Ο Ζάχαρης λέει πως οι παρουσιάσεις "βιβλίων" (τα εισαγωγικά είναι δικά του για να διακρίνει τα εφήμερα σκίτσα από τα "κανονικά βιβλία") είναι εξ ορισμού λίγο εγωιστικές, από τη σκοπιά του συγγραφέα ή εν προκειμένω του δημιουργού (εγένετο φως, κτλ) που ακούει τους πάντες να μιλάνε για αυτόν. Θα μπορούσαμε να τις πούμε επίσης προσωποκεντρικές ή μια ιδιότυπη μορφή "προσωπολατρίας" από τον κόσμο που συνέρρευσε το Art Polis Cafe, για να ανταποδώσει στον Πάνο κάτι ελάχιστο από όσα νιώθει ο καθένας πως παίρνει καθημερινά από τη δουλειά του.
Γιατί, στην πραγματικότητα, κανείς δεν πήγε εκεί για να ακούσει το Μαλανδράκη (που κατέχει καλά το αντικείμενό του) ή τον Αναστασίου, το (κάτι σαν) καλλιτεχνικό alter ego του Πάνου, που έχω την εντύπωση πως θα ήθελε να παραφράσει τον Αλέξανδρο και να πει: αν δεν ήμουν Ζάχαρης, θα ήθελα να ήμουν Αναστασίου.
Κανείς επίσης δεν πήγε από περιέργεια, να δει κάτι που του ήταν καινούριο ή άγνωστο. Ήρθαν όλοι για το Ζάχαρη και τη δουλειά του, που είναι ο ορισμός του πολιτικού σκίτσου -εξάλλου σπανίως κάνει κάτι άλλο, μη πολιτικό, κι αυτό ήταν το βασικό "κουσούρι" που του καταλόγιζαν κι οι δάσκαλοί του στον Ορνεράκη. Και δεν είχαμε μια "αριστερού τύπου" παρουσία, αριστεροσκορποχώρι, τρεις κι ο κούκος, αλλά Παμίτικη, συγκροτημένη και με προσυγκέντρωση για την υποδοχή, που γέμισε το (είναι μικρό, είναι μικρό) το γήπεδο, κι ήθελε άλλο τόσο.
Έτσι λοιπόν, αυτό που έγινε, έμοιαζε κάπως σαν παλιά εκπομπή της Σεμίνας, με ένα τιμώμενο πρόσωπο, μαζί με συνεργάτες, στενούς φίλους και οπαδούς-θαυμαστές. Με τη διαφορά πως δεν είχε χορεύτριες και πως αντί για τη Διγενή ή έστω την Ακρίτα, είχε τον οικοδεσπότη στο ρόλο του πιο αδύναμου κρίκου. Έναν από αυτούς τους τύπους που φοράνε κασκόλ σε εσωτερικό χώρο, από "άποψη", που σε προσφωνούν φίλο, ενώ διαβάζουν το όνομά σου από μέσα, για να μην το μπερδέψουν και λένε τα ίδια σε τέτοιες περιστάσεις, σαν ηχογραφημένο μήνυμα στον τηλεφωνητή. Μια ζωντανή απόδειξη πως τα λίγα λόγια (ενός σκίτσου πχ) Ζάχαρη και τα καθόλου μέλι.
Μια άλλη βασική διαφορά είναι πως κανείς άλλος δεν πήρε το λόγο πλην του Στάθη, για τη σημειολογία του πράγματος. Το άλμπουμ του Πάνου ξεκινάει με ΕΕ και σαξές στόρι (το μέσο όπου δούλευε ο Μαλανδράκης -protagon), συνεχίζει με τις 17 ώρες που [δε] συγκλόνισαν τον κόσμο (την Αυγή όπου δουλεύει ο Αναστασίου) για να κλείσει με το στίχο-προειδοποίηση του Αναγνωστάκη: και προπαντός όχι αυταπάτες. Οπότε πήραν στο τέλος το λόγοι οι αυταπάτες (προσωποποιημένες) για να κλείσει η εκδήλωση, όπως ακριβώς και η έκδοση, έστω κι αν ήταν αρνητικοί οι συσχετισμοί στο χώρο για τον (πολιτικό) χώρο τους.
