σχολιαστές της βάσης του μπλοκ έχουν πατήσει (ή κοντεύουν να...) τα πενήντα, Και μόλις χτες έτυχε να βρίσκομαι σε μια ανάμικτη, συντροφική παρέα, με διαδικτυακούς φίλους, κουκουέδες, πενηντάρηδες (λίγο πάνω-λίγο κάτω) που είναι ένας νέος της εποχής, που λέει και το τραγούδι.
Κι επειδή ουδείς αλάθητος, κανείς δε γεννήθηκε ώριμος χρήστης του διαδικτύου και γενικά όλοι ωριμάζουμε από την πείρα μας και από τα λάθη μας, το ζήτημα είναι πόσα επιτρέπονται και πόσο ελεγχόμενα είναι στη δημόσια σφαίρα. Κι είναι το ίδιο ακριβώς ζήτημα που θα αντιμετωπίσουμε (οι σύντροφοι, το κόμμα, η πρωτοπορία γενικότερα) στην κοινωνία του μέλλοντος κατά τη διάρκεια της οικοδόμησης, αλλά πρέπει ίσως να μας απασχολήσει μάλλον από τώρα. Πώς να προστατέψεις τους άλλους και τον εαυτό σου, χωρίς να κλειστείς σε μια γυάλα και να ευνουχίσεις το πρωτόβουλο πνεύμα.
Με την ευκαιρία, να προσθέσω επίσης -εκφράζοντας, πιστεύω, και το Λαϊκό Στρώμα, με τούτα τα λόγια- πως τρώμε παραπάνω από τις δυνατότητές μας. Αλλά υπάρχει συγκεκριμένο σχέδιο ενάντια στην κρίση. Ένα κιλό για κάθε ποσοστιαία μονάδα του χρέους επί του ΑΕΠ. Άμα ακούς τόσα κάθε μέρα για "νέα κατοχή" και δε συμμαζεύεται, πώς να μην επηρεαστείς και να μην αναπαράγεις αυθόρμητα, σε καθημερινή βάση, το κατοχικό σύνδρομο; Και πού θα πάει αυτή η ιστορία, που ένα σωρό κόσμος αποσυνδέει αντιδιαλεκτικά την ποσότητα από την ποιότητα, ουκ εν τω πολλώ το ευ, γκουρμεδιές και ιστορίες; Πού οδηγούμαστε σύντροφοι;
Να πω επίσης ότι αν δε σου αρέσει ένα συγκεκριμένο είδος μουσικής, τότε όλα τα τραγούδια σου φαίνονται πανομοιότυπα, και αν τα πετύχεις non-stop (επιτυχίες), έχεις την αίσθηση πως παίζει σερί από την αρχή ως το τέλος το ίδιο πράγμα. Εκτός κι αν τα έχει συνθέσει-διασκευάσει ο τραγουδόσαυρος, όλα σε ένα, οπότε το πράγμα αλλάζει. Ποια θυσία-ποια θυσία...
Το πενήντα-πενήντα δεν αντέχεται, ούτε ως σειρά, ούτε ως διαιτησία, όταν είναι εναντίον σου ή ως ίσες πιθανότητες, να περιμένεις την μπίλια να (σου) κάτσει, κι όπως γυρίζει στη ρουλέτα, να βλέπεις τις διαλεκτικές σπείρες της ζωής (χωρίς τον spiral που δεν είναι αρχιτέκτονας) να στριφογυρνάνε και να μην περνάνε ποτέ σε ανώτερο σημείο, έστω βγαίνοντας με φόρα έξω από τη ρουλέτα. Είναι και αυτή μια κάποια εξέλιξις...
Φαντάσου το τώρα αυτό στη δίωρη συσκευασία ενός αγώνα και την πορτοκαλί μπίλια να μην αποφασίζει σε ποιο κίτρινο θα κάτσει. Και την αγωνία στο τάιμ-άουτ που δεν υπάρχει στην αληθινή ζωή, γιατί η ταξική πάλη δε σταματά ποτέ, όπως δεν υπάρχει ούτε παράταση, παρά μόνο η δυαδική εξουσία, ένα έξτρα πεντάλεπτο, όπου η πλάστιγγα θα γείρει σύντομα από τη μία πλευρά ή την άλλη. Μπορείς όμως να πάρεις μόνος σου τάιμ-άουτ, να ανασυνταχθείς και να οργανώσεις την τελευταία-τελική επίθεση, όπως ο Λένν, που κλείστηκε στις βιβλιοθήκες, να μελετήσει και να γράψει, εν μέσω παγκοσμίου πολέμου. Εδώ ο κόσμος καίγεται, κι ο Βλαδίμηρος δε χτενίζεται -τι να την κάνει τη χτένα, φαλακρός άνθρωπος- ήξερε πολύ καλά τι έκανε και λίγους μήνες αργότερα πραγματοποιούσε την έφοδο στα χειμερινά ανάκτορα, σαν το μπάσιμο του Κάμινγκς στη ρακέτα της ΑΕΚ.
Και τώρα η ελπίδα έρχεται (is Cumming-s) σε μια πόλη που δεν έχει χειμερινά ανάκτορα, αλλά έχει (νέο) δημαρχείο και αλατιέρες που παγώνουν, πολύ πάνω από τους -160 βαθμούς, όπου παγώνει το αλάτι. Κι έτσι καταφέρνει να κρατά ζωντανά τα όνειρα, το μαρμαρωμένο βασιλιά και την ανάμνηση της κίτρινης αυτοκρατορίας στο μπάσκετ, να ζεσταίνει τις καρδιές και να τις ποτίζει με οπαδικό όπιο και κρασί από το κύπελλο που έρχεται. Που άλλοι το βλέπουν εντελώς άδειο, σαν τις ζωές που το περιμένουν για να νιώσουν γεμάτες κι άλλοι σαν το ιερό δισκοπότηρο, που έχουμε να το δούμε και να το σηκώσουμε από το 2004, της "μεγάλης κι ισχυρής Ελλάδας".
Το Κύπελλο είναι παρηγοριά στον άρρωστο, που δεν μπορεί να σηκώσει ανάστημα για να χτυπήσει πρωτάθλημα. Αλλά κι ο τίτλος είναι μια εφήμερη χαρά, όπως δίδασκε το Ντεμοτεχνείο, πριν ριχτεί με τα μούτρα στο κυνήγι της και το χάσει στα χαρτιά (παράγουμε περισσότερους νέους που ξέρουν την υπόθεση Βάλνερ από αυτούς που ξέρουν πχ την υπόθεση Ντρέιφους). Τείνουμε να βολευόμαστε με ολοένα και λιγότερα, όσο προχωρά η παρακμή και η σήψη. Ένα κύπελλο, μια απλή συμμετοχή σε τελικό -όπου δεν υπάρχουν πολλές ρεαλιστικές ελπίδες και φροντίζουν κι άλλοι να τις εκμηδενίσουν- μια δουλίτσα, ένα τετράωρο, μια ολιγόμηνη σύμβαση.
Ναι αλλά δεν είναι αυτή η ουσία. Είναι το δικαίωμα στο όνειρο.
Κι ας είναι η φωτιά του πυροτέχνημα, χωρίς θέρμη και ουσία...
Αυτά καλό είναι να μη γίνονται (αγαπημένη φράση για φαϊτ-κλαμπάδες).
Και στο σημείο αυτό, να προσθέσω επίσης πως "δεν τιμούν κανένα μας".
Και θα μπορούσαμε να επισφραγίσουμε τα παραπάνω με τους συνηθισμένους λαϊκοστρωματικούς αφορισμούς: Θλίβομαι. Καταδικάζω.
Όπου δε χρειάζεται να πεις "απερίφραστα", γιατί ούτως ή άλλως μονολεκτικοί είναι, κι αν το προσθέσεις, τότε θα γίνουν περίφραση.