Βασικά όμως ήταν ένας φόρος τιμής στα παιδικά-νεανικά μας χρόνια, με τα σκίτσα του Στάθη στο Ρίζο και τις εκδόσεις της Σύγχρονης Εποχής, και για την αξιοπρεπέστατη, σε γενικές γραμμές, μετέπειτα στάση του, πχ στους βομβαρδισμούς της Γιουγκοσλαβίας, χοντρικά μέχρι και την περίοδο που ήρθε καλεσμένος σε μια εκδήλωση της ΚΝΕ στο Συρμό -προτού ενταχθεί στο Σύριζα.
Στο ενδιάμεσο μάθαμε πως το πολιτικό σκίτσο είναι το κεφάλι μιας αλήθειας στο σώμα ενός αστείου. Κι έρχεται βασικά να σαρκάσει και να αντιπαλέψει έναν κόσμο τεράτων, όσο ακόμα το καινούριο δεν μπορεί να γεννηθεί ή δεν είναι αρκετά ώριμο, για να νικήσει το παλιό, που δεν πεθαίνει οικειοθελώς.
Ότι είναι ένα είδος πολιτικής προκήρυξης, όπου ο σκιτσογράφος πληρώνεται για να "φωνάζει" και να "κουνάει το δάχτυλο" στους αναγνώστες του. Μόνο που κανείς -ούτε καν από τους μυημένους- δε θα διάβαζε εκατό προκηρύξεις στη σειρά. Ενώ τα σκίτσα του Ζάχαρη φεύγουν νεράκι, αφήνοντας πίσω τους πλατιά -σαν πολιτικό άνοιγμα- χαμόγελα και τροφή για σκέψη. Δε θα αλλάξουν από μόνα τους τον κόσμο, αν δεν πάρουμε κι εμείς μέτρα για αυτό. Αλλά φροντίζουν για τη διάθεση και το "ευ ζην" όσων αγωνίζονται να το κάνουν.
Και στην τελική, έχει σημασία ποιος γράφει τις προκηρύξεις και αν έχει μεταδοτικότητα (καλή ώρα) ή όχι.
Ότι το άλμπουμ έχει διάφορες επιρροές και συνεπώς πολλές α(δι)όρατες υπογραφές -με κορυφαία τη σεμνή υπογραφή του λαού μας στις λεωφόρους του μέλλοντος. Κι αν στις σελίδες με τις προκηρύξεις-σκίτσα, εμφανίζονται πολλά προβατάκια, δεν είναι προφανώς υπονοούμενο για τους σφους, αλλά για όσους μας βλέπουν σαν κοπάδι και φοβούνται να βελάξουν (για να μην προκαλέσουν πανικό στις αγορές) ή να ξεμυτίσουν από το μαντρί της λυκοσυμμαχίας (για να μην τους φάει ο λύκος).
Μάθαμε επίσης ότι οι σκιτσογράφοι δίνουν μια μάχη με το χρόνο, καθώς πρέπει να χωρέσουν σε τριάντα δεύτερα το πολύ (αν και ο πορτοκαλί Πάνος -σε αντίθεση με τον "κόκκινο"- θα προτιμούσε τα 24΄΄), όσο διαρκεί δηλ η ανάγνωση ενός σκίτσου, πολιτική ανάλυση και διαχρονικά μηνύματα.
Ένα χρόνο που είναι -ή μπορεί να γίνει- ιστορικός, να πάει στην επανάσταση του 21', το Σικάγο του 1886 και το Βερολίνο του 45', για να γυρίσει πίσω, φορτωμένος επίκαιρες αναλογίες και παραλληλισμούς (μόνο τυχαίο δεν είναι, ως προς αυτά, το πέρασμα του Ζάχαρη από το ιστορικό-αρχαιολογικό).
Μάχη με το χρόνο μιας εκδήλωσης, που ορίζεται συμβατικά στις οκτώ, αλλά "εννοούμε οκτώμιση" -όπως είπε το τιμώμενο πρόσωπο. Μόνο που όσοι δεν ήρθαν από νωρίς, έμειναν στο βάθος να ακούν τον... απόηχο της εκδήλωσης.