Σαν μια παλιά γελοιογραφία του Ζάχαρη (ή μήπως του Αναστασίου;), που τη θυμάμαι σε αδρές γραμμές, σε ένα τηλεοπτικό πάνελ, με τον πολιτικό να καταδικάζει κάτι ξύλινα -πχ τη βία από όπου κι αν προέρχεται- και το παπαγαλάκι απέναντι να πετιέται:
-Σ' έπιασα! Ξέχασες να πεις "απερίφραστα".
Να που γίνονται όμως -αυτά που καλό θα ήταν να μη γίνονται. Και δίνουν τροφή για σχόλια ή μάλλον πιατάκι σε όσους παίρνουν γαριδάκι, πατατάκια, αναψυκτικό, για να χορτάσουν θέαμα, λεκτική βία και ξεκατινιάσματα στο διαδίχτυ.
-Ναι αλλά σε τι αναφέρεσαι;
Σε όλα γενικώς και σε τίποτα συγκεκριμένο, ούτε καν ως αφορμή. Απλές καθημερινές ιστορίες, που ο καθένας μπορεί να έχει κατά νου ή ακουστά (καθώς κυκλοφορούν σα σπασμένο τηλέφωνο και ο καθένας προσθέτει δυο-τρεις αρκούδες σε κάθε γύρο) και να τις προσαρμόσει-χωρέσει στο γενικό πλαίσιο που περιγράφω.
Και δεν μπαίνουν απαραίτητα όλες στο ίδιο τσουβάλι, ίσα-ίσα. Ούτε είναι για να παίρνουμε ίσες αποστάσεις από τους εμπλεκόμενους, για να μη μας πάρουν τα βέλη και μας φάνε οι κότες. Εκτός κι αν μιλάμε για όσους κατάπιαν αμάσητα τα πίτουρα της Ζωής και το "ξεκατίνιασμά" της με το μισό εξωκοινοβούλιο, όπου αυτό ακριβώς είναι το ηθικό δίδαγμα: μην ανακατεύεσαι με αστούς πολιτικούς για να μη σε καταπιεί ο αστικός βούρκος. Άλλο αν η ΛαΕ πάει να κρατήσει (εκλογικές) ισορροπίες, κι ενώ η Ζωή εμπλέκει ένα κορυφαίο στέλεχός τους (τον Π. Σωτήρη) αυτοί λένε κάτι σαν "αυτά καλό είναι να μη γίνονται". Άλλα λόγια να αγαπιόμαστε και να κατέβουμε όλοι μαζί στις επόμενες εκλογές
Με κάτι τέτοια, είναι φορές που γενικεύω και σκέφτομαι συνειρμικά τη σειρά Πενήντα-Πενήντα, που ποτέ δεν κατάφερα να δω έστω ένα επεισόδιό της, κι αναρωτιέμαι αν θα έπρεπε να απαγορευτεί δια ροπάλου η χρήση διαδικτύου και social media σε αυτές τις ηλικίες, που έπεσαν με τα μούτρα στο μέσο, χωρίς να έχουν καταλάβει-αφομοιώσει την ιδιαίτερη φύση και το δημόσιο χαρακτήρα του.
Από την άλλη όμως, δεν είναι θέμα γενιάς -η δική μου να δεις μαργαριτάρια που βγάζει, εμού συμπεριλαμβανομένου- και τσουβαλιάσματος. Εξάλλου μερικοί από τους πιο αξιόλογους σχολιαστές της βάσης του μπλοκ έχουν πατήσει (ή κοντεύουν να...) τα πενήντα, Και μόλις χτες έτυχε να βρίσκομαι σε μια ανάμικτη, συντροφική παρέα, με διαδικτυακούς φίλους, κουκουέδες, πενηντάρηδες (λίγο πάνω-λίγο κάτω) που είναι ένας νέος της εποχής, που λέει και το τραγούδι.
Κάθε όμιλος, κάθε κόμμα, κάθε dm χρειάζεται κι εκκαθαρίσεις κάθε τόσο για να ανανεώνεται. Τα έλεγε ο σφος με το μουστάκι |
Με την ευκαιρία, να προσθέσω επίσης -εκφράζοντας, πιστεύω, και το Λαϊκό Στρώμα, με τούτα τα λόγια- πως τρώμε παραπάνω από τις δυνατότητές μας. Αλλά υπάρχει συγκεκριμένο σχέδιο ενάντια στην κρίση. Ένα κιλό για κάθε ποσοστιαία μονάδα του χρέους επί του ΑΕΠ. Άμα ακούς τόσα κάθε μέρα για "νέα κατοχή" και δε συμμαζεύεται, πώς να μην επηρεαστείς και να μην αναπαράγεις αυθόρμητα, σε καθημερινή βάση, το κατοχικό σύνδρομο; Και πού θα πάει αυτή η ιστορία, που ένα σωρό κόσμος αποσυνδέει αντιδιαλεκτικά την ποσότητα από την ποιότητα, ουκ εν τω πολλώ το ευ, γκουρμεδιές και ιστορίες; Πού οδηγούμαστε σύντροφοι;
Να πω επίσης ότι αν δε σου αρέσει ένα συγκεκριμένο είδος μουσικής, τότε όλα τα τραγούδια σου φαίνονται πανομοιότυπα, και αν τα πετύχεις non-stop (επιτυχίες), έχεις την αίσθηση πως παίζει σερί από την αρχή ως το τέλος το ίδιο πράγμα. Εκτός κι αν τα έχει συνθέσει-διασκευάσει ο τραγουδόσαυρος, όλα σε ένα, οπότε το πράγμα αλλάζει. Ποια θυσία-ποια θυσία...
Το πενήντα-πενήντα δεν αντέχεται, ούτε ως σειρά, ούτε ως διαιτησία, όταν είναι εναντίον σου ή ως ίσες πιθανότητες, να περιμένεις την μπίλια να (σου) κάτσει, κι όπως γυρίζει στη ρουλέτα, να βλέπεις τις διαλεκτικές σπείρες της ζωής (χωρίς τον spiral που δεν είναι αρχιτέκτονας) να στριφογυρνάνε και να μην περνάνε ποτέ σε ανώτερο σημείο, έστω βγαίνοντας με φόρα έξω από τη ρουλέτα. Είναι και αυτή μια κάποια εξέλιξις...
Φαντάσου το τώρα αυτό στη δίωρη συσκευασία ενός αγώνα και την πορτοκαλί μπίλια να μην αποφασίζει σε ποιο κίτρινο θα κάτσει. Και την αγωνία στο τάιμ-άουτ που δεν υπάρχει στην αληθινή ζωή, γιατί η ταξική πάλη δε σταματά ποτέ, όπως δεν υπάρχει ούτε παράταση, παρά μόνο η δυαδική εξουσία, ένα έξτρα πεντάλεπτο, όπου η πλάστιγγα θα γείρει σύντομα από τη μία πλευρά ή την άλλη. Μπορείς όμως να πάρεις μόνος σου τάιμ-άουτ, να ανασυνταχθείς και να οργανώσεις την τελευταία-τελική επίθεση, όπως ο Λένν, που κλείστηκε στις βιβλιοθήκες, να μελετήσει και να γράψει, εν μέσω παγκοσμίου πολέμου. Εδώ ο κόσμος καίγεται, κι ο Βλαδίμηρος δε χτενίζεται -τι να την κάνει τη χτένα, φαλακρός άνθρωπος- ήξερε πολύ καλά τι έκανε και λίγους μήνες αργότερα πραγματοποιούσε την έφοδο στα χειμερινά ανάκτορα, σαν το μπάσιμο του Κάμινγκς στη ρακέτα της ΑΕΚ.