Και μια εσωτερική μάχη για τους μπασκετόφιλους, που άφησαν δύο αγώνες της Ευρωλίγκα, αλλά αποζημιώθηκαν βλέποντας το Ζάχαρη με πουκάμισο, που τηρουμένων των μπασκετικών αναλογιών, είναι όπως όταν βλέπεις τον Τόμιτς και τον Αλβέρτη με κοστούμι.
Σε τελική ανάλυση μάχη με τη λήθη του εφήμερου, για να διασωθούν στη μνήμη κάποια γεγονότα, που θα χωρέσουν σε ένα άλμπουμ μαζί με τα αντίστοιχα σκίτσα. Όσο κι αν διαφωνεί ο Ζάχαρης με τον εαυτό του (που τον κάλεσε στην εκδήλωση να περιαυτολογήσει) και το προλογικό σημείωμα της έκδοσής του, σαν άλλος Άρης Τερίδης, που καθαρίζει, παραδεχόμενος ότι έχει αυταπάτες.
Κι αν η δική μας γενιά μεγάλωσε με σκίτσα του Ιωάννου και του Στάθη, μπορεί οι επόμενες γενιές αναγνωστών και πολιτικών σκιτσογράφων να αναπλάθουν νοερά την εποχή μας μέσα από τα σκίτσα του Ζάχαρη, και να τη φαντάζονται λίγο καλύτερη απ' όσο είναι στην πραγματικότητα. Αρκεί να μην είναι το αύριο χειρότερο, κάτι σαν σάτιρα του παρόντος...
Στο τέλος του χρόνου μας, μου έμεινε η ειρωνεία της ζωής: να είναι κανείς οδοντίατρος και να τον λένε Ζάχαρη, από όπου κληρονόμησε πιθανότατα κι ο Πάνος την αγάπη του για τα λογοπαίγνια. Και το "κνίτικο τέλος" του δικού του λόγου, ότι εκτός από μολύβια (ή πληκτρολόγια) πρέπει να λιώνουμε και σόλες. Κρίμα μόνο που δεν ήταν εκεί ο γκουρού του αριστερισμού, το Λαϊκό Στρώμα, που όταν ακούει κάτι τέτοια, συμπληρώνει: γι' αυτό τώρα, όλοι στους δρόμους, κάθε καλύβι, κάθε ρεματιά...
Όπου το "τώρα" μπορεί να είναι πχ περασμένα μεσάνυχτα.
Αλλά εντάξει, δεν άργησε δα τόσο πολύ να ξεκινήσει η εκδήλωση...
Και μια "ιερόσυλη" σύνδεση-υστερόγραφο για να τρίξουν τα κόκαλα κι οι στάχτες: Κοίτα τι έκανες (Φιντέλ)...
Γιατί, στην πραγματικότητα, κανείς δεν πήγε εκεί για να ακούσει το Μαλανδράκη (που κατέχει καλά το αντικείμενό του) ή τον Αναστασίου, το (κάτι σαν) καλλιτεχνικό alter ego του Πάνου, που έχω την εντύπωση πως θα ήθελε να παραφράσει τον Αλέξανδρο και να πει: αν δεν ήμουν Ζάχαρης, θα ήθελα να ήμουν Αναστασίου.
Κανείς επίσης δεν πήγε από περιέργεια, να δει κάτι που του ήταν καινούριο ή άγνωστο. Ήρθαν όλοι για το Ζάχαρη και τη δουλειά του, που είναι ο ορισμός του πολιτικού σκίτσου -εξάλλου σπανίως κάνει κάτι άλλο, μη πολιτικό, κι αυτό ήταν το βασικό "κουσούρι" που του καταλόγιζαν κι οι δάσκαλοί του στον Ορνεράκη. Και δεν είχαμε μια "αριστερού τύπου" παρουσία, αριστεροσκορποχώρι, τρεις κι ο κούκος, αλλά Παμίτικη, συγκροτημένη και με προσυγκέντρωση για την υποδοχή, που γέμισε το (είναι μικρό, είναι μικρό) το γήπεδο, κι ήθελε άλλο τόσο.