Και τώρα η ελπίδα έρχεται (is Cumming-s) σε μια πόλη που δεν έχει χειμερινά ανάκτορα, αλλά έχει (νέο) δημαρχείο και αλατιέρες που παγώνουν, πολύ πάνω από τους -160 βαθμούς, όπου παγώνει το αλάτι. Κι έτσι καταφέρνει να κρατά ζωντανά τα όνειρα, το μαρμαρωμένο βασιλιά και την ανάμνηση της κίτρινης αυτοκρατορίας στο μπάσκετ, να ζεσταίνει τις καρδιές και να τις ποτίζει με οπαδικό όπιο και κρασί από το κύπελλο που έρχεται. Που άλλοι το βλέπουν εντελώς άδειο, σαν τις ζωές που το περιμένουν για να νιώσουν γεμάτες κι άλλοι σαν το ιερό δισκοπότηρο, που έχουμε να το δούμε και να το σηκώσουμε από το 2004, της "μεγάλης κι ισχυρής Ελλάδας".
Το Κύπελλο είναι παρηγοριά στον άρρωστο, που δεν μπορεί να σηκώσει ανάστημα για να χτυπήσει πρωτάθλημα. Αλλά κι ο τίτλος είναι μια εφήμερη χαρά, όπως δίδασκε το Ντεμοτεχνείο, πριν ριχτεί με τα μούτρα στο κυνήγι της και το χάσει στα χαρτιά (παράγουμε περισσότερους νέους που ξέρουν την υπόθεση Βάλνερ από αυτούς που ξέρουν πχ την υπόθεση Ντρέιφους). Τείνουμε να βολευόμαστε με ολοένα και λιγότερα, όσο προχωρά η παρακμή και η σήψη. Ένα κύπελλο, μια απλή συμμετοχή σε τελικό -όπου δεν υπάρχουν πολλές ρεαλιστικές ελπίδες και φροντίζουν κι άλλοι να τις εκμηδενίσουν- μια δουλίτσα, ένα τετράωρο, μια ολιγόμηνη σύμβαση.
Ναι αλλά δεν είναι αυτή η ουσία. Είναι το δικαίωμα στο όνειρο.
Κι ας είναι η φωτιά του πυροτέχνημα, χωρίς θέρμη και ουσία...
2 σχόλια:
Μια και σε βρίσκω λάσκο, και δε θα με κατηγορήσεις για off-topic:
250 πρόσωπα της Επιστήμης, του Πολιτισμού και της Τέχνης στηρίζουν τα μέσα ενημέρωσης του ΔΟΛ
Τι γνώμη έχεις γι αυτή την αηδία;
Ανάμεσα τους και,
"39. Μάρω Δούκα, συγγραφέας" (απογοητευμένη από το Κόμμα του Μάνου Λοϊζου...)
"101. Χρήστος Ντούμας, ομότιμος καθηγητής Προϊστορικής Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών" (απογοητευμένος)
Επίσης, από την ..."Τέχνη":
"23. Δημήτρης Καταλειφός" (χρέος στη μνήμη του Ν. Ζαχαριάδη...)
"43. Θέμις Μπαζάκα"....
....και λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις, αναμενόμενες και ανάξιες ψόγου, όπως π.χ., Μ. Φαραντούρη, Χόρχε Νταλάρας, Ν. Χριστοδουλάκης, η Κική (38. ), ο Σωτήρης (37. ) ο Φορτσάκης βεβαίως, ...τη Σώτη δεν πήρε το μάτι μου...!
Επί τέλους οι "πνευματικοί άνθρωποι" συγκινήθηκαν, και σηκώνουν φωνή "για τους ....εργαζόμενους(!) και την ...πολυφωνία!!".
Εν έτει ογδόω μετά την Κρίση, ....κατά τας Γραφάς....
...και συνεχίζουν να συγκινούνται οι ..."πνευματικοί αθρώποι":
96. Φίλιππος Δρακονταειδής, συγγραφέας
175. Αγγελική Κώττη, δημοσιογράφος
204. Τζένη Μαστοράκη, ποιήτρια- μεταφράστρια
................
Υ.Γ. Τη Σώτη εξακολουθώ να μη βλέπω, κι αυτό μεγαλώνει την αηδία μου για τους προηγούμενους.
Δημοσίευση σχολίου