Έτσι λοιπόν, αυτό που έγινε, έμοιαζε κάπως σαν παλιά εκπομπή της Σεμίνας, με ένα τιμώμενο πρόσωπο, μαζί με συνεργάτες, στενούς φίλους και οπαδούς-θαυμαστές. Με τη διαφορά πως δεν είχε χορεύτριες και πως αντί για τη Διγενή ή έστω την Ακρίτα, είχε τον οικοδεσπότη στο ρόλο του πιο αδύναμου κρίκου. Έναν από αυτούς τους τύπους που φοράνε κασκόλ σε εσωτερικό χώρο, από "άποψη", που σε προσφωνούν φίλο, ενώ διαβάζουν το όνομά σου από μέσα, για να μην το μπερδέψουν και λένε τα ίδια σε τέτοιες περιστάσεις, σαν ηχογραφημένο μήνυμα στον τηλεφωνητή. Μια ζωντανή απόδειξη πως τα λίγα λόγια (ενός σκίτσου πχ) Ζάχαρη και τα καθόλου μέλι.
Μια άλλη βασική διαφορά είναι πως κανείς άλλος δεν πήρε το λόγο πλην του Στάθη, για τη σημειολογία του πράγματος. Το άλμπουμ του Πάνου ξεκινάει με ΕΕ και σαξές στόρι (το μέσο όπου δούλευε ο Μαλανδράκης -protagon), συνεχίζει με τις 17 ώρες που [δε] συγκλόνισαν τον κόσμο (την Αυγή όπου δουλεύει ο Αναστασίου) για να κλείσει με το στίχο-προειδοποίηση του Αναγνωστάκη: και προπαντός όχι αυταπάτες. Οπότε πήραν στο τέλος το λόγοι οι αυταπάτες (προσωποποιημένες) για να κλείσει η εκδήλωση, όπως ακριβώς και η έκδοση, έστω κι αν ήταν αρνητικοί οι συσχετισμοί στο χώρο για τον (πολιτικό) χώρο τους.
Βασικά όμως ήταν ένας φόρος τιμής στα παιδικά-νεανικά μας χρόνια, με τα σκίτσα του Στάθη στο Ρίζο και τις εκδόσεις της Σύγχρονης Εποχής, και για την αξιοπρεπέστατη, σε γενικές γραμμές, μετέπειτα στάση του, πχ στους βομβαρδισμούς της Γιουγκοσλαβίας, χοντρικά μέχρι και την περίοδο που ήρθε καλεσμένος σε μια εκδήλωση της ΚΝΕ στο Συρμό -προτού ενταχθεί στο Σύριζα.
Στο ενδιάμεσο μάθαμε πως το πολιτικό σκίτσο είναι το κεφάλι μιας αλήθειας στο σώμα ενός αστείου. Κι έρχεται βασικά να σαρκάσει και να αντιπαλέψει έναν κόσμο τεράτων, όσο ακόμα το καινούριο δεν μπορεί να γεννηθεί ή δεν είναι αρκετά ώριμο, για να νικήσει το παλιό, που δεν πεθαίνει οικειοθελώς.
Ότι είναι ένα είδος πολιτικής προκήρυξης, όπου ο σκιτσογράφος πληρώνεται για να "φωνάζει" και να "κουνάει το δάχτυλο" στους αναγνώστες του. Μόνο που κανείς -ούτε καν από τους μυημένους- δε θα διάβαζε εκατό προκηρύξεις στη σειρά. Ενώ τα σκίτσα του Ζάχαρη φεύγουν νεράκι, αφήνοντας πίσω τους πλατιά -σαν πολιτικό άνοιγμα- χαμόγελα και τροφή για σκέψη. Δε θα αλλάξουν από μόνα τους τον κόσμο, αν δεν πάρουμε κι εμείς μέτρα για αυτό. Αλλά φροντίζουν για τη διάθεση και το "ευ ζην" όσων αγωνίζονται να το κάνουν.
Και στην τελική, έχει σημασία ποιος γράφει τις προκηρύξεις και αν έχει μεταδοτικότητα (καλή ώρα) ή όχι.
Ότι το άλμπουμ έχει διάφορες επιρροές και συνεπώς πολλές α(δι)όρατες υπογραφές -με κορυφαία τη σεμνή υπογραφή του λαού μας στις λεωφόρους του μέλλοντος. Κι αν στις σελίδες με τις προκηρύξεις-σκίτσα, εμφανίζονται πολλά προβατάκια, δεν είναι προφανώς υπονοούμενο για τους σφους, αλλά για όσους μας βλέπουν σαν κοπάδι και φοβούνται να βελάξουν (για να μην προκαλέσουν πανικό στις αγορές) ή να ξεμυτίσουν από το μαντρί της λυκοσυμμαχίας (για να μην τους φάει ο λύκος).
Μάθαμε επίσης ότι οι σκιτσογράφοι δίνουν μια μάχη με το χρόνο, καθώς πρέπει να χωρέσουν σε τριάντα δεύτερα το πολύ (αν και ο πορτοκαλί Πάνος -σε αντίθεση με τον "κόκκινο"- θα προτιμούσε τα 24΄΄), όσο διαρκεί δηλ η ανάγνωση ενός σκίτσου, πολιτική ανάλυση και διαχρονικά μηνύματα.
Ένα χρόνο που είναι -ή μπορεί να γίνει- ιστορικός, να πάει στην επανάσταση του 21', το Σικάγο του 1886 και το Βερολίνο του 45', για να γυρίσει πίσω, φορτωμένος επίκαιρες αναλογίες και παραλληλισμούς (μόνο τυχαίο δεν είναι, ως προς αυτά, το πέρασμα του Ζάχαρη από το ιστορικό-αρχαιολογικό).
Μάχη με το χρόνο μιας εκδήλωσης, που ορίζεται συμβατικά στις οκτώ, αλλά "εννοούμε οκτώμιση" -όπως είπε το τιμώμενο πρόσωπο. Μόνο που όσοι δεν ήρθαν από νωρίς, έμειναν στο βάθος να ακούν τον... απόηχο της εκδήλωσης.
Και μια εσωτερική μάχη για τους μπασκετόφιλους, που άφησαν δύο αγώνες της Ευρωλίγκα, αλλά αποζημιώθηκαν βλέποντας το Ζάχαρη με πουκάμισο, που τηρουμένων των μπασκετικών αναλογιών, είναι όπως όταν βλέπεις τον Τόμιτς και τον Αλβέρτη με κοστούμι.
Ο απόηχος |
Κι αν η δική μας γενιά μεγάλωσε με σκίτσα του Ιωάννου και του Στάθη, μπορεί οι επόμενες γενιές αναγνωστών και πολιτικών σκιτσογράφων να αναπλάθουν νοερά την εποχή μας μέσα από τα σκίτσα του Ζάχαρη, και να τη φαντάζονται λίγο καλύτερη απ' όσο είναι στην πραγματικότητα. Αρκεί να μην είναι το αύριο χειρότερο, κάτι σαν σάτιρα του παρόντος...
Στο τέλος του χρόνου μας, μου έμεινε η ειρωνεία της ζωής: να είναι κανείς οδοντίατρος και να τον λένε Ζάχαρη, από όπου κληρονόμησε πιθανότατα κι ο Πάνος την αγάπη του για τα λογοπαίγνια. Και το "κνίτικο τέλος" του δικού του λόγου, ότι εκτός από μολύβια (ή πληκτρολόγια) πρέπει να λιώνουμε και σόλες. Κρίμα μόνο που δεν ήταν εκεί ο γκουρού του αριστερισμού, το Λαϊκό Στρώμα, που όταν ακούει κάτι τέτοια, συμπληρώνει: γι' αυτό τώρα, όλοι στους δρόμους, κάθε καλύβι, κάθε ρεματιά...
Όπου το "τώρα" μπορεί να είναι πχ περασμένα μεσάνυχτα.
Αλλά εντάξει, δεν άργησε δα τόσο πολύ να ξεκινήσει η εκδήλωση...
Και μια "ιερόσυλη" σύνδεση-υστερόγραφο για να τρίξουν τα κόκαλα κι οι στάχτες: Κοίτα τι έκανες (Φιντέλ)...
Και χωρίς Μπιρσίμ... |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου